Βιβλία...διαβάζουμε?

Δεν είναι κακό. Έχω την αίσθηση πως είναι πάρε - βάλε για μεταφορά στη μεγάλη οθόνη, ίσως να είναι και δομημένο επί τούτου έτσι. Ένα μοντέρνο γουέστερν εκδίκησης από τον Taylor Sheridan πχ.

Έχει τα κλισέ του, τα έχει, κι αν εξαιρέσεις το χάρισμα του συγγραφέα στις παρομοιώσεις που όντως είναι εξαιρετικές σε βαθμό μειδιάματος τα υπόλοιπα είναι απλώς οκ, ίσως και παραπάνω μασημένη τροφή απ ότι θα ήθελα.

1 Like

Είδα σήμερα ότι μεταφράστηκε. “Επιστροφή στην πατρίδα”

1 Like

Μπορεί, λέγω, να είσαι ολίγον τι βαλτή, καθώς προχθές το μάτι μου έπεσε πάνω στο εξώφυλλο και το όνομα της συγγραφέως του συγκεκριμένου βιβλίου και είπα μέσα μου, ότι μάλλον κάποια στιγμή θ’ αποτελέσει ένα μελλοντικό μου διάβασμα.

3 Likes

Η Ζατέλη μεγάλωσε στον Σοχό Θεσσαλονίκης.
Η μητέρα μου που κατάγεται από αυτά τα μέρη την γνώριζε όταν ήταν μικρή και έχει διαβάσει όλα τα βιβλία της. Εγώ δεν έχω άποψη καθώς δεν την έχω διαβάσει, αλλά το συγκεκριμένο βιβλίο είναι με διαφορά το πιο γνωστό της και με πολλά βραβεία. Νομίζω κινείται στον χώρο του μαγικού ρεαλισμού.

5 Likes

Το μεσαίο έκλεισε τη χρονιά (ΜΟΝΟ ΜΕΙΝΤΕΝ!), το δεξιά θα ξεκινήσει την επόμενη. Το αριστερά θα ακολουθήσει.

Ο δρομέας είναι από τα καλύτερα διηγήματα που έχω διαβάσει αλλά και τα υπόλοιπα του βιβλίου δεν πάνε πίσω, όλες οι ιστορίες έχουν σαν υπόβαθρο τις φτωχογειτονιές της Αγγλίας του 40 (με συχνή αναφορά στον πόλεμο).

6 Likes

Φοβόμουν ότι η γλώσσα της, ιδιαίτερα στολιστή, και περίτεχνη, θα κούραζε και θα εξέπεμπε μια δηθενια. Τουναντίον, πρόκειται για ένα βιβλίο πραγματικά ευφάνταστο, με χαρακτήρες που ερωτεύεσαι, γεγονότα μικρής κλίμακας που αφήνουν όμως βαθιά εντύπωση, και έχει κάτι το (παρά)μυθικό χωρίς να γίνεται ψεύτικο. Όντως μαγικός ρεαλισμός, με κλασικά συστατικά την οικογένεια και τις διαδοχικές γενιές της. Πολλά πρόσωπα, πολλές ζωές, πολλές καταστάσεις. Δεν ήθελα να τελειώσει, παρά το μέγεθός του το ρούφηξα

4 Likes

giphy

6 Likes

Για μένα μάλλον πιο ταιριαστό αυτό

Summary

image

1 Like

Πριν το κατέβασμά μου στο αγαπημένο πλέον νησί για το υπόλοιπο του χρόνου, μια βόλτα στους δρόμους και μία είσοδος σε βιβλιοπωλείο της Βασιλίσσης Όλγας, στις “ΕΠΟΧΕΣ”, κατέβασμα στον κάτω όροφο, όπου και ήταν απλωμένος μπροστά μου ένας τεράστιος ανθισμένος κήπος από βιβλία. Προς έκπληξή μου, βρήκα τα παρακάτω και το χαμόγελό μου ήταν ασυγκρατητο.

6 Likes

Μια ενδιαφέρουσα έρευνα με μπόλικα στατιστικά για τους βιβλιόφιλους του φόρουμ. Αξίζει μια ματιά.

4 Likes

τπτ, σιγουράκια και αυτοεκδόσεις όπου πληρώνει τη νύφη ο γουαναμπί εκδοθείς (απο2-3 χιλιάρικα), για να πάρει και αν 10 % μετά απο 1 χρόνο και βάλε, ανάλογα με τις πωλήσεις. κι ότι μεταφραστεί. εδω πουλάει η δημουλίδου, τι να λέμε.

Έχει παραγγείλει κανείς από libristo.gr; Γνωρίζετε αν είναι αξιόπιστοι;

οκ χρειάζεται λίγο κόντεξτ αλλά μου αρέσει η γλώσσα σε αυτό το απόσπασμα

Τα βροχερά απογεύματα, κεντώντας με τις φίλες της στο περιστύλιο με τις μπιγκόνιες, έχανε το νήμα της κουβέντας και ένα δάκρυ νοσταλγίας αρμύριζε τον ουρανίσκο της όταν έβλεπε τις φλέβες της μουσκεμένης γης και τα λοφάκια της λάσπης που είχαν φτιάξει οι γαιοσκώληκες στον κήπο. Εκείνα τα κρυφά γούστα, που κάποτε είχαν νικηθεί από τον χυμό νεραντζιού με το ραβέντι, ξέσπασαν σ’ έναν ασίγαστο πόθο όταν άρχισε να κλαίει. Ξανάρχισε να τρώει χώμα. Την πρώτη φορά το έκανε από περιέργεια, σίγουρη πως η άσχημη γεύση θα ήταν το καλύτερο φάρμακο για τον πειρασμό. Και πράγματι, δεν μπόρεσε ν’ αντέξει το χώμα στο στόμα της. Επέμεινε όμως, νικημένη από την αυξανόμενη λαχτάρα, και σιγά σιγά ανάκτησε την προγονική όρεξη, την αρέσκεια για τα πρωτογενή ορυκτά, την αμέριστη ικανοποίηση της πρωταρχικής τροφής. Έριχνε χούφτες χώμα στις τσέπες κι έτρωγε τους σβόλους του χωρίς να τη βλέπουν, μ’ ένα ανάμεικτο συναίσθημα ευδαιμονίας και οργής, καθώς εκπαίδευε τις φίλες της στις πιο δύσκολες βελονιές και συζητούσε για άλλους άντρες, που δεν άξιζαν τη θυσία να φάει για χάρη τους τον ασβέστη των τοίχων. Οι χούφτες του χώματος έκαναν πιο μακρινό και πιο πραγματικό τον μοναδικό άντρα που άξιζε εκείνο τον ξεπεσμό, λες και η γη που πατούσε με τα κομψά λουστρινένια μποτίνια του σε κάποιο άλλο μέρος του κόσμου θα της μετέδιδε το βάρος και τη θερμοκρασία του αίματός του μέσω μιας μεταλλικής γεύσης που άφηνε τραχιά επίγευση στο στόμα και το ίζημα της γαλήνης στην καρδιά της.

μετάφραση: Μαρία Παλαιολόγου

και στα αγγλικά

On rainy afternoons, embroidering with a group of friends on the begonia porch, she would lose the thread of the conversation and a tear of nostalgia would salt her palate when she saw the strips of damp earth and the piles of mud that the earthworms had pushed up in the garden. Those secret tastes, defeated in the past by oranges and rhubarb, broke out into an irrepressible urge when she began to weep. She went back to eating earth. The first time she did it almost out of curiosity, sure that the bad taste would be the best cure for the temptation. And, in fact, she could not bear the earth in her mouth. But she persevered, overcome by the growing anxiety, and little by little she was getting back her ancestral appetite, the taste of primary minerals, the unbridled satisfaction of what was the original food. She would put handfuls of earth in her pockets, and ate them in small bits without being seen, with a confused feeling of pleasure and rage, as she instructed her girl friends in the most difficult need point and spoke about other men, who did not deserve the sacrifice of having one eat the whitewash on the walls because of them. The handfuls of earth made the only man who deserved that show of degradation less remote and more certain, as if the ground that he walked on with his fine patent leather boots in another part of the world were transmitting to her the weight and the temperature of his blood in a mineral savor that left a harsh aftertaste in he mouth and a sediment of peace in her heart.

μετάφραση: Gregory Rabassa

και το πρωτότυπο

En las tardes de lluvia, bordando con un grupo de amigas en el corredor de las begonias, perdía el hilo de la conversación y una lágrima de nostalgia le salaba el paladar cuando veía las vetas de tierra húmeda y los montículos de barro construidos por las lombrices en el jardín. Esos gustos secretos, derrotados en otro tiempo por las naranjas con ruibarbo, estallaron en un anhelo irreprimible cuando empezó a llorar. Volvió a comer tierra. La primera vez lo hizo casi por curiosidad, segura de que el mal sabor sería el mejor remedio contra la tentación. Y en efecto no pudo soportar la tierra en la boca. Pero insistió, vencida por el ansia creciente, y poco a poco fue rescatando el apetito ancestral, el gusto de los minerales primarios, la satisfacción sin resquicios del alimento original. Se echaba puñados de tierra en los bolsillos, y los comía a granitos sin ser vista, con un confuso sentimiento de dicha y de rabia, mientras adiestraba a sus amigas en las puntadas más difíciles y conversaba de otros hombres que no merecían el sacrificio de que se comiera por ellos la cal de las paredes. 'Los puñados de tierra hacían menos remoto y más cierto al único hombre que merecía aquella degradación, como si el suelo que él pisaba con sus finas botas de charol en otro lugar del mundo, le transmitiera a ella el peso y la temperatura de su sangre en un sabor mineral que dejaba un rescoldo áspero en la boca y un sedimento de paz en el corazón.

Cien años de soledad de Gabriel García Márquez

1 Like

Μάρκεζ;

1 Like


Η επιθυμία τριών -φαινομενικά- απλών ανθρώπων να πετάξουν στις αρχές του 18ου αι. μ.Χ. υπό τη διαρκή απειλή της Ιεράς Εξέτασης και ενόσω χτίζεται το μοναστήρι της Μάφρα, το χρονικό και οι ανομολόγητοι πόθοι τους υπό το άγρυπνο μάτι του -θεϊκού και επίγειου- φόβου, της αμφισβήτησης και της αυτοκαταπίεσης που, στο τέλος, νικιέται.

Μισώ τα πρότυπα, αλλά αν ποτέ με ρωτούσαν τι θα ήθελα να γίνω, θα απαντούσα: ο Σαραμάγκου, η διάνοια, η οξυδέρκεια, η φαντασία και η ευαισθησία του.

3 Likes




Φρέσκια ψαριά, σπαρταράει.

5 Likes

Διάβασα το συγκεκριμένο, καθότι από τότε που το πέτυχα μπροστά μου στο ίντερνετ, ήθελα πως και πως να το πιάσω στα χέρια μου. Υπέροχη γραφή και τρόπος σκέψης απ’ τον συγκεκριμένο άνθρωπο. Ειδικά, η νουβέλα “Ο τυφλός και ο κουφός” είναι μακράν απ’ τα πιο ωραία που έχω διαβάσει. Και που μαρτυράς, πως ενώ αυτός ο τόπος στην Ανατολή συνεχίζει να ματώνει, υπάρχουν άνθρωποι σαν τον Καναφάνι, που μέσω των γραμμάτων χτίζουν πηγές για να ρέει νερό. Να ξεδιψάει ο κάθε περαστικός απ’ τις πεδιάδες της καρδιάς του και της ελπίδας του. Έχει μέσα στο ύφος του και κάτι το ποιητικό, που είναι και αναστάσιμο.

Εν τω μεταξύ, όσο διάβαζα τη συγκεκριμένη νουβέλα, μου ερχόταν συνέχεια στο μυαλό ο συγκεκριμένος πίνακας ζωγραφικής του Θεόδωρου Ράλλη:

4 Likes

:disappointed_relieved: :cry:

Μόλις τελείωσα τους Δωσίλογους του Μενέλαου Χαραλαμπίδη.
Τρομερό βιβλίο βασισμένο σε εξαντλητική μελέτη από πολλές πηγές.
Τελειώνει και σου μένει ένα αίσθημα αδικίας, πάνω στο οποίο βασίστηκε ένα ολοκλήρο κράτος και σχεδόν όλες οι σχέσεις εξουσίας μετά τον πόλεμο.
Είναι καλογραμμένο και καθόλου ακαδημαϊκό, ήτοι διαβάζεται εύκολα. Παρέχει πολλές πληροφορίες με παραπομπή σε πηγές.
Μεγάλη εκκρεμότητα τα Αρχεία του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, στα οποία ανήκει το αρχείο της Χωροφυλακής, που αφού άνοιξαν για λίγο ξαναεκλεισαν άμεσα (μυρίζει βρωμιά εδώ).
Σπεύστε όσοι πιστοί…

9 Likes

Εκπληκτικό βιβλίο.Εκτος απο τα αίσθημα αδικίας και …αηδίας που σου μένει , εξηγεί και την καταντια του ελληνικού κράτους μεχρι και σήμερα.

2 Likes