Ποίηση

Νίκος Καββαδίας - Ιδανικός κι ανάξιος εραστής

Θα μείνω πάντα ιδανικός κι ανάξιος εραστής
Των μακρυσμένων ταξιδιών και των γαλάζιων πόντων
Και θα πεθάνω μια βραδιά σαν όλες τις βραδιές
Χωρίς να σχίσω τη θολή γραμμή των οριζόντων.

Για το Μαντράς τη Σιγκαπούρη τ’ Αλγέρι και το Σφαξ
Θ’ αναχωρούν σαν πάντοτε περήφανα τα πλοία
Κι εγώ σκυφτός σ’ ένα γραφείο με χάρτες ναυτικούς
Θα κάνω αθροίσεις σε χοντρά λογιστικά βιβλία.

Θα πάψω πια για μακρινά ταξίδια να μιλώ
Οι φίλοι θα νομίζουνε πως τα ‘χω πια ξεχάσει
Κι η μάνα μου χαρούμενη θα λέει σ’ όποιον ρωτά
-Ήταν μια λόξα νεανική, μα τώρα έχει περάσει.

Μα ο εαυτός μου μια βραδιά εμπρός μου θα υψωθεί
Και λόγο ως ένας δικαστής στυγνός θα μου ζητήσει
Κι αυτό το ανάξιο χέρι μου που τρέμει θα οπλιστεί
Θα σημαδέψει κι άφοβα το φταίχτη θα χτυπήσει.

Κι εγώ που τόσο επόθησα μια μέρα να ταφώ
Σε κάποια θάλασσα βαθιά στις μακρινές Ινδίες
Θα έχω ένα θάνατο κοινό και θλιβερό πολύ
Και μια κηδεία σαν των πολλών ανθρώπων τις κηδείες.

Γιώργης Παυλόπουλος - Το Σακί

[SPOILER]Ήμουν παιδί ακόμη δεν τους καλοθυμάμαι.
Μπήκανε στο χωριό μου ένα πρωί
μα δε σταθήκανε. Περάσανε
αργά μέσα στο χιόνι. Τα γένια τους
ανάμεσα στα σύννεφα και τις κοτρόνες
καθώς τους χώνευε το βουνό.

Μονάχα ο τελευταίος δε φεύγει απ’ το μυαλό μου.
Κράτα το άλογο, μου είπε
και βάζοντας το σκούφο του στην αμασχάλη
έσκυψε στο νερό να πιεί
και τόνα μάτι του με κοίταζε απ’ το πλάι.

Κοίταζε τα κουρέλια μου
τα πόδια μου μες στις λινάτσες
τις ξόβεργες στα ξυλιασμένα χέρια μου
και πώς του χαμογέλαγα
κρατώντας τ’ άλογο με περηφάνια.

Το ίδιο εκείνο μάτι με κοίταζε τον άλλο χρόνο
αχνό βασιλεμένο
όταν αδειάσαν ματωμένο το σακί
και κύλησαν στη μέση της πλατείας
κομμένα τα κεφάλια τους.

Ήταν ο χρόνος που κατέβηκα στην πόλη
και πούλαγα τσιγάρα σε δρόμους και πλατείες.[/SPOILER]

[U]Νάνος Βαλαωρίτης - Η Μεγάλη Νύχτα[/U]

Αυτά είναι κάποια ποιήματα που με άγγιξαν.
Για τα δύο τελευταία θέλω να ευχαριστήσω τον Δ. Αγγελάτο, καθηγητή μου στο προηγούμενο εξάμηνο, που μας τα δίδαξε στην Νεοελληνική Φιλολογία.
Επίσης, πολύ όμορφα αυτά της Angel of Death και της William Wilson.

στο συγκεκριμένο ποίημα του βαλαωρίτη είχα εξετασθεί σε ένα μάθημα λογοτεχνίας στη σχολή. εξαιρετικό indeed, αλλά ανάμεικτα συναισθήματα. :stuck_out_tongue:
δεν ξέρω, εμένα δε μου αρέσει αυτή η υπερανάλυση των ποιημάτων με τη λογική της παπαγαλίας των σημειώσεων για τη βαθμοθηρία. κατά αυτόν τον τρόπο έχω κάψει αρκετά ποιήματα. μπορεί δηλαδή αν τα διάβαζα εντελώς τυχαία και σε συγκεκριμένες συνθήκες να με άγγιζαν τόσο που να με συντρόφευαν μια ζωή, αλλά διαβάζοντάς τα τώρα, μου έρχεται στο μυαλό η μαθηματική ανάλυσή τους και ό,τι συναίσθημα κουβαλάνε έχει στραγγιχτεί. το ίδιο μου συμβαίνει και με τη σονάτα του σεληνόφωτος για παράδειγμα, πάνω στο οποίο είχα εξεταστεί στις πανελλήνιες. θα μου πεις, διαφορετικά μπορεί να μην ήξερες καν την ύπαρξή τους. ναι, but still… περίεργη φάση. :confused:

Ευτυχώς που δε συμβαίνει το ίδιο με τους δίσκους. :stuck_out_tongue:

off topic, αλλά μην το γελάς. :stuck_out_tongue:
θέλω να πω ότι αν για παράδειγμα γίνεις μουσικογραφιάς ή αν ασχοληθείς με την ηχοληψία ή αν απλά έχεις εμμονή να ακούς ό,τι καινούριο κυκλοφορεί, καταλήγεις είτε ακούγοντας μουσική όχι ως αυτοσκοπό, αλλά για να κάνεις κάτι άλλο τυποποιημένο μέσω αυτής, είτε με περισσότερη μουσική από όση μπορείς να καταναλώσεις.
anyway, μεγάλο θέμα και όχι το σωστό thread. αλλά αυτοί οι φόβοι είναι υπαρκτοί κάπου στο πίσω μέρος του μυαλού μου για ένα μακρινό (?) μέλλον.

Ούτε εμένα φυσικά μου αρέσει καθόλου αυτή η τυπική, σχολαστική προσέγγιση, αλλά τα συγκεκριμένα ποιήματα, επειδή το μάθημα ήταν εισαγωγικό, απλά μας τα πρόσφερε ως δείγματα ο αγαπημένος αυτός καθηγητής και δεν τα αναλύσαμε ιδιαίτερα. Αλλά είμαι σίγουρη ότι κι αν τα ανέλυε, θα το έκανε πολύ καλά!
Γενικά, αν δεν είχα στενή επαφή με τη λογοτεχνία από μόνη μου, το σχολείο δεν υπήρχε περίπτωση να με κάνει να την αγαπήσω, όμως τώρα που έχω δεν μπορεί και να με κάνει να μισήσω τίποτα! Δηλαδή, για παράδειγμα, ναι μεν μετά τον ακρωτηριασμό του Κρητικού μ’ έχει πιάσει μια μικρή απέχθεια για τον Σολωμό, αλλά ξέρω ότι κάποια στιγμή θα γυρίσω σ’ αυτόν, θα τον διαβάσω μόνη μου και θα τον εκτιμήσω.
Επίσης, πάντα προσπαθούσα να διατηρώ και μια προσωπική άποψη για το ποίημα και τα νοήματά του, ακριβώς γιατί πιστεύω ότι δεν μπορείς να ερμηνεύσεις κανένα κείμενο με μπούσουλα που σου δίνουν άλλοι, έχουν μεγάλη σημασία τα συναισθήματα που βγάζει στον καθένα.

ΑΠΙΣΤΕΥΤΟ:respect:
λατρευω καββαδια γενικα

Καββαδία γενικά, και αυτό εδώ ειδικά!!:smiley:
Μ’ αρέσει απίστευτα πολύ!

Πέρασα απλά για να δηλώσω την αγάπη μου προς την ποίηση και να πω επίσης πως είναι ένα μεγάαααλο καταφύγιο της ψυχής…

Μεθύστε (Charles Baudelaire)
Πρέπει να 'σαι πάντα μεθυσμένος.
Εκεί είναι όλη η ιστορία: είναι το μοναδικό πρόβλημα.
Για να μη νιώθετε το φριχτό φορτίο του Χρόνου
που σπάζει τους ώμους σας και σας γέρνει στη γη,
πρέπει να μεθάτε αδιάκοπα. Αλλά με τι;
Με κρασί, με ποίηση ή με αρετή, όπως σας αρέσει.
Αλλά μεθύστε.

Και αν μερικές φορές, στα σκαλιά ενός παλατιού,
στο πράσινο χορτάρι ενός χαντακιού,
μέσα στη σκυθρωπή μοναξιά της κάμαράς σας,
ξυπνάτε, με το μεθύσι κιόλα ελαττωμένο η χαμένο,
ρωτήστε τον αέρα, το κύμα, το άστρο, το πουλί, το ρολόι,
το κάθε τι που φεύγει, το κάθε τι που βογκά,
το κάθε τι που κυλά, το κάθε τι που τραγουδά,
ρωτήστε τι ώρα είναι,
και ο αέρας, το κύμα, το άστρο, το πουλί, το ρολόι,
θα σας απαντήσουν:

  • Είναι η ώρα να μεθύσετε!

Για να μην είσαστε οι βασανισμένοι σκλάβοι του Χρόνου,
μεθύστε, μεθύστε χωρίς διακοπή!

Με κρασί, με ποίηση ή με αρετή, όπως σας αρέσει.

Απο τα αγαπημενα μου

Α, συμφωνείς με τον εαυτό σου δηλαδή.

Έχω κάτι φίλους που συμφωνούν επίσης.

μα%^κα με έκανες γέλασα τρελά…χαχχαχαχα

*οχι ότι ξύπνησαν όλοι…όχι βρε…

Deliver my apologies. :frowning:

[Δημοσθένη πρόσεχε με τα double posts. Αυτή τη φορά σου διαγράφω το 2ο.]

ωωωωωωωω… μα γιατί? εγώ βρήκα άκρως ποιητική αυτήν τη συνομιλία με τον εαυτό στα όρια της ερωταπόκρισης. στο πνεύμα του σουρρεαλισμού που χρειάζεται για αν διαβάσεις baudelaire.

και για να μη με πείτε και off topic, ένα αγαπημένο και άκρως μελαγχολικό ποίημα του baudelaire από τα άνθη του κακού:

[B][U]Spleen[/U][/B]

[I]Je suis comme le roi d’un pays pluvieux,
Riche, mais impuissant, jeune et pourtant très vieux,
Qui, de ses précepteurs méprisant les courbettes,
S’ennuie avec ses chiens comme avec d’autres bêtes.

Rien ne peut l’égayer, ni gibier, ni faucon,
Ni son peuple mourant en face du balcon.
Du bouffon favori la grotesque ballade
Ne distrait plus le front de ce cruel malade ;

Son lit fleurdelisé se transforme en tombeau,
Et les dames d’atour, pour qui tout prince est beau,
Ne savent plus trouver d’impudique toilette
Pour tirer un souris de ce jeune squelette.

Le savant qui lui fait de l’or n’a jamais pu
De son être extirper l’élément corrompu,
Et dans ces bains de sang qui des Romains nous viennent,
Et dont sur leurs vieux jours les puissants se souviennent,
Il n’a su réchauffer ce cadavre hébété
Où coule au lieu de sang l’eau verte du Léthé.
[/I]

[SPOILER]οκ, δεν είμαι τόσο σαδιστής. :stuck_out_tongue:
πάρτε και ελληνική μετάφραση από καρυωτάκη:

[I]Είμαι σαν κάποιο βασιλιά σε μια σκοτεινή χώρα,
πλούσιον, αλλά χωρίς ισχύ, νέον, αλλά από τώρα
γέρο, που τους παιδαγωγούς φεύγει, περιφρονεί,
και την ανία του να διώξει ματαιοπονεί

μ’ όσες μπαλάντες απαγγέλλει ο γελωτοποιός του.
Τίποτε δε φαιδρύνει πια το μέτωπο του αρρώστου,
ούτε οι κυρίες ημίγυμνες, που είν’ έτοιμες να πουν,
αν το θελήσει, πως πολύ πολύ τον αγαπούν,

ούτε η αγέλη των σκυλιών, οι ιέρακες, το κυνήγι,
ούτε ο λαός. Προστρέχοντας, η πόρτα όταν ανοίγει.
Γίνεται μνήμα το βαρύ κρεβάτι του, κι αυτός,
χωρίς ένα χαμόγελο, σέρνεται σκελετός.

Χρυσάφι κι αν του φτιάχνουν οι σοφοί, δε θα μπορέσουν
το σαπισμένο τού είναι του στοιχείο ν’ αφαιρέσουν,
και με τα αιμάτινα λουτρά, τέχνη ρωμαϊκή,
ιδιοτροπία των ισχυρών τότε γεροντική,
να δώσουνε θερμότητα σ’ αυτό το πτώμα που έχει
μόνο της Λήθης το νερό στις φλέβες του και τρέχει.[/I][/SPOILER]

Ρε δεν το πιστεύω, ΜΟΛΙΣ είχα ετοιμάσει ένα τούμπανο ποστ κι έκανα preview ΕΚΛΕΙΣΕ ο υπολογιστής για να κάνει restart για σημαντικές ενημερώσεις λέει ΑΑΑΑ!! :blow::blow::x
Τελοσπάντων, ΠΑΜΕ ΞΑΝΑ!

Μια και πιάσαμε τους ξενόγλωσσους και δη τον Baudelaire,

[SPOILER] SONNET OF AUTUMN

    by: Charles Baudelaire

        ΤHEY say to me, thy clear and crystal eyes:
        "Why dost thou love me so, strange lover mine?"
        Be sweet, be still! My heart and soul despise
        All save that antique brute-like faith of thine;
         
        And will not bare the secret of their shame
        To thee whose hand soothes me to slumbers long,
        Nor their black legend write for thee in flame!
        Passion I hate, a spirit does me wrong.
         
        Let us love gently. [U]Love, from his retreat,[/U]
        [U]Ambushed and shadowy, bends his fatal bow,[/U]
        [U]And I too well his ancient arrows know:[/U]
         
        Crime, horror, folly. O pale marguerite,
        [U]Thou art as I, a bright sun fallen low,[/U]
        O my so white, my so cold Marguerite.

    THE TEMPTATION

    by: Charles Baudelaire

        ΤHE Demon, in my chamber high,
        This morning came to visit me,
        And, thinking he would find some fault,
        He whispered: "I would know of thee
         
        Among the many lovely things
        That make the magic of her face,
        Among the beauties, black and rose,
        That make her body's charm and grace,
         
        Which is most fair?" Thou didst reply
        To the Abhorred, O soul of mine:
        "No single beauty is the best
        When she is all one flower divine.
         
        When all things charm me I ignore
        Which one alone brings most delight;
        [U]She shines before me like the dawn,[/U]
        [U]And she consoles me like the night.[/U]
         
        The harmony is far too great,
        That governs all her body fair,
        For impotence to analyse
        And say which note is sweetest there.
         
        O mystic metamorphosis!
        [U]My senses into one sense flow--[/U]
        [U]Her voice makes perfume when she speaks,[/U]
        [U]Her breath is music faint and low!"[/U]

Βάζω αυτές τις μεταφράσεις πρώτον γιατί δε μιλάω γρι γαλλικά και δεύτερον, γιατί τις βρίσκω πολύ καλές, μάλιστα μου θυμίζουν Poe!
Τα underlined είναι κομματάκια που μ’ αρέσουν ιδιαίτερα.[/SPOILER]

Από τους αγαπημένους μου είναι ο Ιρλανδός William Butler Yeats:

[SPOILER]AN IRISH AIRMAN FORESEES HIS DEATH

I KNOW that I shall meet my fate
Somewhere among the clouds above;
Those that I fight I do not hate,
Those that I guard I do not love;
My county is Kiltartan Cross,
My countrymen Kiltartan’s poor,
No likely end could bring them loss
Or leave them happier than before.
Nor law, nor duty bade me fight,
Nor public men, nor cheering crowds,
A lonely impulse of delight
Drove to this tumult in the clouds;
I balanced all, brought all to mind,
The years to come seemed waste of breath,
A waste of breath the years behind
In balance with this life, this death.[/SPOILER]

[SPOILER]WHEN YOU ARE OLD

WHEN you are old and grey and full of sleep,
And nodding by the fire, take down this book,
And slowly read, and dream of the soft look
Your eyes had once, and of their shadows deep;

How many loved your moments of glad grace,
And loved your beauty with love false or true,
But one man loved the pilgrim Soul in you,
And loved the sorrows of your changing face;

And bending down beside the glowing bars,
Murmur, a little sadly, how Love fled
And paced upon the mountains overhead
And hid his face amid a crowd of stars.[/SPOILER]

(Αυτά τα δύο τα λατρεύω αυτούσια ^.^)

Επίσης, δεν θα μπορούσα να παραλείψω το πανέμορφο, πολυαγαπημένο “Eloisa to Abelard” του Alexander Pope. Αν μπορούσα, θα το έβαζα ολόκληρο εδώ με υπογραμμισμένους τους αγαπημένους μου στίχους, αλλά επειδή είναι πάρα πολύ μεγάλο σας παραπέμπω εδώ [U]http://oldpoetry.com/opoem/show/4632-Alexander-Pope-Eloisa-to-Abelard[/U]
Ώρες είχα φάει ασχολούμενη με αυτό το ποίημα… Ακολουθούν δύο αποσπάσματα που είχα ξεχωρίσει και τα θυμήθηκα μόλις τα ξαναείδα.

[SPOILER]

[I]How happy is the blameless vestal’s lot!
The world forgetting, by the world forgot.
[U]Eternal sunshine of the spotless mind![/U]
Each pray’r accepted, and each wish resign’d;[/I]
[…]
Grace shines around her with serenest beams,
And whisp’ring angels prompt her golden dreams.
For her th’ unfading rose of Eden blooms,
And wings of seraphs shed divine perfumes,
For her the Spouse prepares the bridal ring,
For her white virgins hymeneals sing,
To sounds of heav’nly harps she dies away,
And melts in visions of eternal day.

Το πρώτο κομμάτι είναι γνωστό από την ομώνυμη ταινία (ναι, από 'κει έμαθα για το ποίημα).

Far other dreams my erring soul employ,
Far other raptures, of unholy joy:
[I]When at the close of each sad, sorrowing day,
Fancy restores what vengeance snatch’d away,
Then conscience sleeps, and leaving nature free,
All my loose soul unbounded springs to thee.[/I]
Oh curs’d, dear horrors of all-conscious night!
How glowing guilt exalts the keen delight!
Provoking Daemons all restraint remove,
And stir within me every source of love.
[I]I hear thee, view thee, gaze o’er all thy charms,
And round thy phantom glue my clasping arms.
I wake?no more I hear, no more I view,
The phantom flies me, as unkind as you.
I call aloud; it hears not what I say;
I stretch my empty arms; it glides away.[/I]
To dream once more I close my willing eyes;
Ye soft illusions, dear deceits, arise!
Alas, no more?..
[/SPOILER]

Και τέλος, “The Love Song of J. Alfred Prufrock” - T. S. Eliot. Τα λόγια περιττεύουν!
Επειδή είναι και αυτό μεγάλο και δεν θέλω να το βάλω εδώ, όποιος θέλει [U]http://www.bartleby.com/198/1.html[/U]
Βάζω δύο αποσπάσματα για να πάρετε μια γεύση:

[SPOILER]

In the room the women come and go
Talking of Michelangelo.

And indeed there will be time
To wonder, ?Do I dare?? and, ?Do I dare??
Time to turn back and descend the stair,
With a bald spot in the middle of my hair?
[They will say: ?How his hair is growing thin!?]
My morning coat, my collar mounting firmly to the chin,
My necktie rich and modest, but asserted by a simple pin?
[They will say: ?But how his arms and legs are thin!?]
[I]Do I dare
Disturb the universe?
In a minute there is time
For decisions and revisions which a minute will reverse.

[B]For I have known them all already, known them all:?
Have known the evenings, mornings, afternoons,
I have measured out my life with coffee spoons;
I know the voices dying with a dying fall
Beneath the music from a farther room.
So how should I presume? [/B]

And I have known the eyes already, known them all?
The eyes that fix you in a formulated phrase,
And when I am formulated, sprawling on a pin,
When I am pinned and wriggling on the wall,
Then how should I begin
To spit out all the butt-ends of my days and ways?
And how should I presume? [/I]

And I have known the arms already, known them all?
Arms that are braceleted and white and bare
[But in the lamplight, downed with light brown hair!]
It is perfume from a dress
That makes me so digress?
Arms that lie along a table, or wrap about a shawl.
And should I then presume?
And how should I begin?

[I]I shall wear white flannel trousers, and walk upon the beach.
I have heard the mermaids singing, each to each.

I do not think that they will sing to me.

I have seen them riding seaward on the waves
Combing the white hair of the waves blown back
When the wind blows the water white and black.

We have lingered in the chambers of the sea
By sea-girls wreathed with seaweed red and brown
[B]Till human voices wake us, and we drown.[/B][/I]
[/SPOILER]

Αυτααά. :slight_smile:

Γητς, Πόουπ, Έλιοτ.
Γάμησε η Ντόμινο.

χαχ, δεν είμαι ο μόνος που έμαθα τον pope από το eternal sunshine of a spotless mind… :oops:
ίσως και επειδή είμαι επηρεασμένος από την ταινία, αλλά είναι από τα πιο αγαπημένα μου ποιήματα EVER.
το ίδιο ισχύει και για τα δύο ποιήματα του baudelaire που πόσταρες. αν και είναι ο αγαπημένος μου ποιητής, άρα ό,τι και να έβαζες το ίδιο θα έλεγα. :stuck_out_tongue: μια μικρή αδυναμία στο sonnet of autumn… :roll:

και γενικά όλο το post είναι μια ομορφιά. μπράβο domino, μπράβο, μπράβο! :rockon:

Believe you me, ΟΛΟΙ όσοι ξέρουν τον Πόουπ, από την ταινία τον μάθανε…
Αλλά δεν είναι κακό.
Μη φοβάσαι, δε θα περάσει παραέξω στους χιπστεροκύκλους… :stuck_out_tongue:

ok then! :):!:
πάντως για την ιστορία, μεγάλο γκελ στους χιπστερόκυκλους (sic) έχει ο jonathan coe. αλλά είναι συγγραφέας, οπότε δε θα συνεχίσω γιατί θα είμαστε off topic. :stuck_out_tongue:

και για να μην είναι εντελώς ανούσιο αυτό το post, να ποστάρω και ένα αγαπημένο ποίημα του bukowski. αρκετά δύστροπη δομή, και όχι ακριβώς αυτό που περιμένεις από ένα ποίημα. διάβασέ το ακούγοντας τον tom waits να το απαγγέλει:
http://www.youtube.com/watch?v=uKSJEv5wRF8
λύτρωση.-

[SPOILER]Nirvana by Charles Bukowski

[I]not much chance,
completely cut loose from
purpose,
he was a young man
riding a bus
through North Carolina
on the wat to somewhere
and it began to snow
and the bus stopped
at a little cafe
in the hills
and the passengers
entered.
he sat at the counter
with the others,
he ordered and the
food arived.
the meal was
particularly
good
and the
coffee.
the waitress was
unlike the women
he had
known.
she was unaffected,
there was a natural
humor which came
from her.
the fry cook said
crazy things.
the dishwasher.
in back,
laughed, a good
clean
pleasant
laugh.
the young man watched
the snow through the
windows.
he wanted to stay
in that cafe
forever.
the curious feeling
swam through him
that everything
was
beautiful
there,
that it would always
stay beautiful
there.
then the bus driver
told the passengers
that it was time
to board.
the young man
thought, I’ll just sit
here, I’ll just stay
here.
but then
he rose and followed
the others into the
bus.
he found his seat
and looked at the cafe
through the bus
window.
then the bus moved
off, down a curve,
downward, out of
the hills.
the young man
looked straight
foreward.
he heard the other
passengers
speaking
of other things,
or they were
reading
or
attempting to
sleep.
they had not
noticed
the
magic.
the young man
put his head to
one side,
closed his
eyes,
pretended to
sleep.
there was nothing
else to do-
just to listen to the
sound of the
engine,
the sound of the
tires
in the
snow.[/I]
[/SPOILER]