
Dream Theater - Parasomnia
Αναρωτιέμαι τελικά, την επιστροφή αυτή την είχαν περισσότερο ανάγκη οι Theater, ο Portnoy ή εγώ;
Από τον Βλάση Λέττα
Έχουμε 1997, ο πιτσιρικάς τότε εαυτός μου κάνει την καθιερωμένη βόλτα του στα Metropolis (τίποτα δεν είναι τυχαίο στη μουσική που ακούμε) και Rock City με σκοπό να γυρίσει σπίτι για άλλη μια φορά με όσα λιγότερα χρήματα αλλά και όσες περισσότερες μουσικές μπορεί. Ο κύριος στο κατάστημα, που πάντα ρωτούσε για συμβουλές, προτείνει ένα δίσκο με περίεργο εξώφυλλο, ένα κοριτσάκι και μια καρδιά που καίγεται σε καμία περίπτωση δεν παραπέμπει στα metal πράγματα που μέχρι τότε έμπαιναν στην τσάντα του. Μέχρι να φτάσει στο σπίτι, με το Α9 λεωφορείο, έχει ξεφυλλίσει το βιβλιαράκι, όπως ήταν τότε το συνήθειό του, έχει διαβάσει στίχους, μέλη, thanks list και όπως πάντα ανυπομονεί γιατί είναι απόλυτα σίγουρος ότι θα ακούσει ένα καταπληκτικό άλμπουμ από άλλη μια μπάντα που θα γίνει αγαπημένη του. Γιατί αυτός ήμουνα και είμαι, των άκρων. Φτάνοντας στο σπίτι έβαλα το “Images And Words” να παίξει και έκατσα στον καναπέ του σαλονιού (μόνο εκεί υπήρχε στερεοφωνικό) για να ακούσω. Όχι, δεν περίμενα αυτό που ήρθε. Σε καμία περίπτωση. Ρε ήμουνα παιδάκι, ηλικιακά και μουσικά. Αν και αγόραζα δίσκους ασταμάτητα, είχα πιάσει τους κλασικούς, τα βασικά του power και λίγο thrash. Το σοκ που ακολούθησε την πρώτη ακρόαση έγινε ακόμα μεγαλύτερο στην εικοστή και όσο πιο άμεσα μπορούσα ξανακατέβηκα για ν’ αγοράσω “Awake”, “A Change Of Seasons” και “Falling Into Infinity”. Ακόμα και σήμερα δεν μπορώ να εντοπίσω το λόγο που δεν πήρα και το “When Dream And Day Unite”. Το πρώτο τους άλμπουμ που αγόρασα με το που βγήκε ήταν το “Scenes From A Memory”, δεν ξέρω πόσο ρόλο έχει παίξει αυτό στο ότι είναι ο δίσκος που θεωρώ αγαπημένο μου πάνω από οποιοδήποτε άλλο. Fast forward στο κάπου αρκετές μέρες πριν απ’ το σήμερα όπου στα «χέρια» μου φτάνει το “Parasomnia”. Δεν ξέρω γιατί, ή μάλλον ξέρω αλλά άστο για λίγο πιο μετά, μα είναι η πρώτη φορά εδώ και πολλά χρόνια που ανυπομονώ σαν τρελός να ακούσω δίσκο Theater, που ζηλεύω τους φίλους μου που πάνε έξω να τους δουν, που ψήνομαι έντονα να ακυρώσω τα μαθήματα της μέρας για να κλειστώ σπίτι και να το απολαύσω. Έχω ακριβώς εκείνο το συναίσθημα, ότι θα ακούσω ένα καταπληκτικό άλμπουμ από μια μπάντα που θα ξαναγίνει η αγαπημένη μου.
Η επιστροφή του Portnoy κάτι σημαίνει, κάτι κλείνει και κάτι ανοίγει ξανά, μα ακόμα περισσότερο για μένα, αλλά είμαι πολύ σίγουρος ότι και για αρκετούς άλλους, κάτι ξυπνάει. Είναι άσχημο να μην έχεις αγαπημένη μπάντα, σε γερνάει, βάλτε το αυτό σαν παράμετρο στη σκέψη σας όταν πιάνετε το γιατί με καθαρά, μηχανιστικά κριτήρια. Δεν είμαστε AI, και ευτυχώς θα πω. Το “Parasomnia” είναι η σφραγίδα της επιστροφής, είναι το ελιξίριο μακροζωίας για την μπάντα, τη σχέση σου μαζί της αλλά και με τον πιτσιρικά εαυτό σου. Έτσι θα το αντιμετωπίσω, γιατί έτσι θέλω, και ευτυχώς θα πω και πάλι.
Ο δίσκος ανοίγει με το instrumental “In The Arms Of Morpheus”, εισαγωγή αλλά δε σε βάζει στο δίσκο μόνο, σε πάει πίσω στο 1999 σε χρόνο μηδέν. Έχει την αύρα, τη σινεματική μελωδία που μας συστήνεται και θα μας επισκέπτεται ξανά και ξανά στην πορεία και ένα ξυπνητήρι που μας ξυπνάει από έναν ύπνο που κράτησε πάρα πολύ. Το πρώτο ριφ του “Night Terror” σκορπάει την μαυρίλα του παντού, πηχτή, για να μπει μετά τόσο επιθετικό όσο έχει να γίνει από την εποχή του “Glass Prison”. Ρεφρέν που έχει κολλήσει και δεν ξεκολλάει από το μυαλό με τίποτα, πόσο καιρό έχω να το πάθω αυτό μαζί σας, πόσο μου έλειψε! Όταν εκεί, περίπου στο επτάλεπτο, το σόλο κορυφώνεται μια ανατριχίλα διαπερνά το είναι μου, και αυτό γιατί είναι κι εκείνος εκεί στα τύμπανα, και τον ακούω, τον ξέρω. Ένα δεκάλεπτο τραγούδι που περνάει στο τετράλεπτο, λες και λυγίσανε το χρόνο οι μπαγάσες.
Το “A Broken Man” γράφτηκε στη μητρόπολη της μουσικής με τη μεγαλοπρέπεια και την αρτιότητα που της αρμόζει. Να τη πάλι αυτή η στοιχειωτική μελωδία που σκορπάει τον τρόμο της νύχτας στο μυαλό και περνάει στην καρδιά σου. Στο “Dead Asleep” έρχεται ξανά αλλά με βιολί, ανοίγει το δρόμο για ένα καταπληκτικό μεταλικό κομμάτι που ωθεί το χέρι να δυναμώσει και το σβέρκο να κινηθεί ρυθμικά. Το σόλο του Petrucci εδώ είναι τόσο πορωτικό που συναγωνίζεται στα ίσια το τρομερό ριφ.
Ώπα, θα κάψεις τα ηχεία σου! Ναι, έτσι πρέπει, όταν η κιθάρα του θεού καταθέτει την αγάπη της για τον Mustaine, το πας όσο πάει. Τα βήματα που θα περπατήσεις μαζί με τον μεσσία του μεσονυκτίου θα σε φέρουν σε γνωστά λημέρια, από το παρελθόν που τόσο αγαπάς. Ζούμε άραγε σε όνειρο ή το όνειρο πήρε ζωή απ’ την ελπίδα; Δεν ξέρω, αλλά ξέρω ότι το “Bend The Clock” είναι μια υπέροχη μπαλάντα που μας θυμίζει πως είναι η μαγεία που εκπέμπουν οι συναισθηματικές, μελωδικές στιγμές των Dream Theater. Οι επιρροές των Queensryche δε χρειάζεται να κρυφτούν και λειτουργούν τέλεια στην πορεία του κομματιού. Όσοι λένε ότι έχω μερακλώσει και τραγουδώ παράφωνα τη ρεφρενάρα που σκατά είναι κρυμμένοι και με παρακολουθούν;
Κάπου εκεί έρχεται η ώρα για το μεγάλο έπος. Αυτό που θα κλείσει το δίσκο τόσο εμφατικά που θα δημιουργήσει καινούργιους θρύλους κάτω από αυτό το τεράστιο όνομα. Θα έλεγα ότι το “The Shadow Man Incident” χωρίζεται σε τέσσερα κομμάτια. Στα πρώτα πέντε λεπτά αναπτύσσεται το ορχηστρικό εισαγωγικό μέρος με σαφείς αναφορές στον πρώτο τους, περίπου, δίσκο και ανάπτυξη που φέρει την υπογραφή του παρελθόντος. Μπαίνοντας στο βασικό κορμό ο Labrie οδηγεί την ιστορία μέσα από μια σκοτεινή κλιμάκωση, ταιριαστή με το horror θέμα μέχρι να ανέβουν οι ρυθμοί μιας ιδιαίτερα θεατρικής σύνθεσης. Εκεί που το πράγμα ξεφεύγει είναι στο τρίτο μέρος. Το ορχηστρικό όργιο ξεκινάει λίγο μετά τα δέκα λεπτά και η μία υπέροχη ιδέα διαδέχεται την άλλη σε ένα εντυπωσιακό κρεσέντο έμπνευσης, έναν πόλεμο ανατροπών και βιορτουόζικων εκτελέσεων όπου κάθε όργανο μάχεται ενάντια στη στασιμότητα και τα όρια με άρμα το όνειρο. Στα τελευταία τέσσερα λεπτά το κομμάτι επανέρχεται στη βάση του για να οδηγηθεί ομαλά, όπως ακριβώς πρέπει στο τέλος, με αυτή την ανατριχιαστική μελωδία. Αυτό κι ο δίσκος μαζί. Wake up.
Αυτό είναι το “Parasomnia”. Θες να πούμε για τα αρνητικά; Θες να πούμε ότι δεν αλλάξανε τη μουσική με αυτό; Να σου πω κάτι, δεν πειράζει. Ας την αλλάξει κανείς άλλος τη μουσική, αυτή τη φορά. Θες να πούμε ότι ο Labrie δεν απογειώνει το υλικό; Ούτε αυτό πειράζει, είναι η χροιά του που έχω συνδέσει με μουσικές που έχω αγαπήσει όσο λίγες, ή και καμιά.
Για κάποιο λόγο όμως νιώθω ότι περιμένεις να σου πω τώρα τί διαφορετικό έφερε τελικά το “Parasomnia” σε σχέση με το προηγούμενο άλμπουμ. Οκ, θα το κάνω παρά το ότι δεν είμαι σίγουρος γιατί. Η επιστροφή του Portnoy έφερε μαζί της την ανάγκη το νέο υλικό να συνδεθεί με το δισκογραφικό παρελθόν της μπάντας, το βαθύ παρελθόν, το τότε που μεσουρανούσαν. Έτσι ο ήχος είναι πιο βαρύς από το προηγούμενο και το κλίμα πιο σκοτεινό. Από τα ριφ μέχρι το πώς τα διαχειρίζονται στην πορεία, το θέμα, το artwork, υπάρχει παντού μια ατμόσφαιρα που παραπέμπει στο “Train Of Thought” και το “Scenes From A Memory”. Μετά είναι οι μελωδίες. Δεν είναι η πρώτη φορά που ανατρέχουν στο παρελθόν για να δομήσουν τις μελωδικές τους γραμμές αλλά τώρα το έχουν κάνει καλύτερα και με το παρελθόν τους μέσα στην μπάντα. Τέλος υπάρχει και ο Mike. Ο φυσικός ηγέτης της μπάντας έφερε μαζί του τρία πολύ βασικά πράγματα. Πρώτον, έκανε τα τύμπανα πιο οικεία, πιο γνωστά, κάθε χτύπημα ξυπνάει μνήμες. Δεύτερον τα παιξίματα του αναπνέουν περισσότερο από αυτά του Mangini, είναι πιο κατανοητά γιατί είναι λιγότερο πιεσμένα με αποτέλεσμα να με αφήνουν να τον ακολουθήσω πιο εύκολα στο ρυθμό του. Αυτό είναι που πολλές φορές μεταφράζουμε με μια γρήγορη ανάγνωση ως πιο «γκρουβάτο» παίξιμο. Τέλος στην μίξη του άλμπουμ τα τύμπανα έχουν έρθει πιο μπροστά με αποτέλεσμα να επιβάλλουν περισσότερο το χορό που ξεδιπλώνουν. Χρειάζονταν, όλα. Από εκεί και πέρα ο τρόπος που παίζει ο Petrucci έχει αλλάξει πολύ λίγο και μόνο σε σημεία, ο Rudess έχει προσθέσει ιδέες με ταιριαστό χαρακτήρα αλλά χωρίς να ανατρέπει το περιεχόμενο, ίσως πολύς κόσμος να του το καταλογίζει αυτό - εγώ όχι, τουλάχιστον όχι τώρα και ο μόνος που νομίζω ότι έχει δώσει λιγότερα σε αυτό το άλμπουμ απ’ότι στο προηγούμενο, αλλά και τα πολύ προηγούμενα, είναι ο Myung.
Είναι αρκετά αυτά για να δούμε τους Dream Theater του 2025 σαν άλλη μπάντα; Όχι. Είναι αρκετά τουλάχιστον για τον ενθουσιασμό που απλώνεται στο σήμερα; Μα δεν ήταν ποτέ αυτός ο λόγος. Από πριν υπήρχε η φλόγα, το “Parasomnia” την έκανε, ή την άφησε να γίνει πυρκαγιά.