Eπιτέλους πήγα διακοπές και κατάφερα να διαβάσω σαν άνθρωπος!
Λοιπόν, απίστευτο αριστούργημα για όσους φλερτάρουν με την ψυχολογία και ειδικότερα την ψυχανάλυση και/ ή τον κινηματογράφο:
[B]Μισελ Σνέντερ
"Μεριλιν, οι τελευταίες συνεδρίες"
(εκδ. Καστανιώτη)[/B]
Για τριάντα μήνες, από τον Ιανουάριο του 1960 ως τις 4 Αυγούστου του 1962, αποτέλεσαν το πιο απίθανο ζευγάρι: η θεά του σεξ και ο φροϋδικός ψυχαναλυτής. Εκείνη του είχε αναθέσει ως αποστολή να τη βοηθήσει να σταθεί στα πόδια της, να συνεχίσει να παίζει στον κινηματογράφο, να αγαπήσει, να μην πεθάνει. Εκείνος ανέθεσε ως αποστολή στον εαυτό του να την περιβάλλει με αγάπη, να της προσφέρει μια οικογένεια, ένα νόημα, σαν να είχε να κάνει με κάποιο αβοήθητο παιδί. Θέλησε να την πλησιάσει όσο περισσότερο γινόταν, αλλά επειδή υπήρξε ο τελευταίος άνθρωπος που την είδε ζωντανή και ο πρώτος που τη βρήκε νεκρή, κατηγορήθηκε ως υπεύθυνος για το χαμό της. Αυτή είναι η ιστορία. Η ιστορία δύο ανθρώπων που δεν έπρεπε να συναντηθούν και που, στη συνέχεια, δεν μπόρεσαν να αποχωριστούν ο ένας τον άλλον. Μαύρες λέξεις και λευκές αναμνήσεις. Μέσα στο γλυκό φως του ιατρείου ενός ψυχαναλυτή, επαναπροβάλλεται η τελευταία συνεδρία της Μέριλιν.
Με πολύ όμορφο, αν και λίγο κινηματογραφικό τρόπο, ουσιαστικά ακολουθούμε τον τελευταίο κυρίως χρόνο της ζωής της Marilyn Monroe μέσα από τη σχέση της με τον ψυχαναλυτή της. Το ωραίο είναι πως, εκτός από τη ζωή της ίδιας της Marilyn, μέσα από το βιβλίο προβάλλεται και η ιστορία του χώρου του κινηματογράφου αλλά και της ψυχανάλυσης στη δεκαετία του '50 (ειδικά όσον αφορά στη δεύτερη, όλα τα ονόματα που αναφέρονται στο βιβλίο έχουν υπάρξει μαθητές του Freud).
Είτε είναι αληθινή η ιστορία είτε παραποιημένη, είναι εξαιρετικό παράδειγμα του πόσο πολύ μπορεί να βγει μία ψυχοθεραπεία εκτός ελέγχου. Μαγικό βιβλίο.
Επίσης, καθώς τα τελευταία δύο περίπου χρόνια έχω αρχίσει να ανακαλύπτω τους Γερμανο-Αυστριακούς μοντερνιστές που καλύπτουν την εποχή του τέλους της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας και τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης, βρήκα με 5 ευρώ στον Παπασωτηρίου το
[B]Arthur Schnitzler
Φυγή στο Σκοτάδι
(εκδ. Άγρα)[/B]
" […] Μολονότι οι επαγγελματικές υποχρεώσεις και γενικά οι συνθήκες της ζωής τους διέκοπταν την προσωπική επικοινωνία ανάμεσα στ’ αδέλφια για μέρες ή και για βδομάδες καμιά φορά, πάντα συνέβαινε κάτι, συνήθως ασήμαντο, που τους θύμιζε πως συνδέονταν μ’ ένα δεσμό αδιαμφισβήτητο και συμπαγή. Κυρίως ο νεότερος από τους δύο, σκεφτόταν σ’ αυτές τις περιπτώσεις πως όλες οι άλλες περασμένες ή υφιστάμενες σχέσεις που είχε, κατά καιρούς, ακόμα και εκείνη με την εξαίρετη μα πεθαμένη από καιρό γυναίκα του, ήταν κατώτερες και πίστευε, όλο και περισσότερο, πως αυτή η αδελφική σχέση δεν ήταν μόνο ό,τι καλύτερο και αγνότερο κατείχε στη ζωή του, αλλά και από μια γενικότερη θεώρηση των πραγμάτων, το μοναδικό πράγμα που του πρόσφερε μια φυσική σταθερότητα. Ακόμη μεγαλύτερη από αυτή των γονέων, που αργά ή γρήγορα εξαφανίζονται από τη ζωή μας, ή από τη σχέση μας με τα παιδιά, που, όπως γνώριζε ο Ρόμπερτ μέσω τρίτων, τα χάνει κανείς από τα νιάτα τους ακόμα. Και το κυριότερο : ήταν μια σχέση απαλλαγμένη από τη θολή ταραχή που εμφανίζεται απρόσμενα από τα σκοτεινά βάθη της ψυχής και συνηθίζει να σκιάζει τις επαφές ανάμεσα στους άνδρες και τις γυναίκες. […] ".
Η “Φυγή στο σκοτάδι” είναι μια νουβέλα μοναχική και μοναδική μέσα στο τεράστιο έργο του Αυστριακού συγγραφέα. Η μοναχικότητά της συνίσταται στο ότι δεν μπορεί να ενταχθεί σε κάποια ομάδα ή να συγκριθεί με άλλα βιβλία του. Είναι μοναχική, γιατί κανένα άλλο κείμενο του Σνίτσλερ δεν δέχτηκε τόσες αλλαγές και δεν ταλαιπώρησε τόσο τον δημιουργό του όσο αυτή. Κι επίσης γιατί σπάνια συναντούμε στην παγκόσμια λογοτεχνία το φαινόμενο της απόκρυψης από τη δημοσιότητα ενός τέτοιας αξίας λογοτεχνήματος για τόσο μεγάλο διάστημα. Είναι μοναδική, γιατί είναι σπαραχτικά εξομολογητική. Πουθενά αλλού ο συγγραφέας δεν μιλάει τόσο ανοιχτά για τις κρίσεις πανικού που τον βασάνιζαν, για τη μανία καταδίωξης, την υποχονδρία, τα κόμπλεξ και για τη λατρεία που ένιωθε για τον αδελφό του - έναν άνθρωπο που αγαπούσε, μα που δεν μπόρεσε ποτέ να κατακτήσει.
Η νουβέλα δημοσιεύεται με εισαγωγή, μετάφραση και χρονολόγιο του Αλέξανδρου Ίσαρη.
Δεν το έχω τελειώσει ακόμη, πρόκειται όμως για ένα εξαιρετικό ψυχογράφημα. Κλειστοφοβικό σαν αίσθηση, όμορφα, σχετικά λιτά γρμμένο και δομημένο, με πολύ λεπτομερείς υφές.