(Γενικά πάντα θα επιμένω ότι τέτοιες συζητήσεις πρέπει από νωρίς να πηγαίνουν σε άλλα topic, κι ας πηγαίνει στο βρόντο αυτό που λέω. Από περιέργεια, βασικά, moderation υπάρχει ή όχι πλέον;)
Εγώ βρήκα πολλά ενδιαφέροντα σχόλια στην όλη κουβέντα (που με κάλυψαν σε μεγάλο βαθμό), οπότε θα σταθώ σε λίγα σημεία μόνο:
Για το ζήτημα της ατομικής επιλογής και του αυτοκαθορισμού: πολλές φορές αναφέρθηκε στην κουβέντα ότι σαν άνθρωποι όλοι κάνουμε τις επιλογές μας, είμαστε υπεύθυνοι γι’ αυτές κλπ. Όντως, αυτό ισχύει σε μεγαλο βαθμό, αλλά όπως εύστοχα αναφέρθηκε αλλού, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι σ’ αυτόν τον κόσμο δε μεγαλώνουμε ο ένας διαχωρισμένα από την άλλη, δεν είμαστε απλά ατομικότητες που κινούνται σε παράλληλες ιδιωτικές σφαίρες (παρ’ όλο που ο καπιταλισμός πολύ θα ήθελε κάτι τέτοιο), αλλά σχηματίζουμε αυτό που λέμε κοινωνία . Κι αυτή η κοινωνία, με όλους τους ανταγωνισμούς που τη διαπερνάνε, τις αντιφάσεις, τις συγκρούσεις κλπ., σχηματίζει θεσμούς (τυπικούς και άτυπους), εξελίσσεται, μεταλάσσεται, γράφει ιστορία. Λοιπόν, μέσα σε όλο αυτόν τον κυκεώνα βρισκόμαστε κι εμείς, που από τη μία όντως σαν αυτόνομα άτομα χαρακτηριζόμαστε από αυτενέργεια, κίνηση κλπ., από την άλλη αυτήν την την αυτενέργεια και την κίνηση αναγκαστικά τις εκφράζουμε μέσα σε ιστορικούς και κοινωνικούς θεσμούς που βρήκαμε έτοιμους και μας περιβάλουν. Κάποιους από αυτούς μπορούμε να τους επηρεάσουμε, να τους αλλάξουμε. Κάποιες άλλες καταστάσεις είναι δύσκολο να επηρεαστούν –σχεδόν «καταδικάζουν» ανθρώπους σε αναγκαστικές και μοναδικές διαδρομές. Το αναφέρω αυτό γιατί πολύ ωραίος θα ήταν ένας κόσμος όπου όλοι έχουμε ίσες ευκαιρίες να αναπτύξουμε όλες τις δυνατότητες του εαυτού μας, αλλά αυτή η εικόνα είναι λίγο πλασματική –τουλάχιστον για ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού αυτού του πλανήτη.
Για το «αρχαιότερο επάγγελμα»: οι συγκρίσεις με την αρχαιότητα (ακόμα κι αν γίνεται με καλές προθέσεις, για να «ανατιμηθεί» η πορνεία σήμερα) καλύτερα ν’ αποφεύγονται. Το «αρχαιότερο επάγγελμα» δεν είχε τα ίδια χαρακτηριστικά τότε όπως έχει σήμερα. Μιλάμε για τόσο διαφορετικές ιστορικές και κοινωνικές συνθήκες που κάθε σύγκριση είναι απλά άτοπη. Άλλη η ηθική τότε, άλλη η ηθική σήμερα. Άλλες σεξουαλικές συνήθειες τότε, άλλες σήμερα. Άλλος ο ρόλος της γυναίκας και του άνδρα κ.ο.κ. Δεν μπορούμε να μπαίνουμε σε μία διαδικασία σύγκρισης της σημερινής έννοιας της πορνείας, με το θεσμό της εταίρας που υπήρχε στην αρχαία Αθήνα για παράδειγμα. Μην παίρνουμε λέξεις και τους προσδίδουμε μία διιστορική έννοια.
Για τους βιασμούς: με προβλημάτισε αρκετά, θα έλεγα, η τόσο αβίαστη διαπίστωση ότι «ευτυχώς που υπάρχουν τα μπουρδέλα, γιατί αλλιώς θα είχαν αυξηθεί οι βιασμοί». Νομίζω ότι ένα τέτοιο σκεπτικό αφήνει να εννοηθεί ότι το σύνολο των ανδρών είναι υποψήφιοι βιαστές ή ότι όλοι όσοι πηγαίνουν στα μπουρδέλα είναι κατ’ ουσίαν βιαστές. Κι όντως, θυμάμαι και παλιότερα που υπήρχε το σύνθημα « όσοι στα μπουρδέλα ψάχνουν οργασμό/10 ευρώ πληρώνουν τον κάθε βιασμό ». Το σύνθημα αυτό, βέβαια, βγήκε σε μία πολύ συγκεκριμένη ιστορική συνθήκη των «προσεχώς Βουλγάρες», της στυγνής εκμετάλλευσης των γυναικών από το πρώην ανατολικό μπλοκ, της «άνθισης» της ελληνικής επαρχίας κλπ. κλπ., πράγματα που απλά δεν μπορείς να μην προσμετράς σε όλη αυτήν τη συζήτηση (περισσότερα γι’ αυτό παρακάτω). Από την άλλη, όμως, δεν μπορώ να μην προσμετρώ ότι κι ένα σταθερό ποσοστό των ανδρών που επισκέπτονται τους εν λόγω χώρους (πολλές φορές με συνοδεία συγγενικού προσώπου, όπως άκουσα από σχετικές μαρτυρίες και συνεντεύξεις) είναι και άτομα που λόγω κάποιας σωματικής, νοητικής, συναισθηματικής ή ψυχολογικής δυσλειτουργίας δεν έχουν καμία άλλη σεξουαλική διέξοδο. Άτομα, δηλαδή, που με μεγάλη δυσκολία θα συγκαταλέγαμε σε όσους με φυσικό ή ψυχολογικό τρόπο εκμεταλλεύονται γυναίκες. Σ’ αντίθεση με τα υποκείμενα (μεταφορικά και κυριολεκτικά στην προκειμένη) για τα οποία βγήκε το παραπάνω σύνθημα, τα οποία κατά πάσα πιθανότητα δεν περίμεναν τα μπουρδέλα ώστε να διοχετεύσουν το μισογυνισμό και τη ματσίλα τους: τα ίδια έκαναν στα σπίτια και τις οικείες τους.
Για το αν η πόρνη και… (ο βοθρατζής, η καθαρίστρια… βάλτε όποιο επάγγελαμα αναφέρθηκε) είναι το ίδιο: η παρατήρηση ότι μέσα στον καπιταλισμό όλοι μας αναγκαζόμαστε (και δεν επιλέγουμε) να πουλάμε τον εαυτό μας, τις σωματικές και διανοητικές μας ικανότητες, ακόμα και τον ψυχικό μας κόσμο, ώστε να επιζήσουμε, είναι κατά βάση σωστή. Αν θεωρήσουμε, βέβαια, την «αγορά εργασίας» ως ένας μέρος όπου ο αγοραστής και ο πωλητής του εμπορεύματος «εργατική δύναμη» συναντώνται και συναλλάσονται ελεύθερα, καταλαβαίνει κανείς ότι η αγορά του σεξ (όπως κι αυτή των ναρκωτικών, όπως κι αυτή των όπλων ή οποιοσδήποτε άλλος τομέας της λεγόμενης «μαύρης/παρα-οικονομίας») περιέχει ένα μεγάλο κομμάτι που λειτουργεί με κάποιους διαφορετικούς νόμους –εκεί καμία σημασία δεν έχουν τα συνδικαλιστικά δικαιώματα ή η αστική νομιμόμητα. Νόμος είναι η βία, η μαφία και το έγκλημα. Η διάκριση που έγινε μεταξύ της καταναγκαστικής ή «ελεύθερης» πορνείας (πείτε το και trafficking/sex working, το ίδιο πράγμα εννοούμε –επιλέγω να χρησιμοποιώ το γενικότερο «πορνεία» κι ας είναι λανθασμένος ή γενικευτικός) μπορεί να είναι σε πρώτο βαθμό σωστή, ωστόσο δε θα πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτά τα όρια πολλές φορές είναι δυσδιάκριτα. Δε μιλάμε για δύο απομακρυσμένους κόσμους, αλλά για ένα συνολικό πλαίσιο όπου τα «λευκά» και «μαύρα» τμήματα του πολλές φορές αλληλοκαλύπτονται, η μεταφορά΄σου από το ένα στο άλλο (και πάλι πίσω) είναι πολύ πιθανή, και το «νόμιμο» μπορεί τη μία μέρα να εκπέσει στο «παράνομο» κλπ.
Τέλος, αυτό που ήθελα να θίξω περισσότερο και νομίζω ότι κάπως μου έλειψε από την όλη κουβέντα, είναι το εξής: όσο νομιμοποιημένη κι αν είναι η πορνεία, όσους συνδικαλιστικούς εκπροσώπους κι αν έχουνε ή ό,τι άλλο αναφέρθηκε, κάθε σύγκριση που επιχειρούμε να κάνουμε με οποιαδήποτε άλλο επάγγελμα (ακόμα και τα πιο υποτιμημένα τύπου καθαρίστρια και βοθρατζής) πρέπει να λαμβάνει υπόψη της ότι οι ανθρώπινες σχέσεις δεν ορίζονται μόνο από ένα πολιτικό σύνταγμα (στο οποίο ο κάθε βοθρατζής, η κάθε πόρνη και ο κάθε γιατρός απολαμβάνουν ίσης αναγνώρισης), αλλά κι ένα «κοινωνικό». Ε λοιπόν, στο κοινωνικό σύνταγμα η πόρνη δε θα είναι ποτέ «μία άλλη δουλειά». Η πόρνη με δυσκολία θα εξομολογηθεί τι δουλειά κάνει, με δυσκολία θα κάνει οικογένεια, με δυσκολία θα αναπτύξει κοινωνικές/φιλικές σχέσεις. Δεν είναι μόνο οι νόμοι, η ασφάλιση και τα εργασιακά δικαιώματα που σε κάνουν αναγνωρίσιμο στα μάτια των άλλων ή που έχεις ανάγκη. Είναι και η δυνατότητα να επικοινωνείς την καθημερινότητα σου, να μιλάς για τα προβλήματα της δουλειάς σου, να ξέρει ο κοντινός σου ποια είσαι όπως εσύ ξέρεις γι’ αυτόν. Πόσο εύκολο είναι αυτό όταν φράσεις όπως «πουτάνα» και «μπουρδέλο» χρησιμοποιούνται κατά κόρον για να περιγράφουν άλλα πράγματα, υποτιμητικά, πέρα από την πόρνη και τους οίκους ανοχής; Δεν υπάρχει καμία σύγκριση, σε αυτό το επίπεδο, ούτε με την καθαρίστρια, ούτε με το σερβιτόρο, ούτε με κανέναν. Ο μόνος παραλληλισμός που θα μπορούσα να κάνω (όχι σε επίπεδο επαγγέλματος, αλλά ανθρώπινης κατάστασης) είναι με τους μετανάστες, ιδίως με τους Αλβανούς των 90’s. Μόνιμα σε μία γκρίζα ζώνη «νομιμότητας/παρανομίας», με τη λέξη «Αλβανός» να νοηματοδοτεί πολλά περισσότερα από απλά έναν τόπο καταγωγής, και ο κοινωνικός αποκλεισμός να είναι σίγουρος για όσους επέμεναν να μιλάνε τη γλώσσα τους.