14 Δεκεμβρίου του 2017, Helloween, Arena Armeec, Σόφια, Βουλγαρία
Στην προηγούμενη αποτυχημένη «απόπειρά» μου για παρακολούθηση συναυλίας εκτός Ελλάδος, έλαβα αργά την απόφαση να το επιχειρήσω, καθώς έπρεπε να πείσω εαυτόν σχετικά με το κατά πόσον άξιζε να βιώσω αυτήν την εμπειρία μόνος. Όταν πείστηκα, αποπειράθηκα να «κλείσω» εισιτήριο, αλλά αντί εισιτηρίου, έλαβα το τρίτο το μακρύτερο, καθώς το sold-out ήταν ήδη γεγονός. Σημειωτέον ότι την χρονική περίοδο της αμφιταλάντευσης, είχα μπει στην πλατφόρμα πώλησης και υπήρχαν διαθέσιμα εισιτήρια. Οποία απογοήτευσις, λοιπόν, και συνεπακόλουθο «αυτομαστίγωμα», καθώς έχασα την επετειακή συναυλία των 25 ετών των The Gathering, στο Nijmegen, το Νοέμβριο του 2014. Lesson learned. Κλείνει παρένθεση.
Εργάσιμη η ημέρα της συναυλίας των Helloween, οι άδειες για εκείνη την ημέρα και την επομένη είχαν ήδη ληφθεί, επομένως όλα(; ) καλά. Η πτήση από Αθήνα προς Σόφια ήταν αξημέρωτα, η συναυλία περίπου κάνα 12ωρο μετά την άφιξη στη Βουλγαρία και η πτήση της επιστροφής το επόμενο της συναυλίας πρωί, δηλαδή περίπου 24 ώρες μετά την προηγούμενη πτήση. Συνυπολογίζοντας μετακίνηση από σπίτι προς αεροδρόμιο και τούμπαλιν, η όλη χρονική διάρκεια ανήλθε σε πλέον των 30 ωρών (ήτοι από ξύπνημα στις 04:00 της 14/12 έως και τη -σχεδόν- λιποθυμία στο κρεβάτι, κατά τις 11:00, στις 15/12). Παρέα υπήρχε, ο συντονιστής αυτής είχε κάνει εξαιρετική δουλειά στην οργάνωση και στο πρόγραμμά μας, ωστόσο είχε προτείνει να μην κάνουμε κράτηση σε δωμάτιο ξενοδοχείου (είτε για να ξεκουραστούμε το μεσημέρι πριν τη συναυλία, είτε για να ξεκουραστούμε κάποιες ώρες μετά τη συναυλία και πριν να πάμε στο αεροδρόμιο για την πτήση της επιστροφής). Μοιραίο λάθος, για μία παρέα 4 ατόμων με μ.ό. ηλικίας τα 38 έτη… Εγώ με 4 σκάρτες ώρες ύπνου, πριν την αρχή της εκδρομής.
Για την κατάσταση στο Ελ. Βενιζέλος, τα έχω γράψει εδώ.
Από το πρωί, λοιπόν, εγώ ήμουν σε μία ημι-λιπόθυμη κατάσταση, αναμένοντας να αρχίσουν να χτυπάνε οι υπερεντάσεις, λόγω αϋπνίας. Φτάνουμε Σόφια, σπεύδουμε να προμηθευτούμε τα εισιτήρια από ένα εμπορικό κέντρο και μετά έχουμε άπειρες ώρες ελεύθερες για να βολτάρουμε στην πόλη (με τα πόδια εννοείται). Περιφέρω το σαρκίο μου, απολαμβάνοντας την πόλη και την ωραία ημέρα, έως ότου να έρθει το μεσημέρι, οπότε και αρχίζει να «κόβει»… Μετά από μία πλημμελή αναζήτηση καταλήγουμε κάπου για να φάμε. Επικά λανθασμένη επιλογή.
Με τα πολλά, περνάνε οι ώρες και φτάνουμε προς την ώρα της συναυλίας. Στα αξιοσημείωτα/αξιομνημόνευτα της ημέρας η πολυπληθής ελληνική παρουσία μεταλλάδων στην πόλη, ένας drummer/κλοσάρ ο οποίος «διασκεύαζε» Helloween, εντός του Δημοτικού Πάρκου, σε παιδικό σετ drums με σπασμένα πιατίνια (υφίσταται σχετικό video) και η παράλληλη πορεία μας (ημών προς το χώρο της συναυλίας) με ορδές Βούλγαρων οπαδών/hooligan, οι οποίοι κατευθύνονταν στο Εθνικό Στάδιο Βασίλ Λέφσκι για κάποιον ποδοσφαιρικό αγώνα και πετούσαν κροτίδες, σπάζοντας ταυτόχρονα μπουκάλια μπύρας και φωνάζοντας ακατάληπτα συνθήματα. Μαντέψτε… Η πορεία των περίπου 6 χλμ., από το κέντρο της πόλης προς το χώρο της συναυλίας, ήταν ποδαράτη. Τα ανωτέρω συναπαντήματά μας, συνδυασμένα το φόντο των ταλαιπωρημένων κτιρίων/σπιρτόκουτων, έδωσαν στην εμπειρία μία απόκοσμη metal διάσταση, η οποία εντεινόταν και από τη σωματική και νοητική κούραση που «κάλπαζε».
Ευτυχώς, η κατανάλωση αλκοόλ προετοιμασίας για τη συναυλία «ίσιωσε» κάπως την σωματική κατάσταση. Ομολογώ ότι είχαμε κλείσει θέσεις στις κερκίδες και παρακολουθήσαμε το σύνολο της συναυλίας καθήμενοι (ευτυχώς, καθώς ουδείς θα ήταν σε θέση να παραμείνει τόσες ώρες όρθιος), περιστοιχιζόμενοι κατά ένα μέρος και από εκπροσώπους της μπουρζουαζίας (ή μαφίας) της πόλης, ήτοι κυρίες με ταγέρ που βγάζαν selfies και κάτι «χτιστά νταμάρια» με πουκαμισάκια (Δεκέμβρη μήνα, ε;) και υφασμάτινα παντελόνια. Μάλλον, θα επρόκειτο για το κοσμικό γεγονός του μήνα…
Για τη συναυλία, την απόδοση και την εμπειρία, δεν χρειάζεται να πω πολλά (στο πρώτο link του παρόντος κειμένου για την κατάσταση στο Ελ. Βενιζέλος υπάρχει μία καταγραφή των συναισθημάτων μου). Πανδημίας επιτρεπούσης, θα τα βιώσετε και στην Αθήνα, όσοι δεν ήσασταν στη Σόφια (ή αλλού).
Η συναυλία τελειώνει και -ελλείψει δωματίου- κατευθυνόμαστε στο παγωμένο (κυριολεκτικώς) αεροδρόμιο, γεμάτοι από ικανοποίηση, αλλά «άδειοι» από ενέργεια. Έχουμε μπροστά μας ένα εφιαλτικό 6ωρο περίπου, σ’ έναν χώρο που δεν λειτουργεί τίποτα (επίσης κυριολεκτικά). Μοναδική λύση οι καρέκλες σε μία αίθουσα αναμονής, έξω από τις τουαλέτες (σοφή επιλογή). Ενώ επιχειρούμε να κοιμηθούμε όρθιοι στις καρέκλες, καταφθάνει μαινόμενος ο τύπος με το μηχανάκι-σκούπα-τριβείο πατώματος (δεν ξέρω κι εγώ τι στο διάολο είναι αυτό το μηχάνημα), ο οποίος αρχίζει να το γυροφέρνει ενώπιον μας, σχεδόν ξύνοντας μέρος των παπουτσιών μας. Χωρίς κανένα ίχνος υπερβολής, ο τύπος πρέπει να τα είχε πάρει τόσο πολύ με την παρουσία μας εκεί, που το επόμενο δίωρο πήγαινε κι ερχόταν συνέχεια στο χώρο (σε μία ακτίνα 20-30 μέτρων από το σημείο που ήμασταν), προσπαθώντας ανεπιτυχώς να μας διώξει, ρίχνοντας μας βλέμματα «κεραυνού» και κατάρες(; ) στα Βουλγαρικά, όταν μας προσέγγιζε με το όχημα Taz-mania. Δεν εξηγείται αλλιώς, καθώς το πάτωμα είχε ήδη γυαλίσει και καθαριστεί προ πολλού. Προφανώς και δεν μπορούσαμε να κλείσουμε μάτι, λόγω αφενός του θορύβου κι αφετέρου του φόβου μήπως μας πετσοκόψει στον ύπνο μας. Εντέλει, αποχώρησε, καταφανώς απογοητευμένος από την αποτυχία της αποστολής του. Κάπου εκεί, εμφανίστηκε και το συνεργείο καθαρισμού των τουαλετών. Μετά την αποχώρησή του και βιώνοντας πλέον τις συνέπειες (υπό μορφή σταγόνων ιδρώτα στο μέτωπο και κοιλιακών «πριονισμάτων») της λανθασμένης επιλογής εστιατορίου που περιέγραψα ανωτέρω, έλαβα τη γενναία απόφαση να αφήσω το αποτύπωμά μου στο αεροδρόμιο της Σόφιας, εγώ ένας άνθρωπος που φτάνει στα όρια του θανάτου για να «τιμήσει» οποιονδήποτε άλλο «ναό» πέραν του οικιακού. Φίλοι μου, περιττό να πω ότι υπήρξε μία από τις απολαυστικότερες «εναποθέσεις» της ζωής μου, καθώς συνοδεύτηκε από απόλυτη ησυχία, απόλυτη καθαριότητα και κλείσιμο ματιών το οποίο οδήγησε σε μία ληθαργική, ζεν κατάσταση. Ο χρόνος έλαβε άλλη διάσταση, σε σημείο που μέλος της παρέας αναγκάστηκε να έρθει στο χώρο για να διαπιστώσει (με ερώτηση εκτός του «άβατου», όχι κατόπιν ντου σε αυτό) ότι ήμουν καλά. Βγαίνοντας, ξάπλωσα στις καρέκλες και «βυθίστηκα» σ’ έναν γλυκό ύπνο. Πριν κλείσω τα μάτια μου δίπλα μου ήταν ο big brother. Όταν τα άνοιξα, δίπλα μου καθόταν ένα μαύρο «ντερέκι». Ομολογώ ότι χρειάστηκα κάποια δευτερόλεπτα μέχρι να συνειδητοποιήσω πού βρισκόμουν και πού ήταν οι υπόλοιποι. Πάλι καλά που το σκατό δεν μπορούσε να φτάσει πλέον στην κάλτσα, λόγω της σοφής προ ωρών απόφασής μου…
Κοιμήθηκα και στην πτήση της επιστροφής, φτάνοντας στο σπίτι μετά από σχεδόν 30 ώρες, με τα πόδια να είναι πρησμένα σαν μελιτζάνες, με 3 ώρες ύπνου, αλλά την καρδιά και το «σακούλι» με τις εμπειρίες να είναι γεμάτα. Ωραίο ταξίδι…
@jonkyr: Έχω ξεχάσει να σου αναφέρω ότι –αν δεν κάνω τεράστιος λάθος και βλέποντας ποιος είσαι (ο μουσάτος, ε;) στη φωτογραφία, σε συζήτησή μας στο παρελθόν (Helloween)- είχαμε αστειευτεί, αξημέρωτα, πριν την επιβίβαση στο Ελ. Βενιζέλος σχετικά με το ποιος την έχει πιο μεγάλη , την αγάπη για τους Rush και την παρουσία σε συναυλίες τους στο εξωτερικό, εσύ ή φίλος μας από την παρέα, «βαμμένος» Rush-άκιας. Σου είχε μιλήσει αυτός, καθώς (και πάλι αν δεν κάνω λάθος) φορoύσες μπλούζα Rush. Υποθέτω ότι είσαι εσύ και δεν ξεφτιλίζομαι αυτήν τη στιγμή. Αν έχω «πέσει» μέσα, βέβαια, αμφιβάλλω αν το θυμάσαι.