Είμαστε πια στο 1964 και μια νέα πραγματικότητα αρχίζει να διαμορφώνεται! Για πάμε να την δούμε, με την πολυτέλεια της χρονικής αποστάσεως:
Θα μπορούσα να κάνω λόγο για την “καλή ποίηση που εμπεριέχει μέσα της την μουσική”, όπως δήλωσε ο ίδιος ο Θεοδωράκης για το έργο του Ελύτη που τον ενέπνευσε να δημιουργήσει το Άξιον Εστί (#1), αυτό το μνημειώδες έργο του ελληνικού πνεύματος. Ή να επισημάνω το πόσο θαυμαστά αποτελέσματα έχει η παράδοση όταν λειτουργεί, όχι σαν προσκόλληση στον τύπο, αλλά σαν υγιής ρίζα που πετάει καινούρια κλαδιά…
…η ουσία όμως είναι ότι εγώ μεγάλωσα κυριολεκτικά με αυτά τα τραγούδια (και όχι μόνο αυτά) του Θεοδωράκη στο πατρικό μου σπίτι, μού έχουν εντυπωθεί στο συνειδητό και το ασυνείδητο και αποτελούν υπεραγαπημένο βίωμα που με μεταφέρει κατ’ ευθείαν πίσω στην θαλπωρή της παιδικής ηλικίας. Και δεν υπάρχει τίποτε που μπορεί να συναγωνιστεί αυτή την αίσθηση…
Στις αρχές του 1964, μόλις 7 εβδομάδες μετά την δολοφονία του Kennedy, κυκλοφόρησε το The Times They Are Α – Changin’ (#3), ο δεύτερος (μαζί με το Freewheelin’) δίσκος του Dylan που του έδωσε τον τίτλο της Voice of a Generation! Και εντελώς δικαιολογημένα, αφού περιέχει κάποια από τα δυνατότερα protest songs, όπως τον ομώνυμο Ύμνο στους κάθε λογής καταπιεσμένους, το the Lonesome Death of Hattie Carol για τον θάνατο μιας μαύρης σερβιτόρας, μητέρας 11 παιδιών, μετά από βίαιη συμπεριφορά λευκού “αγανακτισμένου” πελάτη, και το With God On Our Side όπου κάνει μια ανασκόπηση της μιλιταριστικής ιστορίας της χώρας του, από τις σφαγές των Ινδιάνων, των μεξικανών, τους δύο ΠΠ και την αντιπαράθεση με την ΕΣΣΔ, ειρωνευόμενος το πώς οι πολιτικοί τα δικαιολογούν όλα αυτά, επικαλούμενοι την… θεϊκή βούληση και εύνοια!
Αυτό όμως που έδειχνε ξεκάθαρα πόσο ο Dylan είχε προχωρήσει σε σχέση με τους λοιπούς protest singers, ήταν το Only a Pawn In Their Game. Γραμμένο με αφορμή (άλλον) έναν φόνο με ρατσιστικά κίνητρα, το συγκεκριμένο κομμάτι δεν καταφεύγει σε απλουστεύσεις και βλέπει με οίκτο τον δολοφόνο (χωρίς φυσικα να τον δικαιολογεί) που ήταν απλώς ένα πιόνι στην όλη υπόθεση, κάνοντας μάλιστα και την αντιπαράθεση της τιμητικής ταφής του θύματος με αυτή που θα επιφυλάξει η Μοίρα για τον θύτη ο οποίος θα μείνει στις μνήμες μόνο για την αποτρόπαια πράξη του, ενώ οι πραγματικοί ένοχοι είναι όσοι διαμόρφωναν τέτοιες εγκληματικές συνειδήσεις. Ταυτόχρονα υπενθυμίζει πως τελικά όλοι είμαστε παράγωγα των επιρροών στις οποίες βρισκόμαστε εκτεθειμένοι.
Για όνομα δήλαδή, και μόνο το εξώφυλλο να δει κανείς, την έκφραση του Bob και το πόσο μεγαλύτερος δείχνει από τα 23 χρόνια του, αρκεί για να καταλάβει περί τίνος πρόκειται!
Τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς βγήκε το Another Side of Bob Dylan (#4), με τον παραπάνω από εύγλωττο τίτλο, αφού πλέον ο οργισμένος protest singer είχε μεταμορφωθεί σε έναν rock ‘n’ roll ποιητή! Το παραγνωρισμένο αυτό αριστούργημα περιείχε 11 τραγούδια ηχογραφημένα σε ένα (!) session και θεωρείται γενικά μεταβατικός δίσκος στην πορεία του τεράστιου δημιουργού, ο οποίος εδώ ακούγεται πιο ευέλικτος και ποικιλόμορφος. Τα τραγούδια διαμαρτυρίας ανήκουν πια στο παρελθόν (ακόμη και αυτό το Chimes of Freedom είναι σχετικά γενικόλογο) ενώ υπάρχει εδώ ικανή ποσότητα love (ή μήπως είναι lust;) songs, όπως το All I Really Want To Do, το καυστικό It Ain’t Me Babe, το I Don’t Believe You για όλες τις ραγισμένες καρδιές, και ο πικρός αποχαιρετισμός στην Suze Rotollo με το Ballad In Plain D. Πάνω απ’ όλα όμως, έχουμε το κομμάτι – κλειδί του album το My Back Pages όπου ο Dylan διαρρηγνύει τους δεσμούς με τον πρότερο εαυτό του, τον οποίο μέμφεται που έδινε πίστη σε “lies that life is black and white” αν και στο ρεφραίν δικαιολογείται λέγοντας ότι “I was so much older then, I’m younger than that now”!
Όντως οι καιροί αλλάζανε!

Τον Φεβρουάριο του 1964 ο Bob Dylan (πάλι αυτός!) ξεκίνησε ένα ταξίδι τριών εβδομάδων διασχίζοντας τις ΗΠΑ από την Νέα Υόρκη έως το San Fransisco. Όταν άκουσε στο ράδιο το I Want To Hold Your Hand λέγεται ότι παραλίγο να πηδήξει έξω από το αυτοκίνητο εκστασιασμένος!
Η πρώτη επίσκεψη των Beatles στην Αμερική ήταν τότε εν εξελίξει με υποδοχή ηρώων στο αεροδρόμιο, θριαμβευτικές εμφανίσεις στο τηλεοπτικό Ed Sullivan Show, και συναυλίες ενώπιον πλήθους νεαρών κοριτσιών που, σε αλλόφρονα κατάσταση, ουρλιάζαν αδυνατώντας να ελέγξουν τον ενθουσιασμό τους στη θέα και το άκουσμα αυτών των τύπων με τα περίεργα κουρέματα! Δύο μήνες αργότερα, στις 4 Απριλίου, το top 5 του αμερικάνικου καταλόγου επιτυχιών θα καταλάμβαναν ισάριθμα singles των Beatles, ένα κατόρθωμα ανεπανάληπτο πριν ή έκτοτε! Η περιβόητη British Invasion λάμβανε χώρα με προφανείς πρωτοπόρους τους φύσει ηγέτες της!
Εννοείται πως δεν υπήρχε αδράνεια ούτε στο δισκογραφικό μέτωπο, με το A Hard Day’s Night (#2) να είναι το πρώτο album των Σκαθαριών με αποκλειστικά δικό τους υλικό όπου μετουσιώνουν το rock ένστικτο τους σε pop κουλτούρα! Όσο κι αν όλοι μας (; ) αγαπάμε περισσότερο την ύστερη, πειραματική περίοδο των Fab Four, η απαράμιλλη έφεση τους στην μελωδία είναι απλώς μαγευτική και στα πρώιμα album τους, και το A Hard Day’s Night είναι το ανώτερο εξ αυτών!
Στα πρότυπα της εποχής, είχαμε και δεύτερο LP εντός του ίδιου έτους για να καλύψει την τεράστια ζήτηση για καινούριο υλικό από τα νέα ινδάλματα της νεολαίας! Το λιγότερο upbeat σε σχέση με τα προηγούμενα, Beatles for Sale (#5), δεν είναι τίποτε λιγότερο από υπέροχο αν και εδώ καταφεύγουν ξανά σε κάποιες διασκευές – ακόμη και για αυτούς τους Beatles, οι ρυθμοί μπορούσαν να γίνουν ενίοτε υπερβολικοί!
Υγεία και μακροημέρευση!