Let's Play II : 52 Χρονια Μουσικης σε 52 Εβδομαδες

Και φίλε θυμάμαι ακριβώς τι είχες γράψει εδώ μια φορά κι έναν καιρό: Μες στη βρωμόκαβλα είναι κι αυτό. :grin:

Για το IDP δεν θέλω να σε κάψω, εντάξει… Απλά με πλjγώνεις…

Hey, ho, του ‘89 το έχω αυτό (wiki και metal archives)! Καλά όχι ότι θ’ αλλάξει κάτι αν αναφερθεί κι από εμένα ή 2-3 άλλους και την επόμενη εβδομάδα. :stuck_out_tongue:

Εκεί θα το βάλω εγώ. :slightly_smiling_face:

2 Likes

Οι Devil Doll είναι στα αρκάιβς;;;;; :open_mouth:

Εντάξει, σηκώνω τα χέρια ψηλά μ’ αυτό το σάιτ και τα κριτήρια που χρησιμοποιεί για το τι μπαίνει και τι όχι…

Το discogs πάντως, που έχω αποφασίσει ότι θα είναι αυτό που θα εμπιστεύομαι, λέει 1988.

2 Likes

Αυτό δεν είναι πιο μετά?

1 Like

Μπερδεύτηκε, έγραψε Agent Orange αντί για Persecution Mania

88 στο discogs και στο rateyourmusic, αν δεν κανω φριχτο λαθος. Μα τι δισκαρα!

Α σόρυ, ως εκεί φτάνουν οι γνώσεις μου στους Σόντομ, “το Agent orange είναι really late 80s”.

Είναι.

Θα το βάλεις στην πεντάδα σου, φίλε χοπέτο; :sweat_smile:

1 Like

Χωράει μόνο ένα μέταλ το 89 και δεν είναι θρας.

Είναι τόσο μη αγαπημένο μου που παίζει να το βάλω και δίσκο της χρονιάς αν στο κάνει πιο εύκολο αυτό

Δεν είμαι σίγουρος πώς ακριβώς γίνεται αυτό αλλά μέσα!

Που λέτε, αυτό το '88 που βλέπετε πρέπει ν΄αναφέρεται στις 500 πρώτες κόπιες από τις οποίες ο Mr. Doctor κατέστρεψε τις 350 κι έδωσε τις άλλες 150. “Κανονικά” κυκλοφόρησε το '89.

Σε λίγο θα μου βάλετε και τον προηγούμενο δίσκο του που δε βγήκε σε κανένα αντίτυπο γιατί έλεγε ότι ήταν μοναδικό έργο τέχνης. :crazy_face:

1 Like

Υπάρχει θρύλος ότι το έκοψε σε ένα βινύλιο και το έκαψε τελετουργικά!!

“Selected exception” - δηλαδή αποφασίσαμε να τους βάλουμε. Έτσι, χωρίς κριτήρια!

Εντάξει, σ’ αυτά τα πράγματα είναι απαράδεκτοι εκεί στο MA

Το 1988 το metal έφτασε στο απόγειο του. Από την μια η κατάκτηση του mainstream στις ΗΠΑ, (άρα και παγκοσμίως) με κορυφές στους καταλόγους επιτυχιών και ευπώλητων με τα γνωστά συγκροτήματα, κι από την άλλη, στα λιγότερο φωτισμένα “πατώματα”, η ποσοτική και ποιοτική υπερπροσφορά εκεινής της χρονιάς που την καθιστά την γονιμότερη από καταβολής του, με μόνη πιθανή εξαίρεση το 1986.
Ας ρίξουμε μια… αυτιά στα τότε πολλά και σπουδαία:

1. Iron Maiden - Seventh Son of a Seventh Son

O αριθμός επτά θεωρείται ότι φέρει ιδιαίτερο συμβολισμό (η Αποκάλυψη π.χ. είναι τίγκα στα εφτάρια!)
Δεν ξέρω αν οφείλεται εκεί το ότι επελέγη το έβδομο studio LP των Maiden για να διηγηθεί την “καταραμένη” ιστορία του εβδόμου γιου ενός εβδόμου γιου, σίγουρα όμως ο Steve Harris ήδη από τις ημέρες του Rime of the Ancient Mariner είχε δηλώσει ρητά την φιλοδοξία του να δημιουργήσει ένα concept album στα χνάρια μεγαλεπήβολων έργων όπως το Supper’s Ready και το Thick as a Brick τα οποία είχε αναφέρει σαν πρότυπα.
Το αποτέλεσμα μπορεί να μην… ικανοποίησε τον Dickinson αναφορικά με τη σαφήνεια του concept, αδιαμφισβήτητα όμως προσέθεσε άλλο ένα κρίκο στην ολόχρυση αλυσίδα των κυκλοφοριών των Μaiden στα eighties, ενώ τους είδε επιτέλους να παίρνουν την επίζηλη headline θέση στο Donnington πάνω μάλιστα από τους Kiss που έπαίξαν για πρώτη φορά μετά από χρόνια χαμηλότερα στο billing από κάποιον, και ρεκόρ προσέλευσης κόσμου (την ημέρα με το τραγικό συμβάν, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία)
Ένας τέλειος επίλογος, αντάξιος μιας ονειρεμένης δεκαετίας, λίγο πριν την εκπνοή της και τις απρόβλεπτες αλλαγές που ήταν επί θύραις!

2. Voivod - Dimension Hatröss

Ξεκινώντας από το εξώφυλλο, διά χειρός Away πάντα, που γοητευτικά αποτρόπαιο, οπτικοποιεί ιδανικά την εφιαλτική φουτουριστική πραγματικότητα που περιγράφεται στους στίχους, ακολούθως τα φωνητικά του Snake ο οποίος έχοντας αποβάλλει την τραχύτητα των παλαιότερων ερμηνειών του, πλέον διαθέτει και μια εκφορά Dylan-ικής εμβρίθειας, και συνεχίζοντας με την ασυνήθιστη προσέγγιση στο παίξιμο του “αρχιτέκτονα” Piggy, και τους ευρηματικούς ρυθμούς του Away, όλα μοιάζουν - και είναι - στην εντέλεια στο Dimension Hatröss!
Ποιος όμως μπορούσε να προβλέψει στο ξεκίνημα τους, ότι η μετάλλαξη του συγκροτήματος από το Quebec θα τους έφερνε στο τέταρτο LP να εξερευνούν, πέρα από τα όρια του… διαστήματος και τα όρια της metal σκηνής; Αποδεικνύοντας ότι, όταν συνυπάρχουν το ταλέντο, το όραμα και οι ιδέες, μπορείς να έχεις πολύπλοκες δομές στα κομμάτια χωρίς να χάνεται η επιθετική φύση τους, κατόρθωσαν να δημιουργήσουν αυτό το εμπνευσμένο, αθάνατο αριστούργημα που αρνείται να χάσει την απόκοσμη λάμψη του, όσα χρόνια κι αν περάσουν.

3. Queensrÿche - Operation: Mindcrime

Το επόμενο βήμα των Queensrÿche μετά τον καλλιτεχνικό θρίαμβο (αλλά με μέτριες εμπορικά επιδόσεις) Rage for Order, ήταν ένα concept album από μια επιφοίτηση που είχε ο Geoff Tate συνδυάζοντας διάφορα ερεθίσματα – εμπειρίες του, μια ιδέα την οποία κατάφερε να περάσει και στους υπολοίπους.
Το έμφορτο έμπνευσης και συναισθημάτων αποτέλεσμα έμελλε να ωθήσει το συγκρότημα στα όρια του ερμηνευτικά, να τους εκτοξεύσει εμπορικά (παραδόξως πρώτα στην Αγγλία και αργότερα στην πατρίδα τους, και αφού το management της Q Prime τους έβαλε στις… κατάλληλες περιοδείες) και να τους καθιερώσει στις συνειδήσεις των οπαδών ως ένα από τα κορυφαία σχήματα του χώρου.
Ήταν τέτοια η αποδοχή του που έγινε σημείο αναφοράς για την μπάντα και ταυτόχρονα δυσβάσταχτο βάρος αφού έκτοτε κάθε βήμα τους ήταν καταδικασμένο να συγκρίνεται και να υστερεί σε σχέση με το ΟΜ. Η επιλογή τους μάλιστα να αφήσουν μετέωρο το τέλος της ιστορίας, έφερνε ξανά και ξανά στην επιφάνεια την επίμονη ερώτηση για το αν και πότε θα υπάρξει κάποιο sequel, που λάμβανε πάντα αρνητική απάντηση μέχρι τη στιγμή που κυκλοφόρησε η (εντελώς αναμενόμενα, κατώτερη) συνέχεια.

4. Slayer - South of Heaven

Έχοντας επίγνωση του πόσο μάταιο θα ήταν να επιχειρήσουν να επαναλάβουν το Reign in Blood, οι Slayer στο τέταρτο τους LP ρίχνουν τις ταχύτητες, με το αποτέλεσμα να ηχεί “παραδόξως”, εξίσου αν όχι περισσότερο τρομακτικό και σκοτεινό – ακόμη και οι στιγμές που ο Araya εισάγει κάποια μελωδικότητα στα φωνητικά του καταλήγουν να μεταδίδουν πειστικότερα την ζοφερή, υποβλητική ατμόσφαιρα.
Το South of Heaven συνάντησε την επιφυλακτικότητα αρκετών όταν κυκλοφόρησε, δεν άργησε όμως να κερδίσει τον σεβασμό και το status του κλασικού μέσα στην δισκογραφία των Σφαγέων.

5. King Diamond - “Them”

Εδώ ο Βασιλιάς Διαμαντής διαρρηγνύει και επισήμως τους δεσμούς με το προηγούμενο του συγκρότημα, με την αποχώρηση των Denner και Hansen και την αντικατάσταση τους από τους Pete Blakk Hal Patino αντίστοιχα.
Κατά τα λοιπά, το “Them” συνεχίζει από το σημείο που σταμάτησε το Abigail, με μια καινούρια ιστορία τρόμου στους στίχους (που θα ολοκληρωνόταν στο Conspiracy) και την μουσική να ακολουθεί την ροή της αφήγησης υπογραμμίζοντας τις κλιμακώσεις κλπ (μπορεί βέβαια κάλλιστα να υποστηριχθεί ότι συμβαίνει το αντίστροφο!) ενώ το σερί… καταπληκτικότητας στις κυκλοφορίες του King στα eighties που αρχίζει να μορφοποιείται, θα είχε και συνέχεια!

Ένας σκασμός honourable mentions και “φέτος”, όσα ακολουθούν παρακάτω επελέγησαν με την λογική του “παραλίγο πεντάδα”/ “φοβερά έτσι κι αλλιώς”/ “σιγά μην το θυμηθεί κανένας άλλος”!

Bathory - Blood Fire Death: Το συγκεκριμένο, περισσότερο από την πρώτη πράξη της Viking τριλογίας των Bathory, θεωρώ ότι είναι μεταβατικός δίσκος, ένα σταυροδρόμι όπου συναντώνται η προηγούμενη και η επόμενη φυσιογνωμία τους, χαρακτηριστικά των οποίων συνυπάρχουν εδώ - συχνά σε εντελώς διακριτή μορφή. Όμως ο Quorthon ακούγεται σαν να επιβίωσε μιας άγριας μάχης και ο πρόλογος όπως και επίλογος του album είναι σαφή προμηνύματα της - από κάθε άποψης - επικής συνέχειας, εντύπωση που ενισχύεται και από το εύγλωττο εξώφυλλο! (και ήδη μετανιώνω που το άφησα, τελευταία στιγμή, εκτός πεντάδας!)

Crimson Glory – Transcendence: Οι μάσκες πέφτουν… κατά το ήμισυ και το Transcendence αποτελεί την φυσική όσο και πανάξια συνέχεια του πρώτου ομώνυμου δίσκου των Crimson Glory, όσο ακατόρθωτο κι αν φαινόταν αυτό εκ προοιμίου. Αχαλίνωτη φαντασία και ασύλληπτες ερμηνείες δημιουργούν ένα εκθαμβωτικό αποτέλεσμα με τον μεταλλόκοσμο να περιμένει εναγωνίως την επόμενη κίνηση τους…

Coroner - Punishment for Decadence: Ένα μόλις έτος μετά το ντεμπούτο τους οι Coroner επανέρχονται, έχοντας να επιδείξουν το πόσο εξελίχθηκαν μέσα στο σύντομο αυτό διάστημα. Πλέον επιδίδονται σε μια "τεχνοκρατική επιθετικότητα με λιγότερες neoclassical πινελιές. Τα στοιχεία που θα τους χαρακτήριζαν και θα τελειοποιούσαν σε μεταγενέστερες κυκλοφορίες τους, κάνουν την καθόλου διστακτική εμφάνιση τους εδώ: η σπειροειδής ανάπτυξη και η αίσθηση της μελωδίας, η ικανότητα να αλλάζουν ρυθμούς κατά βούληση θέτοντας τον περιδεή ακροατή στο μέσο μιας “πολιορκίας” από riffs, που αποκλείει το ενδεχόμενο να γίνουν ποτέ βαρετοί.

Death – Leprosy: O Chuck Schuldiner με κανονική σύνθεση στο συγκρότημα του πια, απελευθερώνει το κτήνος του Leprosy, όπου αποκρυσταλλώνει – τελειοποιεί τα χαρακτηριστικά του καινοφανούς τότε death metal, δημιουργώντας το πρότυπο για όσους ακολούθησαν, τόσο στυλιστικά όσο και από πλευράς ήχου με τα Morrisound studios να αποκτούν πλέον εμβληματικό status, τουλάχιστον για την death σκηνή της Florida.

Brocas Helm - Black Death: Οι Brocas Helm ενσαρκώνουν το metal underground στην πιο ανόθευτη, ανεπιτήδευτη μορφή του! Όλα στον δεύτερο δίσκο τους (και σε αυτόν, για να είμαστε ακριβέστεροι!) αποπνέουν ειλικρίνεια και αγνή cult-ίλα! Αυτά όμως δεν πρέπει να μας αποπροσανατολίζουν από το γεγονός ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα σχήμα, που ναι μεν ανήκει στην πιο “τραχιά” πτέρυγα του επιθετικού κλάδου του USPM, καταφέρνει όμως και συνδυάζει στοιχεία όπως την επικούρα των Manilla Road ή των Cirith Ungol, τις μελωδίες των Maiden, την βρωμιά των Motörhead, “μεσαιωνικές” επιρροές, χωρίς να ξεχνάει να περάσει και από τα speed/thrash χωράφια, και καταθέτει παθιασμένες εκτελέσεις έχοντας έναν εντελώς ξεχωριστό, αμίμητο χαρακτήρα.
Με το αριστούργημα “Black Death” οι Brocas Helm έδειξαν έτοιμοι (και διατεθειμένοι!) να αναμετρηθούν με τους κορυφαίους του είδους. Και μετά, η έλλειψη ενδιαφέροντος από τις εταιρείες τους έστειλε ξανά στο… βαθύ underground για τα επόμενα δεκαέξι χρόνια!

Holy Terror - Mind Wars: Στον metal μικρόκοσμο, χαρακτηρισμοί όπως “αδικημένοι”, “υποτιμημένοι” αποδίδονται με μεγάλη ευκολία, στην περίπτωση των Holy Terror όμως, δικαιολογούνται στο ακέραιο όπως βεβαιώνουν όλοι όσοι τους άκουσαν Το δεύτερο album των Holy Terror έμελλε να είναι ανώτερο από το σπουδαίο ντεμπούτο τους και να αναδειχθεί σαν ένα από τα καταπληκτικότερα LPs του thrash/speed ιδιώματος.
Εδώ οι φρενήρεις, εκτός ελέγχου thrash ρυθμοί εξισορροπούνται από τα “μεγάλα” power metal choruses, την Maiden-ίλα και τους σχετικούς “καλπασμούς”, χωρίς βέβαια να λείπουν οι εμφανείς hardcore punk αναφορές, σε ένα απόλυτα ταιριαστό μείγμα!

Σταχυολογώντας από το… “φιλοπρόοδο”/τεχνοκρατικό πεδίο, οι Fates Warning θα μας συστήσουν τον νέο τους τραγουδιστή στο No Exit. Αρκετές τσιρίδες και ένα θεϊκό Ivory Gates αργότερα, θα καταστεί σαφές ότι οι Fates είχαν πλέον πάρει διαφορετική τροχιά. Οι thrashers Deathrow από την άλλη, στο Deception Ignored εμφανίζονται πειραματικοί και με κλασική παιδεία, ενώ το από επική, power αφετηρία ορμώμενο Irae Melanox των Adramelch μπορεί να μην έφτασε στα αυτιά πολλών, όσοι όμως το εκτίμησαν, ορκίζονται στο όνομα του!

Κατά τα λοιπά, στη δεύτερη ενσάρκωση των Riot ο Mark Reale αποφασίζει να επιδοθεί στο power metal και αριστεύει και σε αυτό (είναι απλό όταν διαθέτεις ταλέντο!), οι Manowar προσφέρουν πολλές στιγμές μεγαλείου στο Kings of Metal χωρίς να ξεχνάνε την πιο “ρηχή” πλευρά τους (και αυτό τον κάνει ίσως τον πιο αντιπροσωπευτικό δίσκο τους!) ενώ οι Helstar με το A Distant Thunder καταθέτουν ένα κορυφαίο LP στο USPM.

Συνεχίζοντας εν συντομία, το No Place for Disgrace των Flotsam and Jetsam είναι “ωριμότερο”/ πιο μελετημένο από το πρώτο τους και τα δυο όμως κοιτάζουν στα μάτια λίγο - πολύ οποιαδήποτε άλλη thrash κυκλοφορία, οι Metallica στο Justice δείχνουν ότι υπάρχει ζωή και μετά τον Cliff Burton, ενώ το 1988 ξεκίνησε την solo καριέρα του ο Evil Elvis, o Jim Morrison με στεροειδή, ο Glenn ο Danzig μωρέ, φέρνοντας με το ντεμπούτο του το 70s bluesy hard rock/metal στα late 80s με τρόπο τουλάχιστον εντυπωσιακό!

30 Likes

my two cents: Αντιλαμβάνομαι τη λογική σου, δεν έχεις και πολύ άδικο. Βέβαια, έχει να κάνει με το σκεπτικό του καθενός πίσω από τις επιλογές του.
Προσωπικά, δεν το έχω πολύ με τις λίστες, δεν έκανα ποτέ top whatever και δεν πιάνω όσους γράφουν ότι πονάω για το τάδε που μένει έξω ή για το δείνα. Ένα παιχνίδι είναι και στην τελική, έχει ενδιαφέρον για τον χαβαλέ μεταξύ μας και τους δίσκους που μπορεί να μην ξέραμε ή είχαμε δώσει σημασία και με αυτή την ευκαιρία μαθαίνουμε -δε μειώνει κάτι όσους δίσκους έμειναν έξω από μια αυθαίρετη πεντάδα που έφτιαξα, μπορεί να τους γουστάρω εξίσου.

Όσον αφορά τα εξώφυλλα, έχω βάλει έναν άτυπο κανόνα στον εαυτό μου, να διαλέγω με γνώμονα το αν στέκονται μόνα τους, ως stand alone έργα τέχνης, αν με καλύπτουν αισθητικά. Απλούστερα, να μπορώ να πω “ναι το τάδε το έβαζα στο σπίτι μου σε μια κορνίζα”. Σίγουρα αυτό μπορεί να αδικεί ένα εξώφυλλο που υιοθετεί μια άλλη οπτική και το κατανοώ, γιατί μπορεί εκείνο να λειτουργεί άψογα ως συνοδευτικό μιας κυκλοφορίας μουσικής. Αλλά οκ, κάποιο κριτήριο δεν έπρεπε και γω να θέσω στον εαυτό μου για να ψηφίζω;

12 Likes

Αυτό είναι του 1989 :slight_smile:

2 Likes

Πάντως βλέποντας τον σκασμό από τόσες κλασικές κυκλοφορίες, και θεωρώντας μέχρι πρότινος ότι το 1986 αποτελεί ΤΗΝ κλασική metal χρονιά (καλά, λέμε τώρα, λες και μπορεί να υπάρξει κάτι τέτοιο), θα συμφωνήσω με τον clairvoyant ότι

Τι γίνεται, ρε πούστη μου.

2 Likes

Τώρα αρχίζουν τα δύσκολα, τώρα τον έλεγχο (κάπως) χάνουμε…

1. Helloween - “Keeper of the Seven Keys Part II”: Υπάρχει μία αλήθεια σε μένα και αυτή είναι, πως το ομότιτλο αυτού του δίσκου δε θα το ξανακούσω από επιλογή μου, διότι μετά τη δεύτερη φορά που το άκουσα, δε μου είπε απολύτως τίποτα. Το θεωρώ κάπως “βαρετό”, σε αντίθεση με τα υπέροχα και φοβερά “Don’t Run for Cover” και “Savage”, που έμειναν στην απ’ έξω. Αλλά τι να κάνεις, να κάτσεις να μαλώνεις; Διαφορετικός δίσκος από τον προκάτοχο, πιο “χαρούμενος” και με τον απόλυτο uber Γερμανικής νοοτροπίας power/speed ύμνο στη συστατικότητα του “Save Us”.

2. Queensryche - “Operation: Mindcrime”: Συγκριτικά με ό,τι άρτιο καλλιτεχνικά και προοδευτικά προηγήθηκε, εδώ αποκτάει μία, ας πούμε, “εμπορική” εκδοχή και κάπως έτσι, τους Queensryche μπορούν να τους ακούσουν και όλοι και να είναι αρεστοί σε όλους, ασχέτως ηχητικών και μουσικών προτιμήσεων. Και, ίσως, εδώ έχουμε το “ύψιστο” στην απόδοση του Tate. Επίσης, ο πρωταγωνιστής φωνάζει “and I want out” και μπαίνει το έπος “The Needle Lies”, παραπέμποντας στην επικότητα του ντεμπούτου τους μουσικά και σ’ ένα υπονοούμενο του από πάνω δίσκου. Το πιάσατε;

3. Fates Warning - “No Exit”: Ray παικταρά μου, καλώς μας ήρθες. Υπερηχητικές καταστάσεις σε heavy/prog φόρμες, όπου τα φωνητικά ξεπερνάνε σε δύναμη, αλλά όχι αντοχή, αυτά του Tate. Αρχίζει το τοπίο να ξεκαθαρίζει τις όλο και πιο προοδευτικές προθέσεις του δημιουργού και στο αποκορύφωμα έρχεται το “The Ivory Gates of Dreams”. Καταβασίες, αναπνευστικές αντοχές, λυρικότητα και ένα πολύ πρώιμο όνειρο για τη δημιουργία κάποιου ενιαίου έργου, που μερικά χρόνια αργότερα θ’ αποκτήσει σάρκα και οστά, κερδίζοντας καρδιές και ψυχές.

4. Metallica - “…And Justice for All”: Είναι ο μοναδικός δίσκος τους, για τον οποίο μπορώ με άνεση να γράψω και να τον τοποθετώ μέσα σε λίστες. Και ας μην υπάρχει το μπάσο. Υπάρχει, όμως, η καρδιά του δημιουργού, που πάνω στην απώλεια δεν πέφτει σ’ ένα ατελέσφορο πένθος απραγίας, αλλά φτιάχνει κάτι μεγαλεπήβολο και ισχυρό. Είναι η παραγωγή και όλες οι rhythm section κιθάρες (διπλές, τριπλές, τετραπλές, όσες θέλετε). Είναι τα υπέροχα και που ούτε ο ίδιος ο Lars δε θα θυμάται, πως τα έφτιαξε, τύμπανα. Και φυσικά… είναι το “One”, ο άπιαστος “θρόνος” για τους ίδιους, που ωστόσο, και μόνο μ’ αυτό, θα τοποθετούνταν στο μουσικό πάνθεον. Τέλος.

5. Marty Friedman - “Forbidden City”: Μας γλεντάει όλους!*

Εξώφυλλο:

*Κανονικά, με αυτές τις τρεις λέξεις και το απείρου θαυμασμού σημείο στίξης, θα έπρεπε να κλείσω οριστικά και αμετάκλητα την περιγραφή μου γι’ αυτόν το δίσκο του Marty, αλλά, ας γράψω και κάτι παραπάνω απ’ αυτήν την τρίσλεξη αλήθεια. Είναι ο μοναδικός solo κιθαριστικός δίσκος που μπορώ, με χαρά και αμείωτη απόλαυση, να ακούω από την αρχή μέχρι το τέλος. Είναι πέρα για πέρα γεμάτος και ουσιαστικός. Είναι η απόδειξη για ποιον λόγο άξιζε να μπει στους Megadeth, για ποιον λόγο απέκτησαν ουσία οι Megadeth, για ποιον λόγο έγιναν “μεγάλοι” και για ποιον λόγο, ότι δίχως αυτόν δε θα πατούσαν γερά. Αλλά αυτός ο δίσκος, δεν είναι ο βασικός λόγος, της σχέσης του Marty με τους Megadeth, για τον οποίο πρέπει να τον αναφέρουμε. Κάθε του άγγιγμα ενέχει μία ιδιαίτερη συναισθηματικότητα και κάθε μελωδία (βλ. ιδιαίτερα “Namida (Tears)” και “Thunder March”) σου γίνεται, με την πρώτη ακρόαση, πιο οικεία και από το γάλα που πίνεις κάθε βράδυ πριν κοιμηθείς. Όσο για την ομότιτλη πυραυλάκατο, τι να εκθειάσουμε; Τα πάντα όλα. Ορίστε, τα έγραψα. Τι καταλάβατε…;

25 Likes