Aνετα…
Μονο το χιροσιμα, αρέσε σε όλους , ακόμη και στον ίδιο τον ρενέ, κάμια άλλη ταινία και κάτι άλλο το να αποδόμησεις την ΓΑΜΗΜΕΝΗ ΑΦΗΓΗΣΗ ΕΙΝΑΙ ΕΥΚΟΛΟ, είναι πόλυ πιο δύσκολο να σκέφτεις μια σύνθετη ίστορια. Είναι σαν να λες,<< ε ξέρεις μαν, έγω δεν έκανα τιποτα, και μόνο κάταστρεφω και δεν σκέφτομαι, ειμαι πιο καλός από έσενα που σκέφτεσαι>>. ΤΟ να χεις απάραδεκτο διάλογο είναι πιο έυκολο, όπως έιναι πιο έυκολο νά σπάσεις ένα βάζο από το να πλάσεις ένα βάζο…
το MARIENBAD ΘΕΤΕΙ ΣΟΒΑΡΗ ΥΠΟΨΗΦΙΟΤΗΤΑ ΩΣ Η ΧΕΙΡΟΤΕΡΗ ΤΑΙΝΙΑ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΕΠΟΧΩΝ
I beg to differ. Αυτή η θέση ανήκει στον Κυνόδοντα.
Mην ξηγιεσαι ετσι…
Χειροετρη ΤΑΙΝΙΑ ολων των εποχων για μενα το ‘’[B]Antichrist’[/B]’ του [B]Lars Von Trier.[/B]
Εδώ ξεκινάει πόλεμος.
Όχι νταξ, ο Κυνόδοντας κατά την άποψη μου είναι μια ταινία με καλές ιδέες και πολύ δήθεν υλοποίηση.
Ο Αντίχριστος επίσης είναι πολύ λατρεμένη ταινία. Τη θεωρώ εικαστικά ένα ποίημα. Αλλά εδώ εισέρχεται ξεκάθαρα το αισθητικό ζήτημα.
Και ο Κυνόδοντας είχε αισθητική αλλά σε νοηματικό ήταν μια σβουνιά διδακτισμού και ψευτοανοιχτού τέλους μας-τα-παν-κι-άλλοι-και-καλύτερα.
Για να ξηγιέμαι. Για να καταλήξω στο πόρισμα κατέληξα να τη δω 3 φορές και να κάνω προσπάθεια να μ’ αρέσει. Αλλά πιο πολύ με τσάντιζε.
But wait. Γαλλικός Κινηματογράφος αφού. ΤΙ ΚΑΝΟΥΜΕ;;;;
Για να μην ειμαστε off topic υπαρχει κι αυτο το thread για να συνεχιστει η συζητηση
http://demo.rocking.gr/modules/forum/showthread.php?t=24739&page=13
'Σωραίος.
Με πόνο ψυχής πρέπει να συμφωνήσω, λίγο πολύ, σε όλα με jiopas.
Μιλώντας για Ρενέ, η Χιροσίμα ΟΚ, είναι must, δε λέω, αλλά το μεγαλύτερο επίτευγμά του είναι, ναι, το Μαρίενμπαντ. Και επ’ ευκαιρία, ο χρήστης glametal>black εξελίσσεται σε υπέρτατη λατρεία και καλτ ρόκιν φιγούρα. Από το νικνέημ που θυμίζει αμυδρά λίγη από την φαιδρή δόξα ενός patatesftw, μέχρι αυτά που γράφει, το παλικάρι απλά ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ.
Για να μην ψάχνω όλο το θρεντ, έχει πιτσιλίσει κάποιος επαρκώς για Trois Couleurs: Bleu και La Haine ή να ετοιμάσω σεντονάκια;
Ότι έχουμε πιτσιλίσει, έχουμε πιτσιλίσει σίγουρα, αλλά γράψε κι εσύ τα σεντονάκια σου. Θεϊκές ταινίες και οι δύο. Ειδικά η πρώτη.
Απο την τριλογια του [B]Kieslowski [/B]για μενα το ‘’[B]Bleu[/B]’’ ειναι η καλυτερη ταινια απο τις τρεις,ενω το ‘’[B]La Haine[/B]’’ ανοιξε το δρομο τοσο για τον φουσκα [B]Kassowitz[/B] οσο και για τον [B]Cassell[/B].
[B]La Haine[/B]
C’est l’histoire d’un homme qui tombe d’un immeuble de 50 etages.
Η ταινία του Kassowitz είναι αυτό που [U]δεν[/U] έχουμε στο μυαλό μας όταν ακούμε “Παρίσι”. Μειονότητες, φτώχεια, γκετοποίηση, ρατσισμός. Φυσικά, η ευρωπαϊκή κινηματογραφική ματιά δεν αφήνει καμία χαραμάδα εξιδανίκευσης/glorification του περιθωρίου που απεικονίζει - ξεχάστε δηλαδή Αμερικανιές με συμμορίες και πιστολίδια. Γυρισμένη ασπρόμαυρα, ωμά και βρώμικα, μεταδίδει στο έπακρο στον θεατή το απόλυτο αδιέξοδο στο οποίο βρίσκονται οι τρεις ήρωες: κοινωνικός αποκλεισμός+απόγνωση=αναπόφευκτες βίαιες εκτονώσεις. Χρειάζεται απλά μια τυχαία αφορμή έτσι ώστε οι ζωές τριών νέων ανθρώπων να εκτροχιαστούν ανεπιστρεπτί.
Το μίσος όμως, ταξικό ή μη, είναι τυφλό. Όταν ξαμοληθεί, σαν λυσσασμένο ζώο κάτω από το δέρμα μιας κοινωνίας, είναι σίγουρο ότι στο τέλος θα καταστρέψει και τον ίδιο τον οργανισμό που, ως ιό, το φιλοξενεί. [I]Δεν έχει σημασία η πτώση… αλλά η προσγείωση.[/I]
Επειδή πολλές φορές οι συνθήκες πρώτων ακροάσεων/προβολών επηρεάζουν, αν όχι την τελική μας άποψη (υπάρχουν και οι κωλοτούμπες), σίγουρα το συναισθηματικό μας δέσιμο με κάποια έργα τέχνης: πρώτη φορά είδα αυτή την ταινία στο αμφιθέατρο της σχολής, Δεκέμβριο του 2008. Λίγες μέρες μετά τα γουρούνια σκότωσαν τον Αλέξη - η σχολή έκλεισε με κατάληψη. Την ώρα που οι φοιτητές πραγματοποιούσαμε πορεία διαμαρτυρίας την επομένη, στη φασιστοφωλιά συντηρητισμού που λέγεται Τρίπολη, από κάποιο μπαλκόνι στην κεντρική πλατεία ακούστηκε το “Sound of da Police” του KRS-One. Εκείνη την ώρα είχαμε κατακτήσει τον κόσμο. Όταν όμως τέλειωσε το πανηγύρι, δεν μπορέσαμε παρά να αναρωτηθούμε: πόσο ακόμα μέχρι η οργή που σπείρανε στις ψυχές μας, μιας γενιάς σε μεγάλο βαθμό απολιτίκ και αποχαυνωμένης, να μας οδηγήσει σε ένα βίαιο αδιέξοδο που θα αναγκαστούμε να αρχίσουμε να εχθρευόμαστε ο ένας τον άλλο;
Και αν, άραγε, ο σκοπός εξαρχής ήταν να… διαιρεθούμε και να… βασιλευθούμε, τελικά;
Δε μου βγήκε πολύ σεντόνι τελικά, κομπλέ.
Ήρθα να πω για το La Haine αλλά τελικά με κάλυψε το ποστ του NamelessDead. Αυτό που μου άρεσε περισσότερο είναι το in-your-face attitude της ταινίας. Χωρίς πολλά φρου φρου και αρώματα μεταδίδει ακριβώς την ένταση των συναισθημάτων. Το ασπρόμαυρο της ταινίας δείχνει αυτή την ωμότητα και αφήνει το μίσος να γίνει ο πρωταγωνιστής. Το μίσος που γεννιέται όταν καταπατούνται η ελευθερία έκφρασης και γνώμης, που κάνει την ζωή άσπρο και μαύρο, κάνει τα πράγματα απόλυτα.
Αν και η τριλογία των χρωμάτων είναι γαλλόφωνη(και εξαιρετική), θα ήταν καλύτερα να μη λογαριάζεται ως γαλλικός κινηματογράφος εν γένει. ΟΚ, ναι, θα καταλάβω τον αντίλογο πολύ καλά, αλλά και πάλι, Πολωνός ο Κισλόφσκι.
Είναι σαν να λέμε ότι επειδή ο Χάνεκε έχει δύο γαλλόφωνες ταινίες κάνει γαλλικό κινηματογράφο, μίσο λογικό-μισό άτοπο.
Κατανοώ τον προβληματισμό, αλλά είναι γαλλική παραγωγή, με γάλλους ηθοποιούς, γυρισμένη στο Παρίσι, με ύφος ολότελα “δυτικό” και θέμα που πραγματεύεται σε ένα μέρος την Ε.Ε. Είναι πολύ γαλλική ταινία.
το alphaville ειδα προσφατα αλλα δε με ενθουσιασε… αν το ειχα δει πριν διαβασω το 1984 θα ειχα αλλη αποψη μαλλον…
[B]Trois Couleurs: Bleu (1993)[/B]
Επανάληψη μήτηρ μαθήσεως, συγκινήσεως και λοιπών δαιμονίων.
Επί του θέματος τώρα.
Θα προσπαθήσω να αποφύγω τις υποκειμενικές ακρότητες περί μίας από τις 3; 4; καλύτερες ταινίες όλων των εποχών, παρ’όλα αυτά, καταλαβαίνετε ελπίζω ότι δε γίνεται να συζητήσουμε έξω από τα θολά όρια της παρεξηγημένης έννοιας “αριστούργημα”. Και αυτό διότι το Bleu είναι, πρώτα και κύρια, φτιαγμένο στην εντέλεια από κάθε αισθητική άποψη.
Ο Kieszlowski, λοιπόν, σκηνοθετεί μια ταινία μεγάλου ρίσκου, τοποθετώντας όλες τις καλλιτεχνικές του μάρκες πάνω στην πρωταγωνίστρια του. Είναι τέτοια η φύση σεναρίου/θέματος που ο κανόνας “το σινεμά είναι η τέχνη του σκηνοθέτη” επιβεβαιώνεται μέσω της μερικής εξαίρεσης. Όχι, το Bleu δε θα ήταν το ίδιο χωρίς την Juilette Binoche. Παίρνει όλο το παιχνίδι πάνω της και παραθέτει μια ερμηνεία απόλυτης απώλειας τόσο λιτή που σε στριμώχνει. Αναγκαστικά φτάνεις να αναρωτιέσαι - είναι τόσο ανθρώπινη που δε θυμίζει σε τίποτα το σύνηθες κινηματογραφικό μελόδραμα στο οποίο μας μάθανε. Κι αυτό σε δυσκολεύει. Νιώθεις το μούδιασμα της, το πάγωμα του ακρωτηριασμού μιας γυναίκας που έχασε σε μια στιγμή τα πάντα. Και παρακαλάς να μην είναι έτσι - της φωνάζεις να ξεσπάσει. Κι εκείνη απλώς υποφέρει βουβή, και αρκετές φορές ανέκφραστη. Η ακραία ταύτιση της ηθοποιού με τον ρόλο μπορεί απλά να περιγραφεί από τη σκηνή με τον πέτρινο τοίχο, όπου η Julie της ταινίας γδέρνει επίτηδες το χέρι της πάνω του. Αρχικά, ο Kieszlowski ήθελε να τοποθετήσει ένα πλαστικό επίθεμα στο χέρι της Binoche, το οποίο όταν γδερνόταν στον τοίχο, θα έδινε το εφε της αιμορραγίας. Όταν κατάλαβαν ότι θα έδειχνε ψεύτικο, η Binoche αποφάσισε να γδάρει στα αλήθεια το χέρι της κατά το γύρισμα της σκηνής.
Βέβαια, ας μη γελιόμαστε. Το σχετικό δίπολο “μούσα-δημιουργός” απαιτεί… δύο πλευρές, και ο σκηνοθέτης εδώ παραδίδει μαθήματα. Η χρήση των γαλάζιων/μπλε φωτισμών ως συμβολισμό της διαδρομής “θλίψη-ανάμνηση-ελευθερία”, τα fades στο μαύρο ως απεικόνιση των ψυχολογικών εντάσεων, οι υποστηρικτικοί χαρακτήρες που ολοκληρώνουν το θέμα. Ποιο το θέμα λοιπόν; Η ελευθερία. Η ελευθερία που ξεκινά από κάθε άτομο προσωπικά, από τον αγώνα του καθενός να λύσει τα δεσμά, να ξεπεράσει, να αποδεχθεί, να συγκινήσει, να συγχωρήσει. Η ελευθερία που ελπίζει να ολοκληρωθεί σε έναν καλύτερο, ενωμένο, χωρίς σύνορα κόσμο. Στο κατώφλι της νεοσύστατης τότε ενωμένης Ευρώπης, κάποιοι ρομαντικοί ίσως είδαν μια αδελοφοποίηση των λαών. Μέσα από τη μουσική σύνθεση που έμεινε ημιτελής λόγω του θανάτου, κάποιοι ονειροπόλοι κατάφεραν να λύσουν τον κάβο του καραβιού που έμενε δεμένο στο λιμάνι: κατάφεραν να ελπίσουν την ελευθερία.
Η σεκάνς της απόλυτης συγκίνησης στο τέλος της ταινίας απλά επισφραγίζει το μήνυμα. Υπό τους ήχους του, πλήρους για πρώτη φορά, “Κονσέρτου για την Ενωμένη Ευρώπη”, τα δεσμά έχουν ολοκληρωτικά λυθεί. Η ζωή πρέπει να συνεχιστεί - η νέα ζωή, όχι η ίδια. Το ιδεώδες ήρθε ένα βήμα πιο κοντά. Και όταν η κίνηση της κάμερας τελειώσει, όπως πάμπολλες άλλες φορές μέσα στην ταινία, στην έκφραση και τα χαρακτηριστικά της Julie, τα δάκρυα που εκείνη κρατούσε για πάνω από 100’ μοιάζουν μονόδρομος και για σένα.
Όσο και η γαλάζια σκιά που οφείλει να μετατραπεί από φυλακή σε ελευθερία.
‘’[B]The Dreamers[/B]’’(2003) του [B]Bernardo Bertolucci[/B]
Υπαρχουν πολλοι λογοι για τους οποιους επελεξα να παρουσιασω σε αυτο το thread την ταινια αυτη του [B]Ιταλου Bernardo Bertolucci[/B].Η ταινια ειναι κατα μια εννοια ενα rock tribute στη [B]Γαλλικη Nouvelle Vague[/B],το κινηματογραφικο δλδ εκεινο κινημα που κυριαρχησε στη [B]Γαλλια[/B] τη δεκαετια του 1960.Στην ταινια λοιπον εξεχουσα θεση κατεχουν οι μουσικες επιλογες με τραγουδια των [B]The Doors[/B],του [B]Hendrix[/B] ,των [B]Greatful Dead[/B],του [B]Bob Dylan[/B] και της [B]Janis Joplin[/B],αλλα και αυτουσια κομματια και αποσπασματα απο κλασσικες ταινιες τοσο του αμερικανικου κιν/φου οσο και του γαλλικου.
Μεσα στα τελη της δεκαετιας του 1960,δλδ στον περιφημο [B]Μαη[/B] του 1968 τρεις νεοι ,δυο διδυμα και διαφορετικου φυλου αδερφια απο τη [B] Γαλλια[/B] κι ενας [B]Αμερικανος [/B]φοιτητης βλεπουν ταινιες σε λεσχες και στην [B]Ταινιοθηκη[/B]του [B]Παρισιου[/B],ερωτευονται,αλληλοσυνευρισκονται και μιλανε για το rock,τη μουσικη και την πολιτικη.
Ενδεικτικη λοιπον της δεκαετιας του 1960 ταινια που αποτυπωνει με τον καλυτερο τροπο το ποσο σημαντικη ηταν αυτη η δεκαετια τοσο για τη [B]Γαλλια[/B] οσο και για τον κοσμο γενικοτερα.
Δύο και μόνο είναι τα θετικά στοιχεία που βρίσκω στους Dreamers:
- το κορμί της Έβα Γκριν για πρώτη φορά στην οθόνη - ανεκτίμητη προσφορά του Μπερτολούτσι στην ανθρωπότητα
- το γεγονός ότι η ταινία απεικονίζει, έστω και άθελά της (είμαι σίγουρος), την ιδεολογική σκοτοδίνη που βασίλευε σε ένα σωρό μυαλά της “γενιάς του Μάη του '68”. Η σκηνή που ο απολιτίκ γιάνκης ξεμπροστιάζει τον Γάλλο υπερεπαναστάτη/μαοϊκό φίλο του για την πολιτική του ασυνέπεια είναι όλα τα λεφτά.
Κατά τ’ άλλα, μαύρο χάλι η ταινία.