2008
The Best of the Rest
(25 in total)
Tier B
Όσο πιο αραιά το θυμούνται αυτοί οι άνιωθοι Νορβηγοί να βγάλουν καινούργιο δίσκο blackened thrash ολοκαυτώματος, τόσο περισσότερο μας πωρώνουν. Ο δεύτερος και, κλασικά, τελευταίος δίσκος τους γι’ αυτή τη δεκαετία, το Hades Rise, τους παρουσιάζει για πρώτη και τελευταία φορά σε mid-tempo διαθέσεις, αλλά με μερικά από τα κορυφαία riffs / κομμάτια τους έβερ, τον Blasphemer σε αντίθεση με τα προηγούμενα να περιορίζεται σε μερικά σόλο, ενώ κάνει guest εμφάνιση και ο Danny Coralles των Autopsy!
- Biomechanical - Cannibalised
Ποτέ άλλοτε ένα άλμπουμ μιας μπάντας που θεωρητικά δεν εντάσσεται στον ευρύτερο extreme metal χώρο δεν ακούστηκε τόσο ακραίο, βίαιο, χαοτικό. Το μάτι του Γιάνναρου πρέπει να είχε γυρίσει πολύ άσχημα εκείνη την εποχή, ήταν και η ιστορία με τη μαζική ανταρσία της μπάντας, σίγουρα (δεν) βοήθησε. Through Hatred Arise το καλύτερο αποχαιρετιστήριο (ακόμα βέβαια ελπίζω όχι - μάλλον μάταια…) δώρο.
- Enforcer - Into the Night
Κομβικό έτος το 2008 γι’ αυτό που ονομάστηκε New Wave of Traditional Heavy Metal - ούτε ένα ούτε δύο αλλά τρία εντυπωσιακά ντεμπούτα που αναζωογόνησαν την αγάπη μας για το ατόφιο ατσάλι. Πρώτοι εδώ οι Enforcer, πολύ πιο NWOBHM σε σχέση με τους άλλους δύο, τους δανόπληκτους, έδωσαν ένα οργιώδες, αχαλίνωτο άλμπουμ. Και πού να φανταζόμασταν τι θα ακολουθούσε…
- A Forest of Stars - The Corpse of Rebirth
Να μην τα ξαναπώ για τη μάχη που έδωσε (και κέρδισε) να μπει σ’ αυτή τη λίστα. Ας μιλήσουμε για τη μουσική τους. Ή μάλλον ας μη μιλήσουμε ούτε γι’ αυτήν γιατί στην τελική τι να (πρωτο)πούμε. Παραείναι ψαρωτικό και μεγαλειώδες αυτό που φτιάξανε εδώ πέρα, με την πρώτη, οι μυστηριώδεις Βρετανοί. Ήχοι και πατέντες που σπάνια ακούγονται όχι μόνο στο bm, γενικώς.
- Hammers of Misfortune - Fields / Church of Broken Glass
Λίγο γλυκόπικρη η γεύση από το 4ο (+5ο;) άλμπουμ των HoF, ένα μεγαλεπήβολο 70λεπτο δημιούργημα που δοκιμάζει τα όρια των αντοχών και της προσήλωσής σου. Από τη μία Mike Scalzi γιοκ και αυτό είναι μαλακία, πώς να το κάνουμε, από την άλλη όμως πώς να αρνηθείς τη μεγαλοφυία του John Cobbett η οποία θριαμβεύει ξανά, με δαιδαλώδεις αλλά απαστράπτουσες μελωδίες και γνήσια progressive νοοτροπία.
Ναι γεια σας, παρότι - Σουηδοί γαρ - για χρόνια δεν θέλαμε να το παραδεχτούμε για συγκρότημα από εκεί, πλέον δεν μπορούμε να κρυβόμαστε από τους ίδιους μας τους εαυτούς, οι Mercyful Fate ήταν ό,τι καλύτερο συνέβη ποτέ στη metal μουσική part 1.
- Isole - Bliss of Solitude
Είναι απίστευτο πόση έμπνευση είχαν μέσα στο 2008 οι D. Bryntse και C. Olsson. Εκτός από ένα άλλο, που θα το συναντήσουμε στην πεντάδα (οπότε καταλαβαίνετε), έβγαλαν δίσκο και με το - θεωρητικά - βασικό τους συγκρότημα, τους Isole, ο οποίος, μαντέψτε, ήταν κι αυτός γαμάτος. Το σουηδικό epic doom το σωστό, το πένθιμο, ελεγειακό, ασήκωτα βαρύ, τέλειο.
- Judas Priest - Nostradamus
Κοροϊδέψτε όσο θέλετε, αλλά μέχρι να κλειστώ στον τάφο μου θα επιμένω ότι το αμφιλεγόμενο - έως εξωφρενικό - symphonic metal πείραμα των Θεών όχι μόνο δεν πάτωσε αλλά ήταν και ιδιαίτερα επιτυχημένο τελικά, με τον Rob να λάμπει (ως συνήθως) με τις ερμηνείες του και τα κομμάτια στην πραγματικότητα να είναι πολύ λιγότερο πομπώδη και πιο “ζεστά” απ’ ό,τι έχει δημιουργηθεί η εντύπωση ότι είναι.
- Levellers - Letters from the Underground
Ένα από τα πιο πρόσφατα άλμπουμ μιας ιστορικής αγγλικής μπάντας στον folk rock (οριακά punk) χώρο, που κακώς, πολύ κακώς δεν έχω δώσει στο σύνολο της δισκογραφίας τους την προσοχή που της αξίζει, καθότι το Letters from the Underground ακούγεται στα αυτιά μου τρομερή δισκάρα, με ενέργεια, συναίσθημα και κομματάρες όπως Burn America Burn, A Life Less Ordinary, Duty κ.ά.
- Moonspell - Night Eternal
Νομίζω ότι πλέον μπορούμε να το πούμε, η περίοδος που εγκαινίασε το Antidote ήταν (είναι) η καλύτερη, πιο γόνιμη, δημιουργική, σταθερή στην ιστορία των Moonspell. Κατασταλαγμένοι, σίγουροι για τους εαυτούς τους αλλά και πάντα διψασμένοι να πάνε το σοβαρό όσο και ασυμβίβαστο ατμοσφαιρικό metal τους κάθε φορά και σε καινούργιο επίπεδο. Όπως στο Night Eternal. Μόνο κομματάρες, που βέβαια μεταξύ τους δεσπόζει ποιο άλλο; Το Scorpion Flower με την Anneke. Ντουέτο for-the-ages.
- National Pornografik - D.
Από τη στιγμή που επισημάνθηκε ότι είναι και αυτό του 2008, δεν μπορούσα να ησυχάσω, μέχρι που στο τέλος είπα, ρε δε γαμιέται; Θα το βάλω και για πάρτη του θα αναπροσαρμόσω όλη τη λίστα, έστω και στο παρά πέντε. Πότε θα ξαναβρώ την ευκαιρία να βάλω δίσκο που έχει μέσα ηλεκτρισμένο ρεμπέτικο;;; Μεταξύ όλων των υπόλοιπων δηλαδή που κάνουν το D. ένα από τα πιο ιδιαίτερα και συναρπαστικά πράγματα που έβγαλε ποτέ η ελληνική σκηνή. So, many thanks to @OwlKitty για τον ρόλο που έπαιξε σ’ αυτό και για άλλη μια φορά: Ακούστε National Pornografik, τομάρια. Αξίζουν. Πολύ.
Την έβλεπα τη δουλειά αυτή τη βδομάδα, Dead Congregation από παντού - και μπράβο τους φυσικά. Εγώ βέβαια που ποτέ δεν τράβηξα ιδιαίτερο ζόρι με αυτό που λέμε old-school death metal θα προτιμήσω Origin. Δεν είμαι σίγουρος βέβαια γιατί δεν έβαλα το απίθανο Echoes of Decimation πριν λίγες βδομάδες, but what’s done is done, ας πούμε για το εξίσου απίθανο Antithesis. Ένα πράγμα τόσο επιθετικό και ανατριχιαστικά τεχνικό που ακούγεται λες και παίζεται από ρομπότ - κάτι που συνήθως με αποξενώνει, εδώ όμως συντονίζομαι 100% για κάποιο λόγο.
Νομίζω ότι κοντοζυγώνει η ώρα που θα παραδεχτώ ότι τελικά οι Paradox είναι η απόλυτη thrash μπάντα από πλευράς συνέπειας και σταθερά ποιοτικών δίσκων. Έχω την αίσθηση βέβαια ότι κι αυτοί το χειρίζονται πολύ έξυπνα το όλο πράγμα - βγάζουν δίσκους όταν νιώθουν ότι έχουν έμπνευση και όχι απλά για να βγάλουν. Έτσι και εδώ, χωρίς βιασύνη, 8 χρόνια μετά το φανταστικό Collision Course καταθέτουν άλλο ένα έξοχο άλμπουμ, με έναν συνδυασμό μελωδίας - δύναμης που τέτοια αλφαδιά δύσκολα βρίσκεις πια σ’ αυτό το ιδίωμα.
Ναι γεια σας, παρότι - Σουηδοί γαρ - για χρόνια δεν θέλαμε να το παραδεχτούμε για συγκρότημα από εκεί, πλέον δεν μπορούμε να κρυβόμαστε από τους ίδιους μας τους εαυτούς, οι Mercyful Fate ήταν ό,τι καλύτερο συνέβη ποτέ στη metal μουσική part 2.
- The Real McKenzies - Off the Leash
Και μόνο αυτό το εναρκτήριο θέμα του Chip (με γκάιντα και κιθάρα in unison) κάνει τα μάγουλά μου να πονάνε… Εν έτει 2008 οι Καναδοί παλάβρες σίγουρα δεν είχαν πια την ίδια ορμή όπως σε εκείνα τα τρομερά πρώτα τους άλμπουμ στα 90s, αλλά δεν τους έλειπε ούτε το γνήσιο rock’n’roll attitude ούτε η ικανότητα να γράφουν κολληματικούς ύμνους όπως The Lads Who Fought and Won ή Culling the Herd. Ένα ποτηράκι στην υγειά των παλικαριών ωρέ. Και για τη Σκωτία!
- The Tossers - On a Fine Spring Evening
Η μικρότερη έκπληξη σε αυτή τη λίστα είναι η παρουσία, για πέμπτη συνεχόμενη φορά, των αγαπημένων μου Tossers. Έπεσαν tier βέβαια, καθώς το On a Fine Spring Evening, πέρα από τη διασκευάρα στο αθάνατο Rocky Road to Dublin, δεν έχει κάποιο κομμάτι στο ίδιο επίπεδο με αυτά που περιείχαν τα προηγούμενα άλμπουμ τους. Συμβαίνει ακόμα και στους καλύτερους στο είδος τους: Ενίοτε βγάζουν “απλά” γαμάτους δίσκους και όχι θεϊκούς…
Tier A
- Battleroar - To Death and Beyond…
Επιτέλους, οι πλανήτες ευθυγραμμίζονται, τα εμπόδια παραμερίζονται και μετά από δύο “στο τσακ” μπορώ να βάλω στη λίστα μου, και σε περίοπτη θέση, ένα από τα καθ’ ημάς συγκροτήματα για τα οποία τρέφω τον μεγαλύτερο σεβασμό, τους σπουδαίους Battleroar. Το επικό ατσάλι τους, ελάχιστα πρωτότυπο (όλοι οι συνήθεις ύποπτοι είναι “εδώ”, από τους Manowar μέχρι τους Manilla Road και τους Omen) αλλά δουλεμένο στην εντέλεια, προσφέρει απανωτούς οργασμούς σε όλους εμάς που ζούμε και αναπνέουμε για τέτοιες μουσικές, τέτοιες ατμόσφαιρες, τέτοια συναισθήματα. Όπως στο Wrathforge. Ή όπως στο Finis Mundi. Ή όπως στο Hyrkanian Blades. Ή όπως στο… (insert any of the others).
- Darkest Era - The Journey Through Damnation
Το ‘κανε πάλι το θαύμα της η χώρα με την καλύτερη αναλογία ποσότητας/ποιότητας στο metal (θυμίζω, αν χρειάζεται διευκρίνιση, ότι όταν λέμε Ιρλανδία βάζουμε μέσα και τη Βόρεια, καλή ώρα). Στην εκλεκτή παρέα των Primordial, Mael Mórdha, Waylander, Old Season κ.ά. προστίθενται από “φέτος” και οι υπέροχοι Darkest Era: The heavy/power metal equivalent of Primordial, με μια φωνή καθάρια σαν τα νερά του ποταμού Σάνον, μελωδίες που ευωδιάζουν ιρλανδική folk από χιλιόμετρα (χωρίς όμως κατά κανόνα το συγκρότημα να χρησιμοποιεί παραδοσιακά όργανα) και, σ’ αυτό το EP - πρώτη γεύση, τέσσερα κομμάτια ένα κι ένα, προϊδεάζοντας για τα θαυμαστά πράγματα που επρόκειτο να μας δώσουν τα επόμενα χρόνια.
- Etrusgrave - Masters of Fate
Σαν μάννα εξ ουρανού ήρθε αυτό το συγκρότημα και αυτός ο δίσκος για εμάς τους λίγους που προσκυνάμε τους Dark Quarterer και τους θεωρούμε ένα από τα κορυφαία συγκροτήματα που έπαιξαν ποτέ επικό μέταλ. Με τους ίδιους τους DQ να έχουν εγκαταλείψει προ πολλού αυτό το μετερίζι για χάρη πιο διανοουμενίστικων / prog αναζητήσεων, ο παλιός τους κιθαρίστας, ο μέγας Fulberto Serena, είπε να θυμίσει κάποια πράγματα και έστησε καινούργιο συγκρότημα, στο οποίο μάλιστα, κλείνοντάς μας το μάτι, έδωσε ένα όνομα - απευθείας αναφορά στο cult classic δεύτερο άλμπουμ των DQ. Και έτσι ακριβώς έπρεπε, καθώς το Masters of Fate ακούγεται σαν τη φυσική συνέχεια (σχεδόν 20 χρόνια μετά) του Etruscan Prophecy. Αγαλλίαση…
Μια στις τόσες, ακόμα και χαζά κοπέλια μπορεί να γράφουν εξαιρετική μουσική… Αυτό αποδεικνύουν για δεύτερη συνεχόμενη φορά τούτοι δω οι σαξονόπληκτοι Άγγλοι, φαινομενικά black metal αλλά με τη μουσική τους επί της ουσίας να πηγαίνει προς επικές/folk κατευθύνσεις - θυμίζω, ΟΧΙ “viking metal”, καθώς στο σύμπαν (την κοσμάρα, αν θέλετε) όπου κατοικοεδρεύουν νοερά οι Forefather οι Βίκινγκς ήταν ο απόλυτος εχθρός… “Λειτουργικά” σκισμένα φωνητικά, πολύ ωραία στεντόρεια καθαρά και riffs/μελωδίες που πραγματικά ξεχωρίζουν. Οι Forefather είναι από τα συγκροτήματα που δεν νιώθεις ακριβώς περήφανος να δηλώνεις οπαδός τους, αν με πιάνετε, απ’ την άλλη όμως δεν μπορείς και να παριστάνεις ότι δεν σε αγγίζουν.
- Genghis Tron - Board Up the House
Εκείνη την εποχή η αίσθηση ήταν ότι κάθε βδομάδα που λέει ο λόγος ξεπεταγόταν και από ένα συγκρότημα που φιλοδοξούσε να σπάσει στερεότυπα / στεγανά και να φτιάξει κάτι πραγματικά φρέσκο και πρωτότυπο, που θα έσπρωχνε τη σκληρή μουσική προς το μέλλον. Το πόσοι απ’ όλους αυτούς πραγματικά τα κατάφεραν απομένει να το κρίνει η Ιστορία, υποθέτω, αλλά για κάποιους λίγους ήδη από τότε δεν υπήρχε καμία αμφιβολία επ’ αυτού. Όπως για τους απίθανους Genghis Tron και τη μοναδική μουσική τους πρόταση, ένα κράμα mathcore και industrial! “Cybergrind” βαφτίστηκε και, ειλικρινά, όποιος νιώθει έστω και λίγο από DEP, Botch, Burnt by the Sun κ.ά. οφείλει στον εαυτό του την εμπειρία της ακρόασης αυτού του κακού χαμούλη.
Συνεχίζοντας σε μονοπάτια ηχητικής τρομοκρατίας, βρίσκουμε αυτούς τους Αμερικανοϊάπωνες ψυχοπαθείς οι οποίοι από τότε και ίσαμε τις μέρες μας (όπως μου επέστησαν την προσοχή εδώ μόλις χθες!) παίζουν το πιο ασυγκράτητα επιθετικό / πωρωτικό grindcore που έχω ακούσει στη ζωή μου (ΟΚ μαζί με τους μπαμπάδες Napalm Death). Συχνά λέμε ότι όταν γουστάρουμε πάρα πολύ ένα άλμπουμ το βάζουμε να το ακούσουμε 2 και 3 φορές κ.λπ. Ε το Amber Gray (βοηθάει και η μόλις …12 λεπτών διάρκειά του) το βάζεις και το ακούς 5 και 6 φορές στα καπάκια που λέει ο λόγος! Απίστευτη ένταση, απίστευτη έμπνευση, δίσκος - κόσμημα για το πιο αδικημένο extreme subgenre, που για πολλούς είναι “σκέτος θόρυβος”. Μάλλον δεν έχουν ακούσει Gridlink…
- Lord Vicar - Fear No Pain
Μετά τη διάλυση των Reverend Bizarre κάπως έπρεπε να καλυφθεί το κενό στο θεριακλίδικο, μονολιθικό, κλασικό doom. Βέβαια ο τελευταίος που θα περίμενες τότε να βγει μπροστά για κάτι τέτοιο ήταν ο Christian Linderson, ο οποίος παρά το βαρύ - απ’ όλες τις απόψεις - βιογραφικό του (Count Raven, Saint Vitus) είχε κοντά δεκαετία να ασχοληθεί μ’ αυτή τη μουσική. Το doom όμως είναι σαν το ποδήλατο: Μπορείς να κάνεις σεξ χρησιμοποιώντας και τα δύο. Εεε όχι, κάπως αλλιώς πάει αυτή η φράση. Τέλος πάντων, εκεί που ήθελα να καταλήξω είναι ότι οι Lord Vicar έδωσαν τέλειο doom. Που κι όταν σπιντάρει γαμάει, αλλά με φτιάχνει κυρίως όταν σέρνεται με τρόπο τόσο μεγαλειώδη όσο π.χ. σ’ αυτό το φανταστικό The Spartan…
Είπαμε, με τους Νορβηγούς πρέπει να κάνεις υπομονή. Άλλοι αργούν να βγάλουν καινούργιο δίσκο για αντικειμενικούς λόγους, “ανωτέρας βίας” που λέμε - σκοτούρες καθημερινότητας, περιορισμένος χρόνος κ.λπ. Εκεί πάνω αργούν επειδή ξεχνιούνται / βαριούνται / αποφασίζουν στο άκυρο να ασχοληθούν με ένα 123456789ο πρότζεκτ κ.ο.κ. Και τώρα τέλος η γκρίνια γιατί έστω και 5 χρόνια μετά έσκασε το δεύτερο Virus, να μας δώσει πάλι τα μυαλά στο χέρι. And they did just that. Για άλλη μια φορά, η αποθέωση της avant-garde νοοτροπίας στη μέταλ (ή περίπου μέταλ) μουσική, στα χνάρια των Voivod αλλά παράλληλα σε ρόλο συνεχιστών του δυστοπικού οράματος των Ved Buens Ende.
- Waylander - Honour Amongst Chaos
Ιρλανδιάρα ftw και πάλι, και βάλτε το Union Jack στον κώλο σας κερατάδες. Το προ δεκαετίας Reawakening Pride Once Lost είχε αποτελέσει ορόσημο για μια ολόκληρη σκηνή, αυτή του celtic/folk metal, σε μια επιβλητική κίνηση όμως οι Waylander το ξεπέρασαν από κάθε άποψη με το Honour Amongst Chaos, για μένα το αδιαμφισβήτητο αποκορύφωμά τους. Όπως τότε, έτσι και εδώ εξακολουθούν να κυριαρχούν οι tribal/πολεμικοί ρυθμοί και τα παραδοσιακά όργανα που συνοδεύουν τις κιθάρες, μόνο που εδώ τα riffs μοιάζουν να κόβουν ακόμα πιο σκληρά, τα ρυθμικά να βαράνε ακόμα πιο καίρια, η ατμόσφαιρα του έπους να έχει μεγεθυνθεί πέρα από κάθε φαντασία. Δίσκος για ατέλειωτο (αλλά “αλλιώς”) κοπάνημα.
The Top 5
NUMBER FIVE
.............
Δεν ξέρω αν το είχε νιώσει και κανείς άλλος τότε, αλλά η αίσθηση που μου έβγαινε ακούγοντας το Bedlam in Goliath ήταν ότι κάτι σαν να άλλαζε σιγά σιγά στους Mars Volta. Παρότι προφανώς ο κλασικός MV ηχητικός βομβαρδισμός παρέμενε ακλόνητος στη θέση του, όπως έδειχνε το εναρκτήριο “ήρθαμε να σας πάρουμε και τα σώβρακα” Aberinkula, υπήρχαν και κάποιες μικρές αλλά αισθητές διαφοροποιήσεις. Κάπως διαφορετική χροιά σε σημεία ο Cedric, κάπως αλλιώτικο το feeling που έβγαζαν τα δαιδαλώδη θέματα του Omar, μια περίεργη αύρα σαν να έχει παρεισφρύσει - σαν να τζαμάρουν κάπου οι King Crimson και οι Van der Graaf, στο κλασικό σοβαρό, στριφνό τους ύφος, και ξαφνικά να πλακώνουν π.χ. οι Roxy Music και να τους κάνουν το session πουτάνα με αυτό το “trashy elegant” vibe τους.
Ως αποτέλεσμα, για κάμποσο καιρό δεν ήμουν σίγουρος τι γνώμη είχα γι’ αυτόν τον δίσκο, θετική ή αρνητική. Φυσικά η ποιότητα νομοτελειακά αναγνωρίζεται ακόμα και από τον πιο περίεργο άνθρωπο. Και όταν ο άλλος έχει ύμνους όπως το Metatron, το Ilyena, το Tourniquet Man, το Soothsayer κ.ο.κ., αργά ή γρήγορα θα τη ρίξεις την υπόκλισή σου, πού θα πάει.
NUMBER FOUR
.............
Χαρακτηριστικά σημείου καμπής είχε η διετία 2007-2008 στον χώρο του Irish folk punk - αν όχι για το ίδιο το είδος, τότε για την προσωπική μου σχέση με τους πλέον αναγνωρίσιμους εκπροσώπους του. Όπως είχαν κάνει την προηγούμενη χρονιά οι Dropkick Murphys, έτσι και οι Flogging Molly το 2008 έπιασαν peak με το Float, συνθετικά και εκτελεστικά, απλά και στις δύο περιπτώσεις όσοι τότε χαιρόμασταν ψιλοξεχάσαμε εκείνη τη βασική αρχή: Όταν κάτι έχει φτάσει στο υψηλότερο σημείο όπου μπορεί να φτάσει, μετά ξεκινάει η κατρακύλα…
Κάπως έτσι, και τούτος δω ο τέταρτος δίσκος των Molly σε κάθε ακρόασή του πλέον μετατρέπεται - για να παραφράσω και τον τίτλο του εναρκτήριου κομματιού - σε Requiem for a Dying Band. Και το (αθέατο ακόμα τότε) ρέκβιεμ αυτό είναι όσο μεγαλειώδες έπρεπε / θα ήθελε κανείς να είναι. Με κομμάτια που βάζουν ισχυρή υποψηφιότητα να πάρουν θέση στα κορυφαία ever της μπάντας (ομότιτλο, Paddy’s Lament, Lightning Storm, From the Back of a Broken Dream κ.ά.), αλλά και ένα που τοποθετείται κατευθείαν στον θρόνο της δισκογραφίας τους, το συγκλονιστικό Punch Drunk Grinning Soul. Και με μερικούς από τους καλύτερους στίχους που έγραψε ποτέ ο Dave King.
Άντε, στο καλό κι εσείς, με υποχρεώσατε.
NUMBER THREE
.............
ΚΑ-ΒΟΟΜ. Όπως έγραφα και τις προάλλες, τι να μας πουν όλοι οι “revivalists” του κόσμου όταν υπάρχουν και οι Danava. Το (μακράν του δεύτερου, για μένα) κορυφαίο συγκρότημα 70s heavy rock αισθητικής το οποίο έχει δράσει στον τρέχοντα αιώνα - και στο τσακίρ κέφι βάζω μέσα και κάνα-δυο παραπίσω δεκαετίες ακόμα!
Όποιος δεν έχει τύχει να ακούσει το UnonoU σίγουρα σκέφτεται “υπερβολές του αισχίστου είδους”. Ναι, επειδή κατά πάσα πιθανότητα ΔΕΝ έχει ακούσει Danava. Και πραγματικά τον ζηλεύω. Γιατί ακόμα θυμάμαι το σοκ της πρώτης ακρόασης του full-length ντεμπούτου αυτής της τρομερής μπάντας - αλλά και των επόμενων δεκάδων ακροάσεων, γιατί το UnonoU μόνο πυροτέχνημα δεν είναι, αντίθετα σε κάθε ακρόαση σου αφήνει την αίσθηση ότι γίνεται ακόμα καλύτερο. Ότι το καθένα απ’ αυτά τα περίτεχνα riffs (που τα στονέρια ούτε στον ύπνο τους δεν τα έχουν “ακούσει” - pun intended) κουμπώνει με το επόμενο ακόμα καλύτερα απ’ όσο θυμόσουν. Ότι οι prog παρεμβολές ακούγονται κάθε φορά και πιο λαχταριστά χασιματικές, όπως στο τέλος του φανταστικού When Beauty & Terror Dance που μου βγάζει ένα vibe σαν να συμβαίνει κάτι πολύ μεγάλο, σαν το θέμα του Clockwork Orange (!).
Οι παλιότεροι μας μάθανε ότι και καλά το ροκενρόλ πρέπει να είναι απλό και απέριττο. Αυτό που δεν σου λένε είναι ότι όταν κάτι θηρία του heavy prog όπως οι Captain Beyond χόρευαν τρελά προς τα πίσω, εκείνοι κοιμούνταν με τα τσαρούχια. Όπως κοιμούνταν και όταν οι Danava αναβίωναν αυτές τις καταπληκτικές μουσικές (όχι με στείρο τρόπο όμως, αλλά αναζωογονώντας τες) κατά τις δύο προηγούμενες δεκαετίες.
NUMBER TWO
.............
Δεν θα κουραστώ να γράφω ότι το πιο μεγαλειώδες, επικό μέταλ που ακούστηκε ποτέ το έπαιξαν οι Bathory. Το θέμα είναι τώρα που μας άφησε χρόνους ο Quorthon τι κάνουμε. Ποιος θα σηκώσει τη δάδα και κρατώντας την υψωμένη θα συνεχίσει τη δημιουργική πορεία προς ένα ατσάλι που θα σβήσει τα όρια μεταξύ του χθες, του σήμερα και του αύριο, του εδώ και του εκεί, στο πλαίσιο μιας μυσταγωγίας με feeling αχρονίας/διαχρονικότητας και μεταλλικής οικουμενικότητας;
Κάτι παλικάρια της μεγάλης των Candlemass σχολής (έτσι νομίζαμε μέχρι τότε) σηκώνουν το χέρι: Εμείς! Οι Ereb Altor. Και μπορεί στους (περισσότερους από τους) διαδόχους του By Honour να τους κατάπιε λίγο η όλη περιρρέουσα ατμόσφαιρα περί “Bathory worship” και να έχασαν τη στοχοπροσήλωσή τους στο αμιγώς επικό μέταλ των Βίκινγκς, τουλάχιστον όμως στο ίδιο το By Honour τα έκαναν όλα, μα όλα, σωστά. Αργόσυρτα, ελεγειακά, λυρικά, υμνικά κομμάτια που αδιαφορούν για επιδείξεις τεχνικής και τα τοιαύτα, επιλέγοντας αντ’ αυτών να ρίξουν όλο το βάρος στην πιο γλαφυρή ατμόσφαιρα ανάτασης που μπορεί να δημιουργηθεί στην p.Q. (post Quorthon) εποχή. Τα εργαλεία γι’ αυτό άλλωστε είναι εκεί, όπως είχε ήδη φανεί από τα άλμπουμ των Isole (συμπεριλαμβανομένου και εκείνου που έβγαλαν την ίδια χρονιά και βρήκε κι αυτό τη θέση του στην παρούσα λίστα), όπου οι Bryntse / Olsson είχαν παίξει πιο “σαφές” doom. Το ταλέντο τους να γράφουν επικές μελωδίες και η ζεστή χροιά του Daniel είχαν ήδη αναδειχθεί. Τίποτα όμως δεν προετοίμαζε για τη μαγεία που μας επιφύλασσαν μέσω των Ereb Altor.
Ψηλέ, συνέχισε ήσυχος το φαγοπότι σου στη Μεγάλη Αίθουσα του Μονόφθαλμου. Η σπορά σου δεν πήγε χαμένη.
NUMBER ONE
.............
Σε ένα από τα πολλά ντοκιμαντέρ που έχει βγάλει, ο γνωστός μεταλοπατέρας Sam Dunn ρωτάει τον Tomas Haake των Meshuggah για τις συνθήκες υπό τις οποίες ήρθε η αναγνώριση της μπάντας για (ή παρά) τη μουσική της πολυπλοκότητα, και ο φυσικός ηγέτης των Σουηδών σχολιάζει δηκτικά “εντάξει, χρειάστηκαν μόλις 20 χρόνια για να αρχίσει ο κόσμος να μας ακούει”. Δεν το αναφέρει ρητά βέβαια αλλά σίγουρα εννοεί τη μεγάλη (αν ήταν αναπάντεχη, αυτό σηκώνει κουβέντα) επιτυχία που γνώρισε το obZen, με όχημα …το γνωστό κομμάτι τέλος πάντων, που δεν υπάρχει λόγος να αναφερθούμε περαιτέρω σ’ αυτό, το ξέρουν όλοι, ακόμα και όσοι δεν ακούνε Meshuggah γενικά, είναι από τα λίγα πραγματικά instant classics στη metal μουσική τις τελευταίες δεκαετίες κ.λπ. κλπ.
Θεωρώ όμως ότι έχει την αξία του να πέσει λίγο φως και στα “κοινά θνητά” κομματιού αυτού του δίσκου, γιατί στο κάτω κάτω όλα μαζί είναι που κάνουν το obZen τον δίσκο της χρονιάς και έναν από τους σημαντικότερους του σύγχρονου ακραίου metal. Για παράδειγμα στο Combustion, το οποίο εξηγεί σε μεγάλο βαθμό την εντύπωση που έχει δημιουργηθεί γύρω από τον δίσκο συνολικά, ότι δηλαδή είναι ο πιο “προσβάσιμος” που έκαναν ποτέ οι Meshuggah. Λέω “εντύπωση” γιατί προσωπικά δεν έχω πειστεί, νομίζω ότι το προαναφερθέν κομμάτι απλά δίνει τον τόνο - μ’ αυτή τη μεταλλαγμένη thrash-ίλα του - για το σαφέστερα επιθετικό άλμπουμ που είχαν κάνει για χρόνια, μάλλον από την εποχή του Chaosphere. Όχι ότι υποχωρούν έστω και στο ελάχιστο οι αινιγματικές jazz metal αναζητήσεις (απλά δεν θα μιλάγαμε για Meshuggah album). Ζουν και βασιλεύουν, παντού: Στη με-το-ζόρι-αυτοσυγκράτηση του Electric Red και του Lethargica, στο ομότιτλο - sci-fi “άροτρο”, στους tribal-ισμούς του This Spiteful Snake, στους ηχητικούς λαβύρινθους Pineal Gland Optics και Pravus… μέχρι που φτάνουμε στον επίλογο με το Dancers to a Discordant System, ένα κομμάτι που κατ’ εμέ βάζει σοβαρή υποψηφιότητα για τον τίτλο “ό,τι καλύτερο έκαναν ποτέ οι Meshuggah”, καθώς αυτά που συμβαίνουν στα 9μισι λεπτά του απλά δεν περιγράφονται με λόγια…
Αυτό είναι συνολικά το obZen. Ένα άλμπουμ που προσωπικά δεν θεωρώ ότι ξεπέρασε το Nothing (για μένα πολύ δύσκολα θα βρεθεί κάτι να το πετύχει αυτό) αλλά είναι όσο πιο κοντά του μπορεί να βρεθεί ένας δίσκος που έχει δημιουργηθεί από ανθρώπους και όχι κάποια πιο εξελιγμένη μορφή ζωής - υποθέτοντας πάντα ότι αυτό δεν ισχύει για τους Meshuggah, που βέβαια μάλλον σε κάποιες δεκαετίες θα αποκαλυφθεί ότι κακώς υποθέταμε κάτι τέτοιο.
Εξώφυλλο της χρονιάς
Αυτό το αίσθημα της απειλής, του απόκοσμου (και εξώκοσμου) που έρχεται από πολύ μακριά, ταυτόχρονα από το μακρινό παρελθόν και από το ανεξερεύνητο μέλλον: