Λοιπον…επειδή έιδα και ψύχραιμους users να παρασήρονται από το φανμποιλίκι στα reiview τους (μας έχουν κάψει οι μειντεν δεν εξηγείται αλλιώς), ιδού η αλήθεια:
Satellite 15: Ενδιαφέρουσα εισαγωγή. Εχεί κάτι από το feeling του x-factor με λίγο από το χάσιμο του somewhere in time.
Τhe final frontier: ¨Οποια κορύφωση και αν περίμενε ο ακροατής με βάσει την εισαγωγή δεν θα τη βρεί εδώ. Απλά δεν κάνει…κούκου! Αφόρητη επανάληψη ενός έτσι και αλλιώς απλοικού ρεφραιν (στη…12η και λίγο σολάκι από Smith για να σπάσει η μονοτονία). Στις στροφές το κομμάτι έχει ένα πιο rock στυλάκι, που όμως περισσότερο ανεμπνευσία δείχνει παρά συγκεκριμμένο attitude. Kάποια ενδιαφέρων σημεία στα solos.
El Dorado: Ένα (κοινότυπο) καλπάζων ριφάκι που το διαχειρίζεται η μπάντα λες και το ακούμε για πρώτη φορά, δεν καταφέρνει να συνεπάρει τον ακροατή. Ο Ντικινσον ακούγεται κάπως βαρετός και κοινότυπος στις στροφές. Ενδιαφέρουσα γέφυρα. Το ρεφραιν ακούγεται ζορισμένο και με απλοικούς στίχους. Τυπική μειντενική αλλαγή με ημι-οριενταλ ριφάκι στη μέση. ¨Οχι άσχημο, αλλά σίγουρα τίποτα το ιδιαίτερο. Μάλλον το κομμάτι είναι λίγο πιο αργό και στημένο από ότι έπρεπε για να βγάλει τον αέρα μυστηρίου που θέλει.
Μother of Mercy: Από τα καλά κομμάτια του αλμπουμ. Όχι μεγάλη διάρκεια, αρκετές αλλαγές και κάποιες ενδιαφέρουσες μελωδίες. Το κύριο ριφ του κομματιού (1:50) ευτυχώς δεν είναι τόσο generic όσο άλλα του αλμπουμ. Όμορφες φωνητικές μελωδίες από τον Μπρους (που το ζωρίζει χωρίς ιδιαίτερο λόγο στο ρεφραιν). Κάποια ομορφα σολάκια που ακούγονται μαζί με τα ριφ είναι πιο χαμηλά από ότι έπρεπε στη μίξη. Τα ξερά ακόρντα κουράζουν.
Coming Home: Αξιόλογη σύνθεση και αυτή. ¨Ομορφη εισαγώγη (φέρνει κάτι από κομμάτια του fear of the dark). Τα αρπίσματα και το ιδιαίτερο ρεφραιν δίνουν στο κομμάτι χαρακτήρα (και λόγω ύπαρξης). Χωνόταν άνετα και μέσα στο Accident of Birth.
Τhe alchemist: Αρχική δισολία που θα άκουγες από μπάντα του σχολείου σου και θα τους έκραζες γιατί ακούνε πολύ μειντεν. Πιο generic και από τα πρωτολεια μειντεν κομμάτια αυτόυ του στυλ. Καμιά χαρακτηριστική μελωδία που να δημιουργέι ατμοσφαιρα και να δικαιολογεί το τίτλο του κομματιού. Θα μπορούσε να λεγόταν the sailor ή the gardener (δεν πάει στον Νικοπολίδη αυτό!) ξερω εγώ και πάλι δεν θα άλλαζε κάτι. Κουραστικό το ίδιο τέμπο από τον Νίκο σε όλο το κομμάτι. Αρκετές φα-σολ-λαδε μελωδίες κουράζουν.
Ιsle of Avalon: Η “και καλά” ψαρωτική εισαγωγή μάλλον πετυχαίνει τον στόχο της και πραγματικά…ψαρώνουμε! Χτίζεται ακουστικά, μπαίνει αρκετά ατμοσφαιρικά και ο Βρασίδας…για να δούμε. Όμορφα κοψίματα ενισχύουν την ένταση…περιμένουμε το ριφακι που θα σκάσει. Και…ναι. Μπήκε. Και κάτι ξεφούσκωσε. Κάτι μας…έπεσε. Υπερβολικά generic ακόρντα και μελωδία. Πάνω που ξενερώνουμε μπαίνει ευτυχώς πιο ενδιαφέρουσα μελωδία (και χαρακτηριστική - 3:19 ). ¨Ομορφα σολάκια ακολουθούν. Ημι-προγκ χτήσιμο, χωρίς ιδιαίτερη έμπνευση. Ακόμα ψάχνουμε εκείνη την ιδιαίτερη μελωδία. Δεν ήρθε (Αυτή στο 7:30 έιναι υπερβολικά “ψόφια”).
Starblind: Μάλλον το καλύτερο και πιο ενδιαφέρον κομμάτι του αλμπουμ. Το γεγονός ότι πολλοί μειντενάδες το κράζουν δείχνει μάλλον ότι ευχαριστιούνται να ακούν επαναλήψεις στοιχείων που ήδη έχουν αγαπήσει από τους μειντεν και να…ροματζάρουν αναλόγως. Δεν έχει “οο-Οοοο” εδώ, αλλά εχεί ενδιαφέρουσες αρυθμες μελωδίες από Μπρους και στιβαρό ριθμ σέκτιον από τους υπόλοιπους. Το ημι-προγκ χτήσιμο που ακολουθεί όλο το κομμάτι μάλλον τους φρέσκαρε την διάθεση. Όμορφο μειντενικο ρεφραίν. Αλλαγή “infinite dreams” αλλά τους το συγχωρούμε. Ναι, στο 5:28 η δισολία που μπήκε έχει κάτι ιδιαίτερο.
The Talisman: Ανάθεμα εισαγωγή (:p). Οπότε κάπως πάμε να ψαρώσουμε με την εισαγωγή αλλά είμαστε πιο επιφυλακτικοί αυτή τη φορά. Το ριφάκι ευτυχώς δεν είναι τόσο generic όσο του Avalon (θυμίζει ghost of the navigator). Ο smith βάζει λίγη δίεση και αλλάζει την τυπική νόρμα του. Βέβαια προσπερνάμε το γεγονός πως όλα τα πραγματικά έπη των μείντεν και οι κομματάρες σολο του Μπρους έχουν καλύτερα ριφ. Η δισολία που μπαίνει…τρώγεται. Καλό το ρεφραίν. Eνιδαφέρον το σόλο. Εϊχε κάποα καλά σημεια, αλλά αποτυγχάνει σαν σύνολο. Και μην πάμε μακριά (πχ Νomad δέκα σκαλιά πιο πάνω).
Τhe man who would be king: Κάτι από alexander the great στην ακουστική εισαγωγή. Όμορφο. Καλή δισολία. Το θέμα βέβαια μετα μεγάλα κομμάτια είναι η έμπνευση να διαπερνά όλο το κομμάτι για να μην έχεις απλά καλά διάσπαρτα σημεία (και στην τελική μια σούπα). Απελπιστικά κοινότυπο ριφάκι μπαίνει. Αυτό το χαζό Να-να-να-Να-να-να πρέπει να έχεις άνοια για να μην το έχεις βαρεθεί. Καλή γέφυρα και το ρεφραίν έχει μια γλυκιά μειντενικη μελαγχολία. Ψιλό άκυρο προγκ πέρασμα ακολουθεί (όχι άσχημο άλλα ασύνδετο). Σολάκι κοινότυπο. Βαρεθήκαμε στην δεύτερη στροφή.
When the Wild wind Blows: Εξαρχής πέντε μεγάλα σε διάρκεια κομμάτια στη σειρά ήταν στοίχημα για τους μέιντεν. Για να μπήκε τελευτάιο, μήπως αυτό είναι η κομματάρα που ψάχνουμε? Δυστηχώς όχι. Είναι χειρότερο και από τα πέντε. Σουπέ φασολαδίτσα μελωδία στην αρχή για την οποία θα πρέπει να έχεις να ακούσεις πάνω από 50 χρόνια μειντεν (και γενικά μουσική) για να συνκινηθείς. Λίγο από Dance of death, λίγο απο for the greater good συστατικά και βγήκε η μελωδία για το “έπος”. Πραγματικά καθόλου χαρακτηριστική. Και να έμπαινε το ρεφραιν του greater good στο καπάκι θα έλεγα οκ. Και ναι, αντί για ριφ ακούμε την ίδια μελωδία με ξερά ακόρντα από πίσω. Παρτυ με παπούδες ακούγεται πιο ενδιαφέρον από αυτό. Συνεχίζει το ίδιο βιολί. Το ριφ του 3:40 δεν υπάρχει είναι και πάλι ακορντα (ημαρτον δηλαδή). Σέρνεται το κομμάτι. A μπήκε το σόλο (θα άρχισε να κοιμόταν ο σμιθ). Βεβιασμένη τσιφτετελέ δισολία ακολουθεί (5:20) (κάτι από afraid to shoot strangers φέρνει αλλά το προσπερνάμε). Κατεκλυσμός από ξερά ακόρντα και πάλι η δισολία. Και άλλο σόλο ακολουθεί. Και στο φινάλε του άρχοντα των δαχτυλιδιών (την ταινία) να το άκουγες θα έλεγες ότι είναι υπερβολικά ζαχαρωμένο.
Αυτά. :?