2022
The Best of the Rest
just ten this time
- Achelous - The Icewind Chronicles
Δεν ξέρω αν είναι απλά ιδέα μου, αλλά μου φαίνεται ότι ως χώρα έχουμε αναπτύξει πλέον τον δικό μας, “εθνικό” ήχο στον χώρο του επικού μέταλ, διακριτό από Αμερικάνους, Σουηδούς, Ιταλούς και λοιπούς. Με μια ιδιαίτερη, υμνική αίσθηση μελωδίας, μπόλικη σωστή μελαγχολία, μεσογειακά vibes, την ιδιάζουσα προφορά να προσθέτει χαρακτήρα αντί να κόβει πόντους (το έχω εισπράξει από πολλούς ξένους αυτό) και πολεμικό feeling με έναν τρόπο unmistakeably Greek. Όλα αυτά χαρακτηρίζουν (και) τους Achelous, ένα από τα κορυφαία νεότερα ελληνικά συγκροτήματα του χώρου, και το δεύτερο διαμάντι τους, το Icewind Chronicles. Έναν δίσκο απ’ αυτούς που δικαιολογούν το αμφιλεγόμενο “true” tag.
- Aenaon - Mnemosyne
Η αρχή είναι το ήμισυ του παντός, λένε, και οι Aenaon το επιβεβαιώνουν με το καθοριστικό opener της Μνημοσύνης, την Ψυχή, που σε σημεία ακούγεται σχεδόν σαν τη δική τους απάντηση στο λεγόμενο post-black metal - δεν ξέρω αν σφάλλω, αλλά το θεωρώ διακριτό από το κάπως παλιότερο, νορβηγικής κοπής avant-garde black metal που γενικά υπηρετεί η μπάντα. Έτσι πρέπει κατ’ εμέ να μπαίνουν τα ματζόρε στο bm, όχι ως shoegaze αναμασήματα αλλά με vibes εκστατικής ψυχεδέλειας, και με τα - σχεδόν “υποχρεωτικά” πια - σαξόφωνα και λοιπά “περιπετειώδη” να χρησιμοποιούνται καθ’ όλη τη διάρκεια του δίσκου με τρόπο που να θολώνουν σαγηνευτικά την ατμόσφαιρα. Ιδιαίτερη μνεία και στο τρομερό εξώφυλλο.
- Darkest Era - Wither on the Vine
Εφτά ολόκληρα χρόνια είχαν σιγήσει οι Ιρλανδοί - οχτώ αν μετρήσουμε μόνο τα full-lengths - και σχεδόν αναπόφευκτα ( ; ) το άλμπουμ της επιστροφής τους, Wither on the Vine, ακούγεται σαν μια τροποποιημένη / επικαιροποιημένη εκδοχή του χαρακτηριστικού και (στον πυρήνα του) απαράλλαχτου ύφους τους: Το πιο black (σε τεχνοτροπία) και συνάμα πιο doom (σε ατμόσφαιρα) έργο τους, παρουσιάζει με φρέσκια άποψη την ίδια αγαπημένη ιδέα, πώς να παίξεις μουσική που κάθε της δευτερόλεπτο κραυγάζει Ιρλανδία αλλά μόνο με ροκ όργανα, χωρίς την παραμικρή ρουστίκ υπόνοια που αφήνει το μάλλον παραπλανητικό πλέον “celtic folk” tag. Δίσκος γνήσια Darkest Era-ικός, τίγκα στο πάθος και τη συγκίνηση.
- Disillusion - Ayam
Ευτυχώς αυτή τη φορά δεν χρειάστηκε να περιμένουμε 13 χρόνια (!), apparently οι Disillusion έκριναν ότι χρειαζόμασταν και δεύτερο εντός της τριετίας μαθηματάκι extreme progmetal μπαλίτσας …και είχαν δίκιο. Κάθε δίσκος αυτών των Γερμανών διανοούμενων κάνει το metal σύμπαν λίγο πιο ενδιαφέρον, λίγο πιο εκλεπτυσμένο, λίγο πιο λαμπερό μέσα στη δυσοίωνη θάλασσα που απλώνουν τα απίθανα ηχοτοπία τους. Για άλλη μια φορά έχουν το θράσος - που πηγάζει από την επίγνωση της υπεροχής τους - να ξεκινάνε με κομμάτι διψήφιας διάρκειας (το απίστευτο 11λεπτο Am Abgrund), με τα εφτά που έπονται να συμπληρώνουν ένα ακόμα μεγαλειώδες rollercoaster από το όνειρο στον εφιάλτη και τούμπαλιν.
- Doomocracy - Unorthodox
Δεν θα το κρύψω, αυτή η εμφανής progmetal στροφή των Doomocracy αρχικά μου κακοφάνηκε, όχι φυσικά επειδή δεν μ’ αρέσει το progmetal αλλά επειδή η αίσθηση ήταν ότι η μπάντα αλλοίωνε την ταυτότητά της. Ευτυχώς αυτά αποδείχθηκαν δικές μου παπαριές - το μεγαλείο είναι μεγαλείο όσο στριφνά κι αν παρουσιαστεί, όσα διφορούμενα μουσικά τερτίπια κι αν ενσωματώσει. Στο κάτω κάτω ήταν απαραίτητη και λίγη παραπάνω τσαχπινιά για να ξεδιπλωθεί κατάλληλα το συναρπαστικό, “βλάσφημο/αιρετικό” concept του Unorthodox, μια “εναλλακτική” ερμηνεία για τις 10 μέρες του 1582 που ήταν σαν να μην υπήρξαν ποτέ μετά την καθιέρωση του γρηγοριανού ημερολογίου (δεν σποϊλάρω τίποτα άλλο).
- Negative Plane - The Pact…
11 χρόνια μετά το Stained Glass Revelations, οι Negative Plane διαδέχονται εκείνο το κλασικό πλέον άλμπουμ με άλλο ένα υπεράνω πάσης προσδοκίας δημιούργημα. Τα πάντα στο The Pact… είναι απολύτως καθηλωτικά - από τα riffs, συνολικά τις συνθέσεις και την ατμόσφαιρα του άλμπουμ μέχρι την ιστορία που αφηγείται, η οποία άνετα θα μπορούσε να είναι σε κάποιον δίσκο King Diamond. Η αναφορά δεν είναι τυχαία: Οι Negative Plane αδιαφορούν επιδεικτικά για τις black metal τάσεις, αντίθετα επιλέγουν να επιστρέψουν στις μέρες του Πρώτου Κύματος (εκεί με πιτσιρικάδες Quorthon, Warrior κ.ά.) και να παίξουν - ουσιαστικά - σκοτεινό heavy metal, με μεγαλειώδη αποτελέσματα.
- Origin - Chaosmos
Εδώ οι Origin θεωρώ ότι τελειοποιούν πλέον αυτό που εξερευνούσαν χρόνια τώρα: Space death metal. Η σύλληψη είναι ευφυής - υποσυνείδητα κυριαρχεί μια αντίληψη περί σύμπαντος ως ενός αχανούς βασιλείου γαλήνης και σιωπής, εκείνοι όμως γεμίζουν το ηχητικό αυτό κενό, έχοντας πιάσει το νόημα της actual κοσμικής βίας, του Χάους που διέπει τον Cosmos → Chaosmos. Άστρα και πλανήτες γεννιούνται μέσα σε έναν ορυμαγδό φωτιάς και λάμψης, πεθαίνουν εξίσου επεισοδιακά, μαύρες τρύπες καταβροχθίζουν γαλαξίες ολόκληρους και η διαστημική μουσική θα είναι “αιθέρια”; Όχι δα. Το μόνο καταλάγιασμα έρχεται στα τελευταία λεπτά, εν είδει aftermath, όταν πια έχει επέλθει ο Θερμικός Θάνατος…
- The Temple - Of Solitude Triumphant
Η doom φράξια του ρόκιν είχε χρίσει περήφανα το Of Solitude Triumphant των δικών μας The Temple το doom metal άλμπουμ της χρονιάς …και δεν θα μπορούσα να συμφωνήσω περισσότερο. Τη διαφορά επιπέδου την καταλαβαίνεις με το καλημέρα: Μπάντα που διασκευάζει Μίκη και το κάνει τόσο καλαίσθητα, τόσο συγκινητικά (το χώμα άλλωστε ήταν ακόμα ελαφρύ), δεν μπορεί παρά να είναι κορυφαία στο είδος της. Το ελεγειακό doom της μοιάζει να μη θέλει να διηγηθεί το τέλος του κόσμου, ως συνήθως, αλλά την επίπονη προσπάθεια να συνεχίσεις, να μη λυγίσεις. Ένα έργο τέλειας αισθητικής σε κάθε τομέα, από το εξώφυλλο του Φώτη Βάρθη (also Aherusia / Villagers) μέχρι τις σχεδόν βυζαντινές ψαλμωδίες του.
- Wolf - Shadowland
Ήταν να μην πάρει φόρα η μπαντάρα, έχοντας έρθει στα ίσια της με το line-up που ηχογράφησε το Feeding the Machine και αφήνοντας για τα καλά πίσω της τα σκοτεινά, “σήμερα είμαστε - αύριο δεν είμαστε” χρόνια του δεύτερου μισού των 2010s. Ο Niklas, αυτή η σύγχρονη προμηθεϊκή μορφή του heavy metal (μια μέρα θα αναγνωριστεί ως τέτοια, απλά το ξέρω), έχει πλεόν την ευχέρεια να μη χαραμίζονται οι δυσοίωνες σκέψεις του αλλά να τις μετατρέπει σε όπλο για το πιο καυτό ατσάλι των καιρών μας, στο οποίο οι Priest, οι Maiden και οι Mercyful Fate μπαίνουν στη χύτρα και βγαίνει ένα ακατάπαυστο μπαράζ από φανταστικά riffs και μελωδίες, συνολικά ένας από τους καλύτερους δίσκους που έβγαλαν ποτέ οι Wolf.
And the “barely outside” aka #6
True story: Το Violate Consensus Reality των Psychonaut μού το πρότεινε φίλος και metal συνοδοιπόρος (ο οποίος ρίχτηκε με ενθουσιασμό στο παρόν παιχνίδι αλλά εδώ και μήνες το παίζει βαρύ πεπόνι), διαβεβαιώνοντάς με ότι θα γουστάρω γιατί είναι λέει “πρώτης τάξεως post-metal”. Η αντίδρασή μου ήταν επί λέξει η εξής: "Post-metal. Εγώ".
Ευτυχώς επέμεινε, βρε άκουσέ το πρώτα. Όπερ και εγένετο, με αποτέλεσμα τρεις βασικές σκέψεις: α) ο δεύτερος αυτός δίσκος (τον πρώτο τους δεν τον έχω ακούσει ακόμα) τούτων δω των Βέλγων είναι κα-τα-πλη-κτι-κός, β) πολλοί που ανεβάζουν μπάντες στα ΜΑ - άρα πρέπει να συμπληρώσουν και το subgenre - δεν ξέρουν πού παν τα τέσσερα, γ) ή απλά εγώ δεν κατάλαβα ποτέ τι εστί post-metal τέλος πάντων. Χωρίς πλάκα, εμένα μου ηχεί απλά progressive metal αυτό το πράγμα, ΟΚ της Mastodon-ικής σχολής, ήτοι με έξτρα επιθετικότητα / μπρουταλιά και sludge-ιλίκι…
Θα δώσω όμως τόπο στην οργή. Όπου κι αν εντάσσεται, είναι σίγουρα μεγάλη δισκάρα, μία ακριβέστατη αποτύπωση του πού ακριβώς βρίσκεται σήμερα ο σκληρός ήχος - for better or worse.
The Top 5
NUMBER FIVE
.............
Το μαύρο πρόβατο της πεντάδας θα μπορούσαν να θεωρηθούν οι Meshuggah με το Immutable - τουλάχιστον αν μιλάμε για ένα μαύρο πρόβατο με ύψος ενάμισι μέτρο και βάρος διακόσια κιλά, κόκκινα λέιζερ για μάτια, προβιά από κέβλαρ και μηχανικά πόδια με επιλογή ανάμεσα σε τουρμπίνες και ερπύστριες.
Ναι, τα καλαμπούρια για τον ρομποτικό ήχο των Σουηδών δεν θα παλιώσουν ποτέ ( ; ). Ούτε βέβαια ο θαυμασμός για την εξωγήινη μουσική τους… Το να αρχίσω όμως πάλι τα περί κορυφαίας ακραίας μπάντας στον κόσμο δεν θα προσθέσει κάτι σε μια συζήτηση ήδη κορεσμένη για όσους γνωρίζουν, οπότε αυτή τη φορά θα προτιμήσω να πω για το εξής μοναδικό χαρακτηριστικό τους: Ενώ το πολύ πυκνό ύφος τους, αναπόφευκτα ίσως, δεν σηκώνει αξιοσημείωτες αλλαγές από δίσκο σε δίσκο, θα ήταν εξωφρενικό να γίνει η οποιαδήποτε υπόνοια ότι αυτό που παίζουν καταντά “παρωχημένο”, “κουρασμένο” ή οτιδήποτε σχετικό. Μάλλον επειδή είναι τόσο μπροστά από την εποχή τους που το δικό τους “μια απ’ τα ίδια” πάλι πρωτοποριακό ακούγεται…
Όλα αυτά λοιπόν που περιμένει να ακούσει ο ταγμένος οπαδός των Meshuggah βρίσκονται και στο Immutable, έναν δίσκο τον οποίο σίγουρα δεν έχω αφομοιώσει στον ίδιο βαθμό με προηγούμενες δουλειές τους, καθότι ένας χρόνος δεν φτάνει ποτέ για κάτι τέτοιο όταν μιλάμε για ένα Meshuggah άλμπουμ, προς το παρόν όμως μου αρκεί που ακούγοντας την αδιανόητη μουσική του μου δημιουργείται μια ευχάριστη αίσθηση οικειότητας, παρ’ όλο το δέος που προκαλεί η επίγνωση ότι μιλάμε για κάτι που ίσως δεν πρόκειται να αγγίξει ποτέ κανένας άλλος.
NUMBER FOUR
.............
Αφού λοιπόν ξεμπερδέψαμε με το metal του (μακρινού) μέλλοντος, αναιρώντας ξεδιάντροπα τα περί μεταλλικής εξέλιξης επιλέγουμε στη χρονομηχανή την οψιόν “to the past only” και προγραμματίζουμε δρομολόγια με “αρχαίες” σημάνσεις για το υπόλοιπο της πεντάδας. Αρχίζουμε με την πρώτη (αλλά όχι τελευταία) μίνι περιοδεία στα 80s, μέσω των Venator και του πρώτου τους full-length album, Echoes from the Gutter.
Εδώ λοιπόν το μενού έχει καταρχάς Judas Priest, πολύ Judas Priest όμως, καθώς επίσης Iron Maiden φυσικά, και τζούρες από Helloween, Running Wild και Heavens Gate. Οι αναφορές προς το τέλος της προηγούμενης πρότασης ας μην μπερδέψουν, ΔΕΝ πρόκειται για power συγκρότημα αλλά για heavy metal μπάντα η οποία σέβεται και εκτιμά (και) το παλιό καλό power, κρατώντας παράλληλα τις αποστάσεις της γιατί διάολε η αποστολή μας είναι να παίξουμε κλασικό metal, end of discussion. Όπως πάντα λοιπόν όταν έχουμε να κάνουμε με τέτοιες μουσικές, η λίστα με τα ζητούμενα είναι σύντομη και περιεκτική: Παίξιμο με πάθος και ένταση - χαρισματικό λαρύγγι - ρεφρέν και θέματα που να σου μένουν στο μυαλό και να τα τραγουδάς με σφιγμένες γροθιές στον αέρα.
Holy shit: 3 στα 3 καραμπινάτο. Αυτοί εδώ οι Αυστριακοί ξέρουν τι κάνουν. Είναι και τυχεροί βέβαια, εκτός του ότι είναι μια χαρά μουσικοί (χωρίς να είναι τίποτα shredders, ούτε και χρειάζεται άλλωστε) έχουν βρει έναν πραγματικά φανταστικό τραγουδιστή στο πρόσωπο του Hans Huemer. Το παλικάρι έχει απίστευτη χροιά και ερμηνεύει με attitude βγαλμένο από άλλες εποχές, πραγματικά δεν χορταίνω να τον ακούω. Σκέφτηκα δε να παραθέσω ορισμένα χαρακτηριστικά highlights, αλλά σύντομα συνειδητοποίησα ότι δεν έχει νόημα: Και τα εννιά κομμάτια είναι τρομερά, το ένα καλύτερο από το άλλο.
Με τέτοιες μπάντες το heavy metal της εποχής μας δεν έχει να φοβάται τίποτα.
NUMBER THREE
.............
Η μουσική περιπλάνηση στα τιμημένα 80s με τη χρονομηχανή συνεχίζεται, αυτή τη φορά όμως το πράγμα χοντραίνει: Φτάσαμε στους Luzifer και στο - επίσης - πλήρες ντεμπούτο τους, το Iron Shackles.
Ένα συγκρότημα από τη Βεστφαλία, τη βιομηχανική καρδιά της Γερμανίας δηλαδή, το οποίο όμως μοιάζει να γυρίζει επιδεικτικά την πλάτη σε οτιδήποτε γερμανικό - σε επίπεδο επιρροών - και αντιθέτως επιλέγει να ρίξει τη ματιά του βορειότερα, στα σκανδιναβικά του ξαδερφάκια. Καταρχάς προς Σουηδία μεριά, στους μεγάλους Heavy Load. Για την ακρίβεια, η απόδοση τιμής στο θρυλικό proto-epic σχήμα αγγίζει τα όρια του rip-off στο εναρκτήριο ομότιτλο κομμάτι - Free yourself from iron shackles! τραγουδάνε εν χορώ οι Luzifer και ορκίζεσαι ότι έχεις βάλει να παίζει ένα Death or Glory ή ένα Stronger than Evil. Οι Βεστφαλοί όμως έχουν κι άλλους άσους στο μανίκι τους, και στην πορεία του Iron Shackles αποκαλύπτονται ακόμα πιο εκλεκτές πηγές έμπνευσης, εντείνοντας το δέος: Καλώς τους Mercyful Fate στο Wrath of the Sorcerers! Κολασμένος ύμνος, τα φωνητικά βέβαια δεν φέρνουν σε King Diamond αλλά μάλλον καλύτερα, γίνεται έτσι πιο ξεχωριστή αυτή η προσέγγιση, του παντρέματος των τεράστιων Δανών με πιο “καθαρές”, σουηδικές καταστάσεις.
Και οι ηχητικές εκπλήξεις δεν σταματάνε εκεί, η γερμανική ταυτότητα της μπάντας δεν αντέχει να κρύβεται άλλο και δηλώνει την παρουσία της εμφατικά, με τη δική της λαλιά μάλιστα, στο απόλυτο ίσως highlight του δίσκου, το πιο-επικό-δεν-πάει Hexer (In Dreiteufelsnamen), καθώς και στο Der Goldene Reiter, άλλο ένα στα τελευταία αυτά χρόνια αλλόκοτο πείραμα μπολιάσματος μεταλλικού ήχου με post-punk αισθητική (νομίζω), που όμως ακόμα κι αυτό οι Luzifer το κάνουν με τον δικό τους ξεχωριστό τρόπο. Και δεν ανέφερα καν μέχρι τώρα το επιβλητικό Hammond που χρησιμοποιούν σε πολλά σημεία, με vibes έως και late 60s ψυχεδέλειας (!), γιατί όπου να 'ναι θα μου καεί ο εγκέφαλος με το πόσο τέλεια και αβίαστα σμίγουν τόσο φαινομενικά αταίριαστα μεταξύ τους στοιχεία.
Εκεί που το ατόφιο heavy metal γίνεται φουλ επικό σε ατμόσφαιρα αλλά χωρίς να περνάει τη γέφυρα προς το “epic” με την έννοια των μεταγενέστερων 80s, εκεί είναι που παίρνουν περήφανα τη θέση τους οι Luzifer, ως μέρος της ελίτ δυνητικά, γεροί να 'ναι και να βγάλουν κι άλλα τέτοια διαμάντια στο μέλλον.
NUMBER TWO
.............
Λίγο πριν το τέλος της βόλτας της (μας) η χρονομηχανή παθαίνει ένα γκλιτς και βγάζει ένδειξη “είστε στα 80s - δεν είστε στα 80s”, πάμε να πούμε wtf ρε αλλά σύντομα καθησυχαζόμαστε συνειδητοποιώντας ότι η εξήγηση είναι απλή: Έχουμε προσγειωθεί στο βασίλειο του 100% ατσαλένιου αλλά 0% παλιομοδίτικου heavy metal, στο βασίλειο των Satan και του τελευταίου μέχρι σήμερα άλμπουμ τους, Earth Infernal.
Τέσσερα στα τέσσερα λοιπόν για το και επίσημα πλέον κορυφαίο reunion στην Ιστορία του heavy metal, κάτι που με βάση τη δαιμονιώδη φόρμα που διανύει η μπαντάρα όλη αυτή τη δεκαετία (από το 2013 με το Life Sentence) φάνταζε σχεδόν αυτονόητο, μόνο που η πορεία προς αυτή την κατάκτηση ήταν κάπως πιο ζόρικη: Στις πρώτες ακροάσεις η αίσθηση που δεν έλεγε να φύγει ήταν ότι το Earth Infernal είναι τουλάχιστον ένα σκαλί πιο κάτω από τα τρία προηγούμενα άλμπουμ των αγαπημένων μας Geordies. Για την ακρίβεια, ενώ εκείνα σε γράπωναν από τη μούρη απευθείας και δεν σε άφηναν μέχρι να τελειώσουν (και να τελειώσεις), τούτο δω μοιάζει αρχικά να μην έχει τον αντίστοιχο shock (and awe) factor, παρά τα άφθονα γκάζια (που έχει και αυτό) να δίνει την αίσθηση ότι είναι πιο βραδυφλεγές ως δουλειά. Ή τουλάχιστον αυτό ήταν η αισιόδοξη πρόβλεψη, θα μπορούσε απλά να είναι το προϊόν της φυσικής φθοράς του χρόνου που κάποτε θα επέλθει και για τους Satan, όπως επήλθε λίγα χρόνια πριν για τους Accept π.χ., μετριάζοντας τον ενθουσιασμό που μας είχε γεμίσει και εκείνο το reunion.
Χαμένες γραμμές κειμένου, βέβαια, από τη στιγμή που ο δίσκος βρίσκεται στο προσωπικό μου #2 της χρονιάς και όχι κάπου στα αζήτητα: Καμία αγωνία, εννοείται ότι βγήκε αληθινό το αισιόδοξο σενάριο. Ναι, το Earth Infernal βρίσκεται επί της ουσίας στην ίδια κλάση με το Life Sentence, με το Atom by Atom, με το Cruel Magic. Σε κάνει να “δουλέψεις” λίγο περισσότερο για να ξεκλειδώσεις τα μυστικά του, όταν όμως αυτό συμβεί εισπράττεις άλλη μια χαρακτηριστική Satan μεταλλική πανδαισία, στο ύφος εκείνο όπου πια δεν υπάρχουν δεύτεροι Satan, με τη σκοτεινή ατμόσφαιρα να αποθεώνει τα πύρινα riffs και το αντίστροφο. Και να παρέμεναν δηλαδή κάποια ψήγματα αμφιβολίας, διαλύονται πανηγυρικά στο οργασμικό ρεφρέν του From Second Sight, ή στις “ο-Χριστός-κι-η-Παναγία” κιθάρες του The Blood Ran Deep.
Μην το κουράζουμε, οι Satan το έκαναν πάλι το θαύμα τους, εξακολουθούν να στρογγυλοκάθονται στον θρόνο τους ως η κορυφαία heavy metal μπάντα της εποχής μας και τους αξίζει πια να αναφέρονται στην ίδια πρόταση που περιέχει ονόματα όπως Priest, Maiden, Motorhead, Accept, Saxon, ναι το είπα.
NUMBER ONE
.............
Στην τελευταία της εξόρμηση η χρονομηχανή είναι πια σε yolo mode, δεν υπακούει σε λογικούς κανόνες, δεν βγάζει νόημα η συμπεριφορά της. “Τώρα θα πάμε σε έναν χρόνο που υπάρχει μόνο στη φαντασία, σε έναν τόπο όπου βασιλεύουν τα όνειρα και το παραμύθι, σε μια διάσταση όπου η ψυχή είναι πια ελεύθερη από τους σωματικούς περιορισμούς”. Μωρή παλιατζούρα, που κακό χρόνο να 'χεις, κόψε τα τερτίπια και πήγαινέ με κάπου χειροπιαστά να κλείσει η γαμημένη η πεντάδα με το γαμημένο το #1.
"Μα… αυτό κάνουμε. Είμαστε στο #1. Στους Iron Griffin με το Storm Magic".
ΟΚ… αυτό εξηγεί την κατάσταση. Άλλωστε οι Φινλανδοί με είχαν ήδη θαμπώσει από το 2019 με το Curse of the Sky, ένα άλμπουμ - αποκάλυψη, όπου μια μέχρι τότε πολύ καλή μπάντα μετατράπηκε σε όχημα για σπάνιες μουσικές συγκινήσεις, κυρίως (αλλά όχι αποκλειστικά) χάρη στην προσθήκη της Maija Tiljander στα φωνητικά. Μιας φωνής πραγματικά υπεράνω περιγραφής, με ασύγκριτο συναίσθημα και δύναμη, που αποδείχθηκε το κομμάτι που απέμενε για να ολοκληρωθεί το παζλ του καλλιτεχνικού οράματος του Oskari Räsänen για μια μουσική που θα εκμηδένιζε την απόσταση ανάμεσα στο σήμερα και στο αλλόκοσμο χθες των 60s - 70s - 80s.
Ακόμα κι έτσι, όμως, τέτοιο δεύτερο βήμα ειλικρινά δεν το περίμενα. Εδώ πέρα, στα μόλις 5 κομμάτια διάρκειας 35 λεπτών του Storm of Magic, η έμπνευση του Oskari εκτοξεύεται στη στρατόσφαιρα, δίνοντας στην Maija όλα τα εργαλεία που χρειαζόταν ώστε να μεγαλουργήσει ακόμα πιο συγκλονιστικά πίσω από το μικρόφωνο, προσφέροντας ερμηνείες που θέλω να τις πω “θεϊκές” αλλά διστάζω λίγο, γιατί αυτή τη λέξη (κακώς μάλλον) την έχω χρησιμοποιήσει για άλλους κι άλλους, οπότε πώς να αποτυπωθεί τι συναισθήματα προκαλεί η φωνή αυτού του πλάσματος… Εκεί δε που νιώθω να χάνω τα λόγια μου είναι στην προσπάθεια να περιγράψω πώς με κάνει να νιώθω ο συνδυασμός αυτής της φωνής με αυτή τη μουσική. Η λέξη “έπος” ωχριά, μιλάμε για μια εκστατική εμπειρία, ένα μεθυστικό χαρμάνι όπου έχουν μπλεχτεί μέσα το heavy/doom των Pagan Altar, η ψυχεδελική folk, οι καλύτερες παραδόσεις του βρετανικού progressive και δημιουργείται μια μαγική ατμόσφαιρα, που δεν είχε κανένα δικαίωμα να γεννηθεί στη δική μας άθλια εποχή, αν και αυτή η σκέψη μπορεί κάλλιστα να αναποδογυριστεί - τόσα που υπομένουμε, ίσως τελικά έχουμε κερδίσει το δικαίωμα (από το σύμπαν; τους θεούς; οτιδήποτε) να απολαμβάνουμε μια μπάντα όπως οι Iron Griffin, έναν δίσκο όπως το Storm of Magic. Ειδικά αυτό το σχεδόν 16λεπτο ομότιτλο κομμάτι εκεί στο τέλος… δηλαδή τι να πω ρε σεις… Πολύ εύκολα το κομμάτι της χρονιάς, και φυσικά ένα από τα κορυφαία της δεκαετίας μέχρι τώρα.
Αν αυτή η μπάντα συνεχίσει τα ποιοτικά άλματα με τον ίδιο τρόπο όπως κάνει μέχρι σήμερα, στο επόμενο άλμπουμ τους θα μιλάμε πια για ένα αιώνιο classic της ροκ μουσικής, άνευ περαιτέρω προσδιορισμών.
Εξώφυλλο της χρονιάς
Οι θρυλικοί ζωγράφοι της Αναγέννησης και της εποχής του Ρομαντισμού θα ήταν… (κρυφά) περήφανοι; Σοκαρισμένοι; Αηδιασμένοι; Απλά εμβρόντητοι; Who knows. It’s diabolically sublime nonetheless…
Κάπου εδώ τελειώνει (επιτέλους - αλλά και δυστυχώς) το παιχνίδι για μένα. Ένα μεγάλο ευχαριστώ σε όλους τους συμμετέχοντες για τις ενίοτε τραγικές, άλλοτε φουλ διασκεδαστικές και - ευτυχώς - τις περισσότερες φορές πολύ ενδιαφέρουσες μουσικές προτάσεις τους, που έχουν κάνει / θα κάνουν αυτό το θρεντ σημείο αναφοράς στο φόρουμ και συνολικά στις μουσικές μου (μας) αναζητήσεις για πολλά χρόνια, και ένα ακόμα μεγαλύτερο ευχαριστώ στον θρεντοκράτορα @anhydriis για τη λαμπρή ιδέα του που μου έδωσε κίνητρο μέσα στο 2023 να ακούσω όση μουσική δεν είχα ακούσει συνολικά πάνω από δεκαετία τώρα (για να μην πάω και ακόμα πιο πίσω), να ξαναεπισκεφτώ σχεδόν όλους τους αγαπημένους μου δίσκους και να ανανεωθεί / ενισχυθεί η σχέση μου με πολλούς άλλους. Και που συνολικά έδωσε μια ψυχαγωγική διέξοδο μέσα σ’ αυτή την - από όλες τις άλλες απόψεις - εφιαλτική χρονιά, ίσως τη χειρότερη που έχει ζήσει η γενιά μας, αλλά που χάρη στο προνόμιο και την πολυτέλεια της μουσικής έγινε κάπως υποφερτή.
Καλή χρονιά συμφορουμίτες. Δεν θα είναι εύκολη και θα μας κεράσει πολλές πίκρες κι αυτή, το μόνο βέβαιο, αλλά έχουμε τον τρόπο όλοι μας (είτε το συνειδητοποιούμε είτε όχι) να την κάνουμε δική μας. Να τη βάλουμε κάτω, να της πατήσουμε τον λαιμό και να μην την αφήσουμε να πάρει ανάσα, η σκρόφα, μέχρι να βγάλει και την τελευταία σταγόνα θετικότητας. Με τους φίλους μας, τους γονείς, τα αδέρφια, γενικά τα αγαπημένα μας πρόσωπα υγιή και ακμαία, και φυσικά με ακόμα περισσότερη γαμάτη μουσική για συντροφιά, κάτι θα γίνει και φέτος.