Jazz 'n' Fusion

8O Από τα καλύτερα ποστ που έχω διαβάσει τελευταία !

Μπράβο [B]ellanor [/B]=D>

Αναμένουμε τη συνέχεια…

Όντως!! Τί όμορφα κείμενα!! Συγχαρητήρια παιδιά, πολύ καλή δουλειά!!

Το θρεντ της jazz έχει πάρει τα πάνω του τελευταία, πολύ θετικό…

…για να μαθαίνουμε κι εμείς οι νέοι και ανίδεοι… :slight_smile:

Φίλε μπρέηντεντ και silent winter, ευχαριστώ. Χαίρομαι που κάποιοι τα διαβάζουν όντως αυτά! Προχωράω λοιπόν με τη συνέχεια…

[B][SIZE=“4”][COLOR=“Red”][B]ALL THAT JAZZ[/B][/COLOR] [B](μέρος ΙΙ)[/B][/SIZE][/B]

Την εποχή των big bands και του swing, (mid-30s με mid-40s να είναι το αποκορύφωμα) υπήρχαν δύο “τάσεις” στην jazz. Μία που έδινε περισσότερο έμφαση στην μουσική και τις συνθέσεις και μία περισσότερο “pop” (με την έννοια του δημοφιλούς), πιο “ελαφριά”, που λίγο πολύ υπήρξε ο συνδετικός κρίκος με την mainstream γκλαμουράτη μουσική της εποχής, την μουσική των μεγάλων βαρύτονων τραγουδιστών όπως ο [B]Bing Crosby[/B], o [B]Nat King Cole[/B] (τον οποίο τον βάζω λίγο πιο πέρα σε σχέση με τους άλλους, όντας πιανίστας ο ίδιος και συμμετέχοντας σε διάφορα jazz σχήματα), o [B]Perry Como[/B] και ο [B]Frank Sinatra[/B]. Λίγο πολύ οι “ντίβες” της jazz συμμετείχαν σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό σε αυτό. Οι μεγάλες φωνές του χώρου γενικά έχουν συνδέσει το όνομα τους με την ιστορία της jazz, αν και το μουσικό τους εύρος πάει πολύ παραπέρα. Προσωπικά και πάνω απ’ όλα τους έχω συνδέσει με τα Χριστούγεννα. Λίγο πολύ όλοι τους έβγαλαν χριστουγεννιάτικα άλμπουμ, και πλέον το έχω καθιερώσει να βάζω να ακούω στις γιορτές! :stuck_out_tongue:

Δύο μουσικοί χαρακτηριστικοί αυτού του σύνθετου jazz στυλ, απο τη μία πατώντας γερά στο swing και στην μουσική jazz και απο την άλλη παραδίδοντας μας χαρακτηριστικά γλυκανάλατα (μερικές φορές) “ποπ” τραγούδια ήταν ο [B]Glenn Miller[/B] και ο [B]Tommy Dorsey[/B]. Τρομπονίστες αμφότεροι, με το άστρο τους να λάμπει εκεί στα πρόθυρα (και κατά τη διάρκεια) του δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, τους χρωστάμε μερικές απο τις πιο χαρακτηριστικές και κλασικές συνθέσεις της εποχής του swing - το οποίο πέρα απο μουσική υπήρξε και ΧΟΡΟΣ. [U]Κλικ[/U] και [U]κλικ[/U]! Και για όποιον την βρίσκει με τέτοια ακούσματα, ε, θυμηθείτε και τις Andrew Sisters ([U]click[/U]) και [U]click[/U]. Ήταν η ποπ της εποχής ουσιαστικά, αλλά ταιριάζουν με το κλίμα! (και, έπειτα, μεγάλο μέρος απο τη jazz που καλύπτουμε αυτή την εποχή [I]ήταν[/I] ποπ, κατά μία έννοια).

Μένοντας στην ίδια ατμόσφαιρα, ο κλαρινετίστας [B]Artie Shaw[/B] παρέδωσε συνθέσεις όπως [U]αυτή[/U], η οποία έσπαγε τα δεσμά των ολιγόλεπτων κομματιών της εποχής του και ανήκουν στις κορυφαίες της εποχής. Και μια που αναφέρθηκα (για την περίπτωση του Benny Goodman) σε μουσικούς/διευθυντές big bands που ήξεραν να μαζεύουν τους κορυφαίους μουσικούς του καιρού τους, ένας απο αυτούς στο μαύρο στρατόπεδο τώρα ήταν ο [B]Fletcher Henderson[/B], απο τους κορυφαίους “κυνηγούς ταλέντων” της εποχής. Και εδώ που τα λέμε συνέβαλε στην ύστερη επιτυχία του ίδιου του Goodman, μια που πολλές απο τις επιτυχίες του τελευταίου υπήρξαν συνθέσεις του Henderson. [U]Κλικ[/U], [U]κλικ[/U].

Έχοντας μπει πλέον για τα καλά στη δεκαετία του ‘40, θα αναφερθώ σε δύο σημαντικούς σαξοφωνίστες της εποχής. Το σαξόφωνο δεν ήταν ένα απο
τα βασικά όργανα την πρώτη εποχή της jazz, απο ένα σημείο και έπειτα όμως έγινε σχεδόν αναντικατάστατο. O [B]Lester Young[/B] είναι ο ένας, υπήρξε και κλαρινετίστας, και ανάμεσα σε άλλα έχω να προτείνω τα ντουέτα του με την Billie Holliday και τον Count Basie ([U]κλικ[/U]). (Η αλήθεια είναι πως καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας της τζαζ είναι τόσες και τόσες οι συμμετοχές τω γνωστότερων μουσικών, ο ένας στα άλμπουμ του άλλου, που το να λες ο “δίσκος του τάδε” χάνει το νόημα του απο ένα σημείο και έπειτα). Ο άλλος σαξοφωνίστας είναι ο [B]Coleman Hawkins[/B], απο τους τρανούς μεγάλους του χώρου, και λίγο πολύ ο ιδανικός συνδετικός κρίκος ανάμεσα στην εποχή του swing, και σε εκείνη που θα ακολουθούσε, εκείνη του bebop. Ο ίδιος συμμετείχε και στο ένα και στο άλλο στυλ και το άλμπουμ “Bean and the Boys” είναι μια συλλογή του που συνιστώ ανεπιφύλακτα. [U]Αυτή[/U] κι [U]αυτή[/U] (παρέα με τους Oscar Peterson και Nat King Cole) είναι δύο διαφορετικές, αλλά χαρακτηριστικές Coleman Hawkins στιγμές.

Ας επανέλθω στις ντίβες της jazz, και ας προτείνω δύο άλμπουμ. Το ένα είναι το ντουέτο της Ella Fitzerald με τον Louis Armstrong στο “[B]Porgy & Bess[/B]”, δισκάρα απο τις λίγες. [U]Κλικ[/U]. Το άλλο είναι ένα πολυσυλλεκτικό άλμπουμ στην ουσία, στο οποίο η Billie Holliday μας χαρίζει μια απο τις κορυφαίες ύστερες ερμηνείες της, και όπου συμμετέχει πλήθος σπουδαίων μουσικών όπως ο Count Basie, o Lester Young, o κιθαρίστας Jim Hall και o Coleman Hawkins. To album είναι το “[B]The Sound of Jazz[/B]”, ηχογραφημένο το 1957 για χάρη μιας ζωντανής παρουσίασης “αυτού που είναι η jazz” στην αμερικάνικη τηλεόραση (σε μια εποχή που η jazz είχε φύγει απο το mainstream μουσικό προσκήνιο και τη θέση της είχε πάρει το ροκ εν ρολ).

Και μιλάμε για τεράστια δισκάρα! Ίσως το ένα και μοναδικό άλμπουμ που θα έβαζα σε κάποιον για να συνοψίσω τι μουσική υπήρξε η κλασική τζαζ, τότε που όλα τα φώτα της δημοσιότητας έπεφταν πάνω της, στην εποχή της λάμψης των δεκαετίων του '30 και του '40. [U]Αυτή[/U] είναι η ερμηνεία της Billie Holliday, το μπλουζ στοιχείο είναι γενικά πολύ έντονο στον δίσκο, φανερώνοντας για άλλη μια φορά τη στενή σχέση ανάμεσα στη τζαζ και στα μπλουζ. [U]Άλλη μια [/U]χαρακτηριστική στιγμή του δίσκου, σερβιρισμένη στο πιάτο και νοστιμότατη, απο τον τρομπετίστα Henry Red Allen.

Ο πόλεμος έμελε να δει το swing στις τελευταίες δόξες του. Οι βομβαρδισμοί και η αναταραχή του πολέμου είχαν πια κατασιγάσει και οι νεολαίοι της εποχής θα έβρισκαν νέες μορφές μουσικής και χορευτικής έκφρασης (νέες μεν, αλλά όχι αυτοδημιούργητες, γεννημένες απο το 0, καθώς δεν θα είχαν υπάρξει αν δεν είχαν υπάρξει με τη σειρά τους οι μουσικές που το επηρέασαν). Στα τέλη της δεκαετίας του '40 θα έσκαγε σαν ηφαίστειο το φαινόμενο του [B]ροκ 'εν ρολ[/B]. Η τζαζ άρχισε να κλείνεται περισσότερο στον εαυτό της και να αναζητάει νέες καλλιτεχνικές διεξόδους. Οι big bands θα έδιναν τη θέση τους σε μικρότερα πάλι σχήματα, των 4 ως 6 ατόμων, και μια νέα εποχή ξεκινούσε.

Η δεκαετία του ‘40 θα έφερνε μια επαναστατική αλλαγή στη τζαζ, η οποία αλλαγή λίγο πολύ είναι υπεύθυνη για το γεγονός οτι η μουσική
αυτή υπάρχει ακόμα, και συνεχίζει να εξελίσσεται μετά απο τόσες δεκαετίες. Η αλλαγή αυτή υπήρξε το [B]bebop[/B] και βασικός υπεύθυνος δεν είναι άλλος απο τον θρυλικό “Bird”, τον [B]Charlie Parker[/B]. Χαλαρά εντάσσεται κι αυτός στην απόλυτη πεντάδα των σημαντικότερων jazz μουσικών. Αν δεν είχε υπάρξει το bebop και η στροφή αυτή της τζαζ απο το mainstream σε εναλλακτικούς δημιουργικούς δρόμους, μάλλον η τζαζ θα συνιστούσε μουσειακό είδος πλέον, κάτι σαν το παλιό ροκ εν ρολ, ωραίο και γοητευτικό μεν, αλλά αδύνατο να εξελιχθεί. Ο Parker υιοθέτησε νέους τρόπους
για να παίζει κανείς το σαξόφωνο, και μετα απ’ αυτόν πολλοί jazz μουσικοί ενσωμάτωσαν τις αλλαγές που επέφερε στα δικά τους μουσικά όργανα, αλλάζοντας πλήρως τον τρόπο παιξίματος. Το bop δεν ακολουθεί τις παραδοσιακές μελωδίες, είναι πολύ πιο “ατακτο” ηχητικά, ξεφεύγει απο τις πιο συμβατικές μουσικές δομές, και ο δρόμος είχε πλέον ανοίξει για τους τζαζ μουσικούς να πειραματιστούν και να δοκιμάσουν εντελώς νέα πράγματα. [U]Κλικ[/U] και [U]κλικ[/U] για δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα.

Το bebop έφυγε μεν απο τα φώτα της δημοσιότητας και τη γκλαμουριά του mainstream, ωστόσο προσέδωσε μια νέα καλλιτεχνική διάσταση στη μουσική που δεν είχε ως τότε. Στο εξής η τζαζ θα συνέδεε περισσότερο το όνομα της με τα πιο εκλεπτυσμένα γούστα, θα γινόταν περισσότερο μουσική που θα ασπάζονταν διάφορες πνευματικές και καλλιτεχνικές “ελίτ” (το “ελιτίστικο” στοιχείο που κατά καιρούς είχε αποκτήσει το οφείλει κατά πολύ στο bop και τη σημασία που είχε αποκτήσει τότε). Η παραδοσιακή τζαζ θα συνέχιζε βέβαια πλάι στο bop όλα αυτά τα χρόνια (πολλά απο τα μεγαλύτερα έργα των κλασικών jazz μουσικών όπως ανέφερα πριν κυκλοφόρησαν στα '50ς), ωστόσο εκεί που οι μεν έδειχναν με το δάχτυλο στο παρελθόν, οι δε βάδιζαν μπροστά (υπήρχαν και περιστάσεις “αντιπαλότητας” ανάμεσα στους μουσικούς και οπαδούς του ενός και του άλλου στυλ).

Για πρώτη φορά επίσης η τζαζ θα αποκτούσε “πολιτική” διάσταση. Ως τότε το όποιο πολιτικό στοιχείο ήταν περισσότερο έκδηλο στα “πατριωτικά” τραγούδια που είχαν βγει επί εποχής Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (κυρίως απο λευκούς μουσικούς όπως ο Bennie Goodman, o Glenn Miller κλπ), τραγούδια που ακολουθούσαν μια τάση που υπήρχε γενικά στην μουσική (και γενικότερες, στις τέχνες) των ΗΠΑ εκείνα τα χρόνια, και υμνούσαν την ελευθερία, την αντίσταση στην καταπίεση κλπ (κάτι λογικό, και μεις τότε είχαμε τη Βέμπω για παράδειγμα). Είχαν επίσης υπάρξει (ήδη απο τη δεκαετία του ‘20) και κάποια σκόρπια τραγούδια που εξέφραζαν τη διαμαρτυρία για τις φυλετικές διαφορές, απο μουσικούς όπως ο Armstrong, αλλά καμία κυρίαρχη τάση. Η jazz την εποχή των big bands πάνω απ’ όλα υπήρξε μια “γκλαμουράτη” μουσική, το κατάλληλο soundtrack ενός καιρού αντιφατικού και γοητευτικού συνάμα.

Ωστόσο με το bop έμελε να ασπαστεί την τζαζ η γενιά των [B]beatniks[/B] ([I][I][U]κλικ[/U][/I][/I] για λεπτομέρειες), η γενιά του Κέρουακ και του Γκίνσμπεργκ, οι οποίοι θεωρούσαν πολύ “mainstream” για τα γούστα τους το κύμα του ροκ 'εν ρολ, και είχαν βρει στο bop τον κατάλληλο μουσικό τους εκπρόσωπο. Οι μπιτνικς αμφισβητούσαν το καθεστημένο αλλά και τις κυρίαρχες εναλλακτικές πολιτικές λύσεις, ουσιαστικά γύρευαν μια εντελώς νέα προσέγγιση πάνω σε θέματα όπως η προσωπική έκφραση, οι αντιλήψεις και η ιδεολογία, κλπ. Πολλοί εκφραστές της μοντέρνας τέχνης θα έβρισκαν επίσης κοινούς συνδετικούς κρίκους με τη μουσική αυτή, και γενικά πλέον η τζαζ είχε μετατραπεί σε μουσική της “πνευματικής νομενκλατούρας”, αν μπορώ να το πω έτσι.

Και αυτό παραμένοντας ακόμα στη δεκαετία του '50. Κατά τα '60ς οι ίδιοι οι μαύροι μουσικοί θα έπαιρναν το πάνω χέρι και θα συνέδεαν τη τζαζ με τα φυλετικά και απελευθερωτικά κινήματα της εποχής.

Το album “Bird” (απο το soundtrack της ταινίας του Clint Eastwood) είναι μια καλή αρχή για να ψάξει κανείς τον Charlie Parker. Και φυσικά τα ντουέτα του με τον κολλητό του [B]Dizzie Gillespie[/B], τον τρομπετίστα που μαζί με τον Parker έμελε να καθιερώσουν το στυλ του bebop (και σε αντίθεση με τον δεύτερο, ο Diz δεν είχε τις αυτοκαταστροφικές του τάσεις, ούτε τα προβλήματα με τα ναρκωτικά). [U]Εδώ[/U] μια χαρακτηριστική στιγμή του ντουέτου Bird & Diz, και [U]εδώ[/U] μια άλλη στιγμή, προάγγελος του ροκ εν ρολ (που δείχνει για άλλη μια φορά τη στενή συσχέτιση ανάμεσα στις μουσικές).

Ο Bird ήταν στο σαξόφωνο, ο Diz στην τρομπέτα, και ο [B]Theloniοus Monk[/B] στο πιάνο. O σημαντικότερος bop πιανίστας, και απο τις πλέον κουλ και στυλάτες μορφές σε όλη την ιστορία της τζαζ! [U]Εδώ[/U] κι [U]εδώ[/U] δύο στιγμές του Monk, του οποίου το άλμπουμ “Misterioso” (στο οποίο ξεχωρίζει και η παρουσία του σαξοφωνίστα Johny Griffin) το συνιστώ ανεπιφύλακτα (απο αυτά που έχω ακούσει ως τώρα πάντα). Πολύ ενδιαφέρον έχει και το album “Carmen Sings Monk”, όπου μια άλλη απο τις γυναίκες της τζαζ, η [B]Carmen McRae[/B], ερμηνεύει πολλά απο τα τραγούδια του. ([U]κλικ[/U]).

Μ’ αυτά και μ’αυτά μπαίνουμε σταδιακά στην εποχή που για πολύ κόσμο, η τζαζ άγγιξε το απόλυτο δημιουργικό ζενίθ της. Κάπου εκεί ήταν που ξεπρόβαλε ο [B]Miles Davis[/B], ο οποίος πήρε τον cool αέρα του Monk και τον προσάρμοσε σε όλη τη μουσική και το image και στα πάντα, με αποτέλεσμα να δημιουργήσει ολόκληρο νέο μουσικό κύμα, την “[B]cool jazz[/B]”. Σημαία υπήρξε το άλμπουμ του με τον χαρακτηριστικό τίτλο “Birth of the Cool”, κάπου εκεί στα τέλη της δεκαετίας του '40. Ο ήχος ήταν επηρεασμένος απο το bebop μεν, αλλά πολύ πιο “χαλαρωτικός”, χωρίς τους ξέφρενους ρυθμούς και τις τρελές εναλλαγές του κλασικού bop ήχου. Ήταν ο απόλυτος “αράζω, βάζω κάτι σέξυ να παίζει, και φτιάχνω ατμόσφαιρα” ήχος. Η cool jazz θα λεγόταν και “[B]West Cost Jazz[/B]”, λόγω του οτι συνδέθηκε με τις δυτικές ακτές των ΗΠΑ (Καλιφόρνια κλπ). [U]Εδώ[/U] κι [U]εδώ[/U] δυο χαρακτηριστικά κομμάτια απο το Birth of the Cool.

Η αλήθεια είναι πως ο Miles θα έπιανε το peak του αρκετά αργότερα, όταν θα πήγαινε ακόμα παραπέρα απο την cool jazz, και θα γινόταν πρωτοπόρος σε ένα κάρο μουσικά στυλ, ενώ ουσιαστικά ο ίδιος έπαιζε τα πάντα, bop, cool, πειραματικά, μπαλάντες, ο,τι θες. Το “Kind of Blue” album του 1959 παραμένει το πρώτο σε πωλήσεις jazz album όλων των εποχών (ακόμα και την εποχή εκείνη που η τζαζ δεν ήταν πρώτο όνομα), και must για κάθε τζαζ συλλογή ([U]κλικ[/U] και [U]κλικ[/U]), οι δίσκοι του με το “Miles Davis Quintet” (“Cookin’ with the Miles Davis Quintet”, “Relaxin’ with the Miles Davis Quintet”, “Workin’…” [U]κλικ[/U] και [U]κλικ[/U]) μας φανερώνουν ένα κάρο όψεις του Miles, το “Milestones” είναι άλλη μια δισκάρα του που συνιστώ ([U]κλικ[/U] για μία απο τις πιο ξέφρενες στιγμές της), καθώς και το κλασικό “Round About Midnight” ([U]κλικ[/U]) και το live “Four & More” ([U]κλικ[/U]), ενώ στα '60ς έμελε να δούμε όλο και περισσότερους πειραματισμούς του, με αποκορύφωμα τη πρόσμιξη του αναδυόμενου τότε ροκ ήχου με τη τζαζ και τη δημιουργία του jazz fusion - και για αρκετό κόσμο τότε, το “ξεπούλημα” του Miles και τον “θάνατο” της τζαζ.

Περισσότερα για τον Miles κατά καιρούς στο θρεντ του, μια που έχουμε και ένα! Ένα ωστόσο απο τα “μυστικά” του Miles ήταν οι εξαιρετικοί μουσικοί που απάρτιζαν τις μπάντες του, κάποιοι απο τους οποίους ανήκουν στους μεγάλους της jazz (περισσότερα στο επόμενο ποστ).

Την κληρονομιά της cool jazz θα την επέκτεινε ένας λευκός μουσικός (που πολύς κόσμος τον παρομοίαζε με τον Miles), ο [B]Chet Baker[/B]! Ο απόλυτος jazz ήχος αν θέλει κανείς να χαλαρώσει, κατάλληλος για κοκτέιλ σε παραλίες με γυναίκες να σου τρίβονται και τέτοια όμορφα. Η δισκογραφία του είναι τεράστια και δεν έχω ακούσει παρά ένα μικρό μέρος της ως τώρα, ωστόσο το άλμπουμ “Chet Is Back!” το προτείνω χωρίς δεύτερη σκέψη, καθώς και το ντουέτο του με τον σαξοφωνίστα Gerry Mulligan και το live άλμπουμ “Carnegie Hall”. [U]Αυτή[/U] κι [U]αυτή[/U] είναι δυο χαρακτηριστικές Chet
στιγμές.

Και μια που έπιασα τα καλοκαίρια, τις παραλίες και τα βραζιλιάνικα μωρά με μπικίνι (κι όμως κολλάει, θα δείτε παρακάτω), ένας απο τους σαξοφωνίστες που έκαναν ντουέτο με τον Chet ήταν ο [B]Stan Getz[/B]. Και ο Stan Getz είναι υπεύθυνος για το δεύτερο σε σειρά πωλήσεων άλμπουμ στην ιστορία της jazz (αν δεν κάνω λάθος), το “[B]Getz/Gilberto[/B]”, του 1963, το άλμπουμ που πάντρεψε την jazz με τη βραζιλιάνικη μουσική και γέννησε αυτό που ονομάστηκε “[B]bossa nova[/B]”. Ποιός δεν γνωρίζει το The Girl From Ipanema? ([U]click[/U]). [U]Εδώ[/U] άλλη μία χαρακτηριστική στιγμή του Getz, στο ντουέτο του με τον βραζιλιάνο κιθαρίστα. Το “Getz/Gilberto” ήταν το πρώτο και, για αρκετό κόσμο, παραμένει το απόλυτο bossa nova album. Είμαστε πλέον στα sixties και οι προσμίξεις με άλλες μουσικές είχαν ξεκινήσει για τα καλά, ο δρόμος πήγαινε μόνο προς τα μπρος πλέον (εκτός απο τους κολλημένους που μονίμως κοιτάνε πίσω).

Η West Coast Jazz (της οποίας η bossa nova είναι πρώτο ξαδέρφι) ήταν μάλλον το πιο “πιασάρικο” απο τα jazz παρακλάδια, απο άποψη προσβασιμότητας και απήχησης σε πλήθος κόσμου, και [U]αυτό[/U] το τραγούδι το επιβεβαιώνει. Δε νομίζω πως υπάρχει κάποιος που να μη το γνωρίζει. Με τον [B]Dave Brubeck[/B] και το κουαρτέτο του η jazz της δυτικής όχθης βρίσκει το κλασικό της soundtrack, το πλέον κατάλληλο για chill out καταστάσεις. Ο δίσκος απ’ όπου προέρχεται το κομμάτι είναι το “Time Out”, επίσης ένας απο τους πρώτους σε πωλήσεις jazz δίσκους όλων των εποχών, που κυκλοφόρησε τη σημαδιακή χρονιά 1959 (ίδια χρονιά με το “Kind of Blue” του Miles, το “Mingus Ah Um” και άλλα κλασικά άλμπουμ).

Ακολουθεί το τρίτο και το τελευταίο μέρος.

8O
Ellanor βλέπω έχεις πέσει με τα μούτρα! Θαυμάζω την υπομονή σου να ετοιμάσεις αυτά τα ποστ σεντόνια!
Μπράβο! Ακόμα και τα “σεντόνια” που πόσταρες βέβαια σε κάποιες περιπτώσεις δεν αρκούν για να αναφερθεί κανείς όσο θα έπρεπε σε κάποιους τιτάνες…
Για παάδειγμα για τον Django θα ήθελα να γράψω περισσότερα μόλις γυρίσω στη βάση μου από τις διακοπές…
Ή για τον Charlie Christian π.χ. από που να αρχίσει κανείς…

Και πάλι μπράβο, συνέχισε και με το τρίτο μέρος, φτάνοντας στη δεκαετία του '50 και το πρώτο κοιντέτο του Miles Davis περίμενα και μία πρώτη αναφορά στον Coltrane φαντάζομαι πως θα ακολουθήσει στο 3ο μέρος όπου λογικά θα γράψεις για το κουαρτέτο του μπαίνοντας στη δεκαετία του '60! 8):slight_smile:

[B][U][SIZE=“5”]The Best of “electric” Donald Byrd [/SIZE](οι τελευταίες πινελιές)[/U][/B]

[SIZE=“3”][B]Stepping into Tomorrow[/B] / Blue Note 1975[/SIZE]

[SIZE=“3”][B]&[/B][/SIZE]

[SIZE=“3”][B]Places and Spaces[/B] / Blue Note 1975[/SIZE]

Τα δύο παραπάνω άλμπουμ αποτελούν τη φυσική συνέχεια της προσπάθειας που άρχισε το 1973 από τον Donald Byrd να οδηγήσει τη τζαζ μέσα από τα μονοπάτια της urban, funk και soul μουσικής, πάντα με την ευγενική χορηγία των αδελφών Fonce και Larry Mizell. Δημιουργικά ευφυής jazz-funk που φτάνει στα όρια της ύβρεως απέναντι στο «υπέρτατο Ον», αποπνέει σε κάθε στιγμή την ιδιαίτερη προσωπικότητα του χαρισματικού τρομπετίστα και περιμένει απλώς το πέρασμα του πανδαμάτορος χρόνου για να δώσει στον Donald Byrd τον τιμητικό τίτλο του «Πατέρα της acid jazz σκηνής». Μεγάλη τιμή γι? αυτόν που μένει στην ιστορία το όνομά του γραμμένο με χρυσά γράμματα, μεγάλη έμπνευση γι? αυτούς που επηρεάστηκαν, επηρεάζονται και θα επηρεάζονται από τη μουσική παράδοσή του και μεγάλη χαρά για εμάς που απολαμβάνουμε το δικαίωμα να ακούμε τη μουσική του.

Country Joe ωραίος ρε φίλε!:thumbup:

Edit:ΣΛΟΥΥΡΠ!!Tώρα είδα και τα υπέρ-ποστς από Ellanor!!!

Όχι ρε μέσα σε εξεταστική,θα καούμε…:frowning:

Έχουμε και καλές συναυλίες τους επόμενους μήνες:

http://www.rocking.gr/modules/forum/showpost.php?p=1213331&postcount=169

Δε τους ξέρω τους κύριους, φαίνεται ενδιαφέρον όμως και είναι αφορμή για να τους ψάξω…

Όσο αφορά το τρίτο μέρος, ΠΦ, πόσο άκυρος μπορεί να είμαι. Το είχα σχεδόν έτοιμο, άλλο ένα κατεβατό σαν τα προηγούμενα, αλλά έκανα φορμάτ στο πισί και ξέχασα να το αποθηκεύσω. :PPP

Θα το ξαναγράψω λοιπόν, αλλά εν καιρώ… Ούτως ή άλλως δε βιαζόμαστε.

Πάντως ο σκοπός αυτών των συγκεκριμένων ποστ είναι αυτός ακριβώς… Επειδή ακριβώς δεν συνιστούν παρά την κορυφή του παγόβουνου για όλους αυτούς τους μουσικούς (μια αρκετά πλατιά κορυφή ωστόσο), είναι καλό να επεκτείνετε ακόμα περισσότερο. Πχ αυτά που είπες Mule περί Django Reinhardt, ή για τον Charlie Christian…

Κατα τ’ άλλα, παρήγγειλα τις προάλλες ένα ιστορικό βιβλίο που φαίνεται πολύ ενδιαφέρον, “[B]A New History of Jazz[/B]” ο τίτλος, του Alyn Shipton. Πίσω είχα αναφερθεί στο αμφιλεγόμενο (και ιδιαίτερα δημοφιλές) ντοκυμανταίρ του Ken Burns, το βιβλίο αυτό του Shipton απο τα reviews πρέπει να στέκεται στον αντίποδα του ντοκυμανταίρ: Παρουσιάζει κι αυτό την ιστορία της τζαζ, αλλά δεν έχει αυτές τις τάσεις κλασικισμού, ούτε προβαίνει σε διαχωρισμούς “καθαρή vs μη καθαρή jazz”. Συν οτι αναφέρεται σε εκτενή βαθμό και στην ιστορία της τζαζ και εκτός Αμερικής, κάτι που το φιλμ του Burns (με εξαίρεση τους Reinhardt/Grapelli) δεν έκανε. Και τέλος φτάνει ως τη δεκαετία του '90.

Εις αναμονή λοιπόν…

Πίκρα…
Σε νιώθω γιατί και εγώ έχω χάσει ποστ-σεντόνι εδώ μέσα και ξέρω την αίσθηση…

Θα ποστάρω περισσότερα για Django μόλις βρώ τον χρόνο.

Από τις συναυλίες Ellanor θα σου πρότεινα να έρθεις στον Pat Martino οπωσδήποτε γιατί:
-Θα έχει φτηνότερο εισητήριο σίγουρα
-Είναι σε πολύ μικρότερο χώρο, θα έχει καλύτερη ατμόσφαιρα και κοινό

Ερώτηση!Τι είναι το Big Fun του Miles Davis?Κανονική συλλογή?

@hopeto
Το “Big Fun” του Miles Davis είναι ένα -επίσημο- στούντιο άλμπουμ στη δισκογραφία του, που κυκλοφόρησε τις αρχές του 1974 και περιέχει κομμάτια που ηχογραφήθηκαν μεταξύ του 1969 και toy 1972. Κάποια από αυτά ανήκουν στις ηχογραφήσεις του “Bitches Brew” και του “A Tribute to Jack Johnson Sessions”. Αν δεν το έχεις ήδη, σου συνιστώ να το αποκτήσεις μόνο και μόνο για το 28λεπτο “Go Ahead John”, ίσως ότι πιο κοντινό από άποψη τεχνοτροπίας στο αξεπέραστο “Right Off”.

Το Right off το προσκυνάω!Θα το ακούσω με την πρώτη ευκαιρία!

Από Cannonball Adderley τι ακούμε???:roll:

Somethin’ Else

Λιτός και περιεκτικός,thanks!!!

Δίσκος ο οποίος θα μπορούσε να ανήκει και στη δισκογραφία του Miles.

[B]Sun Ra ? 1978 - Lanquidity[/B]
Ο Sun Ra έχει μια τεράστια δισκογραφία και αυτό είναι πολύ θετικό για τους φανατικούς ακροατές και θαυμαστές του, είναι όμως ταυτόχρονα αρνητικό γεγονός για εκείνους που επιθυμούν να ξεκινήσουν την εξερεύνηση της χαοτικής μουσικής του, αλλά δεν ξέρουν από πού να αρχίσουν. Το Lanquidity αποτελεί, ένα από εκείνα τα άλμπουμ που θα συνιστούσα ανεπιφύλακτα σε κάποιον που θα έμπαινε στη διαδικασία να ελέγξει τη μουσική διαδρομή του Sun Ra ή ακόμη και σε κάποιον που έχει ακούσει άλλα έργα του και όμως δεν ενθουσιάστηκε. Γιατί λοιπόν αυτό το άλμπουμ είναι τόσο εξαιρετικό; Ας δούμε τα πράγματα με τη σειρά.

Track List:

  1. Lanquidity
  2. Where Pathways Meet
  3. That?s How I Feel
  4. Twin Stars of Thence
  5. There Are Other Worlds (They Have Not Told You Of)

Όλα τα κομμάτια ακολουθούν γενικά την ίδια βασική δομή: σκοτεινά, επαναλμβανόμενα ριφ όλων των οργάνων που συμπληρώνονται από μπλούζ μοτίβα, με τέτοιο τρόπο ώστε να αναδειχθεί το συνολικό απότέλεσμα πάνω από τις όποιες, συνειδητές ή μη προσπάθειες των μουσικών να ξεχωρίσουν. Το μπάσο και τα κρουστά δημιουργούν στιβαρά και γκρουβάτα, τη ρυθμική βάση και πάνω σ? αυτή ο Sun Ra στο πιάνο και στο συνθεσάιζερ μαζί με τα υπόλοιπα πνευστά και τους (δύο παρακαλώ!) κιθαρίστες συμπληρώνουν το «χώρο» με τις αιθέριες συγχορδίες και τα ασώματα ριφ τους. Στο Lanquidity o Ra μετατρέπει την ιδέα που έχει για την ντίσκο και το φανκ σε πράξη,? ένα επαναλαμβανόμενο beat που κάνει κάποιον να ξέρει ποια θα είναι η επόμενη κίνηση, αφήνοντας όμως και την επιφυλακτικότητα που προκαλεί η πρόκληση του αυτοσχεδιασμού. Εμφανής είναι η επιρροή από το fusion στυλ παιξίματος που ακολούθησαν οι περισσότερες τζαζ μπάντες της δεκαετίας του ?70, όμως αυτός ο όρος δεν αποδίδει σε καμία περίπτωση το είδος της μουσικής που αναπαράγεται ακούγοντας αυτόν τον δίσκο. Ο Sun Ra αναδεικνύεται πραγματικά σε τζαζ μάστερ, χάρη στην ικανότητά του να αναμιγνύει τα διάφορα μουσικά ιδιώματα - από την αφρικανική παράδοση και την κλασική τζαζ του Duke Ellington μέχρι την αχαλίνωτο ηλεκτρισμό της fusion και του μοντέρνου rhythm ?n blues ? με το προσωπικό του, εξόχως ιδιόμορφο όραμα για την κατεύθυνση της avant-garde. Πιο κοντά στο τελικό αποτέλεσμα είναι ο όρος progressive jazz και ο Sun Ra με την Arkestra του κάνουν ότι μπορούν για να τον πραγματώσουν, χωρίς να βάζουν κανένα όριο στην καλλιτεχνική δημιουργία.

υ.γ. Ο δίσκος κυκλοφορεί σε CD, χάρη στην επανέκδοση του 2000 από την Evidence. Σε LP υπάρχει η επανέκδοση του 2009. Όποιος ψάχνει την κόπια της Saturn, πιθανόν να ψάχνει για πολύ. Επομένως, όσοι πιστοί προσέλθετε!

Εξαιρετικά ενδιαφέρουσες ακούγονται οι μουσικές προσμίξεις του πάνω δίσκου, θα τσεκαριστεί άμεσα. :thumbup:

[B]Joe Henderson ? 1969 ? Power to the People[/B]
Το Power to the People είναι ένα ακόμα παράδειγμα για το πώς τα καλύτερα επιτεύγματα της πρώιμης σταδιοδρομίας του Joe Henderson πέρασαν απαρατήρητα και θεωρούνται αρκετά υποτιμημένα από πολύ μεγάλο μέρος, όχι μόνο των φίλων της τζαζ αλλά και των «εξειδικευμένων» κριτικών. Εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα σπουδαίο άλμπουμ που προστίθεται αβίαστα στη μεγάλη λίστα με τα κορυφαία της τζαζ, γεγονός που τονίζει τη μεγάλη αξία του Joe Henderson, τόσο ως συνθέτη, όσο και ως σαξοφωνίστα που επηρέασε σε αξιοσημείωτο βαθμό τη μετέπειτα πορεία του ιδιώματος. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του ιδίου, το Power to the People αντιπροσωπεύει ένα ξεχωριστό διάλλειμα από τις προηγούμενες κλασικές bop δουλειές του, τύπου In ?n? Out και Inner Urge. Είναι καλύτερα, η από μέρους του αποδοχή της πρόκλησης του Miles Davis, να δημιουργήσει μια μουσική που προσιδιάζει εμφανώς στη τζαζ, αλλά μπορεί ταυτόχρονα να συνυπάρξει και με τις ποπ επιτυχίες της κλάσης ενός Jimi Hendrix.

Υποστηριζόμενος από μια μπάντα που προσελήφθη κατευθείαν από τoυς πρωτοποριακούς πειραματισμούς του In A Silent Way sessions και αποτελούνταν από τους Herbie Hancock (πιάνο και Fender Rhodes), Ron Carter (μπάσο, ηλεκτρικό μπάσο), Jack DeJohnette (ντραμς) και με την προσθήκη του τρομπετίστα Mike Lawrence για δύο από τα εφτά κομμάτια του δίσκου, ξεκίνησε ένα μουσικό ταξίδι που πέρασε από την εύκολη προσβασιμότητα (?Black Narcissus?, ?Afro-Centric?, ?Opus One-Point Five?) στην οργανωμένη ατονικότητα (?Isotope?, ?Power to the People?) και πίσω πάλι σε μια καθησυχαστική τονικότητα (?Lazy Afternoon?). Με το τελευταίο κομμάτι (?Foresight and Afterthought?) η μπάντα επιστρέφει στο ελεύθερο παίξιμο και την ατονικότητα, στοιχεία που λειτουργούν ως πρώτη ύλη για το τελικό ερώτημα, δηλαδή που μπορεί να φτάσει η δημιουργική έμπνευση όταν δεν περιορίζεται από ιδεολογικά στεγανά και φορμαλιστικές συντεταγμένες.

Η αλήθεια είναι ότι πριν η jazz-fusion υποβαθμιστεί νομοτελειακά μέσα στην αδέξια υπερβολή και την έλλειψη λεπτότητας των Headhunters, της Mahavishnu Orchestra και των συναφών σχημάτων, ηχογραφήσεις όπως τα Power to the People και In A Silent Way σηματοδότησαν νέες κατευθύνσεις, ζωτικής σημασίας για την πορεία της τζαζ, που μόλις τα τελευταία χρόνια γίνονται ορατές μέσα από την κίνηση της modern creative και της free improvisation.

Δίσκος διαμάντι που κυκλοφορεί σήμερα σε CD επανέκδοση της Universal/Milestone από το 2001.

Με αφορμή τα δύο ποσταρίσματά μου στο θρεντ «Bιβλία? διαβάζουμε?» (σελ. 280) για το «1984» του George Orwell, προτείνω για ακρόαση προς κάθε ενδιαφερόμενο τον παρακάτω σχετικό με το θέμα δίσκο…:

[B]Hugh Hopper ? 1973 ? ?[I]1984[/I]?[/B]
Ο Hugh Hopper πρώην μπασίστας των Soft Machine (από το The Soft Machine μέχρι το Six) έκανε το σόλο δισκογραφικό ντεμπούτο του με το ?1984?, ένα από τα πιο φουτουριστικά άλμπουμ της εποχής, που προσέφερε σημαντική διέξοδο στην avant-garde έκφραση της σκηνής του Canterbury, ακολουθώντας το δύσκολο μονοπάτι της free jazz και του ηλεκτρικού/ηλεκτρονικού πειραματισμού. Εμπνευσμένος από την λογοτεχνικής φύσεως επιρροή του συγγραφέα George Orwell και του ομώνυμου κλασικού έργου του («1984»: Ο Μεγάλος αδελφός), φροντίζει να κάνει την επιρροή αυτή ορατή, όχι μόνο στην ονομασία του άλμπουμ αλλά και στην αλληγορική ονομασία των κομματιών που έχουν επιλεχθεί για να το στελεχώσουν, έτσι έχουμε τα: ?Miniluv?, ?Minitrue?, ?Minipax? κλπ? που αντιστοιχούν στα Υπουργείο «Αγάπης», Υπουργείο «Αλήθειας», Υπουργείο «Ειρήνης» κτλ?

Track List:

  1. Miniluv
  2. Minipax 1
  3. Minipax 2
  4. Minitrue
  5. Miniplenty
  6. Minitrue (Reprise)
  7. Miniluv (Reprise)

Ηχητικά τα περισσότερα από τα κομμάτια δεν είναι ιδιαιτέρως προσιτά στον μη εκπαιδευμένο ακροατή, αφού αποτελούνται από ένα κράμα soft machine-ικής τεχνικής όπως αυτή διαμορφώθηκε από τις ηχογραφήσεις του Third (1970), με τα πολλαπλά overdub, το fuzz-αρισμένο μπάσο και την χρήση looping στις μαγνητοταινίες, που λειτουργούν είτε αυτοτελώς ως ηχητικό εφέ, είτε ως ρυθμική βάση που υποστηρίζει τα σολιστικά περάσματα των υπόλοιπων οργάνων. Ειδικότερα το 14λεπτο ?Miniluv? εκτελείται από τον Hugh Hopper με την χρήση μπάσου και ανάμικτων ηλεκτρονικών μηχανημάτων, που ισορροπούν με δοσομετρική ακρίβεια στον ρυθμό και τη μελωδία, παράγοντας απόκοσμα ηχοτόπια και πλήρως απελευθερωμένα ηχοχρώματα. Το 17λεπτο ?Miniplenty? είναι επίσης μια μορφή ελεύθερης δημιουργίας στην οποία δίνεται έμφαση στους ασυνεχείς ήχους των κρουστών και στην βίαιη παραμόρφωση των αντίστοιχων ηλεκτρονικών ήχων, έτσι η αρχική αλά Don Cherry ατμόσφαιρα μετατρέπεται σταδιακά, αλλά σύντομα, σε έναν Edgar Varese-ικό εφιάλτη και καταλήγει σε μια παράφωνη τζαζ ροκ παρωδία. Ανάμεσα στα δύο μεγάλα κομμάτια παρεμβάλλονται δύο μικρής διάρκειας (?Minipax 1?, ?Minipax 2?), που είναι στην ουσία δύο σύντομα τζαμαρίσματα με μια πιο ελεύθερη bop ενορχήστρωση (σοπράνο/τενόρο σαξόφωνα, τρομπόνια, κιθάρα, κρουστά, ηλεκτρικό μπάσο), αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η μουσική είναι συμβατική έστω και αν ανακυκλώνονται συνεχώς τα folkish θέματα, εναλλασόμενα με τα βαριά R?n?B γκρουβαρίσματα χάρη στο κόψε ράψε της στουντιακής παραγωγής.

Για το ?1984? λέγεται ότι ο Hugh Hopper πιθανόν να θέλησε να δείξει ότι με τη μουσική αυτή εκπροσωπούνται οι φυσιολογικοί πολίτες στη δυστοπία* του Orwell, οι οποίοι δεν έχουν λυγίσει συναισθηματικά, ούτε και μετά την συστηματική και στοχευμένη καταστροφή του ψυχισμού τους ή αλλιώς θέλησε να παραδεχθεί με απλό και κατανοητό τρόπο την εκτίμησή του για τη μουσική του James Brown. Οι απόψεις διίστανται και ο καθένας μπορεί να διαλέξει την ερμηνεία που του αρέσει.

Το ?1984? του Hugh Hopper, κυκλοφορεί σε LP από την CBS και σε CD από την Cuneiform.

*Δυστοπία ονομάζεται η περιγραφή ενός φανταστικού κόσμου απόλυτης δυστυχίας. Όπως οι ουτοπίες, έτσι και οι δυστοπίες αποτελούν προϊόν φαντασίας και χρησιμοποιήθηκαν με τη πάροδο του χρόνου εκτός λογοτεχνίας για να περιγράψουν ένα αρνητικά θεωρούμενο κοινωνικό ή πολιτικό σύστημα.