Θέλα να ρίξω και μια 10άδα δίσκων από τους οποίους απογοητεύτηκα. Και αν θέλετε, ρίξτε κι εσείς.
Χωρίς κάποια συγκεκριμένη σειρά.
Candlemass - “Psalms for the Dead”. Δεν υπήρξα ποτέ λάτρης της φωνής του Lowe. Εκείνη την περίοδο με είχε κατακτήσει το εξαιρετικό Krux - “III”. Στο διάβασμα ότι οι Σουηδοί θα ηχογραφούσαν τον τελευταίο τους δίσκο και μάλιστα με αυτό το εξώφυλλο, είχα προσδοκίες. Περίμενα πολλά. Και τελικά μια πλήρης απογοήτευση, προσπαθώντας να πιαστώ από κάπου. Δεν ξέρω ακόμα αν με χάλασε περισσότερο η έντονη ύπαρξη των πλήκτρων ή η χαμηλή απόδοση του Lowe…
Opeth - “Sorceress”. Στο κλείσιμο του “Pale Communion” υπάρχει το υπέροχο “Faith in Others”. Μετά από αυτό περίμενα τον διάδοχό του και ακόμα τον περιμένω. Έρχεται βιαστικά το “Sorceress” και… αρκετές φορές του έδινα ευκαιρίες για να δω τι και πως… δεν κατάλαβα τι ήθελε να κάνει ο Akeferldt σε αυτόν το δίσκο. Δεν κατάλαβα γιατί βιάστηκε να κυκλοφορήσει κάτι. Για μένα, ο χειρότερός τους δίσκος μ’ ένα δηλητηριώδες εξώφυλλο.
Helloween - “My God - Given Right”. Το σημειώνω χωρίς ενοχές. Η μεγαλύτερή τους πατάτα στη Deris εποχή τους. Μετά το πανάξιο “Gambling…” (κατά δυνάμεις ανώτερο του “Keeper III”) και το ωραίο “7 Sinners” είχα βαρεθεί αυτή τη μηχανική τους παραγωγή (ο ήχος στις κιθάρες έχανε την αίγλη αυτού που λέμε “Ξυράφι” - που 'σαι ρε μεγάλε Tommy Hansen). Το “Straight…” ήταν ένα καλό αντίγραφο και μετά ήρθε αυτή η πατάτα.
Grave Pleasures - “Dreamcrush”. Μετά το “Climax” κι εκείνο το live τους στο Eightball περίμενα πως και πως το επόμενο βήμα. Και ήρθε ο αποχωρισμός. Η διάλυση. To “Dreamcrush” σκοτεινό, έχει κάποιες καλές ιδέες και στιγμές (“No Survival” κομματάρα), αλλά ένας κούκος δε φέρνει την άνοιξη. Καθόλου αρκετό.
Hammerfall - “®Evolution”. Ένα το “Infected” κι ένα αυτό. Άντε στο πρώτο υπήρχαν πράματα, αν και η παραγωγή μ’ έφερνε συνέχεια στο νου τους Motley Crue και με χάλαγε. Στο δεύτερο όσο το άκουγα, άλλο τόσο βαριόμουν και ήθελα να το κλείσω. Πάντα τους ακούω και περιμένω τους νέους τους δίσκους, αλλά κι εδώ πατάτες κι αυτοί.
MONO - “Nowhere Now Here”. Θα διαλαλώ συνέχεια ότι το “For My Parents” είναι η απόλυτη κορυφή αυτής της μπάντας. Οι επόμενοι δίσκοι, πλην του φετινού, ήταν ωραίοι με το “The Last Dawn” να (με) κερδίζει περισσότερο. Φαινόταν όμως ότι κάπου κάτι τέλειωνε, στέρευε. Ήρθε και ο φετινός κι ένα κενό αέρος πέρασε από πάνω μου. Καλά τα σκοτάδια, αλλά ζητάς και μία παραπάνω έμπνευση.
Enforcer - “From Beyond”. Θέλω να αναφέρω κάτι που γράφτηκε λάθος στο παρόν τεύχος του hammer για το “Death by Fire”. Δεν έριξαν καθόλου τις ταχύτητες, είναι φανερό ότι τις ανέβασαν κατά πολύ και περίεργη απόδειξη είναι και η εμφάνισή τους για την προώθηση του δίσκου, όπου έπαιζαν ακόμα πιο γρήγορα. Δε ξεχνιέται αυτό. Τώρα, το επόμενο “From Beyond” με άφησε μ’ ένα ερωτηματικό. Το λέω καλούτσικο, αλλά δε θα κάτσω να το ξανακούσω. Δεν είχε και συνεχίζει να μην έχει κάτι δελεαστικό να με προσφέρει.
Grand Magus - “Sword Songs”. Δε θέλω καν να συζητήσω για το “Wolf God”. Είναι η ταφόπλακα του “Sword Songs”. Αδύναμο, ανέμπνευστο, ανίκανο να σταθεί δίπλα στα προηγούμενα και πόσο μάλλον πλάι στα “Hammer of the North” και “The Hunt”. Live είναι εγγύηση, αλλά δισκογραφικά πέφτουν. Περίμενα άλλα πράγματα.
Pallbearer - “Heartless”. Δεν ξέρω αν όντως πρόκειται για την κατάρα του πρώτου και ανυπέρβατου δίσκου, αλλά τα παλικάρια εδώ έχασαν αυτήν τη μαγεία του “Sorrow and Extinction”. Ωραίες οι κιθάρες και ο τρόπος που ζωγραφίζουν στα leads, αλλά δεν αντέχουν και δε συνοδεύουν ούτε και συνοδεύονται από ένα ουσιαστικό υπόλοιπο περιεχομένου στα τραγούδια. Ακόμα και το “Foundations of Burden” που αποθεώθηκε από παντού, κουβάλαγε κάτι από την αρχή τους, χωρίς βέβαια να τη φτάσει και να τη ξεπεράσει.
Steven Wilson - “To the Bone”. Ήμουν ανάμεσα στον Άγγλο και τους Flotsam and Jetsam (επί “Ugly Noise”). Κέρδισε όμως ο πρώτος, επειδή οι δεύτεροι, αφενός μεν μοιάζουν λίγο μπερδεμένοι, αφετέρου δε έχουν κάτι τραγουδάρες και αυτή την ερμηνεία του Eric που δεν αφήνουν περιθώρια. O Wilson είναι μεγάλος καλλιτέχνης και δε χρειάζεται η μικρή γνώμη μου για να γνωστοποιηθεί αυτό. Στο “To the Bone” όμως η πλειονότητα του δίσκου με άφησε αδιάφορο. Καταλαβαίνω τι θέλει να κάνει, το να εξελιχθεί όπως μόνο εκείνος θέλει, αλλά τι να κάνουμε… δε γίνεται να αρέσουν όλα σε όλους.