Πέφτει λίγο ξύλο στην πέμπτη θέση ανάμεσα σε κάτι Νορβηγούς και κάτι Θεσσαλονικείς, αλλά θα τους αφήσω εκεί δα να μοιράζονται φάπες και όταν φτάσω στο νο5 θα πιάσω έναν απ’ τους δυο και ό,τι γίνει.
1) Brutus - “Unison Life”: Ας αφήσουμε στην απ’ έξω λέξεις όπως “προσδοκίες”, “αναμενόμενο” και άλλες συναφείς. Δεν ταιριάζουν στα παιδιά του Βελγίου αυτές. Τους ταιριάζει μοναχά μία λέξη: εμπιστοσύνη. Σίγουρα, όλοι μας λίγο έως πολύ θα το έχουμε αισθανθεί μέσα μας για τη μουσική που ακούμε, το ν’ αφηνόμαστε σε κάποιους μουσικούς να ορίζουν αυτοί τον ορίζοντά μας, ασχέτως το που θα το πάνε μουσικά. Μία τέτοια περίπτωση είναι οι Brutus (επί προσωπικού πάντα, έκαστος κατά διάνοιαν και πάντων και πασών). Αλλά και πάλι, όλο το φύραμά τους είναι στο κλείσιμο αυτού του υπέροχου δίσκου. Σ’ αυτό το “Desert Rain” , όπου λες και προσδιορίζεται ξανά και ξανά η ταυτότητα αυτής της μπάντας, η δυναμική της, το εύρος της, όπως και το γίγνεσθαι ενός ολόκληρου ήχου. Είμαστε μαζί τους.
2) Messa - “Close”: Θα έβαζα τους Γερμανούς εδώ και όχι από κάτω, αλλά… πρώτον, οι Γερμανοί δεν έχουν πλέον λόγο για πρωτιές, την κέρδισαν άλλοτε και τ’ άλλα παρακάτω, και δεύτερον, οι Messa είναι κάτι άλλο, κάτι μαγικό. Συνδυάζοντας την παρούσα δισκογραφική τους στιγμή με εκείνη της σκηνικής τους παρουσίας στη Θεσ/νίκη, το πράγμα είναι ξεκάθαρο. Μία από τις καλύτερες και δεμένες ανερχόμενες μπάντες στο doom, ταράζοντας τα νερά του. Κάνουν ό,τι θέλουν, δε ρωτάνε κανέναν, κερνάνε ήχους απροσδιορίστου προορισμού και αφήνουν μπροστά ν’ αποκαλυφθεί η παγκόσμια χροιά της Σάρας. Τι φωνή…
3) Blind Guardian - “The God Machine”: Επιτέλους. Καθώς οι μήνες βαθαίνουν όλο και πιο πολύ στο βάθος τους χρόνου, τόσο πιάνω τον εαυτό μου να ευχαριστιέται απεριόριστα αυτή τη δισκάρα, κάτι που δεν είχε συμβεί ούτε κατά διάνοια με τα προηγούμενά τους μέχρι και το “A Night at the Opera” και ας είναι ο Θωμάς στα τύμπανα. Η σύλληψη των τραγουδιών, η αίσθηση του γερμανικού ήχου επί του λεγομένου τευτονικού power, το ασίγαστο και αγαπημένο μου καλύτερο κιθαριστικό δίδυμο που δείχνει ότι δε θ’ αλλάξουν ποτέ και για κανέναν, ο Hansi και οι φυσικά, ο αρραβώνας της ταχύτητας με τις μελωδίες, την ίδια στιγμή που υφαίνονται γέφυρες και ρεφρέν σαν τον παλιό καλό καιρό. Αυτούς ξέρουμε, αυτούς εμπιστευόμαστε.
4) Φοίβος Δεληβοριάς - “ΑΝΙΜΕ”: Με τον συγκεκριμένο μουσικό ήμασταν για χρόνια σε απόσταση, μέχρι που έσκασε ο συγκεκριμένος δίσκος και μέχρι τη στιγμή που από την πρόταση μιας φίλης άκουσα το “Κάποια παιδάκια” και 'κει βάλθηκε για λίγο ο χρόνος να σταματήσει την πορεία του, καθώς τον έπιασαν οι στίχοι. Από 'κει και πέρα, όταν έχεις έναν άνθρωπο σαν τον Βασίλη Ντοκάκη, τον οποίο και χαρακτηρίζεις δικαίως “ποιητή του ήχου” και του δίνεις τον ήχο σου, τότε οφείλεις να προετοιμαστείς για κάτι που θα σε τυλίξει μέσα του και δη τα πλήκτρα του πιάνου του. Κι έτσι, φτάνουμε στην “Μπαλάντα”, εκεί που όλα γίνονται μία πορτοκαλί δύση ηλίου.
5) Mother Turtle - “MTV”: Αντέξαν και βγήκαν νικητές. Και στο ξύλο με τους Madrugada και στη μουσική σκηνή. Συνεχίζουν να είναι στη αφάνεια και παρόλα αυτά να κυκλοφορούν μία και μία τις μουσικές τους αναζητήσεις. Κανονικά, θα έπρεπε να τους είχε από κοντά ο Steven Wilson και να τους ανεβάζει στη σκηνή. Κανονικά, αυτό το “Waterfall” θα έπρεπε να αναδειχθεί το καλύτερο τραγούδι που όντως δεν έγραψαν ποτέ τους οι Queensryche. Επιπλέον, σ’ αυτό το βήμα το πρωτείο δεν το κατέχει το prog αυτό καθαυτό, αλλά η προοδευτική αντίληψη της μουσικής εμπειρίας στο να χτιστεί ένα υλικό αντάξιο της αξίας των μουσικών και τα πάντα καταλήγουν στο “Last Reverie”. Τα riffs σας και τα 9 λεπτά σας. Και φτάνουμε στο 4ο λεπτό… ησυχία για δύο δεύτερα, ένα βιολί να μοιρολατρεί και μετά το ξεμπούκωμα της δεκαετίας. Ρε Κώστα (@hokam ) ξέρεις τι έκανες εκεί; Έχεις ιδέα; Μπορείς να το διανοηθείς; Μπορείς; Πες μας… Ποιος Παρθενώνας και ποιο Καλατράβα… ροκασταριλίκια και να 'χαμε να λέγαμε. Δώσε ξανά και ξανά.
Ειδική μνεία σε τρία άσματα που δε λένε να ξεκολλήσουν απ’ το μυαλό μου, ούτε στον αιώνα τον άπαντα:
Α) Madrugada - “Ecstacy”: Υπέροχος δίσκος και αντάξιος του παρελθόντος με όλο το μεγαλείο να ξετυλίγεται στο ρίξιμο της αυλαίας του δίσκου. Εκεί, όπου τραγουδάνε τ’ άστρα και 'κει που ο Sivert γίνεται όσο πιο καθηλωτικός μπορεί.
Β) Avantasia - “Scars”: Είναι γνωστό ότι ο Τόμπι ξέρει πολύ μουσική, όπως και το ότι κάνει τη μουσική των ηρώων του. Ράβει, λοιπόν, ένα ύφασμα με το άρωμα του Seattle, καλεί τον Geoff, του ζητάει να βάλει τον καλύτερό του εαυτό και το αποτέλεσμα, ιδιαίτερα στο ρεφρέν, είναι τουλάχιστον συγκινητικό. Τόμπι, σ’ ευχαριστούμε για πολλά, αλλά ειδικά πιο πολύ γι’ αυτό το άσμα.
Γ) Aldebaran - “Was it A Dream?”: Μέσα στο μυαλό μου έχουν απομνημονευθεί τα πλήκτρα του Χατζηνάσιου απ’ το Αγκίστρι και τη Γλυκιά Συμμορία, του Τόκα από τα τραγούδια του με τον Μητροπάνο, του Μικρούτσικου από ένα μάτσο πάνω σε μιαν απαλάμη και τώρα αυτό το εδώ το πολύ ξεχωριστό διαμαντάκι. Δε θες να τελειώσει ποτέ. Μα ποτέ όμως και ειδικά στο πως γεφυρώνονται στη μέση πιάνο και μπάσο. Να βρίσκονται αμφότερα σε δύο παραλλήλους και να καταλήγουν στο ένα και αυτό. Αντώνη να ζήσεις!
Εξώφυλλο: