Πάντως για να χωθώ κι εγώ σανμηπω τώρα που έχει ανάψει το θέμα, τον δίσκο τον έχω ακούσει μερικές φορές, θα ήθελα να τον ακούσω κι άλλες αν κι έχω έτοιμη πάνω-κάτω μια “ετυμηγορία”. Η κατάρα και η ευλογία ταυτόχρονα των Master Reset είναι ότι έχουν πολλές επιρροές, τις περνάνε ομοιόμορφα κάτω από ένα προσωπικό πρίσμα (μπορούν και καλύτερα μέσα απο σωστή αξιοποίηση της παραγωγής που θα έρθει σε επόμενα άλμπουμ) αλλά αυτό δημιουργεί δυσκολίες στην mouth to mouth προώθησή τους αφού εύλογα θα αναρωτηθεί κανείς “α και τι παίζουν αυτοί οι Master Reset;” με την απάντηση να είναι αναγκαστικά υπερ-αναλυτική και ασαφής.
Το πρώτο συν που μου εντυπώθηκε αυθόρμητα ακούγοντας το δίσκο είναι το πόση πολλή αγάπη και μεράκι έπεσε σε αυτόν. Είναι ολοφάνερο αυτό νομίζω και κανείς δεν μπορεί να το αρνηθεί. Οι συνθέσεις είναι καλο- και λεπτο-δουλεμένες. Ο δίσκος κυλάει με πολύ καλή ροή αφού βοηθάει σε αυτό και η παραγωγή. Οι επιρροές περνάνε σχετικά ομοιόμορφα (όχι απόλυτα). Να εξηγηθώ: στα συγκροτήματα που μουσικά είναι εντελώς crossover δημιουργείς ήχους που ακούγονται “υβριδικοί”. Που δεν είναι ποτέ μόνο το ένα ή μόνο το άλλο. Θα συμφωνήσετε μαζί μου πως (για να αναφέρω κάτι χτυπητό) το Flatland ξεκινάει με φωνητικά και κιθάρα που θα μπορούσαν να έρχονται κατευθείαν από δίσκο των Raining Pleasure φερ’ειπειν, ενώ σε άλλο τραγούδι έχουμε μεταλλικά ριφάκια, και εντελώς άλλου τύπου φωνητικά. Στη συγκεκριμένη περίπτωση λοιπόν μου ακούγεται σαν διαφορετική μπάντα να παίζει τα τραγούδια, παρά η ίδια που απλά ενσωμάτωσε πολύ ωραία μια αντιφατική επιρροή της. Mη μου αναφέρει κανείς το άλμπουμ King for a Day των Faith No More που στο ένα κομμάτι ο Patton καφροστρίγγλιζε σα να έχει καταληφθεί από κοκκυτικό παροξυσμό και στο αμέσως επόμενο γινόταν ο Luther Vandross. Eκεί υπήρξε μια πιο “avant-garde” προσέγγιση θα μπορούσαμε να πούμε (και πρέπει να έχεις πολλά cojones και ταλέντο για να κρατάς και το ενδιαφέρον και να έχεις και “ταυτότητα”, musical integrity κτλ).
Για να γυρίσουμε όμως στους Master Reset, ομολογώ ότι στο είδος μουσικής που παίζουν τα φωνητικά υπολείπονται σε επίπεδο (χωρίς να παραγνωρίζονται και οι τεχνικές δυσκολίες των κομματιών και οι πολλές αλλαγές σε μουσικό ύφος και έκφραση που θα έπρεπε να έχει ένας τραγουδιστής για να τα αποδώσει). Θέλω να πω: με ένα τραγουδιστή-αστέρι θα μιλούσαμε για άλλο επίπεδο. Έτσι το φαντάζομαι τουλάχιστον. Η ελληνικότητα προδίδεται επίσης (στα vocals πάντα), το πόσο ενοχλεί το καθέναν είναι υποκειμενικό, πάντως επειδή μιλάμε για ροκ και όχι ελαφρολαϊκό, είναι τεράστιο συν να μη γίνεται αντιληπτή.
Στην παραγωγή με χαροποίησε ότι είναι πιο 90’s μεν, αλλά από την άλλη μάλλον παραείναι “άδεια”, ενώ ο ήχος στα τύμπανα πρέπει να παραδεχτώ ότι θα μπορούσε να είναι πολύ πολύ καλύτερος (για το παίξιμο βέβαια δεν το συζητάμε καν, όπως και για την κιθάρα).
Έχω αγαπημένο (με διαφορά μάλλον) κομμάτι από την πρώτη ακρόαση κιόλας. το Saints and Saviors.
Το πρόσημο είναι αρκετά θετικό, βάσει δυνατοτήτων δείχνουν ότι μπορούν να κάνουν πολλά! Προσπάθησα να μην τους κρίνω σαν ελληνική μπάντα, και αν θέλουμε το επίπεδο των νέων συγκροτημάτων να είναι υψηλό, δεν πρέπει να κάνουμε τέτοιους μεροληπτικούς διαχωρισμούς:).