Αφορμή για το thread το παρακάτω κειμενάκι:
Αναζητώντας την κόκκινη Ιθάκη, βρέθηκαν στην παγωμένη Σιβηρία
Στις αρχές του φθινοπώρου του 1991, ευρισκόμενος στη Μόσχα, έμαθα από την Ελλη Λεμπέντεβα - Ασημακοπούλου, παλιά εκφωνήτρια της ελληνικής εκπομπής του ραδιοσταθμού της ρωσικής πρωτεύουσας, ότι στη Μαριούπολη, στην Αζοφική Θάλασσα, ζούσε ακόμα ο Γιάννης Παπαδόπουλος, ένας από τους 33 Ελληνες που μετανάστευσαν το 1924 από την Κωνσταντινούπολη, στη Σοβιετική Ενωση.
Λίγο αργότερα τους ακολούθησε και μια άλλη οικογένεια - εκείνη του Νίκου Ασημακόπουλου, του πατέρα της Ελλης.
Δυο μήνες αργότερα ξεκίνησα από τη Θεσσαλονίκη με το τρένο, διέσχισα τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία κι από το Κισινιόφ της Μολδαβίας μ’ ένα πειρατικό ταξί φτάσαμε στην Οδησσό. Υστερα μ’ ένα τρένο που κάνει 36-38 ώρες, έφτασα τελικά στη Μαριούπολη, με την αίσθηση ότι μπορώ να βαδίσω πιο ελεύθερα σε μια Σοβιετική Ενωση που λίγο αργότερα δεν θα υπήρχε πλέον.
Με αρκετά περιπετειώδη τρόπο ανακαλύπτω την αγροικία του Γιάννη Παπαδόπουλου. Ενα πέτρινο μικρό σπίτι με χωμάτινο δάπεδο κοντά σ’ ένα ρέμα. Σε λίγο ο ίδιος άρχισε να διηγείται τη ζωή του σαν παραμύθι…
Η Λέσχη στην Πόλη
*Ο πατέρας του Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος καταγόταν από την Κοζάνη και η μητέρα του από την Κρήτη. Εμεναν στην Κωνσταντινούπολη. Ο Κωνσταντίνος εργαζόταν στις οικοδομές από 12 χρόνων παιδί. Σύχναζε στην Πανεργατική Λέσχη της Πόλης, εκεί όπου διασταυρώνονταν διανοούμενοι και εργάτες από διαφορετικά έθνη.
*Οι συζητήσεις έδιναν και έπαιρναν για τον σοσιαλισμό, για έναν δικαιότερο κόσμο. Από την επαναστατημένη Ρωσία επέστρεψε στην Πόλη ο Σεραφείμ Μάξιμος που δημιούργησε μια ισχυρή οργάνωση.
*Εκεί ο νεαρός Γιάννης Παπαδόπουλος, που είχε γεννηθεί το 1909, συναντούσε, το 1923 και το 1924, τον Νίκο Ασημακόπουλο, τον πατέρα της Ελλης και της Ιφιγένειας, τον Νίκο Νικολαΐδη, που ήταν «καθ’ εαυτού ηθοποιός, θεατρίνος». Γνώρισε μεταξύ άλλων και τον Νίκο Ζαχαριάδη, τον κατοπινό αρχηγό του ΚΚΕ, που ήταν έξι χρόνια μεγαλύτερός του.
*Μια μέρα του 1924, τη χρονιά που πέθανε ο Λένιν, μια μεγάλη ομάδα Ελλήνων περί την Πανεργατική Λέσχη της Πόλης αποφάσισαν να μεταναστεύσουν «στην πρώτη χώρα των εργατών και χωρικών».
Ανάμεσά τους ο Γιάννης Τσατσάκος, ο Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος, ο Απόστολος Ντίνας, ο Καραγιάννης, ο Μίλτος Μακρής, ο Κώστας Κρυπτόπουλος κ.ά.
*Τότε ακόμα τα πράγματα δεν ήταν «σφιχτά», μπορούσες σχετικά εύκολα να ταξιδέψεις προς την ΕΣΣΔ. Το ελληνικό προξενείο της Κωνσταντινούπολης έδωσε διαβατήρια στους έλληνες.
*«Ξεσηκωθήκαμε οικογενειακώς -διηγείται ο Γιάννης Παπαδόπουλος- συνολικά 33 Ελληνες, άντρες, γυναίκες και παιδιά. Μια μέρα του Σεπτεμβρίου του 1924 μπήκαμε όλοι σ’ ένα πλοίο σαράβαλο με περσική σημαία.
Στη Μαύρη Θάλασσα οι μηχανές του πλοίου σταμάτησαν για κάμποσες ώρες. Τελικά, μετά από κάποιες μέρες φτάσαμε στη Σεβαστούπολη. Οι δικοί μας, ιδεολόγοι κομμουνιστές, με το που είδαν τον πρώτο σοβιετικό στρατιώτη επάνω στο σκάφος άρχισαν να τον φιλούν».
Η οικογένεια του Κ. Παπαδόπουλου ήταν πενταμελής. Ο ίδιος, η γυναίκα του και τα τρία παιδιά τους, η Ζωίτσα, ο Θανάσης και ο Γιάννης: «Στην αρχή που ήρθαμε -συνεχίζει ο Γιάννης- η χώρα είχε έντονο πληθωρισμό και η Νέα Οικονομική Πολιτική (ΝΕΠ) του Λένιν ήταν σε εξέλιξη».
*Στη Σεβαστούπολη παρέμειναν έναν μήνα, στα κτίρια της κρατικής ασφάλειας, της NKVD. Μετά τους μετέφεραν στη Συμφερούπολη, όπου έμειναν σε στρατώνες.
*Τον ρωσικό χειμώνα του 1925 οι έλληνες μετανάστες έφτασαν στη Μόσχα: «Τον πρώτο καιρό διαπιστώσαμε ότι υπήρχαν προβλήματα. Οι 80 ήταν άνεργοι και οι 20 εργάζονταν. Καλή ζωή ήταν για εκείνους που είχαν χωθεί στο εμπόριο. Ολα τα αγόραζαν οι νέοι έμποροι από τους ξεπεσμένους αριστοκράτες.
»Ομως το 1927-1928 η ανεργία κατέβηκε. Καλυτέρεψαν τα πράγματα. Οι οικοδομές και τα εργοστάσια έπαιρναν μπρος. Το ρούβλι ανέβηκε. Οι κοπερατίβες είχαν μια πλούσια ζωή. Η ΝΕΠ απέδιδε καρπούς. Οι χωρικοί έρχονταν με τ’ αμάξια στη Μόσχα το 1927, το '28, και πουλούσαν πατάτες, λάχανα, καρότα, για λίγα καπίκια».
*Αλλά το 1929 ο Στάλιν νιώθει ότι έχει επικρατήσει, έχει τις δικές του απόψεις. Αρχίζει η αναγκαστική κολεκτιβοποίηση, η κατάργηση της ΝΕΠ. Αρκετά είδη αρχίζουν να δίνονται με κουπόνια.
Σε σύντομο χρονικό διάστημα οι 33 έλληνες μετανάστες αντιλαμβάνονται ότι τα πράγματα δεν είναι ιδανικά; Ετσι αρκετοί, «σχεδόν οι μισοί», επέστρεψαν στην Πόλη. Κυρίως οι νέοι, όσοι δεν είχαν μαζί τους παιδιά.
*Ο Γιάννης Παπαδόπουλος πέρασε από την Κομσομόλ και το 1931 τέλειωσε τη ΡΑΦΑΚ, την εργατική σχολή Μπουχάριν. Βρήκε δουλειά ως υπάλληλος στην κοινότητα (σύλλογο) των παλιών μπολσεβίκων, μέσα στο Κρεμλίνο. Ο Γιάννης συμπληρώνει φακέλους, επισυνάπτει φωτογραφίες, γράφει διευθύνσεις των παλιών μπολσεβίκων που οι περισσότεροι επισκέπτονται τον σύλλογό τους. Ανάμεσά τους, ο Μπουχάριν, ο Λιτβίνοφ κ.ά., ο Στάλιν όμως ποτέ.
Ενα μεσημέρι μάλιστα, ο νεαρός Γιάννης σ’ έναν διάδρομο του Κρεμλίνου, σε πολύ κοντινή απόσταση, βλέπει τον Στάλιν να συνομιλεί με τον Λιχατσόφ, έναν διευθυντή εργοστασίου. Θυμάται ακόμη ότι σαν Γεωργιανός μιλούσε «άγρια ρωσικά». Λίγο μετά ο Στάλιν έβγαλε από το Κρεμλίνο τον σύλλογο των παλιών μπολσεβίκων…
*Μέχρι το 1934 ο Γιάννης διατηρεί μόνο την ελληνική υπηκοότητα, αλλά τότε υποχρεώνεται να πολιτογραφηθεί Ρώσος. Υπηρετεί ως αξιωματικός του Κόκκινου Στρατού στην Απω Ανατολή στον ποταμό Ζέερ. Αποσπάται σε τάγμα του μηχανικού που κατασκεύαζε γέφυρες κοντά στο Χαμπάροβσκ, προς την Κίνα. Στα έργα δουλεύουν χιλιάδες ποινικοί και πολιτικοί κρατούμενοι.
*Με τον καιρό τα πράγματα δυσκολεύουν ακόμα περισσότερο. Ο άνεμος του πολέμου πλησιάζει. Η σοβιετική ηγεσία αρχίζει να μιλάει όλο και πιο συστηματικά για «πράκτορες του ιμπεριαλισμού που έχουν διεισδύσει στη Σοβιετική Ενωση».
Οι ξένοι κομουνιστές που ζουν στη Μόσχα ή αλλού στο σοβιετικό έδαφος άρχισαν να θεωρούνται ύποπτοι. Αρκετοί άρχισαν να χάνονται ξαφνικά απ’ τα μάτια των συντρόφων και φίλων τους.
Ο πατέρας, όμως, έμενε συχνά στη Μόσχα, απ’ όπου έφευγε να εργαστεί σαν εργάτης στην κεντρική Ασία, στον Καύκασο, στην Αρμενία, στη Γεωργία. Ο Γιάννης φιλονικούσε μερικές φορές με τον πατέρα του πάνω σε ιδεολογικά θέματα. Οταν δούλευε στον σύλλογο των παλιών μπολσεβίκων τού είχε μεταφέρει γράμματα που κατέφθαναν στην έδρα του και κατήγγελλαν αδικίες, τονίζοντας ότι πολλά που γίνονταν στη Ρωσία «δεν είχαν σχέση με τον κομουνισμό»:
*«Το 1937 έκαναν έρευνα στο σπίτι μας τρεις άνθρωποι της KGB (όπως μετονομάστηκε η NKVD). Ζητούσαν τον πατέρα μου. Στο εξωτερικό, βλέπετε, γεννήθηκε, άρα τώρα είναι ύποπτος».
Κατά ειρωνεία της τύχης, ένας παλιός τους γνώριμος και συνταξιδιώτης από την Κωνσταντινούπολη, ο Κώστας Ζαχαριάδης, που είχε τελειώσει το Κομμουνιστικό Πανεπιστήμιο των Εργαζομένων της Ανατολής (KUTV), γιος του Ηλία Ζαχαριάδη, είχε τοποθετηθεί αξιωματικός της KGB στη Σεβαστούπολη. Βρισκόταν στον ίδιο τόπο με την οικογένεια Παπαδόπουλου, αλλά δεν εμφανίστηκε ποτέ.
Ο Κώστας Ζαχαριάδης εκτελέστηκε αργότερα ως κατάσκοπος και ο πατέρας του, Ηλίας, όπως και ο γαμπρός του, πέθαναν στην εξορία.
Καθώς τα πράγματα δυσκολεύουν όλο και περισσότερο, η οικογένεια Παπαδόπουλου εκτοπίζεται από τη Σεβαστούπολη. Επρεπε να ζήσουν 30-40 χιλιόμετρα μακριά από την κατοικία τους.
Πήγαμε στη Γιάλτα με το πλοίο. Και τότε κάναμε την πρώτη μας απόπειρα να επιστρέψουμε στην Ελλάδα». Αλλά στην Ελλάδα κυβερνούσε η δικτατορία του Μεταξά. Ο Κώστας Παπαδόπουλος εθεωρείτο ύποπτος για «αντεθνική δράση». Απέρριψαν την αίτησή του.
*Από τη Γιάλτα η οικογένεια μεταφέρθηκε στη Συμφερούπολη, όπου τη βρήκε η έναρξη του Παγκόσμιου Πολέμου. Οι Γερμανοί προέλασαν στην Ουκρανία, βγήκαν στη Μαύρη Θάλασσα, με στόχο να καταλάβουν πετρελαιοφόρες περιοχές.
*Η μοίρα χτύπησε και πάλι την οικογένεια Παπαδόπουλου, που τώρα ζούσε κάτω από τη γερμανική κατοχή.
Ο Θανάσης, ο αδερφός του Γιάννη, χτύπησε έναν αξιωματικό των SS καταμεσής του δρόμου: «Ηταν καθ’ εαυτού Ελληνας ο Θανάσης. Τον σκούντησε ένας Γερμανός πάνω στο πεζοδρόμιο. Εκείνος προσβλήθηκε και του έδωσε μια γροθιά. Εφυγαν τα γυαλιά του Γερμανού, γέμισε αίματα».
Ο Θανάσης, καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε. Εμειναν ο πατέρας, η μητέρα κι ο Γιάννης.
*Ο Γιάννης μεταφέρει από χέρι σε χέρι προκηρύξεις που ρίχνουν τα ρωσικά αεροπλάνα. Ασκεί το επάγγελμα του κουρέα και ξυρίζει έναν Γερμανό, όταν εισβάλλουν στο μαγαζί του και τον συλλαμβάνουν. Βασανίζεται και κλείνεται σε τοπικό γερμανικό στρατόπεδο.
*Την άνοιξη του 1944 τα σοβιετικά στρατεύματα απελευθερώνουν την Κριμαία. Τον Μάιο, όμως, οι Ρώσοι μαζεύουν τους Τατάρους που ζούσαν στην Κριμαία και είχε υποτάξει η Μεγάλη Αικατερίνη, με την κατηγορία ότι συνεργάστηκαν με τους Γερμανούς. Είχε έρθει, ωστόσο, και η ώρα των Ελλήνων που ζούσαν εκεί.
«Ρώσοι αξιωματικοί μας ειδοποίησαν ότι η NKVD θεωρεί και τους Ελληνες αντεπαναστάτες. Κανένας, όμως, Ελληνας δεν είχε πάει με τους Γερμανούς. Αντίθετα, πολλοί Πόντιοι που ανδραγάθησαν στο πεδίο της μάχης μάθαιναν ξαφνικά ότι οι συγγενείς τους είχαν εξοριστεί».
*«Μια μαύρη νύχτα του Ιουνίου, τα μεσάνυχτα, έφτασαν με μεγάλα φορτηγά αυτοκίνητα. Αξιωματικοί και στρατιώτες έμπαιναν στα σπίτια. Μας έδωσαν 20 λεπτά διορία. Μας φόρτωσαν σε φορτηγά τρένα. Είκοσι μία μέρες ταξιδεύαμε με το τρένο. Οχι, όμως, στον ίδιο προορισμό. Αλλα πήγαιναν στα Ουράλια, άλλα στην κεντρική Ασία, άλλα στην Μπασκίρια, άλλα στην Απω Ανατολή, άλλα στο Κουσμπάς. Εμείς φτάσαμε στο Κουσμπάς, στον σταθμό Ουσιάτι. Εκεί μείναμε από τον Ιούνιο του '44 μέχρι την άνοιξη του 1956».
*Το 1956 ο Χρουστσόφ απελευθέρωσε όλους τους εξορίστους και ο Γιάννης, όποτε πήγαινε στη Μόσχα, έβαζε λουλούδια στον τάφο του.
Τι απέγιναν οι ιδεολόγοι από την Κωνσταντινούπολη;
-Ο πατέρας του Γιάννη, ο Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος, πέθανε στην εξορία το 1944. Η μητέρα του πέθανε το 1966 στη Σιβηρία. Στην Κακάντα της Σιβηρίας πέθαναν εξόριστοι ο Μίλτος Μακρής και η γυναίκα του Ειρήνη. Στην Κακάντα αυτοκτόνησε και ο Γιάννης Τσατσάκος. Ηταν τυπογράφος. Το 1937 τον φυλάκισαν και, όταν τέλειωσε η ποινή του, το 1947, τον εξόρισαν στην Κακάντα, όπου και κρεμάστηκε, όπως ο Ν. Ζαχαριάδης.
«Κατάλαβε μέσα του»
-Ο Απόστολος Ντίνας, εργάτης, πέθανε σ’ ένα γηροκομείο της Μόσχας. Εζησε αθόρυβα, παρέμεινε μέλος του ΚΚΣΕ, «αλλά μέσα του είχε καταλάβει».
-Ο Γιάννης μιλάει και για τον Ζαν Αρμάο, που υπήρξε καθηγητής στο ΚΟΥΜΖ. Πολύ μορφωμένος, μιλούσε τέσσερις γλώσσες. Χάθηκε στα σταλινικά στρατόπεδα.
-Ενας άλλος Κωνσταντινουπολίτης που σύχναζε στην Πανεργατική Λέσχη, ο κατοπινός αρχηγός του ΚΚΕ Νίκος Ζαχαριάδης, εξόριστος στο Σοργκούτ της Σιβηρίας, το 1973, θα γράψει προς την Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος: «Κάποτε πρέπει να ζητήσετε όλα τα χαρτιά της Κομμουνιστικής Διεθνούς και του ΚΚΣΕ, που αφορούν τους αγωνιστές μας που χάθηκαν εδώ στη Σιβηρία (σαν τους Κλειδωνάρη, Φλαράκο, Χαϊντά και άλλους πολλούς). Αυτή είναι ιερή υποχρέωσή μας».
*Ο Γιάννης με συνοδεύει στον σταθμό της Μαριούπολης. Ψιλοβρέχει. Διαισθάνομαι ότι μέσα του στριφογυρίζει η Ελλάδα. Αλλά τώρα είναι 82 χρόνων. Θα μείνει στην Ουκρανία όπου ο γιος του είναι παντρεμένος. Πλάι του, η γυναίκα του, μια Ουκρανή, συνεξόριστή του…
*Σε λίγο θα κατέρρεε και η ίδια η Σοβιετική Ενωση. Τα τραγικά γεγονότα του παρελθόντος είχαν προδικάσει το μέλλον της «πρώτης χώρας των εργατών και χωρικών».
Πηγή: Ελευθεροτυπία