Έκλεισα εισιτήρια για Benedetta του Verhoeven αύριο στο Φεστιβάλ. Στο τρέιλερ μου θύμισε το αγαπημένο μου The Devils του Russell στο πιο lesbian. Για να δούμε… o Verhoeven έχει κλείσει τα 83 και συνεχίζει ακάθεκτος!
Πήγα και εγώ σήμερα να δω το eternals, παραλίγο να με πάρει ο ύπνος στον σινεμά. Περνάω καλά με τις ταινίες του mcu ακόμα και με τις πιο αδύναμες εκτός του 2ου Thor σήμερα με έπιασε ξανά η ίδια απελπιστική βαρεμάρα. Πολύ καλό καστ και οι χαρακτήρες είχαν μεγάλο potential αλλά ο Feige για ακόμα μια φορά δεν έδωσε την απαραίτητη ελευθερία στον σκηνοθέτη για να βγάλει αυτό το potential (Αρε τρελάρα James Gunn μόνο εσύ το κατάφερες.)… Το χιούμορ μου φάνηκε κρύο και κριντζ ακόμα και για το επίπεδο του mcu. Δεν έχω προσδιορίσει κάτι άλλο θα επανέρθω όταν το ξαναδώ.
ΥΓ Είμαι ψημένος φουλ για το καινούριο spiderman αλλά δεν μπορώ να πω πως έχω την ίδια κάψα και με τα άλλα πρότζεκτ της marvel. Και πιστεύω πολύς κόσμος αισθάνεται το ίδιο. Πόσο άρμεγμα να αντέξει το franchise μετά από 4 ταινίες και 5-6 σειρές τον χρόνο;;
ΥΓ2 Μας έδειξε επιτέλους η marvel ένα lgbt ζευγάρι αντί να το υπονοεί σε συνεντεύξεις τις όπως έκανε μέχρι σήμερα (Πχ valkyrie). It was about damn time
Αναμένουμε εντυπώσεις (και για την ελληνοπούλα).
Οκ, έχω διαγράψει από το μυαλό μου την πιθανότητα δια ζώσης επικοινωνίας σχετικής με ταινίες/μουσική γιατί πολύ άπλα δεν υπάρχει αυτή η δυνατότητα και τώρα που το σκέφτομαι νομίζω πως είναι μάλλον και ο πιο εποικοδομητικός τρόπος για να διευρύνει κάνεις την αντίληψη του.
Anyway… τα γράφεις ωραία πάντως και φαινόταν από την ορολογία πού χρησιμοποιείς στα post σου ότι το κατέχεις και πολύ θα ήθελα να διαβάσω ανάλυση σου για Τorrente 1 και 2
Το Κουλό χέρι του Νόμου?
Δεν το ήξερα ότι υπήρχε και 2ο, το 1ο έχω δει αλλά στο Λύκειο, κάπου στο 2000 και δεν το θυμάμαι καθόλου δυστυχώς… αλλά ένα re-watch, γιατί όχι κάποια στιγμή
Με αυτά και αυτά, Dune κτλ αμέλησα και μια ταινία που έχω δει εδώ και κάνα μήνα και θα την αναφέρω για ευνόητους λόγους
Η ταινία αφηγείται μια ιστορία βιασμού στην Γαλλία του Μεσαίωνα, προς το τέλος του 100ετούς πολέμου με τους Βρετανούς. Τα ίδια γεγονότα προβάλλονται στον θεατή μέσα από τρείς διαφορετικές οπτικές, αυτή του συζύγου του θύματος, αυτή του πιθανού βιαστή και αυτή του ιδίου του θύματος.
Για τον Ridley Scott τα έχω ξαναπεί πολλές φορές. Έχει γυρίσει 2-3 από τις αγαπημένες μου αμερικανικές ταινίες των 70ς-80ς και early 90s, αλλά παρότι παραμένει διαχρονικά ένας εξαιρετικός σκηνοθέτης -και εδώ με τα πάνω και κάτω του βέβαια σε διάφορες επιμέρους ταινίες-, δεν νομίζω να είχα ασχοληθεί μαζί του περαιτέρω αν δεν υπήρχαν αυτές οι ταινίες του παρελθόντος μέχρι και το Thelma and Louise, την τελευταία πραγματικά του σπουδαία ταινία για εμένα…
Καλό και το Gladiator, καλό και το Matchstick men, καλό και το extended του Kingdom of Heaven, καλό και το Martian, καλοφτιαγμένες και ακραία fun ταινίες, αλλά από τον άνθρωπο που γύρισε τα Duelists, Alien, Blade Runner, Thelma and Louise, ακόμα και το Legend, περίμενα πάντα κάτι εξίσου σπουδαίο στην μετέπειτα πορεία του και σίγουρα, λόγω και της φήμης που είχε ήδη, μεγαλύτερη επιλεκτικότητα σε σενάρια και σεναριογράφους.
Όμως στο Last Duel, σκηνοθέτησε μια ταινία εποχής με τρόπο που πραγματικά -και το εννοώ- δεν γυρίζει κανείς πια, επιλέγοντας παράλληλα να κάνει μια σημαντική παρέμβαση στο κλασσικό format της ταινίας (το Rashomon effect) -δεδομένου ότι μιλάμε και για ακριβή χολυγουντιανή παραγωγή- αλλά και τέλος -και βασικότερο όλων- να αφουγκραστεί με τρόπο επιτυχημένο ένα φλέγον ζήτημα των καιρών μας και να το εξετάσει σε ικανοποιητικά γενναίο βαθμό, πάντα για τα δεδομένα μιας ταινίας του Hollywood του 2021 με αρκετά εκατομμύρια budget και σταράτο cast…
Aρχικά, για την σκηνοθεσία του και το τεχνικό κομμάτι, είναι σαν να γυρίζει την ταινία ένας 40άρης σκηνοθέτης στα 80ς! Έχει επικές σκηνές μαχών ή και όχι, οι οποίες παίρνουν το χρόνο τους για να γίνουν επιβλητικές και δεν βιάζονται να βουτήξουν στην δράση, αφήνοντάς τες να ανασάνουν και να σε βάλουν όσο το δυνατόν πιο οργανικά στον κόσμο της ταινίας. Κατά κύριο λόγο χρησιμοποιεί φυσικά τοπία και τοποθεσίες, κομπάρσους και μεγάλες κατασκευές, αποφεύγοντας σε πολύ μεγάλο βαθμό το cgi, όπου και πάλι όλο αυτό λειτουργεί υπέρ της αυθεντικότητας που σου βγάζει η ταινία… βουτάει με την κάμερα στις μάχες και γίνεται ένα με αυτές, όπου καταφέρνει να σε κάνει να μην σκεφτείς καν το μέγεθος των στρατών αλλά το ίδιο το συμβάν, αυτομάτως σε κερδίζει και σου περνάει την ουσία των όσων διαδραματίζονται -δηλαδή μια μάχη με θανάτους και αίμα και όχι μια ala Age of Empires νερωμένη κινηματογραφική μάχη για τα multiplex-.
Στους κλειστούς χώρους, αν θυμάται μια φορά πόσο τρομερός visual storyteller είναι στα επικά πλάνα, εδώ είναι δύο φορές αφού κάθε σχεδόν σκηνή μοιάζει με γκραβούρα εποχής. Κόσμος κινείται παράλληλα και πράγματα συμβαίνουν στο backgound ενώ οι πρωταγωνιστές είναι σε πρώτο πλάνο, καταφέρνοντας έτσι να κάνει κάθε σχεδόν πλάνο της ταινίας αφάνταστα ζωντανό. Αργόσυρτοι βραδύκαυστοι ρυθμοί και ένα μελαγχολικό σχεδόν feeling, ολοκληρώνουν μια σκηνοθεσία μιας ταινίας που ανήκει φαινομενικά σε ένα genre το οποίο δεν επιθυμεί να ακολουθήσει επουδενί…
Είναι πραγματικά εντυπωσιακό το πόσο μεράκι βάζει στην σκηνοθεσία του, όντας 85 ετών πλέον, ενώ όλη η φιλοσοφία του και οι τεχνικές του, θυμίζουν έντονα το παλιό Hollywood των 70ς-80ς μέχρι και μέσα 90ς και εκείνες τις καλές ταινίες εποχής, που έβγαζαν μια αυθεντικότητα όσο ελάχιστες, οι οποίες σταδιακά χάθηκαν με την έλευση του cgi και του ψηφιακού film. Βασικά το μόνο που ‘‘έλειπε’’ από τη ταινία ήταν το να έχει γυριστεί σε film και όχι ψηφιακά, τόσο αυθεντική ήταν.
Κουστούμια εξωπραγματικά, τρομερή δουλειά που πραγματικά σου μένει και σε χαζεύει με την λεπτομέρεια αλλά και την αυθεντικότητα που απορρέουν, λες και τα έκλεψαν από μουσείο
Μοντάζ-φωτογραφία, στο top επίπεδο, αψεγάδιαστα και τα δύο. Γενικά σε τεχνικό επίπεδο, αν ο Scott ασχολείται και βάζει το είναι του, λίγοι -και το πιστεύω- Αμερικανοί σκηνοθέτες τον κοντράρουν, ακόμα και σε αυτή την ηλικία!
Το σενάριο της ταινίας και η επιλογή για την αλα Rashomon αφήγησή του, είναι το άλλο μεγάλο κεφάλαιο που η ταινία παίζει σε υψηλό επίπεδο μπάλα -και πιο ουσιαστικό-.
Kαταρχάς όχι, δεν είναι τόσο αφηγηματικά πρωτότυπο όσο το Rashomon. Δεν υπάρχει η αμφισημία που είχε το αριστούργημα του Κουροσάβα γιατί είμαστε στο 2021 και δη στο Hollywood, όπου υπάρχει ένα όριο σε όλα, ακόμα και στις ταινίες που πάνε με προθέσεις να το υπερβούν, ενώ οι χαρακτήρες και οι προθέσεις αυτών είναι αρκετά βαμμένοι άσπρο και μαύρο (και οι αντρικοί και οι γυναικείοι). Η εν λόγω ταινία δεν πάει να υπερβεί για κανένα λόγο τα όρια, αλλά επιθυμία της είναι ξεκάθαρα να δώσει μια αναχρονιστική φωνή στην πρωταγωνίστρια και να την ευθυγραμμίσει με το #metoo σημερινό κίνημα, σε μια εποχή που η γυναίκα ήταν ιδιοκτησία και προσβολή της ήταν κάτι σαν περιουσιακή προσβολή και τίποτε άλλο, έστω και με έναν λίγο πιο σχηματικό τρόπο.
Εκεί η ταινία, χάνει λίγο σε καλλιτεχνικό βαθμό (έχει ένα όριο πάντα να την κρατάει από τις γκρίζες ζώνες, όποιες και αν είναι αυτές), αυθεντικότητα και πρωτοτυπία καθώς και σε αφηγηματική αξία μιας και είναι πολύ ξεκάθαρη και ‘‘στρατευμένη’’ απέναντι στην θεματολογία της.
Αυτό κακό από την άλλη, δεν είναι παρά μόνο ίσως για τα καλλιτεχνικά όρια της ταινίας κυρίως, γιατί… προφανώς και εφόσον διαλέγει να πει μια τέτοια ιστορία, παίζοντας με τους κανόνες του σύγχρονου Hollywood θα πρέπει να δικαιώσει και το θύμα με μια αυθεντικά φεμινιστική λογική, για λόγους που μόνο κάποιος οπαδός των κυριαρχικών πατριαρχικών δομών δεν θα κατανοήσει.
Και όταν λέω φεμινιστική, εννοώ φεμινιστική μακριά από μόδες και ατζέντες ή επίκαιρες ‘‘πολιτικές ορθότητες’’. Είναι μια ταινία αυθεντική με μια σημερινή διαχρονική ματιά, σε μια εποχή που η ανθρώπινη ζωή και δη η γυναικεία είχε ελάχιστη αξία.
Αυτό είναι μέσες άκρες, αν βγάζω νόημα, το μικρό μου θεματάκι με την ταινία. Να το πω πιο λιανά, βάζει το μαχαίρι στο κόκκαλο, αλλά δεν το στρίβει όσο θα μπορούσε
Όμως ακόμα και έτσι, πετυχαίνει πολλά και ξεχωρίζει ευκολότατα από τον σωρό και ταινίες με παρόμοιες θεματικές σήμερα.
Για αρχή, σπουδαία και γενναία επιλογή να αποδομήσει την ιπποσύνη και τον mancho ανδρισμό των ‘‘αξιών’’ των ιπποτών και εν γένει του ιπποτικού έπους έτσι όπως το παρουσιάζει η ιστορία διαχρονικά αλλά και ο κινηματογράφος παράλληλα. Το κάνει με πολύ λεπτό και πετυχημένο τρόπο που είναι κρίμα να γράψω λεπτομέρειες τώρα σε spoiler και να το πολύ-αναλύσω. Και με την ιστορία του Matt Damon -του συζύγου, ο οποίος έχει την πιο ‘‘βαρετή’’ ιστορία εκ των τριών η οποία εσκεμμένα θυμίζει κλασσική Ιπποτική ταινία εποχής όπου ο πρωταγωνιστής όλο ανδρεία θάρρος και κουράγιο σώζει τους πάντες, είναι πιστός και αγαπητός σύζυγος στην εύθραυστη γυναίκα του και γενικότερα, είναι αυτό που θέλαμε όλοι να γίνουμε μικροί- και με την ιστορία του Driver -ο οποίος διέπετε από επίσης μεγάλα ιδανικά αλλά και παντελώς λάθος επιχειρήματα υπέρ του, τα οποία για την εποχή (και για την σημερινή μάλλον) φαντάζουν σωστά στα μάτια αυτών που έχουν την πατριαρχία βαθιά ριζωμένη μέσα τους, σαν κάτι αυτονόητο και φυσιολογικό- το σενάριο των Damon/Affleck (ανέλαβαν να γράψουν αυτές τις 2 υπό-ιστορίες) άλλοτε λιγότερο διακριτικά και άλλοτε τόσο όσο, αποδομεί σταδιακά την Ιπποσύνη και το σύστημα ανδρικής τιμής το οποίο φέρεται να την υποκινεί, με τον Scott φαινομενικά να παίρνει ευθέως πλευρά υπέρ του ενός -και μέχρι εδώ το έργο να σε προετοιμάζει για κάτι σημαντικότερο στην συνέχεια, να είναι σε ένα πολύ καλό επίπεδο αλλά να μην απογειώνεται, ίσα ίσα που τραβάει και λίγο παραπάνω από όσο έπρεπε μιας και η ταινία είναι 2,5 ώρες και θα μπορούσε να ήταν και 2-.
Η συνέχεια όμως ανήκει στην τρίτη και καλύτερη ιστορία, αυτή που έγραψε η τρίτη σεναριογράφος της ταινίας, η Nicole Holofcener. Σε αυτή την τρίτη πράξη που η ιστορία εξιστορείται από την οπτική του θύματος, γυναίκας του Damon, τα 2 προηγούμενα acts αποκτούν πλήρες νόημα και η ταινία ανοίγει τελείως τα χαρτιά της ως ένα γνήσιο φεμινιστικό ανάγνωσμα το οποίο όμως διαβάζεται με ακραίο κυνισμό και πολύ, πολύ ειρωνεία που μέχρι τέλους προσθέτει ακόμα μεγαλύτερη αξία στην τραγωδία που βιώνει το θύμα. Θύμα το οποίο σχεδόν εξισώνεται με τον θύτη -και ο νοών νοείτω , τα ζούμε καθημερινά από τα απαράδεκτα σχόλια κάτω από ειδήσεις που αφορούν γυναικοκτονίες μέχρι και σε συζητήσεις με κόσμο που δυστυχώς ανασαίνει τον ίδιο αέρα με εμάς- και ακόμα χειρότερα…
Δεν θέλω να μπω σε spoilers, η ταινία αν και όπως είπα αρκετά σχηματική σε σημεία, τουλάχιστον αγκαλιάζει το θέμα της από όλες σχεδόν τις απόψεις…
Τέλος η ταινία κλείνει με την ομότιτλη μονομαχία, η οποία θα πω ότι hands down είναι ότι πιο έντονο και ακραίο έχει σκηνοθετήσει ο Scott σε μεσαιωνική μονομαχία ή γενικότερα μονομαχία μετά το The Duelists, κάνοντας όλες τις σεκανς πχ του Gladiator να κοιτάνε από την τρύπα τους τι συμβαίνει εδώ. Δέκα λεπτά ακραίας χορογραφίας θανάτου που κάθε χτύπημα σε πονάει και εσένα σαν θεατή. Δεν ξέρω τί πίνει ο Scott αλλά μακάρι, αν στο μέλλον προλάβει να μας δώσει ξανά κάτι παρόμοιο, να μην ξεχάσει τί έκανε σε αυτά εδώ τα δέκα λεπτά!
Eρμηνευτικά την παράσταση κλέβει εύκολα η Jodie Marie Comer, μετά o Driver που παίζει ιδανικά τον δεύτερο πιο κρίσιμο ρόλο της ταινίας, στη συνέχεια ο μεταμορφωμένος και φιλότιμος Damon, ενώ ο Affleck δεν ξέρω, είτε θα σας αρέσει πολύ είτε όχι, εσκεμμένα νομίζω παίζοντας τον γλοιώδη Κόμη αφήνεται σε μια ερμηνεία στα όρια της καρικατούρας…
Γενικά, γιατί είπα και πολλά πόσο κρίμα αυτή η ταινία που δεν πήγε εμπορικά καλά δεν λέγεται.
Είναι 100% για σινεμά, αξίζει 100% για όποιον αγαπάει τον παλιό καλό Ridley Scott και σίγουρα λόγω της θεματολογίας της, όντας και μια ταινία που πάει κάθετα κόντρα στο είδος στο οποίο ανήκει και έτσι αποκτά και μια δική της ταυτότητα, αξίζει μια ματιά σε μεγάλη οθόνη… μαζί με το Dune οι πιο ψυχαγωγικές ταινίες που είδα από Αμερική φέτος σε τέτοιο επίπεδο και budget
Διάλεξες το σωστό πόστερ, εύγε. Σε γενικές γραμμές, δεν θα μπορούσα να τα πω καλύτερα, νομίζω συμφωνώ στα πάντα. Χθες πήγα να το δω και φύγαμε όλοι πολυ ικανοποιημένοι και γεμάτοι από την αίθουσα. Ίσως γράψω δυο λόγια όταν θα είμαι λιγότερο ψόφιος, αλλά από την άλλη με κάλυψες πλήρως. Να πάτε να το δείτε όσο παίζει ακόμα.
5 Torrente έχουν βγει, τα 2 πρώτα είναι υπερκάλτ έπη (στο 2 ο βοηθός του σκάει σε μια φάση φορώντας ζακέτα Αναγέννηση Καρδίτσας) μετά παράγινε mainstream, στο 4 πχ κάνουν ένα πέρασμα η μίση τότε εθνική Ισπανίας + Aguero, Higuain και δεν θυμάμαι ποιοι άλλοι. Αnyway, οποίος ψάχνει ταινίες για “λιώσιμο” ας δει asap τα 2 πρώτα και μετά μάλλον θα την ψάξει και για τα επόμενα, τα οποία βεβαία είναι κατώτερα άλλα τα βλέπεις άνετα.
Δεν είμαι ούτε ήμουν ποτέ τρελός fan του Bond saga. Kαλώς ή κακώς οι περισσότεροι από εμάς των γεννηθέντων αρχές του ‘80, ανήκουμε σε μια γενιά που μεγάλωσε με άλλου είδους blockbusters και ψυχαγωγικό σινεμά, το οποίο έκανε σε μεγάλο βαθμό τις παλιές ταινίες του Bond αρκετά ‘‘βαρετές’’ ή anyway ‘‘παλαιακές’’ συγκριτικά με πχ το Temple of Doom ή το Die Hard, το Terminator κτλ… θυμάμαι δηλαδή να μην υπάρχει καν δίλλημα όταν έπαιζε στο ένα κανάλι το ‘‘Goldfinger’’ και στο άλλο το ‘‘Aliens’’, για το τί θα δω…
Παρ’ όλα αυτά, το escape-ism που προσέφεραν και αυτές ήταν αποδεκτό σε μεγάλο βαθμό ακόμα και έτσι, όπως και η gadget-ομανία ή τα απίθανα σκηνικά και stunts που έμπλεκε ο 007 συχνά πυκνά με ιντρίγκαραν μικρό και ενίοτε μπορεί και να κολλούσα στην οθόνη.
Όμως πάντα μου φαινόντουσαν ταινίες μιας άλλης εποχής που, τουλάχιστον τότε πιτσιρικά, στο επίπεδο blockbuster δεν με αφορούσε ή καλύτερα, ήταν δύσκολο να με αγγίξει…
Στα 90ς πλην του Goldeneye που ήταν και μια legit 90ς περιπέτεια πάνω από όλα και μετά ένα τυπικό Bond movie, όλα τα υπόλοιπα με τον Brosnan δεν μου είπαν τίποτα -γιατί ήταν όλα κακές 90ς περιπέτειες…
Fan πήγα να γίνω με το Casino Royal που το θεωρώ για πλάκα και πολύ εύκολα το καλύτερο Bond που έχω δει -βασικά και μια από τις καλύτερες action movies των 00ς-.
Άλλαξε πολλά πράγματα στην εικόνα του Bond αλλά και στο ύφος των ταινιών του, ήταν ο ορισμός του hard reboot και ειλικρινά δεν έχω να πω κάτι αρνητικό για αυτή τη ταινία, μου άρεσε για αυτό που ήταν όσο περισσότερο γίνεται και μέχρι και σήμερα μπορώ να το ξαναδώ εύκολα οποιαδήποτε στιγμή.
Οι συνέχειες όμως με έχασαν σε μεγάλο βαθμό, καθώς παρά τα όποια θετικά τους στοιχεία, παρά-έγιναν αυτό-αναφορικές και απέκτησαν ένα χαρακτήρα άμεσου sequel η μια με την άλλη, κάτι που με κούρασε και δεν ήταν και καθόλου ενδιαφέρον από ένα σημείο και μετά.
Κυρίως όμως έμπλεξαν υπερβολικά με την προσωπική ζωή του Bond και μέσα από συμπτώσεις ή τραβηγμένα από τα μαλλιά σκηνικά, ‘‘μίκρυναν’’ πολύ τον κόσμο και το lore της νέας αυτής σειράς. Παράλληλα δεν θεωρώ ότι ενσωμάτωσαν και τα υπερβολικά στοιχεία της σειράς με οργανικό τρόπο -βασικά μόνο και μόνο που μπήκαν στην διαδικασία να τα ενσωματώσουν σταδιακά, το βρήκα τρελό fοul. Δεν γίνεται από την μια στο Casino o villain να είναι villain γιατί παίζει σε παράνομα παιχνίδια poker τα λεφτά που του εμπιστεύονται τρομοκράτες και να γίνεται επικίνδυνος γιατί τα έχασε όλα από τον Bond, ενώ στις επόμενες ταινίες να επιστρέφουμε στον τρελό villain που έχει ένα υπέρ-όπλο στο τρελονησί του με τους τρελούς επιστήμονές του, ώστε να καταστρέψει τον κόσμο-!
Κοινώς, θα προτιμούσα να είχαμε αυτοτελείς, αμιγώς κατασκοπευτικές ταινίες με αρχή-μέση-τέλος, έναν καλογραμμένο villain, μια νοερή σύνδεση αν ήθελαν οι παραγωγοί μεταξύ τους και μερικά πιο grounded σκηνικά όπως αυτά του Casino Royal, παρά αυτή τη συναισθηματική σαπουνόπερα που σταδιακά ενσωμάτωσε και κλασσικές Bond υπερβολές των 70ς, σε ένα κόσμο που δεν έχουν πια θέση…
Κάπως έτσι κύλησε και το νέο, τελευταίο Bond της σειράς με τον Daniel Craig, το οποίο όπως τα προηγούμενα έχει έναν εξαιρετικό πρωταγωνιστή, μια καλή σκηνοθεσία και μερικές ωραίες σκηνές δράσης και καταδιώξεων, αλλά και πάλι υποφέρει στην βασική του πλοκή όπως και στις σχέσεις μεταξύ των πρωταγωνιστών… Η κεντρική ιστορία είναι υπερβολικά μέτρια, ο κεντρικός villain του Malek είναι μακράν ο χειρότερος και ο πιο αδιάφορος μέχρι τώρα, ενώ οι 2,5 ώρες της ταινίας με ώθησαν λίγο στα όριά μου .
Βασικά ήταν πάρα πολύ δύσκολο εξ’ αρχής να μου αρέσει η ταινία, μιας και ήταν απευθείας sequel του Spectre το οποίο ήταν αφόρητο από κάθε άποψη για εμένα και είχε ανοίξει μερικά μέτωπα τα οποία δεν με ενδιέφεραν καθόλου - o χαρακτήρας της Seydoux και η ανύπαρκτη χημεία του με τον Bond (Eva Green Α’ Τοπικού), o Blofeld και η γελοία σύνδεση του με τον Bond και εν τέλει η αδιάφορη και στα όρια της καρικατούρας Spectre- .
Κρατάω όμως όπως είπα την αρκετά καλή σκηνοθεσία του Fukunaga, τον Craig -που είναι και ο καλύτερος Bond για εμένα και έδωσε εδώ μια πολύ συναισθηματική ερμηνεία-, την μικρή εμφάνιση της Armas που κλέβει την παράσταση, μερικά πολύ εντυπωσιακά και fun to watch action set pieces όπως την καταδίωξη στο δάσος με τα τζιπ και το τραγούδι των τίτλων αρχής.
Κρίμα πάντως overall που η σειρά δεν εκμεταλλεύτηκε όπως έπρεπε την εντυπωσιακή της νέα αρχή με το Casino Royal αλλά προσπάθησε να γίνει κάτι -Marvel, δεν ξέρω- που δεν της ταίριαζε…
Να πα να δεις Βερχόφεν μετά. Τα λέει ωραία ο παππούς. Ήρεμα κι ωραία.
καλά αυτό το περιμένω πως και πως!!
Καινούρια ταινία της Jane Campion, 12 χρόνια μετά το ‘‘Bright Star’’ και 28 μετά το ‘‘The Piano’’ που της έδωσε και τον Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες -η μοναδική γυναίκα σκηνοθέτης ως τώρα που έχει διακριθεί-, βασισμένη στο ομότιτλο βιβλίο του Thomas Savage -το οποίο έχει τύχει να έχω διαβάσει και είναι εξαιρετικό-…
Χαμηλών τόνων ιδιοκτήτης ράντσου στην Montana του 1925, παντρεύεται χήρα και μαζί της παίρνει και την κηδεμονία του ενήλικου γιού της, ενός αντισυμβατικού για τα δεδομένα της εποχής αγοριού με λεπτούς τρόπους, παράξενο παρουσιαστικό και πολλές ευαισθησίες. Τα προβλήματα αρχίζουν όταν κατά την εγκατάστασή τους στο ράντσο, έρχονται σε επαφή με τον αδερφό του πρωταγωνιστή, έναν άξεστο κάφρο νταή που τους κάνει την ζωή εφιάλτη…
Αρχικά, το προφανές που ένιωσα καθώς έβλεπα την ταινία, ναι η Campion παθαίνει Paul Thomas Anderson και είναι εμφανές σχεδόν σε κάθε στιγμή του έργου. Υιοθετεί σε μεγάλο βαθμό το σκηνοθετικό του ύφος, την αφηγηματική του τεχνική και γενικότερα το ‘‘στυλ’’ του, καθώς μια παλλόμενη διαρκή ένταση ντύνει τα πάντα, που δεν ξέρεις αν και πότε θα εκτονωθεί, θυμίζοντας έντονα το ύφος αριστουργημάτων του PTA όπως το ‘‘There Will Be Blood’’ ή το ‘‘The Master’’!
H παρουσία του Jonny Greenwood ενισχύει την παραπάνω ταύτιση, αφού το -εξαιρετικό αλλά λίγο κουραστική ενίοτε η συνεχόμενη χρήση του- soundtrack που έχει γράψει για αυτήν εδώ την ταινία, πατάει πολύ στο ‘‘There Will Be Blood’’ του ιδίου.
Δεν ξεχνάει βέβαια σε όλο αυτό ότι είναι και η ίδια σκηνοθέτιδα του ‘‘The Piano’’, οπότε χώνει εμβόλιμα όπου κρίνει ότι χρειάζεται και την προσωπική της σφραγίδα, στις μικρές στιγμές χαρακτήρων πχ ή στην κινηματογράφηση του -απίθανου- άγριου τοπίου (αν και ‘‘Montana’’, είναι γυρισμένο στην Νέα Ζηλανδία, πόσα διαφορετικά settings έχει να δώσει πια αυτή η χώρα ) και κυρίως την αδιόρατη σε πρώτη ματιά λεπτομέρεια που όμως πίσω της κρύβει τα πιο βαθιά εσώψυχα του κάθε χαρακτήρα…
Η Campion είναι μια δημιουργός που στα περισσότερα έργα της -και δίνω βάση στο ‘‘The Piano’’ γιατί το ‘‘Power of the Dog’’ έχει κάποιες σχέσεις με το αριστούργημα του ‘93-, οι υποβαθμισμένες ηρωίδες της προσπαθούν να επιβιώσουν σε μια πατριαρχική κοινωνία η οποία έχει προκύψει ως προέκταση του καπιταλισμού και των διαφόρων ταξικών χασμάτων που έχει δημιουργήσει με το πέρασμα των ετών.
Εδώ πέρα αντιστρέφει ελαφρώς την κατάσταση, βάζει σε β’ χρόνο την Kirsten Dunst -καλή ερμηνεία, λίγο ανολοκλήρωτος ο χαρακτήρας της- και φέρνει σε πρώτο πλάνο την πηγή των βασάνων της ιδίας, του συζύγου της και του έφηβου γιού της, τον cowboy του Cumberbatch ο οποίος ενσαρκώνει όλη την τοξική αρρενωπότητα του macho μισογύνη bully γελαδάρη που αν και σπουδαγμένος, προτιμάει την άγρια ζωή του ράντσου, την παρέα των όμοιών του και κρίνει τα πάντα τριγύρω του με την απλοϊκή λογική του δυνατού/αδύναμου…
Και αν στο πρώτο μισό της ταινίας χτίζει σαρδόνια και με αρκετά αργούς ρυθμούς -λίγο πιο αργούς θα έλεγα εγώ από όσο χρειαζόταν- μια επερχόμενη ‘‘καταιγίδα’’, στο β’ μέρος θυμίζει ότι το δικό της western δεν χαρακτηρίζεται από την mach-ίλα του Cumberbatch, του Eastwood, του Wayne κτλ αλλά από μια ουσιαστική εσωτερική πάλη των χαρακτήρων η οποία είναι σαφέστατα πιο σύνθετη και πολύπλοκη από ένα τυπικό stand-off έξω από ένα saloon.
Παρ’ όλα αυτά, βρήκα ότι όντας και η ίδια σαν δημιουργός όπως είπα πολύ-θεματική, ε κάποιες θεματικές της άφησε λίγο ανεκμετάλλευτες ή μη ανεπτυγμένες, δίχως να κορυφώνονται παράλληλα με το δράμα όπως κάνει τόσο πετυχημένα και ο PTA στις ταινίες που την επηρέασαν για αυτήν εδώ… Εν τέλη όμως το βασικό θέμα της ταινίας -που αποκαλύπτεται στα μισά περίπου και δεν θέλω να το δώσω σαν spoiler-, αν και το έχουμε ξαναδεί και ίσως και πιο επιτυχημένα, δουλεύει μια χαρά μέσα στη ταινία. Αν κάποιος συγχρονιστεί με το slow burn της ή την ‘‘ελλειπτική’’ λογική της -λόγω ύφους, λόγω εποχής, λόγω καταστάσεων κτλ- η οποία δεν απαιτεί από τους χαρακτήρες υπερβολές αλλά όπως είπα, πολλές μικρές ‘‘βουβές’’ αδιόρατες στιγμές και βλέμματα που κουβαλάνε τα εσώψυχα τους χωρίς πολλές λέξεις, θα τον αγγίξει και το βασικό θέμα που ‘‘τρέχει’’ την ταινία από τη μέση και μετά…
Eπίσης το finale, αλλαγμένο από το βιβλίο, είναι μια εξαιρετική έμπνευση της Campion για μια απροσδόκητη ανατροπή που θα σηκώσει συζήτηση και θα εμβαθύνει ακόμα περισσότερο στον ψυχισμό των χαρακτήρων!
Φωτογραφία/σκηνικά κτλ, εξαιρετικά.
Ερμηνείες ξεχωρίζει ο Cumberbatch, ο οποίος μάλλον δίνει την καλύτερή του ερμηνεία σε ταινία μέχρι σήμερα. Φαινομενικά σε ξεγελάει ίσως αρχικά, αλλά είναι μια πολύ δύσκολη τελικά ερμηνεία καθώς απαιτεί μεγάλη εσωτερικότητα και δουλειά με το βλέμμα ή κάποιες μικρές εκφράσεις του προσώπου του, σε αντίθεση με μια πχ σωματική ερμηνεία ή κάτι που να βασίζεται σε πυκνό διάλογο. Βοηθάει πολύ το παρουσιαστικό του και η μορφολογία του προσώπου του -είναι σαν φίδι πως να το κάνουμε - αλλά και ο ίδιος δίνεται πλήρως στο ρόλο που ξεχνάς σχεδόν αμέσως τις πιο τυποποιημένες του ερμηνείες -και γενικότερα αυτή την τυποποιημένη Sherlock περσόνα που παίζει σχεδόν σε ότι του ζητηθεί τα τελευταία αρκετά χρόνια-… εξαιρετικός γενικά, δεν του το είχα να είμαι ειλικρινής!
Γενικά είναι μια δύσκολη ταινία που ενώ όταν την είδα, πριν 2 μέρες στο σινεμά, βγήκα λίγο μουδιασμένος και ίσως απογοητευμένος σε ένα μικρό βαθμό, μεγάλωσε με τις μέρες μέσα μου αρκετά…
Anyway, δείτε το όποιος ψήσει τέτοιου είδους σινεμά, έχει 12 χρόνια και η γυναίκα να κάνει ταινία δηλαδή, τιμήστε!
Από τις δυνατές αγγλόφωνες ταινίες για φέτος
η ταινια δε τελειωσε λιγο αποτομα???
Eμένα το βρήκα πολύ καλό το fnale ως το ότι τελείωσε πολύ απότομα και ασυμβίβαστα για western -όντας και η ίδια η ταινία ένα πολύ ασυμβίβαστο western-
Spoiler ahead
Summary
Ο Peter κάνει πραγματικότητα αυτά που αρχικά έλεγε -ως αφηγητής- στη ταινία σχετικά με την μητέρα του και το χρέος του να την προστατεύει, αφού εκμεταλλεύτηκε την καταπιεσμένη ομοφυλοφιλία του Phil για να τον βγάλει από τη μέση και έτσι παράλληλα, όπως έλεγε κ η παράγραφος από τη Βίβλο που διάβαζε, έγινε και το alpha dog της αγέλης -εξού και ο τιτλος-. Πολύ άμεσα, καθόλου ηρωικά, καθόλου ‘‘έντιμα’’ θα έλεγε κανείς αν το έβλεπε από την σκοπιά όχι του Peter…
Από την άλλη, το απότομο φινάλε με τον θάνατο του Phil -που πήγε σαν το σκυλί στο αμπέλι σε πολύ άμεσο χρονικό διάστημα-, έδωσε ένα παραπάνω πόντο τραγικότητας στην προσωπική του τραγωδία, που διάλεξε να προσποιείται κάτι που δεν είναι και έζησε τελικά μια καταπιεσμένη ζωή. Αυτό γιατί δεν έφυγε έχοντας συμφιλιωθεί με τίποτα ούτε έχοντας ανοιχτεί σε κανένα, αλλά άδοξα αθόρυβα και σε ένα βράδυ μόνος του…
Κατάφερα χθες να τελειώσω το The Power of the Dog, μιας και κατά την πρώτη απόπειρα το Σάββατο με πήρε ο ύπνος περίπου στα μισά. Πλήρης απογοήτευση.
Σκηνοθεσία: Το σκηνοθετικό δακτυλικό αποτύπωμα της Campion, έτσι όπως αυτό δημιουργήθηκε εν πολλοίς με τα Μαθήματα Πιάνου, είναι κατά κύριο λόγω το πάθος, και δευτερευόντως ένα κάποιο cruelty. Ένα πάθος απίστευτα αληθοφανές που αναβλύζει συνεχώς και από παντού, σίγουρα από τους πρωταγωνιστικούς χαρακτήρες αλλά και από την κίνηση της κάμερας της ίδιας. Υπάρχει πάθος στο TPotD; Nope. Υπάρχει κάτι στην ατμόσφαιρα που θα ήθελε να περάσει για πάθος αλλά δεν… Cruelty υπάρχει; Υπάρχει, αλλά φοβάμαι λίγο περισσότερο στυλιζαρισμένο από όσο θα έπρεπε. Και μετά έχουμε τα πανοραμικά PTA, τα οποία αν και οπτικώς θελκτικά, δυστυχώς είναι ξεκάρφωτα και κόβουν την όποια ροή της ταινίας σαν τις διαφημίσεις. Και τέλος έχουμε την προσπάθεια ύπαρξης συνεχούς σασπενς, επίσης PTA trademark. Ταιριάζει στο TPotD; Θα μπορούσε, αλλά απαιτούνται συγκεκριμένα directional skills και νομίζω είναι ξεκάθαρο ότι η Campion δεν τα έχει (τουλάχιστον στη συγκεκριμένη ταινία). Επίσης, ίσως ήθελαν λίγο καλύτερο δέσιμο τα κοντινά πλάνα σε αντικείμενα, μέλη του σώματος κτλ. με τα γενικά.
Σενάριο: Καλό σαν βασική πλοκή, αλλά αφήνει τους χαρακτήρες επίπονα δισδιάστατους, μην πω μονοδιάστατους. Προσωπικά μιλώντας δεν μπόρεσα να συναισθανθώ κανένα τους, με εξαίρεση ίσως λίγο τον χαρακτήρα του Plemons. Ναι, μαθαίνουμε πράγματα για το παρελθόν τους, αλλά προσωπικά δεν μπόρεσα να τα συνδέσω με το παρόν τους, και να δικαιολογήσω γιατί φέρονται όπως φέρονται. Έμειναν απλές πληροφορίες χωρίς ουσιαστικό αντίκτυπο.
Φωτογραφία: Πολύ καλή, τόσο στο άγριο και αφιλόξενο περιβάλλον της Νέας Ζηλανδίας (aka Μοντάνα) όσο και indoors, όπου μπορούσες σχεδόν να μυρίσεις την βαριά μυρωδιά του ξύλινου σαλονιού με τους παραφορτωμένους με βαλσαμωμένα κεφάλια ζώων τοίχους του ή ενός υπνοδωματίου τίγκα στη σκόνη και στα ξύδια.
Μουσική: Δεν συγκράτησα τίποτα πέραν κάποιων ενοχλητικών high pitch στιγμών, προς υποβοήθηση του σασπένς που αναφέρθηκε και παραπάνω.
Ερμηνείες: Βρήκα τον Phil του Cumberbatch σκέτη απογοήτευση. Δεν υπήρξε λεπτό που να μην σκέφτομαι ότι βλέπω τον ηθοποιό να ερμηνεύει τον ρόλο με έναν τόσο θεατρικό τρόπο, που σε φάσεις μου προκαλούσε και αμηχανία. Για παράδειγμα, μιας που ανέφερα πιο πάνω τον PTA, στο There will be blood, o DDL υπάρχει μόνο στους τίτλους, ενώ ο Plainview, παντού, σε κάθε λεπτό της ταινίας. Η Dunst, σε μια από τις πολύ άτυχες στιγμές της καριέρας της, στα ¾ της ταινίας εκβιάζει συνεχώς το συναίσθημα, χωρίς όμως αποτέλεσμα (απίστευτα cringy σε 1-2 σκηνές). Ο Plemons (George Burbank) ωραίος και in character, αλλά βέβαια πάντα μου ερχόταν στο μυαλό ο Hoffman για κάποιο λόγο. Και φτάνουμε και στην αποκάλυψη της ταινίας, τον ηθοποιό που παίζει τον υιό Pete. Εξαιρετικός, δωρικός στις εκφράσεις του, με απίστευτα διαπεραστικό βλέμμα και weird κορμοστασιά και κίνηση. Μάλλον θα τον ξαναδούμε σύντομα κάπου.
Συμπέρασμα: Σε ό,τι αφορά στις ταινίες, το Netflix έχει αρκετά ψωμιά να φάει ακόμα για να κατακτήσει αυτό το «κάτι» που κάνει μια παραγωγή αμερικάνικου στούντιο να ξεχωρίζει κυρίως καλλιτεχνικά (δεν αναφέρομαι σε European arthouses γιατί δεν νομίζω ότι τα στοχεύει καν με το ραντάρ του, με μόνη ίσως εξαιρεση το εκπληκτικό Roma. Αλλά μάλλον μιλάμε για την εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα). Κατά τα άλλα, Ιρλανδός και βλέπουμε.
Και με την παρέα που πήγαμε τις προάλλες πάντως, αυτή ήταν η γνώμη πάνω κάτω των περισσοτέρων πλην εμένα και μιας φίλης που μας ‘‘έπιασε’’ η ταινία σε ένα Α βαθμό…
Δεν διαφωνώ σε τίποτα, μόνο να πω ξανά ότι κάποια στοιχεία όπως ο Cumberbatch -ο οποίος είναι όντως πολύ θεατρικός- ή η μουσική, το προσωπικό δράμα Phil δούλεψαν για εμένα, όπως και σε μεγάλο -αλλά όχι απόλυτο βαθμό- η σκηνοθεσία.
Αλλά ναι, είναι τέτοια ταινία που δεν περιμένω και εγώ ότι θα δουλέψει για όλους -γιατί όντως, ειδικά στην πολύ-θεματική της και στην ανάπτυξη των λοιπών χαρακτήρων, έχει ελλείψεις και σκαμπανεβάσματα-…
Είδα Spiderman no way home. Περισσοτερα όταν την δούνε κι άλλοι.
Περιληπτικά: βαρετά πρώτα 25 λεπτά μετά δεν παίρνεις ανάσα
Προσεξτε τα spoiler
Το είδα και γω μόλις.
Πολύ ωραίο.
Summary
Σε στιγμές λίγο πιο γκουφη αποτι θα το θελα (προσοχή, άλλο το αστείο και άλλο το γκουφη), αλλά σε γενικές γραμμές μια ομορφιά.
Summary
Πρέπει να στήσουν άγαλμα στον Λορντ και το Μίλλερ γιατί έτσι και δεν είχε καθολική αποδοχή το into the spiderverse, δε νομίζω καθόλου να την βλέπαμε αυτή την ταινία
κανεις αλλος δεν το ειδε ακομα;!
Eμείς κυριε είμαστε κουλτουριάρηδες δεν βλέπουμε τέτοια…
Αυτη την βδομάδα εχει matrix να φαμε την κρυάδα μας και την αλλη spidy