Οι Ramones είναι μία μπάντα πραγματικά απαραίτητη στη λονδρέζικη σκηνή. Θα έδινα έναν ολόκληρο μισθό μόνο και μόνο για να τους δω να εκρήγνυνται μπροστά σ’ ένα ανυποψίαστο βρετανικό κοινό! Είναι τόσο αστείοι, η απόλυτη καρτουνίστικη απόδοση του rock ‘n’ roll, και ταυτόχρονα τόσο δυναμικοί, που δε μπορούν παρά να μαγέψουν τον οποιονδήποτε ερωτεύτηκε το rock ‘n’ roll για όλους τους σωστούς λόγους. Είναι τόσο παράλογα άμεσοι που όλα τους τα τραγούδια θα ήταν hit singles αν υπήρχε έστω και λίγη δικαιοσύνη σ’ αυτόν τον κόσμο". Τάδε έφη ο εκστασιασμένος ανταποκριτής του N.M.E. που το φθινόπωρο του 1975 είχε την τύχη να είναι ο πρώτος Βρετανός δημοσιογράφος που είδε ζωντανά τους Ramones, στη σκηνή του ναού του νεοϋορκέζικου punk, το θρυλικό CBGB’s.
Στοιχηματίζω ότι ούτε ο ίδιος δε θα μπορούσε να φανταστεί πόσο προφητικά ήταν τα λόγια του τη στιγμή που τα αποτύπωνε στο χαρτί. Πράγματι, λίγο μετά την κυκλοφορία του ομώνυμου ντεμπούτου τους, οι Ramones έμελλε να εμφανιστούν μπροστά στα ανυπόμονα μάτια του βρετανικού κοινού που είχε ήδη πληροφορηθεί τα κατορθώματα του κουαρτέτου στην απέναντι όχθη του Ατλαντικού.
Ο θρύλος λέει ότι οι Mick Jones και Paul Simonon αποφάσισαν να ξεκινήσουν τους Clash* μετά τις παραινέσεις του Joey Ramone. “Who gives a fuck που δεν ξέρετε να παίζετε; Απλά πάρτε απ’ ένα όργανο και κάντε αυτό που γουστάρετε!” τους είπε ο ψηλόλιγνος Joey, συνοψίζοντας σε δύο κουβέντες την όλη φιλοσοφία της do-it-yourself κουλτούρας. Ένα είναι βέβαιο. Αν οι Ramones δεν είχαν υπάρξει ποτέ, η μουσική σήμερα δε θα ήταν η ίδια κι αυτό το συμπέρασμα ακόμη και κάποιος με I.Q. μέσου fan του Elton John μπορεί να κατανοήσει. Μπορεί της εμφάνισής τους να προηγήθηκαν άλλες μπάντες που οριοθέτησαν ποικιλοτρόπως το punk, όπως οι Stooges με την απροκάλυπτα βίαιη κι ωμή αισθητική του Iggy, οι New York Dolls οι οποίοι έδειξαν πως το rock ‘n’ roll στα χέρια μερικών κατά φαντασία drag-queens μπορεί να γίνει ένα κανονικό sex-machine-gun ή οι αξεπέραστοι Velvet Underground, που κυριολεκτικά περπάτησαν στη “wild side” της Νέας Υόρκης και της ζωής γενικότερα.
Αυτές οι αστείες φιγούρες όμως ήταν ουσιαστικά υπεύθυνες για το breakthrough του punk στη Γηραιά Αλβιόνα, το οποίο λειτούργησε σε δύο επίπεδα. Κατ’ αρχήν ως σπίθα που άναψε τη molotov του βρετανικού punk, το οποίο με τη σειρά του άλλαξε άρδην την αντίληψη περί προσέγγισης στη μουσική -σε μία εποχή που οι “δεινόσαυροι” κόντευαν να κατασπαράξουν τα πάντα- σε βαθμό εντελώς αντιστρόφως ανάλογο της μικρής του διάρκειας. Κατά δεύτερον οι Ramones χρίστηκαν πρέσβεις ολόκληρης της punk σκηνής της Νέας Υόρκης. Μπορεί μεν οι σύγχρονοί τους Television, ο Richard Hell και η Patti Smith μεταξύ άλλων να ήταν σαφώς πιο αρτίστικοι και περίπλοκοι ως μουσικοί, τους έλειπε όμως αυτό που έσταζε από τα greasy μαλλιά των Ramones. Η αμεσότητα! Κι όπως είχε γράψει κι ένας φίλος πριν χρόνια, αποστολή τους ήταν να κάνουν ξανά το rock ‘n’ roll όπως ήταν στα 50’s και στα 60’s, απλό και συναρπαστικό.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε, ότι όλη τους την εφηβεία την πέρασαν ακούγοντας στο αμερικάνικο ραδιόφωνο τις Shangri-Las, όλες τις παραγωγές του θρυλικού Phil Spector, τους Beach Boys και φυσικά τους Rolling Stones και τους Beatles. Τόσο μεγάλη αγάπη είχαν για τους τελευταίους, που το όνομα τους ο Dee Dee Ramone, το εμπνεύστηκε από το ψευδώνυμο που χρησιμοποιούσε κατά κόρον ο Paul McCartney. Όταν το 1974 o Joey (Jeffrey Hyman), o Johnny (John Cummings) και ο Dee Dee (Douglas Colvin) μαζεύτηκαν για πρώτη φορά σ’ ένα studio στο Queens της Νέας Υόρκης κανείς δεν έφερε αντίρρηση. Κι εγένετο Ramones! Για γνώση μουσικής θεωρίας ούτε λόγος βέβαια. Ο Joey ήταν αφοπλιστικά ειλικρινής. “Θέλαμε απλώς να παίξουμε ακριβώς τη μουσική απ’ όλες τις αγαπημένες μας μπάντες που ακούγαμε στο ραδιόφωνο. Αυτή ήταν η αγαπημένη μας μουσική κι όταν δημιουργηθήκαμε είχε σχεδόν εξαφανιστεί”.
Αρχικά ο Joey δοκίμασε την τύχη του πίσω από τα drums. Μάλλον όμως ήταν υπερβολικά ψηλός για να χωρέσει πίσω από τύμπανα και πατίνια, oπότε και προτίμησε το μικρόφωνο και την άνεση των κινήσεων τoυ frontman. Όσο υπερκινητική κι εκτός ελέγχου παρουσιαζόταν η μουσική των Ramones, άλλο τόσο cool και χαλαρός εμφανιζόταν πάνω στη σκηνή. Η χαρακτηριστική χροιά της φωνής του έγινε το ηχητικό σήμα κατατεθέν της μπάντας ενώ η φιγούρα του ακόμη και σήμερα αποτελεί ένα από τα βασικότερα trademarks του rock ‘n’ roll. Ψηλός, λιγνός, με τα μακριά μαύρα μαλλιά και τα μαύρα γυαλιά να κρύβουν σχεδόν πάντα τα μάτια του, και με το μαύρο δερμάτινο, τα κολλητά σκισμένα jeans και τα βρώμικα all-stars ν’ αποτελούν τα μοναδικά αντικείμενα της γκαρνταρόμπας του. Από τη στιγμή που ο Joey ανέλαβε χρέη τραγουδιστή, τη θέση του πίσω από τα drums πήρε ο Tommy (Tom Erdelyi). Με τον Johnny και τον Dee Dee στις κλασσικές τους πλέον θέσεις (κιθάρα και μπάσο αντίστοιχα) η συμμορία έπιασε δουλειά!
Το CBGB’s είχε ανοίξει με την προοπτική να φιλοξενήσει τις μουσικές που πρέσβευαν τα αρχικά του: Country, BlueGrass και Blues. Γι’ αυτό κι αρχικά το είχαν οικειοποιηθεί κάμποσοι ανεγκέφαλοι bikers, με πρώτους και καλύτερους τους Hell’s Angels (σ.σ. την περίφημη συμμορία που ενίοτε αναλάμβανε χρέη bodyguards).Φαινομενικά επρόκειτο για τον πλέον ακατάλληλο χώρο για τέσσερα τσογλάνια που όχι μόνο δεν γνώριζαν να παίζουν, αλλά έβγαζαν νοητά τη γλώσσα σε όλους αυτούς που εκείνη την εποχή έκριναν πως τα μακρόσυρτα solos και οι φωνητικές κορώνες αποτελούσαν το Α και το Ω του rock. Φευ! Οι Ramones ήταν ο χειρότερος εφιάλτης αυτών των φαφλατάδων κι ευτυχώς κάποιες ανεξήγητες συμπαντικές δυνάμεις λειτούργησαν κι εμφανίστηκαν τη σωστή στιγμή και στο σωστό τόπο. Απ’ όλες τις μπάντες της εποχής οι Ramones ήταν που συνδέθηκαν όσο καμία με το stage του CBGB’s, καταλήγοντας να γίνουν σχεδόν η resident μπάντα του club. Τόσο άρρηκτη ήταν η σύνδεσή τους με το club, ώστε η φωτογραφία που κοσμεί το εξώφυλλο του ντεμπούτου τους, μία από τις κλασσικότερες φωτογραφίες στην ιστορία του rock ‘n’ roll, έλαβε χώρα δίπλα από την είσοδο του.
Τα sets των Ramones στο CBGB’s ήταν κανονικά σφηνάκια-δυναμίτες! Λίγες φορές κρατούσαν πάνω από 20 λεπτά ενώ σπανίως έπαιζαν λιγότερα από 20 τραγούδια. Τραγούδι και λεπτό. Αυτό κι αν θα πει αμεσότητα! Οι κιθαριές του Johnny, ο οποίος ήξερε μεν να παίζει μόνο τρία ακόρντα όπως χαρακτηριστικά υποστήριζε αλλά τα έπαιζε εξαιρετικά γρήγορα δε, οριοθέτησαν όχι μόνο το punk της εποχής τους, αλλά και το μετέπειτα αμερικάνικο hardcore ενώ ίχνη τους συναντά κανείς σε μπάντες όπως οι Black Flag, οι Husker Du, οι Sonic Youth, οι Dinosaur Jr και άλλοι σπουδαίοι. Ο Johnny σα μουσικός θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως η επιτομή του μεγάλου γνωμικού “less is more”, γρατζουνώντας την εξάχορδη με απίστευτη βία και παροιμιώδη ταχύτητα, ανοίγοντας τα πόδια και κρατώντας την χαρακτηριστικά χαμηλά. “Αυτή την πόζα τη μελέτησα πριν καν αγοράσω κιθάρα” είχε πει κάποτε. Σύμφωνα με την άγραφη ιστορία, ο Johnny ήταν όχι μόνο ο αρχιτέκτονας του ήχου των Ramones αλλά και το thinking-tank της μπάντας, όσον αφορά στα θέματα business. Λέγεται μάλιστα ότι αυτός ήταν που επέμενε να ντύνονται καθ’ όλη τη διάρκεια της καριέρας τους μόνο με στενά jeans και δερμάτινα, να παρουσιάζονται δηλαδή μόνιμα ως συμμορία. Ήταν μάλιστα τόσο θρασύς, που χωρίς φόβο και πάθος δήλωνε την προτίμηση του στους ρεπουμπλικάνους ενώ ποτέ δε ντράπηκε να πει ότι οι Ramones γι’ αυτόν ήταν απλά μία δουλειά. Εντάξει, ουδείς αλάνθαστος.
Με τον Joey, τα τελευταία 16 χρόνια πριν το θάνατό του, δεν είχαν ανταλλάξει ουσιαστικά τίποτα παραπάνω από τις απολύτως απαραίτητες κουβέντες. Ο λόγος; Ο Johnny παντρεύτηκε τη Linda, το κορίτσι που έκλεψε από την αγκαλιά του καρδιακού του φίλου. “Τα προβλήματά μου με τον Joey ξεκίνησαν το ’78, όταν αποχώρησε ο Tommy, που μέχρι τότε ήταν κατά κάποιο τρόπο ο spokesman του group. Όταν έφυγε, ο Joey ήθελε να μιλάει στον Τύπο κι εγώ φοβόμουν μήπως δεν τα καταφέρει καλά” δήλωσε πριν από μερικά χρόνια. “Όταν ο Joey αρρώστησε συνέχισα να μην του μιλάω. Ρωτούσα τους γιατρούς αλλά μέχρι εκεί. Δεν ήθελα να υποκριθώ. Ούτε εγώ, αν ήμουν στη θέση του, θα ήθελα να με θυμηθούν άνθρωποι που μέχρι τότε δεν ανταλλάσσαμε ούτε κουβέντα”. Τουλάχιστον ήταν απολύτως ειλικρινής.
Στις 15 του περασμένου Σεπτέμβρη, ο Johnny υπέκυψε στον καρκίνο, σε ηλικία μόλις 55 ετών. Στο πλάι του βρίσκονταν η σύζυγός του και λίγοι φίλοι, μεταξύ των οποίων ο Eddie Vedder (Pearl Jam) κι ο John Frusciante (Red Hot Chili Peppers). Λίγο πριν το μοιραίο είχε πει με όλη την κυνικότητα που τον διακατείχε: “Όλοι έχουμε ένα χρονικό όριο. Απλά το δικό μου ήρθε πιο γρήγορα”. Τρία χρόνια πριν, τον Απρίλη του 2001 ο Joey ήταν ο πρώτος της παρέας που την “έκανε”, χτυπημένος κι αυτός από την ίδια ασθένεια, λίγο πριν ολοκληρώσει το πρώτο του solo album. Οι συνεργάτες του ευτυχώς το ολοκλήρωσαν κι έτσι λίγο μετά το θάνατό του κυκλοφόρησε το “Don’t Worry About Me”, το οποίο ήταν ειλικρινά ικανοποιητικότατο, δείχνοντας ότι ο Joey βρισκόταν και πάλι σε φόρμα. Την επόμενη χρονιά, ο Dee Dee επιβεβαιώνοντας τη φήμη του μεγαλύτερου αλήτη της μπάντας σουτάρισε για τελευταία φορά στις καταπονημένες του φλέβες. Για να λέμε και την αλήθεια, πάλι καλά που άντεξε τόσο. Από την αρχή, σχεδόν εδώ και τρεις δεκαετίες οι οπιούχες ουσίες δεν έπαψαν ποτέ να κατέχουν εξέχουσα θέση στην καθημερινή του δίαιτα. Από την αρχική τετράδα μόνο ο Tommy βρίσκεται ακόμη εν ζωή.
Η ιστορία των Ramones διήρκεσε 22 ολόκληρα χρόνια, από το πρώτο τους live το 1974 μέχρι το τελευταίο, το 1996. Παρά ένα νούμερο, τόσα ήταν και τα albums που κυκλοφόρησαν. Απ’ αυτά, τα τρία πρώτα, γράμμένα μέσα σ’ ένα χρόνο, (“Ramones”, “Leave Home”, “Rocket to Russia”) στέκονται με άνεση ανάμεσα στα καλύτερα r’n’r albums που έχουν γραφτεί ποτέ! Από κει και πέρα, ηχογράφησαν μερικούς ακόμη πολύ καλούς δίσκους ενώ ακόμη και οι πιο μέτριες στιγμές τους, στη δεκαετία του ’80, ποτέ δεν ήταν αρκετά κακές για να τους απαξιώσουν. Μέσα σ’ αυτά τα 22 χρόνια όμως ένα πράγμα δεν κατάφεραν να πετύχουν και φαντάζομαι ότι αυτό το παράπονο θα κυνήγησε τους τρεις εκλιπόντες μέχρι την τελευταία τους στιγμή. Να κάνουν το μεγάλο breakthrough στο mainstream κοινό. Γιατί μην ξεχνάτε ότι αν κάποιος ξεπεράσει την τ(ρ)αχύτητα των τραγουδιών τους, στο βάθος οι Ramones ήταν απλά μία pop μπάντα. Ή μάλλον η ιδεατή pop μπάντα για να παίξει το rock ‘n’ roll. Αυτό άλλωστε αποδεικνύει ο πραγματικά μακροσκελέστατος κατάλογος singles που φέρουν την υπογραφή τους, ακόμη και από albums που στο σύνολό τους δεν ήταν κάτι το εντυπωσιακό. Ποια να πρωτοθυμηθεί κανείς;! Rockaway Beach, Sheena is a Punk Rocker, Beat on the Brat, Rock ‘n’ Roll High School, She Talks to Rainbows, Do you remember Rock ‘n’ Roll Radio?, I Wanna Be Sedated, είναι απλά τα πρώτα που έρχονται στο μυαλό.
Το Μάρτιο του 2002 οι Ramones εισήχθησαν στο Rock ‘n’ Roll Hall of Fame. Το Νοέμβριο του 2003 ο δήμαρχος της Νέας Υόρκης, προς τιμή του Joey ανήγγειλε κι επίσημα την ονομασία του δρόμου έξω από το CBGB’s ως το “Joey Ramone Place”. Tο 2004 ανέβηκε για πρώτη φορά το musical “Gabba Gabba Hey”, σκηνοθετημένο από τον ίδιο τον Tommy. Μερικές DVD κυκλοφορίες είναι καθ’ οδόν, ενώ μόλις λίγες μέρες πριν το θάνατο του Johnny έλαβε χώρα η πρώτη από τις προγραμματισμένες επετειακές συναυλίες, για το κλείσιμο τριάντα χρόνων από τη δημιουργία της μπάντας. Μοιάζει πραγματικά ειρωνικό, ότι το πυρηνικό τρίο της μπάντας “έφυγε” τη στιγμή που έμοιαζε να γίνεται πραγματικότητα το μεγάλο τους όνειρο, να τους αγκαλιάσει το πλατύ κοινό. Όπως όμως είπε κάποιος: “they could have been big. Instead they were legendary”. Adios Amigos!