Ρε είστε σοβαροί; Δεν έχει δικό της thread αυτή η υπερτιτανοτεράστια groupάρα; Λοιπόν, δεν τα λέτε, δεν τα γράφετε κι όσα δεν γράφετε θα τ’ακούτε από μένα. Άντε να πούμε.
Ξεκινάμε:
To αγαπητό μας trip-hop trio αποτελείται από τους: Beth Gibbons στα φωνητικά, Geoff Barrow και Adrian Utley στα beats/σκρατσάκια/λοιπά όργανα/μουσική και παραγωγές τέλος πάντων. Προέρχονται από το Bristol, που έχει βγάλει πάμπολλες μπάντες του είδους, μεταξύ των οποίων και οι τεράστιοι Massive Attack.
Το 1994 πιάνουν τους πάντες απροετοίμαστους όταν, όντας ακόμα “άγνωστοι”, κυκλοφορούν το Dummy, τον δίσκο που έμελλε να τους φτιάξει το όνομα και να καθιερωθεί στις συνειδήσεις των φίλων της σκηνής (και της μουσικής γενικότερα) ως δισκάρα ολκής. Η πρωτη τους επιτυχία ήταν γεγονός.
Το 1997 κυκλοφορούν το ομώνυμο δεύτερο αριστούργημά τους, καταφέρνοντας να ανταποκριθούν με μεγάλη επιτυχία στις προσδοκίες που είχε δημιουργήσει το Dummy ενώ παράλληλα πετυχαίνουν να αλλάξουν τον ήχο τους σε ένα σημαντικό βαθμό, ώστε ο διάδοχος να μην ακούγεται τόσο ίδιος με το ντεμπούτο τους.
Tο '98 κυκλοφορούν live album στο οποίο παίζουν με την φιλαρμονική ορχήστρα της Νέας Υόρκης στο Roseland ballroom (στο ίδιο σημείο το 2000 ηχογράφησαν οι Dream Theater το Live Scenes From New York - ο fanboyισμός δεν κρύβεται πουθενά όμως).
Ακολουθεί μία περίοδος"διαλείμματος" για την μπάντα κατά την οποία ο καθένας αφοσιώθηκε σε διάφορα solo projects. Ανάμεσα σ’αυτά ξεχωρίζει το Out of Seasons που κυκλοφόρησε το 2002 η Gibbons με τον Rustin Man (ψευδώνυμο του Paul Webb).
H μπάντα θα επαναδραστηριοποιηθεί το 2005, αρχίζοντας να γράφει το τρίτο της album το οποίο τελικά κυκλοφορεί το 2008 με τον τίτλο Third και καταφέρνει για μία ακόμα φορά να ταράξει τα νερά δημιουργώντας ενθουσιασμό για την επιστροφή τους. Σ’αυτό το album κάνουν για άλλη μία φορά στροφή στον ήχο τους, δημιουργώντας “άρρωστη” ατμόσφαιρα στο τελικό αποτέλεσμα. Ακόμα και ο Thom Yorke, frontman των Radiohead, το εκθειάζει, λέγοντας πως πρόκειται για την καλύτερή τους κυκλοφορία μέχρι τώρα. Με αυτό το album οι Portishead κάνουν άλλο ένα μεγάλο βήμα μπροστά τόσο ποιοτικά, όσο και εμπορικά.
Μετά από αυτή την mini-αναδρομή, πρέπει σαν οπαδός κι εγώ να γράψω την εμπειρία μου με το υλικό της μπάντας.
Λοιπόν δεν έχω και πολλά πράγματα να γράψω. Πιστεύω ότι πρόκειται για love it or hate it μπάντα καθώς έχουν να προσφέρουν κάτι πολύ συγκεκριμένο αλλά και ιδιαίτερο. Η φωνή της Gibbons είναι το κάτι άλλο και σε συνδυασμό το “χαλί” που δημιουργούν τα beats και τα λοιπά ηχητικά “παιχνιδάκια” δημιουργούν μια ατμόσφαιρα που είτε θα τη λατρέψεις και θα την αφήσεις να παίξει με την διάθεσή σου είτε θα την απορρίψεις γιατί απλά δε σου μιλάει.
Επίσης, καταπληκτικοί στίχοι.
Άψογο groove σε μερικά κομμάτια.
Σε όσα videos έχω δει όπου παίζουν live, είναι το ίδιο καταπληκτικοί.
Πραγματικά δεν έχω κάτι άλλο να πω, πέραν του να προτείνω σε όποιον δεν τους έχει δοκιμάσει ποτέ να βρει το Dummy (για να είμαστε δίκαιοι, αν και όλα τα albums τους είναι ισάξια σε ποιότητα - χωρίς καμιά υπερβολή - είναι το καταλληλότερο για να ξεκινήσει κανείς), να περιμένει να έρθει ένα βράδυ όπου θα είναι σπίτι του χώμα και να το βάλει να παίξει.
Αν βαριέται κάποιος να κατεβάσει ή να αγοράσει (αν λατρεύετε τους Portishead είναι έγκλημα να μην αγοράσετε δίσκο, 3 έχουν όλους κι όλους και είναι όλοι τους κλασσικοί), το κατάστημα προσφέρει έξτρα τρόπο για να μάθετε μπαλίτσα (τουλάχιστον κοντρόλ και πάσες ξέρω’γω):
All Mine (Live @ New York)
Glory Box
The Rip
Ένα από κάθε studio album τους (καλά το live σχεδόν ίδιο με το studio είναι).
Προχθές που πήγα σ’ένα βιβλιοπωλείο εδώ που έχει κι από δίσκους άκουγα το Third. Με το που μπαίνω στο τμήμα με τους δίσκους κι ενώ έπαιζε το We Carry On στο iPod, το μάτι μου πέφτει πάνω στο Third. 13 δολλάρια. Σε ευρώ πες 9. Ψάχνω τις τσέπες μου. 15 δολλάρια και 17 cents. Ε δεν πάει στο διάολο. Ηταν το μόνο που μου έλειπε και μπάντες σαν αυτές αξίζουν τα λεφτά που σκας.
Αποθεώστε ή, αν θέλετε να φάτε ban εν ριπή οφθαλμού, θάψτε.