Α, μάλιστα. Κάπου το χε πάρει το μάτι μου, πρέπει να χα δει και το τρέηλερ, αλλά τελικά δεν το δα, μάλλον λόγω στρατού. Θα το τσεκάρω, αν και δεν πιστεύω να ξεφεύγει απ’ τα βρετανικά κλισέ του είδους. Υποψιάζομαι ότι το κύριο θέμα θα έχει να κάνει με την “εξιλέωση της ένοχης συνείδησης του τρομοκράτη” ή κάτι τέτοιο.
Ναι, κάποιες τις έχω δει μάλιστα, κάτι τέτοιο εννοούσα.
Θα τις δοκιμάσω κι αυτές.
…αυτό το ανάλαφρο Ελληνικό…τίποτε το σπουδαίο, αλλά είχε το γούστο του, και δυο κουκλάρες
:):!:
Γι’αυτή δε μπορώ να γράψω και πολλά. Είναι μία απ’τις καλύτερες της χρονιάς, μου άρεσε αν και ήταν κάπως too classic για τα γούστα μου. Δεν είμαι ούτε εγώ φαν του DiCaprio, δε μπορώ να πω ότι τον μισώ κι όλας, ούτε κρύο ούτε ζέστη, παραδέχομαι πως παίζει καλά όμως. Η ταινία είναι σχεδόν μεγαλειώδες θα έλεγα, καταφέρνει και μας μεταφέρει στην εποχή και προσφέρει πανέμορφες εικόνες (ειδικά μέσα στη πόλη). Σε συνδιασμό με το κατά κάποιο τρόπο ρομαντικό σενάριο, σε κάνει να αναρωτιέσαι πότε πέρασαν οι 2 ώρες και να θέλεις κι άλλο, τουλάχιστον ένα καλύτερο τέλος.
Αυτή τη λιβάνιζα πριν απ’το καλοκαίρι. Έχει να κάνει με έναν συγγραφέα ο οποίος πρέπει να γράψει βιβλίο για τις γυναίκες, μόνο που δεν έχει ιδέα απ’αυτές. Ξεκινάει λοιπόν, ονειρεύεται, κι όταν ξυπνάει βρίσκεται με μία που κάνει ακριβώς αυτά που γράφει. Ευχάριστη ταινιούλα, αν και δεν δίνει κάποια εξήγηση σε όλα όσα βλέπουμε, χωρίς αυτό να τη χαλάει και τόσο. Τελικά ακόμα κι αν ελέγχαμε απόλυτα τις γυναίκες, πάλι δε θα είμασταν ευχαριστημένοι.
Αυτή πάλι όπως και το 2046 του ίδιου σκηνοθέτη, μου άρεσε περισσότερο για το τρόπο που γύριστηκε, ο οποίος είναι very artistic με τους φωτισμούς κλπ, παρά για την ιστορία. Το σενάριο κάπου φάνηκε λιγάκι μικρό κι άδειο όπως και οι διάλογοι, και το βλέπουμε με τους χαρακτήρες στο μπαρ που δούλευε η πρωταγωνίστρια. Δε μπορώ να πω ότι θα μου μείνει αξέχαστη, πιο πολύ ο ρόλος του Jude Law ξεχώρισε.
Καιρό είχα να δω τόσο μεγάλη πίπα.
Μείνετε μακριά.
Χθες κατέβασα να τη δω. Τόσο πατάτα?..και φαινόταν καλή. Anyway, σήμερα θα το διαπιστώσω.
Ειδα μεσα στο Σ/Κ [B]Iron Man 3[/B], ειχα ακουσει αρνητικα σχολια, ωστοσο το βρηκα το καλυτερο Iron Man μεχρι τωρα, μ’αρεσε αρκετα που το προσεγγιζαν απο την πιο “ανθρωπινη” πλευρα. Επισης, τεραστιος Μπεν Κινγκσλευ και παλι, τον αγαπαω αυτο τον ανθρωπο.
Επισης, ειδα και [B]Italian Job[/B] και [B]The Lookout[/B], και τα δυο heist stories, πολυ καλα, αν και διαφορετικο στυλ. Το πρωτο πιο φανταχτερο και με περισσοτερο ρυθμο και χιουμορ μεσα, το δευτερο αρκετα πιο σκοτεινο, χωρις υπερβολες και εφετζιδικα σκηνικα, αλλα επισης παρα πολυ καλα στημενο. Και εχει και εναν θεουλη Τζεφ Ντανιελς μεσα ως δευτερευων χαρακτηρα (παιζει τον τυφλο κυνικο συγκατοικο του Γκορντον-Λεβιτ) να κλεβει ανετα την παρασταση.
…αυτό το καλούλι
…αυτός ο Τάουσεντ, έχει παίξει τον ΛενΣταντ και στην ‘‘Συμορία’’…εδώ τουλάχιστον είναι πολύ καλός, όπως και η Λένα Ολίν…η μακαρίτησα η Αλάηγια…ολίγον τι άχαρη στον κύριο ρόλο
:):!:
Shaun of the Dead
Hot Fuzz
Paul
Τucker & Dale vs Evil.
τρελό γέλιο -παρανοϊκό χιούμορ- ΕΓΚΡΙΝΩ!!!
“ΟΙ ΝΥΧΤΕΣ ΜΟΥ ΜΑΚΡΙΑ ΣΟΥ” (αν και ο αγγλικός τίτλος μεταφράζεται…διαφορετικά!)
Δεν ξέρω πόσοι από σας τη χαρακτηρίζετε αριστούργημα ή απλώς…μια καλή/υποφερτή ταινία…
ΕΓΩ την είδα πάνω από…20 φορές (χωρίς πλάκα!). ΚΑΤΙ έχει που…με τραβάει. Κάτι…
Χωρίς περαιτέρω σχόλια…
μάλιστα…χμμμμμ, ε τότε για -πιο ολοκληρωμένο εικαστικά/σεναριακά- καλύτερο αποτέλεσμα σκηνοθετικής δουλειάς, δοκίμασε το πρώιμο του ίδιου σκηνοθέτη [B]In The Mood For Love (ΕΡΩΤΙΚΗ ΕΠΙΘΥΜΙΑ)[/B]. Τουλάχιστον αξέχαστη μουσική και πλάνα…
No thanks, μετά το 2046, αυτό και το φετινό The Grandmasters, νομίζω ότι δε θέλω κάτι άλλο απ’τον ίδιο.
ήρθε και έδεσε .
Salvador (Puig Antich)
Αληθινη ιστορια του τελευταιου θυματος του αναρχικου κινηματος της Καταλονιας,Σαλβαδορ.
Οι κατασκευασμενες κατηγοριες με τις οποιες καταδικαστηκε σε θανατο και οι συνθηκες κρατησεις του στην Ισπανια του Φρανκο
[B]Shadow Dancer (2012)[/B]
Άλλη μια ταινία σχετική με IRA.
Είναι το έτος 1992 και ανάμεσα σε Βρετανία και Ιρλανδία έχουν ξεκινήσει οι συνομιλίες που λίγα χρόνια αργότερα ( 1998 ) κατέληξαν στην “Good Friday Agreement” - συνοπτικά, την επίσημη “συμφιλίωση” ανάμεσα στις δύο κυρίαρχες πολιτικές παρατάξεις στη Β. Ιρλανδία: από τη μία τους (φιλοβρετανούς και προτεστάντες) Ulster loyalists και από την άλλη τους κατά κύριο λόγο καθολικούς και υπέρ της ιρλανδικής ενοποίησης republicans. Ο IRA βρίσκεται ελάχιστα βήματα πριν την επίσημη αναγνώριση της κυβέρνησης της Β. Ιρλανδίας και την εγκατάλειψη της ένοπλης πάλης, και πλησιάζει το τέλος της εποχής των “Ταραχών”. Και ενώ η “βάση” του IRA αντιμετωπίζει ολοένα και περισσότερο το δίλημμα του τι να κάνει (να αποδεχτεί τη γραμμή της ηγεσίας και να αφήσει τα όπλα, ή να αποκηρύξει την “προδοσία” και να συνεχίσει τον πόλεμο χαρακωμάτων), μία μαχήτρια του IRA (η οποία μάλιστα βρίσκεται σ’ ένα περιβάλλον ακριβώς στο επίκεντρο αυτής της αντιπαράθεσης) συλλαμβάνεται από τις βρετανικές μυστικές υπηρεσίες, οι οποίες της θέτουν άλλο ένα δίλημμα: ή να πάει φυλακή και να χάσει το γιο της, ή να κρατήσει την ελευθερία της με αντάλλαγμα να δεχτεί να γίνει χαφιές των Βρετανών. Εκείνη διαλέγει το δεύτερο…
[SPOILER]Η ταινία σε πρώτη ανάγνωση βγάζει μια διάχυτη μελαγχολία για τις τραγικές επιπτώσεις της πολύχρονης σύγκρουσης στους πρωταγωνιστές της, για τα σπίτια που ρημάξανε, τις ενοχές και όλα αυτά τα κλισέ. Σκαλίζοντας λίγο παραπάνω, μου φαίνεται ότι αυτό που στην ουσία βγάζει είναι μια βρετανική ανακούφιση. Στο μυαλό των Βρετανών εν έτει 2012, ο “εχθρός” στο πρόσωπο των μαχητών του IRA ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ‘90 μοιάζει κουρασμένος, τσακισμένος, αδύναμος, ακίνδυνος, θνησιγενής. Έτσι νιώθουν πλέον ότι έχουν την πολυτέλεια να γυρίζουν ταινίες στις οποίες σχεδόν δε διακυβεύεται τίποτα απολύτως. Απ’ όλα έχει ο μπαξές: από κλασσικούς απάνθρωπους τρομοκράτες του IRA (για να μην ξεχνιόμαστε), από συμπαθητικές ηττοπαθείς φιγούρες του IRA που προσπαθούν να ξεφύγουν από όλη αυτή την ιστορία (γιατί πάνω απ’ όλα αναγνωρίζουμε το ανθρώπινο στοιχείο), μέχρι κυνικά και αδίστακτα ηγετικά στελέχη στις βρετανικές μυστικές υπηρεσίες (γιατί είμαστε και πολύ large και δεν τραβάμε κανένα ζόρι να κράξουμε και τους δικούς μας “κακούς”) όπου πάντως, πάντα βρίσκεται και ένας καλός πράκτορας έτοιμος να κάνει “το σωστό” (γιατί έτσι).
Το θέμα είναι ότι όλα όσα συμβαίνουν, όσο δραματικά κι αν είναι για τους πρωταγωνιστές, έχεις μονίμως την αίσθηση ότι δεν έχουν καμία απολύτως σημασία. Ότι στην ουσία όλα έχουν τελειώσει, ότι εδώ πέρα καθαρίζουμε με κάποιες τελευταίες “εκκρεμότητες”, και μετά πάμε γι’ άλλα, και γενικώς χέστηκε η φοράδα στ’ αλώνι. Η ταινία μοιάζει με επικήδειο. Αλλά όχι έναν οποιονδήποτε επικήδειο. Έναν επικήδειο που εκφωνείται από τον πιο άσπονδο “φίλο” του νεκρού, ο οποίος στο λόγο του λέει πράγματα τύπου “είχαμε τις διαφορές μας, και πάντα ήμουν αυτός που είχε δίκιο, αλλά πάντα εκτιμούσα και την αποφασιστικότητά του…”, και γενικώς ανάμεσα στα όμορφα λόγια και τις καλυμμένες μπηχτές τονίζει συνεχώς την ανωτερότητά του και τη συγκατάβασή του. Εγώ σ’ αυτό τον επικήδειο ένιωθα λίγο σαν τον γνωστό του νεκρού που η σχέση μας ήταν ούτε κρύο ούτε ζέστη, αλλά σ’ όλη τη διάρκεια του λόγου κοιτάω τον “φίλο” του με μισό μάτι και εύχομαι να σηκωνόταν ο νεκρός απ’ το φέρετρο, μόνο και μόνο για να δω τη φάτσα του “φίλου”. Το παραπάνω δεν είναι άκυρη παρομοίωση: καμιά φορά, βλέποντας όλες αυτές τις βρετανικές παραγωγές που αντιμετωπίζουν το τόσο πρόσφατο παρελθόν με μια τέτοια αίσθηση σιγουριάς, αναρωτιέμαι μήπως ο IRA έχει στήσει στους Βρετανούς μια σατανική πλεκτάνη. Μήπως τους έχει πείσει εντελώς ότι όλα τελείωσαν, ότι ένοπλη δράση τέλος, μόνο και μόνο για να τους πιάσει εντελώς στον ύπνο κάποια στιγμή στο μέλλον με το επόμενο “μπαμ”. Με μια δόση υπερβολής θα έλεγα ότι θα θελα να δω κάτι τέτοιο να συμβαίνει, μόνο και μόνο για να δω μετά πόσο αστείες θα μοιάζουν κάτι τέτοιες, τόσο σοβαροφανείς και δήθεν αμερόληπτες παραγωγές.
Anyway… αν κάποιος αντιμετωπίσει αυτή την ταινία με πιο χαλαρή διάθεση, σα να βλέπει άλλο ένα θρίλερ, δεν είναι κακή. Έχει πολύ καλή κλιμάκωση η οποία έρχεται μετά από ένα αρκετά δουλεμένο χτίσιμο της δέουσας ατμόσφαιρας, και το σενάριο είναι στεγανό. Όσο για τις ερμηνείες, είναι λίγο hit-or-miss. Ο Κλάιβ Όουεν στο ρόλο του Βρετανού πράκτορα είναι κλασσικός Κλάιβ Όουεν των τελευταίων… ούτε γω ξέρω πόσων χρόνων (σχεδόν ανέκφραστος και σε κάνει να βαριέσαι ακόμα και που βλέπεις τη μάπα του), και όλο το βάρος της ταινίας πέφτει στην κοπελιά απ’ το Μπέλφαστ, που μου διαφεύγει το όνομά της αλλά είναι εξαιρετική. [/SPOILER]
Ντεντ, αν το δες τελικά, πες μου τη γνώμη σου ε.
[B]Brothers (2009)[/B]
The hint is in the title.
Δύο αδέρφια (Μαγκουάιρ - Τζίλενχαλ). Ο ένας, πεζοναύτης λοχαγός. Η ζωή του είναι τέλεια. Όλοι γύρω του τον σέβονται, η γυναίκα του είναι η καλύτερη γκόμενα και έχει μάτια μόνο για πάρτη του, οι κοράκλες του τον λατρεύουν, ο πατέρας του (απόστρατος του λόγου του) τόσο περήφανος γι’ αυτόν που ακόμα κι όταν θέλει να το κρύψει δεν μπορεί. Είναι ο ορισμός του καλού παιδιού. Ο άλλος, loser με L κεφαλαίο. Ρεμάλι, μπατίρης, σχεδόν αλκοολικός, μπαινοβγαίνει στη φυλακή. Το μαύρο πρόβατο της οικογένειας. Ο μόνος που του φέρεται καλά είναι ο πετυχημένος αδερφός του.
Μέχρι που όλα ανατρέπονται, όταν φτάνουν νέα ότι το στρατιωτικό ελικόπτερο όπου ήταν μέσα ο λοχαγός μας, συνετρίβη κάπου στο Αφγανιστάν και κανείς ζωντανός δε βρέθηκε.
[SPOILER]Μεγάλη χαμένη ευκαιρία αυτή η ταινία.
Θα μπορούσε να είναι πολύ μεγάλη ταινία, χωρίς υπερβολή. Μέχρι λίγο πριν το τέλος, αργά αλλά μεθοδικά, γκρέμιζε έναν-έναν όλους τους μύθους γύρω απ’ τους οποίους είναι χτισμένες η σιγουριά και η περηφάνεια του μέσου Αμερικάνου. Η αμερικάνικη επέμβαση στο Αφγανιστάν εξετάζεται με όρους -σχεδόν- Βιετνάμ. Η Αγία Αμερικάνικη Οικογένεια ως μια λαμπερή βιτρίνα που από πίσω της κρύβεται ένα βυρσοδεψείο ή κάτι τέτοιο. Ως ένα σαθρό οικοδόμημα, που κλυδωνίζεται, και αντέχει μεν, αλλά οι κάτοικοί του προτιμούν να το δουν να καταρρέει και να γίνεται στάχτη, παρά να αποκαλυφθεί τι βρίσκεται πίσω απ’ τη βιτρίνα. Η διαλεκτική ανάμεσα στις σκηνές της ειρηνικής ζωής “back home” και τον πόλεμο στο Αφγανιστάν, αυτό το αγαπημένο κλισέ του Αμερικάνου (“πολεμάμε στην άλλη άκρη του κόσμου για να διαφυλάξουμε τον τρόπο ζωής μας”) αποδίδεται αντεστραμμένα ως προς το περιεχόμενο, με τρόπο ιδιοφυή. Α, και το όνομα του πρωταγωνιστή είναι ΣΑΜ.
Δώρο άδωρο όλα τα παραπάνω. Μέσα σε λίγα λεπτά στο τέλος η ταινία, υποκύπτοντας στην πίεση του “σκληρού πυρήνα” της αμερικανικής ιδεολογίας, δίνει μια στην καρδάρα με το γάλα, τα κάνει όλα πουτάνα, και την ίδια στιγμή ξαναχτίζει όπως-όπως όλα όσα γκρέμιζε μέχρι εκείνη τη στιγμή. Ξαφνικά στο τέλος αποκαθίσταται η πίστη, οι “δαίμονες” έτσι απλά ξορκίζονται, και η αίσθηση είναι ότι το μήνυμα είναι ένα: λίγη συμπάθεια για τον Αμερικάνο Πεζοναύτη. Ό,τι κι αν έχει κάνει. Όσο κι αν έχει ξεγυμνωθεί. Δεν υπάρχει τίποτα που να μην μπορεί να ξεπεραστεί, όταν υπάρχει ΠΙΣΤΗ.
Και δεν είναι ότι δεν έχουν δικαίωμα οι άνθρωποι να νιώθουν έτσι γι’ αυτούς που βλέπουν ως σύμβολα του πατριωτισμού τους και της ισχύος τους (όπως κι αν τους βλέπει ο υπόλοιπος κόσμος). Απλά το ότι φτάνουν στα ίδια, μια ζωή, συμπεράσματα, μέσα από μια τέτοια διαδρομή, δείχνει απλά την υποκρισία τους. Καλύτερα να δεις ξέρω γω το “Ήμασταν Κάποτε Στρατιώτες”. Ή τους “Πράσινους Μπερέδες” του Τζων Γουέην.
Κρίμα, πραγματικά. Απ’ ότι είδα πρόκειται για ριμέηκ δανέζικης παραγωγής με τον ίδιο τίτλο, λίγα χρόνια πριν. Θα κοιτάξω να δω αυτό το ορίτζιναλ, μήπως κρατάει μια πιο συνεπή και ειλικρινή στάση.
Πάντως, ο Μαγκουάιρ είναι φανταστικός.
Και οι Τζίλενχαλ και Πόρτμαν επίσης τα δίνουν όλα.
[/SPOILER]
Football is a beautiful game. It needs to be played beautifully.
Εξαιρετικά καλογυρισμένη ταινία βασισμένη σε ένα μέρος της ζωής και της καριέρας μιας από τις μεγαλύτερες μούρες στην ιστορία του παγκόσμιου ποδοσφαίρου, του Brian Clough. Πρώην σεντερφορ της Sunderland, έγραψε ιστορία ως προπονητής των Hartlepool, Derby County και Nottingham Forest (μεταξύ άλλων), ειδικός στο να παίρνει επαρχιακές ομάδες ξεχασμένες από θεό και ανθρώπους και να τις κάνει πρωταθλήτριες. Κοκκινοσβέρκης βλάχος από το βορρά της Αγγλίας, εγωίσταρος, παρλαπίπας, προπονητάρα. Η ταινία εστιάζει στην περίοδο που ανέλαβε (αποτυχημένα) την τότε τεράστια Leeds και την κόντρα του με τον πρώην προπονητή της, Don Revie, χρησιμοποιώντας και συχνά flashbacks για να δείξει πως βρέθηκε εκεί από την Derby.
Ταινία-ευαγγέλιο για κάθε ποδοσφαιρόφιλο, γεμάτη γκρίζα επαρχιακή “Βρετανίλα”, μπάλα εποχής '70, λάσπη και φαρμακερές ατάκες (οι περισσότερες έχουν όντως ειπωθεί από τον Clough), καθώς κι έναν απολαυστικό Michael Sheen στον πρωταγωνιστικό ρόλο. Είναι τόσο καλή που όταν τελειώνει μένεις ανικανοποίητος περιμένοντας να δεις τον μεγάλο coach να παίρνει από κώλο όλη την Ευρώπη με την Forest, το '79 και το '80 συνεχόμενα. Παρ’όλα αυτά, η μικρή σχετικά διάρκεια και η εστίαση σε συγκεκριμένο θέμα της καριέρας του την καθιστά, ίσως, πιο προσιτή και λιγότερο κουραστική για θεατές χωρίς μεγάλη κάβλα με τη μπάλα - πιστεύω ότι βλέπεται ευχάριστα και σαν βιογραφία μιας πολύ μεγάλης προσωπικότητας.
“I wouldn’t say I was the best manager in the country. But I’m in the top one.”
ναι ρε φιλεεεεε. θα την ξεθάψω σε λίγες μέρες.
*κινηματογραφικό βαριέμαι δεν έχουμε ε? :-k
Το είδα σήμερα και μπορώ να πω ότι μου άρεσε αρκετά. Διαφωνώ πάντως σε αυτό που γράφεις πως η ταινία μοιάζει με επικήδειο που έρχεται από τον άσπονδο εχθρό. Επί της ουσίας η ταινία όλη είναι μέσα από ιρλανδικά μάτια. Όχι φυσικά δεν δικαιώνει τον IRA, βασικά λίγο ασχολείται με αυτό το θέμα, αποφεύγει να πάρει ξεκάθαρη θέση και κάνει αυτό που κάνουν πολλοί σε αυτές τις περιπτώσεις, στέκεται στους “κακούς” και των 2 πλευρών. Περισσότερο έχει να κάνει με το πόσο η κατάσταση αυτή επηρέασε τα άτομα εκεί, τις προσωπικές τους θυσίες.Τι έχασαν από αυτή την διαμάχη. Ο χαρακτήρας του Οουεν δεν έχει αληθινή υπόσταση, ουσιαστικά περισσότερο μου μοιάζει με σεναριακό εύρημα ώστε να δείξουμε και τα άπλυτα τις άλλης πλευράς, κάτι που έρχεται με τις ανατροπές του φινάλε. Πέρα από αυτό μου άρεσε που στηρίχθηκε στον χαρακτήρα και την ερμηνεία της Κολετ. Δεν είναι η ταινία που θα μιλάμε στα χρόνια που θα έρθουν αλλά μια χαρά την βρήκα.
Απλά μια μικρή σημείωση δεν είμαι και ο μεγαλύτερος γνώστης της δράσης του IRA και τα ιστορικά γεγονότα της εποχής περισσότερο επιγραμματικά τα γνωρίζω. Δεν ξέρω κατά πόσο αυτό μπορεί να επηρεάσει την κρίση μου (και οπουδήποτε σαν εμένα φυσικά) για την ταινία.
Επίσης είδα και αυτό
R.I.P.D.
Κάτι σαν εναλλακτικό men in black αλλά το δίδυμο εδώ δεν βγάζει τόσο γέλιο και το σενάριο είναι τυπικό όσο δεν πάει. Ξέρεις τι θα γίνει σε όλη την ταινία βλέποντας τα πρώτα 10 λεπτά. Δεν είναι κακό, τα 90 λεπτά έφυγαν νεράκι απλά μάλλον από αύριο κιόλας θα ξεχάσω ότι το είδα.
Ίσως να έπαιξε το ρόλο του. Αλλά ντάξει αυτό δεν έχει και τόση σημασία.
Τώρα, γι’ αυτό που λες, ότι όλη η ταινία είναι μέσα από ιρλανδικά μάτια… εντάξει τώρα, καταλαβαίνεις ότι αυτό δεν έχει να κάνει με το ότι οι περισσότεροι χαρακτήρες είναι Ιρλανδοί. Αυτό που μετράει είναι ότι ο σκηνοθέτης είναι Βρετανός και ο σεναριογράφος επίσης Βρετανός, και μάλιστα σύμφωνα με τα ίντερνετς γιος αξιωματικού του Βρετανικού Ναυτικού (χμμμμ…) Θα μου πεις, τέτοια στοιχεία δεν καθορίζουν πάντα το τελικό αποτέλεσμα. Εδώ όμως αυτό επιβεβαιώνεται απ’ το ίδιο το περιεχόμενο. Οι μαχητές του IRA εμφανίζονται να έχουν τύψεις, ενοχές, να μην ξέρουν τι να κάνουν, ν’ αφήνουν τέτοιες αβεβαιότητες να επηρεάζουν τις πράξεις τους… ειλικρινά, αυτά δεν υπάρχουν πουθενά, είναι βρετανικές “προβολές”. Ιστορικά, όποια μαρτυρία και να βρεις από παλιό μέλος του IRA, θα διαπιστώσεις το ίδιο πράγμα: ότι είχαν απόλυτη συναίσθηση του τί έκαναν, ότι δεν τους “άρεσε” καν η αποστολή τους, αλλά απλά συνέχιζαν και προσπαθούσαν να φέρουν εις πέρας αυτά που τους αναθέτονταν, επειδή η αντίληψή τους ήταν ότι βρίσκονταν σε πόλεμο και ως στρατιώτες έκαναν αυτό που έπρεπε να κάνουν. Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο. Τέλος πάντων.
Α οκ νόμιζα πως αναφερόσουν καθαρά σεναριακά, εγώ κατάλαβα πως απλά βλέπουμε τις εξελίξεις μέσου των βρετανών χαρακτήρων στην ταινία αρα πάσο.
Δεν νομίζω πως έδειξε κάτι διαφορετικό στην ταινία. Τις ενοχές και τις τύψεις κυρίως στο πρόσωπο του βρετανού πράκτορα τις είδαμε παρά στους Ιρλανδούς.
[SPOILER]Ακόμα και ο αδελφός της Κολέτ μέχρι πριν το τέλος όταν και δολοφόνησαν την μητέρα του ήταν πιστός όσο δεν πάει στον αγώνα (σκηνή κηδείας) άσχετα αν δεν γούσταρε τον άλλον. Οι δισταγμοί της Κολέτ είχαν να κάνουν με την οικογένεια της και τον γιο της και τις επιπτώσεις που θα είχαν με πιθανή καταδίκη της, ενώ η μητέρας τους που ήταν και το πρόσωπο κλειδί τελικά δεν ήταν μαχητής του IRA. Η μόνη σκηνή που μου έρχεται με δισταγμούς ήταν αρχικά με την Κολετ στο μετρό, κατά τα αλλά εγώ αυτό που είδα είναι πως παρά τις εσωτερικές συγκρούσεις τους όλοι ήταν αφιερωμένοι στον αγώνα τους. Τύψεις δεν είδα να έχει κανείς να σου πω.
Τώρα κατά πόσο οι μαχητές του IRA στην πραγματικότητα επηρεάζονταν από τέτοιες οικογενειακές εξελίξεις δεν το ξέρω [/SPOILER]