Λάθος κάνεις. Ακριβώς αυτός ήταν ο σκοπός του post μου. Όχι βέβαια να δικαιολογήσω τη γενοκτονία διαρκείας εις βάρος των Παλαιστινίων, αλλά να δείξω πως όποιο όνομα κι αν δίνουν τα κράτη στα οργανικά παραμύθια τους (σιωνισμός, Μεγάλη Ιδέα, κλπ.), όπως κι αν βαφτίζεται η κάθε εθνικοθρησκευτική ιδιοτυπία, οι πολιτικο-οικονομικές λειτουργίες που κρύβονται από πίσω είναι κοινές και περιγράφονται παντού με τις ίδιες λέξεις: εθνική-καπιταλιστική επέκταση.
Όσον αφορά το post σου:
Χαρακτηρίζεις ως «ελληνικούς» τους ελληνόφωνους, χριστιανικούς πληθυσμούς των Βαλκανίων, της Μικράς Ασίας κλπ., υπονοώντας, έτσι, ότι αυτή κατείχαν και μία συγκεκριμένη εθνική συνείδηση. Αυτός είναι ένας δικός σου, αβάσιμος ισχυρισμός -ή μάλλον όχι δικός σου, είναι αυτός που μας μαθαίνουν στα σχολεία για να πιστεύουμε ότι το έθνος μας υπάρχει και ζει σε αυτήν την περιοχή εδώ και 3.000 χρόνια. Δεν ισχύει αυτό, αυτό ήρθε με την εμφάνιση της νεοελληνικής εθνικής συνείδησης. Πάμε παρακάτω.
Τονίζεις ότι κατά την ανταλλαγή των πληθυσμών δεν ήρθαν απλώς «ομόθρησκοι», αλλά «ομοεθνείς». Υποστηρίζεις το ίδιο και για την άλλη πλευρά; Η ίδια η συνθήκη της Λωζάνης έκανε λόγο για «Τούρκους υπηκόους, ελληνικού ορθόδοξου θρησκεύματος» και «Έλληνες υπηκόους, μουσουλμανικού θρησκεύματος». Που τους είδες τους «όχι απλά ομόθρησκους, μα ομοεθνείς» (και μονομερώς μάλιστα);
Μιλάς για «άνω των 1.000.000 πρόσφυγες που ήρθαν μαζικά και οργανωμένα το 1923 με βάση τη Συνθήκη της Λωζάνης» για να δικαιολογήσεις, έτσι, μία «τέτοια τάξη-τέτοια αλφαδιά δεν έχω ξαναδεί» άποψη που θέλει να εξανθρωπίσει το απάνθρωπο και να κάνει λόγο για «σεβασμό των περιουσιών», «μη-βία» κλπ. Τίποτα απ’ όσα υποστηρίζεις δεν ισχύει. Η Συνθήκη της Λωζάνης είχε αναδρομική ισχύ για όλους τους βίαιους (και καθόλου οργανωμένους!) εκτοπισμούς που είχαν συντελεστεί από το 1912 και μετά. Όταν υπογράφτηκε η Συνθήκη για να έρθουν «μαζικά, οργανωμένα και με κάθε σεβασμό στις περιουσίες και τ’ ανθρώπινα δικαιώματα» τα «εκατομμύρια» των προσφύγων, η πλειοψηφία των ανθρώπων πάνω στους οποίους εφαρμόστηκαν τα μέτρα είχαν ήδη μετακινηθεί -οι λιγότεροι πήραν τον δρόμο της προσφυγιάς το ΄23. Σύμφωνα με τη Wikipedia οι αριθμοί αφορούσαν 189.916 χριστιανούς και 354.647 μουσουλμάνους -άλλες πηγές δίνουν 100.000-300.000 και 400.000 αντίστοιχα. Γεγονός παραμένει ότι το μεγαλύτερο μέρος των προσφύγων είχε ήδη εγκαταλείψει τις εστίες τους τα προηγούμενα 10 χρόνια -και μπορούμε να φανταστούμε πόσο «μαζικά, οργανωμένα και με κάθε σεβασμό σε περιουσίες και δικαιώματα» γινόταν αυτό εν μέσω συνεχών πολεμικών επιχειρήσεων. Συνεπώς βάσιμα μπορούμε να δούμε την ανταλλαγή του ’23 όχι ως ένα συμβάν σ’ ένα ιστορικό κενό, μα σαν την τελική πράξη που επικύρωσε κι επίσημα μια στυγνή και μακροχρόνια διαδικασία εθνολογικών εκκαθαρίσεων στα Βαλκάνια και στην Ανατολία. Οι σφαγές αμάχων (και απ’ τις δύο πλευρές), οι βίαιες εκτοπίσεις και οι «οργανωμένες ανταλλαγές» είναι αποσπάσματα του ίδιου έργου.
Ακόμα κι έτσι, κι αν εστιάσουμε μόνο στις εκατοντάδες χιλιάδες των «οργανωμένων ανταλλαχθέντων», τα όσα αναφέρεις περί «μη-εγκατάλειψης περιουσιών», «μη-διώξεων Τούρκων» και «μη-βίας» δεν ισχύουνε. Η ανταλλαγή ήταν υποχρεωτική, όχι εθελούσια (όπως συνέβη σε άλλες περιπτώσεις), εσύ δεν βλέπεις τίποτα βίαιο σε αυτό; Όσον αφορά τις ακίνητες περιουσίες που αφέθηκαν πίσω εκατέρωθεν, αυτές υποτίθεται πως θα γίνονταν αντικείμενο διαχείρισης από τη λεγόμενη Μικτή Επιτροπή που θ’ αναλάμβανε να τις εκτιμήσει και ν’ αποζημιώσει τους ιδιοκτήτες στις νέες τους πατρίδες. Φυσικά τίποτα από αυτά δεν έγινε, οι περιουσίες πέρασαν στο ελληνικό και τουρκικό δημόσιο κι έπειτα συμψηφίστηκαν κι αποσβέθηκαν -ένας από τους κυριότερους λόγους που οδήγησε τον προσφυγικό κόσμο να εγκαταλείψει την εκλογική βάση του κόμματος των Φιλελευθέρων.
Δεν ανοίγω καν τη συζήτηση περί της διαχείρισης της ακίνητης περιουσίας των σλαβόφωνων (και τα δύο μου post έγιναν με αφορμή και τη διαχείριση αυτής της κοινωνικής ομάδας, όχι μόνο των μουσουλμάνων).
Τέλος, όσον αφορά την παρατήρησή σου πως «η Ελλάδα πολέμησε ενάντια σε τακτικό στρατό, δεν στοίβαζε αμάχους να τους βομβαρδίσει», αυτή είναι εντελώς εκτός τόπου και χρόνου. Είτε κατά τον Μακεδονικό Αγώνα (ιδίως εκεί), είτε στα δύο βαλκανικά σφαγεία, είτε κατά την προέλαση στη Μικρά Ασία, οι άμαχοι πληθυσμοί ήταν αυτοί που γεύονταν πρώτα και κύρια την ελληνική πυγμή. Ευτυχώς για όλα αυτά δεν χρειάζεται να καταφύγουμε στην τουρκική ή τη βουλγαρική ιστοριογραφία. Επαρκούν οι καταγεγραμμένες μαρτυρίες των Ελλήνων φαντάρων. Λεπτομέρειες δεν χρειάζονται, αλλά αν χρειάζονται, εδώ είμαστε.
Πάμε και στην εξόντωση των Εβραίων της Θεσσαλονίκης για τους οποίους «δεν υφίστατο ελληνικό κράτος το ‘44 για να του επιρρίψουμε την ευθύνη». Υφίστατο, λεγόταν «κατοχική κυβέρνηση» ή «κυβέρνηση δωσίλογων», κι αν και πολλοί μοιράζονταν την άποψή σου, Ian, πως «δεν υπήρχε κάποιος άλλος πέραν των ξένων κατακτητών να επιρρίψουμε ευθύνες», ευτυχώς θα πω ότι μεταπολεμικά ευθύνες επιρρίφθηκαν και σε ντόπιους -όχι στον βαθμό που θα έπρεπε, παρ’ όλα αυτά. Ωστόσο εγώ στο post μου έκανα λόγο για «με-κάθε-σκιώδη (ή και όχι)-τρόπο αποτίναξη του έντονου και πολυπληθούς εβραϊκού στοιχείου της Θεσσαλονίκης». Πάμε, λοιπόν, κάποια χρόνια πιο πίσω, όταν το ελληνικό κράτος ήταν ελεύθερο κι ωραίο. Γιατί για να εξοντωθεί ένας πληθυσμός με φυσικούς όρους εν μία νυκτί (που λέει ο λόγος) το ’44, έπρεπε να μεσολαβήσει πρώτα μία μακρά περίοδος ρατσιστικής περιθωριοποίησης, δημιουργία στερεοτύπων και κοινωνικής υποτίμησης του πληθυσμού αυτού.
Πολύ περιληπτικά, λοιπόν, κάποια ιστορικά στιγμιότυπα:
Το 1917, το βάρος των συνεπειών της μεγάλης πυρκαγιάς στη Θεσσαλονίκη έπεσε κατά το μεγαλύτερο μέρος στις πλάτες της εβραϊκής κοινότητας (75% των ζημιών). Άμεσα όλη η πυρίκαυστη ζώνη απαλλοτριώνεται και απαγορεύεται οποιαδήποτε εργασία ανοικοδόμησης. Σύντομα ακολουθεί νέος νόμος με τον οποίο αποφασίζεται η κατεδάφιση όλων των κτισμάτων (κατεστραμμένων ή μη), η κυβέρνηση διατηρεί αδιάλλακτη στάση αρνούμενη κάθε συνάντηση με εκπροσώπους της εβραϊκής κοινότητας και οι φτωχότερες εβραϊκές οικογένειες αναγκάζονται να μετατοπιστούν έξω από το ιστορικό κέντρο της πόλης ώστε αυτό να αποδοθεί στη διοίκηση και την οικονομία, «ελληνοποιημένο» πλέον.
Τον Απρίλιο του ’21, ανήμερα του Πάσχα, ξεσπά αντισημιτικό πογκρόμ με αφορμή τη ψευδή φήμη ότι Εβραίοι άρπαξαν το παιδί μιας χριστιανής γυναίκας.
Τον Νοέμβρη του ΄23 θεσμοθετούνται τα χωριστά εκλογικά τμήματα για Εβραίους ως «μέτρο προστασίας του ισραηλίτικου στοιχείου».
Τον Μάιο του ’24 θεσμοθετείται η υποχρεωτική αργία της Κυριακής, ενώ μέχρι τότε οι Εβραίοι (με νόμο του 1920) είχαν δικαίωμα να τηρούν την αργία του Σαββάτου.
Τον Ιούνη του ’31 η εφημερίδα Μακεδονία δημοσιεύει εμπρηστικό άρθρο με το οποίο ισχυρίζεται ότι Εβραίοι της πόλης έχουν έρθει σε συνεννόηση με Μακεδόνες αυτονομιστές. Με αφορμή αυτό το γεγονός ξεκινάει μία γενικευμένη ρατσιστική εκστρατεία με συμμετοχή φασιστικών συμμοριών, συνδέσμων απόστρατων, εν ενεργεία στρατιωτικών κι εθνικιστικών οργανώσεων προσφύγων, που κορυφώνεται μ’ έναν όχλο 2.000 ανθρώπων να επιτίθεται και να πυρπολεί την εβραϊκή συνοικία Κάμπελ στην οποία διέμεναν 220 εβραϊκές οικογένειες, αφήνοντας πίσω νεκρούς και τραυματίες. Στη δίκη που ακολούθησε όλοι οι κατηγορούμενοι αθωώθηκαν πανηγυρικά κι αφού τους δόθηκε δημόσια κάλυψη από βουλευτικά χείλη, ενώ η εθνικιστική οργάνωση 3Ε συνέχισε κανονικά τη λειτουργία της.
Τον Απρίλη του ’33, κι ενώ Εβραίοι έμποροι της Θεσσαλονίκης κλείνουν τα μαγαζιά τους ως διαμαρτυρία για αντισημιτικά μέτρα της ναζιστικής Γερμανίας, μέλη της 3Ε οργανώνουν φασιστική παρέλαση μέσα στην εμπορική συνοικία βάφοντας αγκυλωτούς σταυρούς.
Το 1934 ο Βενιζέλος σε άρθρο του στο Ελεύθερο Βήμα δεν μασάει τα λόγια του μιλώντας για τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης: Το σφάλμα των εις την παρούσαν περίστασιν είναι ότι θέλουν να δείχνουν υπερβολικά ευφυείς, και επίστευσαν ότι, αποτελούντες όχι απλώς θρησκευτικήν αλλά και εθνικήν μειονότητα, ημπορούν, ανερχόμενοι εις 60 μόνον χιλιάδας, να γίνουν ουσιαστικώς διαιτηταί της τύχης ενός έθνους 7 εκατομμυρίων. […] ας είναι λογικοί οι συμπολίται μας Ισραηλίται της Θεσσαλονίκης. Εφόσον αποτελούν μειονότητα, όχι απλώς θρησκευτικήν αλλά και εθνικήν, ας αρκεστούν εις την αντιπροσώπευσιν που τους ασφαλίζει εις τα νομοθετικά σώματα η αριθμητική των δύναμις. ΑΣ ΜΗ ΕΠΙΔΙΩΚΟΥΝ ΝΑ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΑΣ ΤΥΧΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ, περισσότερον από ό,τι τους δίδει δικαίωμα η αριθμητική των δύναμις.
Πάμε και στα της Κατοχής τώρα:
Το άτομο που πρώτο εισηγήθηκε στις κατοχικές αρχές να χρησιμοποιηθούν Εβραίοι σε καταναγκαστικά έργα το 1942 ήταν ο Αθανάσιος Χρυσοχόου, Έλληνας, γενικός επιθεωρητής νομαρχιών Κεντρικής και Δυτικής Μακεδονίας. Μην τον πούμε αντισημίτη, βέβαια, τον άνθρωπο, με το ίδιο μένος αντιμετώπιζε τις δυνάμεις του Ε.Α.Μ.-Ε.Λ.Α.Σ.
Την ίδια χρονιά, κι ενώ οι Εβραίοι της πόλης καλούνται να παρουσιαστούν στην πλ. Ελευθερίας, η (ελληνική) εφημερίδα Απογευματινή/Νέα Ευρώπη συνοδεύει το ρεπορτάζ της γράφοντας: «Ένα μοναδικόν θέαμα. Χιλιάδες Εβραίων εις την πλατείαν Ελευθερίας. Πρόκειται να εργασθούν, επί τέλους». Άλλοι ενδεικτικοί τίτλοι (με υπογραφές Ελλήνων δημοσιογράφων): «Το ζήτημα των Εβραίων. Ο ελληνικός λαός ζητεί! την τελικήν εκκαθάρισιν» και «Άλλοτε και τώρα. Η Θεσσαλονίκη εκκαθαρίζεται. Το εβραϊκόν αίσχος».
Λίγο αργότερα η εβραϊκή κοινότητα αναγκάζεται να αποδεχθεί την καταστροφή του ιστορικού νεκροταφείου της (350 στρέμματα), πράγμα που έγινε με την απόλυτη συμφωνία και συνεργασία των ελληνικών αρχών -και όχι μόνο. Το νεκροταφείο ισοπεδώνεται, υπηρεσίες και ιδιώτες πλιατσικολογούν το μέρος, και μεταπολεμικά το ελληνικό κράτος ξεπλένει την ξεφτίλα κηρύσσοντας νόμιμη την απαλλοτρίωση κι ολοκληρώνοντας τον αφανισμό του νεκροταφείου με την ανέγερση του Α.Π.Θ. πάνω του.
Με το που εξοντώνονται οι Εβραίοι το ’43, ξεκινάνε λεηλασίες των περιουσιών τους από Έλληνες, πράγμα που οδηγεί άμεσα στη σύσταση της Υπηρεσίας Διαχείρισης Ισραηλιτικών Περιουσιών ώστε το όλο έργο να γίνει τουλάχιστον με επιμέλεια και τυπικότητα. Ολόκληροι κατάλογοι και ουρές στήνονται ώστε οι περιουσίες των «αποδημούντων» (έτσι αναφέρονταν οι εκτοπισμένοι Εβραίοι) να περάσουν σε ντόπιους.
Με τη λήξη του πολέμου υποτίθεται ότι το ελληνικό κράτος έπρεπε να επιστρέψει τις περιουσίες στους νόμιμους κατόχους/κληρονόμους. Μόνο τους λίγους μήνες που η Θεσσαλονίκη ήταν υπό τον έλεγχο του Ε.Α.Μ. έγιναν προσπάθειες να εκδιωχθούν καταπατητές. Κατά τ’ άλλα οι διεκδικήσεις χάθηκαν σε δικαστικούς λαβυρίνθους, δικαστές αποφαίνονταν ότι οι Εβραίοι «εγκατέλειψαν» τις περιουσίες τους και άρα δεν δικαιούνταν τίποτα, οι μεσεγγυούχοι σύστησαν επίσημο σύλλογο για την υπεράσπιση των συμφερόντων τους, εφημερίδες έκαναν λόγο για τις «υπερβολικές απαιτήσεις» των επιζησάντων και πάει λέγοντας.
Αξίζει, επίσης να σημειωθεί η υπόθεση Μέρτεν. Ο Μαξ Μέρτεν ήταν ο Γερμανός στρατιωτικός διοικητής της Θεσσαλονίκης -υπεύθυνος για τον εκτοπισμό των Εβραίων της πόλης. Όταν συνελήφθη από τους Αμερικανούς το ’46 και προτάθηκε να παραδοθεί στην Ελλάδα για να δικαστεί, η ελληνική κυβέρνηση πρότεινε την απελευθέρωσή του, ισχυριζόμενη πως ο τύπος είχε άμεμπτη στάση έναντι της Ελλάδας. Η υπόθεση, όμως, έχει και συνέχεια. Το 1957 ο Μέρτεν επιστρέφει στην Ελλάδα για να παρουσιαστεί ως μάρτυρας υπεράσπισης σε μία δίκη, ένας (τυπικός) εισαγγελέας διατάσσει τη σύλληψή του για κατηγορίες εγκλημάτων πολέμου που εκκρεμούσαν και ο Μέρτεν καταδικάζεται σε 25 χρόνια φυλάκιση. Πόσο έκατσε μέσα; 7 μήνες. Πώτς γκένεν αυτό; Το ελληνικό κράτος εξέδωσε ειδικό διάταγμα με το οποίο αναστελλόταν κάθε δίωξη Γερμανού υπηκόου για εγκλήματα πολέμου και η εκτέλεση κάθε ποινής που είχε ήδη επιβληθεί. Οι «κακές γλώσσες» λένε ότι ο Μέρτεν είχε πολλά να πει για το ποιοι ντόπιοι επωφελήθηκαν από την εξόντωση των Εβραίων της Θεσσαλονίκης και τέτοιοι σκελετοί καλό είναι να μένουν στην ντουλάπα.
Αυτά πάνω-κάτω για τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης και για το ότι η εξόντωσή τους βαραίνει αποκλειστικά και μόνο το Γ’ Ράιχ. Ναι, τίποτα δεν προηγήθηκε, συνεργοί δεν υπήρχαν και κανένα έγκλημα δεν καλύφθηκε μετά την απελευθέρωση. Ούτε ντόπιος αντισημιτισμός πριν τη γερμανική εισβολή, ούτε ρατσιστικές εκστρατείες του ελληνικού Τύπου, ούτε συστηματική περιθωριοποίηση της εβραϊκής κοινότητας, ούτε κρατικές φασιστικές συμμορίες να δρουν προς όφελος των Ελλήνων αφεντικών, ούτε οργανωμένη λεηλασία των υπαρχόντων των εκδιωγμένων Εβραίων, ούτε τίποτα.
By the way, νιώθω περίεργα που τα γράφω όλα αυτά σ’ αυτήν τη συγκυρία, οπότε για την αποφυγή τυχόν παρεξηγήσεων, ας τονίσω ότι η αναδρομή αυτή δεν θέλει σε καμία περίπτωση να ερμηνευθεί ως κάποια «νομιμοποίηση» (αν είναι δυνατόν…) για το κράτος του Ισραήλ να κάνει τα ίδια και χειρότερα σ’ έναν άλλον πληθυσμό σήμερα. Just saying.