Πεντάδα:
Summary
Tragedy “Vengeance”
Αν ψάχνετε ποιο είναι το πιο επικό “Call to arms” που κυκλοφόρησε το 2002, μην ψάχνετε στο tracklisting του “Warriors of the world” των Manowar. Καλύτερε να βάλετε αυτό εδώ, τον δεύτερο (και μάλλον καλύτερο) δίσκο των Tragedy για να έρθετε αντιμέτωποι μ’ ένα πολεμικό riff που μοιάζει να «χρωστά» κάτι και στα πιο επικά μονοπάτια της κιθαριστικής μουσικής. Από εκεί και πέρα, δίσκος που ξεκινά με το “Conflicting ideas” δεν μπορεί παρά να στοχεύει στην κορυφή: εισαγωγή με drums-πολεμικό εμβατήριο που απαντάει στην ερώτηση «τι είναι αυτός ο ρυθμός d-beat που λένε, μπαμπά;», punk όλεθρος στη συνέχεια και μετά Η lead μελωδία που δίνει τον τόνο για τι θα μας προσφέρουν οι Tragedy σ’ αυτόν τον δίσκο. Σαν τώρα θυμάμαι τους Tragedy ν’ ανοίγουν ακριβώς μ’ αυτό το κομμάτι τη συναυλία τους στην Street Attack το 2009 (ζήλια οι Αθηναίοι! Τσεκάρετε το topic για τη συναυλία στο forum), και εν χορώ όλοι μαζί να τραγουδάμε τη συγκεκριμένη μελωδία σε στυλ Maiden «ωωω-ωωω-ωωω». Πώς αλλιώς να κάνεις με τέτοιες μελωδίες (με τις οποίες έχουν τιγκάρει το album -βλέπε “The day after”, “Beggining of the end”, “Untitled” κ.ά.), είναι τόσο χαρακτηριστικές κι επιβλητικές, γεννώντας ένας αίσθημα ανάτασης του τύπου: «θα νικήσουμε, ρε καριόληδες, η ώρα μας έρχεται!». Τι να πούμε για έναν δίσκο που ακόμα και τα δύο instrumental ιντερλούδια του σηκώνουν την τρίχα, πόσο μάλλον τα ολοκληρωμένα κομμάτια. Για έναν δίσκο που ηχογραφήθηκε μόλις σε λίγες ώρες (!), επιτυγχάνοντας έναν κολοσσιαίο ζωντανό ήχο όπου τα πάντα ακούγονται εντυπωσιακά και τελειοποιώντας το μουσικό ρεύμα που υπηρετεί. Ειλικρινά, το “Vengeance” είναι ένα album που οποιοσδήποτε που αναζητά έντονες συγκινήσεις στη μουσική του θα έπρεπε να ακούσει. Δεν υπάρχει καλύτερο παράδειγμα γι’ αυτό από το κλείσιμο του δίσκου με το “No words”: έναν θρήνο για όλες τις ήττες των προηγούμενων χρόνων που δεν μπορούν να ειπωθούν…
No words can explain the rage as another factory replaces another field,
No words, no words can relay,
No words can begin to say what would be said if the dead could replay,
if the napalmed children,
the tortured dissidents,
the publicly executed,
the burned villages,
the silent masses could cry, could scream, could speak…
Telling tales of tragedies for which we find no words
For which there are no words
Isis “ Oceanic”
Μιλώντας για δίσκους που κατάφεραν να πετύχουν έναν ήχο-αποκάλυψη, τι να πει κανείς και γι’ αυτό εδώ που το ακούς και νομίζεις ότι είσαι μέσα στο προβάδικό τους, για τόσο ΠΕΛΩΡΙΑ live αίσθηση μιλάμε. Το “Oceanic” ήταν ένα τεράστιο σοκ για ΄μένα όσον αφορά το πώς οι Isis διαχειρίζονταν τις δυναμικές στη μουσική τους, τα ξεσπάσματα, πώς «έχτιζαν» τη ροή του κάθε κομματιού κάνοντας το κάθε riff να διαδέχεται το άλλο λες και ήταν το πλέον φυσιολογικό κι αναμενόμενο πράγμα στον κόσμο, τόσο φυσική αίσθηση είχε. Μακριά από οποιαδήποτε υπόνοια βαρεμάρας που προσωπικά βρίσκω σε άλλα post-metal groups, το “Oceanic” θεωρώ ότι είναι από τα albums που ταυτίστηκαν με τον ήχο αυτής της δεκαετίας.
Muga “ Muga”
Το συγκρότημα και ο δίσκος που απαντάνε στο απελπισμένο ερώτημα: «και μετά τους Tragedy τι μπορώ ν’ ακούσω που να τους μοιάζει;;;» (καλή ώρα όπως έπαθε ο Death.Eternal με τους Lagwagon). Οι Γιαπωνέζοι πήραν τις πατέντες των Tragedy (πότε πρόλαβαν τόσο γρήγορα!) και τις ξετίναξαν, τις έκαναν δικές τους, αναδεικνύοντας ακόμα περισσότερο τη μελωδική και επική διάστασή τους (βλέπε “Resuscitation” ή “Journey to the end”). Ιδίως το “Memory” το θεωρώ ένα απ’ τα καλύτερα neo-crust κομμάτια που γράφτηκαν ποτέ, με τη βασική μελωδία του να αποτελεί από τις συγκλονιστικότερες εμπνεύσεις που έχω ακούσει στη ζωή μου.
Queens of the Stone Age “Songs for the deaf”
Άλλος που έχει το “Another love song” σαν πιο αγαπημένο κομμάτι του από το album; Ή το “Mosquito song” έστω; Ή το “First it giveth”, βρε αδελφέ. Τα βρίσκουμε και στην ανώμαλη drum εισαγωγή και εξέλιξη του “Song for the dead”. Ή όποτε μπαίνει ο Lanegan. Ή στην ίδια, εμμονική νότα από τα πλήκτρα που ακούγεται στο “Go with the flow”. Άντε γαμήσου, τι δίσκος είναι αυτός, ο καλύτερος rock δίσκος της δεκαετίας, θα έπρεπε να μπαίνει δίπλα-δίπλα στα μεγαθήρια των 70’s και των early 90’s σαν ο απόλυτος κληρονόμος τους. Τέτοια έκρηξη έμπνευσης οι Queens of the Stone Age, τόσο συμπυκνωμένη, δε γνώρισαν σε κανένα δίσκο τους.
Paradise Lost “Symbol of life”
Για εμένα σηματοδοτεί το τέλος της χρυσής περιόδου των Lost που ξεκίνησε με το “Icon”. Μία περίοδος που σημαδεύτηκε από έναν συνεχή πειραματισμό, μία απίστευτη έμπνευση και μία ικανότητα να εξυπηρετείς τον ήχο και τις μελωδίες σου μέσα από διάφορες μορφές, φαινομενικά «αντιθετικές» μεταξύ τους, αλλά τελικά τόσο κοινές. Το “Symbol of life” χαρακτηρίζεται από αυτόν τον πιο «μουντό», βαρύ ήχο κιθάρας και κάποια ηλεκτρονικά beats, αλλά κι από μία πιο «στριγγιά»/ξερή χροιά του Holmes (όταν «φωνάζει») που δεν ξαναχρησιμοποίησε σε album των Lost (ούτε πριν ούτε μετά). Το επόμενο, το ομώνυμο, επίσης δεν είναι κακό σε καμία περίπτωση (θα πρέπει να το ξανακούσω όμως για να δω αν θα χωρέσει στα honourable όταν έρθει η χρονιά του), αλλά δε χαρακτηρίζεται από καμία πειραματική φύση, γι’ αυτό και δεν το συγκαταλέγω στην καλύτερη περίοδο του συγκροτήματος (αλλά ούτε και στην back-to-the-roots που ξενικά με το “In requiem”. Στέκεται κάπου στο μεταίχμιο όπου, όπως λέγανε, «το παλιό έχει πεθάνει, αλλά το καινούριο δεν έχει γεννηθεί ακόμα»).
Λοιπά:
Summary
Pain of Salvation “Remedy lane”
Porcupine Tree “In absentia”
FF.C “Υπ ’ όψιν ”
Για να μην ξαναγράφω τα ίδια σε κάθε δίσκο τους, να πω απλώς ότι εδώ ξεχωρίζουν: ιστορικές κομματάρες σαν τα “Φταίω κι εγώ” (και το «δίδυμο» του, “Θολά νερά”), “Το τελευταίο γράμμα ενός αυτόχειρα”, “Θέλω να μιλήσω” και “Κάποιου Οκτώβρη την αυγή”· οι ικανότητες του Κουρμένταλα όταν (σε μία από τις σπάνιες φορές) επιλέγει να κάνει πλάκα με κομμάτια σαν το “Ριμοθέτηση”· οι 2 guest συμμετοχές: του ‘Εκπτωτου Άγιου στο “Υποθέσεις” και ΚΥΡΙΩΣ του Νικόλα Razastarr στο “Κάποιοι”. Δεν ξέρω πόσοι έχουν έρθει σ’ επαφή με το φαινόμενο Razastarr (μία από τις πιο ιδιαίτερες ελληνικές hip-hop μπάντες), αλλά οι χροιές και του Οδυσσέα και του Νικόλα με το πομπώδες (με την καλή έννοια) και «βαρύ» στυλ τους σε σημαδεύουν ανεξίτηλα αν τις ακούσεις, κι εδώ αυτό το στοιχείο ξεδιπλώνεται σ’ όλη του τη μεγαλοπρέπεια με τον Νικόλα ν’ ακούγεται σχεδόν βιβλικός, κι όσο cheesy κι αν ακούγεται μία τέτοια περιγραφή, αν τον ακούσετε θ’ αντιληφθείτε αμέσως τι εννοώ.
Audioslave “Audioslave”
Έχω την εντύπωση ότι τα δύο βασικά μουσικά συστατικά του album είναι αρκετά διακριτά μεταξύ τους. Δηλαδή η πλειοψηφία των riffs και των ρυθμών θα μπορούσαν άνετα ν’ ανήκουν σε δίσκο των Rage Against the Machine (σχεδόν «περιμένεις» ότι θα μπει ο de la Rocha κάθε φορά), ενώ οι πιο μπαλαντοειδείς/mellow στιγμές επίσης ξεχωρίζουν και φαίνεται να δίνουν την ευκαιρία στον Cornell να βγάζει τον πιο συναισθηματικό εαυτό του (χωρίς να ξέρω αν τα συνέθεσε κιόλας αυτά τα σημεία). Συνδυαστικά μιλάμε για ένα αποτέλεσμα που κατάφερε ισόποσα να εκφράσει και τις πιο μελωδικές και τις πιο εκρηκτικές πτυχές του rock ήχου, χωρίς ν’ ακούγεται retro, αλλά 100% σύγχρονο χωρίς αναμασήματα.
System of a Down “Steal this album!”
Xάρη σε κομμάτια όπως τη φοβερή μπαλάντα “Roulette” ή τα “Mr. Jack”, “Nuguns”, “Innervision”, “Highway song”, “Boom!” και “Ego brain”, το album αυτό εμένα μ’ αρέσει περισσότερο από το ντεμπούτο. Δεν ξέρω αν το συγκεκριμένο album προοριζόταν όντως για το τρίτο βήμα της μπάντας ή «προέκυψε», αλλά η αλήθεια είναι ότι αν έχει μία χτυπητή διαφορά σε σχέση με τα υπόλοιπα full-lengths των System of a Down, αυτό δεν είναι μία έλλειψη ποιότητας, αλλά έλλειψη συνοχής. Βάλτε όλα τα κομμάτια στο shuffle, φανταστείτε μία οποιαδήποτε σειρά, και θ’ αντιληφθείτε ότι δεν αλλάζει κάτι, ακριβώς γιατί εξαρχής λείπει αυτή η συγκεκριμένη ροή που συνήθως χαρακτηρίζει έναν δίσκο που δημιουργείται μ’ ένα σκεπτικό opener, hit, κορύφωσης προς το τέλος κλπ. κλπ. Αυτό εμένα μου αφήνει μία υπόνοια «leftovers» (με την κυριολεκτική έννοια του όρου, όχι με την έννοια του «τ’ αφήνουμε απ’ έξω γιατί του χρόνου τα θα βγάλουμε» όπως συνέβη με “Mezmerize” και “Hypnotize” π.χ.), χωρίς αυτό να ‘χει να λέει κάτι για την ποιότητα των τραγουδιών αυτή καθαυτή.
Bad Religion “The process of belief”
Ο δίσκος που άτυπα επανεκκίνησε το συγκρότημα και ήταν η αφετηρία για μία σειρά από εξαίρετες κυκλοφορίες στα 00’s (κάνοντας τους Bad Religion ένα από τα λίγα συγκροτήματα που κατάφεραν μία «δεύτερη νιότη» στα γεράματά τους). Τρομερός δίσκος απ’ την αρχή μέχρι το τέλος με την πλειοψηφία των κομματιών να χωράνε άνετα σε best-of συλλογή -ό,τι θα ισχύει και για τα επόμενα 4 δηλαδή.
Heaven Shall Burn “Whatever it may take”
Δίσκος-ορόσημο για το ευρωπαϊκο metalcore, αυτό που ταυτίστηκε όσο κανένα άλλο με το N.W.O.S.D.M. και μπαλάντζαρε συνεχώς μεταξύ των έντονων μελωδιών (π.χ. το “The martyr’s blood” θα μπορούσε να ήταν κομμάτι των Amon Amarth) και του πιο brutal hardcore (στυλ Zao). Οι Heaven Shall Burn κατάφεραν να βγάλουν έντονο όγκο στη μουσική τους (πραγματικά στα όρια του death metal ηχητικά), αλλά την ίδια στιγμή δεν παζάρευαν τον core εαυτό τους ρυθμικά και φυσικά ήταν μάστορες της μελωδίας (βλέπε το εξαίσιο “Implore the darken sky” και τη 2η εκδοχή του με τα καθαρά φωνητικά). Με την ευκαιρία, ας αυτομαστιγωθούμε όλοι/ες μας που ξεχάσαμε ν’ αναφέρουμε πριν κάποιες εβδομάδες το “A small boy and a grey heaven” των Caliban.
No Use for a Name “Hard rock bottom”
Ίσως ο τελευταίος μεγάλος δίσκος τους. Δε φτάνει τα δύο προηγούμενα σε ποιότητα, αλλά πρώτον, περιέχει το καλύτερο κομμάτι τους (ναι, για το “International you day” λέω που είναι ο ΟΡΙΣΜΟΣ του pop punk για ‘μένα), δεύτερον, προσθέτει γενναίες δόσεις alternative rock τσαχπινιών με κομμάτια τύπου “Insecurity alert”, “Friends of the enemy” και “Solitaire” διευρύνοντας ηχητικά το μουσικό πρόσωπο του συγκροτήματος και τρίτον, έχει κι αυτό το “Let down” που μέσα σε λιγότερο από 3 λεπτά (και για τα δεδομένα των No Use for a Name πάντα) αλλάζει τόσα θέματα που καταφέρνει ν’ αναδείξει όλες τους τις επιρροές, από την μπαλαντοειδή εισαγωγή και το μελωδικό break μέχρι το ε-ντε-λώς Lagwan-ικό θέμα που ακολουθεί αμέσως μετά.
Antaeus “De principii evangelikum”
Το ντεμπούτο ήταν ένα τσικ πιο χαοτικό και βίαιο. Αυτό ποντάρει σ’ ένα πιο «σοβαρό» στυλ (δε μου παίρνει να το πω «ορθόδοξο» σε καμία περίπτωση), περιέχει κι αυτά τα τρομαχτικά intro samples που σου κόβουν το αίμα, γενικά μια ομορφιά.
(Flashback που δεν μπορώ να μην το αναφέρω: πρέπει να είχα ξανα-αναφέρει ότι ήμουν τυχερός στο Γυμνάσιο που ένας φοιτητής απ’ την παρέα της αδελφής μου είχε έρθει επίσκεψη σπίτι μας και μου είχε πασάρει μία θήκη με δεκάδες αντιγραμμένα CD που μου άνοιξαν τα μάτια κυριολεκτικά. Μέσα σ’ αυτά ήταν 3 αυτής της λίστας! Queens of the Stone Age, Audioslave και Antaeus. Άβυσσος το γούστο του -για το μόνο που είμαι σίγουρος είναι ότι του είμαι ευγνώμον ότι σε τόσο μικρή ηλικία με εξέθεσε σ’ ένα τόσο ευρύ φάσμα της σκληρής μουσικής. Και πρέπει να ήταν χειμώνας του 2003, αρκετά ενημερωμένος δηλαδή)
Kaamos “ Kaamos”
Δεν είμαι σίγουρος αν αυτό αποτελεί την επίσημη «πρωτιά» (σ’ επίπεδο full-length) όσον αφορά την αναγέννηση-«επιστροφή» του death metal ήχου στα πιο ορθόδοξα μονοπάτια του (βλέπε Revocation, Insision, Repugnant, Necros Christos, Dead Congregation κλπ.). Όπως και να ‘χει μιλάμε για αβυσσαλέο death metal που καταφέρνει να κοιτάξει στα μάτια τους Μεγάλους Παλαιούς και να ξεχερσώσει το Αριστερό Μονοπάτι που κάπου είχε χαθεί μ’ όλες αυτές τις μελωδίες μέσα στα χρόνια…
Nile “In their darkened shrines”
Ο ακραίος ήχος μάλλον είχε την τιμητική του αυτήν τη χρονιά. Μιλάμε για ένα κλασικό album του είδους για το οποίο έχουν γραφτεί τόσα πολλά, οπότε απλά ας μιλήσουμε για το φαινόμενο Tony Laureano: το drumming του εδώ είναι ΚΤΗΝΩΔΕΣ, με γυρίσματα κάθε 2 δευτερόλεπτα και ρυθμούς που «ακολουθούνε» τα κιθαριστικά θέματα (προσέξτε το και θα καταλάβετε τι εννοώ)! Πραγματικά ιδιοφυές, όπως και το σύνολο των κιθαριστικών leads, αλλά και η έφεση των Nile να παίζουν με τις ατμόσφαιρες -πράγματα όχι αυτονόητα για brutal death metal μπάντα.
Arcturus “The sham mirrors”
Το κατατάσσω χαλαρά πιο κάτω από “La masquerade…”, “Arcturian” και “Aspera…”. Επίσης θα το χαρακτήριζα σχετικά safe όσον αφορά το παρελθόν της μπάντας ή τις δυνατότητες των μελών της. Και τώρα που είπα την αποψάρα μου πάω να κρυφτώ γιατί το βλέπω να βγαίνει top-3 χαλαρά.
Spiritual Beggars “ On fire”
Δεν είναι πολλά τα συγκροτήματα που να άλλαξαν ΤΡΑΓΟΥΔΙΣΤΑΡΑ, και το αμέσως επόμενο album τους να είναι ΔΙΣΚΑΡΑ. Ε, το “On fire” δεν αξίζει να συγκαταλέγεται σ’ αυτά;
Down “Down II-a bustle in your hedgerow”
Ε, δεν άντεξα, το έβαλα να το ξανακούσω τώρα το απόγευμα. Θυμάμαι όταν το είχα πρωτακούσει και είχα δει artwork, φωτογραφίες κλπ., είχα σχηματίσει στη φαντασία μου την εικόνα μερικών μαλλιάδων με μούσια και μπάφους, κλεισμένους σε μία καλύβα στους βάλτους της Λουιζιάνα να ηχογραφούν όχι ακριβώς χαλαροί, αλλά στην τσίτα από τη στοιχειωμένη και παρακμιακή ατμόσφαιρα γύρω τους. Κι ένας από αυτούς (ο πιο μαλάκας ίσως) να έχει βαλθεί να μας αποδείξει ότι μπορεί ακόμα και τραγουδάει, γιατί με την κύρια μπάντα του το είχε αφήσει αυτό το σπορ από το 1990 ήδη. Ε, ακούς το “Learn from this mistake” και λες ότι κάτι κατάφερε.
Μία συλλογή-επανακυκλοφορία:
Summary
Ulver “Teachings in silence”
Παραδόξως, προτιμώ τα δύο «EPs της σιωπής» (κατοχυρώνω το copyright αυτής της ευφάνταστης ρίμας) από το “Perdition city”. Και λέω «παραδόξως» γιατί δεν είμαι κι ο μεγαλύτερος fan αυτού του ambient/glitch/όπως-και-να-λέγεται πράγματος που παίζανε εκείνη την περίοδο οι Ulver. Παρ’ όλα αυτά, απολαμβάνω πραγματικά ν’ ακούω και τα 4 αυτά κομμάτια (με μία προτίμηση στο δεύτερο μέρος και τις αιώνιες καμπάνες του “Not saved”) που μ΄ ευφάνταστο τρόπο μεταμορφώνονται από «background μουσική» σε «τι ακούμε τώρα, ξαναβάλτο». Κάποιες φορές οι νότες παίρνουν αξία κι από τη συχνότητα με την οποία δίνονται.
Ένα EP:
Summary
The Gathering “Black light district” EP
Με πρόλαβε ο Νίκος παραπάνω και δεν μπορώ πλέον να γράψω: ωρέ αδέλφια, τόση λατρεία για το συγκρότημα και το ξεχάσαμε αυτό;;; Μπήκαν κι οι Gathering στη λίστα των συγκροτημάτων που είπανε «θα βγάλουμε ένα EP μ’ ένα τεράστιο σε διάρκεια κομμάτι που θα βάζει σοβαρή υποψηφιότητα για το μεγαλύτερό μας επίτευγμα» (βλέπε NOFX, Dream Theater κ.ά.). Πραγματικά συγκλονιστική σύνθεση, από τη διακριτική εισαγωγή με το πιάνο και την πιο ηλεκτρισμένη ανάπτυξη μέχρι το ηλεκτρονικό beat και τη ΓΑΛΗΝΗ της φωνής Anneke στο τέλος, οι Gathering μας λένε: «αυτό ήμασταν, είμαστε και θα ‘μαστε». Και σαν να μην έφτανε αυτό, πάρε κι ένα “Debris” που τα σπάει (το “Broken glass” το προτιμώ στην έκδοση του “Souvenirs”).
Κι ένα demo:
Summary
Lurker of Chalice “Lurker of Chalice” demo
Λυπάμαι που αυτός ο τύπος θα εμφανιστεί στις λίστες μου. Και μ’ αρέσει που για τέτοιες προσωπικότητες προσπαθήσουμε να ψελλίσουμε κάτι περί «διαχωρισμού δημιουργού και δημιουργήματος». Τι να κάνεις, όμως, όταν το δημιούργημα διακατέχεται από ακριβώς αυτά τα προβληματικά, μισανθρωπικά, πραγματικά ΚΑΚΙΑΣΜΕΝΑ και διαστροφικά στοιχεία του δημιουργού τους; Κακοηχογραφημένο, «περίεργο», λίγο από black metal, λίγο από αρρωστημένη ψυχεδέλεια, εμφανώς κατώτερο του full-length που θ’ ακολουθήσει, αλλά προεικονίζει το ιδιαίτερο αποτύπωμα του αυτού του τύπου στο black metal. By the way, αν το “Massive conspiracy againt all life” είχε κυκλοφορήσει κάτω απ’ το όνομα των Lurker of Chalice (όπως κι ήταν το αρχικό πλάνο), αυτή η μπάντα δε θα βρισκόταν κάτω από τη σκιά των Leviathan, αλλά μάλλον το αντίστροφο θα συνέβαινε.
Εξώφυλλο:
Summary
Today is the Day “Sadness will prevail”
Αφού δε χώρεσαν με το “Temple of the morning star” οι Today is the Day, μάλλον δε θα χωρέσουν σε καμία λίστα μου. Τιμής ένεκεν, τους βάζω σαν εξώφυλλο εδώ μιας και ήταν από τις μπάντες που με είχε εντυπωσιάσει η σκατοψυχία τους 10+ χρόνια πριν, αλλά πλέον δε με συγκινεί τόσο το στυλ τους για να τους αναφέρω στις καλύτερες κυκλοφορίες.