Μιας και είχα πει πως θα επανέλθω πιο αναλυτικά, ας μαζέψω κάποιες σκέψεις μου με τον πρωινό καφέ.
Δεν θα επιχειρήσω ένα track by track, ούτε κατάλαβα ποτέ μου την ανάγκη να πρέπει να υπερτονίζουμε τα “δάνεια” κομματιών των ghost ή και γενικά, μπαντών, ως μια προσπάθεια υποβάθμισης του output τους. Ειδικά όταν καλλιτέχνες όπως ο Forge δεν τα έκρυψαν και ποτέ. Λέγοντας αυτά, συμφωνώ με πολλά σχόλια χρηστών σχετικά με ομοιότητες (ναι μεσιέ @The_Black_League για Savatage!) , όπως και του @Outshined στην επίσημη κριτική μας.
Σε αυτό το πλαίσιο, οφείλω να τονίσω πως, παρατηρώντας τους δίσκους της μπάντας, έχουν αποκτήσει πλέον μια παγιωμένη ροή, μέρος της προσωπικότητάς τους. Πέραν την ικανότητα της δημιουργίας ρεφραίν*, οι Ghost έχουν καταφέρει πλέον να διαθέτουν αναγνωρίσιμο ηχόχρωμα, το οποίο επηρεάζει εδώ και χρόνια, νεότερες heavy metal μπάντες που ξεπηδούν και αναζητούν αυτή την μελωδική '80s προσέγγιση, φυσικά στο underground.
Έτσι, και ως δείγμα, στα χαρτιά μου, μεγάλης μπάντας, οι Ghost έχουν την άνεση πλέον, να κοιτούν περισσότερο το οπλοστάσιό τους παρά τις επιρροές τους.
Εδώ είναι και η μεγάλη μου ένσταση, αν και με το benefit των δεκάδων ακροάσεων, δεν τον βαριέμαι τον δίσκο. Για τα δεδομένα τους, είναι ένα σκαλί κάτω, και αυτό γιατί όλα τα τραγούδια σχεδόν, υπενθυμίζουν άλλα, δικά τους, καλύτερα.
Μπορεί το “Kaiserion” (του οποίου τύμπανα και μπάσο στα μέσα βρωμάνε Voivod, η εναλλαγή pomp prog 80s, η έναρξη όπως τα λέτε μελωδικού 90s punk rock - δεν τα έχει κρύψει αυτά ο Tobias) να είναι ένα Per Aspera με κιθάρες (που τόσο έλειψαν από την ΔΙΣΚΑΡΑ το Infestissumam) αλλά και επηρεασμένο από το κρίσιμο “Popestar” EP (“Missionary Man” και “Square Hammer” στο μιξερ), αλλά “Spillways” (ναι σε Toto/Steinman/Bon Jovi - μέχρι και εγώ ο άσχετος τα εντόπισα αυτά - αλλά τι ΡΕΦΡΑΙΝ ρε καριόλη), “Call Me Little Sunshine”, “Hunter’s Moon” (πόσο έξυπνα έπαιξε με το θέμα του Κάρπεντερ;), δεν είναι παρά τα μικρά ξαδερφάκια των “Witch Image”, “Cirice” και “Dance Macabre”, που όσο εθιστικά και αν είναι, δεν αγγίζουν τα δεύτερα.
Συνεχίζοντας, οφείλω να ομολογήσω πως κάπου πέτυχα πως στο “Respite On The Spitalfields” η εκκίνηση είναι σηκωμένη Τhe Mission και μου έβγαλε νόημα, αν και η Alice In Chains αύρα του, όπως επεσήμανε ο Χρήστος δεν κρύβεται. Βέβαια, μετά το solo, τα ρυθμικά λένε Smith/Gers/Murray έτσι;
Αν θεωρηθεί πως το “Prequelle” ήταν ένα no fat αριστούργημα που εκλέπτυνε το μπαμ του “Meliora” (η κορυφή τους για μένα), εδώ ο Tobias (και εξωτερικοί συνεργάτες - Akesson των Opeth σε σολάρες / Peter Svensson από Cardigans, Joakim Berg από Kent, καθώς και οι ποπ παραγωγοί Salem Al Fakir και Vincent Pontare) επιχείρησε να απεγκλωβιστεί, προσφέροντας την πιο μαζική εκδοχή του ήχου του (κόβοντας από τα instrumental για να δώσει στα arena rock σημεία), την πιο grande και over the top (εξ’ ου και το “Twenties” ως act του δίσκου), με περιορισμένα υλικά όμως, ένα multilayered άλμπουμ.
*Βέβαια, είναι ο πρώτος δίσκος των Ghost που πάσχει στα refrain από μένα, και αυτό κάνει τις επιρροές και τις ομοιότητες να στέκουν απογυμνωμένες σε σημεία. Κομμάτια όπως το “Watcher In The Sky” αδικούνται συνθετικά εξαιτίας της φωνητικής προσέγγισης, ενώ το, grower, “Darkness In The Heart Of My Love” (benefit των ακροάσεων), είναι basic ακόμη και για τα δεδομένα τους και είναι κρίμα.
Το “Grift Wood” δε, που κράζει Van Halen από χιλιόμετρα, παρά την τσαχπινιά των YES! δεν δικαιολογεί την διάρκειά του.
Παρουσιάζει όμως μια άλλη διάσταση του δίσκου. Με αφορμή το post του @kbil για τα δικαιώματα της διασκευής του “Enter Sandman”, να επισημάνω πως πέραν του κράχτη 'Twenties" (και ευθεία αναφορά στον Τραμπ - grab them by the hoohas), έχουμε δίσκο που τα βάζει με ψέκες flat-earthers (Watcher In The Sky), Mike Pence (Grift Wood) και βιομηχανικές αυτοκρατορίες (Kaiserion), και κάτι άλλα που χάνω λογικά.
Ο Tobias κάπου διάβασα πως είχε μπει σε αναρχικό βιβλιοπωλείο στη Νέα Υόρκη, πέτυχε ένα βιβλίο τύπου “Course Of Empires”, και λέει εδώ είμαστε. Ακόμη και οι συνεργάτες του, δίνουν ένα ελαφρώς πολιτικοποιημένο πρόσωπο. Δεν είναι πολιτική πράξη οι Ghost, αλλά σίγουρα η πιο έκδηλή τους, όπως και ο δίσκος με πιο φανερές τις punk καταβολές του Tobias (πανκ δεν ξέρω τι είναι ακόμα στη ζωή μου, σίγουρα δεν είναι μόνο τρια ακόρντα όμως).
Παραμένει όμως safe, γιατί πλέον ακόμη και έτσι, στίχους όπως του “Idolatrine” ή του “Jigolo Har Megiddo” δεν γράφουν. Μιλάμε για στίχους στους Ghost? Όχι, δεν είναι το ζητούμενο, τεκαν, απλώς είναι ένα twist που πάντα τους προσέδιδε για μένα.
Ετυμηγορία στο σεντόνι μου; Ανεκπλήρωτες προσδοκίες (όπως προείπα, δεν θα προσέθετα κάτι ουσιαστικό στην κριτική μας), δίσκος που έχει 3-4 κομμάτια που λάιβ θα σκοτώνουν, παγιωμένης άποψης Ghost δίσκος, που αν και πληθωρικός, κάπου ξεφουσκώνει. Ο χειρότερός τους και με αρκετά skips; Για μένα πιθανώς. Ένας από τους δίσκους που θα μαξάρω σε repeats φέτος; Βεβαίως.
Ελπίζω μόνο να μην έπιασαν το ταβάνι τους. Οι Αυτοκρατορίες κοστίζουν για να διατηρηθούν.
Οπότε, και με ειδική μνεία στον Aleister Crowley του εξωφύλλου, να πω πως όταν αποφασίζει να πάει στα growls του δίνει άλλη διάσταση ο άτιμος στις συνθέσεις του.
Για να πάρω θέση και στην παπάτζα του αν είναι metal οι Ghost:
Αυτά, sorry for the long post, είπα να συνάδει με τα πολλά 47 λεπτά για ένα τέτοιο δίσκο