Η πρόταση σε συνδυασμό με τις επόμενες επιλογές με έπεισε να το δοκιμάσω…
Για πες, ποια μπάντα?
Το γκρουπ λεγοταν Killinnosense
Αθήνα?
Έντιτ. Άστο, σας βρήκα. Δεν έχω τα εισιτήρια από τα λάηβ που έχω πάει οπότε δεν μπορώ να τσεκάρω. Είχα πάει στα περισσότερα λάηβ των Ανάθεμα αλλά δεν σας θυμάμαι είναι η αλήθεια.
1998 λοιπόν… μια πολύ καλή χρονιά για μένα, κομβική θα μπορούσα να την χαρακτηρίσω. Ολοκλήρωσα επιτυχώς τις προπτυχιακές μου σπουδές και εκρίθην άξιος του πτυχίου. Επίσης, γνώρισα το ομορφότερο κορίτσι – το ότι η εντύπωση αυτή παραμένει μετά από τόσα χρόνια που έχω να την δω, κάνει τον ισχυρισμό λίγο πιο αμερόληπτο, θεωρώ!
Κι επειδή πάντα είχα μια τάση να αναλύω τους αριθμούς και την σημειολογία τους αναρωτιόμουν γιατί ήταν τόσο σημαδιακό το 1998 μέχρι που έκανα την διαίρεση δια του τρία…
Αρκετά όμως με τα δικά μου, στο μουσικό τομέα επίσης ήταν μια πολύ ενδιαφέρουσα χρονιά! Αυτή την φορά μάλιστα επειδή αποφεύγω να βάζω σε πεντάδες ζωντανά ηχογραφημένους δίσκους, ειδικές εκδόσεις,συλλογές κλπ, η παρουσίαση θα είναι λίγο διαφορετική, αφού κάποια πράγματα παραείναι σημαντικά για να περάσουν χωρίς ειδική αναφορά, κι ας μην είναι studio ηχογραφήσεις με καινούριο υλικό. Ξεκινάμε!
1. Bruce Dickinson - The Chemical Wedding
Σε λίγο περισσότερο από ένα ημερολογιακό έτος ο Μπρουσάκος επανέρχεται με νέο δίσκο αντλώντας έμπνευση από τα ποιήματα και το έργο του William Blake, τον αποκρυφισμό, κι έχοντας δίπλα του την ίδια ομάδα μουσικών όπως και την χαρά να συνεργάζεται με τον Arthur Brown που τόσο θαύμαζε.
Η ατμόσφαιρα γίνεται πιο σκοτεινή και το αριστουργηματικό The Chemical Wedding είναι ένας έμφορτος έμπνευσης δίσκος, προς γενική κατάπληξη ανώτερος του προηγούμενου του, με τον Dickinson να καθιστά σαφείς τις προθέσεις του αναφορικά με το αν το Accident of Birth θα ήταν απλώς μια… metal παρένθεση στην solo καριέρα του.
Συν τοις άλλοις, να πούμε ότι για την προώθηση του δίσκου ήλθε ξανά στη χώρα μας για δύο ζωντανές εμφανίσεις. Έχοντας δει τους Maiden με τον Bayley τον Σεπτέμβριο εκείνης της χρονιάς, ένοιωσα πως συμπληρώνω κατά κάποιον τρόπο το παζλ όταν τον τρεις μήνες μετά (κι έναν μήνα πριν καταταγώ στο Στρατό) ήμουν στο Ιβανώφειο για τους Dickinson και Smith. Το ότι σε λιγότερο από ένα χρόνο θα έβλεπα την κλασική σύνθεση των Maiden ταυτόχρονα στη σκηνή, κι όχι σε δόσεις, υπερέβαινε τα όρια της πιο τολμηρής φαντασίας εκείνη την δεδομένη στιγμή !
2. Pagan Altar – Volume 1
Το 1998 κυκλοφόρησε επίσημα το Volume 1, που ήταν πρακτικά το demo που είχαν ηχογραφήσει οι Pagan Altar το 1982. Αυτό εξηγεί και την “φτωχή”, τόσο early 80’s παραγωγή που, καθόλου παραδόξως, κολακεύει το υλικό!
Μια επιπόλαιη ματιά θα κατέτασσε τους ΡΑ σαν άλλη μια μπάντα που επηρεάστηκε βαθιά από τους Black Sabbath. Αυτό, μολονότι εν μέρει αληθές, αποσιωπά το γεγονός ότι οι συγκεκριμένοι, ενώ είναι βουτηγμένοι στην 70’s heavy rock παράδοση, ταυτόχρονα βρίσκονται μπροστά από την εποχή τους, διακονώντας αυτό το επικό doom metal υβρίδιο με τρόπο που κανείς δεν έκανε τότε – ακριβέστερα, κάνουν τις απόπειρες των συγχρόνων τους να μοιάζουν αφελείς και απλοϊκές! Εδώ έχουμε να κάνουμε με την ιδανική σύμπραξη των χαρακτηριστικών ένρινων φωνητικών του πατρός Terry Jones (επιρροή Ozzy προφανώς, ή μήπως και Ian Anderson σε στιγμές;) με τις απαράμιλλες ικανότητες του υιού Alan στη κιθάρα που εδώ αφήνονται να λάμψουν για πρώτη φορά.
Αυτά, μαζί με την occult θεματική των στίχων που εξυπηρετείται άριστα από τις ατμόσφαιρες που δημιουργούνται, πείθουν ότι οι Pagan Altar ήταν σε κοινωνία με κάτι απόκοσμα μεγαλειώδες! Δύσκολα αντιστέκεται κανείς στην ακαταμάχητη γοητεία ενός τέτοιου διαχρονικού (έστω και ελαφρώς “ακατέργαστου”) διαμαντιού!
3. Solstice – New Dark Age
Ο πρώτος δίσκος των Solstice ήταν ολόψυχα ταγμένος στην doom παράδοση, με το New Dark Age όμως τους βρίσκουμε να εμπλουτίζουν την παλέτα του ήχου τους με το επικό στοιχείο. Οι Candlemass σίγουρα, ένα πιο τραχύ μεταχρονολογημένο NWOBHM οπωσδήποτε αλλά και το πνεύμα των Pagan Altar ανιχνεύονται με ευκολία, όμως το κυρίαρχο στοιχείο, η αδιαμφισβήτητη ταυτότητα του δίσκου έχει να κάνει με το πόσο χαρακτηριστικά… αγγλικός είναι!
Αυτό επιτυγχάνεται τόσο με τις κέλτικες/folk μελωδίες με τις οποίες εμπλουτίζει τόσο τα μακροσκελή, εντυπωσιακά δομημένα κομμάτια, όσο και τα ακουστικά ιντερλούδια, ο καινούριος, μόλις 20χρονος τότε, lead κιθαρίστας Hamish Glencross, όσο και από τα φωνητικά με τόσο ταιριαστό ύφος και προφορά του, επίσης νεοφερμένου, Morris Ingram! Όλα αυτά βέβαια υπό την αυστηρά επίβλεψη του “αρχιτέκτονα” Rich Walker.
Αλήθεια, ποιος είπε ότι τα nineties δεν φέρθηκαν καλά στο metal ;
4. Anathema - Alternative 4
Το συγκεκριμένο είναι για τους Anathema το σημείο τομής στην πορεία τους, αυτό που την χωρίζει σε πριν και μετά, άσχετα αν ο οποιοσδήποτε μπορεί να προτιμάει κάποια άλλη περίοδο τους ή να θεωρεί ότι αυτό που παρουσιάζουν εδώ το έκαναν καλύτερα σε κάποιο άλλο έργο τους.
5. Shadow Gallery – Tyranny
Τα ίδια και για το Tyranny όπου η σκανδαλωδώς ταλαντούχα ομάδα μουσικών, εξυφαίνει με ζηλευτή μαεστρία έναν δίσκο υψηλής αισθητικής, ένα καύχημα τόσο για τους ίδιους όσο και για τον χώρο του progressive metal.
Σε άλλα νέα της εποχής, ο Chuck Schuldiner αποφασίζει να κάνει άλλον έναν δίσκο υπό το όνομα των Death και, σαν σε νομοτέλεια, προκύπτει για άλλη μια φορά αριστούργημα με το The Sound of Perseverance να είναι τελικά το κύκνειο άσμα αυτού του τόσο σημαντικού συγκροτήματος.
Αντίθετα, το εσωστρεφές και μελαγχολικό A Journey’s End όχι απλώς δεν ήταν το τέλος του ταξιδιού για τους Primordial αλλά σήμανε την απαρχή μιας σπουδαίας πορείας. Όπως εκρηκτική ήταν και η αρχή των The Haunted με το ομώνυμο LP τους που πέραν της μεγάλης αξίας του, έδειξε ότι οι αδελφοί Björler δεν είχαν σκοπό να εξαργυρώσουν την αποδοχή των At The Gates. Ο Cristopher Johnsson και οι Therion από την άλλη, με εφαλτήριο την επιτυχία του Theli συνεχίζουν ακάθεκτοι, δημιουργώντας με το Vovin κάτι (σχεδόν) εφάμιλλο!
Και συνεχίζουμε με το Mantra III που βρίσκει τους Spiritual Beggars σε μεγάλη φόρμα, τον Michael Amott με τα εκτυφλωτικά solos του, τον Ludwig Witt με τις ομοβροντίες του, τον Spice με το μπάσο του και τα δυναμικά φωνητικά του να ερμηνεύει τους αλήτικους αλλά ταυτόχρονα τόσο ποιητικούς στίχους, όπου ο ιδιόρρυθμος τραγουδιστής βγάζει πικρία, θρηνεί, μπεκρουλιάζει και τσαμπουκαλεύεται! Επίσης, εδώ ντεμπουτάρει σαν “συμβασιούχος” ο Per Wiberg στα keyboards! Να μη ξεχάσουμε το φοβερό Powertrip που μας παρουσιάζει τον Dave Wyndorf και τους συνοδοιπόρους του στους Monster Magnet σε μια πρόταση πιο προσιτή σε σχέση με το μέχρι τότε παρελθόν τους, που όμως δεν απαρνείται την space rock κληρονομιά της και δεν καταντάει σε καμιά στιγμή “φτηνή” ή “ασφαλής”.
Κλείνοντας ας σημειώσουμε ότι οι φίλοι του USPM ενθουσιάστηκαν ακούγοντας το The Age of Mastery των Jag Panzer που έδειχνε ότι το reunion των αμερικανών θρύλων θα είχε και συνέχεια. Στο τελευταίο κομμάτι The Moors, μάλιστα, είναι που συνειδητοποιήσαμε πόσες μεγαλειώδεις στιγμές μπορούσαν ακόμη να προσφέρουν με την μουσική τους.
Αφού… ξεμπερδέψαμε με τις λίστες, τις βαθμολογίες και τις εύφημους μνείες, ας δούμε και τις τρεις κυκλοφορίες που μπορούν να χαρακτηριστούν η καθεμιά το δισκογραφικό γεγονός της χρονιάς:
Για αρχή, το Archive 1967-‘75 των Genesis, μια ογκώδης έκδοση που περιέχει ένα πολυσέλιδο βιβλιαράκι με άρθρα, φωτογραφίες, συνεντεύξεις, το όλο χρονικό της αναφερόμενης περιόδου εν ολίγοις, που συνοδεύει τα τέσσερα CD. Τα δύο εξ αυτών με υλικό που κλείνει αρκετά κενά σε σπάνιες ηχογραφήσεις τους, και τα άλλα δύο με την ζωντανή απόδοση του The Lamb Lies Down On Broadway στην πλήρη του έκταση και μορφή όπου, προς τέρψιν των οπαδών τους, οι πέντε μουσικοί που απάρτιζαν το κορυφαίο progressive σχήμα αποδεικνύονται ξανά εξαιρετικοί μάστορες της μουσικής Τέχνης που δεν πτοούνται ούτε από την έκταση ούτε την πολυπλοκότητα του ίδιου του έργου τους, δημιουργώντας ένα βίωμα από τα πιο πολύτιμα της κληρονομιάς των 70s.
Εν συνεχεία το Reunion, το ηχογραφημένο τεκμήριο των δύο συναυλιών των αυθεντικών Black Sabbath στην γενέτειρα τους στις 4 και 5 Δεκεμβρίου της προηγούμενης χρονιάς, όπου όλη η μαγεία της πρώτης και καλύτερης/επιδραστικότερης περιόδου τους ήταν και πάλι παρούσα. Το άκουγες από τα ηχεία του NEC Arena, κυρίως όμως το έβλεπες στα δακρυσμένα μάτια των παλιών και στα έκπληκτα βλέμματα των νεώτερων οπαδών. Κι αν η υπόσχεση για έναν νέο δίσκο που άφησαν τα δύο καινούρια studio κομμάτια άργησε να πραγματοποιηθεί, η Μοίρα θέλησε να έχουμε και στην χώρα μας την εμπειρία ενός live από τους Πατριάρχες του metal, λίγα χρόνια αργότερα.
Τέλος, έχουμε τo Live 1966 - The “Royal Albert Hall” Concert που περιέχει την σημαδιακή συναυλία του Bob Dylan στο Manchester Free Trade Hall (κι όχι στο Royal Albert Hall, που αποτελεί μια από τις πιο επίμονες, διαχρονικά παρεξηγήσεις).
Μια συναυλία όπου η… αλληλεπίδραση μεταξύ μουσικών και κοινού (αποτελούμενου ως επί το πλείστον από folk πιουρίστες) που αποδοκιμάζει, γιουχάρει κι αποκαλεί τον Dylan “Ιούδα”, έχει σαν αποτέλεσμα μια από τις πιο ηλεκτρισμένες στιγμές στο rock ‘n’ roll (κυριολεκτικά και μεταφορικά!), και κάποιες από τις καλύτερες εκτελέσεις ορισμένων αριστουργηματικών κομματιών του Bob Dylan. Ενός μουσικού που δεν υποτάχθηκε σε όσα οι μέχρι τότε οπαδοί του “δικαιολογημένα” περίμεναν από αυτόν αλλά υπέταξε ο ίδιος τα σύμβολα και τις έννοιες στις επιθυμίες του.
Δεύτερος τόμος δεν βγήκε ποτέ, ήρθαν όμως τα ΠΑΣΑ ΝΤΟΥΜΑΝΙΑ ΠΑΡΑΙΣΘΗΣΕΙΣ.
Σκάει καπνός, στο club τα ντουμάνια.
Aκούγοντας και διαβάζοντας εδώ μέσα για δίσκους του '98, έχω φάει σκάλωμα με έναν δίσκο που δεν θα είναι στην 5άδα μου - μάλλον ούτε στην δεκάδα μου.
Ο λόγος για το Cruelty And The Beast. Ποτέ δεν ήμουν τρελός φαν του black metal και ειδικά όταν έχει πολλές γοτθικές απολήξεις, αλλά αυτό είναι ένα φοβερό δημιούργημα. Κατάμαυρο και ατμοσφαιρικό, με τις κιθάρες να έχουν αυτή την Maidenική εσάνς, που προσθέτει πολλους πόντους στα μουσικά μαγειρέματα τους.
Ειδική μνεία στο Desire In Violent Overture, που είναι ένα από τα καλύτερα black metal τραγούδια που υπάρχει, με killer opening riff - για μένα μπαίνει στην ίδια κατηγορία με το Ye Entrancemperium σαν opening riff.
Aπορία προς όλους (summon @Aldebaran, @Ian_Metalhead ως…παλιότερους): εκείνες λοιπόν τις εποχές που το Χαμμερ είχε εκπομπες στο ράδιο, είχαν παίξει το Desire in Violent Overture, το οποίο όμως είχε διαφορετικό mix από αυτό του τελικού δίσκου. Ήταν χωρίς mastering? Rough mix? Δεν έχω ιδέα. Θυμάμαι όμως ότι είχε ελαφρώς διαφορετικό ηχο, ειδικά στο riff στο 1:12 - ηταν πιο ξερό, λιγότερο reverb? Όπως και να έχει το θέμα, ίσως ήταν τα promo που είχαν στείλει για την προώθηση του δίσκου. Μήπως κάποιος το έχει αυτό?
Δηλαδή μας λες και γέρους!!!
Φίλε δεν θυμάμαι καθόλου αυτό που λες, δεν έκατσα να ακούσω σοβαρά Cradle Of Filth πριν το 2000, οπότε δεν είχα δώσει βάση. …
Να μιλήσουν οι ειδήμονες, γιατί δεν βγαίνουν στο τηλέφωνο;
!
What
Από την αρχή ήταν επικοί ρε
Fixxxed.
Κομματαρα και δισκαρα…! Πρωτο αλμπουμ που αγορασα απο ΚΟΦ και μου αλλαξε τελειως το τροπο που ακουω μουσικη - ηταν ουσιαστικα gateway στον ακραιο ηχο εκει στα γλυκα 15.
Περα απο το αριστουργηματικο Desire in violent overture, αλλα αγαπημενα τα Beneath the howling stars, twisted nails of fate, cruelty brought thee orchids…
Τωρα για περι Χαμμερ δε θυμαμαι πολλα, αλλα το λαιβ τους στο Ροδον το 2000 εχει μεινει στο πανθεον των συναυλιακων εμπειριων μου.
Liveαρα!!! Είχαν παίξει και ολακλερο queen of winter throne!!!
Σας αφήνω και την πεντάδα για το 1999.
1. Nevermore - “Dreaming Neon Black”: Ο πόνος δριμύς, μα η διάθεση για δημιουργία και έκφραση κραταιά ως θάνατος. Οι Nevermore γίνονται ακόμη πιο δυνατοί, πιο συναισθηματικοί και ο πόνος γίνεται θυμωμένη απορία. Το βάθος τους αγγίζει κάθε μουσική υφή. Η γοτθική αύρα δεν είναι σήμα κατατεθέν, ούτε και πρόσκαιρη τάση για τους ίδιους. Είναι κομμάτι του συνόλου του υλικού. Κάποιος στην κονσόλα ξέχασε να κάνει ένα “καθάρισμα” πάνω στο rhythm section των τραγουδιών, αλλά αυτό δεν εγκλωβίζει ούτε στο ελάχιστο την φορτισμένη ηχητική ατμόσφαιρα. Φυσικά, ο Warrel για πέμπτη συνεχόμενη φορά, δείχνει ότι αποδίδει με τον καλύτερο εαυτό του το υλικό, που ο ίδιος και η παρέα του “γέννησαν”. You are forever…
2. Edguy - “Theater of Salvation”: Παρά το γεγονός, πως στα επόμενά τους βρίσκω δυνατές στιγμές, εντούτοις μονάχα το “Vain Glora Opera” και το παρόν είναι οι δύο μεγάλες μου αδυναμίες στην ολότητά τους. Είναι φανερό, πως για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά βρίσκονται σε παρατεταμένη έμπνευση με μία παραγωγή να επιστεγάζει με τον καλύτερο τρόπο την φόρα που έχουν πάρει. Ωστόσο, επειδή δεν υπάρχουν και πολλά άλλα να ειπωθούν για τον δίσκο, θα μείνω μόνο σε μια στιγμή του δίσκου, που παίρνει από μόνη της το χρυσό μετάλλιο. Αναφέρομαι στο δωδεκάλεπτο ομότιτλο έπος. Προσωπικά, πάντα, το βάζω δίπλα στα μεγάλα των μεγάλων, και ενώ ο Τόμπι γενικά αρέσκεται στο να κάνει εμφανείς τις επιρροές του, εδώ δίνει τον καλύτερό του εαυτό ως συνθέτης, αφού στέκει μόνος με την έμπνευση μακριά από προπάτορες. Είναι ένα άσμα γεμάτο απογειώσεις και που αξίζει τη μέγιστη διάρκειά του μέχρι και το τελευταίο δευτερόλεπτο. Άξιος!
3. Opeth - “Still Life”: Η προοδευτική σκέψη που έχει ο Mikael ως έφηβος ζητάει να λάβει σάρκα εκ της σαρκός του και ηχώ εκ της ηχώς του. Εν έτει 1999 ξεφεύγει, πλέον, από την ορμή και την ταχύτητα του Σουηδικού μελωδικού ήχου και ωριμάζει ακόμη περισσότερο. Οι Floyd-ισμοί του ξεκουράζουν το death metal του από την ακατάπαυστη εργασία του, και το προσωπικό του όνειρο για την εδραίωση της αύρας των '70s καταφτάνει στον ορίζοντα, όλο και πιο σιμά. Το δε μπάσο στο “Face of Melinda” θα γλυκαίνει κάθε φορά στο άκουσμά του, αγόρια και κορίτσια. Ο έφηβος αρχίζει και ωριμάζει.
4. In Flames - “Colony”: Ό,τι ειπώθηκε για το “Whoracle”, το αυτό ισχύει και για το “Colony”, με τη μόνη διαφορά ότι ο Anders ακούγεται πιο πολύ σαν τον Jeff Walker, παρά σαν τον εαυτό του. Επιπλέον, υπάρχουν πολλά χαρακτηριστικά τους σημεία, όπου το Swidishgazing τους αποτέλεσε την πηγή για την επέλαση των κιθαριστικών στρατιών των μεταγενέστερων Amon Amarth.
5. Dødheimsgard - “666 International”: Οι Ulver έκαναν ένα βήμα και οι DHG έκαναν το επόμενο. Ένας ακραίος ήχος γεφυρώνεται με μία άκρως αντίθετη σκηνή και πάνω εκεί στέκει, κινείται και χορογραφεί ο πιο “θεατρικός” ερμηνευτής της ακραίας σκηνής, που ακούει στο όνομα Aldrahn. Το ζήτημα για εκείνον δεν είναι να τραγουδήσει, αλλά να αποδώσει η φωνή του χορογραφικά τις αινιγματικές σκέψεις του εγκεφάλου Vicotnik. Τρέλα, ακαταλαβίστικες μουσικές και μία τόλμη, που ξεφεύγει από την αυτοκαταστροφή.
Εξώφυλλο:
Ούτε καν, σε πνιγει η όλη παραγωγή. Όπως πρέπει.
Μίλησε ο μεταλλάς που κρύβεις βαθιά μέσα σου.
Μου ζητηθηκε να επανασυνδεθω με τον μεταλλικο μου εαυτο or something.
Καλα δεν χρειαζεται παντοτε να κανουμε οτι μας λενε!
1998
Όσο οι χρονιές πλησιάζουν στο σήμερα, αν και η πεντάδα μου παραμένει εύκολη στη δημιουργία, ο στόχος να βάλω σε σειρά την πενηνταπεντάδα μου (γιατί όντως τη βάζω σε σειρά) γίνεται όλο και πιο απόμακρος. Μέχρι τουλάχιστον και τα νούμερα 35, τα πάντα θα μπορούσαν να βρίσκονται στις θέσεις 6-10. Πάμε λοιπόν με την σημείωση ότι χαίρομαι που ανοίγουν κουβέντες για δίσκους που μέχρι σήμερα εδώ στα νερά του φόρουμ δε συζητήθηκαν εντόνως.
Η ΠΕΝΤΑΔΑ
Summary
1. Anathema - Alternative 4
Η πρώτη φορά που άκουσα το “Fragile Dreams” ήταν σε ένα ύψωμα στη χώρα της Ύδρας, ετών 12, σε εκδρομή του σχολείου προφανώς σε μορφή mp3 σε κινητό φίλης (ήταν ένα από τα 15 κομμάτια που χωρούσε η μνήμη της συσκευής). Η μία φορά έγιναν τρεις και προφανώς μείναμε εκεί άλλα είκοσι λεπτά για να αποκτήσω κι εγώ το πολυπόθητο αρχείο μέσω αποστολής με υπέρυθρες. Δεν άργησα να αποκτήσω πρόσβαση στο διαδίκτυο και με ταχύτητα οι Anathema έγιναν ένα από τα αγαπημένα μου συγκροτήματα. Μεγαλώνοντας, συνειδητοποίησα ότι το Alternative 4 εκτός των μελωδιών που το απαρτίζουν, αποτελεί πυλώνα της νέας εποχής του metal για τον εξής λόγο - απομυθοποίησε την ευαισθησία ως χαρακτηριστικό αυτής της μουσικής που για χρόνια ετικεταριζόταν ως ανεπιθύμητο. Ακολούθησαν σύντομα πολλοί, βλέποντας ότι για τους Anathema, ήταν αποδεκτό να είναι ευαίσθητοι και να κλαίνε. Από τα σημαδιακά “Empty” και “Lost Control” στις λίγο πιο κρυφές μαγείες των “Re-Connect” και “Inner Silence”, το Alternative 4 είναι όμορφο, είναι αψεγάδιαστο, έχει ρεφρέν, έχει τρομερές συνθέσεις ως standalone κομμάτια, δεν παλιώνει με το χρόνο, και έναν Vincent στα καλύτερά του. Τον Danny ευτυχώς δεν τον χώνεψα σαν άνθρωπο ποτέ μου, αλλά η τριπλέτα των αδερφών έστειλε την έμπνευση στα ύψη εκείνη τη χρονιά.
2. Ulver - Themes From William Blake’s The Marriage Of Heaven And Hell
Λίγοι δίσκοι έχουν κάνει τόσο εξόφθαλμο genre- bending όσο το συγκεκριμένο, τιτάνιο έργο των Ulver. Όντας από τα άτομα που δεν τους αντέχουν δευτερόλεπτο στην black metal περίοδό τους, το Themes… για μένα ήταν αποκάλυψη, μιας που πήρε δύο ήχους που λατρεύω και τους έβαλε σε ένα μέρος. Φυσικά κερασάκι στην τούρτα η θεματολογία του, μιας που η ανακάλυψη του δίσκου ήρθε έπειτα από έναν πολύ ευχάριστο συνδυασμό - μια μακρά περίοδο έρωτα με το Perdition City και την ανάγνωση του έπους από το οποίο άντλησε έμπνευση. Το προπατωρικό δίπολο οσίου- ανόσιου και η αιώνια μάχη παράδεισου και κόλασης στο έργο του William Blake, που από μόνο του αποτελεί θαυμαστή τέχνη στα απώγεια της ανθρώπινης έμπνευσης, μετουσιώνεται σε ένα παρανοϊκό μουσικό δημιούργημα στα χέρια του αγαπημένου μου Garm. Ο οποίο φυσικά από τότε δε σταμάτησε ποτέ να με εντυπωσιάσει και να με βγάζει ασπροπρόσωπη (ποτέ ποτέ ποτέ, δεν υπάρχει δουλειά του εκτοτε που να μην θαυμάζω έστω). Υπάρχει ένα κομμάτι των στίχων/ έργου που με δένει με ένα φίλο από τα πολύ παλιά (εικάζεται ότι ο φίλος είναι Μέγας Παλαιός από πολύ κόσμο) και μου θυμίζει πάντα να είμαι προσγειωμένη, ακόμη κι όταν πήγα να την πατήσω, με τον οποίο και θα κλείσω: “I have always found that angels have the vanity to speak of themselves as the only wise; this they do with a confident insolence sprouting from systematic reasoning.”
3.Refused - The Shape Of Punk To Come
Φαντάσου να ονομάζεις έτσι το δίσκο σου το 1998 και πράγματι να επηρρεάζεις ότι και να ήρθε αργότερα. Η ιδέα της υποκριτικής χρήσης του punk ως αντιμουσική ενώ εμμένει σε ήχους που έχουν περάσει ήδη στην ευρύτερη σφαίρα του mainstream, ήταν τόσο ριζοσπαστική ακόμη και για τους ίδιους, αφού σύντομα μετά την κυκλοφορία του δίσκου διαλύθηκαν. Δεν υπάρχουν εδώ μισόλογα κύριοι. Και τι να πει κανείς για το The Shape Of Punk To Come, που για μένα ήταν το σημείο μηδέν για τουλάχιστον δέκα είδη τα οποία αγαπώ σήμερα. “Refused Are Fucking Dead”. Μπορεί να έγιναν λίγο μετά τη δημιουργία του δίσκου, αυτός όμως τους άφησε στην αιωνιότητα.
4. Neutral Milk Hotel - In The Aeroplane Over The Sea
Διάβασα εδώ το πανηγύρι γύρω από τη συγκεκριμένη κυκλοφορία - ίσως να συμφωνώ λίγο περισσότερο από όλες τις απόψεις με αυτή του @antonis86antoniadis - με τη μεγάλη διαφορά ότι μουσικά κι αισθητικά το δίσκο αυτό, ΤΟΝ ΛΑΤΡΕΥΩ. Από το iconic εξώφυλλο - φυσικά εξώφυλλο χρονιάς - στα “Two headed boy”, “The Communist daughter” και “Oh Comely”, στο μοναδικό φαζάρισμα του ήχου και στην θεμελίωση μιας σκηνής για πολλούς ενοχλητική - από Microphones και Car Seat headrest που θα δούμε σύντομα τις επόμενες χρονιές μέχρι τις ενορχηστρώσεις της Phoebe Bridgers στο πολύ πρόσφατο παρελθόν. Το πραγματικά όμορφο χάος του In The Aeroplane…, μέχρι και το πλαστό οικοδόμημα της μεγαλειότητας του απο τα media, οδήγησαν σε δύο αποτελέσματα - τη συλλογική μνήμη να χαίρεται - σε ένα εντελώς love it or hate it επίπεδο - έναν δίσκο που πραγματικά ομοιός του δεν υπάρχει - αλλά και το δημιουργό του σε ένα τέλμα του να μη θέλει να ξανασχοληθεί με την τέχνη. Μεγάλη ιστορία πως οι indie rock artists κάνουν ιδιαίτερες επιλογές στην πορεία της καριέρας τους, εδώ όμως ο Jeff Magnum σαν ένας άλλος Homer Simpson στο θάμνο, αποστασιοποιείται και εξαφανίζεται.
5. Blind Guardian - Nightfall In The Middle Earth
Οι Blind Guardian είναι η μεγαλύτερή μου επική αδυναμία. Ως θηλυκότητα που λατρεύει το επικό στοιχείο, από το D&D και τον Conan μέχρι τους Cirith Ungol και την ιαπωνική μυθολογία, είχα πάντοτε μεγάλο πρόβλημα με τους υπερματσο gatekeepers - ήρωες, μουσικούς ή απλά οπαδούς να μου αποπνέουν ένα άρωμα σωβινιστικού αποκλεισμού, ενώ η τέχνη η ίδια δεν το απέπνεε απαραίτητα. Έψαξα πολύ μέσα στη μουσική να βρίσκω χώρους τέτοιους στους οποίους ένιωθα οικεία και η μουσική των Guardian ήταν ένας από αυτούς. Ο gender bending χαρακτήρας του βάρδου που έχουν οικειοποιηθεί οι Guardian, στο συγκεκριμένο τους αριστούργημα μας τραγουδούν τις πιο σημαντικές στιγμές που γεννήθηκαν από την πένα του Tolkien. Κι όλα αυτά με ένα take εντελώς δικό τους, στίχους που σε κάνουν σε κάθε συναυλία τους να ζεις τις μάχες της μέσης γης, το επιβεβαιώνω το διψήφιο πλέον αριθμό φορών που τους έχω δει. Τι να ξεχωρίσω από εδώ μέσα; “When Sorrow Sang”; “Time Stands Still”; “The Bards Song” - γνωστό και ως η μπαλάντα που ποτέ κανείς δε θα βαρεθεί και θα του στάζει ένα παιδικό δάκρυ κάθε φορά που ακούει; Το “Nightfall…” είναι το αρκουδάκι με το οποίο κοιμάται κρυφά ο κάθε νυν και πρώην μεταλλάς στο κρεβάτι του και του φέρνει ένα χαμόγελο ξεκούρασης μετά τη χειρότερη μέρα. Είναι από τους δίσκους που θυμίζουν το παιδί μέσα μας.
Θέσεις 6 - 35 - όλα τους ήταν για δεκάδα (κατά το όλοι τους ήταν μανάβηδες από τη Φρουτοπία)
Summary
6. Pain Of Salvation - One Hour By The Concrete Lake: Πάλι στο νουμερο έξι και αν και θεωρώ τους δύο πρώτους Pos μουσικά αριστουργήματα, για μένα την καρδιά μου κλέβουν τα συναισθηματικά τους αριστουργήματα και θα έρθουν να επικρατήσουν τις προσεχείς χρονιές. Δίπλα σε μια τσιμεντωμένη λίμνη, το prog της νέας εποχής αρχίζει και η παράνοια του Daniel Gildenlow παίρνει πρώτη σάρκα και οστά, μέχρι αυτή η σάρκα να πονέσει σε σημεία ανείπωτα για τους δύο επόμενους δίσκους αλλά και να καταλήξει, λίγο πιο πρόσφατα να τρώγεται κυριολεκτικά από ένα βακτήριο. Αριστούργημα της μουσικής μας που κερδίθηκε από άλλους δίσκους με τους οποίους απλά έχει τύχει να περάσω πολύ περισσότερο χρόνο μαζί τους.
7. Queen Of The Stone Age - Queens Of The Stone Age: Και έγινε η αρχή για μια από τις πιο σημαντικές μπάντες των καιρών μας. Ο Josh Homme (τρελό μου crush since forever) δοκιμάζει να ξεφύγει από τα στεγανά των Kyuss και να ορίσει ο ίδιος τα φωνητικά σε μια southern alt με επιρροές blues και rock and roll μπάντα. Τα αποτελέσματα τα ξέρουμε πια και θα πω ότι ο πρώτος δίσκος των Queens Of The Stone Age είναι δραματικά υποτιμημένος (“If Only”, “Mexicola”, “You Can’t Quit Me Baby” μερικές αποδείξεις).
8. The Smashing Pumpkins - Adore: Ευτυχώς έχει εξυμνυθεί ο δεύτερος καλύτερος δίσκος των Smashing Pumpinks. Μετά το θεμέλιο της σύγχρονης rock μουσικής, ο Billy Corgan επιστρέφει ως ένας βρυκόλακας ποτισμένος από έρωτα. “You’ll be a lover in my bed, and a gun to my head”.
9. Placebo -Without You I’m Nothing: Οι Placebo επανέρχονται με δεύτερο χτύπημα (δεν έχουν παρά μία δισκογραφικές αδυναμίες οι Placebo). Κομματάρες η μία μετά την άλλη, με αποκορύφωμα φυσικά το ομώνυμο κομμάτι που προσέλκυσε τον ίδιο τον David Bowie να το επανηχογραφήσει μαζί τους σε μια εκτέλεση που έμεινε στην ιστορία, ειδικά η live εκδοχή της. Τέλος, φιλμική εφηβική αφύπνιση νούμερο ένα: η στιγμή που το “Every You, Every me” παίζει στο Cruel Intention της επόμενης χρονιάς, το οποίο ανάγει τη Reese Witherspoon σε προσωπική ηρωίδα.
10. Cher - Believe: Άλλος ένας λαγός από το καπέλο μου μεταξύ της απρόσμενης αγάπης σε solo pop καλλιτέχνιδες, και η αθεράπευτη αδυναμία μου στη Cher. Με διαφορά ο καλύτερος δίσκος που κυκλοφόρησε στα 90s αγγίζοντας τον dance χώρο και εμφανώς επηρεασμένη από ένα eurodance (ένα κίνημα που το ίδιο έχει επηρεαστεί από την πρότερη δουλειά της Cher) μας τραντάζει με τις καλύτερες χορευτικές επιτυχίες τη μία μετά την άλλη, ήδη τότε στα 52 της. Όταν μεγαλώσω, θέλω να είμαι η Cher.
11. The Offspring - Americana: Από ένα δίσκο μόνο επιτυχίες για την pop σε ένα μόνο επιτυχίες για το pop punk. Ο πιο δίσκος road trip με την παρέα, ειδικότητα των Offspring άλλωστε, γράφτηκε για να μείνει μαζί μας για πάντα, να μας θυμίζει μια ασίγαστη νιότη.
12. Iron Monkey - Our Problem: Από τα καλύτερα δώρα για τους λάτρεις του αηδιαστικούς sludge, η δεύτερη δημιουργία του ανισόρροπου στην καλύτερη Justιn Greaves με τους Iron Monkey, μέχρι να γεμίσει τη ζωή μου χρώμα με τις πρώτες δουλειές των Crippled Black Phoenix. Τότε, το μόνο χρώμα έρχεται στο δεύτερο καλύτερο εξώφυλλο της χρονιάς, αυτό του Our Problem, και κατά τα άλλα υπάρχου μόνο μια χλωμή, βαλτώδης πρασινάδα στην παλέτα.
13. Monster Magnet - Powertrip: “I’m never gonna work, another day in my life”.Ο μόνος στίχος που συναγωνίστηκε στα ίσια αυτό τον ευσεβή πόθο κάθε ανθρώπου της εργατικής τάξης ήταν το “Work sucks, I know” των Blink 182 αλλά αυτά θα τα πούμε του χρόνου. Εδώ οι Monster Magnet, σε ένα σερί σταθερής ποιότητας γράφουν αυτό που όταν το ακούς, θες να παρτάρεις για ένα τριήμερο και να μην ξέρεις που θα ξυπνήσεις. Το Powertrip σε κάνει ροκσταρ για μια μέρα, αυτή είναι η αξεπέραστη δύναμή του.
14. Converge - When Forever Comes Crashing: Ένα βήμα πριν την απόλυτη καταστροφή, οι Converge προβλέπουν το τι ακριβώς έφτιαξε για όλο το σκληρό ήχο ο επόμενος δίσκος τους.
15. Nasum - Inhale/ Exhale: Σε ένα ιδίωμα που δε με συγκινεί, οι nasum καταφέρνουν να γράψουν ένα δίσκο προσιτό, μελωδικό έξω από τα στενά περιχαρακώματα του grindcore, απολαυστικό από την αρχή μέχρι το τέλος, λυτρωτικό. Φήμες λένε ότι το εξώφυλλό του αποτέλεσε έμπνευση για τον δεύτερο καλύτερο δίσκο των zeros, αλλά αυτά θα τα πούμε στην ώρα τους.
16. Death Cab For Cutie - Something About Airplanes: Ο δίσκος που μας χάρισε αυτή την εξωπραγματική μπάντα. Δεν ξέρω πόσα συντρόφια θα βρω εδώ για τη φλώρικη μελαγχολία των Death Cab For Cutie, αλλά είναι από αυτές τις one in a million.
17. Nightwish - Oceanborn: Το πρώτο σοβαρό πόνημα μιας εκ των μεγαλύτερων metal μπαντών, και το λέω αυτό με ευκολία. Οι Nightwish με πλήρη δύναμη, δημιουργούν έναν τερατώδη δίσκο - δίνω “Gethsemane”, “Sacrament O Wilderness” και “Walking In The Air” για ρεφερενς).
18. Philip Glass -Koyaanisqatsi: Ένα συγκινητικό art film σε soundtrack του Philli Glass, αν και το καθένα αεξάρτητα είναι ένα συγκολονιστικό έργο, μαζί αποτελούν μια υπερβατική εμπειρία και για καλή μας τύχη, θα μπορέσουμε στις 30 Σεπτεμβρίου να τα απολαύσουμε στην Αθήνα.
19. Pulp - This Is Hardcore: Με το hardcore τα πάω πολύ καλά γενικότερα, ασχέτως βέβαια, οι pulp δεν έχουν καμία σχέση με αυτό το μουσικό είδος. Εξακολουθούν όμως και σε αυτό τους το δίσκο να είναι εξίσου badass με τους χαρκοράδες.
20. PJ Harvey - Is This Desire?: Το κορίτσι μου προχωρά ακάθεκτο (μέχρι και προχθές δηλαδή να δημιουργεί δισκάρες. Το συγκεκριμένο ως σύνολο δεν είναι το αγαπημένο μου δικό της μα εξακολουθεί να είναι εκπληκτικό.
21. Katatonia - Discouraged Ones: Από εδώ και μετά οι Katatonia χτίζουν μια μουσική ιστορία ανεπανάληπτη και βαθύτατα αγαπημένη. “Saw you drown” η ψυχική μας υγεία σε ψάχνει.
22. Air - Moon Safari: Εντυπωσιακά, δεν έχω δει ακόμη ετούτο το δίσκο να φιγουράρει στις λίστες. Φιλμική εφηβική αφύπνιση νούμερο δύο, το “Playground Love” στο soundtrack του “The Virgin Suicides” με την τσίχλα που μιλάει στο video clip.
23. Hole - Celebrity Skin: Είναι κρίμα να κράζουμε αυτή την καλλιτεχνάρα βασισμένοι σε εικασίες. Το Celebrity Skin είναι ένας εντυπωσιακός δίσκος.
24. Sunny Day Real Estate - How It Feels To Be Something On: Έχουν ειπωθεί όσα πρέπει για αυτό το δίσκο, μακάρι να είχα περάσει περισσότερο ποσοτικά χρόνο μαζί του, να τον είχα πιο ψηλά.
25. Crowbar - Odd Fellows Rest: Αγαπημένη μπάντα, με τον Kirk παραδόδξως μοιράζομαι πολλά και φυσικά το odd fellows δεν μπορεί να λείπει από τη φετινή λίστα. None Heavier.
26. At The Drive In - In/Casino/Out: Άλλος ένας δίσκος που αξίζει περισσότερους τεμενάδες, δυστυώς έπρεπε οι Bixler-Zavala και Rodriguez-Lopez και δημιουργήσουν τους The mars Volta πρώτα για να τους πάρει ο κόσμος χαμπάρι ως τις μουσικές ιδιοφΐες που είναι. Και λέω δυστυχώς γιατί έτσι, έμειναν στην αφάνεια οι εξαιρετικοί At The Drive In.
27. Shellac - Terraform: Χωρίς να φτάνει το μεγαλειώδες ντεμπούτο αλλά και πάλι εντυπωσιακό, το Terraform των Shellac του δεύτερου καλύτερου Steve δε μπορεί να λείπει από τούτη τη λίστα.
28. Coil - Time Machines: Δεν επικροτώ τη χρήση, επικροτώ όμως την ιδεα. Εξωπραγματικός δίσκος όπως πάντα από τους Cloi σε κάτι που για side project ξεκίνησε και έμελλε εν τέλει να γίνει για πάντα δικό τους.
29. Garbage - Version 2.0: Απτόητο pop καταιγιστικού φεμινισμού με αέρα πιο punk από μεγαθήρια του είδους.
30. The Gathering - How To Measure A Planet?: Το υποτιμημένο έργο των αγαπημένων Gathering, γεμάτο κομματάρες από την αρχή μέχρι το τέλος του - περιέχει και το αγαπημένο μου “Marooned”.
31. Unsane - Occupational Hazard: Σιγά τα αίματα λένε κάποιοι, μόνο αίματα λένε οι Unsane. Σταθερά εξαιρετιοί και έτοιμοι να ικανοποιήσουν το αίσθημα του gore μου.
32. Nile - Amongst The Catacombs Of Nephren-Ka: Άλλο ένα είδος με το οποίο δεν την παλεύω πολύ και ξεχωρίζω μπάντες, το death metal των Nile που έμπλεξε θεαματικά με την αρχαία αιγυπτιακή μυθολογία, ξεκινά από αυτό το δίσκο να παράγει ασταμάτητα αριστουργήματα. Όντας και ποστροκας, οι μακρόσυρτοι τίτλοι είναι οικείο πεδίο για εμένα.
33. Unwound - Challenge For A Civilised Society: Λίγο πριν το τέλος, οι Unwound εξακολουθούν να μανιογραφούν ασταμάτητοι. Τι εξαιρετική μπάντα.
34. Korn - Follow The Leader: Αναρωτιέμαι τι έπαιρναν εκείνα τα χρόνια οι Korn και συνέβη αυτό. Και του χρόνου το Woodstock του 99, ίσως και αυτό το fact να εξηγεί πολλά.
35. Botch - American Nervoso: Το πρελούδιο για έναν από τους καλύτερους δίσκους στην ιστορία της μουσικής.
Θέσεις 36-55: Τα μετά πόνου μόνον name-drops:
Summary
-
Solstice - New Dark Age
-
Turbonergo - Apocalypse Dudes
-
Tortoise - TNT
-
Dirty Three - Ocean Songs
-
Boris - Amplifier Worship
-
Devin Townsend - Infinity
-
Opeth - My Arms Your Hearse
-
Unkle - Psyence Fiction
-
Tori Amos - From The Choirgirl Hotel
-
Craddle Of Filth - Cruelty & The Beast
-
Rancid - Life Won’t Wait
-
System Of A Down - System Of A Down
-
The Jesus And Mary Chain - Munki
-
Zao - Where Blood & Fire Bring Rest
-
Fugazi - End Hits
-
Madball - Lead The Way
-
Fear Factory - Obsolete
-
Agnostic Front - Something’s gotta Give
-
Fatboy Slim - You’ve Come A Long Way Baby
-
Lagwagon - Let’s Talk About Feelings
The EPS - μια πεντάδα για τους μικρούς μας φίλους:
Summary
The Dillinger Escape Plan - Under The Running Board: Μια μπάντα που και τα EP της είναι καλά.
Evanescence - Evanescence: Η πρώτη φορά που ακούσαμε μια εκ των πιο σημαντικών μπαντών των zeros.
As Friends Rust - The Fists Of Time: Η αγαπημένη μου hardcore μπάντα δίνει πόνο
Primus - Rhinoplasty: Χωρίς λίγο Primus στη λίστα δε νιώθω καλά
AFI - A Fire Inside: Σε περίπτωση που δεν έχει καταννοηθεί ακόμη, είναι από τις λίγες μπάντες που μου αρέσουν με ό,τι κι αν καταπιάστηκαν.
Εξώφυλλο χρονιάς: