Oh come on now
Δηλαδή Sleep of the Angels, Khronos και Genesis δεν σου λένε τίποτα;
Oh come on now
Δηλαδή Sleep of the Angels, Khronos και Genesis δεν σου λένε τίποτα;
δεν λέω - έχουν τις στιγμές τους
αλλά ό,τι συνέβη πριν το “sleep” είχε μία ολότητα
ήταν ρε παιδί μου άλλο λεβελ
κάπου μετά χάθηκε αυτό
δεν ανήκω σε αυτούς που το αποδίδουν στην αποχώρηση Daoloth
νομίζω το “contract deal” του over-releasing albums πιθανώς?
can’t say
Εντάξει, το δέχομαι.
Έχει ενδιαφέρον πάντως που ο καθένας έχει διαφορετικό σημείο “εγκατάλειψης του τρένου” σε ό,τι αφορά τους RC.
edit
Ε μαλάκες μη με δείρετε ε
Μονο το πρωτο ηταν καλο, μετά χάλασαν.
Πω πω, για μενα μαζι με τα 2-3 τελευταια, τα χειρότερά τους. Συγγνώμη που πετάγομαι έτσι.
Βέβαια, πάλι για μένα, 2007 και RC σχέση αγάπης. Θεωρώ το Θεογονία τεράστιο άλμπουμ.
Και ενδιαφέρον, και αρκετά αναμενόμενο δεδομένου του ανοίγματός τους.
Ανάλογα ποιό εννούμε ως πρώτο
Αυτό δεν λέει κάτι για τους δίσκους, αλλά για σένα μόνο
Theogonia, Aealo & Δαίμονας και τα τρία φοβερά από την πιο “πρόσφατη” τους ιστορία. Sleep Of The Angels μνημειώδες και για μένα άνετα το καλύτερο τους.
No, no, by all means
έχεις δίκιο και νομίζω είναι από τα γκρουπς που συμβαίνει πολύ έντονα αυτό.
ίσως είναι αυτό που είπε ο @apostolisza8
προφανώς!
νομίζω ότι έχει να κάνει και με τον ήχο των πρώτων δίσκων. με το όλο concept… οι στίχοι… το εξω-χρονικό σχεδόν production value.
συνολικότερα στο πρώιμο της ελληνικής σκηνής με τραβούσε πάντα αυτό το … σκονισμένο-νοσταλγικό groove ενός απόκοσμου… let’s call it “heavy metal riffing meets otherwordly growls of poetical (!) lyrics over unisound drum machine”
(μάλλον ο Fenriz αυτό εννοούσε ως “ιδιαιτερότητα του ελληνικού BM” or I 'd like to think so)
claim to fame: έχω συναντήσει “πρωτο-δευτερο-δισκάκια” οπαδό RC.
well, he was mostly a MWD afficionado.
αφορμή της κουβέντας μας άλλωστε ήταν οι N.A.O.S. και συγκεκριμένά trading the first vinyl.
Επιμύθιο: σε αγοραπωλησίες δίσκων το “τσιτ-τσατ” καμιά φορά “πριν” την πράξη και ιδίως “μετά” (μαζί με τσιγάρο και ολίγον μοιρασμένη ενοχή) είναι συγκλό.
RC η μπάντα που κάθε φαν έχει τα δικά του αγαπημένα.
Εμένα, από LP, μετά την θεϊκή πρώτη πεντάδα, τα αγαπημένα μου είναι η τριάδα aealo-daimona-rituals. Δεν υποτιμώ καθόλου τα ενδιάμεσα, το μόνο που θεωρώ πραγματικά μέτριο είναι το heretics.
Eγώ πάλι τους θεωρώ αψεγάδιαστους μέχρι και το Aealo παρόλο που αυτό που έπαιζαν μετά το Sanctus Diavolos δεν ήταν και πολύ του γούστου μου. Φάση μέχρι εκεί δεν πετάω ούτε ένα τραγούδι από τη δισκογραφία τους. Στα 3 τελευταία όμως δεν μπορώ να βρω απολύτως τίποτα.
Στα 2 τελευταια ουτε εγω, αλλα μου κανει εντυπωση αυτο που λες για τον Δαιμονα.
Ναι, εχει πετυχημενες συνταγες που τις επαναλαμβανει (ξανα… πετυχημενα κατ’εμε), ναι εχει την ασφαλεια του “βρηκα τι στυλ θα παιζω μιας και το Θεογονια με εβαλε ξανα στον παγκοσμιο χαρτη για τα καλα”, αλλα ταυτοχρονα νομιζω εχει και καταπληκτικες συνθεσεις. Συνηθως οταν μια μπαντα γραφει ας πουμε το “Grandus Spiritus Diavolos”, που ειναι ξεκαθαρα “Δαιμονων Βρωσις νο.2”, για να μην πουμε “Athanati Este no.3” , περιμενεις κατι κατωτερο ή και αδιαφορο. Ελα που το συγκεκριμενο τραγουδι για μενα χτυπαει και τα δυο στα ισα.
Επισης το ομωνυμο και το In Yumen - Xibalba με στελνουν καθε φορα για κοπανημα στο τιμονι αν τα ακουω στο αυτοκινητο Αυτο που γραφεις το παρατηρω πληρως ομως στο Rituals και το Heretics. Γουσταρω 3-4 τραγουδια σε καθε ενα απο αυτα, αλλα το υπολοιπο το βαριεμαι. Στον Δαιμονα δεν βαριεμαι ουτε ενα τραγουδι.
Τεσπα, εννοειται παντα κολοκυθοπιτα
Κ εδώ έχουμε το καλύτερο άλμπουμ των Νορβηγών. Κ μόνο το Deconsecrate να είχε δηλαδή, θα ήταν αρκετό για να το εκθειάσω χωρίς ντροπή. Νομίζω ότι είναι η καλύτερη performance του Attila, ο τρόπος που μπαίνει στο Deconsecrate μου προκαλεί δέος. Απίστευτο drumming από τον Hellhammer κ φυσικά εξαίρετα ριφφς από τον Blasphemer, ο οποίος ήταν η κινητήριος δύναμη μέσα στην μπάντα.
Η μουντή, “μπουκωμένη” παραγωγή δίνει έναν ασφυκτικό, πνιγηρό χαρακτήρα στο άλμπουμ, σε συνδυασμό με την μουσική κ τα εξωπραγματικά φωνητικά. Κορυφή.
Απίστευτο άλμπουμ. Αν ξεφύγουμε από το black metal υπόβαθρο, μιλάμε για πολύ τεχνική, complex μουσική. Κάθε φορά που θα το ακούσω, θα ανακαλύψω κ μια μικρή μουσική λεπτομέρεια, μέσα στον χαμό που επικρατεί. Δεν μπορώ να παρακολουθήσω το πολύπλοκο στιχουργικό concept, τόσο θρησκευτικό όσο κ φιλοσοφικό, όσο κ να προσπάθησα.
Ντεμπούτο για τους τρελούς αυτούς Νορβηγούς από το Μπέργκεν, με το avant garde metal τους. Αν σας αρέσουν οι Arcturus, η μέση περίοδός τους, δεν θα χάσετε. Πέρα από την υπέροχη μουσική, η οποία περιλαμβάνει κ την προσθήκη βιόλας κ τσέλου, ιδιαίτερη μνεία πρέπει να δωθεί στα χαρακτηριστικά φωνητικά του Bjørnar. Μια μίξη Garm και Vortex, συν κάποια harsh φωνητικά σε σημεία.
Επιστροφή στις λίστες μου για τους πολυαγαπημένους μου Βρετανούς, με την δική τους επιστροφή σε μεταλλικά μονοπάτια. Δεν ήταν στις πρώτες μου επιλογές αλλά μετά που το άκουσα ξανά, θυμήθηκα τον ενθουσιασμό που είχα όταν είχα ακούσει το άλμπουμ, μετά την τετράδα των άλμπουμ που προηγήθηκε του In Requiem.
Αν η μπάντα λεγόταν Raventhrone κ ερχόταν από την Σκανδιναβία, οι ξένοι θα τον έπαιζαν μέχρι πτώσεως. (συγνώμη για το λεξιλόγιο) Από τα καλύτερα ελληνικά μεταλλικά ντεμπούτα, ανελέητο ξύλο. Απίστευτη κιθαριστική δουλειά, ρέει νεράκι μέχρι το τέλος χωρίς να κουράζει κ λόγω του ότι με πόρωσε τόσο πολύ, άφησε την παρακάτω δισκάρα εκτός πεντάδας. Συμβαίνουν αυτά.
Mortuus - De Contemplanda Morte; De Reverencie Laboribus ac Adorationis
Το ντεμπούτο των Σουηδών βασίζεται στην ατμόσφαιρα κ όχι στον καταιγισμό από ριφφς. Εκεί έχασε από τους Ravencult, γιατί είχα όρεξη για black/thrash, παραμένει όμως ένα φοβερό ντεμπούτο στον ακραίο χώρο.
Γενικά έχεις δίκιο, η πορεία ήταν πτωτική.
Θα έλεγα, μετά το Sleep of the angels.
(γελάω λίγο με Θεά και αρχηγό).
Μέτριο το Heretics.
Μήπως εννοείς χάλια μαύρα;
(25 in total)
Θα σου πω μωρέ τι είναι. Ατμοσφαιρικό μέταλ από Πορτογαλία. [Ήχοι από τριζόνια]. Κι αν σου πω ότι ο εγκέφαλος αυτού του γκρουπ είναι ένας κύριος Rune Eriksen; [More ήχοι από τριζόνια]. Ίσως τον ξέρεις από το “καλλιτεχνικό” του: Mr. Blasphemer, of Mayhem fame. Ωπ ωπ, τι έγινε, σηκώθηκε το φρυδάκι; ΤΟ ΛΙΜΠΙΖΕΣΑΙ; ΤΟ ΛΙΓΟΥΡΕΥΕΣΑΙ;
Much obliged to @Aldebaran and @Lupin που δεν με άφησαν να επαναλάβω το προ δύο εβδομάδων λάθος να μην κάνω ούτε αναφορά. Μπορείτε να φανταστείτε ένα γκρουπ με ένα μπάσο, ντραμς και φωνή (and that’s it!) να βγάζει απίστευτη βαρύτητα, όγκο, ένταση, συναίσθημα, μελωδικότητα και τα πάντα όλα; Πώς γίνεται ε; Ακούστε Big Business και θα καταλάβετε.
Γαμημένε Ron Jarzombek, θα σταματήσεις ποτέ να παίζεις με τα νεύρα μου και την υπομονή μου, ασχολούμενος με οποιοδήποτε άλλο γαμημένο πρότζεκτ εκτός από το γαμημένο καινούργιο Watchtower; Τι; Σ’ αυτό εδώ μου έφερες και Alex Webster; Και παίζετε παπάδες και τι να τον κάνουμε τον τραγουδιστή; Το ακούω (καλό θύμα κι εγώ). Αλλά βγάλε κάποτε και εκείνο το Watchtower. Γαμημένε.
Αν υπάρχει ένα άλμπουμ που θα το έπαιρνα, θα έβρισκα τον Steve Harris, θα του το έτριβα στη μούρη και θα του έλεγα “να ρε! Να! Αυτό ήσασταν κάποτε! Και αυτό θέλει ο κόσμος να ξαναγίνετε! Με αμεσότητα στα riffs, κολλητικά ρεφρέν (που ΔΕΝ χρειάζεται να επαναλαμβάνονται εκατό φορές!), νεύρο στο παίξιμο, όλα αυτά. Το καταλαβαίνεις;”, είναι αυτό εδώ.
Φαινομενικά όλα πήγαιναν στραβά στους DEP λίγο πριν την ηχογράφηση των Πυρ(καιμανι)οτεχνημάτων (ό,τι μπορούσα έκανα). Μπουχός ο Πένι για να παίξει σε κάτι Κοχλίες-πώς-τους-λένε, νοκ άουτ λόγω χεριού ο Μπενουά, τι κάνουμε; Αράζουμε, η απάντηση. Γουάινμαν και Πουτσάτο (σόρι) δεν καταλαβαίνουν Χριστό, φωνάζουν Μητσάρα και τον άλλον απ’ τα μαστόδοντα για γκεστιλίκια - κράχτες και για άλλη μια φορά παραδίδουν σεμινάρια ακραίας όσο και προοδευτικής μουσικής.
Οριακά οι λατρεμένοι Ιταλοί αποκλείστηκαν από αυτή την 30άδα, ως τιμωρία που εδώ και 16 χρόνια κωλοβαράνε και ακόμα δεν έχουν βγάλει τον διάδοχο του Ancient Spirit Rising. Τι να τους κάνω όμως που ξέρουν όλα τα κουμπιά μου και που θα απολάμβανα να ακούω τη φωνάρα τον Μόρμπι ακόμα και αν τραγούδαγε πάνω από μουσική τύπου St. Anger που λέει ο λόγος;
Συμβαίνει το εξής περίεργο με το My Name Will Live On: Όταν σκέφτομαι δίσκους των DoomSword, το μυαλό μου πάει πρώτα στα Resound the Horn και Let Battle Commence, ένα χαμόγελο σχηματίζεται, α μωρή μπαντάρα κ.λπ., και μετά “ναι ΟΚ υπάρχει κι αυτό” (!). Κάθε φορά όμως που το βάζω να παίξει, η πώρωση και η συγκίνηση είναι στα ίδια ακριβώς επίπεδα! Δεν έχω ιδέα τι έγινε και δεν ανέπτυξα την ίδια ψυχική σχέση μαζί του όπως με τα προηγούμενα. Μην ασχολείστε με τις παραξενιές μου όμως. Κι αυτό έπος είναι, τι να λέμε τώρα.
Διπλό χτύπημα το 2007 η μπάντα με ένα από τα 5-6 χειρότερα ονόματα στην ιστορία της μουσικής, που όμως οι συνθέσεις της είναι σαφώς πιο σοβαρές, σ’ αυτό το ας πούμε alternative folk ύφος. Και αν το full-length An Interlude to the Outmost ήταν αρκετά δυνατό, εκείνο που με διέλυσε ήταν το EP των δύο κομματιών με τίτλο παρμένο από τον τρόπο με τον οποίο περιέγραψε ο Καρλ Μαρξ τη δική του (υλιστική) διαλεκτική σε σχέση με την ιδεαλιστική του προκατόχου του της γερμανικής φιλοσοφίας. Πολύ intellectual καταστάσεις…
Ολοκληρώνεται λοιπόν ο κύκλος του Μαύρου Τσίρκου, και ποια είναι η Αποκάλυψη; Δεν θα σας πω φυσικά αλλά μιλάμε για σπλατεριά που σαν κι αυτή δεν έχει εξιστορηθεί στο πλαίσιο του power metal - ακόμα κι αυτού του idiosyncratic, ήδη θεοσκότεινου power των Δανών Manticora.
Δεν ξέρω αν θεωρείται hot take ή όχι, αλλά ίσως τελικά η πιο δημιουργική/γόνιμη περίοδος των Mayhem ήταν αυτή όπου τους σήκωσε αυτός ο σπουδαίος κιθαρίστας και τραγουδοποιός, ο Blasphemer. Απολαύστε την αρρωστημένη μεγαλοφυία του λοιπόν για άλλο ένα άλμπουμ, γιατί αυτό ήταν. Και επειδή πολλοί ήσασταν περίεργοι και σας χάλαγε ο Maniac για κάποιο λόγο, άντε πάρτε και απολαύστε (ξανά) και τον Αττίλα σας. Μην παρεξηγηθώ - κι εμένα μου σηκώνει την τρίχα μ’ αυτά που κάνει με το λαρύγγι του.
Οριακά οι λατρεμένοι Σουηδοί αποκλείστηκαν από αυτή την 30άδα, ως τιμωρία που εδώ και 16 χρόνια κωλοβαράνε και ακόμα δεν έχουν βγάλει τον διάδοχο του Aberrations of the Mind. Τι να τους κάνω όμως που ξέρουν όλα τα κουμπιά μου και που θα απολάμβανα να ακούω τη φωνάρα τον Τσάρλι ακόμα και αν τραγούδαγε πάνω από μουσική τύπου St. Anger που λέει ο λόγος;
Κανονικά τώρα εγώ έπρεπε να ρίξω ένα μεγαλοπρεπές ΚΛΑΣΙΜΟ σ’ αυτόν τον δίσκο, καθότι αίσχη σαν το Red Star Falling δύσκολα συγχωρούνται… Αν όμως υπάρχει ένα συγκρότημα στο οποίο είμαι διατεθειμένος να συγχωρέσω (σχεδόν) τα πάντα, αυτό είναι οι Saxon. Κωλόγρια, το 'κανες πάλι το θαύμα σου (στα υπόλοιπα κομμάτια του Inner Sanctum).
Σε σχέση με το The Art of Navigating by the Stars το Paramount θαρρώ πως πέρασε λίγο στο ντούκου - ίσως επειδή εκ των πραγμάτων δεν γινόταν να επαναληφθεί το ίδιο σοκ. Είναι όμως εξίσου όμορφος δίσκος, έχει μάλιστα τη δική του βαρύτητα ως κύκνειο άσμα των μεγάλων Sieges Even (αν και ως γνωστόν η ιστορία τους συνεχίζεται σε καινούργιο κεφάλαιο). Extra credits για την καβλιάρικη κλασική κιθάρα στο Tidal και το καρα-smooth σαξόφωνο στο ομότιτλο.
Εν μέρει συναισθηματική παρουσία αυτή εδώ: Ο τελευταίος δίσκος των Threshold με τραγουδιστή τον Andrew McDermott, λίγα χρόνια πριν τον πρόωρο θάνατό του. Αυτή την ιδιαίτερη, βελούδινη φωνή (ειδικά οι αρμονίες του ήταν απίθανες, οι γαμημένες) που χρωμάτισε μερικά από τα καλύτερα άλμπουμ των Βρετανών θεούληδων του ουσιώδους προγκμέταλ, και για στερνή φορά τη φχαριστιόμαστε στο Dead Reckoning. Και τώρα, τι; Δαμιανέ, πού είσαι, σε χρειαζόμαστε.
Εντάξει, σιγά μη δεν έμπαινε εδώ που τα λέμε, αλλά είναι (ξανά) και συναισθηματικός ο λόγος, γιατί μιλάμε για τον τελευταίο δίσκο όπου τραγούδησε ο metal ήρωας που λεγόταν Tony Taylor. Rest in peace brother, ο επίλογος ήταν όπως έπρεπε, με ατόφιο επικό μέταλλο. Doesn’t matter what you feel / Only pain and death are real / AND STARSHINE!!!
Όταν ο πατέρας σου είναι ο κιθαρίστας των Kinks, δηλαδή - κατά πολλούς - ο προπάτορας της σκληρής μουσικής, ίσως δεν τίθεται καν θέμα εκπαίδευσης, νοοτροπίας κ.λπ. - η ροκιά είναι κάτι που απλά έχεις στο αίμα σου. Αυτό δείχνει τουλάχιστον το ομώνυμο ντεμπούτο των YLD, ένας πραγματικά φουλ πωρωτικός δίσκος, με σχεδόν όλα τα κομμάτια μέσα στην αλητεία αλλά και ένα τρομερό Swan on Black Lake εκεί προς το τέλος να δείχνει ότι ο Daniel Davies είχε και μουσικότητα. Και άφθονη.
Στις 23/2/2007 κυκλοφόρησε το Gods of War. Σε έναν ιδανικό κόσμο αυτό θα έπρεπε να είναι το γεγονός της χρονιάς στον χώρο του επικού μέταλ. Στον δικό μας, ατελή κόσμο, το πραγματικό γεγονός της χρονιάς στον χώρο του επικού μέταλ καταγράφηκε ακριβώς 4 μήνες αργότερα, στις 22/6/2007. Όχι στη Νέα Υόρκη, αλλά σε ένα χωριό της Βαυαρίας. Στο εξώφυλλο δεν εμφανίζονται απρόσωποι πολεμιστές και βυζιά, αλλά ένας μυστηριώδης προϊστορικός χάλκινος δίσκος. Τα κομμάτια δεν ήταν 16, από τα οποία θες να πετάξεις 12-13, αλλά όλα κι όλα 4, από τα οποία δεν θες να πετάξεις ούτε δευτερόλεπτο. Οι μόνες στουντιακές παρεμβάσεις ήταν η φωνή της Κέιτ Μπλάνσετ ως Γκαλάντριελ (και να ψιθυρίζεις μαζί της …the world has changed…) και εκείνη του Μπέρναρντ Χιλ ως Θέοντεν (να αναρωτιέται …where is the horse and the rider…). Και η μουσική ήταν αυτή που έπρεπε να μας είχε δοθεί το 1987, στον σωστό διάδοχο του Sign of the Hammer που δεν υπήρξε ποτέ… παρά μόνο μετά από είκοσι ολόκληρα χρόνια.
Σημαδιακός αριθμός. Άλλος ένας Οδυσσέας ξαναβρήκε την Ιθάκη του.
Μη χαθούμε. Έχει κι άλλο ψωμί αυτή η ιστορία.
Ντεμπούτο για άλλον ένα μεγάλο μου έρωτα στον χώρο του folk punk. Σ’ αυτή την πρώτη προσπάθεια (και ουσιαστικά μόνο σ’ αυτήν κατά κύριο λόγο, μετέπειτα τα πράγματα έγιναν πολύ περίεργα - in the best possible way) τούτοι δω οι Καναδοί ήταν ακόμα επηρεασμένοι από το λεγόμενο celtic punk, δίνοντας όμως έμφαση στη ναυτική παράδοση, ήτοι sea shanties. Αποτέλεσμα, φανταστικές τραγουδάρες όπως Antarctica (με απολαυστικό βίντεο), Leonard Cohen (το μόνο “ska” κομμάτι που έχει σημασία για μένα), A Rambler’s Life και, όπως εύστοχα έχει ειπωθεί, το κομμάτι με τον καλύτερο τίτλο στην ιστορία της μουσικής. Και τα καλύτερα έρχονταν…
Ένας από τους 2-3 δίσκους αυτού του tier που αδικούνται κατάφωρα από το γεγονός ότι έχουμε το δικαίωμα να δώσουμε μόνο 5 ψήφους, το δεύτερο άλμπουμ των Ιρλανδών ξεπερνάει το ντεμπούτο τους σε όλα τα επίπεδα και ουσιαστικά αποτελεί την πρώτη από τις κορυφές τους (ίσως και τη μεγαλύτερη). Doom πολεμικό, παγανιστικό, ελεγειακό όταν το πιάνει η πίκρα και ισοπεδωτικό όταν τα παίρνει στην κράνα, με μία από τις πιο χαρακτηριστικές φωνές που ακούστηκαν στο μέταλ τα τελευταία 20 χρόνια, και βέβαια το κομμάτι που με έκανε να τους λατρέψω: In this Godless Commune of Sodom / Slandered and lied about am I… / My being poisoned beyond belief / It would make all but the strong-willed die!
They returned Από τις πρώτες ήδη ακροάσεις του Lurking Fear έγινε ολοφάνερο τότε πόσο μας (μου) είχαν λείψει οι Mekong Delta, πόσο φτωχός είχε μείνει ο χώρος του progressive/techno-thrash αυτά τα 20 χρόνια χωρίς την ηγετική παρουσία του Ralf Hubert. Ώρα να αναπληρώσουμε τον χαμένο χρόνο: Καταιγιστικό, εγκεφαλικό, στροβιλώδες thrash που δεν κλείνεις το στόμα παρά μόνο όταν τελειώνει, στις κιθάρες ο Peter από τους φοβερούς Theory in Practice να ζει το όνειρό του παίζοντας πλάι στο ίνδαλμά του, στο μικρόφωνο ο Leo με προϋπηρεσία στον χώρο (ήταν μια φορά κι έναν καιρό στους φανταστικούς Πολωνούς Wolf Spider! @Chaos) αλλά κατά τ’ άλλα με power metal pedigree (Scanner) - κάτι που επιβεβαιώνει αυτό που πάντα επέμενα, ότι τέτοιες φωνές είναι που θέλουν οι MD! - και, για το κερασάκι στην τούρτα, το καθιερωμένο πια Ralf classical music flex, αυτή τη φορά όμως όχι με Μουσόργκσκι αλλά με τον υπέρτατο Σοστακόβιτς! Με ολίγη από Darth Vader… Δεν θέλω κάτι άλλο απ’ τη ζωή μου…
Από όταν έμαθα τους Paradise Lost και αγάπησα σφοδρά την πρώτη περίοδό τους, άκουγα κάθε καινούργιο δίσκο τους με την ελπίδα ότι θα έβρισκα ξανά, έστω σε δόσεις, εκείνη την παλιά τους μαγεία, τους PL όπως τους ήθελα εγώ. Δεν ήταν εύκολη πορεία. 2001: Απογοήτευση. 2002: Απογοήτευση. 2005: Απογοήτευση. Το 2007 νόμιζα ότι είχε έρθει η ώρα, το Χάμερ σχεδόν με είχε πείσει. Τζίφος… Πάλι απογοήτευση, πάλι υπερβολικά πολλά πλήκτρα, πάλι “περίεργες” ερμηνείες ο Νικ κ.ο.κ. Ώρα να το παρατήσουμε αυτό το συγκρότημα… Fast forward: 2012, ο διακαής μου πόθος έχει πια εκπληρωθεί (πιο αναλυτικά όταν έρθει η ώρα) και τότε γίνεται κάτι παράξενο: Επανέρχομαι στο In Requiem και συνειδητοποιώ ότι με κάθε ακρόαση μου αρέσει όλο και περισσότερο! Είναι φοβερό τι παιχνίδια μπορεί να σου παίξει το μυαλό… Όταν το απωθημένο έφυγε από τη μέση, όλα έγιναν πιο απλά. Ξαφνικά τα riffs του Never for the Damned με τσακίζουν, οι μελωδίες του Ash & Debris με λυγίζουν, ο καλπασμός του Requiem με τραβάει στο διάβα του, τα ξεσπάσματα του Prelude to Descent με αναστατώνουν, το feeling του Your Own Reality μου σηκώνει την τρίχα… Οι καλύτεροι από τους “λάθος” Paradise Lost ήταν για μένα αυτοί εδώ, στο In Requiem.
Η πιο παλαβή περίπτωση αυτής της λίστας. Τόσο παλαβή που προειδοποιώ αυστηρά όποιον συμμετέχοντα στο παιχνίδι αρέσκεται, γενικά, να δοκιμάζει πράγματα που ψηφίζουν ή/και ποστάρουν άλλοι, ότι η φάση εδώ είναι εντελώς αμφιλεγόμενη: Υπάρχει ισχυρό ενδεχόμενο να κριντζάρει πολύ άσχημα, να μισήσει με πάθος αυτό που θα ακούσει και μετά να έρθει εδώ και να με κράζει, τι καθυστερημένα πράγματα πάω κι ακούω κ.λπ. Υπάρχει όμως και μια (σαφώς μικρότερη) πιθανότητα κάτι μέσα του να κάνει “κλικ” και να φάει τρελό κόλλημα. Όπως συνέβη με μένα. Στην αρχή πόναγε το μυαλό μου, συνδυασμός punk/metal με παραδοσιακές μουσικές της Βρετάνης (της Βρετάνης, όχι της Βρετανίας!) και με το πιο κραυγαλέο drum machine ever? Wtf is wrong with me? Όσο τους άκουγα όμως τόσο πιο εθιστικοί μου φαίνονταν. Υπάρχει μια εντελώς ατσούμπαλη, αρχέγονη ενέργεια εδώ πέρα, κλείνεις τα μάτια και νιώθεις ότι ακούς το soundtrack κάποιας ιστορίας του Αστερίξ. Αυτή η πίπιζα είναι τόσο διαπεραστική που θα μπορούσε να είναι ο βάρδος του χωριού, αυτό το γκρουβ είναι τόσο βίαιο που κάπως έτσι θα πλάκωνε Ρωμαίους στο ξύλο ο Οβελίξ κ.ο.κ. Πανηγύρι για τρελά γούστα, but again: Όποιος έχει περιέργεια να ακούσει πώς μπορεί να ηχεί κάτι τέτοιο, ας το τολμήσει αλλά με αποκλειστικά δική του ευθύνη.
Σας έχω πρήξει με τους Tossers και θα συνεχίσω να το κάνω, believe you me, αλλά ο έκτος δίσκος τους, με τίτλο Agony, έχει ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου και στη συνείδησή μου - όχι επειδή είναι ο καλύτερός τους απαραίτητα (αν και είναι πολύ πιθανό όντως να είναι) αλλά επειδή ξεκινάει με το μάλλον αγαπημένο μου κομμάτι στη δισκογραφία τους: Το Never Enough, ένα συναισθηματικά εξουθενωτικό “μια στο καρφί - μια στο πέταλο” αριστούργημα με τον καλύτερο έβερ στίχο σ’ αυτό το στυλ μουσικής (…there’s just never enough beer to keep the torment from returning…), ενώ προς το τέλος σε χτυπάει ακόμα πιο σκληρά (I toss and turn through every night / Spent in agony and frustration / For I was born a wanderer / Oh, a tireless occupation / From town to town I go / All dreaming of a homeland / That I will never see / For I never liked my first one…). Και μπορεί να δίνω την εντύπωση ότι αναφέρομαι σε δίσκο ενός κομματιού, αλλά και όλα τα υπόλοιπα είναι καταπληκτικά και συνθέτουν ως αποτέλεσμα άλλο ένα καθαρτήριο ταξίδι στον πληθωρικό κόσμο αυτών των αστείρευτων εργατών της πιο ζωντανής και εκρηκτικής folk μουσικής που παίχτηκε ποτέ.
Το - κατά τη γνώμη μου - κορυφαίο death metal συγκρότημα του αιώνα μας άρχισε να κάνει πλάκα σε όλο το γνωστό και άγνωστο σύμπαν κάπου εεεεεδώ. Εγώ βέβαια τους ανακάλυψα 2-3 χρόνια αργότερα, ακόμα όμως θυμάμαι εκείνο το συναίσθημα “δεν είχα ιδέα πόσο χρειαζόμουν στη μουσική μου δίαιτα κάτι τέτοιο”. Κάτι που να με κάνει να σκεφτώ την ακραία μουσική εν γένει με όρους τελείως διαφορετικούς απ’ ό,τι μέχρι τότε, να μου ανοίξει τρόπον τινά νέους μουσικούς δρόμους και προοπτικές. Εκεί που το δυσαρμονικό χάσιμο των Voivod παντρεύεται με την ψαρωτική τεχνική των Atheist και την ωμή βαναυσότητα των Φλοριδιανών, εκεί είναι που κάνουν πάρτι οι Ulcerate. Μωρή Νεοζηλανδιάρα, τι παλίκαρους έβγαλες;
Ορόσημο αυτός ο δίσκος - σε προσωπικό επίπεδο έστω, αν και το θυμάμαι καλά ότι δεν ήμουν ο μόνος - για την ελληνική σκηνή. Ένα από τα σπουδαιότερα συγκροτήματα που αυτή έβγαλε ποτέ εισέβαλε ορμητικά στο προσκήνιο, τάραξε τα λιμνάζοντα νερά και με το “no-tempo rock” του, όπως το περιέγραφαν οι ίδιοι, παρουσίασε μια μουσική πρόταση τόσο φρέσκια, αυθεντική, προκλητική, ρηξικέλευθη στο πλαίσιο του ευρύτερου doom χώρου που εφάμιλλή της είχε να ακουστεί χρόνια, όχι μόνο στα καθ’ ημάς αλλά - έχω την αίσθηση - και διεθνώς. Τα υπνωτικά θέματα του Μάνου σε βάζουν σε ένα τριπάκι που κάθε φορά παίρνει διαφορετική μορφή, σου “δείχνει” διαφορετικές εικόνες, η Τάνια καταθέτει ψυχή με τις καλύτερες ερμηνείες που ακούσαμε όλο το 2007 και πλέον ήταν διάπλατα ανοιχτός ο δρόμος για μία από τις μεγαλύτερες εποποιίες στην πρόσφατη σκληρή μουσική.
NUMBER FIVE
Σας συμβαίνει ποτέ να βάζετε έναν αγαπημένο δίσκο να παίξει και να σας κυριεύει ένα αίσθημα μελαγχολίας στην (αναδρομική) σκέψη του τι ακολούθησε; Εμένα μου συμβαίνει με το The Meanest of Times των Dropkick Murphys. Διότι δεν είναι προφανώς ότι “φταίει” ο τελευταίος γαμάτος δίσκος για τις ΦΟΛΕΣ που τον διαδέχτηκαν, ούτε βέβαια θα έπρεπε να επηρεάζεται η απόλαυσή του από τις μετέπειτα απανωτές απογοητεύσεις, και τα δύο θα ήταν εντελώς παράλογα - είναι ότι με αυτή τη γαμημένη αναδρομικότητα αναιρείται εκείνο το αίσθημα της προσμονής για τα ακόμα καλύτερα, χαλάει η όρεξη που είχε ανοίξει τότε, που έλεγες “πω ρε και τι άλλο έχει να γίνει τα επόμενα χρόνια” …και δεν έγινε ποτέ. Αυτόματα έτσι αποκτούν μια διαφορετική, ακόμα πιο γλυκόπικρη χροιά ηχογραφήσεις επικών διαστάσεων, όπως το πασίγνωστο Johnny I Hardly Knew Ya που βέβαια κανένας ποτέ δεν έπαιξε τόσο καυλωτικά. Ή όπως η καθηλωτική ιστορία καθημερινής προλεταριακής τρέλας Rude Awakenings, απ’ αυτές που μόνο οι DKM και κάνα δυο ακόμα διηγούνταν τόσο ζωντανά και γλαφυρά. Ή όπως το ισοπεδωτικό Flannigan’s Ball με την dream team της ιρλανδικής μουσικής και πρώτο μεταξύ ίσων τον γίγαντα Ronnie Drew (R.I.P.). Ή όπως τα αδιανόητα πωρωτικά God Willing και The State of Massachusetts. Και σταματάω κάπου εδώ γιατί κλασικά θα τα πω όλα έτσι όπως πάω…
Αντίο λοιπόν, Murphys. Ναι, αντίο. Όχι “εις το επανιδείν”. Τα “εις το επανιδείν” μας τελειώσανε προ πολλού. 16 years are way too much time waiting for a decent fucking album.
NUMBER FOUR
A cold wind is blowing, through the graves it is blowing / And it bears a poisoned tongue and the foul breath of deceit… Όταν μπαίνεις ΕΤΣΙ, όπως το To The Nameless Dead των Primordial και συγκεκριμένα το εναρκτήριο Empire Falls, τίποτα δεν γίνεται να σου πάει στραβά. Ίσα ίσα που κάνεις τον κόσμο να πιστεύει ότι μόλις έβγαλες το απόλυτο αποκορύφωμά σου. Τι σημασία έχει που στην πραγματικότητα δεν είναι. Καμιά φορά, δείγμα ενός μεγάλου δίσκου είναι (και) ότι δίνει την εντύπωση πως είναι ακόμα πιο σπουδαίος απ’ όσο είναι στην πραγματικότητα. Ότι έχει μια συγκεκριμένη, ιδιαίτερη “αύρα”, ένα απροσδιόριστο “κάτι” που βρίσκει στόχο και υπερβαίνει σκέψεις τύπου “ναι αλλά έχουν γράψει και πολύ καλύτερα riffs στο παρελθόν”. Στην πραγματικότητα βέβαια δεν είναι και τόσο απροσδιόριστο. Έχει να κάνει κυρίως, πιστεύω, με αυτή τη σπάνια ικανότητα του Άλαν στην αφήγηση καθηλωτικών ιστοριών (A host of the willing few is gathered at the traitors gates / Demanding their pound of flesh and their weight in gold), στην περιγραφή πανίσχυρων εικόνων (Sing to the slaves that Rome burns…) ή στη διατύπωση εμβληματικών ερωτημάτων (Where is the fighting man? Am I he?). Εν τέλει, το παντοδύναμο μυστικό του To The Nameless Dead είναι ότι δεν λειτουργεί απλά ως ένας εξαιρετικός - ή ακόμα και κορυφαίος - δίσκος, αλλά φτάνει να αποκτά μέχρι και χαρακτηριστικά διαμορφωτή συνειδήσεων, οδηγού στάσης ζωής, τροφοδότη σκέψεων και ιδεών.
Για μένα πάλι συμπληρώνει την προσωπική πεντάδα Primordial δίσκων. Και αν αυτό φαντάζει “λίγο”, ας προσθέσω/υπενθυμίσω ότι παραμένει ένα από τα καλύτερα πράγματα που άκουσα το 2007.
NUMBER THREE
Κάποιο κέρδος έπρεπε να προκύψει από το ατυχές, ατυχέστατο, “μπράβο Leif ” γεγονός της διάλυσης ενός από τα πιο αγαπημένα συγκροτήματα στον χώρο του epic doom metal, μπας και επιβίωνε ένα άλλο - έστω κι αν το δεύτερο εκ των πραγμάτων ήταν και είναι ακόμα πιο αγαπημένο. Και, ευτυχώς, το κέρδος αυτό ήρθε - and then some: Ήταν το King of the Grey Islands των Candlemass. Ένα άλμπουμ που δεν θα σας πω τώρα ότι πλησιάζει το Epicus Doomicus Metallicus ή το Nightfall, γιατί θα μου περάσετε ζουρλομανδύα και δεν ψήνομαι, αλλά θα τολμήσω να πω κάτι άλλο που θεωρώ ότι είναι κολοσσιαίο επίτευγμα in its own right, ότι κοιτάει στα μάτια και το Ancient Dreams και το Tales of Creation και παράλληλα ξεπερνάει ό,τι άλλο έκαναν ποτέ οι Candlemass. Το ότι ο Leif γράφει - ή, έστω, έγραφε - τα καλύτερα κομμάτια στην πιάτσα είναι λίγο πολύ γνωστό, εδώ όμως έχουμε ποιοτικό άλμα, μάλλον πήρε boost από τη μεγάλη μεταγραφή και έγραψε υλικό ακόμα καλύτερο από το καλύτερο. Ή μπορεί και το άλλο, απλά να έκανε το υλικό να ακούγεται ακόμα καλύτερο η μεταγραφή. Ο Robert Lowe, ο οποίος σημείωσε τέτοιες φωνητικές επιδόσεις εδώ πέρα που με οδήγησε τότε σε αποκοτιές τύπου “πώς τον είπαμε τον χοντρό;”. Εντάξει, μην το κάνουμε θέμα, λέμε και καμιά μαλακία. Και στο κάτω κάτω δεν φταίω εγώ (?). Φταίνε έπη όπως το Embracing the Styx, ή όπως το Of Stars and Smoke, ή όπως το Clearsight κ.λπ. κ.λπ.
Να ήταν και η συνέχεια ανάλογη των προσδοκιών που δημιούργησε η Doom Μεικτή Κόσμου, καλά που θα 'τανε… Έτσι, να 'χαμε να λέγαμε ρε παιδί μου “χαλάλι οι Solitude Aeturnus”.
NUMBER TWO
Είναι δυνατόν να καλείσαι να διαδεχτείς έναν τόσο πελώριο, ιστορικό δίσκο, και μάλιστα με καινούργιο τραγουδιστή στη θέση μίας από τις πλέον εμβληματικές μορφές σε όλο το black metal, και για ένα φεγγάρι να καταφέρνεις να κάνεις τον οπαδό / ακροατή - επενεργούντος και του ενθουσιασμού του φρέσκου δίσκου, φυσικά - να αναρωτιέται μπας και το καινούργιο είναι ακόμα καλύτερο; Είναι, όταν λέγεσαι Dødheimsgard και το άλμπουμ Supervillain Outcast. Καταρχάς να ξηγηθούμε: ΔΕΝ είναι ανώτερο, ούτε καν ισάξιο του 666 International. Επίσης ο Kvohst ΔΕΝ είναι Aldrahn. Με δεδομένες όμως αυτές τις κοσμικές αλήθειες, ο νέος δίσκος των Νορβηγών προκαλεί μέγα θαυμασμό και δέος για τα συνθετικά, εκτελεστικά, αισθητικά και συγκινησιακά ύψη που πιάνει. Και εντάξει, θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για τη “ραχοκοκαλιά” του όλου ηχητικού οικοδομήματος - την κατάμαυρη Voivod-ική βιρτουοζιτέ του Vicotnik, τον καταιγισμό του Carl-Michael, την αξιοθαύμαστη ισορροπία του Kvohst μεταξύ μοχθηρών σκισιμάτων, απονενοημένων ουρλιαχτών και αέρινων ψαλμωδιών. Ή, πιο συγκεκριμένα, για συνθετικά επιτεύγματα όπως 21st Century Devil, All Is Not Self κ.λπ. Για μένα όμως, όσο τραβηγμένο κι αν ακούγεται, τη διαφορά την κάνουν - και εδώ - οι λεπτομέρειες: Εκείνα τα - samples; πλήκτρα; ανάθεμα κι αν ξέρω - βουητά ανέμου, θαρρείς, που σε καίριες στιγμές δημιουργούν από τις πιο απόκοσμες ατμόσφαιρες που έχουν ακουστεί ποτέ. Οι εξίσου καίριες λαμαρινιές που τις νιώθεις σαν να μπήγονται στο κορμί σου. Η ψυχοπαθής μελαγχολία των φωνητικών ιντερλούδιων που αντικαθιστά τα αντίστοιχα πιανιστικά Satie-ικά του 666 International.
Αν πιεστώ να γίνω αυστηρός, δεν θα ονομάσω πολλούς δίσκους που με έχουν κάνει να δω το black metal, συνολικά την ακραία μουσική, “αλλιώς”. Ένας απ’ αυτούς είναι σίγουρα το Supervillain Outcast.
NUMBER ONE
Η Τελειότητα ήταν, είναι και θα είναι ένα αφηρημένο κόνσεπτ, ένα φευγαλέο ιδεώδες, εν ολίγοις μια ωραία ιστοριούλα όπως π.χ. ο άγγελος και ο κρίνος, ή το φίδι και το μήλο κ.ο.κ. Το μόνο που μπορείς να κάνεις για να της δώσεις λίγο πιο απτές διαστάσεις είναι να την παραμετροποιήσεις κατά το δυνατόν, να τη στενέψεις, ώστε ο κοπανιστός αέρας να αρχίσει να μοιάζει λιγότερο κοπανιστός. Μπορούμε να πούμε λ.χ. ότι σε επίπεδο progressive power metal η Τελειότητα από το 2007 έπαψε να είναι μια οπτασία, μια χίμαιρα, τουναντίον πήρε σάρκα και οστά (εντάξει, όχι κυριολεκτικά) και τη λέμε Symphony X και Paradise Lost. Ή τέλος πάντων, αν ακούγεται υπερβολή, ότι τότε την πλησιάσαμε όσο ήταν ανθρωπίνως δυνατόν να γίνει κάτι τέτοιο. Και είναι χρήσιμη αυτή η διαπίστωση, γιατί μας βοηθάει να φτάσουμε σε πολύτιμα συμπεράσματα: Για να πλησιάσεις στον μέγιστο βαθμό την Τελειότητα, αν όχι επιβάλλεται, είναι καλό να είσαι ήδη στην κορυφή του παιχνιδιού σου. Να έχεις βγάλει προηγουμένως μια σειρά επικές δισκάρες που σε καταξίωσαν και έκαναν τον κόσμο να παραμιλάει. Να έχεις τον καλύτερο τραγουδιστή στην πιάτσα και να το έχει βάλει σκοπό να ξεπεράσει ακόμα και τον ίδιο του τον εαυτό σε πάθος, δύναμη, ευκρίνεια έκφρασης. Να έχεις βασικό συνθέτη έναν κορυφαίο μουσικό, παίκτη, τραγουδοποιό, τα πάντα, που να έχει την έμπνευση της ζωής του. Γενικά να έχεις μια ομάδα παιχταράδων ικανών για ό,τι λογικό και παράλογο τους ζητηθεί. Α, και να βασίσεις το κόνσεπτ σου σε ένα από τα πιο διαχρονικά έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, με φιλοσοφικές προεκτάσεις που αιώνες μετά ακόμα παλεύουμε μαζί τους ως ανθρωπότητα.
Αφού λοιπόν έχεις συγκεντρώσει όλες τις παραπάνω προϋποθέσεις, κάνεις αυτό που πρέπει. Βγάζεις τον καλύτερό σου δίσκο και φέρνεις την Τελειότητα λίιιγο πιο κοντά. Δεν μπορεί να σου ζητηθεί κάτι παραπάνω.
Γαλάτες και Ρωμαίοι μετά τη Ζεργκόβια, πώς να χάσει.
Και των Year Long Disaster μ’ άρεσε πολύ, αλλά εντάξει, DoomSword.
Yes, it is.
2007 → Κι ας μας λέγανε ότι βάζουν οκτώ στη Μπίλεφεντ!
12. ΑΓΓΕΛΑΚΑΣ, ΓΙΑΝΝΗΣ - ΒΕΛΙΩΤΗΣ, ΝΙΚΟΣ “Πότε Θα Φτάσουμε Εδώ”
Λίστα χωρίς Γιάννη… Μπορεί η δεύτερη προβολή της σύμπραξης του Αγγελάκα με τον Βελιώτη να μην έχει ίσως έναν «Κόσμο…» ή κάποιους «Παλιάτσους…» αλλά αυτή η πώς-την-καταφέρνει-ο-άτιμος ιντάστριαλ «υφή» του τσέλου (μαζί με τα λοιπά gimmicks) παραμένει αθεράπευτα θελκτική. Κι ενώ οι τρεις-τέσσερις στίχοι του ομώνυμου είναι ολόκληρη φιλοσοφία, εγώ σκέφτομαι πως κάποτε (σε άλλο σύμπαν μάλλον) θα είμαστε η θάλασσα.
11. NECROS CHRISTOS “Triune Impurity Rites”
Τίποτα δεν ακουγόταν σαν τους NC, ειδικά την εποχή εκείνη το death metal είχε πάρει εντελώς διαφορετικούς δρόμους. Το όραμα του Mors Dalos Ra (που αν ξέρεις την κατάληξή του κάνει το ξεκίνημα ακόμα πιο ενδιαφέρον) όμως επιβαλλόταν να ντυθεί από έναν ηχητικό μανδύα όσο πιο απλό γίνεται, ώστε να υπηρετήσει την τελετουργία και τον διαλογισμό. Και Διάολε (ή Χριστέ, δεν ξέρω!) τα κατάφερε περίφημα, ίσως με την ωριαία διάρκεια να είναι το μόνο (μικρό) ψεγάδι.
10. VERDUNKELN “Einblick in den Qualenfall”
Black metal? Good… Darkwave/Goth? GOOD! Τo ντουέτο των VERDUNKELN (μέλη στο τότε παρεάκι της Van Records) μοιάζει να ήθελε να γυρίσει πίσω κάπου 12 χρόνια τότε που οι black/doom/death μπάντες την έψαχναν ατμοσφαιρικά, αλλά το κάνει με τα δικά του υλικά τα οποία είναι το majestic ύφος των RUINS OF BEVERAST και μια απόλυτα αντι-εμπορική διάθεση, όπως ας οι πούμε οι Φινλανδοί ήρωες UNHOLY, που σημαίνει heaviness to the limits και κάτι 10+λεπτα κομμάτια να τα πιείς στο ποτήρι…
9. TANKIAN, SERJ “Elect the Dead”
Να μου ζήσετε «καλλιτεχνικές διαφωνίες» (ναι, τις ακούγαμε ήδη στα “Mezmerize”/”Hypnotize”, άλλο που το πράγμα δούλεψε) που οδηγήσατε στη τότε διάλυση των SOAD. Κάπως έτσι καταλήξαμε εκείνα τα χρόνια με δύο δισκάρες, η πρώτη εκ των οποίων φέρει τον συνδυασμό εγκεφαλικότητας/καταγγελίας/ειρωνείας του Serj που κάνει ακόμα και ένα δίλεπτο “Sky Is Over” να ηχεί ως έπος μεγατόνων. Προσωπικά, ίσως να άλλαζα λίγο το track order αλλά αυτά είναι κολλήματα ήσσονος σημασίας.
8. SLAGMAUR “Skrekk Lich Kunstler”
Το αδάμαστο νορβηγικό πνεύμα είναι (ξανά) μαζί μας. Κινούμενο σε επαναληπτικούς, βιομηχανικούς ρυθμούς, το άρμα του στρατηγού Gribbsphiiser ενστερνίζεται (αλλά δεν κοπιάρει) τη θεατρικότητα των ARCTURUS και μέσα σε 30-κάτι λεπτάκια σκαρώνει μια ωραιότατη παραστασούλα τρόμου, για μας που τη βρίσκουμε με κάτι τέτοια…
7. PLUTONIUM “One Size Fits All”
Συεχίζοντας σε παρεμφερές ύφος, έξι χρόνια είχαν περάσει από το “Thorns” και οκτώ από το μοναδικό πραγματικά ξεχωριστό δημιούργημα των SATYRICON, οπότε ο κύριος Carlsson εδώ είπε να συγκεράσει τον sci-fi χαρακτήρα του πρώτου με τα βιτριόλια του δεύτερου και να ντύσει με αυτά τις dystopian horror ιστορίες του, παράγοντας ένα από τα κρυμμένα διαμαντάκια ετούτης της δεκαετίας.
6. ULVER “Shadows of the Sun”
Αν ήθελα να περιγράψω το πώς θα ήθελα να έναν δίσκο που να αποτυπώνει αναμνήσεις, σκέψεις και συναισθήματα συνδεδεμένα με το χρονικό διάστημα (μια ώρα; δίωρο; μικρή σημασία έχει…) πριν το χάραμα και την ανατολή του ηλίου, δεν θα το έκανα τόσο καλά όσο το έκανε η κομπανία του Garm εδώ πέρα. Ακόμα και το κλείσιμο με τη διασκευή του “Solitude”, πόσο spot-on ρε παιδί μου…
MAYHEM “Ordo Ad Chao”
Τεράστιε Blasphemer, τι άλλο να γράψω πια… THE TRUE MAYHEM, τελεία και παύλα! Τι κιθαριστικούς δαίδαλους σκάρωσες πάλι σ’ αυτό το “Illuminate/Eliminate”… Οπότε μην έχοντας και πολλά να πω, ας καλωσορίσω πίσω την τεράστια φωνή του “De Mysteriis”, γιατί ΟΚ φίλε Maniac, είπαμε μας αρέσεις, αλλά τώρα γύρισε ο Εκλεκτός. Κι αν ψάχνει κανείς το απόλυτο companion στα σκοτάδια του περσινού “Monotheist” ας ξέρει ότι δεν χρειάζεται να προχωρήσει παραπέρα…
BIG BUSINESS “Here Come the Waterworks”
Ίσως υπάρχουν κάτι λίγες μπάντες εκεί έξω για τις οποίες θα «έπαιζα ξύλο» ότι έχουν λάβει σημαντικά λιγότερη αναγνώριση απ’ αυτή που θα τους άξιζε. Μια από αυτές είναι σίγουρα οι BIG BIZ κι αυτό λογικά συμβαίνει γιατί θέλουν να κάνουν του κεφαλιού τους και να μη γράψουν τα straightforward και με καθαρή παραγωγή κομμάτια που μάλλον θα ήθελε το όποιο κοινό. Στο “Here Come the Waterworks” εισάγουν σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό τις κιθάρες και ως εκ τούτου φεύγουν κάπως απ’ τις μοτορχεντ-ικές λάσπες του ντεμπούτου. Παράλλη όμως χώνουν λίγη ψυχεδέλεια και στ’ αυτιά μου διαστρέφουν όσο πάει το 90s Seattle, με αποτέλεσμα να βγάλουν κάμποσους ύμνους του πεζοδρομίου τραγουδισμένους από ένα λαρύγγι που μόλις βγήκε απ’ το μπαρ, μετά από 5 μπέρμπον και δυο πακέτα τσιγάρα…
MORTUUS “De Contemplada Morte”
Δίσκος που μπουκάρει με τέτοιο thorn-ο-riff είναι δυνατόν να μην χτυπάει κορυφή; Εδώ βρίσκεται όλο το occult πνεύμα του σουηδικού blackmetal στην πιο σοβαρή εκδοχή του. Χωρίς κατάχρηση σε οτιδήποτε, αλλού ανεβάζει την ένταση σε δυσθεώρητα ύψη, αλλού ενστερνίζεται την πάντοτε εκστατική σουηδική μελωδία και αλλού ρίχνει τις ταχύτητες προς όφελος του εσωτερισμού. Διότι πολλοί την εποχή εκείνη (και μέχρι σήμερα) έκαναν τους ιεροκήρυκες αραδιάζοντας non-stop ονόματα δαιμόνων, ελάχιστοι όμως άνοιξαν πραγματικά πόρτες προς άλλες διαστάσεις. Kαι οι MORTUUS ανήκουν στη δεύτερη κατηγορία…
DEATHSPELL OMEGA “Fas - Ite, Maledicti, in Ignem Aeternum”
Ναι καλησπέρα σας, θα θέλαμε να σας μιλήσουμε για την Αντιστροφή των Αξιών που γνωρίζατε έως τώρα… Εδώ ήταν η πρώτη μου επαφή με την σύναξη του Hasjarl, περίπου με το που κυκλοφόρησε και -το ομολογώ- δυσκολεύτηκα τρομερά στις πρώτες ακροάσεις κι ας έλεγα στους γύρω πόσο υπερδίσκος είναι. Αλλά και πώς να μην το πω, υπήρχε κάτι εκεί μέσα, ένα μαγικό νήμα που έφτανε πίσω μέχρι τους VBE και με κρατούσε δέσμιο. Κι αν οι στιγμές τους χάους που περιγράφονται με αδυσώπητη επίθεση είναι αυτές που εύλογα κεντρίζουν το ενδιαφέρον, εγώ εκεί που ακόμα είμαι στο όριο του να σπάσω είναι στις μεταξύ τους παύσεις που μοιάζουν με αιώρηση στο προαιώνιο κενό…
MINSK “The Ritual Fires of Abandonment”
Ούτε που θα το φανταζόμουν, που λέτε, ότι θα μπορούσε να βγει κάτι που να κοιτάει στα μάτια (και αγέρωχα μάλιστα) το “Oceanic” των ISIS… Και πέφτω πάνω εδώ, σ’ αυτόν τον δίσκο με το απίστευτο εξώφυλλο και το μάτι που μας παρακολουθεί απ’ την αυγή του χρόνου… Σε αντίθεση βέβαια με τον υδάτινο κόσμο των Βοστονέζων, οι MINSK αγκαλιάζουν το γήινο και μετατρέπονται σε τροβαδούρους του μυστικισμού της ιδεατής επαρχίας. Ω θεοί, θα μπορούσε να έχει μόνο αυτά τα αρχέγονα τύμπανα και κρουστά και πάλι να είναι στους δίσκους της δεκαετίας. Σας τα είπε και ο @tylerdurden, αν δε μας πιστεύετε βγείτε το βράδυ στο κοντινότερο δασάκι/αλσύλλιο/πάρκο, κλείστε απέξω τον υπόλοιπο κόσμο, βάλτε το “Orphans of Piety” και καλή τύχη…
Εν συντομία, γιατί είχαμε και BBQ αυτό το ΣΚ:
ΤΑ ΝΤΟΠΙΑ: Οι ACRIMONIOUS είναι μία από τις πρώτες εγχώριες μπάντες που θα ενστερνιστούν το λεγόμενο orthodox, τόσο ηχητικά (κοιτάζοντας προς Σκανδιναβία μεριά -κυρίως Σουηδία) όσο και θεματολογικά. Στο “Broken Bonds of Balance” 7’’ ακούμε ένα πρώτο δείγμα (και εστιάζουμε στο “Luciens Nux”) αν και τα καλά θα έρθουν λίγο αργότερα. Οι NADIWRATH από την άλλη εμφανίζονται περίπου απ’ το πουθενά και θα εξελιχθούν σε μία από τις πιο ιδιαίτερες περιπτώσεις, βάζοντας GBH-ικο punk στο άλλοτε πιο παραδοσιακό και άλλοτε depressive blackmetal τους, παράγοντας ένα αποτέλεσμα ταυτόχρονα μαύρο αλλά και headbanging-material.
ΤΑ ΞΕΝΑ: Οι CULTES DES GHOULES το πάνε ένα βήμα παραπέρα το πράγμα με το “Odd Spirituality” 7’’, διατηρώντας μεν τον σπηλαιακό ήχο και το σιδηροδρομικό ήχο που φέρει vibes από DMDS, ωστόσο απλώνουν με ωραίο τρόπο τις δύο συνθέσεις τους, αλλάζοντας τέμπο όπου πρέπει ώστε να διηγηθούν ιστορίες του διαβολικού μεσαίωνα. Αναφορικά με το occult τώρα και τη αναβίωσή του γενικότερα (το είδαμε στο heavy, στο doom, σε 70s retro rock) η άποψή μου δεν είναι και πολύ τιμητική. Ωστόσο, σε εξαιρέσεις όπως οι SATURNALIA TEMPLE, με σοβαρό υπόβαθρο και αληθινή γνώση/πρακτική επί του θέματος το πράγμα αλλάζει ριζικά. Τους καλωσορίζουμε το “Ur” demo (τι demo δηλαδή, 46 λεπτά πράγμα…), χανόμαστε μέσα στο υπέρβαρο doom και ετοιμάζουμε ένα δισάκι με τα απολύτως απαραίτητα, για να ξεκινήσουμε το ταξίδι μας ως προσκυνητές στο Mount Meru. Το οποίο είναι ψηλό, πολύ ψηλό…
ΤΑ «ΑΛΛΑ»: Για όλους τους Attila enthusiasts εκεί έξω, καλό το “Ordo…”, τα είπαμε, αλλά οι γκρούπις υποθέτω ξέρετε και το noise/ambient project των YCOSAHATERON, έτσι; Όσο για τους ANGELIC PROCESS, χαίρομαι ιδιαιτέρως που τέτοιες μουσικές δεν τις χρειάζομαι πια και πλέον αποτελούν μονάχα αναμνήσεις άλλων εποχών.
2007
Honorable Mention
Mind’s Eye - A Gentleman’s Hurricane : Ένα καλά κρυμμένο progressive metal διαμαντάκι, που δεν μπόρεσα να χωρέσω και βαριέμαι να κάνω ανακατατάξεις στη λίστα.
Ulver – Shadows Of The Sun: Low Rock για δύσκολες ώρες
#40-36 – Alternative Solutions
#40
Hinder - Extreme Behavior
Radio-friendly, ξεκάθαρα American-oriented hard rock, με ωραία γρεζαρισμένη φωνή και εξαιρετικά πιασάρικο songwriting. Και δεν πιστεύω να υπάρχει κάποιος που δεν του αρέσει το εξώφυλλο, ε;
#39
Kaddisfly - Set Sail The Plaire
Alternative rock με προοδευτικά στοιχεία, άποψη, διαφορετικότητα και plus ωραίο artwork.
Προτεινόμενη τραγουδάρα: “(Noyabr’) Empire”
#38
Biffy Clyro – Puzzle
Το πρώτο σπουδαίο άλμπουμ των Σκωτσέζων (θα ακολουθήσουν 2 ακόμα). Έδειξε ότι είναι φτιαγμένοι για σπουδαία πράγματα, κι όντως τα έκαναν.
#37
Linkin Park - Minutes To Midnight
Η πλειονότητα των μουσικών αν είχαν την επιτυχία των δυο πρώτων άλμπουμ των Linkin Park θα πάλευαν να την διασφαλίσουν με κάθε δυνατό τρόπο. Με το “Minutes To Midnight” (κι ακόμα περισσότερο στο μέλλον) ο Shinoda κι η παρέα του μοιάζουν σαν να θέλουν να θέσουν σε καλλιτεχνικό κίνδυνο τους εαυτούς τους. Αλλά, με τραγούδια σαν το “What I’Ve Done”, το “Bleed It Out”, το “Leave Out All The Rest” και κυρίως το αγαπημένο μου “The Little Things Give You Away” το πρώτο στοίχημα το κέρδισαν με ευκολία, ακόμα κι αν δεν είναι στα επίπεδα των προκατόχων του.
#36
Hurt - Vol . II
Μια μίξη Tool, APC και Staind προσφέρουν οι Hurt, αποτυπώνοντας όμως και κάτι δικό τους μέσα από το ηχητικό αυτό μίγμα. Σε σχέση με το – επίσης πολύ καλό – πρώτο άλμπουμ (που ξεχάστηκε το 2006) εδώ έχει λίγο λιγότερο Tool και λίγη περισσότερη ακουστική κιθάρα.
Προτεινόμενη τραγουδάρα: “Talking To God”
#35-31 – Good Metal Stuff
#35
Deadsoul Tribe - A Lullaby For The Devil
Στο κύκνειο άσμα των DST ο Devon είχε ήδη γνωριστεί με τον Δημήτρη (που φτιάξανε τους The Shadow Theory) και είχε ήδη ξεκινήσει να μιλάει για το reunion των Psychotic Waltz, οπότε δεν του έδωσε την υποστήριξη που του άξιζε. Παρόλα αυτά παραμένει πολύ αξιοπρεπής δουλειά, με αρκετές δυνατές συνθέσεις και φυσικά την ερμηνευτική δεινότητα του Graves.
Προτεινόμενη τραγουδάρα: “Goodbye City Life”
#34
Between the Buried and Me - Colors
Η τρέλα δεν πάει στα βουνά. Όπου κι αν πηγαίνει πέτυχε κατακούτελα αυτούς εδώ τους τύπους. Το “Colors” με τη μίξη τεχνικού και ακραίου metal και πάμπολλων ακόμα στοιχείων, με έναν μοναδικό τρόπο. Πρόκειται για ένα από εκείνα τα άλμπουμ που δημιουργούν σχολές.
#33
Redemption - The Origins Of Ruin
Το πρώτο σπουδαίο άλμπουμ των Redemption είναι εδώ και φέρει φαρδιά πλατιά την ερμηνευτική δεινότητα του Ray Alder, ο οποίος δίνει ρέστα ερμηνεύοντας τους «ζορισμένους» στίχους του Nick Van Dyk. Φυσικά, και στο μουσικό κομμάτι το άλμπουμ είναι «λουκούμι» για τους φίλους του πιο παραδοσιακού progressive metal.
#32
Primordial - The The Nameless Dead
Ποτέ δεν τρελάθηκα με τους Primordial, αλλά αυτό το άλμπουμ είναι όντως τρομερό. Έχει ένα επικό feeling που καθηλώνει, έχει ψυχή στις ερμηνείες του Alan κι έχει εκείνο το στοιχείο που κάνει μια μπάντα να κερδίζει οπαδούς εκτός του πυρήνα του ήχου της.
#31
Down - Down III: Over the Under
Νομίζω ότι η 3η δουλειά των Down λαμβάνει λιγότερη αναγνώριση από αυτή που της αναλογεί, έστω κι αν σκοράρει λίγο χαμηλότερα από τα δυο προηγούμενα άλμπουμ. Στην πραγματικότητα, εχει όλα τα συστατικά και τα τραγούδια που τους καθιστούν μπαντάρα. Ή έστω τους καθιστούσαν ως κι αυτό εδώ το άλμπουμ.
Προτεινόμενη τραγουδάρα: “Nothing In Return” (Walk Away)”
#30-26 – Somewhere in between Prog & Power
#30
Kamelot - Ghost Opera
Δυο (ή και τρία) σκαλιά κάτω από την μαγική τριάδα κυκλοφοριών που προηγήθηκε αλλά και πάλι μια δυνατή δουλειά από τους Kamelot.
#29
Circus Maximus – Isolate
Δυνατό δεύτερο άλμπουμ από τους Νορβηγούς που δεν μπορούν να αποφασίσουν αν αγαπάμε περισσότερο τους Dream Theater ή τους Kamelot, οπότε συνθετικά τείνουν περισσότερο στους πρώτους και ερμηνευτικά στους δεύτερους, κινούμενοι σταθερά κάπου ενδιάμεσα. Και καλά κάνουν.
#28
Sieges Even – Paramount
Το μόνο που ρίχνει κάπως αυτό το άλμπουμ είναι η σύγκριση με το ανεπανάληπτο “The Art Of Navigating By The Stars”. Κατά τα άλλα, η ποιότητα και η έμπνευση που περιλαμβάνει είναι σταθερά ψηλά στα επίπεδα που ξέρουμε από αυτούς τους μουσικούς.
Προτεινόμενη τραγουδάρα: “Tidal”
#27
Nightwish - Dark Passion Play
Η φαινομενικά αταίριαστη πρόσληψη της Annete Ozlon με την pop φωνή αντί της οπερετικής Tarja δεν θα μπορούσε να είναι πιο εύστοχη. Μιλάμε για άλμπουμ που ξεκινάει με το 13λεπτο “The Poet And The Pendulum” και στην πραγματικότητα δεν χρειάζεται τίποτα άλλο (άσχετα αν έχει κι άλλα πολύ καλά τραγούδια και στοιχεία). Ε, λοιπόν, η περίοδος με την Ozlon είναι δισκογραφικά η αγαπημένη μου των Nightwish.
#26
Andre Matos - Time to Be Free
Αφού είδε και αποδείδε με τους Shaman και τα εκ νέου προβλήματα, ο Andre αποφάσισε να το γυρίσει στην σόλο καριέρα, διατηρώντας στο πλευρό του τα αδέρφια Mariutti. Κι έβγαλε ένα καταπληκτικό άλμπουμ, γεμάτο τραγουδάρες και την φωνάρα του να μας κάνει να ξεχνιόμαστε μαζί της.
Προτεινόμενη τραγουδάρα: “How Long (Unleashed Away)”
#25-21 – Hard Rock Hallelujah
#25
Airbourne - Runnin ’ Wild
Μερικές φορές το μόνο που θες να βάλεις στο στερεοφωνικό είναι μουσική για να σε σπρώξει να ανοίξεις το επόμενο κουτάκι μπύρα και να περάσεις καλά. Αυτό έκανε το πρώτο άλμπουμ των Airbourne για μένα (χωρίς συνέχεια όμως). Κι ακόμα το κάνει το άτιμο.
#24
Volbeat - Rock The Rebel/Metal The Devil
Να και το πρώτο πολύ δυνατό άλμπουμ από τους Volbeat που και τον ήχο τους αρχίζουν να διαμορφώνουν καλύτερα και το songwriting βελτιώνουν. Και το “Sad Man’s Tongue” έγραψαν. Και τα καλύτερα έρχονται.
#23
Velvet Revolver – Libertad
Κατώτερο του πρώτου άλμπουμ, αλλά κι αυτό μάλλον αδικημένο για το πως το έχει μείνει στην πιο συλλογική rock μνήμη. Επίσης, να πω ότι πέρασα πολλές ώρες περπατώντας στην Ρόδο με αυτό το άλμπουμ στα ακουστικά. Και ότι το “Last Fight” είναι τραγουδάρα.
#22
Clutch - From Beale Street To Oblivion
Οι Clutch στα καλύτερά τους. Enough said. Βέβαια έχει και καλύτερα πιο μετά, αλλά και πάλι το “From Beale Street To Oblivion” είναι στις 2-3 τοπ δουλειές τους, ενώ έχει και το EW που ήταν μάλλον το τραγούδι που τους άλλαξε την καριέρα.
#21
Audrey Horne - Le Fol
Με σημαντική βελτίωση τόσο συνθετικά όσο ηχητικά από το πρώτο τους άλμπουμ, οι Audrey Horne γράφουν τραγούδια σαν το “Threshold”, το “Monster” και το “Afterglow” και μας παίρνουν την ψυχούλα σιγά-σιγά. Δισκάρα.
#20-16
#20
Threshold - Dead Reckoning
Από τα καλύτερα άλμπουμ της δισκογραφίας των Threshold, πιθανότατα το πιο ολοκληρωμένο και επιτυχημένο της εποχής του Mac, και δυστυχώς το τελευταίο μαζί του. Τραγούδια σαν το “Slipstream” ή το “Pilot In The Sky Of Dreams” είναι instant classics για τα δεδομένα της μπάντας και του ήχου που πρεσβεύουν.
#19
3 - The End Is Begun
Να, πάλι ξέχασα το προηγούμενο άλμπουμ μιας μπάντας (στην προκειμένη το “Wake Pig”). Σε κάθε περίπτωση εξαιρετικό prog και alt μίγμα των Three έχει πολλή ακουστική κιθάρα, περίεργα παιξίματα και ιδιαίτερα φωνητικά. Κι αυτή εδώ είναι μάλλον καλύτερη δουλειά τους.
#18
Rush - Snakes & Arrows
Μπορούμε να βρίσκουμε όλη μέρα λόγους για τους οποίους δεν υπάρχει άλλη μπάντα σαν τους Rush. Το δισκογραφικό comeback που έκαναν με το “Snakes & Arrows”, μετά από τόσα χρόνια στη δισκογραφία είναι ένας από αυτούς. Μόνοι τους και όλοι τους.
#17
Paradise Lost - In Requiem
Επιστροφή στην φόρμα για τους Paradise Lost, με ένα άλμπουμ που σηματοδοτεί μια εποχή (που περιλαμβάνει και τα 2 επόμενα άλμπουμ) η οποία τους πήγαινε πολύ. Μπορεί να μοιάζει με ηχητικό πισωγύρισμα για τα δικά τους δεδομένα, αλλά όταν ακούω τραγούδια σαν το “Never For The Damned”, το “Ash & Debris”, το “Enemy”, το “Praise Lamented Shade” ή το “Beneath Black Skies” κάτι τέτοιες συζητήσεις μου φαίνονται απολύτως δευτερεύουσες.
#16
Eddie Vedder - Into The Wild
Πέραν της ταινίας, αυτό εδώ το soundtrack το λατρεύω υπερβολικά. Δέθηκα μαζί του με συνεχόμενες ακροάσεις και υπό περίεργες συνθήκες, συχνά μοιραζόμασταν τις ακροάσεις (και σκέψεις γύρω από αυτό) με έναν αδερφικό φίλο, ενώ ακόμα το επισκέπτομαι συχνά. Πάντα θα απολαμβάνω τραγούδια σαν το “Hard Sun” και το “Society”, υπό οποιαδήποτε συνθήκη.
#15-11
#15
Neal Morse - Sola Scriptura
Την τέχνη του να γράφεις σπουδαία τραγούδια διάρκειας 16,25 και 29 λεπτών την κατέχει καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον ο Neal Morse κι αυτή επιδεικνύει στο “Sola Scriptura”. Αποδεικνύοντας πως η διάρκεια δεν παίζει κανέναν ρόλο όταν η έμπνευση ρέει τόσο αβίαστα, όταν τα παιξίματα είναι υπέροχα, όταν τα πάντα είναι εκεί που πρέπει να είναι. Είσαι τεράστιος Neal!
#14
Amorphis - Silent Waters
Ακόμα καλύτερο από το εντυπωσιακό “Eclipse”, το “Silent Waters” είναι μαζί με το “Tuonela” το αγαπημένο μου άλμπουμ των Amorphis, μέσα από μια τόσο πλήρη και σπουδαία δισκογραφία.
#13
Atreyu - Lead Sails , Paper Anchor
Πριν από αυτό το άλμπουμ για μένα δεν υπήρχαν (μουσικά) οι Atreyu και ως εκ τούτου το εν λόγω άλμπουμ μου έσκασε σαν κεραμίδα. Προφανώς ανακάλυψαν ότι ο drummer τους έχει φωνάρα, του έδωσαν τα μελωδικά φωνητικά και τα ισορρόπησαν τέλεια με τα πιο επιθετικά φωνητικά του Alex, αλλά κυρίως έγραψαν φοβερά τραγούδια, κολλητικά το ένα μετά το άλλο, με νεανικό νεύρο, με ωραία παιξίματα, με τα πάντα όλα. Δυστυχώς δεν υπήρξε ανάλογη συνέχεια, αλλά αυτό εδώ το άλμπουμ είναι σκέτη απόλαυση.
#12
Sixx: A.M. - The Heroin Diaries Soundtrack
Έχοντας φτάσει σε ένα πολύ χαμηλό σημείο, ο Sixx αποφασίζει να μιλήσει για την κόλαση στην οποία υπέβαλε τον εαυτό του αφήνοντας την ηρωίνη και την αλαζονεία να πάρουν τα ηνία της ζωής του. Η ειλικρίνειά του είναι αφοπλιστική και τα τραγούδια όλα υπέροχα ένα προς ένα, ενώ η επιλογή των DJ Ashba (κιθάρα) και του σπουδαίου James Michael σε φωνή, drums, παραγωγή κλπ αποδεικνύεται από τις πιο σοφές που έχει κάνει ποτέ. Μιλάμε για ασύλληπτη αλμπουμάρα.
#11
Pain of Salvation – Scarsick
Το πρώτο «μη τέλειο» άλμπουμ των PoS, περιλαμβάνει πολλές ιδιαιτερότητες, αλλά και στιγμές μεγαλείου. Χωρίς τον Kristoffer στο μπάσο (πάλι για πρώτη φορά), με μια κατ’ επιλογή raw ηχητική προσέγγιση που αρχικά ξενίζει, με τον Daniel να μην μπορεί να απομονώσει από τη μουσική και τους στίχους τα πολλά πράγματα που τον ενοχλούν στη ζωή του και γύρω του… Αλλά – μεταξύ μας - ποιος λέει τα πράγματα καλύτερα από αυτόν; Κανείς. Και μόνο του το “Kingdom Of Loss” έχει περισσότερη αλήθεια από όση μπορούμε να αντέξουμε.
#10-6
#10
Dream Theater - Systematic Chaos
Είναι το “Systematic Chaos” το τέλος μιας εποχής ή η αρχή μιας επόμενης; Και τα δυο πιθανότατα. Οι DT βρίσκονται σε εμπορικό peak (έχοντας φτάσει να παίζουν δεύτερο όνομα στα μεγαλύτερα φεστιβάλ του κόσμου) και ο Mike με τον John αποφασίζουν να πάνε τη μπάντα σε πιο «τεχνοκρατικά» και λιγότερο «σοφιστικέ» prog μονοπάτια. Η ποιότητα των στίχων ξεκινάει να πέφτει και κάποιες επιλογές μοιάζουν συζητήσιμες, αλλά αυτό που μένει στο τέλος και πάλι είναι ότι γράφουν μουσικάρες. Κι ας άρχισαν να μαζεύονται μαύρα σύννεφα…
#9
Foo Fighters - Echoes , Silence , Patience & Grace
Βήμα-βήμα και άλμπουμ-άλμπουμ οι Foo Fighters γινόντουσαν όλο και μεγαλύτεροι, και εν τέλει ήταν με αυτό το άλμπουμ που έγιναν μπάντα επιπέδου που γεμίζει στάδια, με αιχμή του δόρατος το “The Pretender” που προστίθεται στον ολοένα κι αυξανόμενο κατάλογο των mega hits τους. Πέραν, όμως, από τα όποια χιτάκια, ο δίσκος έχει και πολλά αδίκως υποτιμημένα τραγούδια σαν το “Stranger Things Have Happened” για το οποίο αναρωτιέμαι αν είμαι ο μόνος που το θεωρεί ανάμεσα στα καλύτερα τραγούδια που έγραψε ποτέ ο Dave.
#8
Serj Tankian - Elect The Dead
O Serj ως σόλο πλέον καλλιτέχνης έβγαλε αυτή εδώ τη δισκάρα, αποδεικνύοντας πως είναι ένας καλλιτέχνης που μπορεί να σταθεί αυτόφωτα, κι όχι μόνο μέσα από το σύνολο των SOAD. Μουσική, στίχοι, ερμηνείες, ενορχηστρώσεις, artwork… τα πάντα είναι top level στο “Elect The Dead”.
#7
Riverside - Rapid Eye Movement
Με την ώθηση που έδωσε το “Second Life Syndrome” ο Mariusz κάνει ηχητικό upgrade, οριοθετεί πιο σαφώς τον πυρήνα της μουσικής των Riverside και παρόλο που δεν πιάνει ανάλογα συνθετικά επίπεδα στο σύνολο του δίσκου, κυκλοφορεί ένα ακόμα φανταστικό άλμπουμ που επιβεβαιώνει ότι οι Πολωνοί ήρθαν για να μείνουν. Τραγούδια σαν το “Beyond The Eyelids”, το “Cybernetic Pillow” και προφανώς το “O2 Panic Room” δεν μπορούν να μην ξεχωρίσουν.
#6
Symphony X - Paradise Lost
Ο Romeo, ο Allen και η παρέα τους βουτάνε στον τεχνοκρατικό πυρήνα της μουσικής των Symphony X, επενδύουν στο να βγάλουν το καλύτερο ηχητικά αποτέλεσμα που είχαν ως τότε, γράφουν τρομερά μουσικά θέματα και βγάζουν ένα άλμπουμ που ξεχωρίζει όχι μόνο για τα δεδομένα της μπάντας, αλλά για το progressive metal ιδίωμα συνολικότερα. Για τον πολύ κόσμο αυτό θεωρείται το καλύτερο άλμπουμ των Symphony X και νομίζω πως η κοινή γνώμη δεν πέφτει έξω στην προκειμένη περίπτωση.
#5
Machine Head - The Blackening
Σε συνέχεια του εντυπωσιακού comeback του “Through The Ashes Of Empire” ο Flynn πάει τους Machine Head σε άλλο επίπεδο, κυκλοφορώντας ένα από τα σημαντικότερα άλμπουμ της δεκαετίας για την metal μουσική. Δίσκος που είχε τόση αποδοχή, επιρροή και αναγνώριση ενώ ανοίγει και κλείνει με 10λεπτα τραγούδια κι έχει ένα 9λεπτο τραγούδι ως το καλύτερο του (“Halo” προφανώς) έχει ένα statement να μοιραστεί: πως η metal μουσική αναπνέει καλύτερα και θριαμβεύει όταν εκλείπουν οποιουδήποτε είδους συμβιβασμοί.
#4
Avenged Sevenfold - Avenged Sevenfold
Επίσης, χτίζοντας πάνω στην αποδοχή και την καλλιτεχνική επιτυχία του προκατόχου του, το “Avenged Sevenfold” βρίσκει τη μπάντα να απλοποιεί τα πράγματα στο γενικό πλαίσιο (αν δει κανείς τη διάρκεια, τις δομές και την αμεσότητα των τραγουδιών) και ταυτόχρονα να απλώνει ακόμα περισσότερο τη μουσική παλέτα, πειραματιζόμενη με νέα πράγματα (“A Little Piece Of Heaven”). Όσοι θεωρούν ότι οι A7X με κάποιο τρόπο έτυχε να φτάσουν τόσο ψηλά σίγουρα δεν έχουν ακούσει αυτή εδώ τη δισκάρα. Τα κατάφεραν διότι απλά έγραφαν καλύτερα τραγούδια από τους υπόλοιπους.
#3
Coheed And Cambria - Good Apollo, I’m Burning Star IV, Volume Two: No World for Tomorrow
Κι εδώ έχουμε μια περίπτωση που η μπάντα χτίζει στην (εμπορική και καλλιτεχνική) επιτυχία του προηγούμενου άλμπουμ. Ενδεχομένως, στο σύνολο το “No World For Tomorrow” να είναι μισό κλικ κάτω, αλλά σε επιμέρους στιγμές και δη στα τραγούδια που συνθέτουν το πρώτο μισό του άλμπουμ οι Coheed χτυπάνε ακατέβατα 10άρια (βλέπε “The Hound”, “Feathers”, “The Running Free”, “Mother Superior”). Για μια ακόμα φορά, τίποτα δεν κερδίζεται στην τύχη, όπως αποδεικνύουν και οι C&C, οι οποίοι επιβραβεύονται για το ότι δεν συμβιβάζουν τα μεγαλεπήβολα σχέδιά τους.
#2
Porcupine Tree - Fear Of A Blank Planet
Για πολύ κόσμο το “Fear Of The Blank Planet” το αποκορύφωμα της μαγικής τριάδας που συνθέτει με το “In Absentia” και το “Deadwing”. Για μένα, αποτελεί μια από τις τρεις ισάξιες κορυφές της δισκογραφίας των Porcupine Tree. Λόγω των έξι μόλις τραγουδιών και της σχετικά μικρότερης (κατά 20 και 15 λεπτά) διάρκειας μοιάζει να έχει καλύτερη συνοχή, όντας αψεγάδιαστο από την πρώτη ως την τελευταία νότα. Με περισσότερα metal στοιχεία από ποτέ, πιθανόν και πιο prog από ποτέ, με συμμετοχή από Alex Lifeson, και με ένα πολύ έξυπνο και ενδιαφέρον concept και με πολλά ακόμα επιχειρήματα να το καθιστούν ενός είδους τέλειο άλμπουμ.
#1
Alter Bridge – Blackbird
Τι πραγματικά μπορώ να πω για ένα από τα μουσικά δημιουργήματα που με έχουν συντροφεύσει – κι ενδεχομένως καθορίσει - τόσο πολύ;
Κάποια στιγμή πριν από πολλά πλέον χρόνια είχα γράψει αυτό το κείμενο (Alter Bridge - Blackbird), αλλά και πάλι νιώθω ότι δεν αποτυπώνει ούτε ένα μικρό μέρος όσον θα ήθελα ή θα μπορούσα να πω.
Βέβαια όταν το έγραφα εκείνο το κείμενο δεν είχα δεθεί μαζί του μέσω κάποιων πιο βιωματικών (καλών και κακών) καταστάσεων. Όπως όταν μου έδωσε δύναμη το «cast your sorrow to the wind» του “Brand New Start” να μην το βάλω κάτω. Ούτε είχα συνειδητοποιήσει την αλήθεια των στίχων του “Coming Home”.
Επίσης, δεν είχα δει τη μπάντα 9 φορές ζωντανά… Ούτε είχα την τύχη να συνομιλήσω πολλές φορές με όλα τα μέλη ή να τους γνωρίσω από κοντά (όπου ανέβηκαν κι άλλο στην εκτίμησή μου). Τόσα χρόνια μετά, το δέσιμο ανανεώνεται και γίνεται όλο και πιο δυνατό με αυτό εδώ το άλμπουμ.
Στην πραγματικότητα, το “Blackbird” είναι από εκείνα τα άλμπουμ που αντλεί τη δύναμή του από το γεγονός ότι η μπάντα απλώς ξέρει ότι δεν έχει κάτι να χάσει. Η δισκογραφική τους άφησε ξεκρέμαστους – παρά τις καλές πωλήσεις του πρώτου άλμπουμ – γιατί δεν ήταν οι νέοι Creed, και πρακτικά το δεύτερο άλμπουμ γράφτηκε χωρίς η μπάντα να έχει συμβόλαιο. Η αντίδραση που έβγαλαν ο Myles, ο Mark, ο Brian κι ο Scott φαίνεται μέσα από το πνεύμα που διακατέχει τα περισσότερα τραγούδια – μουσικά και στιχουργικά – και εν πολλοίς θα μπορούσε να συνοψιστεί στο «θα κάνουμε αυτό που θέλουμε κι αν είναι να πετύχουμε, αυτό θα γίνει με τους δικούς μας όρους». Το αν πέτυχαν, το ξέρουμε.
Ενδιάμεσα, ο Mark από τύχη άκουσε τον Myles να παίζει κιθάρα, καθώς ο τελευταίος τζάμαρε στο στούντιο και επέμεινε να συνθέσουν κιθαριστικό δίδυμο και να μοιραστούν τόσο το συνθετικό, όσο και το παικτικό κομμάτι. Όπως και έγινε. Και κάπως έτσι δημιούργησαν ένα από τα καλύτερα δίδυμα στη rock μουσική έκτοτε (κιθαριστικά, συνθετικά και ερμηνευτικά).
Το ομότιτλο τραγούδι είναι iconic για πολύ κόσμο, αλλά κάθε τραγούδι του άλμπουμ έχει και μια ιστορία για μένα. Κι επειδή μπορώ να συνεχίσω να γράφω ακατάσχετα και χωρίς ιδιαίτερη συνοχή, θα κλείσω λέγοντας ότι θεωρώ το “Blackbird” ένα κλασσικό - με κάθε έννοια της λέξης - άλμπουμ. Ένα hard/heavy rock αριστούργημα εφάμιλλο των καλύτερων που έχει βγάλει αυτό το μουσικό είδος.
Ναιιιιιιιιιιι