Quintom, καταλαβαίνω την επιμονή σου για το (αποκαλυπτικό) άρθρο των N.Y.T. Ο λόγος που εγώ π.χ. δεν είχα να σχολιάσω τίποτα, ήταν ότι όλα αυτά που γράφει ΔΕΝ αποτελούν χθεσινή είδηση, αλλά μία πάγια πολιτική του ελληνικού κράτους εδώ και χρόνια: τα λεγόμενα push-backs (επαναπροωθήσεις). Μιλάμε ουσιαστικά για απαγωγές μεταναστρών/μεταναστριών και παράτυπες απελάσεις στην Τουρκία, αφού έχουν προηγηθεί εξευτελιστικές διαδικασίες (π.χ. ξεγύμνωμα, βασανιστήρια, κλοπές προσωπικών αντικειμένων κλπ.). Τα σχετικά άρθρα αφθονούν εδώ και χρόνια -κυρίως σε ξένα ειδησεογραφικά sites ή από καταγγελίες Μ.Κ.Ο. Αυτό που έχει αλλάξει τον τελευταίο χρόνο είναι ότι πλέον τα push-backs, από εκεί που αφορούσαν κυρίως τον Έβρο ή τα φουσκωτά που ήταν στη θάλασσα αλλά ΔΕΝ είχαν φτάσει ελληνικές ακτές (όπου επιχειρείται επαναπροώθηση με σχηματισμό κυμάτων από το ελληνικό λιμενικό ή τρύπημα της βάρκας και παράσυρση από τα ρεύματα προς τα τουρκικά θαλάσσια ύδατα), τώρα αφορούν και ανθρώπους που έχουν καταφέρει να φτάσουν στα ελληνικά νησιά.
Επίσης έχει ενδιαφέρον ότι σε όλη την κουβέντα μιλάμε για ανθρωπισμό, πρόσφυγες, άσυλα κλπ., και σχεδόν κανείς δεν έχει πάρει χαμπάρι ότι φέτος πέρασε στα μουλωχτά η κατάργηση του ασύλου για ανθρωπιστικούς λόγους, με αναδρομική μάλιστα ισχύ από 01/01/2020. Αφήνω ασχολίαστα άλλα πράγματα όπως το πόσο έχει αυστηροποιηθεί πλέον η διαδικασία ασύλου (συνοπτικές διαδικασίες σε γλώσσα που μπορεί να μην είναι η μητρική του ατόμου, διαδικασία απέλασης ήδη μετά τη α’ απορριπιτική απόφαση, ποινικοποίηση κάθε διαμαρτυρίας πριν την έγκριση ασύλου κ.ά.) με αποτέλεσμα ελάχιστοι να καταφέρνουν να το δικαιούνται.
Όσον αφορά για την περίφημη «λύση του μεταναστευτικού» που αναρωτιόμαστε όλοι τόσα χρόνια, η λύση θα ήταν μία και προφανής, η δυνατότητα ύπαρξης αξιοπρεπών συνθηκών διαβίωσης με ελευθερία στις χώρες προέλευσης αυτών των ανθρώπων, πράγμα όμως που τόσα χρόνια δε βολεύει την καταλήστευση, το πλιάτσικο, τις φυτεμένες χούντες, την ενίσχυση/διαιώνιση εμφύλιων συρράξεων και τις «ειρηνιστικές αποστολές» στον τρίτο κόσμο που είναι βασικό στήριγμα του παγκόσμιου καπιταλισμού εδώ και χρόνια (αυτό για τον πλαστό διαχωρισμό «πρόσφυγας πολέμου» και «οικονομικός μετανάστης». Σε όλο τον πλανήτη μαίνεται ένας διαρκής πόλεμος για φτηνές πρώτες ύλες, απλά αυτός πολλές φορές είναι συγκαλυμμένος. Π.χ. σε Ασία, Αφρική και Λατινική Αμερική εκατομμύρια άνθρωποι μπορεί να ζουν σε συνθήκες εξαθλίωσης, ενώ την ίδια ώρα οι χώρες τους εξάγουν χρυσό, διαμάντια, ουράνια και σπάνια μέταλλα. Χώρες της Αφρικής εξάγουν τρόφιμα, ενώ ο πληθυσμός τους λιμοκτονεί. Στις 10 πιο πλούσιες σε αποθέματα πετρελαίου χώρες συγκαταλέγονται και η Λιβύη, η Νιγηρία, Ιράν, Ιράκ κ.ά). Εύλογα, βέβαια, θα μου πει ο Έλληνας: «και τι με νοιάζει εμένα για τον πόλεμο στη Συρία, ρε φίλε, ούτε να τον επηρεάσω μπορώ, κι ούτε με πολυνοιάζει βασικά». Και παίρνω και ως δεδομένο ότι όντως αν πάρεις 100 και μόνο ανθρώπους και τους στοιβάξεις σ’ ένα χώρο για 30, τα προβλήματα δε θ’ αργήσουν να εμφανιστούν. Ακόμα και τότε, όμως, για να λύσεις ένα «πρόβλημα» χρειάζεται αυτό που λέμε «καλή θέληση», «λογική» ή «συνοχή» και όχι (ηθελημένα ή αθέλητα) να αναπαράγεις απλά ένα ρατσιστικό λόγο που βολεύεται πάντα με την εύκολη λύση του «την πέφτω στον πιο αδύναμο και διαφορετικό από εμένα» -τουλάχιστον μέχρι η κρίση να χτυπήσει τη δική σου πόρτα οπότε και οι συνέπειες της χρόνιας εξατομίκευσης αρχίζουν να μην αναγνωρίζουν διαφορετικά χρώματα και θρησκειες. Για παράδειγμα, μία καλή αρχή θα ήταν να ξεχωρίζουμε την αιτία από το αιτιατό, δηλαδή να συνειδητοποιήσουμε ότι όταν ένας σκουρόχρωμος εμφανίζεται στη γειτονιά μας, αυτή δεν είναι η αρχή ενός «προβλήματος», αλλά η κατάληξη του. Μία επίσης καλή συνέχεια θα ήταν να αμφισβητήσουμε όλες τις ΜΑΛΑΚΙΕΣ που μας ταϊζουν καθημερινά, συστηματοποιημένα και εδώ και χρόνια τα ελληνικά media που κατάφερναν π.χ. το 2012 να κάνουν ολόκληρα χωριά στην επαρχία να υιοθετούν με ευκολία τη δημαγωγία του μίσους ενώ μπορεί να περνούσαν μέρες και εβδομάδες ολόκληρες για να δουν μετανάστη -πράγμα, δηλαδή, που θέτει υπό αμφισβήτηση τον ισχυρισμό που θέλει το ρατσισμό να γεννιέται μόνο σε υποβαθμισμένες γειτονιές της Αθήνας. Π.χ. σ’ ένα γκάλοπ που είχε κάνει η Καθημερινή το 2010 για το «πόσοι μετανάστες πιστεύετε ότι υπάρχουν στην Ελλάδα;» ξέρετε ποιες ήταν οι δύο πρώτες απαντήσεις; Μεταξύ 2 και 3.000.000 (εκατομμυρίων) η πρώτη, μεταξύ 1 και 1.500.000 (εκατομμυρίων) η δεύτερη. Αυτό, βέβαια, είναι κάτι εύλογο όταν τα δελτία ειδήσεων βρίθουν χαρακτηρισμών όπως «εισβολή», «αλλοίωση του πολιτισμού» κλπ. κλπ. Ή π.χ. σίγουρα θα έχετε ακούσει το «γιατί να πληρώνω εγώ με τους φόρους μου τους μετανάστες» -άσχετο το ότι οι Έλληνες πολίτες δεν επιβαρύνονται ούτε κατά ένα ευρώ για τη σίτιση και τη στέγαση των μεταναστων (από το ΄16 ως το ’18 μόνο, η ελληνική κυβέρνηση εισέπραξε από τη Ε.Ε. πάνω από 2 δισεκατομμύρια ευρώ ως έκτακτη βοήθεια για το μεταναστευτικό. Για να αντιληφθούμε το γεγονός, το πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού το ’17 ήταν 1,9 δισεκατομμύρια ευρώ, και αυτό το ΄18 3,2 δισεκατομμύρια ευρώ. Μιας και πιάσαμε τους αριθμούς, ακόμα κάτι ενδιαφέρον: το 2019 ο Τσίπρας συμφώνησε με την Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών ότι το ποσό που θα εισρέει στα δημόσια ταμεία από τους φόρους τους θα είναι της τάξης των 75.000.000 ευρώ ετησίως. Η τελευταία φορά που το γενικο λογιστήριο του κράτους ανακοίνωσε ετήσια έσοδα από τα κάθε λογής παράβολα που πληρώνουν μετανάστες ήταν το 2014 και το ποσό ξεπερνούσε τα 78.000.000 ευρώ). Άλλη μία παραφιλολογία είναι ότι όλοι μετανάστες έρχονται στην Ευρώπη, «γιατί δεν πάνε στις μουσουλμανικές χώρες;». Ε, σύμφωνα με την Ύπατη Αρμοστεία του Ο.Η.Ε. το 2018, η συντριπτική πλειονότητα των 74,8 εκατομμυρίων μεταναστών βρίσκονται σε κάποια χώρα γειτονική προς τη χώρα προέλευσης τους. Π.χ. η Ιορδανία έχει 2,9 εκατομμύρια (το 30% του συνολικού πληθυσμού της), ο Λίβανος 1,4 εκατομμύρια (το 20% του συνολικού πληθυσμού) κλπ.
Τέλος, ένας ακόμη πιο καλός τρόπος για να δούμε «γιατί επιτέλους δε λύνεται το ρημάδι το μεταναστευτικό», είναι να διατυπώσουμε προτάσεις που μπορεί να φαντάζουν ρεαλιστικές στο πλαίσιο του υπάρχοντος συστήματος (παρ’ όλο που, προσωπικά, δεν τις ασπάζομαι), γιατί μέσα από την άρνηση εφαρμογής τους, καταλαβαίνει κανείς όντως ποιος κερδίζει από την όλη φάση. Εννοώ ότι για μία κλασική οικονομική φιλελεύθερη αντίληψη, οι μετανάστες (μέχρι πριν κάποια χρόνια τουλάχιστον) θα μπορουσαν να θεωρηθούν «ευλογία» για την ελληνική κοινωνία -με όρους, φυσικά, στυγνής οικονομικής εκμετάλλευσης. Εννοώ ότι όταν μιλάμε για μια χώρα που τις τελευταίες δεκαετίες εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι έχουν εγκαταλείψει την πρωτογενή παραγωγή (καθιστώντας τη μία χώρα εξαρτημένη διατροφικά), ένας άνθρωπος που στον τόπο καταγωγής του το μεροκάματο μπορεί να είναι 2 ευρώ, εδώ θα ήταν κάτι παραπάνω από διατεθειμένος να δουλέψει για 10 ευρώ, αρκει να ξέρει ότι δε χρειάζεται αυτό το ποσό να το δαπανά σε δικηγόρους και δουλεμπόρους. Ποσά που διατίθενται για καταστολή και κέντρα κράτησης θα μπορούσαν να διατεθούν για αξιοπρεπής στέγαση κλπ. Έτσι και η Ελλάδα θα ήταν διατροφικά αυτάρκης αντί να εισάγονται προϊόντα που τα πληρώνουμε και ακριβότερα, αυτό που λέμε εθνική οικονομία θα ενισχυόταν γιατί η χώρα θα έκανε εξαγωγές αντι για εισαγωγές, το κέντρο της Αθήνας θα αποσυμφοριζόταν, η ερημωμένη ελληνική ύπαιθρος θα αποκτούσε ζωή, τα κυκλώματα της μαφίας θα δεχόντουσαν θανάσιμο πλήγμα, καθώς μία τεράστια πηγή κέρδους θα έφευγε από τα χέρια τους (και συνακόλουθα θα αποδυναμόντουσαν κι άλλοι τομείς της δραστηριότητας τους όπως η πορνεία και τα drugs) κλπ.
Καταλαβαίνετε ότι τα παραπάνω δεν τα εκφράζω σ’ ένα στυλ «παιδιά, έχω το σχέδιο έτοιμο, πάμε», αλλά έχει σημασία να καταλαβαίνουμε γιατί δεν εφαρμόζονται τέτοιες (απόλυτα ρεαλιστικές) πολιτικές (ή μερος αυτών, ή εναλλακτικές τέλος πάντων) από τους διαχειριστές της εξουσίας, ενώ θα εξυπηρετούσαν άμεσα τους τους «ανθρωπιστικούς», «δημοκρατικούς» κλπ. διακηρυγμένους στόχους τους. Μα, γιατί προφανώς οι πραγματικοί στόχοι είναι άλλοι: δημιουργία υποβαθμισμένης εργασιακής εφεδρείας, αβαντάρισμα του ρατσισμού και της μισαλλοδοξίας, ενίσχυση των μαφιών, δουλεμπόρων κλπ. και όλης της μαύρης οικονομίας που στήνεται πάνω σε αυτά, στρατιωτικοποίηση «ευαίσθητων» περιοχών και των κέντρων των πόλεων, δημιουργία γκέτο/υποβαθμισμένων περιοχών σε αντιδιοστολή με άλλες, εξευγενισμενένες περιοχές, συντηριτικοποίηση της πολιτικής ατζέντας και άλλα πολλά.