Η μόνη επαφή που έχω με τους Deftones είναι το φετινό τους άλμπουμ που δεν μπορώ να πω ότι τρελάθηκα -μου φάνηκε πολύ ίδιο- άλλα βρήκα στοιχεία που μου άρεσαν και ήθελα να τους ψάξω περισσότερο. Τους Crosses τους είχα πρωτοανακαλύψει αλλά… και ξεχάσει τελείως μέσω από τη συμμετοχή τους στο Batman: Arkham City Soundtrack όπου μεταξύ άλλων συμμετέχουν και οι Serj Tankian, Coheed and Cambria αλλά δεν μου τράβηξαν την προσοχή ώστε να τους τσεκάρω περαιτέρω.
Ο συγκεκριμένος ομότιτλος δίσκος, σε πιο ηλεκτρονικό ήχο, έχει αισθητή διαφορά στην αισθητική και στο ύφος από το Ohms οπότε δεν είμαι σίγουρος ότι μπορώ να κάνω άμεσες συγκρίσεις ή να βγάλω συμπεράσματα για το main project του Chino Moreno. Αυτό που μπορώ να πω με σιγουριά όμως είναι ότι με ενθάρρυνε ακόμη πιο πολύ.
Η αλήθεια είναι ότι ενώ μου άρεσε σαν σύνολο, τώρα που ακούω ξανά τα τραγούδια ένα-ένα όσο γράφω το review διαπιστώνω ότι σκίπαρα αρκετά ψάχνοντας να βρω αυτά που ξεχωρίζω.
Είναι φυσικό με 15 στο σύνολο να υπάρχουν και κάποια duds αλλά γενικώς με έχαναν όταν πηγαίναν προς dream ή ποπ μονοπάτια (βλ. Trophy, The Epilogue) και με κέρδιζαν στο πιο alternative με ένα απ’ τα αγαπημένα μου να είναι το φανταστικό This Is a Trick με το οποίο ξεκινάει ο δίσκος (και επίσης τραγουδούσα σήμερα το πρωί αλλά με πήγαινε στο Smells Like Teen Spirit με τα hello hello). Το πρώτο πράγμα που παρατήρησα όταν το άκουσα και μου άρεσε εκτός απ’ το ρυθμικό στοιχείο είναι οι εναλλαγές στα φωνητικά. Μια πιο άγρια, μια πιο sexy; (σόρρυ). Πολύ ψηλά επίσης βάζω το Nineteen Ninety Four και το Bitches Brew στο οποίο υπάρχει μια πιο υπνωτιστική ατμόσφαιρα και εδώ να πω ότι σε σημεία μου θύμισαν Royal Blood αν και τελείως διαφορετικές οι κιθάρες. Γενικά είμαι ευχαριστημένος με την πρόταση του @anhydriis. Έχω βρει κομμάτια που θα χρησιμοποιώ σε playlists μου και κάποια στιγμή θα ψάξω και τους Deftones παραπάνω.
Για κάποια πράγματα καμιά φορά υπάρχει το σωστό timing. Όπως γι αυτή την μουσική πρόταση του @apostolisza8 που με βρήκε τρομερά ορεξάτη για οτιδήποτε περιέχει μέσα τον όρο «punk» ή για (σχεδόν) οτιδήποτε προέρχεται από την εγχώρια σκηνή. Εξαρχής λοιπόν ήμουν προετοιμασμένη να ακούσω κάτι που λογικά θα μου άρεσε και κάτι που εξίσου λογικά θα ήταν στην χειρότερη περίπτωση τουλάχιστον ενδιαφέρον. Να πω κιόλας πως με το post-punk τα πάμε εξαιρετικά και πολύ συμπαθιόμαστε και τα βρίσκουμε κλπ, απλώς κάνοντας μια σύντομη επισκόπηση στην πορεία μου σαν ακροάτρια, οφείλω να ομολογήσω πως είναι ένα είδος που δεν έχω αντιμετωπίσει καθολικά, παρά έχω μερικά ραντομ και αποσπασματικά ακούσματα. Με το ελληνικό ποστ πανκ δε, καμία επαφή και γνώση, πέρα από τα γνωστά «ελληνικά ροκ», που ποτέ όμως δεν ήταν ροκ, συγκροτήματα και πέρα από τις υπέροχες Hecate, το πόνημα των οποίων ψήθηκα να ακούσω μετά από το πόσο ωραία είδα ότι τα λένε.
Αφήνοντας όλα αυτά τα γύρω γύρω στην άκρη (τα οποία λειτουργούν ωσαν ντισκλεημερ για το ότι δεν θα πω τίποτα ουσιαστικό περί μουσικής, δεν ξέρω αν το καταλάβατε ;p), πάμε στα του δίσκου. Ενός δίσκου που με το που ξεκίνησα να τον ακούω, το μόνο πράγμα που με ξένισε ήταν, όπως και ήταν αναμενόμενο, τα φωνητικά. Πρόκειται για ένα χαρακτηριστικό «πάγωμα» που έχω παρατηρήσει ότι με πιάνει σε αντίστοιχες περιπτώσεις, που θεωρώ πως δεν άπτεται τόσο του «ξενίσματος» μπροστά σε κάτι μη οικείο, αλλά ίσως μιας άμυνας ή ανασφάλειας, ενός ενδόμυχου φόβου. Ενός φόβου να συνδεθείς με κάτι που μιλάει κυριολεκτικά στην γλώσσα σου, με κάτι που έχει ιδιαίτερη προφορά κι εκφορά και ταυτόχρονα περικλείεται από ένα πανέμορφο σκοτάδι. Υπάρχει κάτι το ρομαντικό εδώ, υπό την έννοια του γοτθικού ρομαντισμού, και οκ, όλοι ξέρουμε ότι είναι κακό να σε πούνε ρομαντικό, απαπα. ;p Μετά από μερικά τραγούδια πάντως, νομίζω μου έφυγε όλη αυτή η άβολη ανησυχία, και πλέον και μετά από καμιά δεκαριά+ φορές που έχω ακούσει τον δίσκο, τα φωνητικά και οι στίχοι είναι αυτό ακριβώς που έπρεπε να υπάρχει εκεί για να αγκαλιαστεί από/να αγκαλιάσει την μουσική.
Αγαπημένες στιγμές δεν είμαι σίγουρη αν έχω. Εννοώντας, πάλι, πως ο δίσκος μου αρέσει όπως είναι, ολόκληρος και συνεχής, με συνθέσεις που κυκλώνουν και περιδινίζονται, με το κάθε κομμάτι να δίνει την πάσα στο επόμενο και το τελευταίο να σε κάνει να θες να συνεχίσεις στον κύκλο. Παρ’ όλα αυτά, θέλω να κάνω μια ειδική μνεία στην «Μαύρη Άνοιξη», μια αργόσυρτη σύνθεση «που παίζει με τα φώτα κλειστά» και κόβει τον δίσκο στα δύο, καθώς κυλάει βραδέως, βαρύθυμα, για να εξελιχθεί, λίγο μετά την μέση της, σε ένα space-ίζον ξέσπασμα «με λύσσα και με άρνηση». Με έπιασε εντελώς εξαπίνης κατά την πρώτη ακρόαση και μπορώ να πω πως με ενθουσιάζει. Όπως και το πώς μπαίνει το επόμενο κομμάτι, ο «Ανθόκηπος» που μαίνεται σε γρήγορους ρυθμούς και σχεδόν χορευτικές διαθέσεις, απ’αυτές που σε κάνουν να θες να χωθείς σε κάποιο ημιφωτισμένο μπαράκι των Εξαρχείων και να πιεις, να χορέψεις, να διασκεδάσεις.
Και κάπου εδώ έρχονται τα σημαντικά. Έχοντας στο νου μου την εικόνα στην βάση της οποίας έγινε η επιλογή, ο δίσκος αυτός θα ήταν ένα τέλειο soundtrack μιας τέτοιας νύχτας. Μιας νύχτας «στην πόλη με τα χίλια πρόσωπα», με φόντο το πανέμορφα σάπιο ή σάπια πανέμορφο αστικό τοπίο. Κατά μήκος της πλατείας των Εξαρχείων, της Στουρνάρη ή της Σολωμού, της Μάρνη και της Πατησίων, στα «κακόφημα σοκάκια στην πόλη που αποφεύγεις». Πριν από μία βόλτα ή μία έξοδο, κατά την διάρκεια αυτής και, κυρίως, κατά την επιστροφή. Με εικόνες φωτισμένες από το άγρια γοητευτικό χρώμα της νύχτας. Από τα άσχημα, αποκρουστικά σχεδόν κίτρινα φώτα που ζέχνουν μιζέρια, αλλά που στα μάτια μου απόλυτα ταιριάζουν πια με τους αθηναϊκούς δρόμους και μετουσιώνονται σε «φωταψίες της άλλης όχθης». «Βραδιάζει,η πόλη γερνά». Όλα είναι αλλιώς, οι άνθρωποι είναι διαφορετικοί, ο εαυτός είναι, ίσως, πιο αληθινός. Με την συνοδεία φασαρίας και αλκοόλ δυνητικά και, αργότερα, με κούραση, με ανάγκη για ησυχία, με μπλέξιμο με άγνωστο κόσμο και στίβαγμα σε ένα νυχτερινό λεωφορείο στην Ομόνοια. Ή με την αναμονή αξημέρωτα στην άδεια στάση κάτω από το Πολυτεχνείο, σε μια περιοχή που ενώ μοιάζει σα να κοιμάται, μυρίζει πάντα μπαρούτι∙ «ψηλά στην πόλη θα βάλω μια φωτιά…αυτή την πόλη πρέπει κάποιος να γκρεμίσει». Ενίοτε και με την επιστροφή με τα πόδια, από Εξάρχεια στα Πατήσια, με παρέα ή χωρίς, με το μυαλό και άδειο και γεμάτο, με τα μάτια ανοιχτά.
«Παγκάλη» λέγεται πως χαρακτήρισε ο Αριστοτέλης κάποτε την Αθήνα. Πανέμορφη, που κρύβει όμως πίσω από την ομορφιά της, «μιαν ασχήμια από τις πιο σιχαμερές και τις πιο ανυπόφορες». Οκ, με άσχετη αφορμή τα έλεγε αυτά ο φιλόσοφος, αλλά ήθελα να δανειστώ τα λόγια και ίσως και να τα αντιστρέψω. Η Αθήνα είναι κατά γενική ομολογία μια άσχημη πόλη. Μια άσχημη πόλη που εγώ λατρεύω και που θεωρώ πως πίσω από την ασχήμια της, κρύβει μια ομορφιά από τις πιο αληθινές. Δεν μου φτάνουν οι λέξεις για να περιγράψω πώς νιώθω όταν κάνω βόλτες στα Εξάρχεια για παράδειγμα, κάθε φορά σαν μικρό παιδί, με τον ίδιο ενθουσιασμό, για έναν τοίχο, ένα μαγαζί, ένα σπίτι. Αυτός ο δίσκος βρίσκει τις νότες για να ντύσει κάτι από αυτόν τον ενθουσιασμό, σε μια συγκεκριμένη διάσταση, νυχτερινή και πιο σκοτεινή, ίσως και ελαφρώς στρεβλή, εκεί που το σκοτάδι συναντά την αλήθεια κι αυτή, όπως πάντα, αναζητά το φως.
υγ 1
Θα σε σπρώχνει η μοίρα σου στα σκοτεινά, παιδί μου… Έχεις κρύα και φοβιστική ματιά…
υγ 2
Όλη η ζωή μου σαν μια φωτογραφία
στα όνειρά μου στέκεται και μου μιλά,
έχω αλήθειες, έχω μίση, έχω πάθη,
που η κόλαση μπροστά τους ωχριά.
υγ 3
Ποτέ μην φθαρείς ! Ποτέ μην λυγίσεις!
υγ 4
Μαλακία με την καραντίνα, πολύ θα ήθελα μια νυχτερινή βόλτα ή μια μεσημεριανή πορεία με τον δίσκο αυτόν στα αυτιά.
υγ 5 : κλικ για να το ακούσετε
Τι ωραία!Οι cold i ήταν το τελευταίο λάιβ που είδα πριν από όλο αυτό και τελευταίο για πολύ καιρό φανταζομαι ακόμα.(μαζί με τους ghostland).μόνο αναμνήσεις και νοσταλγία.
Δεν έχει θέμα. Λέω να το πηγαίνουμε εναλλάξ. Συμπληρώνετε μέχρι Τετάρτη (μην περιμένετε μέχρι το βράδυ)
εκκρεμούν κριτικές από @eviL @QuintomScenario @apostolisza8 και @pantelis79 αν δεν κάνω λάθος
Έκανα το πρώτο μου entry κι εγώ, αλλά άμα δεν πω κιόλα ότι το θρεντ σπέρνει θα σκάσω. Συνεχίστε.
Κάποια στιγμή πρέπει να πιάσω και το “Κακός Άνεμος”, τα “Άνθη Γκρεμού” που έβγαλαν μετά είναι από τους πιο ωραίους δίσκους της χρονιάς του. Όμορφο κείμενο @Sh_Wo_f, καλά τα λες.
A Μέρος:
Chris Robinson Brotherhood – The Magic Door (2012)
To ασπρόμαυρο περικλείει όλα τα χρώματα που χρειάζεται κανείς στη ζωή του
Συνήθως, πριν την κριτική δίσκου μιας μπάντας που αγνοώ, θα κάνω την έρευνά μου, θα ακούσω ό,τι έχει προηγηθεί, και αν τα μέλη της έχουν «προϊστορία» σε επιφανές συγκρότημα, θα επιχειρήσω να βρω τον καλλιτεχνικό συνδετικό κρίκο. Στην περίπτωση των Chris Robinson Brotherhood, αν και «τικάρει» όλες αυτές τις περιπτώσεις, προτίμησα εξαιτίας της φύσης του παιχνιδιού, και όχι μόνο, να μην το κάνω παρά αφού τελείωσα την πρώτη ακρόαση.
Σκοπός μου λοιπόν σε αυτό το κείμενο, είναι να παρουσιάσω, έναν δίσκο που βρίσκεται σε μακρινή, τροχιά από τα συνήθη ακούσματά μου, αλλά και να αναζητήσω, στον βαθμό που μου είναι εφικτό, την σύνδεση με την επιλογή της φωτογραφίας από την @Sh_Wo_f που τον πρότεινε. Συνεπώς, το παρόν κείμενο, είναι περισσότερο η ερμηνεία μου πάνω στο πως αντιλαμβάνομαι μια φωτογραφία που δεν επέλεξα, το εξώφυλλο και τον ήχο καθαυτό. Σε αυτό το πλαίσιο, ο δεύτερος δίσκος του πρότζεκτ, που κυκλοφόρησε τρείς μήνες μετά το ντεμπούτο τους (και για τον οποίο δεν έχουμε παρουσίαση στο σάιτ οπότε δεν «έκλεψα» ) είναι ένας δίσκος που δημιουργεί κίνηση .
Ηχητικά, θα μείνω πιστός στις ταμπέλες που η @Sh_Wo_f επέλεξε, αγνοώντας την συσχέτιση με Black Crowes (θα ήταν και ψέμα να την επικαλεστώ αφού δεν τους ακούω), συνεπώς τα 51 λεπτά του άλμπουμ είναι ένα ταξίδι που περνάει μέσα από blues, rock, Americana, ψυχεδέλεια, roots rock, και συχνά, τζαμάρει σε μια συνένωση η οποία, όσο και αν καθηλώνει, δεν ακινητοποιεί . Ο δίσκος ξεκινά με το “Let’s Go Let’s Go Let’s Go”, που αν και θα έπρεπε να μου θυμίσει Ramones (τι γιατί;), παραδόξως όμως, ήμουν πεπεισμένος πως δεν είναι δικό τους κατά βάθος, και δικαιώθηκα εκ των υστέρων με το γκουγκλάρισμα που ανέφερα στην εισαγωγή, αφού πρόκειται για διασκευή στο hit του Hank Ballard. Οι διδαχές, ειδικά στα πλήκτρα, των Grateful Dead είναι εύκολα αντιληπτές, ενώ προσωπικά μου ήρθαν έντονα vibes από Creedence Clearwater Revival, από τα ποιητικά μπλουζ του Ντύλαν (όταν έπαιζε και τέτοια), και από τον συγκρατημένο, αλλά βαθιά παλλόμενο, ηλεκτρισμό του Neil Young. Φυσικά, στιγμές όπως η έναρξη του “Appaloosa” θύμισαν τους Led και κάπου εδώ σταματώ με το ηχητικό σκέλος του δίσκου.
Ο δίσκος δημιουργεί ένα βαρυτικό πεδίο με το 14λεπτο “Vibration And Light Suite” το οποίο, είναι εντυπωσιακό, γιατί, λειτουργεί ως μια «απόδειξη» της σχετικότητας του χρόνου. Το συγκλονιστικό του φινάλε, έχει πετύχει να σε μεταφέρει σε άλλη ψυχολογική κατάσταση από αυτή που ξεκίνησε, αφού το εντυπωσιακό του και αυτοσχεδιαστικό, κτίσιμο, καθοδηγείται από το ένστικτο της ανακάλυψης . Γύρω από αυτήν την μετατόπιση, αναδεικνύονται και οι αντιθέσεις οι οποίες θεωρώ πως συνέδεσαν τον δίσκο με την φωτογραφία. Το “Someday Past The Sunset”, παίρνει την αφυπνιστική έναρξη και την μετατρέπει σε αποφασιστικότητα, με την παρότρυνση “ will you meet me someday past the sunset” να ανοίγει τον διάλογο σε δεύτερο πρόσωπο. Πρόκειται για μια σύνθεση που αποσκοπεί στο τελικό μήνυμα του δίσκου, όπως το αντιλήφθηκα για την περίσταση.
Το προαναφερθέν “Appaloosa” είναι η στάση που θα πραγματοποιήσεις κατά την περιπλάνησή σου ώστε να θαυμάσεις το τοπίο, να αναθαρρήσεις με τον εαυτό σου που έφτασες ως εδώ, αλλά και να κοιτάξεις κατάματα, με μια μικρή ανασφάλεια, το σταυροδρόμι που ανοίγεται πλέον μπροστά σου. Όταν μεταφερθείς, όπως εξήγησα με το προαναφερθέν 14λεπτο, εκεί που χτυπάει η καρδιά σου, εκεί όπου συνεχίζουν τα δέντρα, δεν λοξοδρομείς , αλλά σκέφτεσαι εκτός πλαισίου, ξεπερνάς απλά τα ανθρώπινα εμπόδια που είναι οι προδιαγεγραμμένοι δρόμοι της υπαρκτής συμβατικότητας στην οποία έχεις υποπέσει. Για αυτό το λόγο, η διαδοχή από το ανεβαστικό “Little Lizzie Mae” είναι η αγαπημένη μου στιγμή. Γιατί στηρίζει την φαινομενικά «λάθος» επιλογή που υπερνικά φόβο και υπαρκτά, άρα και τεχνητά, αναχώματα: “ I know this won’ t last too long, you might be the death of me” αγνοώντας την όποια κατάληξη, δίνοντας έμφαση στο συναίσθημα, στο τώρα, σε αυτό που έχει σημασία παρόλο ίσως και να μην έπρεπε να υπάρχει .
Ο δίσκος, όμως, έχει άλλη μια ιδιότητα. Η πρώτη μου εντύπωση ήταν πως η επιλογή έγινε επειδή ήταν ασπρόμαυρο το εξώφυλλο όπως και η εικόνα. Μετά σκέφτηκα, πως οι ηχητικοί συγκερασμοί αποσκοπούν στο να χρωματίσουν το εξώφυλλο. Κατέληξα, πως η κίνηση μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, αναλγητικότητας , όπως στο θλιμμένο “Sorrows Of A Blue-Eyed Liar”, και αποφασιστικότητας , επιζητά να δει κανείς πίσω και πέρα από το άσπρο και το μαύρο, περιμένοντας κάποιον/α να ανακαλύψει τα χρώματα που κρύβονται και να τα φέρει στην επιφάνεια, όχι για να δικαιωθούν αλλά για να πραγματώσουν. Για αυτό ακριβώς, όταν τελειώνει ο δίσκος με το “Wheel Don’t Roll”, επιστρέφοντας στην αρχική, κατάσταση, αυτή που σε βρίσκει στιγμές πριν σηκωθείς να ξεκινήσεις, το συμπέρασμα είναι πως όλα είναι ένα παιχνίδισμα του μυαλού.
Η «Μαγική Πόρτα», δεν αποκαλύπτει μόνο τον φανταστικό χρωματισμένο κόσμο των Chris Robinson Brotherhood, αλλά και το μέρος του μυαλού σου που θέλει, αλλά πιστεύει πως δεν μπορεί . Πέραν του διαλόγου της στασιμότητας με την κίνηση, αυτό το άλμπουμ, θεωρώ πως είναι η ιδανική ηχητική αποτύπωση της εσωτερικής διαμάχης που λαμβάνει χώρα όταν κάποιος θέλει να τολμήσει, το αδιανόητο, το μεγάλο βήμα, να πάρει την απόφαση. Το άλμπουμ, ταξιδεύει σε έναν στρόβιλο σκέψεων που διεξάγονται πριν παρθεί η απόφαση. Όμως, εσύ είσαι στο σταυροδρόμι, οι παλμοί σου ανεβασμένοι, η μουσική σύμμαχος, το συναίσθημα πρωτόγνωρο, έντονο, και οφείλεις να αποδεχθείς πως ο δρόμος σου δεν είναι ο δρόμος τους. Άλλαξε μονοπάτι. Πέρνα το κατώφλι της πόρτας. Ένας ήλιος σε περιμένει, κατά βάθος τον αναζητούσες εξαρχής.
Υ.Γ.: Αφού έψαξα, είδα για επανηχογραφήσεις τραγουδιών των Black Crowes, για στουντιακή αποτύπωση μέχρι προηγουμένως live τραγουδιών, αλλά δεν θεωρώ πως σε αυτό το πλαίσιο έχουν σημασία. Ούτε το ότι το συγκρότημα δήλωνε πως επιθυμεί να αιχμαλωτίσει το συναίσθημα της Καλιφόρνια στις μουσικές του αν και είναι εμφανές από ένα σημείο και μετά. Αυτός ο δίσκος, είναι μια ιδανική blues/rock/jam ευκαιρία ώστε να περπατήσεις μαζί του, και να τον αφήσεις να τακτοποιεί τους συνειρμούς σου. Αν η ψυχεδέλεια σου δημιουργήσει κάποιο εσωτερικό χάος, μην αγχώνεσαι, θα αναδυθεί η τάξη εκ των έσω.
Β’ Μέρος:
Επιγραμματικά για τον “Κακό Άνεμο” και την επιλογή.
«κακόφημο σοκάκι στην πόλη που αποφεύγεις, μα είμαι πάντα εδώ»
Νύχτα, κοιτάς από το παράθυρο, «μιλάς με τους νεκρούς στους τοίχους σου και είσαι ζωντανός», αλλά κοιτάς και από το παράθυρο ή το μπαλκόνι. Τα φώτα της πόλης είναι το κοινό σου σε αυτήν την ώρα, έτοιμα να επιβεβαιώσουν κάθε ενδόμυχη σκέψη σου, ταλαντεύεσαι ανάμεσα σε μια solo νυχτερινή έξοδο ή στο να βάλεις να πιείς. Το post-punk των cold i και ειδικά αυτού του δίσκου που τον θεωρώ από τα καλύτερα πράγματα της δεκαετίας στον χώρο του, ήταν εκεί σε πολλά τέτοια βράδια και πολλές νυχτερινές αποφάσεις. Με έβαζε και εμένα δίπλα από τα φώτα της πόλης, σε περίοπτη θέση στο ακροατήριο και είτε με ηρεμούσε, είτε με ταρακουνούσε, είτε συσκότιζε την σκέψη, πάντα όμως ήταν εύστοχο, καθώς τα τραγούδια, ενορχηστρωτικά και στιχουργικά είναι ιδιαίτερα μετρημένα.
«θυμάμαι, μου είχες πει πως φοβόσουν την αυγή και με φωνή βραχνή, μου ζητούσες διαφυγή» - η εικόνα, περίπου.
«Κρατήσου, μείνε στα σκοτεινά». Στήριγμα λοιπόν και το κείμενο της @Sh_Wo_f το απέδωσε εξαιρετικά (κάτι για το οποίο ήμουν σίγουρος εξαρχής, αλλά η επιβεβαίωση ήταν ιδιαίτερα απολαυστική), τουλάχιστον για το πως επιδρά ο δίσκος στο φαντασιακό μου. Ανέκαθεν, και στην ν-οστή ακρόαση, αυτό το άλμπουμ, και το λήγω εδώ με την προτροπή να το ακούσετε, σε περίπτωση που δεν πειστήκατε, δεν είναι αινιγματικό, ούτε αφηρημένο, αλλά, ουσιώδες καθώς αν και αποτελεί soundtrack αστικής παρακμής και ψυχολογικής φθοράς, εν τέλει δημιουργεί μια πολύ συγκεκριμένη ατμόσφαιρα, με την οποία η ταύτιση, είναι μονόδρομος. Αυτά από μένα, αφού τα υπόλοιπα είναι:
«Περίεργοι πόθοι, που άλλος δεν τους νιώθει, μην μου ζητάς να μοιραστώ, κάποιο κρυμμένο μυστικό».
Αυτά από μένα (x2 ) Περίμενα να κάνω ένα ενιαίο πόστ για μην χάνονται τα καλά κείμενα στην ροή.
Αν σου δώσω το twitch μου θα μου δώσεις κανά φράγκο?
Πολύ ωραία τα είπες Απόστολε, τα δικά μου δύο σεντς είναι:
- μια διασκευάρα σε Dylan και συγκεκριμένα στο “It’s All Over Now Baby Blue”,
- οι CRB καταφέρανε να βγάλουνε από τη σύνταξη την Betty Cantor-Jackson, η οποία ήταν μηχανικός ήχου των Grateful Dead στα '70ς και τα είχε παρατήσει από τις αρχές των '80ς, τους άκουσε να παίζουν κάπου και τρελλάθηκε, οπότε και αυτοπροτάθηκε να τους αναλάβει, όπως και έγινε, η συγκεκριμένη είναι υπεύθυνη για ορισμένες από τις πιο ιστορικές συναυλίες των Dead που έχουν εκδοθεί σήμερα όπως αυτή
@JTN μου επιτρέψεις να γράψω αύριο για το δικό μου;
Ρε, με σκάλωσες προς στιγμήν γιατί απόρησα πως γίνεται να μην πήρα χαμπάρι την διασκεή σε Ντύλαν, πάλι καλά
Ευκαιρία με το κλικ να δω και τις φάτσες τους, μόνο το εξώφυλλο και την φωτό του κόνσεπτ χάζευα.
Btw, ωραίο στόρυ, και για να το ρίξω στην πλάκα, λογικό να την ξετρελάνουν την κυρά, ειδικά στα πλήκτρα πέφτουν ΠΑΣΟΚ-ικά δάνεια, τα άλλα απλά τα λέω επιρροές χαχαχ!
Αυτό το thread είναι υπέροχο, οπότε άδραξα την ευκαιρία με το καινούργιο (3ο) άνοιγμα εισόδου δίσκων, να ρίξω στο τραπέζι έναν “διαφορετικό” δίσκο, αλλά πέρα για πέρα υπέροχο. Το περίμενα πως και πως να το κάνω. Και ναι… είμαι αντάξιος για ό,τι μ’ έρθει.
Ερχεται σημερα, δυσκολος μηνας ολο στραβα.
Συνειδητοποιώ το πόσο δύσκολο είναι ξαφνικά το “πρότεινε ένα, οποιοδήποτε, άλμπουμ”. Από που να το πιάσεις και που να τελειώσεις.
Ειχα και εγω ενα παρομοιο θεμα να μην μπορω να διαλεξω και για να ξεφυγω απο το καψιμο της επιλογης εβαλα κατι καινουριο αυτη τη φορα, που το ακουω παρα πολυ συχνα τελευταια και παιζει δυνατα για δισκος της χρονιας. Επειδη βγηκε και πολυ προσφατα, πριν 2 μηνες, ελπιζω σε οποιον τυχει να μην εχει προλαβει ηδη να το ακουσει!
Εγώ άρχισα με ελληνικό αγγλόφωνο indie rock, μετά πήγα σε electronica και εν τέλει κατέληξα σε κάτι metal και ήδη σκέφτομαι να το αλλάξω στην φόρμα αφού νομίζω γίνεται
Για μένα το μόνο που έχει σημασία είναι να είναι αγαπημένα αλμπουμ αυτά που μπαίνουν στην λίστα, όχι πολύ καλά, όχι συμπαθητικά, όχι “καλά για το είδος τους”, αλλά αγαπημένο του κάθε χρήστη που βάζει, ασχέτως του είδους.
Συμφωνω με τον Sevek. Νομιζω το ιδανικο που θα μπορουσε να βγει απο αυτο το θρεντ ειναι να ακουσουμε κατι που κανονικα δεν ειναι στα ακουσματα μας (ειτε μπαντα, ειτε ιδιωμα, ειτε ακομα και μουσικο ειδος) που θα ειναι ΤΟΣΟ ΚΑΛΟ που θα μας κατευθυνει να ψαχτουμε περισσοτερο προς τα εκει. Εστω και μια φορα στο τοσο να συμβαινει αυτο, ειναι τεραστιο το οφελος
Ας πουμε σε καποιον που δεν εχει ασχοληθει πολυ με το 70s prog rock ή με τους Camel (πχ) θα του προτεινα να ακουσει το fuckin Mirage να του φυγει ο εγκεφαλος και να αρχισει να σκαλιζει δισκογραφιες, και οχι καποιο δισκο της σειρας που μαλλον θα τον προσπερασει μετα το review.
Ειστε και ψαγμενακηδες βεβαια οι περισσοτεροι, αυτο συχνα θα πεφτει στην παγιδα καποιος να εχει ηδη ακουσει αυτο που προτεινα (ως τωρα την εχω πατησει 2/2 φορες στις 4 μπορει και να σταματησω να στελνω μπαντες που θα μαζευαν εστω και 500 ατομα αν ερχονταν για live στην Αθηνα ή συνειδητα να βαλω κατι πασιγνωστο για να δουμε και την οπτικη γωνια καποιου αλλου )
Συμφωνώ εν μέρη, καθώς αυτό μας βάζει στην παγίδα να βάλουμε “ψαγμένα” αλμπουμ, το οποίο για κάποιον μπορεί να μην ισχύει (πχ. εγώ έχω πιο mainstream ακούσματα), αλλά και μας βάζει σε μια διαδικασία να φανούμε “ψαγμένοι”. Εγώ πάντως δεν θα το κάνω αυτό, αλλά θα βάζω αγαπημένα αλμπουμ ακόμα και ας είναι πολύ πιθανό να έχουν ακουστεί.
Δηλαδή αν κάποιος θέλει να βάλει πχ το black album, ας το βάλει αφού είναι αγαπημένο του και θέλει να το βάλει, δεν έχουμε όλοι τα ίδια ακούσματα.
Νομιζω πως ειναι τοσο μεγαλο το ευρος της μουσικης και ο αριθμος απο μπαντες τωρα πια που δεν ειναι δυσκολο να συμβει αυτο. Εγω πχ ειμαι τελειως ασχετος απο drone, post-rock και πολλα άλλα και δεν εχω ψαξει ιδιαιτερα παρα πολλες μπαντες που ειναι ακομα και μεσα στα ακουσματα μου, οποτε αν καποιος βαλει ενα δισκο που γι αυτον ειναι αγαπημενος παιζει να μην τον εχω ακουσει καν.
Τρια προσφατα παραδειγματα απο δισκους που ανακαλυψα απο το rocking forum ειναι το white pony των deftones και τα to the nameless dead και gathering wilderness των primordial. Δεν ειναι ψαγμενες μπαντες, ειναι μεγαλα ονοματα, αλλα δεν ειχε τυχει ποτε να ασχοληθω, τα ανακαλυψα απο δικες σας προτασεις και τωρα τα λατρευω και τα 3.
Ελπιζω να μην πεσουμε στην παγιδα να το παιζουμε ψαγμενοι… προσωπικα το κριτηριο μου ειναι να μου αρεσει παρα πολυ ενας δισκος, αποφευγοντας μονο τα υπερβολικα μεγαλα ονοματα, που η πιθανοτητα να εχει ακουσει το δισκο ο αλλος/η ειναι παρα πολυ μεγαλη. Και τα μουσικα ειδη που ειναι πασιγνωστα σε ολους και σιγουρα εχουμε ψαξει πολυ. Δεν θα εβαζα πιστευω δλδ κατι σε classic rock ή κλασικο heavy metal ή τυπικό ευρωπαϊκο power metal (εγω προσωπικα, δεν σημαινει πως κρινω αυτον που θα το κανει, θα το ακουσω με χαρα αν μου τυχει κατι τετοιο, και ποιος ξερει μπορει να ανακαλυψω ενα ακομα δισκο που θα μπει στα favourites μου για τα συγκεκριμενα ιδιωματα!). Θεωρω οτι ειμαι απο τους λιγοτερο ψαγμενους εδω μεσα, παρολο που ακουω μανιωδως μουσικη τα τελευταια 25 χρονια, αλλα νομιζω πως ολοι τα εχουμε ψαξει αρκετα τα πιο κλασικα ειδη του rock metal. Εκτος αν εχουμε και κανα πιτσιρικα στο thread που δεν εχει ακουσει τα all time classics και θα τον παρουμε απο το χερι να του γνωρισουμε τους δισκους θεμελια της μουσικης που αγαπαμε.
Καποιος πεταξε την ιδεα βεβαια να βαζουμε και πασιγνωστους δισκους, μια χαρα, να μας τυχει πχ το toxicity ή το ride the lightining και να τα ξανακουσουμε 10 φορες σκαλιζοντας ολες τις μικρες λεπτομερειες, και γαμω θα πω εγω, καποιος μπορει να διαφωνει. Ή αυτό που προτεινε ο @QuintomScenario να γραψουμε μαζι για το Draconian times και να βγαλουμε απο μεσα μας ολα αυτα που αισθανομαστε οταν ακουμε αυτο το αριστουργημα
Επειδη ειμαστε αρκετοι βεβαια πιστευω θα πεφτουν απ’ ολα, και πασιγνωστοι δισκοι, και λιγοτερο γνωστοι, και ψαγμενιες, freestyle, αρκει να ειναι ψηλα ποιοτικα (στο ειδος του το καθενα και με βαση το γουστο αυτου που το επελεξε), και γαμω θα ειναι.
Τα έγραψα και στα σχολια για το τριτο exchange, αλλα βλεποντας ποσο σοβαρα το παιρνουν οι συμμετέχοντες (καλα κανουν), νιώθω οτι η επιλογή μου εχει μεγάλο βάρος. Το πηγα σε άκρως προσωπικη επιλογη αυτη τη φορά και ζητω συγγνωμη εκ των προτερων αν κάποιον τον κάνει και νιωσει λιγο αβολα.