1998
(in three parts)
Part 1: The Shape of Black (Metal) to Come
...Touched By The Devilish One...
Τη μεγάλη επιστροφή (…) της κατηγορίας “εκτός συναγωνισμού” σηματοδοτεί ένα EP που έπρεπε να εξασφαλίσει μια εντελώς ξεχωριστή θέση σ’ αυτό το ποστ, και λόγω της έτσι κι αλλιώς μεγάλης καθαυτό μουσικής αξίας του (άνετα από τις καλύτερες ηχογραφήσεις κάτω των 20 λεπτών στην ιστορία της ακραίας μουσικής) αλλά και εξαιτίας της τεράστιας σημασίας του για το είδος που υπηρετεί και όχι μόνο. Φυσικά, πρόκειται για το Satanic Art των Dødheimsgard.
Οι δύο δίσκοι που είχαν βγάλει μέχρι τότε οι DHG ήταν σίγουρα πολύ αξιόλογοι, αλλά τίποτα δεν μας είχε προετοιμάσει για την εξτραβαγκάντζα του Satanic Art. Αλλόκοτα πιανιστικά ιντερλούδια βγαλμένα από κάποια σουίτα του Ερίκ Σατί δίνουν τη θέση τους στο πιο ψυχωτικό μπλακμέταλ που ακούστηκε ποτέ, τα ριφ του Βικότνικ από μόνα τους πλέον ανήκουν σε κάποια έκθεση τέχνης, ξαφνικά από το πουθενά σκάνε μύτη παρανοϊκά έγχορδα και απελπισμένα synthesizer τείχη, και μέσα σ’ όλα αυτά ο Αλντράν να μετατρέπει τους εφιάλτες του σε νοσηρές οιμωγές που ικετεύουν για λύτρωση. Για μισό λεπτό όμως, μήπως σαν να τελειώνει κάπως απότομα αυτό το Wrapped in Plastic;
Part 2: Best of the Rest
(25 in total)
Tier B
Το άλμπουμ που (νομίζω) έκανε τους Anathema μεγάλο όνομα στην Ελλάδα (εδώ θα έγραφα “και σε άλλες χώρες”, αλλά δεν είμαι σίγουρος ότι έγινε κάτι τέτοιο) κατά τη γνώμη μου πάσχει από το ίδιο πρόβλημα με τον προκάτοχό του, το Eternity: Ξεκινάει πολύ δυνατά, σφίγγεις τη γροθιά σου, ξελαρυγγιάζεσαι να τραγουδάς τα κομμάτια, συγκινείσαι, όλα… και από ένα σημείο και μετά σαν να μένουμε από καύσιμο σιγά σιγά, για να το θέσω κομψά. Κρίμα, γιατί αν δεν μου άφηνε αυτή την αίσθηση, αντίθετα αν διατηρούσε το αρχικό επίπεδο καθ’ όλη τη διάρκειά του, θα μοιραζόμουν τον ενθουσιασμό πολλών από σας και θα το είχα αν όχι #1, σίγουρα στην πρώτη πεντάδα μου. Από την άλλη, είναι τόσο ποιοτικό αυτό το (χονδρικά) πρώτο μισό του, με όλες τις γνωστές κομματάρες του, που αρκεί για να κερδίσει μια θέση στη λίστα μου.
- Ayreon - Into the Electric Castle
– Να σου πω, δεν πιστεύω να μην έχεις Anneke στη λίστα σου για το '98;
– Εννοείται ότι θα έχω
Έχω έναν ας πούμε προσωπικό κανόνα σ’ αυτό το παιχνίδι: Αν ένας δίσκος έχει τουλάχιστον ένα κομμάτι που με έχει κάνει να δακρύσω τουλάχιστον μία φορά ακούγοντάς το, μπαίνει στη λίστα της χρονιάς του. Αυτό συμβαίνει εδώ: Το Into the Electric Castle μου προκαλεί λίγο ανάμεικτα συναισθήματα - άλλες φορές δεν πιστεύω στα αυτιά μου με τις μελωδίες που μου πετάει ο Λούκασεν, άλλες πάλι προβληματίζομαι με την υπερβολή του όλου εγχειρήματος (και, για να είμαι απολύτως ειλικρινής, με το ψιλογελοίο στόρι). Κάθε αμφιβολία διαλύεται όμως κάθε φορά που μπαίνει το Valley of the Queens, πλημμυρίζοντας τον χώρο με συναίσθημα. Και ευτυχώς ο δίσκος δεν έχει μόνο την Ολλανδή θεά, έχει και την άλλη αδυναμία μου τον Damian και άλλους ικανότατους τραγουδιστές, συνολικά δε ο φόρος τιμής του Άριεν στους Beatles, στους Camel, στους Yes, σε όλα αυτά τα μεγαθήρια των 60s και 70s, ηχεί αυθεντικός και χορταστικός.
The heaviest band in the world is back. Τα πολλά λόγια εδώ είναι φτώχεια: Άλλος ένας κλασικός Bolt Thrower δίσκος ογκωδέστατου, επικού death metal, με grooves που σκοτώνουν, riffs που παίρνουν κεφάλια, rhythm section που αλλάζει τη διάταξη των τεκτονικών πλακών, μπλαμπλαμπλά. Οι Bolt Thrower είναι το καλύτερο επιχείρημα ενάντια στο γνωστό κλισέ ότι “σημασία δεν έχει τι και πώς είναι ένας καλλιτέχνης/συγκρότημα αλλά το έργο του”. Όχι ρε χαμούρες, σε έναν λογικό κόσμο θα ακούγαμε μόνο συγκροτήματα με το ήθος, την ακεραιότητα, τη συνέπεια των Bolt Thrower.
- Borknagar - The Archaic Curse
Το φανταστικό σερί της μπάντας του Brun συνεχίζεται (και - spoiler - έχει πολύ πράμα ακόμα η δουλειά), παρότι μάλιστα εδώ δεν βρίσκεται πια ο μεγάλος Garm. Κανένας λόγος για κατήφεια: Ο αντικαταστάτης του είναι ο άλλος Νορβηγός θεός / φορέας της επικής avant-garde μέταλ παράνοιας, ο Simen Hestnæs aka ICS Vortex. Στον πρώτο full-length δίσκο όπου έχει αναλάβει εξ ολοκλήρου τα φωνητικά (τα demo των Lamented Souls δεν πιάνονται - γι’ αυτούς θα τα πούμε τη βδομάδα του 2004) το Αηδόνι των Φιόρδ σφραγίζει κάθε κομμάτι με τις τρομερές ερμηνείες του, ανεβάζοντας επίπεδο το άλμπουμ από τα έτσι κι αλλιώς μεγάλα ύψη όπου το είχε πάει αυτό το άψογο μείγμα black metal / prog rock / folk.
Ό,τι κι αν έχεις ακούσει από τεχνικό μέταλ στη ζωή σου, Watchtower, Atheist, Sieges Even, ό,τι, ό,τι, ό,τι, το σοκ που προκαλεί η ακρόαση του Obscura δεν περιγράφεται. Ένας death metal γρίφος, ένα υπερψαρωτικό ξέσπασμα που σε καθηλώνει και σε αφήνει να ψάχνεσαι. Δεν μπορείς να αφομοιώσεις όλα όσα γίνονται εδώ, δεν υπάρχει καμία τέτοια περίπτωση, το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να κάτσεις αποσβολωμένος και να προσλάβεις ό,τι προλάβεις (σκόπιμη παρήχηση) από αυτό το ντελίριο, αυτή την avant-garde άσκηση που έρχεται κατευθείαν από τον 22ο αιώνα ή κάτι τέτοιο. Εξυπακούεται ότι το συγκρότημα αυτό και δη ο συγκεκριμένος δίσκος δεν προτείνονται για ακροατές που (ευτυχώς) δεν ψαρώνουν από τέτοιου είδους ασκήσεις και γενικά τους αρέσει η μουσική - γιατί αυτό εδώ μουσική δεν το λες ακριβώς. Αυστηρά για βλαμμένους.
- Jag Panzer - The Age of Mastery
Τώρα που το τεθωρακισμένο μάζεψε μομέντουμ, ποιος το πιάνει. Ξεκάθαρα πλέον οι Jag Panzer πορεύονται με τον αέρα που τους δίνουν η αποδοχή και η αναγνώριση από το underground, αυτό το δέος με το οποίο ψιθυριζόταν το όνομά τους τόσα χρόνια που ήταν μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας - και κάνουν ό,τι γουστάρουν. Ρε, λέω να βάλω βιολιά σ’ αυτό το κομμάτι. | Βάλε. | Και εδώ λέω να βάλω χορωδία. | Βάλε. | Και εδώ, πολύ απλά, όλα τα στυλ που έχουν παιχτεί μέχρι σήμερα στο κλασικό/μελωδικό μέταλ. | ΒΑΛΕ! | Ο Τύραννος όλο και περισσότερο εδραιώνεται ως ο ηγέτης της σκηνής, όλη η μπάντα είναι σε τρελά κέφια και το υλικό του Chain of Command τη βγάζει ασπροπρόσωπη, το The Moors είναι ιδανικό αποκορύφωμα επικών διαστάσεων - όλα είναι όπως πρέπει να είναι.
- Opeth - My Arms, Your Hearse
9 κομμάτια, κανένα με διψήφια διάρκεια, “μόλις” 52 λεπτά σύνολο ο δίσκος… Πάει, χαλάσανε και οι Opeth… Ας αφήσω όμως αυτόν τον φόρο τιμής στο κρύο χιούμορ του ηγέτη της μπάντας και ας προχωρήσω στο παρασύνθημα. Η περίοδος αυτή (για να είμαι πιο ακριβής, late 90s - early 00s) μπορεί στην πορεία των Opeth να είναι η λιγότερη γνωστή / να προηγείται του breakthrough τους, αλλά για μένα είναι ταυτόχρονα η πιο ουσιαστική τους. Σχεδόν κάθε χρόνο, ή άντε χρόνο παρά χρόνο, και από μια δισκάρα ατμοσφαιρικού/προοδευτικού death metal, που η κάθε φορά καινούργια σού αφήνει έντονα την αίσθηση ότι χτίζει πάνω στην παρακαταθήκη της προηγούμενης, κι έτσι χτίζουμε, χτίζουμε, χτίζουμε… μέχρι το μπαμ των επόμενων χρόνων.
- Pain of Salvation - One Hour by the Concrete Lake
Έναν χρόνο μετά τα κοιτάξτε-τι-μπορούμε-να-κάνουμε όργια του Entropia, οι Pain of Salvation στο One Hour… μοιάζουν να έχουν ηρεμήσει… λίγο. Η αίσθηση εδώ είναι ότι το συγκρότημα έκανε συνειδητή προσπάθεια να απομακρυνθεί από λογικές τύπου επίδειξη τεχνικής και πολυπλοκότητας στο στήσιμο των ενορχηστρώσεων, και να εστίασε περισσότερο στο σκέλος της ατμόσφαιρας και της τραγουδοποιίας αυτής καθαυτής. Ίσως βέβαια βγαίνει και μια παράλληλη αίσθηση υπερβολικής - για προγκ μπάντα - χαλάρωσης και αυτό να εξηγεί, ως “διόρθωση”, τα δύο επόμενα; Ας μην προτρέχω όμως. Παρότι δεν φτάνει τα επίπεδα του ντεμπούτου, το One Hour… έχει άφθονες φανταστικές στιγμές, με αποκορύφωμα το ομότιτλο κομμάτι, από τα καλύτερα της πρώτης περιόδου των PoS. Όλα είναι έτοιμα για την κατάκτηση του progmetal σύμπαντος.
- The Real McKenzies - Clash of the Tartans
Και τώρα θα πάθω λίγο @hopeto. Θεωρώ πολύ απίθανο να μην κάνω έστω μία αναφορά σε κάθε δίσκο αυτών των αγαπημένων μου βλαχοκαναδών που ήταν και είναι ερωτοχτυπημένοι με τη γη των προγόνων τους (τη Σκωτία, αν δεν έγινε φανερό), πόσο μάλλον σ’ αυτή την πρώιμη περίοδό τους που η γκάβλα τους ξεχειλίζει από κάθε μέτρο μουσικής. Γκαζωμένες πανκ κιθάρες (με κάποια φανταστικά σόλο - έκπληξη εδώ κι εκεί), ροκενρόλ νοοτροπία, γκάιντες, παραδοσιακοί σκοποί των Highlands, ένας Paul McKenzie που δεν ξέρω αν μπορεί να θεωρηθεί “καλός” τραγουδιστής αλλά πραγματικά λατρεύω το attitude του, και ένα Will Ye Be Proud? σκέτη πώρωση, το κομμάτι που με έκανε να αγαπήσω τους Real McKenzies και τόσα χρόνια μετά κάθε φορά που το ακούω νιώθω σαν να είναι η πρώτη. Highland men hanging by English decree! Hung by their kilts as a warnin’ ta the free… From a landlord’s voice the Highlands are finished / Your swords and yer plaid shall be never again…
- Spiritual Beggars - Mantra III
Άλλο ένα μέτωπο στο οποίο συγκεντρώνεται μομέντουμ, προετοιμάζοντας την επικείμενη έκρηξη. Οι Beggars εξακολουθούν να αδυνατούν να αποτινάξουν τους “stoner” παραλληλισμούς - συμβάλλουν και οι ίδιοι βέβαια με την όλη αισθητική τους - αλλά επί της ουσίας συνεχίζουν να παίζουν μερακλίδικο, σεβεντιζάδικο μέταλ, με σαμπαθικά ριφς (…όπως επίσης μπασογραμμές και ντραμς), σενκερικά σόλος, περπλικά πλήκτρα και ένα στιχουργικό περιεχόμενο που μπορεί να συνοψιστεί στις εξής δύο εικόνες:
Summary
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
Ό,τι και να λέει όμως ο Spice εγώ τον αγαπάω για την αλητεία του και τη γνήσια ροκενρόλ φωνή του, που αποθεώνεται σε ύμνους όπως το Euphoria και το προσωπικά αγαπημένο μου κομμάτι σε όλη τη δισκογραφία των Beggars, το απίστευτο Lack of Prozac.
- Stigmata - Court of Eternity
Εδώ έχουμε μια δυστυχώς obscure περίπτωση heavy/power συγκροτήματος από την Αυστρία, το οποίο όμως αψηφά τις europower τάσεις (όπως έκαναν μια χούφτα ακόμα συγκροτήματα εκείνη την εποχή) για να αντλήσει έμπνευση από την αμερικανική ατσαλοκοιτίδα, έχοντας ως υπερόπλο τον Ritchie Krenmaier και την πραγματικά καταπληκτική φωνή του - έχει χαρακτηριστεί “ο Ευρωπαίος Dee Snider” και το βρίσκω απόλυτα εύστοχο. Κατά τ’ άλλα, κιθάρες που κόβουν σαν ξυράφια, άφθονα hooks και συνολικά ένα άλμπουμ τόσο πλήρες και απολαυστικό που παραβλέπω ακόμα και έναν από τους χειρότερους στίχους που έχουν γραφεί ποτέ: Is it nature’s revenge? Or is it just heavy weather?
- Swan Christy - One with the Swan
Και τώρα μία από τις μεγαλύτερες εκπλήξεις της χρονιάς. Ερχόμενοι θαρρείς από το πουθενά, οι Αθηναίοι Swan Christy κατέθεσαν έναν από τους πιο ιδιαίτερους δίσκους του 1998, σε ένα εντελώς δικό τους ύφος που θα περιέγραφα, μέσες - άκρες, ως Savatage-meets-Paradise Lost, και πάλι όμως χωρίς αυτό να μπορεί να δώσει πλήρως το στίγμα. Καθαρά θεατρική ατμόσφαιρα ποτισμένη με άφθονη μελαγχολία, αισθητική μουσικής δωματίου με πιάνο και βιολί, και παρτενέρ του Κώστα Μακρή στο μικρόφωνο η θεά Ναταλία Ρασούλη, στην πιο μέταλ χρονιά της (βλ. και παρακάτω). Και, στο διά ταύτα, ο δίσκος είναι γεμάτος εκφραστικές κομματάρες, με προεξάρχουσα το θεσπέσιο Time Goes By.
- Symphony X - Twilight in Olympus
Αυτό το συγκρότημα πρέπει να έχει ανακαλύψει κάποιο μυστικό μαγικό πηγάδι της έμπνευσης και να πηγαίνει να πιει απ’ αυτό όποτε του καπνίσει, ώστε να βγάλει τον καινούργιο δίσκο του. Δεν εξηγείται αλλιώς διάολε, ούτε ενάμισης χρόνος δεν έχει περάσει από το αριστουργηματικό The Divine Wings of Tragedy και οι αθεόφοβοι πάνε και βγάζουν άλλον έναν καταπληκτικό δίσκο. Twilight in Olympus και όλα τα χαρακτηριστικά στοιχεία της μπάντας είναι εδώ εν αφθονία. Και η θεϊκή φωνάρα του Sir Russel, και οι αψεγάδιαστες κιθάρες του Romeo, και τα εξαίσια κλασικότροπα θέματα του Pinnella, και, πάνω απ’ όλα, οι συνθέσεις - καθεμιά σε πάει σε ένα συναρπαστικό ταξίδι που μόλις τελειώνει όχι κουρασμένος δεν νιώθεις, αλλά ανυπομονείς για το επόμενο έπος.
Το παράσημο της ανοιχτής παλάμης ήταν αυτό ακριβώς που εισέπραξαν οι νουμπάδες τότε SOAD στην Ελλαδάρα (wouldn’t work for other countries), στιγματισμένοι ως επάρατοι νουμεταλλάδες (δεν έχει ξεχαστεί κανένα φωνήεν), με τις ιστορίες από εκείνο το λάιβ με headliners τους Slayer να έχουν περάσει πλέον στη σφαίρα του θρύλου. Πλάκα θα είχε να γίνει κάποτε μια έρευνα, πόσοι από όλους εκείνους κατέληξαν λίγα χρόνια μετά οπαδοί των Αμερικανοαρμένιων… Anyway, το ομώνυμο ντεμπούτο τους μπορεί να μη θυμίζει πολύ τα μετέπειτα blockbusters αλλά παραμένει ένας φοβερός δίσκος που ακροβατεί μεταξύ μεταλλικής/χαρντκορικής ακρότητας και Faith No More-ίλας, με τον Serj να δείχνει ήδη από τότε ότι θα στιγμάτιζε με τη φωνή του την επόμενη δεκαετία, τον Daron να δίνει συνθετικά και εκτελεστικά ρέστα και τη σχεδόν κωμικής διάθεσης μουσική της μπάντας να μην είναι τίποτα λιγότερο από οργιαστική.
Κι άλλο high-energy heavy rock, γιατρέ τι μου συμβαίνει; Έπηξα στις 90s μαυρίλες, αυτό είναι λες ε; Anyway, μπορεί και οι Terra Firma να λειτουργούν ως palate cleanser, αλλά αυτό που έχει σημασία είναι ότι αυτή τη δουλειά την κάνουν τέλεια. Στα φωνητικά μια ηγετική μορφή του σουηδικού doom, ο Christian Linderson (που το Ozzy-meets-Sean Harris λαρύγγι του αποδεικνύεται ακόμα πιο ταιριαστό για τέτοιες καταστάσεις απ’ ό,τι στο πρώτο Count Raven) σε ένα προφανώς ευχάριστο διάλειμμα για τον ίδιο, ενώ ακόμα πιο ευχάριστο πρέπει να ήταν για τον, πρώην Unleashed, Fredrik Lindgren που παίζει κιθάρα στους Terra Firma. Σούπερ αυτό εδώ το ομώνυμο ντεμπούτο, με το Rainbow Ride να δίνει το έναυσμα για 40 λεπτά αγνής ροκ πώρωσης.
- Waylander - Reawakening Pride Once Lost
Δεν γινόταν να παίζουν μπάλα μόνοι τους επ’ άπειρον οι Skyclad. Άσε που η δική τους αντίληψη περί folk metal, θαυμαστή μεν, ήταν καθαρά …αγγλική και κατά συνέπεια - έως έναν βαθμό τουλάχιστον - “ευγενής”, εκλεπτυσμένη, υπαινικτική. Κάποια στιγμή έπρεπε να παρουσιαστεί και ένα folk metal πιο άγριο, πιο πρωτόγονο, πιο πολεμικό. Η Ιρλανδία ήταν ο προφανής τόπος όπου θα στρέφαμε τα βλέμματά μας. Το ‘95 οι Cruachan έκαναν μια πρώτη προσπάθεια και τους ευχαριστούμε γι’ αυτό, αλλά έπρεπε να φτάσουμε στο 1998 και στο ντεμπούτο των Waylander για να φουντώσουν οι αρχέγονες φωτιές της Σμαραγδένιας Νήσου, μέσα από black metal πρίσμα (φυσικά) αλλά ξεκάθαρα με νοοτροπία αρχαίων συμπολεμιστών του Cu Chulainn. Και έτσι, Reawakening Pride Once Lost: Το πρώτο μνημείο του celtic metal είναι γεγονός. Γιατί μπορεί το διαβατήριο να λέει “Ηνωμένο Βασίλειο”, μα η καρδιά φωνάζει ΙΡΛΑΝΔΙΑΡΑ.
Tier A
Ο τελευταίος δίσκος των Angra με τον Matos είναι παράλληλα και ο πιο υποτιμημένος της τριάδας. Να, φαίνεται και στα μέχρι τώρα ποστ της εβδομάδας. Ελάχιστες αναφορές, ανάθεμα δε κι αν έχει πάρει ψήφο (ναι, ΟΚ, υποκριτής, ούτε εγώ το ψηφίζω… τουλάχιστον όμως το μνημονεύω). Δεν ξέρω πώς ακριβώς έχει περάσει στη συνείδηση του κόσμου, ότι είναι “κουρασμένο” άλμπουμ; Ότι η κάπως πιο απλή προσέγγισή του είναι ξέρω γω underwhelming; Εγώ πάντως θα το πω: Το Fireworks δεν έχει να ζηλέψει επί της ουσίας τίποτα ούτε από το Holy Land, ούτε από το Angels Cry. To Wings of Reality είναι αριστουργηματικό opener (και εκείνη η γέφυρά του, γύρω στη μέση, μία από τις ωραιότερες ιδέες της χρονιάς), τα Metal Icarus και Speed είναι κλασικοί Angra δυναμίτες μελωδικού power όπως ΜΟΝΟ ΕΚΕΙΝΟΙ ΗΞΕΡΑΝ ΝΑ ΠΑΙΖΟΥΝ, το ομότιτλο και το Petrified Eyes είναι έπη, το Lisbon είναι απλά από τα καλύτερα κομμάτια που έχουν γράψει… Όλα είναι στη θέση τους και αφού έπρεπε να πέσει η αυλαία, έγινε με ιδανικό τρόπο. Οπότε για να σοβαρευτούμε λίγο λέω εγώ.
- Aura Noir - Deep Tracts of Hell
Αίμα, βία, όλεθρος. Το δεύτερο άλμπουμ των Aura Noir είναι μάλλον ο πιο δολοφονικός δίσκος της χρονιάς. Πήρε εκείνη τη φλόγα που άναψε το Black Thrash Attack και τη μετέτρεψε σε ηφαίστειο. Το δίδυμο της κόλασης, Carl-Michael και Apollyon, για άλλη μια φορά κάνει τα πάντα, τα ριφς είναι θανατική ποινή, 100% black metal και 100% thrash metal, τα φωνητικά ειδικά του Carl-Michael είναι ο Άδης ο ίδιος, και να κάνω και μια ειδική αναφορά στο κατ’ εμέ highlight του δίσκου, το The Spiral Scar, που μια φορά κι έναν καιρό το είχε παίξει ο Γιοβανίτης στη ραδιοφωνική εκπομπή του Χρονόπουλου και μου έβαλε φωτιά στα μπατζάκια, “πρέπει οπωσδήποτε να ασχοληθώ μ’ αυτό το συγκρότημα”, αχ τι ωραίες εποχές.
- Blind Guardian - Nightfall in Middle Earth
Δεν ξέρω αν είναι τυχαίο ή όχι, αλλά πλέον όταν είναι να βάλω να παίξει κάποιος δίσκος των Blind Guardian, 4 στις 5 φορές είναι το Nightfall… Απ’ αυτή τη σκοπιά δεν με ενδιαφέρει καν να μπω στη διαδικασία αν είναι το καλύτερό τους, το δεύτερο ή το τρίτο καλύτερο κ.ο.κ. Είναι απλά αυτό που με αγγίζει περισσότερο. Όσο για τη διασκεδαστική προσπάθεια που έγινε τις τελευταίες μέρες να “αποταχθεί ο (γιουροπάουερ) Σατανάς”, σόρι παιδιά δεν βλέπω πού είναι το πρόβλημα με την ταμπέλα, οι Guardian όχι μόνο είναι power αλλά είναι και από τους σπουδαιότερους εκπροσώπους του είδους. Κατά τ’ άλλα, τα γνωστά, μελωδίες και ρεφρέν που έγραψαν Ιστορία, και ΟΚ σπάνε λίγο αρχίδια όλα αυτά τα ιντερλούδια αλλά στην τελική φτιάχνουμε μια playlist μόνο με τα κανονικά τραγούδια και there - problem solved.
Χρονιά ορμητικής ανάπτυξης το ‘98 για το mathcore / αυτό το metalcore εν πάση περιπτώσει: Εξαιρετικός διάδοχος του Petitioning the Empty Sky από τους Converge το Forever Comes Crushing, τρομερό ντεμπούτο για τους Cave In με το Until Your Heart Stops (στη μία και μοναδική φορά που θα έπαιζαν σ’ αυτό το ύφος), αλλά ήρθαν έτσι τα πράγματα που είχα μόνο μία θέση για τον Ήχο του Πανικού και θα πάει στο ντεμπούτο των φοβερών Botch. American Nervoso λοιπόν και μπαίνει όχι λιθαράκι αλλά κοτρώνα στη διαδικασία που από τα επόμενα χρόνια, αρχής γενομένης από το 1999, θα οδηγήσει στην απόλυτη έκρηξη του ιδιώματος.
Έχω αναφέρει ξανά ότι οι Horrified είναι από τα αγαπημένα μου ελληνικά συγκροτήματα, και παρότι εκτιμώ απεριόριστα και το doom/death ντεμπούτο τους, In the Garden of the Unearthly Delights, είναι μ’ αυτό εδώ και με το επόμενο άλμπουμ τους που αιτιολογείται η αρχική πρόταση. Στο Animal πλέον έχουν γίνει κάτι …άλλο, δεν μπορεί να μπει σε καλούπια. Παίρνουν από παντού, από το gothic, από το progressive, φυσικά και από τις πιο ακραίες περιοχές του μέταλ, οι μελωδίες είναι υπέροχα σκοτεινές, τα διπλά death/black φωνητικά λειτουργούν στην εντέλεια (ειδικά ο Αντώνης “Gore” είναι μεγαλειωδώς αποτρόπαιος) και οι κομματάρες διαδέχονται η μία την άλλη, οδηγώντας στο κλείσιμο με το αρρωστημένο …circus metal του Funny Man να σου παγώνει το αίμα. Υπομονή τώρα λίγες βδομάδες για το magnum opus.
Υπάρχουν δύο τρόποι αντιμετώπισης του ζητήματος της δημιουργίας του διαδόχου του Destroy - Erase - Improve: Ο ένας είναι το “αμάν την πουτσίσαμε, πώς το ακολουθούμε αυτό τώρα” και ο δεύτερος, ο σωστός, το “χαχ - μόνοι μας παίζουμε σ’ αυτό το γήπεδο, έχουμε όλο τον χώρο και τον χρόνο να τελειοποιήσουμε τη φόρμουλα”. Το Chaosphere λοιπόν βρίσκει τους Meshuggah - λίγο πριν την εκτόξευση (και τυπικά) στο πάνθεον της ακραίας μουσικής - ακόμα πιο επιθετικούς, ακόμα πιο απόκοσμους, ακόμα πιο απάνθρωπους σ’ αυτά τα 4/4 τους …που μόνο σαν 4/4 δεν ηχούν. Και η κορύφωση έρχεται στο Elastic, με εκείνο το θέμα να επαναλαμβάνεται για ούτε γω θυμάμαι πόσα λεπτά, και να γίνεται όλο και πιο τρομακτικό, όλο και πιο απειλητικό, δίνοντας τη θέση του σε έναν παραταταμένο θόρυβο που οδηγεί στον επίλογο του Unanything, της μόνης πραγματικά μελωδικής στιγμής του δίσκου, και υποχρεώνοντάς σε να αναφωνήσεις,
- Primordial - A Journey’s End
Και ιδού, η γνωριμία με ένα συγκρότημα που θα με (μας) απασχολήσει όσα λίγα την επόμενη δεκαετία. Κάπου εδώ πρέπει να απολογηθώ (again: στον εαυτό μου, όχι σε κάποιον άλλον) για το ότι δεν έχω αξιωθεί ακόμα να ακούσω το ντεμπούτο των Primordial, το Imrama, που αν ο @ChrisP λέει ότι έχει celtic metal στοιχεία τον πιστεύω και ως εκ τούτου δέχομαι ότι κακώς απουσιάζει από την παραπάνω αναφορά (στα των Waylander). Πάντως εδώ ο όποιος ιρλανδικός χαρακτήρας ξεδιπλώνεται όπως έγινε και στα μετέπειτα, ακόμα πιο γνωστά έργα της μπάντας: Με πολλή φειδώ και διακριτικότητα - ένα ακουστικό κιθαριστικό θέμα εδώ, μια φλογέρα εκεί, ένας tribal ρυθμός παραπέρα… Και για την πλαισίωση, ένα μοναδικό, doomy black χαρμάνι που σε στιγμές θυμίζει τους μπαμπάδες Bathory και… αυτό ήταν! Τίποτα άλλο δεν ηχεί τελεσίδικα “δανεισμένο”! Το πρώτο από πολλά αριστουργήματα του Άλαν και των υπόλοιπων.
- Septic Flesh - A Fallen Temple
Άλλοι από κει που πέσανε στη χύτρα με τον ζωμό της έμπνευσης. Μόλις έναν χρόνο μετά το φανταστικό Ophidian Wheel οι Septic Flesh καταφέρνουν, αν όχι να το ξεπεράσουν, τουλάχιστον να φτάσουν ξανά στα ίδια επίπεδα, με το A Fallen Temple. Έναν δίσκο γεμάτο με το γνώριμο πια αρχαιοπρεπές death/doom τους, συμφωνικό με υπαινικτικό και όχι απροκάλυπτο τρόπο όπως θα γινόταν στη δεύτερη φάση τους. Εμένα πάντως, θα το ξαναπώ, αυτή εδώ η φάση μ’ αρέσει περισσότερο. Με αυτή τη λατρεμένη, Septic Flesh κατάμαυρη ατμόσφαιρα που τονίζεται ακόμα περισσότερο από τις εμφανίσεις της Ναταλίας, και στο πασίγνωστο πια The Eldest Cosmonaut αλλά και σε πλήθος άλλων διαμαντιών που βγήκαν από την πένα των Σπύρου / Σωτήρη / Χρήστου.
- Slauter Xstroyes - Free the Beast
Επιτέλους, λοιπόν, το δεύτερο άλμπουμ απ’ αυτούς τους παραγνωρισμένους πρωτοπόρους του progressive metal, την μπάντα που έπαιξε τεχνική / εγκεφαλική μέταλ μουσική πριν από τους Queensryche, τους Fates Warning, τους Voivod, τους Coroner, τους Mekong Delta… Και μπορεί το υλικό που ακούμε στο Free the Beast να μην έχει τη συνοχή του Winter Kill (λογικό, αφού προέρχεται από διαφορετικές περιόδους, είναι δηλαδή ουσιαστικά περισσότερο compilation album με ακυκλοφόρητα κομμάτια), αλλά σε κάθε περίπτωση όλη εκείνη η ενέργεια, όλη εκείνη η ένταση, όλη εκείνη η παράνοια, βρίσκονται (και) εδώ αναλλοίωτες, με τον πελώριο John Stewart να εξαπολύει μερικές από τις πιο λυσσασμένες κραυγές που ακούστηκαν ποτέ σε μη ακραίο πλαίσιο (αν και, όπως σωστά παρατήρησε ο @Chaos, και το “μη ακραίο” υπό συζήτηση είναι).
Part 3: The Top 5
NUMBER FIVE
..........
Τι γίνεται λοιπόν όταν καθιερωμένοι μουσικοί ξεκινάνε καινούργιο συγκρότημα, που μουσική του βάση είναι οι Slayer αλλά έχει κι άλλα στοιχεία, και βάζεις και ένα τρελαμένο πανκιό στο μικρόφωνο; Πώς; Α ναι, σωστά, έχεις τους Grip Inc… Ναι αλλά ποιους άλλους έχεις; Ακριβώς, τους The Haunted. Μετά τη διάλυση των At the Gates οι αδερφοί Björler δεν έχασαν καιρό για το νέο τους εγχείρημα, στο οποίο έφεραν τη γνώριμη πια συνθετική τους σφραγίδα, ήρθε κι ο Erlandsson και έφερε κι αυτός το χαρακτηριστικό του drumming style …κι όμως το ομώνυμο ντεμπούτο δεν ακούγεται (εντελώς) σαν At the Gates. Δύο παράγοντες συνέβαλαν σ’ αυτό: Η καθοριστική παρουσία του Patrik Jensen, επίσης παλιάς καραβάνας της σουηδικής extreme metal σκηνής, ο οποίος έγραψε σεβαστό μέρος του δίσκου και εξισορρόπησε έτσι το AtG στοιχείο, καθώς επίσης ο εμβληματικός frontman Peter Dolving, που βέβαια είναι γνωστός και στις πέτρες πια για το τσιτωμένο του delivery αλλά δεν έμενε εκεί, ξανακούστε π.χ. το Forensick με το υπόκωφο spoken word του για να θυμηθείτε πόσο εκφραστικό είναι το παλικάρι. Τι άλλο να ειπωθεί; Αρκεί το ότι για πάρτη τους έμεινε εκτός πεντάδας το θηρίο των Aura Noir, που σχεδόν σε κάθε άλλη χρονιά θα κέρδιζε άνετα τον τίτλο του θρας δίσκου της χρονιάς. Ναι, τόσο γαμάει το The Haunted.
NUMBER FOUR
..........
Όπως και πολλοί άλλοι, οι περισσότεροι εικάζω, τους Dropkick Murphys τους έμαθα από μεταγενέστερα folk punk hits τύπου Shipping Up To Boston κ.λπ. Με τα χρόνια όμως έχω καταλήξει στο ότι τούτο δω το πρώτο τους άλμπουμ, το Do Or Die, είναι μάλλον και το κορυφαίο τους (τις παίζει γι’ αυτή τη θέση με το μεθεπόμενο - θα πούμε και γι’ αυτό όταν έρθει η ώρα). Κι αυτό μάλιστα παρόλο που οι επιρροές από ιρλανδική μουσική είναι εδώ λιγότερες απ’ ό,τι σε κάθε άλλο άλμπουμ τους. Μόνο η εισαγωγή είναι ακραιφνώς σε folk/celtic κατεύθυνση (παραδόξως, βέβαια, πρόκειται για το …Scotland the Brave - γκάφα ή απλά γουστάρανε τόσο που δεν τους πολυένοιαξε που η μελωδία αυτή δεν είναι αφιερωμένη στην Ιρλανδία;) και από κει και πέρα έχουμε τη διασκευάρα στο Finnegan’s Wake και ψήγματα εδώ κι εκεί. Δεν έχει την παραμικρή σημασία όμως, καθότι α) όλα τα κομμάτια - εκρήξεις ξεσηκωτικού punk/oi! και ύμνοι στο ήθος της εργατικής τάξης - γαμάνε, ειδικά τα απίθανα Barroom Hero, Never Alone και Fightstarter Karaoke, και β) εδώ (και δυστυχώς μόνο εδώ) τραγουδάει ο θεός Mike McColgan, άνετα ο καλύτερος τραγουδιστής που είχαν ποτέ, σφραγίζοντας κάθε σύνθεση με την ιδιαίτερη φωνή του και τις ψυχωμένες ερμηνείες του.
NUMBER THREE
..........
Οι Solstice είχαν θέσει ψηλά τον πήχη στον χώρο του επικού doom metal με τις δύο προηγούμενες δουλειές τους, Lamentations και Halcyon, με το New Dark Age όμως τον ξεπέρασαν με άνεση πιο εκνευριστική κι απ’ αυτήν ενός Ντουπλάντις. Ξεκάθαρο upgrade ο Ingram στα φωνητικά σε σχέση με τον Matravers, αυτά που γράφει και παίζει ο Walker (με τη σκωτσέζικη προσθήκη του Hamish Glencross) είναι πιο συγκλονιστικά από ποτέ, συνολικά το συγκρότημα βρίσκεται εμφανώς στο καλύτερο σημείο της πορείας του και κλασικά έρχεται άλλο ένα σκληρό καπρίτσιο της Ιστορίας να τους διαλύσει και να μην απολαύσουμε άλλο δίσκο απ’ αυτό το τέλειο line up. Τι να γίνει, θα αρκεστούμε στο αριστούργημα που λέγεται New Dark Age. Με τα θεόβαρια ριφ του, τις lead κιθαριστικές ζωγραφιές του, ισόποσα μελαγχολικές και πολεμικές, τις κρυστάλλινες ερμηνείες του Ιngram, με τη μοναδική εκφορά του (αν καταλάβαινα και τι σκατά λέει χωρίς να θέλω λεξικό, καλά θα 'τανε), το εξώφυλλο της χρονιάς και, φυσικά, τα 7 φανταστικά τραγούδια του (όχι ότι δεν λένε τα instrumentals): Από τους παιάνες The Sleeping Tyrant, Cimmerian Codex, Hammer of Damnation και Cromlech μέχρι την υπέροχη φολκ μπαλάντα Blackthorne και, ως ιδανική κατακλείδα, την υποβλητική, πνιγμένη στην απόγνωση doom ελεγεία New Dark Age Part 2. Χωρίς καμία αμφιβολία μέσα στους κορυφαίους doom δίσκους της δεκαετίας.
NUMBER TWO
..........
Δεν έμελλε τελικά να κερδίσουν οι Death πρωτιά σε λίστα μου… Εξιλεώνομαι έστω εν μέρει με τέσσερις συνεχόμενες δεύτερες θέσεις ή μπα; Και ποιος να μου απαντήσει δηλαδή. Όσο βράζω στο ζουμί μου, πάμε άλλη μία ακρόαση του The Sound of Perseverance, αυτού που κανονικά θα ήταν το πρώτο άλμπουμ των Control Denied μέχρι που ο Chuck πείστηκε να γράψει η μαρκίζα, για μία τελευταία φορά, αυτό το εμβληματικό όνομα που άλλαξε διά παντός τους όρους του παιχνιδιού στη μέταλ μουσική. One last album, one last dance. Άλλη μια υπερταλαντούχα ομάδα συγκεντρωμένη γύρω από τον μαέστρο και η νέα περιπέτεια στο επιλεγμένο οριστικά πλέον πεδίο του progressive metal ξεκινά. Scavenger of Human Sorrow. Έλα, μας δουλεύεις; Δεν είναι δίκαιο για τους υπόλοιπους. Spirit Crusher, Flesh and the Power it Holds, Voice of the Soul… Όπου και να στρίψεις σε περιμένει ένα θεϊκό ριφ, μια ουράνια μελωδία, ένα εξωπραγματικό σόλο. Δικέ μου, το έκανες πάλι το θαύμα σου. Οι Death περνάνε στην αθανασία με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Η παρακαταθήκη που αφήνεται δεν θα ξεθωριάσει ποτέ. Η απόλυτη επτάδα δίσκων θα είναι πάντα εκεί για να διδάσκει, να εκπλήσσει, να συναρπάζει, να συγκινεί. Ειλικρινές και ταπεινό ευχαριστώ. Και Αντίο.
NUMBER ONE
..........
Αυτή τη βδομάδα οδεύουμε ίσως προς δυσάρεστη - για μένα - έκπληξη, καθώς περίμενα ότι το Chemical Wedding θα βγει άνετα #1 αλλά προς το παρόν δεν μου βγαίνουν τα κουκιά… Μπορεί και να κάνω λάθος βέβαια, το ελπίζω κιόλας… Σε κάθε περίπτωση, εγώ το χρέος μου θα το κάνω. Το Chemical δεν είναι απλά ο κορυφαίος σόλο δίσκος του Bruce Dickinson, είναι συνολικά ο κορυφαίος δίσκος κλασικού heavy metal που έχει κυκλοφορήσει από το '90 και μετά, ένα αιώνιο, άφθαρτο μνημείο της αγαπημένης μου μουσικής, όπου ο μυστικισμός του William Blake που ενέπνευσε τον Μπρους συνδυάζεται με το σύγχρονο, υπέρβαρο ατσάλι του Ρόι και του Έιντριαν, ανάγοντας κάθε σύνθεση σε έναν σκοτεινό θρίαμβο. Πώς αλλιώς να περιγραφεί π.χ. το ομότιτλο κομμάτι, το οποίο ήταν που ήταν ένα ζοφερό έπος με υπερ-ρεφρενάρα, ήρθε και εκείνο το α-δι-α-νό-η-το κιθαριστικό σόλο και το εκτόξευσε στη στρατόσφαιρα - εμένα κι εσένα βέβαια μας γκρέμισε στην κόλαση, αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία… Και τα highlights δεν σταματάνε, τι να πει κανείς για το θεϊκό The Tower με τη ριφάρα του; Ή για το Killing Floor με το ισοπεδωτικό του γκρουβ; (btw από τα πιο διασκεδαστικά βίντεο στην ιστορία του μέταλ) Ή για το αινιγματικό, Jethro Tull-ικό Jerusalem; Σταματάω γιατί θα τα πω όλα! Ένα μόνο μένει να προσθέσω, ως άλλος Κωνσταντάρας που αγωνιά για τη μεγάλη ανατροπή: Το νου σας, ρεμάλια.