1987
Άλλο ένα ποστ υπερβολής λοιπόν (ενκουκού βγάλε το χρονόμετρο), καθότι η εν λόγω χρονιά αποδείχθηκε τόσο επική που έπρεπε να μπουν περισσότεροι δίσκοι απ’ ό,τι κάθε προηγούμενη φορά. Το εγχείρημα δεν ήταν εύκολο αλλά χάρη στη φαεινή ιδέα της κατηγοριοποίησης των επιλογών, έστω και κάπως άγαρμπης σε σημεία, βρέθηκε πρώτα ο μπούσουλας και μετά τα υπόλοιπα πήραν τον δρόμο τους. Τρεις δεκάδες λοιπόν (!), με θρας επιλογές, ατσαλένιες (βλ. heavy/epic/power) επιλογές αλλά και πιο “αλλόκοτες”/out-of-the-box επιλογές (εντάξει, μη φανταστείτε τίποτα τρελά), ξεχωριστές από το Top 5, συν μία δέσμευση: Το παρόν ποστ είναι ένα ακόμα στο παιχνίδι αυτή τη βδομάδα όπου αναφέρονται οι τρεις λέξεις που συνθέτουν τον τίτλο του δίσκου ο οποίος εκτός συγκλονιστικού απροόπτου θα είναι το #1 της χρονιάς αύριο - των GnR δηλαδή. Φύγαμε:
TEN OF THRASH
.............
Σ’ αυτή την εξωφρενικά γόνιμη χρονιά για το thrash metal, όπου αποδείχθηκε τρομερή σπαζοκεφαλιά να ξεδιαλέξω μια δεκάδα δίσκων, περίοπτη θέση έχουν οι Γερμανοί, καθότι το 1987 είναι kind of a golden year για την “τευτονική” σκηνή, με τις τρεις πιο γνωστές μπάντες της να κυκλοφορούν η καθεμιά έναν από τους καλύτερους δίσκους της καριέρας της. Κοινός παρονομαστής για όλους, η αξιοσημείωτη πρόοδος που καταφέρνουν στους τομείς της σύνθεσης και της εκτέλεσης. Αυτό μεταφράζεται στο ότι οι μεν Sodom και Kreator περιορίζουν σχεδόν μέχρι εξαφάνισης αυτό που κυριαρχούσε στους πρώτους δίσκους τους και μπορεί να χαρακτηριστεί από χυμαδιό μέχρι κουλαμάρα, ανάλογα με το πόσο κριτική ή επιεική διάθεση έχει κανείς, οι δε Destruction, που έτσι κι αλλιώς δεν ακούγονταν ποτέ έτοιμοι να εκτροχιαστούν ανά πάσα στιγμή, ξεφεύγουν πλέον σε σχεδόν techno-thrash επίπεδα. Ξεχωρίζουν κατ’ εμέ, έστω και οριακά, οι Sodom, με δύο κλασικές κυκλοφορίες μέσα στη χρονιά, το full-length Persecution Mania και το Expurse of Sodomy EP, τα οποία βολικότατα έχουν συμπτυχθεί σε ενιαίο άλμπουμ σε μεταγενέστερες επανακυκλοφορίες οπότε τα ακούμε πλέον μαζί και όλα μια χαρά. Σε ένα στοιχείο που θα αποδειχθεί κάτι σαν μοτίβο, ο Tom Angelripper και η παρέα του κάνουν λίγο κράτει στη σατανίλα και αντ’ αυτής εστιάζουν σε ένα feeling “παγωμένης επιθετικότητας”, αν μπορώ να το θέσω έτσι, διατηρώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο και το κλείσιμο του ματιού στις εκλεκτικές τους συγγένειες με το black metal. Από κει και πέρα ο δίσκος είναι γεμάτος highlights, αλλά και μόνο η σαρδόνια εκτέλεση του γερμανικού εθνικού ύμνου προς το τέλος του Bombenhagel αρκεί για να αναγάγει το όλο πόνημα σε έργο τέχνης. Περνώντας στους Kreator, οι ταχύτητες στο Terrible Certainty έχουν μειωθεί αισθητά σε σχέση με το πολύ πιο δημοφιλές Pleasure to Kill, κάτι που μάλλον εξηγεί και τη διαφορά στον “συσχετισμό υστεροφημίας” των δύο άλμπουμ. Εγώ βέβαια, επειδή είμαι και λίγο προβοκάτορας, διερωτώμαι, τι έχει μεγαλύτερη αξία; Να πηγαίνεις με 200 χιλιόμετρα την ώρα αλλά μην μπορείς να σταυρώσεις στροφή (η κουλαμάρα που λέγαμε), ή να πηγαίνεις “μόνο” με 140 χιλιόμετρα την ώρα αλλά να μη χάνεις ούτε μέτρο; Θα μου επιτρέψετε λοιπόν να προτιμώ την τεχνικά άψογη επίθεση του TC από το χάος του PtK. Το ομολόγησα και αμαρτίαν ουκ έχω. Τώρα για το Released from Agony των Destruction τα πολλά λόγια είναι φτώχεια. Άργησα κάποια χρόνια να το κάνω “δικό μου” σαν άλμπουμ επειδή είχα μείνει στα πιο “προφανή” Eternal Devastation και Infernal Overkill, όταν όμως αυτό έγινε έπαθα σοκ με το πόσο άψογο είναι εκτελεστικά και πόσο περίτεχνες είναι οι ενορχηστρώσεις του. Δεν ξέρω αν είναι το καλύτερο Destruction όπως ειπώθηκε, αλλά σίγουρα είναι ένα απίστευτα πλήρες thrash metal album, τόσο όσο λίγα είναι σε όλη την Ιστορία του ιδιώματος.
Μένοντας σε ευρωπαϊκά εδάφη, μεταφέρομαι νοτιότερα, στην Ελβετία, για το R.I.P. ντεμπούτο των Coroner που είναι χωρίς αμφιβολία ο λιγότερο καλός από όλους τους δίσκους τους, και πάλι όμως κάνει πλάκα στη μεγάλη πλειοψηφία του θρας που έχει κυκλοφορήσει ανά τις δεκαετίες, τεχνικού και μη. Οι μύστες εκείνης της εποχής αναμφίβολα θα είχαν φάει ήττα ακούγοντάς το και θα αναρωτιούνταν, αν μια μπάντα με το “καλημέρα” κάνει τέτοια πράγματα σε τεχνικό/εκτελεστικό και συνθετικό επίπεδο, όταν “ψηθεί” λίγο παραπάνω τι είναι ικανή να κάνει τέλος πάντων; Χεχε… Περιμένετε λίγο ακόμα και θα δείτε τι μπορεί να κάνει, ανυποψίαστα κωλοψαράκια μου… Για την ώρα όμως φεύγουμε από την Ευρώπη και πάμε στη γενέτειρα του είδους, στις ΗΠΑ, και δη στην άτυπη πρωτεύουσα του θρας, το Bay Area, όπου για μένα μέσα στο 1987 ξεχώρισε το απίστευτο ντεμπούτο των Death Angel, The Ultra-Violence. Οι φοβεροί αυτοί φιλιππινέζικης καταγωγής πιτσιρικάδες είχαν καταφέρει από πολύ νωρίς να διαμορφώσουν μια καταδική τους ταυτότητα, με πλέρια μουσικότητα η οποία σε αντίστιξη με τις θρας εκρήξεις τους είχε ως αποτέλεσμα ένα από τα ωραιότερα θρας που ακούσαμε ποτέ. Και μόνο για την απόκοσμη κραυγή του Osegueda στο Final Death, αξίζει να ακούσει αυτόν τον δίσκο όποιος δεν το έχει κάνει ακόμα… Μένοντας στη Βόρεια Αμερική, κάνουμε τώρα μια βόλτα προς τον Great White North, καθώς ο Καναδάς εκτός από το πασίγνωστο θηρίο από το μέλλον που κυκλοφόρησε το 1987 (more on that further down below) έχει να επιδείξει την ίδια χρονιά κάμποσες ακόμα δισκάρες μπροστά από την εποχή τους, εκ των οποίων θα αναφερθώ ενδεικτικά σε δύο: Για το None Shall Defy των Infernäl Mäjesty, μια που ο @Chaos τα είπε όλα, απλά θα αράξω να απολαύσω τη δικαίωσή μου για το άγριο αυτό και ερεβώδες thrash/proto-death και παράλληλα να διασκεδάσω πάλι με το τραγελαφικό τους image, που είναι σαν να είπες σε κάνα απ’ αυτά τα AI πώς τα λένε “φτιάξε μου εικόνα ένα συγκρότημα που θα μοιάζει ταυτόχρονα με τους Slayer και τους Motley Crue”. Και μη χειρότερα… Η δεύτερη καναδέζικη πρότασή μου είναι ακόμα πιο obscure, πρόκειται για το Dead Embryonic Cells, πρώτο δίσκο των DBC. Οι μυστηριώδεις αυτοί Κεμπεκουά δεν πρέπει να έφτασαν ποτέ σε πολλά αυτιά, άγνωστο γιατί και άδικο, καθώς ο συνδυασμός σκοτεινής ατμόσφαιρας και αψεγάδιαστης τεχνικούρας που αποτελεί το στίγμα τους ακούγεται σαν να προέκυψε ως δημιούργημα πολύυυυ πιο πρόσφατα από το 1987. Χμ, τώρα που το σκέφτομαι δεν είναι και τόσο περίεργο αυτό που προανέφερα. Μάλλον απλά δεν τους κατάλαβε κανείς…
Όσο πλησιάζουμε τον μαγικό αριθμό 10 τόσο σκουραίνουν τα πράγματα. Με βαριά καρδιά μένουν εκτός οι δισκάρες των Holy Terror, Sacred Reich και Mortal Sin και τους τρώνε λάχανο οι Nasty Savage, για το Indulgence των οποίων και πάλι δεν έχω πολλά να προσθέσω στα γραφόμενα του Chaos, μόνο ίσως να σχολιάσω ΠΟΣΟ ΓΑΜΑΤΟ είναι που έχουν κομμάτι με τίτλο “?”. Κάπου εδώ το tour schedule τρελαίνεται και πρέπει να γυρίσουμε στη Γηραιά Ήπειρο, όπου διεκδικούν μια θέση ώστε να εκπροσωπηθεί και το πιο μελωδικής κατεύθυνσης θρας οι Δανοί Artillery και οι Βαυαροί Paradox. Οι πρώτοι όμως θέλουν λίγο ακόμα για να τελειοποιήσουν το πολύ ιδιαίτερο θρας στυλ τους, οπότε προσώρας προκρίνονται οι δεύτεροι με το θεσπέσιο Product of Imagination, αφομοιώνοντας με απόλυτα δημιουργικό τρόπο τα διδάγματα των Metallica ώστε να δημιουργήσουν έναν δίσκο επιθετικό/δυναμικό όσο χρειάζεται και παράλληλα με αλύγιστη προσήλωση στο σκέλος της τραγουδοποιίας. Ούτε αυτοί είχαν φτιάξει ακόμα το magnum opus τους, αλλά ήδη τα έκαναν όλα σωστά οπότε καλώς τους. Άλλο ένα μου έμεινε βλέπω. Χμμμ. Θα ήταν kind of a dick move να μη βάλω ούτε ένα μεγάλο όνομα, ε; Ας πάμε λοιπόν στους υποψήφιους. Έχουμε τους Anthrax οι οποίοι στο κλασικό Among the Living προφανέστατα έριξαν πολύ ξύλο σε όλη τη σκηνή, αλλά εξακολουθώ να έχω τα θεματάκια μου με τον Μπελαντόνα, έχουμε και τη mission impossible των Exodus να βγάλουν κάτι ισάξιο του Bonded by Blood, στην οποία φυσικά απέτυχαν, αλλά με Pleasures of the Flesh, οπότε τουλάχιστον απέτυχαν ηρωικά… Διά της εις άτοπον, λοιπόν, καλώς ήρθατε στη δεκάδα μου Testament. Οι Σανφρανσισκάνοι που τους είχε πάρει στο ψιλό όλη η πλάση για τις (επιφανειακές) ομοιότητες με Metallica, στην πραγματικότητα είχαν τη δική τους ταυτότητα και το δείχνουν στο Legacy, για όποιον ήθελε να δώσει βάση, αφού εκτός από το Βουβάλι Που Στέκεται Πάνω Σε Σκηνή Ημίφωτος Και Φτύνει Απειλητικούς Στίχους (τον Τσακ τον Μπίλι ντε) είχαν και το μαγικό στοιχείο που έκανε τη διαφορά: Το πάντρεμα των χωσιματικών ριφ του Έρικ Πίτερσον με το next level lead guitar παίξιμο του Άλεξ Σκόλνικ. Ο κύβος ερρίφθη!
TEN OF STEEL
.............
Πλουσιότατη χρονιά και για το heavy/power, κι ας απουσιάζει η κυκλοφορία - κράχτης του διαμετρήματος των Maiden π.χ. Βέβαια το ‘87 είχε και Motorhead, αλλά εγώ θα προτιμήσω να ασχοληθώ με μια δεκάδα σχετικά (ή και απόλυτα) πιο underground δουλειών: Αρχίζουμε από το Raising Fear των Armored Saint, το οποίο απ’ ό,τι είδα θεωρείται πλέον υποδεέστερο των δίσκων που προηγήθηκαν (αλλά και αυτού που το διαδέχτηκε), εγώ όμως δεν συμμερίζομαι αυτή την άποψη και το απολαμβάνω εξίσου με τα άλλα classics των Αγίων, για να μην πω και ακόμα περισσότερο, ειδικά από τη στιγμή που εδώ έχει ένα από τα αγαπημένα μου έβερ κομμάτια τους, το καταιγιστικό Chemical Euphoria! Ακάθεκτος συνεχίζει και ο Chastain με το The 7th of Never, με την Leather στα ώπα της και συνολικά τον δίσκο να διεκδικεί τον τίτλο του καλύτερού τους έβερ - όχι εύκολο ερώτημα πάντως. Ανεπίσημη κυκλοφορία για τη συνέχεια, το Chain of Command των λατρεμένων Jag Panzer, 17 ολόκληρα χρόνια (αν δεν κάνω λάθος) πριν δει για τα καλά το φως. Εδώ συμβαίνει το φαινομενικά ακατόρθωτο, να βγαίνει Panzer χωρίς τον Τύραννο και να μην παραπονιέμαι! Γιατί; Γιατί εδώ αναλαμβάνει το μικρόφωνο ο μικρός θεούλης Bod Parduba, με μια μοναδική φωνή, πολύ διαφορετική φυσικά από του Conclin αλλά με μια απίστευτη διαύγεια, που δίνει ένα ξεχωριστό χρώμα στις συνθέσεις, μια καλοδεχούμενη μικρή αλλαγή πριν ξαναμπεί το τρένο στις κανονικές του ράγες (χρόνια αργότερα βέβαια ως γνωστόν). Και ό,τι και να πω για το Shadow Thief θα είναι λίγο…
Οι τεμενάδες συνεχίζονται με ένα ντεμπούτο και ένα “ντεμπούτο”. Πρώτο χτύπημα και συντριπτικό από τους Sanctuary με το Refuge Denied, για το οποίο ήδη ειπώθηκαν πολλά σωστά. Εντάξει και για τον Warrel και για άλλους συνοδοιπόρους του θα έχουμε γενικά να λέμε πολλά για “χρόνια” (βλ. βδομάδες), προς το παρόν θα πω ότι η επιλογή διασκευής στο White Rabbit είναι από τις πιο λαμπρές ιδέες που έχω βρει στο 80s metal. Respect! Περαιτέρω, ντεμπούτο δεν ήταν φυσικά στα χαρτιά αλλά ας παραδεχτούμε ότι το πραγματικό ξεκίνημα των Running Wild είναι το Under Jolly Roger. Το μακροβιότερο gimmick στην ιστορία του μέταλ και μπράβο στον Ρολφ που έχει καταφέρει να το συντηρεί μέχρι σήμερα, αλλά φυσικά τα χρυσά χρόνια ήταν τότε στα late 80s, άντε και λίγο στα early 90s. Θα τους ξανανταμώσουμε κάμποσες φορές στο μέλλον… Όπως βέβαια θα ασχοληθούμε ξανά και ξανά και με τους μεγάλους Satan, οι οποίοι “φέτος” μετονομάζονται έτσι από Blind Fury, στο οποίο βέβαια είχαν μετονομαστεί πάλι από Satan, ενώ και στη συνέχεια μετονομάστηκαν σε Pariah πριν επιστρέψουν (θέλω να πιστεύω οριστικά) στο Satan. Γιατί τέτοια μπερδέματα ρε μάγκες; Τέλος πάντων, σ’ αυτή τη χαοτικά ασαφή πορεία μόνη σταθερά ήταν το υψηλό επίπεδο κάθε δουλειάς που έφερε τη σφραγίδα των Ramsey/Tippins και το αυτό ισχύει για το Suspended Sentence, το οποίο επιπλέον φέρει τη σφραγίδα της φανταστικής και πολύ ιδιαίτερης φωνής του Michael Jackson (not making this up). Heavy metal moonwalk! Η ενότητα για τα ας-πούμε-established ονόματα κλείνει με δύο αναφορές. Η μία στους Manilla Road και το φοβερό και τρομερό τους Mystification, ένα συλλεκτικό εγχείρημα …epic thrash metal, που με πιάνει νευρικό γέλιο όταν σκέφτομαι τι αντιδράσεις θα είχε προκαλέσει στην ελληνική μέταλ σκηνή των 80ς, που ως γνωστόν ταραζόταν κάθε τρεις και λίγο από ξυλίκια μεταξύ θρασάδων και επικάδων… Προδοσία; Υπονόμευση εκ των έσω; Appropriation; (α όχι αυτό δεν ήταν της μόδας τότε) Και η άλλη αναφορά είναι στο σταλινικό έπος Герой асфальта (Hero of the Asphalt) των Ария / Σοβιετικό Τμήμα της Μεταλλικής Διεθνούς, οι οποίοι βρίσκονται ένα βήμα πριν τη δημιουργία του magnum opus τους - και φαίνεται…
Η ατσαλένια 1987 δεκάδα πρέπει και μπορεί να κλείσει σε γνήσιο heavy/epic/power στυλ, δηλαδή με δύο δουλειές βγαλμένες από τα βάθη του underground. Πρώτα είναι το City ad Mortis EP των Ολλανδών Defender, που δεν το έχουν ακούσει πολλοί, βασικά ένα κλάσμα όσων αφορά το ξέρουν, αλλά δεν έχω συναντήσει ποτέ μα ποτέ κάποιον που να το έχει ακούσει και να έχει πει “ε, ντάξει μωρέ, κλάιν μάιν…”. Κυριολεκτικά και ο τελευταίος που το έχει ακούσει έχει να λέει για το πόσο απίστευτα είναι και τα πέντε κομμάτια που περιέχονται εδώ (στην επανακυκλοφορία έχει κι άλλα και γαμάνε κι αυτά, βουρ!), κοπανώντας αλύπητα σε ένα ας το πούμε epic speed metal ύφος. Προσκυνώ! Και ολοκληρώνεται το κεφάλαιο αυτό με φόρο τιμής σε μία από τις πιο θρυλικές κυκλοφορίες στην ιστορία του ελληνικού μέταλ (βασικά παίζει και να είναι Η πιο θρυλική - μόνο το ντεμπούτο των Spitfire την κοντράρει ίσως, άντε και κάποιοι δίσκοι των Rotting Christ λίγα χρόνια μετά), το πρώτο ντέμο των Sarissa. Τα καρντάσια εδώ με το καλημέρα έπιασαν τόσο δυσθεώρητα ύψη σε epic power κατευθύνσεις, που ό,τι κι αν έβγαλαν τις επόμενες δεκαετίες, όσο ποιοτικό κι αν ήταν, αναπόφευκτα συγκρινόταν μ’ αυτό εδώ το ντέμο και η φάση ήταν “εντάξει, καλά τα πήγαν, αλλά…”. Εννοείται ότι όποιος λέει ότι ακούει true metal αλλά ΔΕΝ το έχει ακούσει, οφείλει (στον εαυτό του, όχι σε κάποιον άλλον) να διορθώσει αυτή την παράλειψη ΧΘΕΣ.
TEN OF DARK
.............
Και άλλη μια ενότητα πριν το Top 5, όπου ουσιαστικά χώρεσα τις υπόλοιπες κυκλοφορίες της χρονιάς στις οποίες μέσα στον κλασικό ψυχαναγκασμό μου θα έσκαγα αν δεν έριχνα ένα shout out, οπότε λόγω της πολύ μικρής συνάφειας μεταξύ τους έπρεπε να βρω έναν κατά το δυνατόν γενικό ενοποιητικό παράγοντα / ομπρέλα. Για να ξεμπερδεύουμε λοιπόν ας πούμε απλά ότι όλα τα παρακάτω είναι υπερβολικά σκοτεινά / αλλόκοτα / ακραία (some of the above or all of the above, depending on each individual case) ώστε να κατηγοριοποιηθούν σε κάποια από τις παραπάνω ενότητες, και ας προχωρήσουμε στο παρασύνθημα.
Η αρχή γίνεται με δύο κλασικούς doom δίσκους, οι οποίοι πλαισιώνουν περήφανα το άλμπουμ που εκπροσωπεί το είδος στο Top 5 της χρονιάς. Πρόκειται καταρχάς για το Run to the Light των Trouble, οι οποίοι βέβαια ήταν τόσο μπροστά ώστε την ίδια εποχή που ο κόσμος άρχιζε να συνειδητοποιεί τι εστί doom metal, και άρχιζαν να πληθαίνουν στο underground τα συγκροτήματα που δοκίμαζαν την τύχη τους μ’ αυτόν τον ηχητικό μονόλιθο, οι ίδιοι είχαν αποφασίσει ότι λίγο πολύ είχαν κλείσει ως αμιγώς doom μπάντα (!) και πήγαιναν για άλλα… Εντάξει, ας μην υπερβάλλω, ακόμα doom metal παίζουν στο RttL, αλλά ήδη πέφτουν στο τραπέζι τα πρώτα υπονοούμενα για το σε τι θα εξελισσόταν ηχητικά αυτό το τιτάνιο συγκρότημα. Εξίσου πελώρια δισκάρα μέσα στην ίδια χρονιά έβγαλαν και άλλοι κολοσσοί του είδους, οι Pentagram, με το Day of Reckoning, κατά πάσα πιθανότητα το κορυφαίο άλμπουμ της καριέρας τους, στο οποίο ο Μπόμπι μέσα στη θολούρα του αφηγείται τους πιο ζοφερούς εφιάλτες της ζωής του και ο Βίκτορ κάνει την κιθάρα του να κλαίει πιο ελεγειακά από ποτέ. Ειδική αναφορά οφείλω εδώ να κάνω στον αιώνιο ύμνο When the Screams Come, ένα από τα πρώτα doom κομμάτια που άκουσα στη ζωή μου, σε εκείνη τη συλλογή της Peaceville που είχε δώσει μια φορά κι έναν καιρό το Metal Hammer! Now Satan makes your rules baby… Η doom-and-gloom ενότητα κλείνει με ένα από τα πιο ιδιαίτερα άλμπουμ της χρονιάς, το Journey into Mystery των Dream Death. Doom/death (…περίπου, εντάξει) εν έτει 1987; Είμαστε σοβαροί; Κι όμως!
Από δω και πέρα το πράγμα χοντραίνει. Οι Amebix στο Monolith εξακολουθούν να δημιουργούν post-apocalyptic ατμόσφαιρες και ηχοτοπία με τρόπο τόσο επιτυχημένα πειστικό που δεν με ενδιαφέρει καν να αρχίσω flame για το τι μουσική έπαιζαν σε τελική ανάλυση (κι ας κυκλοφόρησε από τη Heavy Metal Records το άλμπουμ…). Οι Celtic Frost συνεχίζουν να γράφουν Ιστορία και να γεννούν μουσικά είδη που θα άνθιζαν στο μέλλον, σειρά αυτή τη χρονιά με το Into the Pandemonium έχει το ατμοσφαιρικό μέταλ, αν και βέβαια στην πραγματικότητα η μοναδική ταμπέλα που περιγράφει ικανοποιητικά τους Ελβετούς είναι το avant-garde metal. Μόνο το Tristesses de la Lune να είχε θα άφηνε εποχή… Και για να μην ξεχνιόμαστε, το εξώφυλλο της χρονιάς. Μιλώντας για γενέσεις μουσικών ειδών, μπορεί οι Frost και οι Possessed να προετοίμασαν το έδαφος (και το έκαναν εξαιρετικά) αλλά η στιγμή που δεν υπάρχει πια αμφιβολία ότι είναι μαζί μας ως επίσημο αυτόνομο νέο ιδίωμα το death metal δεν είναι άλλη από το ντεμπούτο των Death, Scream Bloody Gore. Μόλις άρχιζε η μεγαλύτερη εποποιία στον χώρο του ακραίου ήχου… Ή τέλος πάντων η μία από τις δύο μεγαλύτερες, γιατί συμπτωματικά ( ; ) την ίδια χρονιά ξεκίναγε επίσημα και η πορεία άλλου ενός Ιερού Τέρατος της ακρότητας, των Napalm Death. ΟΚ εδώ πρέπει να πω ότι στην υπόθεση grindcore εγώ θεωρώ αδικημένους από την Ιστορία τους Repulsion, οι οποίοι έπαιξαν πρώτοι τέτοιες μουσικές το '86 αλλά δεν κυκλοφόρησαν επίσημο δίσκο μέχρι το '89, κι έτσι τους πρόλαβαν ως pioneers στις συνειδήσεις των πολλών οι ND. Μικρό το κακό βέβαια και σε κάθε περίπτωση το Scum δίκαια θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους δίσκους στα χρονικά της ακραίας μουσικής, που μάλιστα γνώρισε απρόσμενη απήχηση, κάτι που ίσως εξηγείται από το ότι για πολλούς οι Napalm Death ήταν κατά βάση πανκ μπάντα η οποία είχε τρελαθεί τελείως… Anyway, ο θρυλικός radio DJ John Peel τους βοήθησε πολύ στα πρώτα τους βήματα, με τον Shane Embury να αφηγείται γελώντας ότι εκείνη την εποχή άκουγες στο βρετανικό ραδιόφωνο περισσότερο Napalm Death παρά …Guns ‘n’ Roses, με αποτέλεσμα οι οπαδοί των τελευταίων έξαλλοι να φωνάζουν “πώς γίνεται αυτή η μαλακία να παίζει περισσότερο από το Appetite for Destruction!” (told you
).
Κλείνω αυτό το κεφάλαιο - συνονθύλευμα με την πιο ανίερη, την πιο απόκοσμη πλευρά του 1987. Καταρχάς με τους Bathory, που στο Under the Sign of the Black Mark ολοκληρώνουν με ιδανικό τρόπο την τριλογία των “σατανικών” τους δίσκων και είναι έτοιμη πια να ξεκινήσει η αγαπημένη μου περίοδός τους… Και κατά δεύτερον με τους τρομοκράτες από τη Βραζιλία: Τους θρυλικούς Sarcófago, οι οποίοι με το I.N.R.I έβαλαν άλλο ένα (και πολύ κρίσιμο) λιθαράκι στη διαμόρφωση του black metal όπως το ξέρουμε, καθώς επίσης τους Sepultura, οι οποίοι λίγο πριν στραφούν σε πιο εύληπτες θρας κατευθύνσεις κυκλοφορούν τη χρονιά αυτή το τελευταίο ανοσιούργημα της πρώιμης βρώμικης / σάπιας περιόδου τους, το Schizophrenia, deathrash πρέπει να το λέγανε αυτό τότε, δεν έχει και πολλή σημασία, ετούτος ο δίσκος είναι η κόλαση η ίδια…
Finally, the Top 5
NUMBER FIVE
.............

– Πάλι εσείς ρε; Άντε δρόμο από δω πέρα. Παίξατε και χάσατε. Την είχατε την ευκαιρία σας.
– Όχι όχι άλλη μια ευκαιρία δώσε μας, θα είναι διαφορετικά αυτή τη φορά.
– Άσε μας κουκλίτσα μου τώρα, έχεις δει ρε τι γίνεται το 1987; Νομίζεις ότι έχω χρόνο να ασχολούμαι με Fight for the Rock και μαλακίες;
– Ρε δεν έχουμε σχέση με τέτοια πράγματα πια σου λέω, αλήθεια! Μας περιέλαβε ένας καλός σαμαρείτης και μας θύμισε ποιοι ήμασταν, πώς ξεκινήσαμε.
– Ε, και;
– Ε, και άκου πώς μπαίνουμε εδώ με το 24 Hours Ago.
– Ώπα! Κάτι υπάρχει εδώ! Έχετε κι άλλα τέτοια;
– Κρίνε μόνος σου, με Beyond the Doors of the Dark και Legions.
– Holy fuck! Πουυυυλάκια μουυυυυ… Εσείς έχετε αναγεννηθεί από τις στάχτες σας! Εντάξει, θα σας κάνω μια τιμητική αναφορά για το 1987. Μπράβο, άξιοι!
– Τι να την κάνουμε την τιμητική αναφορά ρε! Πεντάδα θέλουμε.
– Χαχαχαχα, εντάξει ρε μάγκα, κι εγώ ήθελα να είχα γεννηθεί τη δεκαετία του ‘50 για να είχα προλάβει να δω Zeppelin, Sabbath και Priest στα ντουζένια τους. Σ’ αυτή τη ζωή όμως δεν παίρνουμε πάντα ό,τι θέλουμε. Με πιάνεις;
– Θα μ’ αφήσεις να σου παίξω το ομώνυμο να πειστείς;
– Άντε, παίχτο μου…
– Πάρε λοιπόν τους Oliva bros στα καλύτερά τους.
–
Τι κάνετε εκεί ρε αλήτες; Τι ΕΠΟΣ είναι αυτό;
– Ε άμα σου λέω… Πάμε και τα υπόλοιπα τώρα που γυρίζει;
– Ούτε που χρειάζεται! Πεντάδα όπως είστε!
– Καλύτερα, γιατί άμα άκουγες την αντιγραφή Σάμπαθ στο τέλος…
– Τι είπες;
– Τίποτα! Ευχαριστούμε για την ψήφο! Τα λέμε σε δύο χρόνια!
– Τι θα γίνει σε δύο χρόνια;
– Θα σε γλεντήσουμε ακόμα περισσότερο, αυτό θα γίνει.
NUMBER FOUR
.............

– Έλα, παίξε μου άλλη μια φορά αυτά τα ακόρντα στο Killing Technology.
– Πάλι; Όλη μέρα στα παίζω. Θα αποφασίσεις καμιά φορά αν σ’ αρέσει ή όχι;
– Δεν με κατάλαβες. Προφανώς και έχω αποφασίσει ότι κωλογουστάρω. Άλλο πράγμα θέλω να δω.
– Τι;
– Δεν ξέρω ακόμα. Αλλά δεν μου το βγάζεις απ’ το μυαλό ότι κάποιο συμπαντικό μυστικό κρύβεται πίσω απ’ αυτές τις δυσαρμονίες.
– Συνδέθηκες για τα καλά βλέπω.
– Δεν φταίω εγώ ρε που έχω λαλήσει, εσείς φταίτε. Εκεί που είχα τακτοποιημένο στο κεφάλι μου το αφήγημα περί προοδευτικού τε και αβανγκάρντ μέταλ, έρχετε εσείς και μου το ανατρέπετε.
– Στο ανατρέπουμε;
– Άνω κάτω μου το κάνατε ρε. Ουσιαστικά πρέπει να ξαναγραφτεί η Ιστορία της πρωτοπορίας στο 80ς μέταλ. Έτσι γίνεται όταν βγαίνουν εικονοκλαστικοί δίσκοι, ξέρεις.
– Ε ας ξαναγραφτεί. Δεν θα ξορκίσουμε εμείς δηλαδή τους δαίμονές μας επειδή η μέταλ σκηνή μέχρι να στροφάρει το δεξί αυτί της έχει βρωμίσει το αριστερό; Ή μήπως δεν είχαμε προειδοποιήσει τα προηγούμενα χρόνια τι ερχόταν;
– Βρε εννοείται ότι είχατε προειδοποιήσει, αλλά εδώ, πώς να στο πω, έχουμε ποιοτικό άλμα, και όχι μόνο τέτοιο δηλαδή, και άλμα προς το μέλλον συνολικά, θέλει λίγο το φτωχό το μυαλό να το επεξεργαστεί.
– Άλμα προς το μέλλον; Άλμα προς το αύριο σαν να λέμε;
– Ναι! Η λέξη - κλειδί. Tomorrow is the Fear / The Fear will come / From the sky / From behind! / Tomorrow disappears…
– Φοβάσαι, λοιπόν…
– Ναι… Αλλά ταυτόχρονα, δεν μπορώ να το περιγράψω… Σαν να θέλω και να έρθει! Φάση, υποψιάζομαι ότι αν κάνω άλλο ένα βήμα θα πέσω σε άβυσσο, αλλά κάτι με σπρώχνει να το κάνω αυτό το βήμα όπως και να ‘χει.
– Θα το κάνεις. Μαζί θα το κάνουμε. Θα ξανάρθω του χρόνου, θα σε πάρω απ’ το χέρι και θα προχωρήσουμε πέρα από το χείλος του γκρεμού. Μη φοβάσαι, δεν έχεις κάτι να χάσεις. Μόνο να κερδίσεις.
– Θα σε εμπιστευτώ. Δεν ξέρω γιατί. Μέσα σε όλη αυτή την αβεβαιότητα ενυπάρχει και ένα αίσθημα αδυμονίας. Κάτι συναρπαστικό με περιμένει. Where do we go? We don’t know…
NUMBER THREE
.............

– Δηλαδή, για να καταλάβω, αυτοί υπάρχουν από το 1974;
– Κάτι τέτοιο.
– Και τιστομπούτσο περίμεναν τόσα χρόνια;
– Apparently δεν ήθελαν να βγάλουν δίσκο αμέσως, πριν σιγουρευτούν ότι το ‘χουν, ότι έχουν “ψηθεί” αρκετά. Μην ξεχνάς ότι η ιταλική σκηνή εδώ και χρόνια είναι πολύ πίσω από άλλες χώρες.
– Ναι αλλά πόσο καλύτερος μπορείς να γίνεις χωρίς να έχεις βγάλει δίσκο επί 13 χρόνια;
– Τι να σου πω, άκου τον κιθαρίστα τους, τον Fulberto Serena. Παίζει απίστευτα πράγματα. Όχι υπερτεχνικά έτσι; Από άποψη συναισθήματος. Από τους καλύτερους κιθαρίστες που δεν έχεις ακούσει ποτέ.
– Αρχίσαμε τις δηλώσεις; Όπως το άλλο που μου έλεγες; Ότι οι Dark Quarterer βρίσκονται στην κορυφή του επικού μέταλ ήχου; Είναι δυνατόν;
– Ε ντάξει όχι ακριβώς.
– Πάλι καλά.
– Τρίτη πιο αγαπημένη μου μπάντα είναι στον επικό ήχο, μετά τις δύο γνωστές και προφανείς.
– Αλήθεια τώρα;
– Θα ακούσεις καμιά φορά Red Hot Gloves και Colossus of Argil, να πειστείς ότι δεν μιλάω τυχαία;
– Άντε για βάλτα να δούμε.
– Περιμένω…
– Εεεεεεεε φίλε…
– Δεν μιλάς τώρα ε;
– Τι να μιλήσω, αυτοί επαναπροσδιορίζουν τι θα πει επικό μέταλ ρε.
– Told you. Και ξέρεις, επειδή στη βράση κολλάει στο σίδερο, για το επόμενο δεν θα περιμένουμε 13 χρόνια.
– Το ετοιμάζουν ήδη;
– Θα το έχουν έτοιμο του χρόνου λέει!
– Σταύρωσε δάχτυλα, να χαρακτηρίζεται από την ίδια ανείπωτη ένταση όπως το ντεμπούτο. Να έχει τις ίδιες θεϊκές μελωδίες. Και το ίδιο απίστευτο παίξιμο στην κιθάρα και στα υπόλοιπα.
– Έχουν πάρει φόρα τώρα, δεν τους φοβάμαι. Και απ’ ό,τι μου είπαν θα είναι κάτι με Ετρούσκους. Πλύνε κωλαράκι από τώρα…
NUMBER TWO
.............

– Where is the Voice of Doom!
– It’s here! Right here! There he is!
– Αμάν αμάν αμάν από πού ξεφύτρωσε αυτός ρε;
– Δεν έχω ιδέα από ποιο σουηδικό κωλοχώρι ρε. Είναι από τις κλασικές περιπτώσεις ευθυγράμμισης των πλανητών. Ακριβώς την περίοδο που ξεπήδησαν οι Candlemass ωρίμαζε και αυτουνού η φωνή. Και ήταν και ο μεγαλύτερος οπαδός του Epicus Doomicus Metallicus!
– Βασικά ξέρεις τι πιστεύω ότι πρέπει να σκέφτηκε; “Καλοί είναι αυτοί οι Candlemass, αλλά θέλουν λίγο βιμπράτο στη φωνή…”.
– Του 'δωσε και κατάλαβε, όντως… Αλλά έχει ταιριάξει γάντι ρε!
– Προφανώς. Γενικά έχει παίξει upgrade στο Nightfall. Καλύτερος τραγουδιστής (όσο καλός κι αν ήταν ο Γιόχαν), καλύτερος κιθαρίστας…
– Στα τραγούδια;
– Upgrade δεν ξέρω αλλά κοιτάνε στα μάτια αυτά που είχε το Epicus, που μόνο εύκολο δεν ήταν έτσι; Βασικά κάθε φορά που ακούω το Samarithan σκέφτομαι, ρε μπας κι είναι το απόλυτο Candlemass κομμάτι;
– Να σου πω την αλήθεια δεν ξέρω αν προτιμώ το Nightfall από το Epicus. Μάλλον όχι δηλαδή. Αλλά ένα πράγμα ξέρω: Γενικά οι Candlemass παίζουν σε άλλη κατηγορία.
– Ακριβώς. Τι σημασία έχει τώρα αν το ένα είναι 10/10 και το άλλο 10,1/10…
– Και για άλλο ένα πράγμα είμαι σίγουρος: Ότι το μέταλ δεν έχει ακουστεί ποτέ μέχρι τώρα τόσο θρηνητικό, ελεγειακό, δραματικό, φορτισμένο.
– I’ll do you one better. Ούτε που θα ξανακουστεί έτσι ποτέ! It’s the magic of epic doom metal at its very finest…
NUMBER ONE
.............

– Είναι η χρονιά των μεγάλων μεταγραφών τελικά απ’ ό,τι φαίνεται.
– Τι, αυτό το παιδαρέλι ρε;
– Ρε θα γίνει το επόμενο Μιχαλιό της καρδιάς σου σου λέω.
– Δεν καταλαβαίνω όμως, έφυγε ο Κάι;
– Πουθενά δεν πήγε. Απλά τώρα παίζει κιθάρα μόνο.
– Δεν είναι λίγο ριψοκίνδυνο; Θέλω να πω, είχαν ήδη φτιάξει trademark ήχο στο Walls of Jericho, και τώρα…
– Όταν ακούσεις τον δίσκο θα καταλάβεις γιατί το κάνανε.
– Τόσο πολύ ρε;
– Δεν σου είπα ότι ήδη από το I’m Alive μου πέσαν τα σαγόνια; ΟΚ εγώ είμαι της άποψης ότι αυτόν τον νέο ήχο τον εγκαινίασαν στο WoJ, εδώ όμως τον έχουν τελειοποιήσει.
– Ναι αλλά το A Tale That Wasn’t Right μπαλάντα δεν είναι είπαμε; Δεν το υπονομεύει κάπως όλο αυτό που πάει να γίνει;
– Μόνο αν μπορεί να υπονομεύσει έναν δίσκο μία από τις καλύτερες μέταλ μπαλάντες που γράφτηκαν ποτέ.
– Ουάου… ΟΚ, αλλά και πάλι, είναι αρκετά όλα αυτά για #1 και μάλιστα σε μια τόσο επική χρονιά όπως το '87;
– Α, δεν σου είπα για το Future World και το Halloween, ε;
– Όχι, what about them?
– Το ένα είναι μέσα στα 5-6 κορυφαία κομμάτια της δεκαετίας. Δεν σου κάνω πλάκα ρε. Κάθε φορά που το βάζω να παίξει συγκινούμαι, αλήθεια σου λέω. Συνοψίζει μέσα σε 4 λεπτά όλο το μελωδικό 80ς μέταλ. A once in a lifetime moment!
– Και το άλλο;
– …το άλλο είναι 13+ λεπτά και περικλείει όσες κορυφαίες στιγμές δεν μπορείς κανονικά να βρεις ούτε σε δισκογραφίες ολόκληρες που λέει ο λόγος. Τι άλλο να σου πω; 
– ΟΚ, υπάρχει λόγος τελικά… Οπότε δεν μένει παρά να ελπίσουμε να μείνουν ενωμένοι στο συγκρότημα οι ίδιοι πέντε για πολλά χρόνια, να βγάλουν όσο γίνεται περισσότερα τέτοια.
– Αμήν…
