Iron Maiden-The Number Of The Beast Η πρώτη Maiden κασέτα μου δεν θα μπορούσε να μην είναι στο νούμερο ένα
Scorpions-Blackout σε πολύ μεγάλα κέφια η μπαντάρα
Accept-Restless And Wild δίσκος που επηρέασε όλο το speed metal
Bad Religion-How Could Hell Be Any Worse? μπορεί η συνέχεια προς το τέλος της δεκαετίας να είναι καλύτερη αλλά και εδώ υπάρχουν punk rock ύμνοι
Judas Priest-Screaming For Vengerance screeeeeeeeeeeeaming
εξώφυλλο της χρονιάς:
μου άρεσε αυτό που έκανε ένας φίλος πιο πάνω
A γεια σου, θενξ.
Α, εγώ μόνο κανονικά παρεξηγιεμαι, και συνέχεια κιόλας
- Discharge-hear nothing see nothing say nothing
- Blitz - Voice of a generation
- GBH-City baby attacked by rats
- Fear -The record πολύ ιδιαίτερος δίσκος για το πανκ της εποχής,και επιδραστικός και έξω από αυτό ,αν κρίνω και από το πόσοι τους έχουν διασκευάσει.(GNR,a perfect circle,dark angel,soundgarden και τόσοι άλλοι,)Αρκετά εχουν ακουστεί γύρω από το όνομα τους κάποιοι στίχοι μπορούν να χαρακτηριστούν ομοφοβικοί όσο και αν αυτό συνέβαινε για να σοκάρουν και να προκαλέσουν .
- Ζero Boys -Vicous circle
από κοντά και οι δίσκοι των Iron Maiden,Twisted sister,Bad Brains ,The stalin,SSD.
- Michael Jackson - Thriller
- Judas Priest - Screaming for Vengeance
- Misfits - Walk Among Us
- Iron Maiden - The Number of the Beast
- Scorpions - Blackout
- Toto - Toto IV
- Clash - Combat Rock
- Duran Duran - Rio
- George Thorogood & The Destroyers - Bad to the Bone
- Asia - Asia
Εξώφυλλο της Χρονιάς : Elvis Costello and the Attractions – Imperial Bedroom (λατρεύω Picasso)
Live Album: Jean Michel Jarre - Les Concerts en Chine.
Κυκλοφορούσε το βινύλιο στο σπίτι από τον πατέρα μου (μαζί με Pink Floyd, Beatles, Lynyrd Skynyrd, Jimi Hendrix και φυσικά Πάριο, Νταλάρα, Μαρινέλλα, κρητικά κτλ)
Οι Σκοπριονς παίζουν πριόνια?
Τσαγκαροδευτερούλα
101 unread
@Aldebaran μεγάλος για πρωτιά στον Gavin Friday και το υπέροχο μουρλοκομείο του
σήμερα η μέρα είναι μία μεγάλη βιομάζα από to-do
οπότε θα επανέλθω αύριο ή μεθαύριο ή σε κανά δίωρο
το '82 εδραίωσε τα σκοτάδια σε μετσολ και ευρυτερα
“The price of Red Death is the price of true love”
Όσο ανεβαίνουμε χρονιές, οι κιθάρες θα είναι εργαλεία για να γυαλίσουμε λεπίδες. Πάμε!
1. Scorpions - “Blackout”: To “In Trance” είναι ο αγαπημένος μου δίσκος, αλλά… από τότε που είδα αυτό το εξώφυλλο (ούτε κι εγώ θυμάμαι που…), περίμενα να έρθει εκείνη η στιγμή που θ’ άκουγα το περιεχόμενό του. Την πρώτη φορά, λοιπόν, που το άκουσα, είχα την ισχυρή αίσθηση ότι αυτές ήταν οι σκληρότερες κιθάρες σε αυτή τη σκηνή. Τόσο καλό, τέλειο και σκληρό ήχο ξανάκουσα στο “Rabbies in Town” των επίσης Γερμανών Underdog. Και φυσικά ποιος ευθύνεται για τον ήχο και στους δύο δίσκους; Φυσικά, ο Dieter Dierks (Κάποια στιγμή πρέπει να μιλήσουμε για εκείνες τις δισκάρες, όπου τη βασική ευθύνης της ύπαρξής τους έχει ο παραγωγός).
2. Iron Maiden - “Number of the Beast”: Η αρχή, όπου οι Άγγλοι παίζουν μαεστρικά. Θα τα πούμε εκτενέστερα στους δύο καλύτερούς τους δίσκους.
3. Accept - “Restless and Wild”: Η Χάιντη, δύο Γερμανοί πυκνομαλλιάδες στις “μηχανοκατασκευαστικές” κιθάρες καθαρού σιδήρου και μετάλλου, και ένας κοντός με μία φωνή αλλόκοτη, περίεργη και αυστηρή. Ένας ολόκληρος δίσκος για ολόκληρη τη Γερμανική σκηνή του σκληρού ήχου, όποιο κι αν είναι το κάθε παρακλάδι. Θεμέλιος λίθος. Ρυθμός και χαοτικό τελείωμα που αποτυπώνεται άριστα στο εξώφυλλο.
4. Venom - “Black Metal”: Ήδη είχαν κάνει ξεκάθαρο, πως κανείς δε θα τους καταλάβει και δεν τους ένοιαζε. Νόμιζαν ότι ήταν οι απόκληροι. Μπαλαδόροι δεν ήταν και θα θεωρηθούν ποτέ. Ωστόσο, με άσπρη κιμωλία έγραψαν στον μαυροπίνακα τα συστατικά για εξαιρετικές συνταγές του μέλλοντος, που ανήκαν σε άλλες χώρες και δη τη Νορβηγία. Το δε εισαγωγικό riff στο “Don’t Burn the Witch” όλη η τρομοκρατική ηχώ του black metal ήχου και η αιτία της μισής δισκογραφίας των Slayer.
5. Twisted Sister - “Under the Blade”: “Λοιπόν, μάγκες, πρέπει να φτιάξουμε ένα δίσκο, οπαδικό, σαν να πηγαίνεις στο γήπεδο στην Αγγλία και να χορεύουμε δίνοντας ρυθμό στην ομάδα μας. Να γράψουμε τραγούδια για πάρτι, που να δίνουν επίσης ρυθμό. Αλλά πρέπει να παίξουμε σκληρά, όχι φλώρικα και ελαφριά. Να δείξουμε ότι έχουμε πολλά να δώσουμε, να γίνουμε πιο σκληροί από τους KISS και να μη ξεφτιλιστούμε στη συνέχεια!”
Καλύτερο εξώφυλλο της χρονιάς:
goddamn so fucking true
Όση ώρα γράφει ο Λουπέν, έφτιαξα μουσακά κ τον έφαγα κιόλας.
Μας τα έλεγε με τον Παργαλάτσο, χθες μετά την μπασκετομαχία, είναι σίγουρο πως κάνει κατάθεση ψυχής σε αυτό το post
Δύο παρατηρήσεις για τα αποτελέσματα.
-
Με εντυπωσιάζει που μόνο εγώ ψήφισα το ΔΙΑΜΑΝΤΙ Saga - Worlds Apart, το έχετε όντως ακούσει και το απορρίψατε? Copy - paste στο youtube asap
-
Εγινε αυτό που φοβόμουν , κέρδισαν οι Rush
O κηπουρός μάλλον θα είναι πάντα στη 15αδα με τα αγαπημένα μου ελληνόφωνα τραγούδια.
Το είπες μόνος σου. Οι Adicts παίζουν πανκ του '77, το 1981. Και μέσα σε αυτά τα τέσσερα χρόνια το πανκ πέθανε, ενταφιάστηκε και αναστήθηκε τελικά με άλλες 2-3 μορφές οπότε το μομεντουμε για μένα έχει χαθεί. Όπως και να έχει, αγαπημένο συγκρότημα και αγαπημένος δίσκος, αν και το επόμενο δεν ξέρω αν είναι καλύτερο αλλά το αγαπώ 2-3 τσικ παραπάνω. Επίσης, λαιβαρα το '17, δεν ξεχνάμε!
RUSH ΡΕ ΜΝΙΑΑΑΑΑ!!!
Το μόνο ψεγάδι που έχει το Moving pictures είναι ότι βγήκε με ένα δύο χρόνια καθυστέρηση.
Πιστεύω θα είχε ακόμα μεγαλύτερο ειδικό βάρος κ επιρροή αν είχε βγει 1979 ή 1980.
Εγω το απέρριψα χωρίς να το ακούσω
Λοιπόν, άφησα το pc ανοικτό ενώ απαντούσα και έφυγα το μεσημέρι - γύρισα πριν λίγο, υποθέτω θα φαίνεται ότι typing κάτι ώρες
(έλαβα και μηνύματα ανησυχίας δλδ, τα πράγματα ήταν σοβαρά μάλλον )
1982 λοιπόν, shit is getting real και αν κατάφερα από μια 100άδα σχεδόν αγαπημένων δίσκων για κάθε προηγούμενη χρονιά να βγάλω μια άτυπη 10άδα -και μετά την 5άδα- στο 1982 δεν βγαίνει 10άδα οπότε μάλλον θα γίνει ένα honorable mention σε μια έξτρα 15άδα ώστε μαζί με την 5άδα να κλείσω στους 20 αγαπημένους δίσκους για το 1982
Summary
-
Βασιλης Παπακωνσταντίνου – Φοβαμαι
Ας θέσω μερικά προσωπικά disclaimers, γιατί όπως και σε ότι προσπαθώ να ψηφίσω μέχρι τώρα, όλα πηγάζουν από εμένα 110% και το ποιος είμαι, κάνοντας κάθε δίσκο μια πολύ προσωπική υπόθεση:
Το να μεγαλώνεις στην Αθήνα ή στη Θεσσαλονίκη των τελών 80s-90s, δεν ξέρω τι επίδραση μπορεί να έχει στην ψυχοσύνθεσή σου, όσον αφορά το πως εκείνη αντιδρά και αφομοιώνει την ευρύτερη Τέχνη με την οποία έρχεσαι “αντιμέτωπος”. Μπορώ να διαβεβαιώσω όμως ότι στην επαρχεία και σε μια εποχή που τα ερεθίσματα ήταν ακόμα λιγότερα και η ζωή έτρεχε σε άλλους ρυθμούς/έχει άλλες συνήθειες, κάποια πράγματα νομοτελειακά “φωλιάζουν” μέσα σου με διαφορετικό τρόπο και διαφορετικό ειδικό “βάρος”.
Στο Ηράκλειο του 1991 ένιωθα “μικρός” από πολλές απόψεις -πλην της προφανούς - και ναι, αποκομμένος από μια άλλη ζωή που νόμιζα ότι “έτσι πρέπει να είναι” -όταν έβλεπα τα ξαδέρφια μου από την Αθήνα ή τη Βοστώνη- που και η οικονομική/κοινωνική κατάσταση τριγύρω μου φιλτραριζόταν από ένα συναίσθημα “μακρινού συγγενή” από “αυτό που θα ήταν” αν ζούσα αλλού. Αυτά επηρέασαν νομοτελειακά τα πάντα, άλλοτε λιγότερο άλλοτε περισσότερο. Το ίδιο έκαναν βέβαια και όλα εκείνα που πρόσφερε η απλότητα της καθημερινότητας εκεί, η συχνή επαφή με τη φύση κτλ.
Το νιώθω και τώρα πχ, που έχω στη διάθεσή μου κυριολεκτικά τα πάντα και οι αναγνώσεις που κάνω (πέραν του προφανούς της ηλικίας και της ωριμότητας) ακόμα καθορίζονται σε μεγάλο βαθμό από το μέρος που είμαι, την εποχή μου και το πως αυτά συνδυαστικά μου δίνουν ότι τους ζητήσω.
Για να μην το πολύ-κουράζω και χαθεί το νόημα, ναι σε πολλά αγαπημένα μου πράγματα έπαιξε και παίζει ακόμα άμεση σημασία το μέρος που τα γνώρισα και η εποχή που έγινε αυτό - εννοείται συνδυαστικά με εμένα τον ίδιο, σαν προσωπικότητα και με τον τρόπο σκέψης μου- και όχι το “προσωπικό βίωμα”, όπως το έχουμε στο μυαλό μας οι περισσότεροι -του να συνδέσω απλά ένα τραγούδι με ένα γεγονός ή μια κατάσταση. Οι συνθήκες anyway, αν μπορώ να το πω έτσι.
Το “Φοβάμαι” υπήρξε μια κασέτα του πατέρα μου από τα φοιτητικά του χρόνια, η οποία -μαζί με πολλές άλλες- έγινε στη συνέχεια κληρονομιά μου και υπήρξε στο σπίτι μας από την αρχή και για όσο πίσω μπορώ να θυμηθώ: ανάμεσα στο ευρύτερο ελληνικό ρεπερτόριο της εποχής που μοιραία μετά το '74 είχε υιοθετήσει έναν έντονο πολιτικό χαρακτήρα, ο Βασίλης ξεστρατίζει λίγο θεματικά στο 2ο του προσωπικό album και νομίζω αυτονομείται αισθητά πλέον ως ερμηνευτής και όχι ως τραγουδιστής κομματιών τρίτων σε διάφορες συλλογές (όπως στον Σταυρό του Νότου μερικά χρόνια πριν) -οκ το έκανε και στο πρώτο του album νωρίτερα, εδώ νομίζω όμως ότι τραβάει μια καθοριστική γραμμή.
Στον δίσκο δίνω σαν πρώτο παράγοντα επιτυχίας, πρώτα από όλα τη φωνή του Βασίλη. Τα έχω πει και παλαιότερα ή αλλού, το εύρος της και η χροιά του είναι αν όχι μοναδικές, τουλάχιστον σε επίπεδα που ακουμπάνε λίγοι. Το σπασιματάκι όμως που αραιά και που ακολουθεί τις κορώνες του ή ακόμα περισσότερο τις πιο χαμηλόφωνες ερμηνείες, είναι όντως μοναδικό. Φωνή που αρέσει - δεν αρέσει, αντιλαμβάνεται κανείς εύκολα την ιδιαιτερότητά της.
Σε δεύτερο χρόνο, θα αντισταθώ να αναφέρω τον Λοΐζο και σια ακόμα και θα σταθώ στην ενορχήστρωση της μπάντα του, με τους Κώστα Γανωσέλλη στα πλήκτρα και φυσικά τον Ζηκογιάννη στο μπάσο, 2 εκ των αρτιότερων και ρυθμικότερων μουσικών που έδωσε ποτέ η Ελλάδα. Ειδικά η δουλειά του δεύτερου στο καλύτερο τραγούδι του δίσκου -Κουρσάρος- είναι υπεράνω κάθε κριτικής σχεδόν, ενώ ναι, το μπάσο του “Κι Αν Είμαι Rock” ήταν η αφετηρία -το σημείο 0 για κάθε Έλληνα μπασίστα που έπιανε στα χέρια του άταστο μπάσο από εκείνη τη χρονιά και μετά.
Σε τρίτο χρόνο, η συνθετική ομάδα που είχε μέσα από Λοΐζο μέχρι Ρασούλη, Λάκη Παπαδόπουλο και ναι, Γιάννη Ζουγανέλη σε απίστευτο συνθετικό οίστρο -έχει γράψει τη μουσική των Φοβάμαι" “Στελλα”, “Ο Τρελλός” και “Τσιφτετέλι Αυτόνομον”- ε δεν παίζεται. Σε κανένα επίπεδο όμως. Ακόμα και το “Σ’ ακολουθώ” προσωπικά πιστεύω ανεβαίνει μια παραπάνω, με τη θεατρικότητα της ερμηνείας του Βασίλη και το πιανάκι που κάνει ακόμα πιο λιτό και άμεσο το βαθύ συναισθηματικό περιεχόμενο της original σύνθεσης του Λοΐζου.
Και μιας και λέμε για θεατρικότητα, το “Sebastian” take it or leave it - i don’t care πιστεύω ότι κοντράρει στα ίσια την original ερμηνεία του εξίσου συγκλονιστικά θεατρικού Steve Harley.
Και αφού έφτασα στα τραγούδια, θα αναφερθώ εκτενώς μόνο στο ομότιτλο και τον “Κουρσάρο”, συνδέοντας κάπως όλα όσα έχω γράψει με την αρχική μου παράγραφο -γιατί αν πιάσω και τα άλλα track by track θα τελειώσω αύριο:
Άσε λοιπόν τους γενικότερους στίχους του “Φοβάμαι” -που μπορείς για κάθε στροφή να σχολιάσεις κάθε λέξη. Υπήρξε άραγε κάποιος που όταν συνειδητοποίησε στο μεδούλι του τη σημασία του “Φοβάμαι όλα αυτά που θα γίνουν για μένα χωρίς εμένα” δεν ένιωσε το στομάχι του να σφίγγεται και να μια βαριά σκιά να πέφτει πάνω του?
Σαν κάποιος που ξεκίνησε τη ζωή του νιώθοντας κομπάρσος -από πολύ μικρή ηλικία- και συνέχισε να “φοβάται” μέχρι και σήμερα στα 38 του, δεν μπορώ να μην ταυτιστώ απόλυτα με όλα όσα λένε αυτές οι 10 λέξεις -και προς όποια κατεύθυνση στρέφουν το δάκτυλο.
Από την επιλογή πχ σχολής -μια πέρα για πέρα λάθος επιλογή για τους περισσότερους, δεδομένου πως είναι το σύστημα εδώ και η νοοτροπία όσων καθορίζουν τέτοιες επιλογές- την επακόλουθη αναγκαστική επιλογή επαγγελματικής σταδιοδρομίας -σε έναν κλάδο που, προσωπικά τώρα πχ, σιχαίνομαι τα πάντα σε εκείνον, με όση χολή έχω μέσα μου- μέχρι τη διαμόρφωση πολιτικής συνείδησης και την κοινωνική ζωή -μια ζωή στην οποία παίρνουμε ελάχιστες πρωτοβουλίες, καθώς κυρίως παρατηρούμε πράξεις τρίτων-, το “Φοβάμαι” είναι μια τόσο πικρή υπενθύμιση του πως είναι να ζεις σε ένα μέρος (επαρχία; Ελλάδα;) που δεν θα σε αφήσει ποτέ να νιώσεις καλά με τον εαυτό σου, αλλά αν δεν βρεις τον τρόπο να σπάσεις τη νόρμα της “κανονικότητας” γύρω σου, θα μείνεις κομπάρσος για όλη του τη ζωή.
Την επαρχία των τελών 80s και αρχών 90s που βίωσα εγώ προσωπικά, δεν θα την άλλαζα με τίποτα για μια αντίστοιχη ζωή στην πχ Αθήνα. Άλλη ποιότητα και άλλη σημασία σε πράγματα τα οποία ίσως άξιζε να επενδύσεις παραπάνω και σε “''έπιαναν καλύτερα”.
Όμως αν αυτή η μικροαστίλα που σε έκανε να νιώθεις ανήμπορος από τη γέννησή σου, στην επαρχεία των περιορισμένων επιλογών για να ακονίσεις το πνεύμα σου και στην επαρχία της κλειστής κοινωνίας, την την βιώνεις ασύγκριτα πιο καταστροφικά -κατά τη δική μου εμπειρία μου πάντα.
Αν δεν έχεις ανοικτό μυαλό, ή αν δεν είσαι μέλος μιας οικογένειας που θα σου δώσει μια ασφάλεια πίσω από ένα ρίσκο που θες να πάρεις, είναι σχεδόν σίγουρο ότι έχεις χαθεί. Και τίποτα, καμία δομή εδώ που ζούμε δεν θα μεριμνήσει για αυτό -απλά θα πάρει τις αποφάσεις της για εσένα και θα προχωρήσει.
Και το ομότιτλο τραγούδι μπορείς να το ερμηνεύσεις όπως θες, να το δεις εντελώς πολιτικά -με τις ευθείες του αναφορές- να το δεις και πιο φασαίϊκα -στον γενικότερο πιο “εμπορικό” χαρακτήρα του δίσκου- να το δεις από κοινωνικής άποψης καθαρά, εντελώς προσωπικά και ρομαντικά, ότι θες.
Αλλά η πίκρα που βγαίνει μέσα από το εμβατηριακό του ρεφρέν και την μελωδιάρα που το συνοδεύει (ειρωνικά και τα 2 απ’ άκρη σ’ άκρη), είναι πέρα για πέρα αληθινή. Και σε κάνει να φοβάσαι.
Ο “Κουρσάρος” είναι από την άλλη όμως, για εμένα προσωπικά το καλύτερο τραγούδι του δίσκου. Γιατί πιστεύω ότι η λογική άσπρου-μαύρου σκοτώνει την Τέχνη και αφαιρεί οτιδήποτε ανθρώπινο από εκείνη -κάνοντάς τη κάτι ρηχό και στείρο, κάτι που δεν είναι Τέχνη εν πάση περιπτώσει αλλά ένα αφήγημα για μικρά παιδιά που τα νοιάζουν μόνο οι καλοί/οι κακοί και τα μασημένα εύπεπτα μηνύματα που επεκτείνουν την κοινωνική αποξένωση γιατί η κουβέντα πάει περίπατο.
Και ήταν από τις πρώτες εκείνες φορές που αυτή η ιδέα άρχισε να γίνεται κάτι μεγαλύτερο στο μυαλό μου, όταν λοιπόν πρώτο-άκουσα τον “Κουρσάρο”, ένα κομμάτι που μιλάει για ένα θανατηφόρο γεγονός με ένα ύφος που φαίνεται να υμνεί την πράξη αυτή καθαυτή.
Όμως καθώς πλησιάζει το φινάλε, η φωνή σπάει ανεπαίσθητα και ο προφανέστατα ειρωνικό τρόπος με τον οποίο η “ηρωική” χροιά της ερμηνείας του Βασίλη -και τι ερμηνεία- ντύνει τους στίχους, κορυφώνεται σε μια ψυχεδελική κατακλείδα που ο θρήνος γίνεται κραυγή και στη συνέχεια ένα ατελείωτο μοιρολόϊ που δεν το νοιάζει να ακολουθήσει κάποια προφανή ροή -σαν μια ασυνάρτητη ελεύθερη απόδοση λέξεως και ιαχών ενός πραγματικού μοιρολογιού.
Και για αυτό ο “Κουρσάρος” είναι μεγάλο τραγούδι, γιατί πιάνει τον παλμό της εποχής του (και όχι μόνο, η αξία του είναι διαχρονική) και μπαίνει εντελώς στο πετσί του ακροατή που θα σκιρτίσει με την αδρεναλίνη της ταχύτητας/και συνάμα τη ψευδαίσθηση ελευθερίας που αυτή δίνει. Παράλληλα όμως θα τον στήσει στον τοίχο με μια εικόνα διαλυμένης λαμαρίνας και αίματος, που δεν θα έχει τίποτα το ηρωικό ή ένδοξο -μονάχα πόνο.
Στο πιο τεχνικό του κομμάτι, η χρήση του fusion synth/πιάνου εδώ είναι για σεμινάριο, καθώς δένει εξωπραγματικά με τις jazz γραμμές μπασογραμμές του Ζηκογιάννη, δημιουργώντας μια ενορχήστρωση που αυτομάτως γίνεται κλασσική και ένα σημείο αναφοράς όχι μόνο για τον ίδιο τον Βασίλη -που πάντα γύριζε πίσω για να συγκριθεί με αυτό το κομμάτι σε ότι άλλο έκανε στη καριέρα του- αλλά και γενικότερα για αυτό το πρίσμα του ευρύτερου εμπορικότερου Ελληνικού rock μέχρι και σήμερα.
Δεν πιστεύω, κλείνοντας και ανατρέποντας εν μέρει όλα όσα έγραψα αρχικά, ότι το “Φοβάμαι” είναι δίσκος που απευθύνεται αποκλειστικά σε κόσμο που έζησε την χρυσή εποχή του ελληνόφωνου rock στην επαρχεία - αλίμονο. Μιλάω αποκλειστικά για εμένα και το πως τον βίωσα εγώ όταν τον πρωτοάκουσα αλλά καθώς μεγάλωνα. Είμαι σίγουρος όμως ότι και να μην είχα τις προσλαμβάνουσες από το τριγύρω μου περιβάλλον, αν μεγάλωνα πχ Σαλόνικα ή Αθήνα, θα έβρισκε και πάλι αυτός ο δίσκος τον τρόπο να με διαμορφώσει και να με ορίσει σε ένα βαθμό σαν άνθρωπο. Όπως έκανε τόσες χιλιάδες κόσμο ούτως ή άλλως.
Μαζί με “Διαίρεση” και “Χαιρετίσματα”, είναι το πρώτο album μιας τριλογία δίσκων που η αξία τους στην ελληνική μουσική σκηνή είναι καθοριστική -το λιγότερο που μπορώ να πω.
Btw, πρώτο live της ζωής μου Βασίλης, καλοκαίρι 1991 σε Μαρτινέγκο, στους ώμους του πατέρα μου. Τελευταίο live μου πριν μερικούς μήνες, παρέα με την κερά Λούπενα πάλι σε Βασίλη στο Τρίτση.
Έχει γεράσει ο μπαγάσας αλλά δεν νομίζω ότι έχει σημασία πλέον, δεν πάω να τον ακούσω αλλά πάω κυρίως για να δω τι κάνει ένας φίλος από τα παλιά…
-
Παύλος Σιδηρόπουλος - Εν λευκώ
Θα κρατηθώ για να μην γράψω σεντόνι και για το “Εν λευκώ”, μιας και μπορώ επίσης να το κατατάξω και αυτό στα υπερβολικά προσωπικά και πολύ-αγαπημένα albums μου ever.
Το Εν λευκώ είναι η τραγωδία του ελληνικού underground, όπως είχε πει μια ψυχή κάποτε -έχει πολύ ενδιαφέρον να ψάξει κανείς το όλο παρασκήνιο του album, το τι έγινε με τα μέλη της Σπυριδούλας και τα όλα politics που οδήγησαν το διαζύγιο/αλλά και υπαγόρευσαν μαζί με την πρέζα την κατεύθυνση των στίχων και μουσικής του εν λόγω δίσκου- ενώ ο Πρίγκηπας στέκεται εντελώς γυμνός απέναντί μας και με μια πρωτοφανή ωμότητα επιχειρεί να ξορκίσει προσωπικούς δαίμονες και πάθη, ώστε να καταλήξει ένα ζωντανό παράδειγμα προς αποφυγή - σύμβολο μιας ολόκληρης γενιάς απροσάρμοστων που έζησαν ολόκληρη τη ζωή τους μέσα στη κόλαση.
Δίσκος - μνημείο της εγχώριας σκηνής σε κάθε του έκφανση και ερμηνεία, μια πραγματική ωδή στην αυτοκαταστροφή χωρίς κανένα ίχνος ρομαντικοποίησης της όλης φάσης, μια εμπειρία που είναι πάρα πολύ δύσκολο να την βιώσεις και να μην σου αφήσει ανεξίτηλα σημάδια για το υπόλοιπο της ζωής σου. Το έχω ακόμα σε κασέτα που την προσέχω σα κόρη οφθαλμού στο πατρικό μου.
-
Μουσικές Ταξιαρχίες - Μουσικές Ταξιαρχίες
Λες μ’ αγαπάς, θες να παντρευτούμε
λες μ’ αγαπάς, και μου δίνεις συμβουλές
Πρώτα να τελειώσω το πανεπιστήμιό μου
μετά να κάνω τη θητεία στο στρατό
να πιάσω δουλειά σε κανένα γραφείο
να παντρευτούμε να κάνουμε παιδιά
Κι εγώ σ’ αγαπώ, γαμώ το Χριστό μου
Κι εγώ σ’ αγαπώ γαμώ το Χριστό
Λες μ’ αγαπάς, θες να παντρευτούμε
λες μ’ αγαπάς, και μου δίνεις συμβουλές
Πρώτα να πάω σε κανένα κουρείο
να κόψω τα γένια, να κοντύνω τα μαλλιά
να έρθω στο σπίτι να γνωρίσω το μπαμπά σου
να σταματήσω και τα ναρκωτικά
Κι εγώ σ’ αγαπώ, γαμώ το Χριστό μου
Κι εγώ σ’ αγαπώ γαμώ το Χριστό
Λείπεις ρε Τζιμάρα…
-
The Cure - Pornography
Αlbum - ζωής, κρίμα που βαριέμαι μετά τα κατεβατά παραπάνω να κάνω άλλο ένα εδώ -ίσως άλλη στιγμή στο αντίστοιχο topic.
Βουτιά σε μια σκοτεινή θάλασσα που δεν υπάρχει για να ξεπλύνει καμία θλίψη, αίσθημα απώλειας ή βαθύτερα υπαρξιακά ερωτήματα που σε τσακίζουν, μόνο για να τα αποδεχθεί και να σε αφήσει να κολυμπήσεις λιγάκι μαζί τους. Αριστούργημα.
-
Judas Priest – Screaming for Vengeance
Λοιπόν το “Screaming for Vengeance” ναι, παίρνει τεράστιο boost λόγω των αναμνήσεων που έχω με αυτό και την παρέα μου.
Άλλωστε, αν κάτι με έχει κάνει να περάσω τόσο καλά με κόσμο που καλώς ή κακώς μετράω πάνω από 20 χρόνια φιλίας + μου έχει δώσει τόσες, μα τόσες ευχάριστες αναμνήσεις, κάτι καλά κάνει μάλλον ε?
Επίσης το θεωρώ ως το πιο ισορροπημένο Priest album ever -όχι το καλύτερο- μιας και βρίσκω σχεδόν όλα τα κομμάτια του un-skipable και να έχουν μια φοβερή ροή -άκοπη, ακούραστη, ευχάριστη, μεστή, γεμάτη.
Να πω επίσης πόσο λατρεύω το Take these chains και το θεωρώ ως το αγαπημένο μου του δίσκου (μετά τα 2 εναρκτήρια), μια αγάπη που παγιώθηκε όταν έπαιξε σε στριπτιτζάδικο του Birmingham τη 1 φορά που πήγα με τη παρέα όταν έκανα μεταπτυχιακό εκεί το 2010 (και μάλλον την 3η? συνολικά, γιατί οκ, αυτός είμαι). Πέραν του ότι το μαγαζί ξεσηκώθηκε από μια παρέα απροσάρμοστων που ξεκίνησαν τα air guitars κλασμένοι από τα ξύδια, ήταν τότε που ένιωσα (μόνος μου τώρα όλα αυτά ) και μια αυτοδικαίωση - όταν υποστήριζα διακαώς και για πολύ καιρό ότι το Screaming είναι δίσκος για full play για στριπτιτζάδικο και με κράζαν οι δικοί μου (σε εκείνες τις ωραίες συζητήσεις που κάναμε Όστρια το 2003, εκείνα τα πρώτα φοιτητικά χρόνια με 15 ώρες καφέ σερί στο μαγαζί να μιλάμε ΜΟΝΟ για μαλακίες και καπάκια Revenge of Rock μέχρι το πρωί και δώστου πάλι σε λούπα κοκ).
Δεν ξέρω αν είμαι πεταμένος ή αν εξαιτίας μου ψηφίζουν κάποιοι Trump -ελπίζω όχι και στα δύο- αλλά το Screaming for Vengeance πραγματικά το αγαπάω, είναι το ολό-δικό μου “χαρούμενα παιδικά χρόνια”!!
υγ. και Μαλακάσα 2004 ε, Ηellion κόλαση και πριν ξεκινήσει το Electric Eye η παρέα μου είχε πιάσει τις 4 γωνιές του χώρου από τα κλωτσομπουνίδια!
Anyway, αυτά, ελπίζω να μην παίζουν σαρδάμ παραπάνω ή να βγαίνει νόημα γιατί δεν τα διάβασα 2η φορά, απλά πληκτρολογούσα αποσπασματικά \m/
Honorable mentions για να κλείσει η 20άδα:
Bauhaus - The Sky’s Gone Out
Cocteau Twins - Garlands
Blade Runner Soundtrack (γιατί το ακούω πολύ εύκολα αυτόνομα και νομίζω πως ακούγεται και αυτόνομα βασικά, σε αντίθεση πχ με το Conan the Barbarian του Πολυδούρη που αυτόνομα νομίζω δεν έχει την δομή που χρειάζεται για να ακουστεί έτσι. Πάραταύτα, το ακούω συχνά στη μηχανή όταν φτάνω σε Eurohoos και πρόκειται να μαρκάρω Παργαλάτσο -για να γίνω hyped )
A Kiss In The Dreamhouse - Siouxsie & The Banshees
Avalon – Roxy Music
Iron Maiden - The number of the beast
Sad Lovers & Giants - Epic Garden Music
David Lynch & Alan R. Splet - Eraserhead (τα ίδια με το Blade Runner παραπάνω)
The Alan Parsons Project – Eye in the Sky
Discharge - Hear Nothing See Nothing Say Nothing
Dead Kennedys- Plastic surgery disasters
Bruce Springsteen - Nebraska
Michael Jackson - Thriller
Virgin Prunes - If i die, i die
Christian Death - Only Theatre of Pain
Eξωφυλλάρα είμαι ανάμεσα σε πολλά, όμως
σχεδόν ότι νιώθω και για το Argus των Wishbone Ash - δέος.
ο Ζηκογιάννης νομίζω είχε και σπουδες στις ΗΠΑ και είχε μελετήσει πολύ Jaco, ηταν τρομερός στο άταστο , και φυσικά έχει και την ηγετική παρουσία στο θεϊκό Waiting for Something των θεών.
ναι σε όλα, στο Berklee σπούδασε Jazz Arrangement, τον Pastorius τον είχε κάνει φύλο και φτερό και ουσιαστικά πάνω του πάτησε για τα κομμάτια του στο Waiting… γενικά τι να λέμε, ο άνθρωπος ήταν ευλογία για όποιον συνεργάστηκε μαζί του δισκογραφικά (εγώ τρελαίνομαι επίσης με τους δίσκους που συνεργάστηκε με την Fayruz) -αλλά και σε επίπεδο συναυλιών με διάφορους Έλληνες καλλιτέχνες αλλά και μεγάλα ονόματα του εξωτερικού (Shirley Bassey κτλ)