Μια που βρέθηκα σήμερα στην λαϊκή μετά από πολύ καιρό, και μιας κι έβλεπα την κουβέντα στο “Μικρά Μυστικά” να έχει κολλήσει στα φαγητά, ε μου άνοιξε κι εμένα η όρεξη να κάνω ένα λίγο διαφορετικό ποστ. Σε σπόιλερ γιατί είναι πιο πολύ προσωπικό φλασμπακ και παρασύρομαι αρκετά ως πολύ, αλλά δεν έχω κάπου καλύτερα να το ποστάρω.
[SPOILER]Εκ των υστέρων βγήκε κάτι ανάμεσα σε έκθεση γυμνασίου και περίληψη φτηνής κόπιας της “Πολίτικης Κουζίνας”, αλλά θα αντέξω την κριτική και το 4 του ροκάκια.
[SPOILER]Μ’ αρέσει απίστευτα να περνάω από μια στοά στην Καλλιθέα(αυτή στην Γρυπάρη για τους γνωρίζοντες) που είναι γεμάτη πάγκους, και κατακλύζεται η μύτη μου με μυρωδιές από φρούτα και λαχανικά, ψάρι, κρέας και αλλαντικά, τυριά, τουρσιά, ελιές και διάφορα ξυδάτα, διάφορες σαλάτες και ντιπς φρεσκοψημένο καφέ και ξηρούς καρπούς, ακόμα και την υγρασία της στοάς.
Και νιώθω αυτή την ανανεωτική δροσιά(ή ψύχρα, όπως το δει κανείς), τόσο λόγω της τοποθεσίας, όσο και γιατί βρίσκομαι ανάμεσα σε απλούς ανθρώπους βιοπαλαιστές, που άσχετα με το τι τραβάνε, βρίσκονται κάθε μέρα εκεί επί χρόνια, χαιρετούν ο ένας τον άλλον εγκάρδια, στήνουν και τα πηγαδάκια τους και πιάνουν να μιλάνε, φωνάζοντας τον περαστικό στο ενδιάμεσο να πάρει απ’ τα πράγματά τους και να δοκιμάσει κι απ’ αυτό κι από κείνο, είναι ωραία και νόστιμα, τον ξέρει προσωπικά αυτόν που του τα φέρνει, τα φτιάχνει κι ο ίδιος στο χωριό του άμα λάχει.
Πάνω απ’ όλα μου θυμίζει παλιότερα χρόνια, δεν θυμάμαι πότε ακριβώς, ίσως δημοτικό, ίσως κι από πιο πριν, που περνούσα την μισή μέρα στο σπίτι της γιαγιάς μου και πήγαινα με τον παππού μου εκεί μέσα, παίρναμε ότι χρειαζόνταν, μετά περνάγαμε κι από την τρυπούλα τον φούρνο απ’ την κάτω μεριά βγαίνοντας και παίρναμε ζεστό ψωμί και αυτά τα τεράστια παξιμάδια, που τόσο αρεσαν σε όλους. Και από παραδίπλα να μυρίζει και το φρεσκοψημένο κοτόπουλο. Ω ρε μάνα μου, και να έχει ετοιμάσει η γιαγιά φαΐ και να μην μου παίρνουν.
Μου θυμίζει αυτή την αθωότητα και αμέλεια που υπήρχαν τότε και τώρα γίνεται κάθε προσπάθεια για να τα χάσουμε, μου θυμίζει το παρελθόν, τόσο το δικό μου όσο και των προηγούμενων γενιών, μιας εποχής που έστω και μέσα στα τσιμέντα μπορούσες να διατηρήσεις μια επαφή με τις διαφορετικές κουλτούρες, την φύση(έστω και έμμεσα), την παράδοση και τον απλό λαό.
Δεν ξέρω πότε θα σβήσει όλο αυτό, πότε ίσως θα φύγουν απ’ την ζωή οι πιο γέροι, και τα παιδιά τους θα αποφασίσουν να ανοίξουν μαγαζιά με παραδοσιακά προϊόντα, ή θα εμπορεύονται πλέον με σουπερμάρκετ, ή πότε θα αναλάβει ο δήμος να διώξει “όλους αυτούς τους μπιχλιάρηδες γέρους”, να “συγυρίσει τον τόπο” και ή να εγκαταλειφθεί ή να μπαζωθεί ή να φτιαχτεί “κανένα σοβαρό μαγαζί”. Εγώ αυτό που ελπίζω είναι την επόμενη, και την μεθεπόμενη φορά που θα πάω, και την επόμενη απ’ αυτή, να είναι εκεί το μέρος αυτό, κι αν δεν είναι ακόμα, να μπορώ να μυρίσω ένα ίχνος από εκεί και από τότε.[/SPOILER][/SPOILER]