θα τσεκαριστουν και αυτοί. haliseco, σίγουρα δεν είμαι ο κατάλληλος για να σου προτείνω άλμπουμς ενδεικτικά του είδους καθώς δεν έχω εντρυφήσει όσο θα θελα (κυρίως πριν από το 80), αλλά αν θες να ακούσεις δύο ενδεικτικα άλμπουμς των 80ς θα πρότεινα
Dead Moon - Unknown Passage
Last Drive - Heatwave
mic.gr review
[SPOILER]Στη wikipedia οι Last Drive αναφέρονται σαν μία garage μπάντα. Πολύ σωστά… ή μάλλον σχεδόν σωστά. Οι Last Drive ξεκίνησαν σαν μία garage μπάντα. Στην πορεία εξελίχθηκαν. Έφτασαν στα όρια του μεταλλικού punk και κατέληξαν σε ένα στιβαρό σχεδόν πρόωρα stoner rock, που δεν εκτιμήθηκε ούτε καν από τους οπαδούς τους και κατέληξε (μέσω πολλών άλλων αφορμών και αιτιών) στη διάλυση της μπάντας. Οι φανατικοί τους είχαν ήδη απογοητευτεί από το 1990 καθώς το Blood Nirvana κάθε άλλο παρά garage δίσκος ήταν. Οι σοφοί γέροντες του Rollin Under (Κάζης κ.λ.π.) είχαν προειδοποιήσει για τις μεταλικές παρεκτροπές, αλλά θεωρήθηκαν πολέμιοι της μπάντας και “κολλημένοι”. Το πόσο δεν αλλάζουν κάποια πράγματα είναι… διασκεδαστικό!
Το garage είναι ίσως το πιο συντηρητικό παρακλάδι του ροκ. Παραμένει πεισματικά εκτός εξελίξεων, τα συγκροτήματα δε και οι οπαδοί τηρούν με υπερηφάνεια την σκληροπυρηνική αυτή στάση και χωρίς κόπο καταδικάζουν κάθε “προδότη”. Μεγάλες του είδους μπάντες, όπως οι Fuzztones, έχουν περάσει από καιρού τα όρια του γραφικού, κάθε νέο άλμπουμ τους είναι εγγυημένα αδιάφορο και συντηρούνται με την “ενέργεια” των ζωντανών εμφανίσεων. Καμία μεγάλη garage μπάντα δεν κατάφερε να εξελίξει τον ήχο και την αισθητική της. Καμία εκτός από τους Last Drive.
Δεν έχει κανένα νόημα όμως να αναζητήσεις την μετεξέλιξη αν πρώτα δεν έχεις αγγίξει κάποιο ζενίθ. Διαφορετικά είσαι τυχάρπαστος χαμαιλέοντας που ψάχνει την τύχη του αλλού από εκεί όπου απέτυχε. Και οι Last Drive άγγιξαν ένα ατόφιο ζενίθ, τόσο για τους ίδιους, όσο και για τη μουσική, η οποία τους έδωσε αφορμή και λόγο να ανέβουν σε σκηνές και να μπουν σε στούντιο. Το Heatwave -με τη γαλήνη των είκοσι ετών που έχουν περάσει από την κυκλοφορία του- κατέχει πλέον ξεχωριστή θέση όχι μόνο στη δισκογραφία των Drive, αλλά και ανάμεσα στα αριστουργήματα του garage rock, όπως αυτό αναγεννήθηκε στη δεκαετία του 80 και πέθανε μαζί με αυτή.
Στην παραγωγή και πάλι το ίδιο το συγκρότημα, που με αυτόν τον τρόπο καθοδηγεί σφιχτά τον ήχο του και -το σημαντικότερο- δεν απομακρύνεται από την αίσθηση της “live” απόδοσης των πραγμάτων. Συνήθως ως παραγωγός του δίσκου αναφέρεται ο Peter Zaremba των Fleshtones (=η αγαπημένη garage μπάντα του Peter Buck των R.E.M.), ο οποίος μάλιστα σε μια προ αιώνων εμφάνιση του γκρουπ στο Ρόδον είχε αναλάβει και χρέη τραγουδιστή. Η νεότερη άποψη τον θέλει απλά να έχει επιμεληθεί το τελικό remixing του δίσκου. Ακούγοντας κανείς τις “απολιθωμένες” ηχογραφήσεις των Fleshtones κλίνει προς αυτήν.
Τυπικά σερφάτο ξεκίνημα με το I Love Cindy που βήμα δεν κάνει από την αισθητική του υπόγειου rockabilly ήχου των 50s και με το μισό συγκρότημα να “βοκαλίζει” διασκεδαστικά στο ρεφρέν. Το Heatwave 88 υπογραμμίζει την εμμονή των γκαραζάδων για ορχηστρικά σήματα κατατεθέντα, χωρίς όμως να επιδίδεται σε ανούσιους κιθαριστικούς ελιγμούς. Αμέσως μετά το πιο ευπρόβλεπτο τραγούδι του δίσκου (Joe Esposito’s Gun) ακολουθεί ένα κατακλυσμιαίο highlight στις συνθετικές ικανότητες της μπάντας. Το Devil May Care από την πρώτη στιγμή που θα το ακούσεις θα σε πείσει ότι είναι από τα τραγούδια εκείνα που σαν από πάντα υπάρχουν στην rock ‘n’ roll ιστορία. Σαν να μην ανήκουν σε κανένα, παρά μόνο στο μύθο τους. Θα μπορούσε να είναι το Hound Dog ή το Tutti Frutti του garage ιδιώματος. Κουλαριστά ρυθμικό, με υπόγεια και stoned ιστορία να διηγείται παραμένει εκπληκτικά αναλλοίωτο εν μέσω της συντηρητικής του καταγωγής.
Από εκεί και πέρα και μέχρι το τέλος, το Heatwave προχωράει ορμητικά και ερμητικά οριοθετεί τα όρια του είδους στο οποίο ανήκει. Εδώ και πολλά χρόνια οποιοδήποτε άλλο garage άλμπουμ μου ακούγεται “λίγο” σε σύγκριση με το Heatwave. Κυρίως πάντα λόγω της πραγματικά σπουδαίας στόφας των τραγουδιών toy. Σαν να υπήρχε μια μεγάλη συνθετική ομάδα από πίσω (σε στυλ Motown κι έτσι) που έγραψε όλα αυτά τα μικρά κλασσικά αριστουργήματα και τα χάρισε στους Drive για να το ποτίσουν στην ούτως ή άλλως θρυλική δύναμη και ενέργεια τους.
ΟΚ… το παρατραβάνε για λίγο “σέρνοντας” για εφτά ολόκληρα λεπτά το It’s all over now baby blue… αλλά απ’ ότι ξέρω κανείς και ποτέ δεν σήκωσε τη βελόνα για να πάει στο επόμενο τραγούδι (απλά ήπιε και έναν δεύτερο καφέ…). Έχει κάτι το κολλητικό αυτή η mellow απόδοση μιας τυπικά ζοφερής ερωτικής ιστορίας.
Και για την… ιστορία να αναφέρουμε και πάλι ότι είναι ο δίσκος που τους έκανε “όνομα” στα underground rock πράγματα του εξωτερικού, τους έστειλε στον κατάλογο της Music Maniac και από εκεί σε κατά μόνας αλλά και σε φεστιβαλικές εμφανίσεις σε Γερμανία, Ιταλία και λοιπές πολιτισμένες χώρες που σέβονται το garage rock, την παράδοση και τις εκρήξεις του και πεισματικά αρνούνται να παράγουν νέους ήχους και συνήθειες. [/SPOILER]
και αμα θες και κάτι πιο πρόσφατο , τσέκαρε οπωσδήποτε το περσινό των Baby Woodrose… γενικά αμα διαβάσεις και το θρέντι θα βρεις αρκετά καλά.