Τελειωσα το αμοκ και δηλωνω ενθουσιασμενος μπορω να πω. Ευκολο στο διαβασμα και δεν θελεις να το αφησεις παρα να μαθεις τη συνεχεια. Παντα μου αρεσουν βιβλια που περιγραφουν τα συναισθηματα και τη ψυχοσυνθεση ενος ανθρωπου.
Στα μισά του αμόκ και διαβάζω σαν να είμαι και ο ίδιος σε τέτοια κατάσταση αλλά θα το αφήσω εδώ προς το παρόν γιατί το πολυ πρωινό ξύπνημα θα μου στοιχίσει αύριο.
Μου θυμίζει έντονα τη γραφή του Τολστόι στη σονάτα του Κρόιτσερ, ειδικά αυτή η καταιγιστική εξιστόρηση του ιατρού στο καράβι είναι τόσο έντονη όσο και του συζύγου στο τρένο.
Δεν το έχω προχωρήσει πολύ. Στην πρώτη ιστορία μου αρέσει ο τρόπος που χτίζει το μυστήριο σταδιακά, χωρίς καθόλου να βιάζεται, κερδίζοντας έτσι το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Η περιγραφή της έναστρης νύχτας στο κατάστρωμα του πλοίου ήταν εκπληκτική. Θα ήθελα να γράψω περισσότερα αλλά φαντάζομαι αυτό θα γίνει στο τέλος από όλους μας. Θα σταματήσω να διαβάζω τα σχόλια του Red Viper γιατί είναι τόσο πετυχημένα που επηρεάζουν την ανάγνωση μου. Τώρα και στο δικό μου μυαλό, ο γιατρός είναι ο Κίφερ Σάδερλαντ
Εμένα επιτέλους το έχουν πάλι διαθέσιμο στην βιβλιοθήκη της πόλης (support your local libraries) και θα πάω να το δανειστώ το μεσημεράκι. Αν κρίνω απ’ τα όσα λέτε, θα φύγει μέχρι το βράδυ!
Είστε κι εσείς από κείνους που ταυτίζονται με τους αιθεροβάμονες ήρωες που κυνηγάνε απατηλούς έρωτες; Είμαι η μόνη που ταυτίστηκε με την κατσαρίδα του Κάφκα. Ειδικά στη σκηνή του παραθύρου πλάνταξα στο κλάμα. Θυμάμαι κάναν χρόνο και πάνω ψεκάσαμε το παράθυρο του δωματίου μου και την επόμενη μέρα βρήκαμε μια κατσαρίδα ανάσκελα στο μπαλκονάκι μου, αφυδατώθηκα από το κλάμα έτσι ανήμπορη που την είδα.
Καποτε θα ελεγα ναι, τωρα απλα μειδιαζω χαιρεκακα κ μισανθρωπικα με την ματαιοτητα κ την πνευματικη δυσλειτουργια με τις οποιες τα εχω ταυτισει.
Εγω στεναχωριεμαι να σκοτωνω κατσαριδες, αλλα το κανω…
Spoilers
Παντως ειμαστε ολοι αποτελεσμα των προσλαμβανουσων μας. Μεχρι κ το τελος της η πρωτη ιστορια μου θυμιζε εντονα διηγημα του Λαβκραφτ. Ειδικα ο γιατρος, η αφηγηση του, η περιγραφη του φυσικου τοπιου η οποια συχνα επηρεαζε εντονα την διαθεση του παρατηρητη, αλλα κ η μυστηριωδης αφηρημενη καθοδος στην παρανοια. Στην θεση των κακοβουλων, η εκτος λογικης, υπερφυσικων δυναμεων του Κθουλοσυμπαντος που εκφοβιζουν τους Κθουλοπρωταγωνιστες η μυστηριωδης κυρια
Το ξεκινημα της πρωτης ιστοριας με τραβηξε κ με μενα πολυ οπως εγινε κ για τον @stammargg_v2 . Δημιουργει μια ανεπαισθητη αισθηση δυσφοριας κ εχει κ ενα χαρακτηριστικο που μου αρεσει πολυ κ ειδικα στο φαντασυ σπανιζει πολυ.
Περιγραφει ευστοχα καποιες αφηρημενες καταστασεις που βιωνουμε.
Θυμαμαι δυο παραδειγματα απο την αρχη.
“But the atmosphere of the promenade deck was crowded and restless too, full of people chattering incessantly, hurrying up and down with the uneasy nervousness of those forced to be inactive in a confined space.”
“I can’t say how strange and eerie it was to be sitting next to someone like that in the dark, very close to a man I couldn’t see.”
Φτου σου. Χα χα. Κι εγώ νιώθω λίγο έτσι όπως περιγράφεις, άκαμπτη στην ανθρώπινη αδυναμία των “βασανισμένων” ηρώων.
Σε άλλα, είμαι στα μισά της πρώτης ιστορίας και δεν έχω καταλήξει αν μου αρέσει ή όχι. Οι περιγραφές είναι καταιγιστικές, κι αυτό μου αρέσει αλλά και με κουράζει λίγο όταν δεν έχω καθαρή σκέψη, γιατί πρέπει να είμαι διαρκώς σε εγρήγορση. Τώρα, σταμάτησα στο κρίσιμο σημείο της πνευματικής “αναμέτρησης” του γιατρού με τη μυστηριώδη γυναίκα και θα το ξαναπιάσω το βράδυ.
Μόλις τελείωσα τη Λεπορέλλα οπότε ας κάνω ένα μικρό recap μέχρι τώρα
Αμόκ
Μου άρεσε πολύ, η τραγική ιστορία της κυρίας που δεν δέχτηκε την ανήθικη πρόταση του γιατρού ώστε να βρει λύση στη δύσκολη θέση που είχε βρεθεί. Ο φρενήρης ρυθμός των εξελίξεων με κράτησε μέχρι τέλους και προφανώς το φινάλε έπρεπε να είναι έτσι ώστε να βρει ο γιατρός την εξιλέωση που αποζητούσε από τη στιγμή που έφυγε από το χωριό. Έκανε εντυπωσιακή έξοδος πάντως, του το δίνω, κρατώντας έτσι κρυφό το μυστικό.
Λίμνη της Γενεύης
Μικρό και πολύ στενάχωρο.
Διαβάζοντας το σκεφτόμουν το “Σαν θα με καλέσει η πατρίδα” του Άσιμου και πως ένας άνθρωπος από τα βάθη της Ρωσίας βρεθηκε να πολεμά στην κεντρική Ευρώπη (για των μπουρζουάδων τα μερακια, για των μπουρζουάδων τα σαγόνια). Στο τέλος καταλαβαίνει ότι δεν πρόκειται να γυρίσει στην οικογενεια του και θα βαλτώσει εκεί για μια ζωή κάνοντας θελήματα. Ουσιαστικά αυτοκτονεί και δεν επιχειρεί να διασχίσει τη λίμνη για το σπιτι, αφού έχει αφήσει τα ρούχα του διπλωμένα στην ακτή.
Λεπορέλλα
Ο ορισμός της μιζέριας. Ένας άνθρωπος που έφτασε μεσήλικας χωρίς να έχει ζήσει τίποτα εκτός από δουλειά. Ο έρωτας για το αφεντικό της δεν εμφανίζει σεξουαλική έλξη αλλά πιο πολύ νοιάζεται να ικανοποιεί τις ορέξεις του περνώντας τα όρια συνεχώς μέχρι που πιάνει πάτο (όταν φέρνει το 16χρονο κορίτσι σαν πρόβατο στη σπηλιά του λιονταριού). Η απέχθεια ,αλλά και ο φόβος του, γι’αυτη γιγαντώνεται όταν δολοφονεί τη γυναίκα του και η μετέπειτα εξέλιξη είναι αναμενόμενη. Η Λεπορέλλα δε μπόρεσε να διαχειριστεί τα συναισθήματα που απέκτησε κάποια στιγμή γιατί έζησε τη ζωή της σαν ζώο, στερημένη από επιλογή.
Το στενάχωρο είναι ότι πάντα υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι, κοντινοί μας,που ξυπνάνε στα 50 και δεν έχουν ζησει τίποτα, συνήθως βρίσκουν να κατηγορήσουν άλλους για τα χαμένα χρόνια.