blue oyster cult είναι αδύνατο σχεδόν για εμένα, όπως είχα γράψει και στο σχετικό post του 1972, να μην συμπεριλαμβάνω στις επόμενες χρονιές ένα δίσκο στη 5άδα μου… funny story -ή και όχι- θα τη πω anyway (σε spoiler για να μην σπάω μπάλες):
Summary
είχα ακούσει μικρός το Don’t Fear the Reaper σε κάποιο τοπικό ραδιοφωνικό σταθμό του Ηρακλείου στη Κρήτη και έχοντας μονίμως ένα κασετόφωνο δίπλα από το κρεβάτι, πάνω στο κομοδίνο μου -γιατί μου άρεσε να γράφω κασέτες γενικά- πάτησα το rec και έγραψα κάπου το μισό κομμάτι -λίγο πριν αρχίσει το solo στη μέση… αυτά τώρα γύρω στα 11-12, λίγο πριν μπω Γυμνάσιο anyway.
Λοιπόν αυτή η κασέτα ήταν μια από τις δεκάδες που είχα γράψει εκείνα τα χρόνια, με κομματάρες που προφανώς ούτε ήξερα ποιοι τις λέγαν εκείνα τα χρόνια, ούτε υπήρχε και ένας άμεσος τρόπος να μάθω -οι 40άρηδες καταλαβαίνεται πόσο εύκολο ήταν εκείνη την εποχή να ακούσεις κάτι και αν δεν σημειώσεις στίχους και να έχεις κανένα φίλο/συγγενή σκληροπυρηνικό fan του ήχου αυτού, να μην μάθεις ποτέ ποιος το έλεγε.
Με το εν λόγω κομμάτι έπαθα παροξυσμό για μια περίοδο, παίζει να το άκουγα κάθε μα κάθε μέρα και να φαντάζομαι ένας θεός ξέρει τι για το ποιοι το έγραψαν, από που ήρθε, αυτό, εκείνο, Θεριστής, αγάπες, παραλίες, καλοκαίρι, τι συμβαίνει κτλ κτλ κτλ -enter gif <δεν μπορώ άλλο, συγκινήθηκα> που λέει και ο Μπουμπούκος…
Φτάνουμε πλέον Γ Λυκείου, έχοντας αρχίσει να αποκτώ μια μουσική ταυτότητα ας πούμε, ώσπου ξαφνικά σε μια εκκαθάριση κασετών πετυχαίνω την εν λόγω με το “Don’t Fear the Reaper” και λέω ρε γαμώτο, τι κομματάρα είναι αυτή πάλι και πως το άφησα/ξεχάστηκα, ας το ψάξω λίγο παραπάνω…
Πάω σχολείο και λέω στον φίλο κολλητό μου Νικόλα, ότι “ποπο μλκ βρήκα μια κομματάρα παλιά, πρέπει να το ακούσεις, πρέπει να ήταν τρελό χιτάκι στην εποχή, ποπο μλκ έλα φέρε walkman κτλ κτλ”…“πως το λένε”, με ρωτάει ψύχραιμα και με αύρα μεταλλοπατέρα, “Ripper μάλλον” του απαντάω εγώ, “Α ΜΛΚ, σε έφτιαξα, εννοείται το ξέρω, ύμνος, κλασσικό, α ρε μλκ κοροίδευες και τώρα θα κολλήσεις και συ κτλ κτλ, έλα από το σπίτι μετά το σχολείο μια να σου δώσω το cd γιατί το έχω”
Δεν πήγαινε 14.00 να σχολάσουμε με τη καμία, αγωνία, λαχτάρα, χαμός, χτυπάει κουδούνι, καρφί σπίτι του και μου δίνει το… Sad Wings of Destiny των Priest.
Λέω γω “χμ χμ, δεν μου ταιριάζει υφολογικά αυτό που βλέπω τώρα με αυτό που ακούω από 10 χρονών, μου φαίνεται κοντά σε αυτά που ακούς εσύ”.
Ο φίλος Νικόλας ήταν μεταλλάς , από τους πρώτους της παρέας που το γύρισαν στον σκληρό ήχο, ενώ εγώ κλασσικά επέμενα με Τρύπες/Σπαθιά/Γενιά του Χάους/MetroDecayΧάσμα/alternativonewwave-ίζοντα ξένα συγκροτήματα της εποχής και λίγο πιο πίσω, καμία απολύτως σχέση δεν είχα με αυτόν τον ήχο, ενώ έκανα και σαν 12χρονος κομπλεξικός “πολέμιος του μέταλ”, όποτε κάναμε σοβαρές μουσικό-συζητήσεις (ασχέτως αν ήμουν 18 τότε) αλλά δε γαμιέται, τον εμπιστευόμουν, κολλητός, κάτι ήξερε…
Πάω σπίτι τρέχοντας, cd-player με τη μια, σκάω το cd μέσα, track 2 (?) και… γντούπ, η ξενέρα του αιώνα! Παίζει να μην το άκουσα καν ολόκληρο + να του μανούριασα μετά κιόλας, “ρε μλκ με δουλεύεις, τι είναι αυτά κτλ κτλ”
Αnyway, στο πρώτο έτος ήρθε η λύση του μυστηρίου, αφού άρχισα να ακούω σχεδόν τα πάντα που μου έκαναν το παραμικρό κλικ χωρίς τα λυκειακά κόμπλεξ ευτυχώς, κάπου κάπως έπεσε γρήγορα στα χέρια μου ένα best of των BoC και όλα μετά πήραν το δρόμο τους (και ευτυχώς γρήγορα εδραιώθηκε και η πίστη/αγάπη μου στους Priest)… φοβερό δλδ πως “ενώθηκαν” τρόπο τινά η αγαπημένη μου metal μπάντα με το αγαπημένο μου heavy rock συγκρότημα
Να πω ότι στο live του 2008 (? 2008 ήταν; δεν θυμάμαι) παίζει να άφησα τη ψυχή μου στο θέατρο Βράχων -κυριολεκτικά ανέβασα πυρετό την άλλη μέρα, φωνή 0 για μια βδομάδα κτλ- αλλά ήταν ένα από τα ίσως 5 αγαπημένα μου live ever, που έζησα στο έπακρο κάθε μα κάθε δευτερόλεπτό του!
αυτά