Dickinson: φοβερό setlist – ακόμα και από το νέο album (που δεν έχω ακούσει ακόμη πλην μιας φοράς νομίζω στο αμάξι) ότι έπαιξε ήταν άκρως συναυλιακό και έδωσε παλμό και ζωντάνια. 3 κομμάτια από Chemical, 3 από Accident, 2 από Balls to Picasso και 4 από το νέο album, δηλαδή προφανώς αναμενόμενη αναλογία κομματιών ανά περίοδο και δη cream of the crop.
Στο Book Of Thel (ίσως το αγαπημένο μου κομμάτι από Dickinson γενικά) νομίζω ήταν και που έκλεισε ο λαιμός μου – μεγάλη μαλακία, γιατί μετά που μοιραία τραγουδούσα επί μιάμιση ώρα, ένιωθα να καταπίνω ξυραφάκια σε κάθε συλλαβή- ενώ οκ, cringe ή όχι, προσωπικά στο Tears of The Dragon, εντελώς απροσδόκητα κάπως συγκινήθηκα – για obviously προσωπικούς λόγους (τους θετικότερους των θετικότερων) που δεν θα καταλάβει κανείς και να τους εξηγήσω/δεν έχει και νόημα στο φινάλε φινάλε, υποθέτω.
Ωραία μπάντα και καλά δεμένη, τρομερή παρουσία η Tanya O’Callaghan (πολύ ευχάριστη σαν φυσιογνωμία/συμπεριφορά και uber δυναμική στην σκηνή με πάρα πολύ ενέργεια) και Dickinson οκ, ναι, αν κανείς είχε καμιά αμφιβολία → πραγματικά σπάνιος frontman: ήξερε να “διασκεδάζει” επαρκώς τις ηλικιακές του αδυναμίες στα φωνητικά, να δίνει πόνο όπου τον έπαιρνε, να ξεσηκώνει τον κόσμο και γενικά να κάνει τη σκηνή δική του.
Ήταν ένα απωθημένο δεκαετιών να τον δω solo και με αποζημίωσε στο έπακρο – μακάρι να εμφανιστεί ξανά κάποια στιγμή σε κανένα μικρότερο club, είμαι εκεί 110%. Με το Alexnader the Great και το ξάφνισμα του κοινού πέθανα στα γέλια – 100% καλή κωμωδία, έστω και από σπόντα- ενώ με τις εισαγωγές του, το άκυρο humor και την γενικότερη διάθεση διασκέδασα ακόμα περισσότερο την όλη εμφάνιση.
Τίποτα παραπάνω, φοβερή εμφάνιση και τέλος.
Judas Priest: Συγγνώμη σε όποιον ήταν κοντά μου -και obviously εφόσον διαβάζει rocking - τόσο για το ότι ούρλιαζα σχεδόν κάθε στίχο από όλα τα κομμάτια στο αυτί του, όσο και για τις σφαλιάρες που φύγανε, τα χοροπηδητά, το headbanging που με έκανε να κουτουλάω ότι υπήρχε μπροστά μου, όσες φορές τον αγκάλιασα και ας μην τον ήξερα, όλους όσους όταν πετύχαινα σε κάποιο pit τους τάραξα στα αγκωνίδια κτλ
Το 2004 είχα αποφασίσει μην δώ ξανά ποτέ Priest live – γιατί ήθελα να κρατήσω την ανάμνηση εκείνη, ως ένα από τα πιο αγαπημένα συναυλιακά γεγονότα της ζωής μου- “έσπασα” όμως φέτος και, παρότι η συναυλία του 2004 προφανώς και δεν συγκρίνεται με τίποτα για χίλους δυο προφανείς παράγοντες, τη χτεσινή προσωπικά την έζησα σαν να μην υπάρχει αύριο.
Δεν καταλάβαινα τα μικροφωνικά echoes ή τις φωνητικές αδυναμίες του Metal God στα δύσκολα και πιο απαιτητικά τραγουδιστικά σημεία, δεν καταλάβαινα αλλαγές από τα original κομμάτια ή τα διαφορετικά εκτελεσμένα solos, δεν καταλάβαινα γύρω μου τι γινόταν γενικότερα και πως ο κόσμος ανταποκρινόταν σε όλο αυτό το πανηγύρι, δεν καταλάβαινα καλά καλά το setlist ούτε τα διάφορα visuals και σκηνικά κόλπα της παραγωγής – είχα μπει σε μια μεταλλική νιρβάνα μιάμισης ώρας, που μόνο όταν έπεσε Living After Midnight και οι οθόνες έδειξαν το Aston του Birmingham και κάπου στο background των φωτογραφιών της οθόνης φάνηκε το σπίτι που έμενα το 2009 όταν έκανα μεταπτυχιακό εκεί, άρχισα να συνέρχομαι και να στριγκλίζω στο αυτί του Γράκχου/του αδερφού τους και σε όποιον άλλο ήξερα και δεν ήξερα «ΕΚΕΙ ΕΜΕΝΑ ΡΕ ΜΛΚ – ΕΚΕΙ ΕΜΕΝΑ ΡΕ ΜΛΚ»
Νομίζω το χτεσινό live δεν θα το θυμηθώ ποτέ κανονικά– το μόνο όμως που θα θυμάμαι, είναι πως 20 χρόνια μετά την μυθική εκείνη βραδιά στο Terravibe της αγαπημένης μου metal μπαντας και 1 μήνα πριν κλείσω τα 40, έζησα συναυλία όπως τότε – με γκαρίδες, ξύλο, σπρωξίδια, αγκαλιές, δάκρυα, χοροπηδητά, ανελέητο headbanging και ψυχολογία του «τα δίνω όλα και δεν με νοιάζει τίποτα».
Μόνο Priest.
Κάτι πιο γενικό τέλος, επειδή έπαιξαν πολλά σχόλια εδώ και εκεί σχετικά με αποδόσεις συγκροτημάτων, φωνητικές ικανότητες κτλ και οκ, deep down inside στα παπάρια μου γιατί εγώ περνάω καλά και δεν με ενδιαφέρει ο Χ – Ψ «γκρινιάρης», αλλά κουβέντα να γίνεται: προφανώς το «ρε μλκ σεβάσου, εδώ μιλάμε για Ιστορία» δεν αρκεί για πολύ κόσμο στο να απολαύσει ένα live – μπορεί να εκτιμήσει κάποια πράγματα και για το όλο ιστορικό της φάσης, αλλά στο καθαρό κομμάτι της αυτής καθαυτής συναυλιακής εμπειρίας είναι εύλογο να έχει συγκεκριμένες απαιτήσεις. Απαιτήσεις και από τις χτεσινές μπάντες, εννοείται πάλι κάνοντας μια ώριμη αναγωγή και στην τωρινή τους κατάσταση, δυνατότητες και εποχή.
Χτες εγώ προσωπικά πέρασα τόσο καλά όσο πέρασα, όχι επειδή είδα μουσική Ιστορία να περνά μπροστά από τα μάτια μου (δεν μου αρκούσε κάτι τέτοιο ούτε στα 18 μου, που ξεκίνησα να πηγαίνω σε τέτοιου είδους «μεγάλα» live) ούτε επειδή μίλησε κάποιου είδους νοσταλγία και τέτοια (αλλιώς θα καθόμουν να χαριεντίζομαι μόνος μου με την συναυλία του 2004).
Πέρασα καλά γιατί και ο Dickinson και οι Priest έδωσαν μια παράσταση στα όρια των τωρινών τους δυνάμεών και, προσωπική πάλι εκτίμηση, μια παράσταση που δεν ήταν η τζούφια ξερή επαγγελματική, αλλά είχε και συναίσθημα και πηγαίο κέφι αλλά και σεβασμό απέναντι στον καταναλωτή από κάτω -κάτι που κάνει εκείνη τη στιγμή εμένα και τον Χ - Ψ να φύγουμε από τη ψυχρή κατηγορία «καταναλωτής» και να γίνουμε αληθινό κομμάτι της όλης εμπειρίας.
Μπορεί και πάλι η όποια όρεξη να μην ήταν στο 100% της (μπορεί, δεν ξέρω), αλλά δεν ήταν κάτι στείρο και διεκπαιρεωτικό -τουλάχιστον, ξαναλέω, για τα δικά μου μάτια και αυτιά. Οπότε θα έλεγα λίγο chill και μια ψυχραιμία σε όποιον «χαλάστηκε» ή περίμενε κάτι άλλο – ναι, μιλάμε για μουσικούς άνω των 60 - 70 ετών, με έντονη καταπόνηση στις φωνητικές τους χορδές και pivotal ερμηνευτές ενός μουσικού genre που διαχρονικά δεν είναι και ότι πιο εύκολο από τεχνικής απόψεως (πόσο μάλλον όταν αυτό έχει και μια θεατρικότητα επί σκηνής, που απαιτεί έντονη σκηνική παρουσία και ζορίζει ακόμα περισσότερο τους εν λόγω ερμηνευτές).
Δυστυχώς Accept δεν πρόλαβα λόγω
Αυτά. Cheers σε όσους είδα και δεν είδα, δύσκολο βράδυ χτες για πολλά πολλά – και η ένταση μου είχα καθ’ όλη τη διάρκεια δεν το έκανε ευκολότερο για socializing. Cheers και σε @GRACCHUS_BABEUF , «συνένοχο» στο έγκλημα – παιδιά ήμασταν τότε που έσκασε το intro του Hellion και χαθήκαμε για το υπόλοιπο της συναυλίας, 20 χρόνια μετά δεν μας κούνησε κανείς.-
Υγ. Κατά τα άλλα, σήμερα πονάω προφανώς παντού, μιλάω σαν τον Brando από τον Νονό και η μάπα μου φέρει όλα τα χαρακτηριστικά του ταλαιπωρημένου Τσίου, κατάφερα να κρυώσω επειδή έβγαλα μπλούζα και γύρισα και σπίτι χωρίς, στραμπούληξα το πόδι μου φεύγοντας προς την μηχανή σε ένα πεζοδρόμιο γιατί έσερνα τα πόδια μου σαν κακοπρέζακας, ξύπνησα 12.00 εντελώς κομμάτια – είπα στη δουλειά ότι είμαι “άρρωστος”, ήρθα μετά γιατί λυπήθηκα την άδεια, τώρα περιμένω να σχολάσω γιατί νιώθω έτοιμος να κάνω εμετό από την κούραση και απλά πατάω κουμπιά στο pc για να ακούγεται ότι δουλεύω → totally worth it