Ανεκδοτάκια

Είναι βράδυ και το ζευγάρι μόλις έχει κάνει έρωτα και χαλαρώνει.
Η γυναίκα λέει στον άντρα της: Πεινάω, τι θα έλεγες για κανένα σουβλάκι;
Και γω, λέει ο άντρας, θα πεταχτώ να πάρω από τον κυρ Μήτσο.
Μια και δυο, φοράει πρόχειρα κάποια ρούχα και ξεκινά για το σουβλατζίδικο.
Την ώρα που ετοιμαζόταν να μπει στο αμάξι του, σταματάει δίπλα του ένα
αυτοκίνητο και βγαίνει από μέσα μια κουκλάρα - δίμετρη - ξανθιά - η
φαντασίωση κάθε άντρα - κλπ και τον ρωτά:
Σας παρακαλώ, μήπως ξέρετε πως θα πάω στην οδό ΤΑΔΕ 15;
Κόκαλο ο τύπος της ψελίζει: Θα πάτε ίσια, δύο στενά πιο κάτω δεξιά και στο
τρίτο αριστερά.
Η κούκλα: Αχ, δεν μπορώ να προσανατολιστώ εύκολα τη νύχτα, σας παρακαλώ
μπορείτε να με πάτε, θα σας χρωστάω μεγάλη χάρη.
Αν και ο δρόμος δεν είχε καμιά σχέση με το σουβλατζίδικο, δέχτηκε (χωρίς
δυσκολία) να την εξυπηρετήσει.
Φτάνοντας στην οδό ΤΑΔΕ 15 του λέει η κούκλα:
Ξέρετε, είναι μερικές μέρες που έχω μετακομίσει εδώ και δεν βρίσκω εύκολα
το σπίτι! τα βράδια. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για την εξυπηρέτηση, θα ήθελα
να έρθετε πάνω να σας κεράσω κάτι.
Οχι, ε εευχαριστώ, είναι αργά μια άλλη φορά ίσως, είπε ο τύπος.
Οχι, επιμένω να έρθετε, δεν θα αργήσετε, είπε αυτή.
Με τα πολλά ανεβαίνουν επάνω, το σπίτι ήταν τεράστιο και όμορφο και η
κοπέλα του προτείνει να βάλει κάτι να πιεί μέχρι “να φορέσει κάτι πιο
ανάλαφρο!!”
Ο τύπος δεν κατάλαβε πότε έβαλε το ποτό να πιεί, πότε είδε την τύπισσα να
εμφανίζεται σας θεά, πότε βρέθηκαν στο κρεβάτι για τα ακατανόμαστα…
Κάποια στιγμή, μέσα από την ευχάριστη κούραση που είχε περάσει, άνοιξε το
μάτι του και είδε από το παράθυρο να μπαίνει το πρώτο φως της ημέρας (τον
είχε πάρει ο ύπνος).
ΩΧ, Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΟΥ, είπε και έφυγε τρέχοντας ψάχνοντας να βρει παράλληλα μια
ΚΑΛΗ δικαιολογία για να της πει. Πράγματι, στον δρόμο της επιστροφής,
σκέφτηκε κάτι που τον έκανε να παρακάμψει και να περάσει από ένα χαρτοπολείο
και να αγοράσει ένα τεμπεσίρι (η σκόνη που χρησιμοποιούν στη στέκα του
μπιλιάρδου, για όσους δεν ξέρουν), την οποία και έτριψε στα χέρια του.
Κάποια στιγμή έφτασε στο σπίτι του όπου και βρήκε την γυναίκα του να
ωρύεται.
Που ήσουνα βρε παλιοτόμαρο, που στο διάολο πήγες παλιοαλήτη, πες μου, που
κοπροσκύλιαζες όλο το βράδυ και δεν ήξερα τι να κάνω, του φώναξε η γυναίκα
του.
Που να στα λέω, δεν θα το πιστέψεις αγάπη μου. Την ώρα που έφυγα από εδώ
και πριν μπω στο αμάξι, σταματά ένα αυτοκίνητο δίπλα μου και κατεβαίνει μία
θεογκόμενα που με ρώτησε για κάποια οδό. Της είπα πως ακριβώς θα πάει μα δεν
κατάλαβε και με παρακάλεσε να την συνοδεύσω μέχρι εκεί για να μην χαθεί.
Και μετά, τι έγινε ρώτησε η γυναίκα του, διατηρώντας κάποια αμφιβολία για
τα λεγόμενα του άντρα της.
Την συνόδευσα μέχρι το σπίτι της και μου ζήτησε να ανέβω επάνω για ένα ποτό
για να με ευχαριστήσει. Δέχτηκα και την ώρα που έπινα το ποτό μου αυτή πήγε
να αλλάξει και γύρισε με ένα ημιδιάφανο ρούχο και μου την έπεσε, εγώ δεν
μπορούσα να αντισταθώ και βρεθήκαμε στ! ο κρεβάτι να κάνουμε έρωτα. Ετσι
έγιναν τα πράγματα γλυκιά μου και γι’ αυτό άργησα.
Βρε αλήτη, είπε η γυναίκα του, θες να πιστέψω αυτές τις μαλακίες που μου
λες; Για να δω τα χέρια σου!
Ωρίστε κάνει αυτός…
Ρε αλήτη όλο ψέματα μου λές, πάλι για μπιλιάρδο είχες πάει…

Ο Κωστίκας ετοιμάζεται για επαγγελματικό ταξίδι και αποφασίζει να εμπιστευτεί τον αγαπημένο του γάτο στον κολλητό του, τον Γιωρίκα. “Να μού τον προσέχεις. Τον αγαπάω σχεδόν όσο και τη μάνα μου. Από μωρό τον έχω”, λέει στον Γιωρίκα λίγο πριν φύγει και αυτός τον καθησυχάζει: “Μην ανησυχείς. Θα τον προσέχω σαν τα μάτια μου”

Μετά από δύο μέρες, ενώ ήδη ο Κωστίκας έχει φτάσει στον προορισμό του, χτυπά το τηλέφωνο: “Ελα, Κωστίκα. Ο Γιωρίκας είμαι. Ο γάτος ψόφησε”. Τον Κωστίκα τον λούζει κρύος ιδρώτας κι αφού από καθαρή τύχη γλιτώνει το εγκεφαλικό, αρχίσει να ψελλίζει: “Πώς τα λες έτσι αυτά τα πράγματα, ρε Γιωρίκα; Δεν σού είπα ότι τον αγαπάω πολύ; Γιατί μου λες τόσο ξερά πως ψόφησε; Δεν μπορούσες να μού το πεις με τρόπο; Εγκεφαλικό κόντεψα να πάθω…”

“Και πώς να στο έλεγα, ρε Κωστίκα; Αφού ψόφησε”, απαντά ο Γιωρίκας για να τού μάθει τον …τρόπο που λέγονται τα δυσάρεστα ο Κωστίκας: "Ακου ένα παράδειγμα γι’ αυτήν την περίπτωση. Επρεπε πρώτα να με πάρεις τηλέφωνο και να μού πεις ‘Κωστίκα, ο γάτος σου είναι στα κεραμίδια’, για να με βάλεις σε ιδέα. Μετά από καμιά ώρα να με πάρεις και να μού πεις “ο γάτος σου δεν κατεβαίνει και υπάρχει κίνδυνος να πέσει’. Μετά να με πάρεις και να μού πεις ‘ο γάτος σου έπεσε από τα κεραμίδια και χτύπησε σοβαρά’. Αργότερα να μού πεις ‘ο κτηνίατρος έχει βάλει τον γάτο σου στο χειρουργείο και πως η κατάστασή του είναι σοβαρή’. Και μετά να με ξαναπάρεις και να μού πεις ‘ο γιατρός βγήκε και μάς είπε πως, δυστυχώς, ο γάτος κατέληξε’. Κατάλαβες πώς έπρεπε να μού το πεις;”

Ο Γιωρίκας είπε πως κατάλαβε και δυο μέρες αργότερα, ξαναπαίρνει τηλέφωνο τον Κωστίκα: “Ελα, Κωστίκα. O Γιωρίκας είμαι. Η μάνα σου είναι στα κεραμίδια. Κατάλαβες ή θα χαλάσουμε μια περιουσία στα τηλέφωνα;”

Μήτσος μισούσε θανάσιμα τον γάτο της γυναίκας του και αποφάσισε να τον ξεφορτωθεί. Τον έβαλε στο αυτοκίνητο, τον πήγε 20 οικοδομικά τετράγωνα μακριά από το σπίτι και τον παράτησε. Μόλις ο Μήτσος γύρισε με το αυτοκίνητο στο σπίτι, ανοίγει την πόρτα και …βλέπει μπροστά του τον αντιπαθή γάτο.

Κόντεψε να πάθει εγκεφαλικό, αλλά σκέφτηκε λογικά: “Μάλλον τον άφησα κοντά”. Ετσι, την επόμενη ημέρα αποφάσισε να τον παρατήσει 40 οικοδομικά τετράγωνα μακριά. Ομως, μόλις γύρισε σπίτι, τον περίμενε η ίδια δυσάρεστη έκπληξη: Ο γάτος ήταν εκεί…

Την επόμενη μέρα τον πήγε 80 τετράγωνα μακριά, την άλλη 160, αλλά πάντα ο γάτος έβρισκε τον δρόμο και γύριζε σπίτι. Τελικά ο Μήτσος το πήρε απόφαση. Εφυγε πιο νωρίς από τη δουλειά του, έβαλε τον γάτο στο πορτ-μπαγκάζ για να μη βλέπει και ξεκίνησε το …ταξίδι. Οδήγησε πολλά χιλιόμετρα μακριά, έστριψε δεξιά, έστριψε αριστερά, πέρασε τις γραμμές του τρένου, πέρασε μια γέφυρα, ξανάστριψε αριστερά, ξανάστριψε δεξιά, πήγε διαγώνια, ανέβηκε ένα βουνό, κατέβηκε ένα άλλο κι όταν βεβαιώθηκε πως πλέον η απόσταση ήταν πολύ μεγάλη, άνοιξε το πορτ-μπαγκάζ και πέταξε έξω τον γάτο.

Μερικές ώρες αργότερα, ο Μήτσος τηλεφώνησε στο σπίτι του: “Ελα, γυναίκα, είναι εκεί ο γάτος;”, ρώτησε, για να απαντήσει η γυναίκα του με φυσικότητα: “Ε, πού αλλού να είναι; Βέβαια και είναι εδώ…”
“Δώσ’ τον μου στο τηλέφωνο τον κωλόγατο, γιατί χάθηκα ο μαλά(λογοκρισία) και δεν ξέρω πώς να γυρίσω πίσω”.

Η κυρία είναι στο κρεβάτι με τον εραστή της. Ξαφνικά ακούν το αυτοκίνητο του συζύγου να παρκάρει έξω απ το σπίτι. Ο εραστής τρέχει πανικόβλητος να κρυφτεί.
Η κυρία, πιο ψύχραιμη, του λέει:

  • Πήγαινε στη γωνία και κάτσε ακίνητος!
  • Μα…
  • Δεν έχει μα! Κάτσε εκεί που σου λέω!
    Πηγαίνει στο μπάνιο και φέρνει baby-oil και ταλκ. Τον πασαλείβει με το λάδι, τον πασπαλίζει ολόκληρο με ταλκ και του λέει:
  • Κάτσε ακίνητος και κάνε το άγαλμα!
  • Μα…
  • Κάνε το άγαλμα, που σου λέω, αλλιώς μας έσφαξε και τους δυο!
    Μπαίνει ο σύζυγος και βλέπει το «άγαλμα».
  • Τι είναι αυτό Μαρία;
  • Α, τίποτε! Είχα πάει στους Παπαδοπουλαίους το Σαββατοκύριακο κι είχαν
    ένα τέτοιο άγαλμα και το ζήλεψα. Δεν σε πειράζει που πήρα κι εγώ ε;
  • Α μπα, τι να με πειράξει;
    Έκατσαν, έφαγαν, είδαν τηλεόραση και κάποια στιγμή έπεσαν για ύπνο. Κατά
    τις τρεις τα ξημερώματα, ο σύζυγος σηκώνεται, πάει στην κουζίνα, ανοίγει το ψυγείο,
    φτιάχνει ένα σάντουιτς, παίρνει και μια μπύρα και πάει στο «άγαλμα».
  • Έλα ρε, φάε, πιες!
    Ο εραστής παγώνει απ το φόβο του.
  • Έλα ρε, φάε κάτι! Εγώ τρεις μέρες έκανα το άγαλμα στους Παπαδοπουλαίους κι ούτε ένα ποτήρι νερό δεν μου δωσαν!

είναι να μην πάρεις φόρα…

Mια ιστορία γεμάτη δάκρυ, αίμα, ιδρώτα…

"Έξω ο ήλιος βράδιαζε. Ο ήρωας σηκώθηκε για να κλείσει το ξυπνητήρι
και να το βάλει στην πρίζα. Πλύθηκε, κατούρησε και κατευθύνθηκε προς
την τουαλέτα. Έβαλε να γίνεται ο καφές του στο μπ-Ρικι Μάρτιν,
σιδέρωσε το φαγητό για το βράδυ και άπλωσε τα τζάμια. Άνοιξε το
ραδιόφωνο και άκουσε με νοσταλγία τραγούδια που του θύμιζαν στιγμές
που άκουγε τραγούδια στο ραδιόφωνο (Λογικό). Από τον φεγγίτη έμπαινε
ένα φέγγος. Πάτησε το κουμπί για τις σκάλες και κατέβηκε.
Μπήκε μέσα στο αυτοκίνητο, έβαλε το κράνος, κίνησε τον έλικα και έβαλε
μπρος στα κάλη τι’ ναι ο πόνος. ΄Οδήγησε για κάνα 20λεπτο και έπειτα
από 3 ώρες έφτασε στην τριώροφη σκηνή του αρχηγού.
Στην πόρτα τον περίμεναν ένας μπράβος που έπινε Λουμίδη και ένας
λουμίδης που έπινε μπράβο καλωσήρθατε. Τον οδήγησαν μέσα στην είσοδο
κινδύνου. Εκεί συνάντησαν κάτι αφάνταστο, αφού είναι αφάνταστο όμως
δεν μπορώ να φανταστώ τι ήταν.
Τακ-τακ φώναξε με την βαριά σχεδόν γυναικεία φωνή του. Έσπρωξε την
μεγάλη, ξύλινη, ανοιχτή πόρτα και μπήκε μέσα. Εκείνη την στιγμή ο
αρχηγός έφτιαχνε ένα φαγητό και το έσβησε με λίγο κρασί, λίγο θάλασσα
και τ’ αγόρι του. Του γυρνάει πλάτη, τον κοιτάζει στα μάτια και ένα
χαμόγελο δυσαρέσκειας ζωγραφίστηκε πάνω του.

  • Θες να πεθάνεις ?
  • Ναι, αρνήθηκε.
  • Θα έχεις άσχημα ξεμπερδέματα με αυτά που κάνεις ! , τον ρώτησε.
  • Δεν με νοιάζει, απάντησε μονολεκτικά και ένας τόνος σιωπής απλώθηκε
    στα λόγια του.
  • Η θέση σου είναι δύσκολη Ήρωας.
  • Δικό σου πρόβλημα, σιώπησε.
  • Τι θα κάνω με σένα ?
  • Δεν με νοιάζει, είπε με αγωνία.
  • Να σου κάνω μια ερώτηση ?
  • Όχι.
  • Ποια ηθοποιός σου αρέσει ?
  • Η Μουρ, η ντέμυ Μουρ, μουρμούρισε. "

να την συνεχίσουμε την ιστορία ή αυτό ήταν?θα έχει πλάκα να την βάλουμε σε άλλο θέμα και από κάτω ο καθένας να γράφει τη συνέχεια…

Μπορείτε να τη συνεχίσετε, σε άλλο θέμα βέβαια.
Εμένα έτσι μου έστειλαν το κείμενο με e-mail και το πέρασα επειδή είχε μερικά καλά σημεία :lol:

H ΣΑΡΑΝΤΑΠΟΔΑΡΟΥΣΑ

Ένας τύπος πηγαίνει σε ένα pet shop αποφασισμένος να αγοράσει το πιο
περίεργο ζώο που θα βρεί.
>
> Μετά την σχετική συννενόηση με τον υπάλληλο ο τελευταίος του προτείνει ένα
εξωτικό ιγκουάνα.
> - Αααα, ιγκουάνα μέχρι και η πεθερά μου έχει πάρει, τί άλλο έχετε
> - Έχουμε επίσης και αυτόν τον απίθανο σκίουρο ο οποίος πλένει πιάτα λέει ο
υπάλληλος!
> - Καλή φάση σκέφτεται ο τύπος αλλά έχω πλυντήριο σπίτι οπότε μάλλον
αχρείαστος θα μου είναι. Τίποτα άλλο ?
> Έπειτα απο αρκετή ώρα καταλήγουν στο πιο εξωτικό ζώο του καταστήματος, μία
σαρανταποδαρούσα που μιλάει !!!
> Ενθουσιασμένος ο παίχτης τρέχει στο σπίτι όπου και τακτοποιεί το ζωάκι σε
μια πολυτελή γυάλα με τα νεράκια της το φαγάκι της και τα σχετικά. Στο
καπάκι όμως δέχεται τηλέφωνο απο φίλο για μπίρες στο κοντινό μπαράκι.
>
> Στρέφεται λοιπόν στην σαρανταποδαρούσα για την πρώτη επικοινωνία :
>
> - Θα πάω δίπλα για μπίρες, είσαι μέσα ?
> Μούγκα η σαρανταποδαρούσα
>
> - Εσένα μιλάω ρε θα έρθεις για μπίρες, συνεχίζει ενοχλημένος.
> Τάφος η σαρανταποδαρούσα.
>
> - Λοιπόν εγώ πάω εσύ θα χάσεις …
> - Ακουσα άκουσα ρε μαλάκα, παπούτσια δένω !!

Εινγκλις λεσον

Into the spot --------------------- είν’ του Δεσπότ’
Into you talloom to you ------------ είν’ του γιού, τ’ άλλου μ’ του
γιού
To you too funny ------------------ του γιού του Φάνη
Sleep for us ------------------------- σλίπ φοράς
A nice party -------------------- ε, να η Σπάρτη
F. you fot’s ----------- έφ’γε ου Φώτ’ς
She has many---------------- συ χεσμένη
Kill kiss ---------------------- Κιλκίς

KAI TO ΦΟΒΕΡΟ:

The necklaces -------------------δεν εκλασες !!!

Ήτανε μια κότα

Δεν είναι ακριβώς ανέκδοτο …

Πάντα μια γυναίκα κρύβεται από πίσω…
Εύα: “Μωρό μου; Να σου καθαρίσω ένα μηλαράκι;”.

Πηνελόπη: “Μην τολμήσεις να έρθεις αν δεν μου βρεις την ενυδατική κρέμα που σου έγραψα στον πάπυρο!”.

Μήδεια: “Αν πεινάσεις, έχει φαγητό στο φούρνο. Εγώ και τα παιδιά θα αργήσουμε”.

Μητέρα Πόντιου Πιλάτου: “Πλύνε τα χέρια σου και έλα να φας πριν κρυώσει το φαγητό!”.

Η γυναίκα του Ιούδα: “Τζουτζούκο μου, είδα έναν υπέροχο χιτώνα… Μόνο τριάντα αργύρια!”.

Τζάκι Κέννεντι: “Αγάπη μου… σήμερα που’χει ωραίο καιρό λέω πάρουμε το κάμπριο”.

Δέσποινα Παπαδοπούλου: “Γιώργο ο αχαΐρευτος ο γιος μας πάλι δεν μπήκε στο Πολυτεχνείο! Πρέπει να βρούμε ένα τρόπο για να μπει!”

Κυρία Μπίν Λάντεν: “Οσάμα, θα πάω στην Νέα Υόρκη με την μαμά. Με διαφορετικές όμως πτήσεις…”.

Μητέρα Μπους τζούνιορ: “Γιατί βρωμάνε πετρέλαιο τα ρούχα σου; Που γύρναγες πάλι;;;”

Ο γιος του παπά της ενορίας, μόλις πήρε την άδεια οδήγησής του, και ρώτησε τον πατέρα του αν θα μπορούσε πλέον να οδηγεί το αμάξι της οικογένειας. Ο παπάς μόλις το ακούει αυτό του λέει:

  • Ακου γιε μου, θα κάνουμε μια συμφωνία: Όταν περάσεις όλα τα μαθήματα που χρωστάς στη σχολή σου, βγάλεις το σκουλαρίκι και κόψεις τα μαλλιά σου, θα σου δώσω το αμάξι.
    Περνάει λοιπόν κανένα δίμηνο, και ο γιος ξαναρωτάει τον πατέρα του για το αμάξι, οπότε ο πατέρας του του λέει:
  • Ξέρεις γιε μου, είμαι πολύ περήφανος για σένα! Στην εξεταστική πέρασες όλα τα μαθήματα, έβγαλες το σκουλαρίκι, αλλά δεν έκοψες τα μαλλιά σου!
  • Ξέρεις μπαμπά… απαντάει ο γιος, το ξανασκέφτηκα αυτό με τα μαλλιά, και είδα ότι και ο ίδιος ο Χριστός και οι μαθητές του είχαν μακριά μαλλιά…
    Και συμπληρώνει ο πατέρας του:
  • …Ναι, και όπου πήγαιναν, πήγαιναν με τα πόδια.

Έρχεται ένας Πόντιος στην Αθήνα και λέει στον ξάδερφό του:

  • Ξάδερφε, θέλω να με πας σε ένα μπουρδέλο.
  • Εντάξει, του λέει ο ξάδερφος.
    Τον πηγαίνε σε ένα μπουρδέλο, και του λέει να μπει στο δωμάτιο και να περιμένει.
    Μπαίνει μια κοπέλα με μεγάλα στήθη στο δωμάτιο.
  • Α, τι μεγάλα στήθη που έχεις, λέει ο Πόντιος.
  • Φίλα τα, λέει η κοπέλα.
  • Πέντε, δέκα, δεκαπέντε, είκοσι, εικοσπέντε…

Αυτά είναι…τελείωσε η εξεταστική κ γω συνεχίζω να διαβάζω …ανέκδοτα!

Πάει μια ξανθιά σε μια εταιρία μηνυμάτων και λέει στον υπεύθυνο:

  • Γειά σας, θα ήθελα να στείλω ένα μήνυμα στη μητέρα μου που μένει στον Έβρο.

  • Βεβαίως, Θα σας κοστίσει 50 euro

  • Ξέρετε δεν έχω χρήματα, αλλά θα έκανα τα πάντα για να στείλω αυτό το μήνυμα!

  • Χμμμ, πολύ καλά, περάστε μέσα από τον πάγκο, της λέει ο υπεύθυνος και η ξανθιά περνάει.

  • Γονατίστε, της λέει και αυτή γονατίζει.

  • Κατεβάστε το φερμουάρ μου και αυτή το κατεβάζει.

  • Βγάλ’ τη μου έξω.

Η ξανθιά ακολουθεί πιστά τις εντολές που της δίνονται.

  • Τώρα αρχίστε.

Και τότε η ξανθιά, έχοντας το όργανο του υπευθύνου στα χέρια της.

  • Έλα μαμά με ακούς; Εγώ είμαι.

Τα 2 τελευταια, παιζει να ναι τα χειροτερα ανεκδοτα απο την εποχη του “Που πηγε η μικρη Μαιρουλα…;” 8O 8O 8O

Παρτε κ ενα χειροτερο:

Η μανα μιας ξανθιας:“Ελα μεσα χιονιζει…”
Ξανθια:“Σιγα, κι εξω χιονιζει…”

Τρεις Μπογιατζήδες ένας Αλβανός ένας Γερμανός και ένας Έλληνας πέθαναν και πάνε στον Παράδεισο.

Ο Άγιος Πέτρος τους άνοιξε την Πόρτα:

  • Καλώς τα Παιδιά επιτέλους ήρθαν και τρεις χρήσιμοι άνθρωποι, ρε παιδιά θέλω να βάψω την Πόρτα του Παράδεισου για πες μου, λέει του Αλβανού, πόσα θέλεις για να την βάψεις;

  • 600 ευρώ, λέει ο Αλβανός.

  • 600; Πώς τα λογάριασες;

  • Να, 200 για μένα, 200 τους φόρους και 200 τα υλικά.

  • Εσύ, λέει του Γερμανού, πόσα θέλεις;

  • 900 ευρώ, 300 για μένα, 300 την εφορία και 300 τα υλικά.

  • Και εσύ, λέει του Έλληνα, πόσα θέλεις;

  • 3000 ευρω Άγιε Πέτρο.

  • 3000;;; Τρελός είσαι; Πώς τα λογάριασες;

  • Άγιε Πέτρο έλα πιο κοντά να μην μας ακούν.

Ο Άγιος Πέτρος πήγε κοντά του και ο Έλληνας του ψιθυρίζει:

  • Άκουσε να δεις, 1000 για σένα, 1000 για μένα, 400 τον Γερμανό για να το βουλώσει και 600 θα δώσουμε στον Αλβανό για να βάψει την Πόρτα.

Aννούλα!!! Μικρή Αννούλα, όχι Μαιρούλα!!! :evil:

Ο καινούργιος παπάς της ενορίας ήταν τόσο νευρικός στην πρώτη του
λειτουργία, που δεν μπορούσε να μιλήσει. Πριν από την επόμενη λειτουργία
ρωτάει τον Αρχιεπίσκοπο, τι θα μπορούσε να κάνει για να χαλαρώσει. Ο
Αρχιεπίσκοπος τον συμβουλεύει ως εξής:
“Την επόμενη φορά ρίξε μερικές σταγόνες βότκα στο νερό που θα πιεις και θα
δεις πώς θα χαλαρώσεις”. Την Κυριακή ο παπάς ακολουθεί τη συμβουλή και
πραγματικά νιώθει ότι θα μπορούσε να κάνει κήρυγμα χωρίς άγχος ακόμα και αν
λυσσομανούσε καταιγίδα. Μετά τη λειτουργία επιστρέφει στο σπίτι του, όπου
μετά από λίγο εμφανίζεται ο Διάκος του Αρχιεπισκόπου και του παραδίδει ένα
σημείωμα που έγραφε τα εξής:

Αγαπητέ πάτερ, την επόμενη φορά να ρίξετε μερικές σταγόνες βότκα στο νερό κι
όχι μερικές σταγόνες νερό στη βότκα. Σας παραθέτω μερικές παρατηρήσεις, για
να μην επαναληφθούν τα σημερινά. Δεν χρειάζεται να τοποθετείτε φέτα λεμονιού
στο χείλος του δισκοπότηρου. Το κουβούκλιο στην πλευρά της εκκλησίας είναι
το εξομολογητήριο, όχι το μπάνιο. Ο Αρχάγγελος είπε στην Παρθένο: “Χαίρε
κεχαριτωμένη”, όχι “Γεια σου πιπίνι”. Καλό θα είναι να μην ακουμπάτε στο
άγαλμα της Παναγίας πόσο μάλλον να το αγκαλιάζετε και να το φιλάτε με τέτοιο
πάθος. Οι εντολές είναι 10 και όχι 12. Οι απόστολοι ήταν 12 και όχι 7.
Κανείς τους δεν ήταν νάνος. Δεν αναφερόμαστε στον Ιησού Χριστό και τους
αποστόλους ως “Ι.Χ. και Σία”. Ο Ιούδας ήταν προδότης, όχι “σκατορουφιάνος
του κερατά” που είπες εσύ στους χριστιανούς. Ο Χριστός μας είπε στον Πέτρο
ότι “πριν αλέκτωρ λαλήσει τρις, θα με αρνηθείς”, δεν του είπε: “Μέχρι να
λαλήσουν τα κοκόρια θα μ’έχεις γράψει στ” α… σου". Δεν επιτρέπεται να
αποκαλούμε την κεφαλή της εκκλησίας μας “Νονό”. Το καθαγιασμένο ύδωρ είναι
για να ευλογούμε, όχι για να δροσίζουμε τον σβέρκο μας. Ποτέ δεν κηρύττουμε
καθισμένοι στα σκαλιά του ιερού και σε καμία περίπτωση δεν ακουμπάμε το πόδι
μας πάνω στη Βίβλο. Ο άρτος χρησιμεύει για τη Θεία Ευχαριστία όχι ως
απεριτίφ που συνοδεύει το κρασί. Η παρότρυνση να χορέψει το ποίμνιο ήταν
ενδιαφέρουσα, δεν χρειαζόταν όμως και να χορέψει γιάγκα γύρω από την
εκκλησία. Και τέλος, την λειτουργία την τελειώνουμε με “Αμήν”, όχι με “Ολέ!”
ΠΡΟΣΟΧΗ: Αυτός που καθόταν στην άκρη του ιερού και τον οποίο αποκαλέσατε
“αδερφάρα” και “τραβεστί με μάξι” ήμουν εγώ! Τις σκάλες του άμβωνα τις
κατεβαίνουμε κανονικά, όχι τσουλήθρα στο κάγκελο. Ελπίζω αυτά τα λάθη να
διορθωθούν την ερχόμενη Κυριακή.

Με τιμή,
Ο Αρχιεπίσκοπος

ΚΑΠΟΥ ΣΤΟΝ ΑΤΛΑΝΤΙΚΟ ΣΤΟ ΑΕΡΟΠΛΑΝΟΦΟΡΟ U.S.S. WASHICTON ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΣΥΝΑΓΕΡΜΟΣ…ΑΝΕΒΕΝΕΙ Ο ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ ΣΤΗ ΓΕΦΥΡΑ ΚΑΙ ΡΩΤΑΕΙ ΤΙ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ.ΣΤΟ ΡΑΝΤΑΡ ΦΑΙΝΑΤΑΙ ΕΝΑ ΣΤΙΓΜΑ ΑΠΟ ΚΑΝΑΔΙΚΟ ΜΑΛΛΟΝ ΠΛΟΙΟ ΤΟΥ ΛΕΝΕ, ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΣΤΗ ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥΣ.

-ΩΡΑΙΑ ΠΕΣΤΕ ΤΟΥΣ ΝΑ ΑΛΛΑΞΟΥΝ ΠΟΡΕΙΑ,ΛΕΕΙ Ο ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ
ΟΠΟΤΕ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ Ο ΔΙΑΛΟΓΟΣ:
ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΙ:ΠΡΟΣ ΚΑΝΑΔΟΥΣ ΒΡΙΣΚΕΣΤΕ ΣΤΗ ΠΟΡΕΙΑ ΜΑΣ ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΑΛΛΑΞΤΕ ΠΟΡΕΙΑ…

ΚΑΝΑΔΟΙ:ΑΔΥΝΑΤΟΝ ΑΛΛΑΞΤΕ ΕΣΕΙΣ.

ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΙ:ΒΡΙΣΚΟΜΑΣΤΕ ΣΕ ΠΕΡΙΠΟΛΙΑ ΚΑΙ ΑΝ ΔΕΝ ΑΛΛΑΞΕΤΕ ΠΟΡΕΙΑ ΘΑ ΠΑΡΟΥΜΕ ΜΕΤΡΑ…

ΚΑΝΑΔΟΙ:ΟΤΙ ΚΑ ΑΝ ΛΕΤΕ ΔΕΝ ΓΙΝΕΤΑΙ ΝΑ ΑΛΛΑΞΟΥΜΕ ΠΟΡΕΙΑ ΑΛΛΑΞΤΕ ΕΣΕΙΣ…

ΕΚΝΕΥΡΙΣΜΕΝΟΣ Ο ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ ΠΑΙΡΝΕΙ ΤΟΝ ΑΣΥΡΜΑΤΟ…
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ :ΕΔΩ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟ ΑΕΡΟΠΛΑΝΟΦΟΡΟ U.S.S. WASHICTON ΣΑΣ ΟΜΙΛΕΙ
Ο ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ J.JONSON…ΑΝ ΔΕΝ ΑΛΛΑΞΕΤΕ ΠΟΡΕΙΑ ΘΑ ΤΟ ΘΕΩΡΙΣΟΥΜΕ ΕΧΘΡΙΚΗ ΠΡΑΞΗ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΗΣΟΥΜΕ ΚΑΤΑΛΛΗΛΩΣ…

ΚΑΝΑΔΟΙ: ΕΔΩ ΦΑΡΟΣ ΚΑΝΤΕ ΟΤΙ ΝΟΜΙΖΕΤΕ!..

Λοιπον το ανεκδοτο και τα επομενα 2 που θα ακολουθησουν ειναι ΔΙΚΑ μου χαχαχαχαχα

Ο Boxer

Eιναι τουρνουα Βοχ.
Ο παρουσιαστης μιλα: απο την μια γωνια οοοοοοο ΤΑΔΕ!!! εεεεεεεεεε το κοινο,χαμος,ο boxer πανηγιριζει…και απο την αλλη γωνια…και ανεβαινει μια γυναικα…
Boxer:γυναικα??? εγω δε μπορω να χτυπησω γυναικα, τι μλκιες ειναι αυτες…
καμπανακι χτυπαει και η γυναικα ορμα…βαρα δεκσι αριστερο δεκσι…ο boxer ολο και προς τα πισω φτανει γωνια και καθεται και τις τρωει και προσπαθει να αμυνθει δε μπορω να τη χτυπησω γμτ ,δεν τα κανω εγω αυτα,σκατα λεει… και η γυναικα συνεχιζει ωσπου ο διαιτητης σταματα τον αγωνα και ανακυρισσει νικητρια την γυναικα.
ο boxer φωναζεισκατα…τι μλκιες ειναι αυτες!!!με γυναικα??

2ος αγωνας.τα ιδια…απ τη μια γωνια οοοοοοοοο…ΤΑΔΕ,εεεεεεεεε το κοινο,χαμος,πανηγιριζει ο boxer(αλλος, οχι ο ιδιος)και στην αντιπαλη γωνια…ησυχια…και ανεβαινει παλι η γυναικα.ο boxer ξαφνιαζεται
καμπανακι και η γυναικα ορμα…μπαμ μπουμ, ο καημενος boxer στριμογμενος σκεφτεταιτι να κανω…να την βαρεσω…δε μπορω…θα χω τυψεις…θα παθει τπτη γυναικα βαρα απο δω απο κει και τελικα ο καημενος boxer νευριασμενος και απογοητευμενος παρετειτεε δε γινονται αυτα τα πραγματα λεει και φευγει…

3ος αγωνας τα ιδια…4ος,5ος…τελικος και το κυπελο σηκωνει η γυναικα.

οι boxer μαζευονται στα αποδητηρια μες’στα νευρα.Ενας απ’αυτους τους μαζευει ολους κοντα,τους κοιταζει και τους λεει…
Ρε Σεις…δεν την παλευουμε…

:lol: :lol: :lol: :lol: :lol:

Aννούλα!!! Μικρή Αννούλα, όχι Μαιρούλα!!! :evil:[/quote]
΄
'Αστην είναι μικρή ακόμα, δεν ξέρει :twisted:

:-s :stuck_out_tongue:

LOOOOOL
Αυτο ειναι χειροτερο κ απο την Μαιρουλα ή Αννουλα ή οπως διαολο το λενε το βλαμενο…
Χειροτερο κι απο το “Αλλος για Χιο τραβηξε κι αλλος για Μυτιληνη”…

Ελα ρε Sofi…αφου γελασες και το ξερω :stuck_out_tongue: :stuck_out_tongue: :stuck_out_tongue: :stuck_out_tongue: :stuck_out_tongue:
Εδω θεσσ/νικη το ανεκδοτο αρχιζει να γινεται cult.εξαπλωνεται… 8) 8)

Camelspotter ηρθε η ωρα να πω το καμενο μου ανεκδοτο!

πως λενε οι ορθοδοξοι στα αγγλικα το καψιμο του ιουδα??
the roof is on fire!