Λογοκρισία στα σύνορα
Κατάλοιπο του Ψυχρού Πολέμου, η νομοθεσία που εμποδίζει καλλιτέχνες και διανοούμενους να επισκεφθούν την υπερδύναμη, αναθερμαίνεται στην εποχή της αντι-τρομοκρατικής σταυροφορίας. Πίσω, όμως, από τα πολλά προσχήματα κρύβεται ο φόβος για τη δύναμη των ιδεών.
Η περιπέτεια του καθηγητή του ΕΜΠ Γιάννη Μηλιού, ο οποίος ανακρίθηκε επί ώρες στο αεροδρόμιο JFK της Νέας Υόρκης από το FBI και τελικά εκδιώχθηκε από τις ΗΠΑ, παρά το γεγονός ότι ήταν κάτοχος νόμιμης βίζας, είναι χαρακτηριστική για το ιδιότυπο καθεστώς αστυνομοκρατίας που επικρατεί στις ΗΠΑ μετά την 11η Σεπτεβρίου 2001.
Αλλά οι αντιδράσεις που συνόδευσαν αυτή τη βίαιη παρεμπόδιση ενός πανεπιστημιακού να παρευρεθεί σε συνέδριο στο πανεπιστήμιο της Ν. Υόρκης, όπου είχε κληθεί να μιλήσει, μαρτυρεί ότι με την κατάσταση αυτή δεν συμβιβάζεται η πανεπιστημιακή κοινότητα στις ΗΠΑ. Η υπόθεση τείνει να πάρει πολιτικό χαρακτήρα, εφόσον έχουν δείξει ενδιαφέρον να θέσουν το ζήτημα στις υπηρεσίες του Κογκρέσου οι γερουσιαστές Τσαρλς Σούμερ και Χίλαρι Κλίντον, ενώ έχουν ήδη κινητοποιηθεί ενώσεις πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων.
Το αστείο είναι ότι οι μόνοι που φαίνεται ότι επικροτούν την απαράδεκτη αυτή πρακτική είναι ορισμένοι εγχώριοι άκριτοι θαυμαστές της υπερδύναμης, οι οποίοι έσπευσαν να υπερθεματίσουν, βρίσκοντας μάλιστα και την απαραίτητη δικαιολογία.
-
Οπως γράφει στο «Βήμα» η Πανδώρα, τον καθηγητή Μηλιό «τον γνωρίσαμε ως μάρτυρα υπεράσπισης στη δίκη των τρομοκρατών της 17Ν» (14/6/06) και κατά συνέπεια καλά του κάνανε οι Αμερικανοί: «Δεν του είπαν ευθέως, είναι όμως προφανές ότι με τη στάση τους οι Αρχές των ΗΠΑ του ανταπέδωσαν τα αισθήματα που ο ίδιος τρέφει για την Αμερική. Αν εσύ, κύριε, δεν μας θέλεις μία, εμείς δεν σε θέλουμε δέκα! Και του έκλεισαν την πόρτα».
-
Πήρε την «πληροφορία» ο κ. Δ. Ρίζος και την επομένη, αφού κατήγγειλε τα «προοδευτικά γιουσουφοπαπαγαλάκια» που «χάλασαν τον κόσμο επειδή δεν επέτρεψαν σε κάποιον Ι. Μηλιό να εισέλθει στις ΗΠΑ», αναμάσησε κι αυτός τα ίδια: «Ο εν λόγω “προοδευτικός” καθηγητής του ΕΜΠ (σκεφθείτε ποιοι διαπαιδαγωγούν τα νέα παιδιά…) υπήρξε διαπρύσιος υπερασπιστής στη δίκη των δολοφόνων τρομοκρατών της 17Ν!!!».
Φυσικά, ουδέποτε κατέθεσε στη δίκη της 17Ν ο κ. Μηλιός. Τα πρακτικά της δίκης βρίσκονται ακόμα στο Διαδίκτυο και θα μπορούσαν οι δύο βετεράνοι δημοσιογράφοι να διασταυρώσουν αυτό που κάποιος τους είπε στο διάδρομο της εφημερίδας τους ή του υπουργείου Δημόσιας Τάξης. Δεν το θεώρησαν αναγκαίο και εκτέθηκαν ανεπανόρθωτα, γιατί αποδείχτηκαν «μπουσικότεροι» του Μπους.
- Η «Πανδώρα» κατάλαβε το λάθος μία βδομάδα αργότερα (20/6/06) και παραδέχτηκε ότι το σχόλιό της ήταν «ανόητο και κακεντρεχές», αφήνοντας στα κρύα του λουτρού τον κ. Ρίζο που την είχε αντιγράψει.
Αλλά αυτή η «δημοσιογραφία του περίπου» αγνοεί και κάτι άλλο σοβαρότερο: το γεγονός ότι άρνηση εισόδου στις ΗΠΑ έχουν αντιμετωπίσει επί χρόνια πολλοί διανοούμενοι και πανεπιστημιακοί, μόνο και μόνο επειδή το όνομά τους βρισκόταν σε κάποια λίστα «ανεπιθύμητων ιδεολόγων».
Κρούσματα παρόμοιας αντιμετώπισης συνάντησαν πολλές φορές και έλληνες δημοσιογράφοι, όπως παλιότερα ο Γιώργος Βότσης και πιο πρόσφατα (2003) ο Χρήστος Παπουτσάκης του «Αντί». Ούτε αυτά τα είχαν, άραγε, ποτέ ακούσει;
Η λίστα της ντροπής
Ας τους φρεσκάρουμε, λοιπόν, λίγο τη μνήμη. Απαριθμούμε στη συνέχεια ορισμένες κραυγαλέες περιπτώσεις που σημάδεψαν μισόν αιώνα απαγόρευσης εισόδου στις ΗΠΑ και τους ενημερώνουμε ότι οι ίδιοι οι πολίτες της χώρας έχουν συγκροτήσει μια καμπάνια με κύριο σύνθημα «Stop Censorship at the Border» και αίτημα να παύσει αυτή η λογοκρισία απόψεων και ιδεών στα σύνορα της χώρας.
-
Το 1952 απαγορεύτηκε η είσοδος στον Πιέρ Τριντό. Το όνομά του βρισκόταν στη μαύρη λίστα του Στέιτ Ντιπάρτμεντ διότι είχε συμμετάσχει σε κάποια οικονομική διάσκεψη στη Μόσχα. Βέβαια, το πέρασμά του από τη σοβιετική πρωτεύουσα δεν υπήρξε ανέφελο. Οι υπηρεσίες του καθεστώτος κατέγραψαν με οργή το γεγονός ότι ο επισκέπτης τους έριξε μια χιονόμπαλα σε άγαλμα του Στάλιν. Αυτά όλα δεν εμπόδισαν τον Τριντό να εκλεγεί έπειτα από λίγα χρόνια για τέσσερις θητείες πρωθυπουργός του Καναδά.
-
Τον ίδιο χρόνο (1952) εκδιώχτηκε από τις ΗΠΑ ο βρετανός λογοτέχνης Γκράχαμ Γκριν, με την κατηγορία ότι υπήρξε μέλος του κομμουνιστικού κόμματος στα 19 του.
Επειτα από χρόνια, η εφημερίδα «Γκάρντιαν» αποκάλυψε έγγραφα του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, στα οποία διαφαινόταν ότι και οι ίδιες οι αμερικανικές αρχές δεν είχαν ποτέ δώσει βάση στην κατηγορία, ενώ το 1956 του χορηγήθηκε τελικά προσωρινή βίζα διότι αναγνωρίστηκε ότι ο Γκριν «είναι διεθνώς γνωστός ως συγγραφέας και από τις φιλοσοφικές απόψεις που εκφράζονται στα κείμενά του είναι σαφές ότι πρόκειται για έναν αντικομμουνιστή».
-
Το 1953 ήταν η σειρά του σουηδού συγγραφέα Γιαν Μιρντάλ να βρει κλειστά τα σύνορα των ΗΠΑ, παρά το γεγονός ότι υπήρξε γόνος δύο κατόχων βραβείου Νόμπελ.
-
Το 1957 ο γάλλος ηθοποιός και τραγουδιστής Ιβ Μοντάν δεν κατόρθωσε να βγάλει βίζα για τις ΗΠΑ. Είχε κάνει το λάθος να εκφράσει δημόσια τις αριστερές του πεποιθήσεις. Επειτα από 25 χρόνια ο Μοντάν βρήκε ορθάνοιχτες τις πύλες της υπερδύναμης για μια θριαμβευτική παράσταση στη Μετροπόλιταν Οπερα της Νέας Υόρκης.
Είχε, όμως, εν τω μεταξύ προσαρμοστεί ιδεολογικά: Η επίσκεψή του στις ΗΠΑ το 1982 συνοδεύτηκε από την ανοιχτή υποστήριξη που παρείχε ο άλλοτε κομμουνιστής καλλιτέχνης στον τότε πρόεδρο Ρόναλντ Ρέιγκαν.
- Επί 25 χρόνια, από το 1962 μέχρι το 1986, οι αμερικανικές αρχές αρνούνταν βίζα στον νομπελίστα Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες. Κάθε φορά που έπρεπε να ταξιδέψει στις ΗΠΑ ήταν υποχρεωμένος να ζητά ειδικό έγγραφο προσωρινής εισόδου.
Ο συγγραφέας τού «Εκατό χρόνια μοναξιάς» δεν ενημερώθηκε ποτέ για το λόγο που του αρνούνταν κανονική βίζα. Ανεπίσημες πληροφορίες απέδιδαν αυτή τη στάση των αμερικανικών αρχών στις αριστερές του ιδέες και τη φιλία του με τον Φιντέλ Κάστρο.
-
Το 1962 ο μεξικανός συγγραφέας Κάρλος Φουέντες είχε κληθεί να μιλήσει για το σχέδιο των ΗΠΑ στη Λ. Αμερική. Τελικά δεν του έδωσαν βίζα, διότι το Στέιτ Ντιπάρτμεντ υποπτευόταν ότι ήταν κομμουνιστής.
-
Το 1966 η διεθνής οργάνωση συγγραφέων ΡΕΝ είχε καλέσει τον χιλιανό νομπελίστα ποιητή Πάμπλο Νερούντα στη Νέα Υόρκη. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ αρνήθηκε να του εκδώσει βίζα, εξαιτίας της σχέσης του ποιητή με το κομμουνιστικό κόμμα της Χιλής.
Χρειάστηκε, τελικά, η μεσολάβηση του συγγραφέα Αρθουρ Μίλερ, που συντόνιζε τη συνάντηση, για να εξασφαλιστεί μια προσωρινή άδεια εισόδου και να μη ματαιωθεί η συνάντηση.
- Μέχρι το 1969 δεν μπορούσε να πάρει βίζα ούτε η βρετανίδα συγγραφέας Ντόρις Λέσινγκ, επειδή «είχε σχέση με ανατρεπτικά στοιχεία». Αιτία ήταν το γεγονός ότι υπήρξε μέλος της αριστερής ομάδας Left Book Club.
Χαρακτηρίζοντας την ομάδα αυτή, η Λέσινγκ έλεγε ότι «πρόκειται για ανθρώπους που διαβάζουν τα πάντα και που δεν θεωρούν αξιοσημείωτο το γεγονός ότι διαβάζουν».
- Το 1969 ήταν καλεσμένος στο Χάρβαρντ ο βέλγος οικονομολόγος Ερνέστ Μαντέλ, προκειμένου να ανταλλάξει απόψεις δημόσια με τον Τζον Κένεθ Γκαλμπρέιθ. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ του αρνήθηκε τη βίζα, διότι «ήταν μαρξιστής και υποστήριζε τις κομμουνιστικές οικονομικές θεωρίες».
Ο Μαντέλ αποφάσισε να διεκδικήσει από την αμερικανική Δικαιοσύνη αυτό που του στέρησε η διοίκηση. Η υπόθεση έφτασε στο Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο το 1972 απέρριψε το αίτημα του Μαντέλ, αλλά η υπόθεση πήρε μεγάλη δημοσιότητα, ενώ η μειοψηφία του δικαστηρίου δέχτηκε τον ισχυρισμό του ότι «είναι δικαίωμα του αμερικανικού λαού να ακούσει όποιες απόψεις θέλει, ακόμα κι αν προέρχονται από ξένους».
- Ο Βραζιλιάνος Οσκαρ Νιμέγερ είναι ένας από τους μεγαλύτερους αρχιτέκτονες του 20ού αιώνα. Μαζί με τον Λε Κορμπιζιέ σχεδίασε το γνωστό κτίριο των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη. Αλλά ενώ το οικοδόμημα ολοκληρώθηκε το 1953, ο Νιμέγερ δεν μπόρεσε να το δει παρά μόνο το 1971.
Εως τότε δεν μπορούσε να πάρει βίζα, διότι υπήρξε μέλος του κομμουνιστικού κόμματος της πατρίδας του.
Η άποψη του Νιμέγερ για τον ΟΗΕ ήταν ότι «άνθρωποι από διαφορετικές κυβερνήσεις και ιδεολογίες είναι δυνατόν να κάτσουν κάτω σαν αδέλφια και να συζητήσουν τα προβλήματά τους. Αυτό θα 'φερνε ειρήνη στην ανθρωπότητα». Υποπτες, πράγματι, και ανατρεπτικές ιδέες.
- Τον Μάιο του 1980 ο ιταλός δραματουργός και νομπελίστας Ντάριο Φο μαζί με τη σύντροφό του ηθοποιό Φράνκα Ράμε επρόκειτο να επισκεφτούν τη Νέα Υόρκη για το 5ο Φεστιβάλ Ιταλικού Θεάτρου.
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ δεν τους έδωσε βίζα, εξαιτίας της σχέσης τους με το Soccorso Rosso (Κόκκινη Βοήθεια), μια αριστερή οργάνωση που εργαζόταν για τη βελτίωση των συνθηκών κράτησης των φυλακισμένων του ένοπλου κινήματος της εποχής.
- Το 1982 οργανώθηκε από τον ΟΗΕ διεθνής συνάντηση για τον πυρηνικό αφοπλισμό. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ αρνήθηκε τη βίζα σε εκατοντάδες ειρηνιστές από όλο τον κόσμο.
Μεταξύ αυτών βρίσκονταν και 300 μέλη του ιαπωνικού ειρηνιστικού κινήματος Τζενσουίκο, το οποίο κατηγορούσε η αμερικανική κυβέρνηση ότι είχε δεσμούς με την ΕΣΣΔ. Ο ηγέτης της ομάδας, βουδιστής μοναχός Γκιότσο Σάτο, αρνήθηκε την κατηγορία και υποστήριξε ότι στόχος του ήταν να ζητήσει από τον ΟΗΕ την πλήρη απαγόρευση των πυρηνικών όπλων.
-
Την ίδια χρονιά (1982) το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ακύρωσε τη βίζα του Ουραγουανού Ανχελ Ράμα, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Μέριλαντ. Προκειμένου να ανανεωθεί η άδεια παραμονής του ο Ράμα υποχρεώθηκε να δηλώσει ενόρκως ότι δεν υπήρξε ποτέ μέλος του κομμουνιστικού κόμματος.
-
Το 1983 αμερικανικές ειρηνιστικές ομάδες είχαν καλέσει στη Βοστόνη για μια ομιλία τον Ιταλό Νίνο Πάστι, πρώην υποδιοικητή του ΝΑΤΟ και γερουσιαστή. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ δεν του χορήγησε βίζα επειδή ήταν μέλος του Παγκόσμιου Συμβουλίου Ειρήνης, το οποίο οι αρχές των ΗΠΑ θεωρούσαν οργάνωση-βιτρίνα των κομμουνιστών. Η άρνηση βέβαια είχε και πιο άμεση αιτία, διότι ο Πάστι είχε αντιταχθεί δημόσια στη θέση της κυβέρνησης Ρέιγκαν για το ζήτημα των πυρηνικών εξοπλισμών, τον περίφημο πόλεμο των άστρων.
-
Η χήρα του χιλιανού προέδρου Αλιέντε ζήτησε το 1983 τουριστική βίζα για να ανταποκριθεί σε πολλές προσκλήσεις που της είχαν απευθύνει πανεπιστήμια των ΗΠΑ. Στην επιστολή, με την οποία της αρνήθηκαν επίσημα την είσοδο, οι αμερικανικές αρχές ανέφεραν ότι η παρουσία της θα ήταν «επιζήμια για τα συμφέροντα των ΗΠΑ».
Η Ορτένσια Αλιέντε δήλωσε ότι, αν την άφηναν να μιλήσει στις ΗΠΑ, θα καταδίκαζε την υποστήριξη που παρείχε ο πρόεδρος Ρέιγκαν στο δικτατορικό καθεστώς του Πινοτσέτ στη Χιλή.
- Το 1984 κλήθηκε η Μαρίτσα Ρουίς στις ΗΠΑ για να παραλάβει το Βραβείο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων «Ρόμπερτ Κένεντι» για τη δράση της στην ηγεσία των Comadres στο Ελ Σαλβαδόρ, δηλαδή της οργάνωσης των μητέρων εξαφανισμένων πολιτών της χώρας από το δικτατορικό καθεστώς.
Η αμερικανική κυβέρνηση αρνήθηκε να της χορηγήσει βίζα, υποστηρίζοντας ότι οι Comadres είχαν σχέση με τους αντάρτες. Η Ρουίς απέκρουσε αυτούς τους ισχυρισμούς και υποστήριξε ότι διέθετε στοιχεία για την υποστήριξη της κυβέρνησης Ρέιγκαν στη δικτατορική κυβέρνηση.
- Το 1985 επρόκειτο να παρουσιάσει ένα βιβλίο του στο Λος Αντζελες ένας από τους πιο πολυδιαβασμένους καναδούς συγγραφείς, ο Φάρλεϊ Μόουατ. Το βιβλίο αφορούσε την καταστροφή της πανίδας στο Βόρειο Ατλαντικό («Η Θάλασσα της Σφαγής»).
Οι αρχές τού αρνήθηκαν την είσοδο στις ΗΠΑ, χωρίς να του ξεκαθαρίσουν το λόγο. Το όνομά του βρισκόταν μαζί με άλλα 3.000 ονόματα Καναδών στη «μαύρη λίστα» του INS (Immigration and Naturalization Service), διότι τον είχε «καρφώσει» ως ανατρεπτικό στοιχείο η αστυνομία του Καναδά.
Η διεθνής κατακραυγή υποχρέωσε την αμερικανική κυβέρνηση να του δώσει βίζα, αλλά ο συγγραφέας την αρνήθηκε και ζήτησε να του την παραδώσει προσωπικά ο πρόεδρος Ρέιγκαν.
- Επιστρέφοντας το 1986 στις ΗΠΑ από ένα ταξίδι στην Ολλανδία, ο καθηγητής ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Αλφρεντ Στέιτ Τσοϊχίρο Γιατάνι συνελήφθη στα σύνορα και κρατήθηκε επί 44 μέρες χωρίς καμιά εξήγηση, επειδή το όνομά του ήταν στη «μαύρη λίστα» του INS. Ο Γιατάνι ήταν μόνιμος κάτοικος στις ΗΠΑ από το 1977.
Παρά τις επανειλημμένες αιτήσεις του και την προσφυγή στο νόμο για την ελευθερία της πληροφόρησης (Freedom of Information Act) δεν έλαβε ποτέ κάποια επίσημη εξήγηση. Ο ίδιος και οι δικηγόροι του πιστεύουν ότι η συμπεριφορά των αμερικανικών αρχών οφείλεται στη συμμετοχή του σε διαμαρτυρίες για τον πόλεμο του Βιετνάμ όταν ήταν φοιτητής στην Ιαπωνία.
- Η κολομβιανή δημοσιογράφος Πατρίσια Λάρα ήταν καλεσμένη από το Πανεπιστήμιο Κολούμπια το 1986.
Στο αεροδρόμιο JFK την ανέκριναν αξιωματικοί του INS, επειδή βρήκαν το όνομά της στη «μαύρη λίστα».
Αργότερα η Λάρα δήλωσε ότι τη ρωτούσαν αν «έχει γράψει εναντίον της κυβέρνησης των ΗΠΑ». Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ισχυρίστηκε ότι της απαγόρευσαν την είσοδο επειδή τη θεωρούσαν ύποπτη για «κομμουνιστική, ανατρεπτική ή τρομοκρατική δράση».
- Το 1990 ο καναδός συνδικαλιστής Τζιμ Χάντερ, πρόεδρος της Διεθνούς Ομοσπονδίας Εργαζομένων στις Μεταφορές, ταξίδευε για μια συνάντηση στη Φλόριντα. Τον σταμάτησαν στο αεροδρόμιο, με την «κατηγορία» ότι σε ηλικία είκοσι χρόνων υπήρξε μέλος της Εθνικής Ομοσπονδίας των Ενώσεων Εργατικής Νεολαίας.
Σχολιάζοντας την απαγόρευση εισόδου, ο Χάντερ δήλωσε: «Η χώρα της ελευθερίας δεν επιτρέπει την είσοδο σε κάποιον που πριν από 35 χρόνια έπαιξε μπέιζμπολ με κομμουνιστές».
- Το 2002 ο Καναδός Τζον Κλαρκ, οργανωτής της Συμμαχίας κατά της Φτώχειας στο Οντάριο, επρόκειτο να μιλήσει στο Πανεπιστήμιο του Μίτσιγκαν. Τον σταμάτησαν στο αεροδρόμιο και τον ρώτησαν αν είναι «αντίθετος στην ιδεολογία των ΗΠΑ».
Κρατήθηκε και ανακρίθηκε από ειδικευμένο πράκτορα του FBI. Κατά τη διάρκεια της ανάκρισης ο πράκτορας τον κατηγόρησε ότι γνώριζε πού κρύβεται ο Οσάμα μπιν Λάντεν. Επειτα από πέντε ώρες ανάκριση ο Κλαρκ στάλθηκε πίσω στη χώρα του.
-
Το 2002 οι αρχές των ΗΠΑ δεν ενέκριναν βίζα για τα στελέχη του Αφρικανικού Εθνικού Κογκρέσου Τόκιο Σεχουάλε και Σίντνεϊ Μουφαμάντι. Ως δικαιολογία προβλήθηκε ότι υπήρξαν εις βάρος τους παλιότερες καταδίκες στη Νότια Αφρική. Ομως οι δύο ακτιβιστές είχαν καταδικαστεί για τη δράση τους εναντίον του καθεστώτος του απαρτχάιντ. Η εκπρόσωπος της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Πρετόρια Βιρτζίνια Φάρις δήλωσε ότι «για να εξαιρεθούν από την απαγόρευση εισόδου όσοι είχαν καταδικαστεί για τον αγώνα τους ενάντια στο απαρτχάιντ θα χρειαζόταν να περάσει νέος νόμος από το Κογκρέσο». Μόλις το 2003 ανακοινώθηκε και στον ίδιο τον Νέλσον Μαντέλα ότι και το δικό του όνομα αποσύρεται για μία δεκαετία από τον κατάλογο των ανεπιθύμητων.
-
Το 2003 απαγορεύτηκε στον κουβανό καθηγητή Κάρλος Αλσουγκαράι Τρέτο να επισκεφτεί τις ΗΠΑ και να μιλήσει στο συνέδριο της Ενωσης Λατινοαμερικανικών Σπουδών.
Για να του δώσουν βίζα οι διπλωματικές αρχές των ΗΠΑ στην Αβάνα τον ρώτησαν αν έχει υπογράψει ένα κείμενο καταδίκης του πολέμου στο Αφγανιστάν. Οταν απάντησε καταφατικά, του δήλωσαν ότι δεν μπορεί να πάρει βίζα.
- Λίγο πριν αρχίσει να διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Νοτρ Νταμ, το 2004, ο καθηγητής Ταρίκ Ραμαντάν έμαθε ότι του ακυρώθηκε η βίζα.
Εκπρόσωπος του υπουργείου Εσωτερικής Ασφάλειας ισχυρίστηκε ότι ο Ραμαντάν ανήκει σε μια κατηγορία ξένων οι οποίοι «χρησιμοποιούν την εξέχουσα θέση τους σε κάποια χώρα για να ενισχύσουν ή να επιβάλουν τρομοκρατική δραστηριότητα». Ο Ραμαντάν είναι πράγματι μια εξέχουσα προσωπικότητα. Το περιοδικό «Time» τον αποκάλεσε «βασικό ισλαμιστή στοχαστή μεταξύ των μουσουλμάνων μεταναστών δεύτερης και τρίτης γενιάς στην Ευρώπη». Βέβαια, ο Ραμαντάν όχι μόνο έχει διαχωρίσει τη θέση του από οποιαδήποτε τρομοκρατική δραστηριότητα αλλά συμμετέχει κιόλας σε μια ειδική ομάδα που συγκρότησε η βρετανική κυβέρνηση για την καταπολέμηση του εξτρεμισμού.
-
Τον Οκτώβριο του 2004 επρόκειτο να μετάσχουν 61 κουβανοί πανεπιστημιακοί στο συνέδριο της Ενωσης Λατινοαμερικανικών Σπουδών. Δύο βδομάδες πριν από το συνέδριο οι πανεπιστημιακοί ειδοποιήθηκαν ότι δεν θα πάρουν βίζα, ως μέσο για την επιτάχυνση των δημοκρατικών και φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων που προωθεί η κυβέρνηση Μπους για την Κούβα.
-
Η νικαραγουανή καθηγήτρια Ντόρα Μαρία Τελέζ υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει την έδρα της στο Χάρβαρντ όταν η αμερικανική κυβέρνηση της αρνήθηκε βίζα το 2005, εξαιτίας της συμμετοχής της στην επανάσταση των Σαντινίστας το 1979.
Ο Τζον Κότσγουορθ, διευθυντής του Κέντρου Ροκφέλερ για Λατινοαμερικανικές Σπουδές στο Χάρβαρντ, παρατήρησε ότι «σύμφωνα με τους κανόνες που θέτει πλέον η κυβέρνηση για να εκδώσει βίζες, δεν θα επέτρεπαν την είσοδο ούτε στον Τζορτζ Ουάσιγκτον».
- Τον Μάρτιο του 2005 οι αμερικανικές αρχές δεν επέτρεψαν στον βολιβιανό δικηγόρο Φερνάντο Ροντρίγκεζ να μπει στις ΗΠΑ, όπου είχε κληθεί να μιλήσει για την εκμετάλλευση και την καταστολή που υφίστανται οι ιθαγενείς στη χώρα του από τις μεγάλες εταιρείες πετρελαίου. Η βίζα του έληγε το 2014, αλλά οι αξιωματικοί του υπουργείου Εσωτερικής Ασφάλειας του την ακύρωσαν, λέγοντας ότι είχε επαφές με «τρομοκράτες χωρικούς».