Άλλο έψαχνα, άλλο βρήκα, δύο άνθρωποι που υπεραγαπώ, είπα να κάνω κι ένα μπάμπ.
[B]Giorgio Agamben - Βεβηλώσεις (Άγρα)[/B]
[I]
“Βεβηλώνω σημαίνει αποδίδω εκ νέου στην κοινοχρηστία ό,τι είχε διαχωριστεί στη σφαίρα του ιερού”. Αυτός ο ορισμός συνιστά τον μίτο της Αριάδνης που προσανατολίζει τον αναγνώστη στο ταξίδι του μέσα από τις εννέα σύντομες πρόζες, που κινούνται με επιτυχία μεταξύ φιλοσοφικής γραφής και λογοτεχνίας, στις οποίες ο Αγκάμπεν σταχυολόγησε τα πλέον επείγοντα και επίκαιρα σημεία της σκέψης του. Από τη θεωρία του υποκειμένου, επαναδιατυπωμένη ως μύχια σχέση μεταξύ Genius και Εγώ, έως το πρόβλημα του μεσσιανικού χρόνου, όπως προβάλλει σε συγκεκριμένες μορφές και εμπειρίες. Από την παρωδία ως μοντέλο της λογοτεχνίας μέχρι τη μαγεία ως κανόνα της ηθικής. Από τη θεωρία της επιθυμίας έως εκείνη του gestus και της έκφρασης. Μέχρι το μακροσκελέστερο κείμενο, εκείνο που δίνει και τον τίτλο στη συλλογή, όπου η βεβήλωση αναδεικνύεται σε πολιτικό καθήκον του καιρού μας. Και όπως η βεβήλωση συνιστά μία πράξη αντίστασης σε κάθε μορφή διάζευξης, έτσι και ο συγγραφέας βρίσκει σε αυτό το βιβλίο έναν νέο τρόπο σκέψης, μία καινούργια διαύγεια, η οποία απορρίπτει τον διαχωρισμό μεταξύ φιλοσοφίας και λογοτεχνίας.[/I]
Πρόκειται για 9 μικροσκοπικά δοκιμιάκια, πολύ εύκολα και όμορφα γραμμένα, στα οποία ο Agamben εκφράζει κάποιες από τις “κεντρικές” του έννοιες/ ιδέες. Το πιο γνωστό κείμενο, και αυτό το οποίο έψαχνα αρχικά, είναι το τελευταίο - [I]Εγκώμιο της βεβήλωσης[/I]. Κάπως μπακάλικα, η βεβήλωση θεωρείται θρησκευτικός όρος. Ο καπιταλισμός (κατά τον Μπένγιαμιν, τον οποίο χρησιμοποιεί ο Αgamben, παραθέτεται κομμάτι στη συνέχεια) είναι θρησκευτική κατηγορία. Ιχνογραφώντας έναν παραλληλισμό Κράτους/ Θρησκείας - Βεβήλωσης/ Εκκοσμίκευσης, ο Agamben βασικά προβάλει την βεβήλωση ως πολιτικό καθήκον.
Σε spoiler κομμάτια του κειμένου
[SPOILER]Ο καπιταλισμός ως θρησκεία (Kapitalismus als Religion) είναι ο τίτλος ενός από τα διευσδυτικότερα θραύσματα, που δημοσιεύθηκαν μετά θάνατον, του Μπένγιαμιν. Κατά τον Μπένγιαμιν, ο καπιταλισμός δεν αντιπροσωπεύει μόνο, όπως στον Max Weber, μία εκκοσμίκευση της προτεσταντικής πίστης, αλλά αυτός ο ίδιος συνιστά ουσιαστικώς ένα θρησκευτικό φαινόμενο, που αναπτύσσεται παρασιτικώς αρχής γενομένης από τον χριστιανισμό. Ως τέτοιος, ως θρησκεία της νεωτερικότητας, αυτός προσδιορίζεται από τρία χαρακτηριστικά: (1) Είναι μια λατρευτική θρησκεία,ίσως η πιο ακραία και απόλυτη που υπήρξε ποτέ. Τα πάντα σε αυτήν έχουν νόημα μόνο όταν αναφέρονται στην επιτέλεση μιας λατρείας, όχι εν σχέσει πρός ένα δόγμα ή μια ιδέα. (2) Αυτή η λατρεία είναι διηνεκής, είναι ?ο εορτασμός και η ιερουργία μιας λατρείας sans treve et sans merci?*. Δεν είναι δυνατόν να διακρίνουμε εδώ μεταξύ ημερών εορτής και ημερών εργασίας, αλλά υφίσταται μια μοναδική, ατελεύτητη ημέρα γιορτής, όπου η εργασία ταυτίζεται με τον εορτασμό της λατρείας. (3) [B]Η καπιταλιστική λατρεία δεν αποβλέπει στη λύτρωση, ή στην εξιλέωση για μια ενοχή, αλλά στην ίδια την ενοχή[/B]. (?)
(?)Γι? αυτόν ακριβώς τον λόγο, ο καπιταλισμός αποσκοπεί με όλες τις δυνάμεις του όχι στη λύτρωση, αλλά στην ενοχή, όχι στην ελπίδα, αλλά στην απελπισία. Ο καπιταλισμός ως θρησκεία δεν στοχεύει στον μετασχηματισμό του κόσμου, αλλά στον αφανισμό του, στον όλεθρο. Και η κυριαρχία του στην εποχή μας είναι σε τέτοιο βαθμό ολοκληρωτική, ώστε ακόμη και οι τρεις μεγάλοι προφήτες της νεωτερικότητας (Νίτσε, Μάρξ και Φρόυντ) συνωμοτούν, σύμφωνα με τον Μπένγιαμιν, μαζί του, είναι αλληλέγγυοι, κατά κάποιο τρόπο πρός τη θρησκεία της απόγνωσης.
(σλ. 131-133 - http://nosferatos.blogspot.com/2011/03/giorgio-agamben.html)
[/SPOILER]
Όσον αφορά τώρα στη τι ορίζεται ως βεβήλωση - ως ιερά ή θρησκευτικά, κατ’ αρχάς, ορίζονται τα πράγματα που ανήκουν στους θεούς και δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν/ γίνουν αντικείμενο εκμετάλλευσης/ αγοραπωλησίας κλπ από τους ανθρώπους. Βέβηλο λέγεται ό,τι “από ιερό ή θρησκευτικό που ήταν, αποδίδεται εκ νέου στη χρήση και στην κυριότητα των ανθρώπων” (σ.122).
Για να περάσουμε λοιπόν στην πολιτική/καταναλωτική σημασία της βεβήλωσης
"…Αν σήμερα στις μαζικές κοινωνίες οι καταναλωτές είναι δυστυχισμένοι, αυτό δεν οφείλεται μόνο στο γεγονός ότι καταναλώνουν αντικείμενα τα οποία έχουν ενσωματώσει εντός τους την ίδια την ακαταλληγλότητά τους προς χρήση, αλλά επίσης και πρωτίστως γιατί πιστεύουν ότι ασκούν πάνω σε αυτά τα αντικείμενα το δικό τους δικαίωμα κυριότητας, γιατί έχουν καταστεί ανίκανοι να τα βεβηλώσουν" (σ.137)
Εντάξει απομόνωσα το σημείο που μου άρεσε, δεν εξηγεί όμως τόσο καλά την πολιτική διάσταση/ ανάγκη της βεβήλωσης. Επίσης, στο υπόλοιπο κείμενο υπάρχει λίγο πιο εμπεριστατωμένη ανάλυση του τι θεωρείται “κυριότητα σε”, σε αντιπαραβολή με την “χρήση”. Ε, τέλος πάντως, διαβάστε το!
Τρία βιβλιογραφικού τύπου σχόλια:
-
Όσον αφορά στα [I]αντικείμενα τα οποία έχουν ενσωματώσει εντός τους την ίδια την ακαταλληγλότητά τους προς χρήση[/I] - πρόκειται όμως για έναν από τους κεντρικούς άξονες του Αντι-Οιδίπποδα-Καπιταλισμός και Σχιζοφρένεια των Deleuze/Guattari, που έχει αναφερθεί σε προηγούμενα ποστ
-
Όσον αφορά στην έννοια του Ιερού στον Agamben, δεν είναι αποκλειστικά θρησκευτική, είναι νομικο-θρησκευτική. Οι έννοιες του βέβηλου ανθρώπου και του ιερού ανθρώπου (homo sacer) είναι αλληλένδετες και αποτελούν νομικές και ηθικές κατηγορίες. Η διαμόρφωση της έννοιας του homo sacer προηγείται στη σκέψη του Agamben κατά 10+ χρόνια του συγκεκριμένου κειμένου. Μπακάλικα, επίσης http://en.wikipedia.org/wiki/Homo_sacer
-
Εστίασα στο “πολιτικό” κειμενάκι γιατί αυτό είναι το πιο επίκαιρο και υπέθεσα πως θα ενδιέφερε περισσότερο κόσμο, ωστόσο είναι όλα τα κείμενα απολαυστικά, για τη Μαγεία, την Παρωδία, και είναι πολύ όμορφο και εύκολο και μικρό βιβλιαράκι, αξίζει!