Θόδωρος Αγγελόπουλος

Έχω φάει ένα ψιλοκολληματακι τον τελευταίο καιρό με τον Αγγελόπουλο και είπα να ανοίξω thread για αυτόν. Λοιπόν, στο thread για τον ελληνικό κινηματογράφο είχα γράψει για αυτόν:

Βέβαια όλα αυτά τα έλεγα χωρίς να έχω δει την συγκλονιστικότερη ταινία του δηλαδή τον “Θίασο” που είναι πραγματικά καταπληκτική. Αριστουργηματικά επίσης και τα “Το μετέωρο βήμα του πελαργού”, “Το βλέμμα του Οδυσσέα” και “Το λιβάδι που δακρύζει”. Ανάμικτα συναισθήματα για το “Ταξίδι στα Κύθηρα”, τα υπόλοιπα δεν τα έχω δει αλλά σύντομα…

Από το προσωπικό του site παραθέτω αναλύσεις για τις ταινίες του. Βάζω σε spoiler κάποια σημεία αν και νομίζω πως και να τα διαβάσετε δεν υπάρχει πρόβλημα.

Αναπαράσταση (1970)
Μετά από χρόνια δουλειά στη Γερμανία, ένας άντρας επιστρέφει στο χωριό του, Τυμφαία της Ηπείρου: μια χούφτα πέτρινα σπίτια σε μια έρημη, τραχιά και αποδεκατισμένη περιοχή από τα τόσα χρόνια μετανάστευσης, όπου μετράνε τις μέρες τους οι λιγοστοί εναπομείναντες κάτοικοι ? γέροι, γυναίκες και μικρά παιδιά. Κανένας δεν τον περιμένει, ενώ η κόρη του, στο κατώφλι του σπιτιού, δεν τον αναγνωρίζει. Λίγες μέρες αργότερα, η σύζυγος, με τη βοήθεια του εραστή της, τον σκοτώνει και τον θάβει στον κήπο, φυτεύοντας κρεμμυδάκια πάνω στον τάφο του. Καίει τα ρούχα και τα λιγοστά υπάρχοντά του, και διαδίδει στο χωριό ότι ο άντρας της ξανάφυγε για τη Γερμανία. Για να κάνει ακόμα πιο πιστευτή την αναχώρησή του και για να δημιουργήσει ένα άλλοθι, φεύγει με τον εραστή της για τα Γιάννενα. Στο ξενοδοχείο, δίνουν το όνομα του συζύγου και μιας άλλης γυναίκας. Στο χωριό, όμως, η ξαφνική αναχώρηση του μετανάστη δημιουργεί υποψίες, και γρήγορα θα φτάσει η αστυνομία. Αυτός είναι ο πυρήνας του θέματος που θα αναπτυχθεί μέσα από διαφορετικές έρευνες: τη γραφειοκρατική (της ανάκρισης) που αναζητά έναν ένοχο για να κλείσει την υπόθεση, κι εκείνην μιας ομάδας δημοσιογράφων, η οποία, καταγράφοντας τις μαρτυρίες των κατοίκων, αναδεικνύει το κοινωνιολογικό πλαίσιο που υπέθαλψε αυτή την ιστορία. Το χρονικό του φόνου ολοκληρώνεται με τη σύλληψη της γυναίκας, αλλά η δραματική κοινωνική πραγματικότητα του χωριού παραμένει ανοιχτή πληγή. Η ταινία τελειώνει με την επανάληψη της σκηνής του φόνου. Η αμετάβλητη πραγματικότητα πάνω στην οποία ωρίμασε ο φόνος, παραμένει εκεί.

Μέρες του ?36 (1972)
Oι «μέρες του ?36» είναι αυτές που προετοίμασαν την εγκατάσταση της φιλοφασιστικής δικτατορίας του στρατηγού Μεταξά. Σε μια πλατεία γεμάτη κόσμο και κάτω από έναν δυνατό ήλιο, δολοφονείται ένας συνδικαλιστής. Oι υποψίες στρέφονται στον Σοφιανό, έναν πρώην συνεργάτη της αστυνομίας που έχει πέσει σε δυσμένεια. O Σοφιανός αγωνίζεται μάταια ν’ αποδείξει την αθωότητά του. Απελπισμένος, κρατάει όμηρο στο κελί του ένα φίλο βουλευτή που τον επισκέπτεται στη φυλακή, κι απειλεί να τον σκοτώσει αν δεν τον ελευθερώσουν. Είμαστε στις παραμονές των εκλογών του 1936, και η κυβέρνηση Μεταξά, που μόλις στέκεται όρθια χάρη σ’ έναν δύσκολο συμβιβασμό ανάμεσα στις δυνάμεις της Δεξιάς και του Κέντρου, βρίσκεται σε μια πολύ λεπτή θέση: αν αντισταθεί στον εκβιασμό του Σοφιανού, προκαλώντας το θάνατο του βουλευτή, θα χάσει τη στήριξη της Δεξιάς· κι αν, αντίθετα, υποκύψει στον εκβιασμό κι αφήσει ελεύθερο τον κρατούμενο, θα χάσει τη στήριξη του Κέντρου. Το ποια «τάξη» αποκαταστάθηκε τελικά, το φανερώνει ξεκάθαρα η σκηνή της εκτέλεσης των διαδηλωτών που κλείνει την ταινία.

Ο Θίασος (1975)
Η ταινία ακολουθεί τις περιπέτειες ενός περιοδεύοντος θιάσου στην Ελλάδα από το 1939 μέχρι το 1952, ο οποίος προσπαθεί να παρουσιάσει μια θεατρική παράσταση του βουκολικού δράματος του Περεσιάδη Γκόλφω, η βοσκοπούλα. Η πολιτική ιστορία της Ελλάδας και η ιδιωτική των μελών του θιάσου (που είναι ταυτόχρονα και μέλη της ίδιας οικογένειας) πλέκονται αξεδιάλυτα. Από τη μια παρακολουθούμε τις τελευταίες μέρες της δικτατορίας του Μεταξά, την έναρξη του πολέμου, την ιταλική εισβολή, τη γερμανική κατοχή, την Απελευθέρωση, την άφιξη των συμμάχων (Άγγλων αρχικά και Αμερικανών στη συνέχεια), την καταπίεση των «αριστερών» αγωνιστών και τον αιματηρό εμφύλιο πόλεμο, μέχρι τις εκλογές του 1952 όπου κυριαρχούν οι δυνάμεις της Δεξιάς. Από την άλλη, οι περιπέτειες της οικογένειας του Oρέστη, της αδελφής του, του πατέρα του, της μητέρας του και του εραστή της, παραπέμπουν στον κεντρικό πυρήνα του μύθου των Ατρειδών. O πατέρας εκτελείται από τους Γερμανούς, μετά την προδοτική καταγγελία του εραστή της μητέρας, κι ο Oρέστης, αντάρτης της Αριστεράς, με τη συνεργασία της αδελφής, θα σκοτώσει επί σκηνής τη μητέρα του και τον εραστή της, για να έρθει και η δική του εκτέλεση κατά τη διάρκεια των εκκαθαρίσεων που ακολούθησαν τη γενική καταστολή του αντάρτικου κατά τον Εμφύλιο. Το κεντρικό πρόσωπο της ταινίας είναι η μεγάλη αδελφή (εκείνη που, κατά το σχήμα του μύθου, θα ήταν η Ηλέκτρα), η μόνη της οικογένειας που, μετά τα δεκατρία χρόνια Ιστορίας τα οποία πραγματεύεται η ταινία, μένει ώς το τέλος και φροντίζει τον μικρό Oρέστη, το γιο της μικρής αδελφής που έχει παντρευτεί έναν αμερικανό αξιωματικό. Η χρονολογική κατασκευή της ταινίας, περίπλοκη και πολύπλοκη, κτίζεται με διαρκείς χρονικούς ελιγμούς και συνεχείς εναλλαγές εποχών. Η ταινία αρχίζει το 1952 και τελειώνει το 1939 μ’ ένα πανομοιότυπο πλάνο.

Οι κυνηγοί (1977)
Παραμονή Πρωτοχρονιάς του 1977, μια ομάδα κυνηγών βρίσκει στην περιοχή κοντά στη λίμνη των Ιωαννίνων, μέσα στο πυκνό χιόνι, το πτώμα ενός αντάρτη του Εμφυλίου. Το αίμα τρέχει ακόμα φρέσκο απ’ την πληγή του, παρ’ όλο που έχουν περάσει κοντά τριάντα χρόνια. Oι κυνηγοί, όλοι εκπρόσωποι της αστικής τάξης, πολιτικής και οικονομικής (μαζί τους, όμως, κι ένας «ανανήψας ?αριστερός?»), μεταφέρουν το πτώμα στο ξενοδοχείο τους, όπου και θα περάσουν μια νύχτα Πρωτοχρονιάς γεμάτη απ’ τα φαντάσματα της ιστορικής τους συνείδησης και το φόβο του παρελθόντος. Μπροστά σ’ ένα μεγάλο δικαστήριο της Ιστορίας, που λαμβάνει χώρα στη σάλα χορού του ξενοδοχείου, οι καταθέσεις τους μετατρέπονται σε ζωντανούς εφιάλτες της συλλογικής τους συνείδησης. Προς το τέλος της ταινίας, ο αντάρτης που ζωντανεύει μέσα στη φαντασία των τρομοκρατημένων κυνηγών, μετατρέπεται σ’ ένα είδος εκδικητή της επανάστασης. Αφού ακούσουν απ’ τα χείλη του την καταδικαστική απόφαση, οι αστοί εκτελούνται, για να ξανασηκωθούν, βγαίνοντας από ένα άσχημο όνειρο. Το πτώμα θα επιστρέψει στο χιόνι, και οι κυνηγοί θα συνεχίσουν την πορεία τους στο κατάλευκο τοπίο.

Ο Μεγαλέξαντρος (1980)
Παραμονή της Πρωτοχρονιάς του 1900, δραπετεύει από τη φυλακή, καβάλα σ? ένα άσπρο άλογο, ένας επικίνδυνος ληστής: ο Μεγαλέξαντρος, όπως τον αποκαλεί ο λαός, αφού βλέπει σ? αυτόν το μυθικό ανάλογο των λαϊκών εξεγέρσεων. Με τη βοήθεια των παλικαριών του, απάγει μια ομάδα άγγλων διπλωματών και τους κρατάει όμηρους στο χωριό του, ζητώντας από την κυβέρνηση αμνηστία και την επιστροφή της γης στους χωρικούς. Oι χωρικοί, που έχουν δημιουργήσει μια κοινότητα κάτω από την καθοδήγηση ενός δασκάλου σοσιαλιστή, υποδέχονται τον Αλέξανδρο και τους δικούς του, και τον χαιρετίζουν ως λυτρωτή. Η αρμονία ανάμεσα στους ληστές και τους χωρικούς δεν διαρκεί πολύ. O Αλέξανδρος δε συμμετέχει στη ζωή της κοινότητας. Μένει μόνος με τους συντρόφους του και τις επιληπτικές του κρίσεις. Δεν ανέχεται κανενός είδους αντίδραση ή διαφωνία, και πολύ γρήγορα θα εκτελέσει το δάσκαλο και τη θετή του κόρη. Αποδυναμωμένοι από τις εσωτερικές διαμάχες, οι χωρικοί χτυπιούνται απ’ το στρατό, που επιδιώκει την απελευθέρωση των ομήρων και τη σύλληψη του Αλέξανδρου. Αυτός, πληγωμένος γίνεται βορά του πλήθους, και το σώμα του εξαφανίζεται. Ό,τι απέμεινε απ’ τον μυθικό ήρωα, είναι ένα μαρμάρινο κεφάλι και λίγο αίμα γύρω του. Στην έρημη πλατεία του χωριού, μετά την αντιπαράθεση με το στρατό, ο μικρός Αλέξανδρος, καβάλα σ? ένα μουλάρι, θα απομακρυνθεί με προορισμό την πόλη.

Ταξίδι στα Κύθηρα (1984)
Ένας σκηνοθέτης του κινηματογράφου, κουρασμένος απ’ τις μυθοπλασίες, αναζητά μια ιστορία ουσιαστική και προσκολλάται σ’ έναν γέρο που πουλάει λεβάντες στο δρόμο: τον Σπύρο, έναν πρώην κομμουνιστή, εξόριστο στην Τασκένδη, που έχει επιστρέψει στην πατρίδα μετά από 32 χρόνια εξορία. Στο χωριό του, που το είχε υπερασπιστεί κατά τη διάρκεια του πολέμου, γίνεται μάρτυρας ενός ξεπουλήματος της γης και των ιδεών, και προσπαθεί να το αποτρέψει. Ωστόσο, δεν μπορεί να συμπλεύσει με την πραγματικότητα που συναντά. Απομονώνεται. Δεν μπορεί να επικοινωνήσει με τα παιδιά του, με τους γύρω του. Μόνο η γυναίκα του, πιστή και υπομονετική Πηνελόπη, τον ακολουθεί μέχρι το τέλος, μέχρι το τελευταίο του ταξίδι.

Ο Μελισσοκόμος (1986)
O Σπύρος, δάσκαλος σε μια μικρή επαρχιακή πόλη όπου πέρασε όλη του τη ζωή, μετά το γάμο της κόρης του και την αναχώρηση του γιου του που θα συνεχίσει τις σπουδές του στην Αθήνα, ξαναρχίζει κι αυτός το ταξίδι του, εγκαταλείποντας τη διδασκαλία, το σπίτι, τη γυναίκα του, διασχίζοντας τη χώρα με τις κυψέλες, όπως έκαναν ανέκαθεν ο πατέρας του κι ο πατέρας τού πατέρα του, ακολουθώντας το δρόμο της Άνοιξης, το δρόμο των μελισσών. Η συνάντησή του με μια κοπέλα θα του ξαναζωντανέψει παλιά συναισθήματα κι αναμνήσεις. Για κείνον, το παρελθόν είναι όλα· για κείνην, δεν είναι τίποτα. O Σπύρος, όμως, παλιός «αριστερός» και αγωνιστής, είναι μόνος του με το παρελθόν του και πολύ κουρασμένος πια για να επιμείνει στον αγώνα της ζωής: θα πεθάνει αφημένος στην επίθεση των ίδιων του των μελισσών?

Τοπίο στην ομίχλη (1988 )
Η Βούλα κι ο Αλέξανδρος είναι δυο παιδιά, αδέλφια, που ο πατέρας τους δουλεύει μετανάστης στη Γερμανία. Αυτή, τουλάχιστον, είναι η απάντηση που τους δίνει η μητέρα τους όταν εκείνα τον αναζητούν. Μια μέρα, επιβιβάζονται σ’ ένα τρένο που νομίζουν ότι θα τους μεταφέρει στη Γερμανία. Το ταξίδι τους δε φαίνεται να πραγματοποιείται. O προορισμός απομακρύνεται όσο τα δυο παιδιά εμπλέκονται σε μια διαρκή αντιπαράθεση με την πραγματικότητα, που τους «καθυστερεί» σε διάφορους ενδιάμεσους σταθμούς κατά μήκος της χώρας. Μετά από μια σκληρή περιπλάνηση στη ζωή και την ενηλικίωση, θα φτάσουν σ’ εκείνο το σύνορο, πέρα απ’ το οποίο πιστεύουν ότι θα βρουν τελικά έναν πατέρα, που αντιπροσωπεύει γι? αυτά μια ελπίδα. Αν, μετά την έρημη και παρακμασμένη χώρα που διέτρεξαν, υπάρχει η «Γερμανία» πέρα απ’ αυτό το σύνορο, τότε υπάρχει ελπίδα τα παιδιά να βρουν μόνα τους το δρόμο για να βγουν απ’ τον δικό μας χαοτικό κόσμο.

Το μετέωρο βήμα του πελαργού (1991)
Ένας πολιτικός, μετά από μια συνεδρίαση στη βουλή όπου εκφωνεί μάλλον μια ποιητική ανακοίνωση παρά έναν πολιτικό λόγο, εγκαταλείπει το κοινοβούλιο και το σπίτι του, κι εξαφανίζεται χωρίς ν’ αφήσει κανένα ίχνος. Ένας δημοσιογράφος που κάνει ρεπορτάζ στην παραμεθόριο για τους εγκλωβισμένους στα σύνορα μετανάστες και πρόσφυγες διαφόρων φυλών, συναντά έναν άντρα που η εξωτερική του εμφάνιση ταιριάζει με τα χαρακτηριστικά του αγνοούμενου πολιτικού. Παρά τις έρευνές του και μια συνάντηση που καταφέρνει να οργανώσει ανάμεσα στον άγνωστο και τη γαλλίδα γυναίκα του πολιτικού, η ταυτότητα του αγνώστου παραμένει ανεξακρίβωτη. Η γυναίκα δεν τον αναγνωρίζει, κι εκείνος δε φαίνεται διατεθειμένος ούτε για μια στιγμή να μας δώσει ένα σημάδι ότι δεν πρόκειται για τον πολιτικό που αγνοείται. Σ? αυτόν τον κατακερματισμένο κόσμο όπου έχει καταφύγει, στην απομόνωση ενός κόσμου με δικό του θεό και νόμο, συμπιεσμένο ανάμεσα σε εμπόδια, σύνορα και όρια, όλα μετεωρίζονται σε μιαν αβέβαιη πραγματικότητα?

Το βλέμμα του Οδυσσέα (1995)
O ελληνοαμερικανός σκηνοθέτης Α. επιστρέφει μετά από πολλά χρόνια στην πατρίδα, αναζητώντας τρεις μπομπίνες ανεμφάνιστου φιλμ των Αδελφών Μανάκη, πιονιέρων του κινηματογράφου στα Βαλκάνια. Η απεγνωσμένη αναζήτηση του φιλμ όπου καταγράφηκε το πρώτο βλέμμα πάνω σε τούτη τη χερσόνησο, γίνεται ταυτόχρονα και η αναζήτηση ενός βλέμματος από πλευράς του Α. (του Αγγελόπουλου, κατ? επέκταση), που ψάχνει έναν καινούργιο τρόπο να ξαναδεί τον κόσμο. Η οδύσσεια του Α. δεν είναι μια ομηρική Oδύσσεια. Όλα τα ομηρικά αντίστοιχα δεν αναγνωρίζονται παρά μόνο σαν σχήματα, σκορπισμένα στοιχεία στο μακρύ ταξίδι της σύνθεσης. Τώρα που όλες οι ιδεολογίες κατέρρευσαν, τώρα που το σοσιαλιστικό όνειρο κύλησε στο ποτάμι της Ιστορίας, η περιπέτεια του βλέμματος απέμεινε η μόνη περιπέτεια να αφηγηθείς.

Μια αιωνιότητα και μια μέρα (1998 )
O Αλέξανδρος, ένας μεσόκοπος συγγραφέας, ασχολείται με το ημιτελές έργο του Σολωμού Ελεύθεροι πολιορκημένοι. Από το ποίημα λείπουν λέξεις, κι ο Αλέξανδρος αποπειράται να τις συγκεντρώσει, να τις αγοράσει, όπως έκανε για τις δικές του λέξεις κι ο Σολωμός. Τούτες οι λέξεις μπαίνουν στο παζλ της συμπλήρωσης του ημιτελούς αριστουργήματος, για να στοιχειώσουν και τη ζωή τού Αλέξανδρου. Όμως οι δυνάμεις του έχουν εξαντληθεί, κι ο ίδιος βαδίζει προς το θάνατο. O χρόνος που του απομένει, ανήκει στις αναμνήσεις, στον απολογισμό μιας ζωής, γεμάτης χαμένες ευκαιρίες και λάθος κινήσεις. Μόνο μία κίνηση υπάρχει ακόμα: μια τυχαία συνάντηση μ? ένα άστεγο αγόρι, παιδί των φαναριών. Προσκολλάται σ? αυτό το παιδί, αναβάλλει την «αναχώρηση» και παρατείνει την αιωνιότητα κατά μία μέρα, για να μεταφέρει στον μικρό του φίλο κάτι από τη γνώση του, ν? αφήσει τα ίχνη του πάνω σε κάποιον, μέσα από το βλέμμα του οποίου θα σωθεί εκείνος που φεύγει?

Το λιβάδι που δακρύζει (2004)
Μια ομάδα ξεριζωμένων Ελλήνων της Οδησσού φτάνει σε ένα βαλτότοπο της Ελλάδας που ορίζεται ένα ποτάμι που τον διασχίζει. Οι πρόσφυγες στεριώνουν εκεί έναν οικισμό προσπαθώντας να ξανακτίσουν τη ζωή τους. Μια οικογένεια κυριαρχεί. Ο πατέρας αυστηρός και πείσμων, μετά το θάνατο της γυναίκας του θα θελήσει να παντρευτεί την Ελένη, ένα κοριτσάκι που μεγάλωσε στο σπίτι του αφού το είχαν περιμαζέψει στο φευγιό τους μέσα στο χαμό του διωγμού. Ο γάμος δεν θα γίνει ποτέ και η Ελένη το σκάει με το γιο του που αγαπιούνται από παιδιά. Η περιπλάνηση των δύο νέων στην Ελλάδα, με την προστασία μιας ομάδας μουσικών, μετατρέπεται σε μια τραγική ιστορία. Η ταραγμένη πολιτική σκηνή οδηγεί τους νέους να αντιμετωπίσουν μια σειρά από γεγονότα που σημαδεύουν οριστικά τη ζωή τους. Μη μπορώντας να στεριώσουν πουθενά, κουβαλώντας την κατάρα του πατέρα για την προδοσία, ο νέος θα αναγκαστεί να φύγει στην Αμερική σε αναζήτηση μιας καλύτερης μοίρα. Η Ελένη, μόνη της πλέον θα βιώσει τη φρίκη του πολέμου και του εμφύλιου, χάνοντας και τα δυο της παιδιά. Μετά από διαδοχικές φυλακίσεις για αντιστασιακή δράση θα εξοριστεί από την πατρίδα που νόμισε ότι είχε βρει φτάνοντας μια μέρα μικρό παιδάκι στην Ελλάδα.

Η Σκόνη του Χρόνου (2008 )
O Α, Αμερικανός σκηνοθέτης ελληνικής καταγωγής, γυρίζει μια ταινία πάνω στην ιστορία του και την ιστορία των γονιών του. Μια ιστορία που εξελίσσεται στην Ιταλία, την Γερμανία, την Ρωσία, το Καζακστάν, τον Καναδά και τις Η.Π.Α. Κεντρικό πρόσωπο, η Ελένη, που διεκδικείται και διεκδικεί το απόλυτο της αγάπης. Ταυτόχρονα, ένα μακρύ ταξίδι, στην μεγάλη Ιστορία και στα γεγονότα των τελευταίων πενήντα χρόνων που σημάδεψαν τον 20ο αιώνα. Τα πρόσωπα της ταινίας κινούνται σαν σε όνειρο, η σκόνη του χρόνου μπερδεύει τις μνήμες. Ο Α τις αναζητά και τις ζει στο παρόν.

Α, ξέχασα να πω ότι περιμένω να πάει άπατο… :stuck_out_tongue:

Ο Θίασος μου άρεσε πολύ. Το Ταξίδι Στα Κύθηρα επίσης (με καταπληκτικές ερμηνείες). Έχω προσπαθήσει δύο φορές να δω το Μετέωρο Βήμα αλλά όχι υπό καλές συνθήκες και το βαρέθηκα. Κάπου εκεί τελειώνει η ενασχόλησή μου με τον Τεό αν και υπάρχουν στη λίστα αρκετές ταινίες του που θέλω να δω. Έχω πολλές ενστάσεις για τον κινηματογράφο που υπηρετεί αλλά και τον παραδέχομαι επίσης. (Για να το θεσω πιο σωστά τον κινηματογράφο που υπηρετεί από το 80 και μετά)

Πως ακριβώς το εννοείς αυτο;

Έχω την εντύπωση ότι από κάποιο σημείο και μετά οι ταινίες του έγιναν επιτηδευμένες και μπλέχτηκε σε μία προσπάθεια να γίνει ευρέως αποδεκτός (καλλιτεχνικά). Έγινε λίγο ελιτιστής και ασχολήθηκε περισσότερο με τον κινηματογράφο ως τεχνική παρά ως τέχνη. Λίγο σαν να προσπαθεί να υψωθεί πάνω από το κοινό σε στυλ “εσείς που δεν καταλαβαίνετε” αντί να εξυψώσει το κοινό μαζί του. Δεν ξέρω αν γίνομαι κατανοητός. Ίσως είμαι υπερβολικός να τα λέω αυτά έχοντας δει ολόκληρες μόνο τρεις ταινίες του, ουσιαστικά, αλλά αυτή την αίσθηση μου δίνει.

Ευρέως αποδεκτός νομίζω πως δεν προσπάθησε να γίνει ποτε και θα το αναπτύξω αργότερα απαντώντας σου σε αυτό που λες για ελιτισμό.

Λάτρης της τεχνικής είναι και αυτό γίνεται αντιληπτό από τα πρώτα πλάνα μιας ταινίας. Για μένα αυτό δεν είναι κακό, ισά ίσα, είναι μάλλον προτέρημά του διότι πρόκειται για καταπληκτικό κινηματογραφιστή, τα πλάνα του είναι σαν πίνακες ζωγραφικής και η ατμόσφαιρα που δημιουργεί ειναι τέτοια που βλέποντας μια ταινία του είναι σαν να μπαίνεις μέσα της και να ζεις την εποχή που διαδραματίζεται το στόρι. Αυτό το νιώθω σε κάθε ταινία του. Δεδομένου πως σε κάθε ταινία πραγματεύεται ιστορικά γεγονότα, προσωπικά είναι σαν να τα βλέπω μπροστά μου, σαν να μην είναι ταινία αλλά αληθινά γεγονότα που κινηματογραφούνται.

Όσον αφορά τον ελιτισμό, συμφωνώ αλλά παράλληλα νομίζω πως αυτος ο ελιτισμός είναι που τον κάνει και ιδιαίτερο. Ο Αγγελόπουλος είναι ελιτιστής γιατί απευθύνεται εν γνώση του σε μια συγκεκριμένη ομάδα ατόμων. Ξέρει πως αν δει μια ταινία του κάποιος εκτός αυτής της ομάδας δεν θα του πει τίποτα αλλά δεν τον νοιάζει. Έχει συγκεκριμένη ιδεολογία και δεν θέλει να την προπαγανδίσει. Θέλει να πει κάποια πράγματα σε αυτούς που πιστεύουν πάνω κατω τα ίδια με αυτόν. Οι άλλοι δεν τον νοιάζουν. Με δεδομένα όλα αυτά, ένας δεξιός ας πουμε ή ένας απολιτικος ή θα τον βαρεθουν ή θα τον βρίσουν ή απλά δεν θα καταλάβουν τιποτα. Αυτοί στους οποίους απευθύνεται όμως θα προβληματιστούν, θα μαγευτούν και θα βιώσουν κάτι ιδιαίτερο. Και αυτό είναι που θέλει να πετύχει.

Πάει καλύτερα Γαλλία…και γενικότερα έξω:):!:

OXI ρε Μανσον, δεν θα παει απατο, θα στηριξω και γω λιγο αργοτερα και θα το ρολλαρουμε:p\m/

επισης αρχικα να πουμε οτι στο Βλεμμα του Οδυσσεα υπαρχει μια απο τις καλυτερες και πιο δυνατες συναισθηματικα/αλληγορικα φορτισμενες σκηνες του παγκοσμιου κινηματογραφου…
http://www.youtube.com/watch?v=h4g6K-jOPAc&feature=player_embedded
και ο μανσον θα συμφωνησει :stuck_out_tongue:
Επισης ο mandrake εχει ενα δικιο σε αυτο που λεει…

Θα τα πουμε αργοτερα…

πράγματι, ισχύει αυτό που λέει ο mandrake. βέβαια ευτυχώς δεν έχει καπελώσει εντελώς αυτό που κάνει γενικότερα, οπότε στηρίζουμε [SIZE=“1”]ακόμα.[/SIZE] παραδόξως δεν είναι τόσο έντονο όσο θα περίμενε κανείς στη σκόνη του χρόνου. αν και μια αυστηρότητα υπάρχει. πφ, let it flow, teo :stuck_out_tongue: αγαπάμε το όλο βαλκανικό κλίμα όμως.
τώρα, σ’αυτό-που-κάνει-γενικότερα,
ο Θίασος είναι από τις πιο δυνατές ταινίες που έχω δει. ζεις όσα δείχνει. το “μια αιωνιότητα και μια μέρα” είναι από τις αγαπημένες μου ταινίες, καθώς σκιαγραφεί μοναδικά (στον κινηματογράφο πάντα) τις ανησυχίες του πρωταγωνιστή και γενικά το όλο ζήτημα της ύπαρξής του. επίσης ο μελισσόκομος μου βγάζει μία παράξενη, και μοναδική θα μπορούσα να πω, μελαγχολία. αυτά συνοπτικά. γενικά ο τεό είναι ιδιαίτερος σκηνοθέτης κι έχει ταυτότητα και μια πιστή σχέση στη συνέχεια των θεμάτων του, όπως όλοι οι σπουδαίοι σκηνοθέτες φυσικά.

To ξέρεις ότι σ’ αγαπω… :stuck_out_tongue:
Αν και ήξερα ποια σκηνή είχες βάλει, παρ’ όλα αυτά πάτησα το link για να την δω μια ακόμα φορά… Πραγματικά μια από τις πιο δυνατές στιγμές κινηματογραφικές στιγμές που μπορώ να θυμηθώ, συναισθηματικά και αλληγορικά όπως πολύ σωστά λες. Η αλληγορία της και μόνο μπορεί να ανοίξει πολύωρες κουβέντες. Και η μουσική της Καραΐνδρου μαγεία όπως σε κάθε ταινία του Αγγελόπουλου.

o Αγγελοπουλος ειχε επισης την τυχη να συνεργαστει για πολλες ταινιες(ταξιδι στα κυθηρα, μελλισοκομο, μετεωρο βημα πελαργου, βλεμμα οδυσσεα, τοπιο στη ομιχλη και στα τελευταια του εργα) με τον μεγαλο Tonino Guerra, σεναριογραφο αριστουργηματων οπως το Nostalgia , Amacord, Blow up, la notte, η νυχτα του σαν λορετζο κτλ ο οποιος συνεργαστηκε με Fellini, Taviani, Tarkovsky και δεν συμμαζευεται…

Οπωτε η επιρροη πολλων απο τους παραπανω σκηνοθετες γινεται ευκολα ευδιακριτη σε πολλα εργα του- ειδικα του Tarkovsky, με τον οποιο νομιζω μοιραστηκαν και διευθυντη φωτογραφιας πολλες φορες-…

Μπαμπ γιατι χθες το βράδυ είδα την “Σκόνη του χρόνου”. Καταρχάς διαβάστε την υπόθεση: “O Α, Αμερικανός σκηνοθέτης ελληνικής καταγωγής, γυρίζει μια ταινία πάνω στην ιστορία του και την ιστορία των γονιών του. Μια ιστορία που εξελίσσεται στην Ιταλία, την Γερμανία, την Ρωσία, το Καζακστάν, τον Καναδά και τις Η.Π.Α. Κεντρικό πρόσωπο, η Ελένη, που διεκδικείται από δύο άντρες. Ταυτόχρονα, ένα μακρύ ταξίδι, στην μεγάλη Ιστορία και στα γεγονότα των τελευταίων πενήντα χρόνων που σημάδεψαν τον 20ο αιώνα. Τα πρόσωπα της ταινίας κινούνται σαν σε όνειρο, η σκόνη του χρόνου μπερδεύει τις μνήμες. Ο Α τις αναζητά και τις ζει στο παρόν”.

Για πρώτη φορά σε ταινία του, ο Τεό προσπαθεί να μου περάσει ένα μηνυμα και εγω δεν το πολυψήνω να το δεχθω. Για την ακρίβεια διαφωνώ μαζί του. Αντιλαμβάνομαι τις κομμουνιστικές του ανησυχίες και την μελαχγολία του για “τον κόσμο που δεν άλλαξε” αλλά ρε συ Τεό, αυτή η αλληγορία σχετικά με την νέα γενιά που έχει αυτοκτονικές τάσεις και δεν αγωνίζεται κτλ, ε, sorry ρε συ Τεό αλλά όσο και αν σε πάω, αυτή η μοιρολατρία ότι “πάει το όνειρο, πέθανε” και αν περιμένουμε από την νέα γενιά “σωθήκαμε”, όχι μόνο δεν οδηγεί πουθενά, δεν πολυισχύει κι όλας. Όλο το κεντρικό μήνυμα της ταινίας είναι αυτό, έτσι όπως το αντιλήφθηκα τουλάχιστον και η ειρωνία της τύχης είναι ότι η ταινία βγήκε στα σινεμά λίγο πριν τον Δεκέμβρη του 2008! Ανεπίκαιρο μηνύμα Τεό, κρίμα… Για να είμαστε δίκαιοι πάντως η τελευταία (αριστουργηματική/μαγευτική/λυρική/ανατριχιαστική/με μια λέξη: αγγελοπουλική) σκηνή σώζει κάπως το μήνυμα.

Κατα τα άλλα πρόκειται για τυπική ταινία του Αγγελόπουλου, με “βαλκανικα” όμορφη ατμόσφαιρα, φοβερή φωτογραφία και μαγευτική μουσική.

Για το ατύχημα τα μάθατε λογικά, κατέληξε πριν λίγο :frowning:

Υπέκυψε στα τραύματά του ο σκηνοθέτης Θ. Αγγελόπουλος, που λίγο μετά τις 7 το απόγευμα της Τρίτης, έπεσε θύμα τροχαίου, κατά τη διάρκεια γυρισμάτων στον περιφερειακό Κερατσινίου.

πω νταξει, απίστευτο. μα από τροχαίιο; από τα πιο άδικα. τι να πούμε, σκηνοθέτης από τους λίγους. rip :frowning:

Tιμή και δόξα.

Κρίμαααα… Καλό ταξίδι!..

Αθάνατος!!

Μόλις το έμαθα… :frowning:
ελαφρύ να ναι το χωμα…

Όχι ρε.Ότι και να πεις είναι λιγο.Τουλάχιστον αφήνει πίσω του σπουδαίο έργο.:frowning:

στα καλά καθούμενα ο άνθρωπος.κρίμα.