Στο τελευταίο μέρος του ποστ σου τα λες πολύ ωραία αλλά μ’αυτό θα διαφωνήσω ή, για να το θέσω καλύτερα, θα πω πως εξαρτάται πολύ απ’την προσωπικότητα του καθενός. Εγώ τότε έμαθα να διαβάζω, με ό,τι μπορεί να συσχετίζεται αυτό (και είναι πολλά με τα οποία συσχετίζεται, όπως αναλύω παρακάτω). Και κάτι ακόμα, θεωρώ ότι αυτή η “μεθοδολογία” διαβάσματος, αν θες, και αναφέρομαι περισσότερο στα Μαθηματικά και σε παρεμφερείς κλάδους όπου υπάρχει μία πεπατημένη για τον τρόπο που εκπαιδεύεσαι,
[B]Μεγάλη Παρένθεση[/B] (δεν είναι η ακριβής περιγραφή του τι σου μαθαίνανε αλλά εγώ έτσι σχημάτισα τη διαδικασία στο μυαλό μου: Έχεις τα αξιώματά σου, την βάση της θεωρίας που θα αναπτύξεις. Μετά έχεις μία εικασία, έναν συλλογισμό που τον αποδεικνύεις και γίνεται πλέον Αλήθεια (θεώρημα) που κατανοείς σε βάθος και, τέλος, εφαρμόζεις ανάλογα με τις ανάγκες σου, π.χ. ο τρόπος που μπορείς να εφαρμόσεις τα θεωρήματα της Διανυσματικής Ανάλυσης στα Ηλεκτρομαγνητικά Πεδία.)
άπαξ και την κάνεις κτήμα σου, σε ανεβάζει πολλά επίπεδα ως προς την αντίληψη του τρόπου που κινούνται τα πράγματα ως προς την εκπαίδευση στον τομέα σου και σε βάζει μπροστά από άλλους που, ενδεχομένως, θα κάνουν πράγματα με τρόπο τσαπατσούλικο και θα κυνηγήσουν την εφήμερη γνώση. Με αυτό εννοώ ότι αρχίζεις να μαθαίνεις να έχεις σαφή αντίληψη του πώς περιμένει κάποιος να υλοποιήσεις μια προσδοκία ως προς κάτι που έχεις να μάθεις, που στο μέλλον μπορεί να γίνει κάτι που έχεις να κατασκευάσεις, πώς μπορείς να αξιοποιήσεις ήδη κεκτημένες γνώσεις στο μέλλον και λοιπά. Ασφαλώς, δεν στα δίνουν οι Πανελλήνιες αυτά αμέσως αλλά παίρνεις μια πρώτη γεύση, κι αν καταλάβεις τι ήταν αυτό που δοκίμασες, μπορείς να φας κι άλλο στο πρώτο πανεπιστημιακό έτος. Εν τέλει, παίρνεις το ερέθισμα για να ωριμάσεις αρκετά ως προς την προεπαγγελματική σου (sic) αντίληψη. Όλα όμως εξαρτώνται από το άτομο, το υπόβαθρό του, την ιδιοσυγκρασία του, το όλο στάτους του βρε αδερφέ. Υπάρχουν λοιπόν (ούτε δυστυχώς ούτε ευτυχώς) κι αυτοί που δεν θα τα σκεφτούν ποτέ όλα αυτά και θα έχουν έναν ολόδικό τους τρόπο να βλέπουν την πραγματικότητα. Μπορεί να τους βγει σε καλό, μπορεί και όχι.
Για να μην πλατειάζω, όλα αυτά που συζητήθηκαν μετά το ποστ - “λαίλαπα” της Wilson, ανάγονται σε πολύ πιο βαριά ερωτήματα σε σχέση με το πώς βλέπει ο καθένας μας τα πράγματα ΚΑΙ σε φοιτητικό - επαγγελματικό επίπεδο από μια απλή συζήτηση περί Πανελληνίων. Όπως το έθεσε εύστοχα ο Floydized, όλα αυτά μοιάζουν με ένα κοινωνικό πείραμα. Το λοιπόν, οι Πανελλήνιες για τον καθένα μπορεί να είναι:
- μια ευκαιρία να μάθεις να διαβάζεις / πραγματοποιείς έναν δεδομένο στόχο μεθοδικά / πείτε το όπως θέλετε (η συντριπτική μειοψηφία, στην Ελλάδα βρίσκεστε άλλωστε)
- μια ευκαιρία να βγάλεις από μέσα σου το φυτό που κρυβόταν πάντα (τώρα το αν θα κερδίσεις κάτι σαν μαθητής - άνθρωπος, πάλι εξαρτάται, δε μπορώ να είμαι απόλυτος)
- μια ευκαιρία να επιδεικνύεσαι σε όλους για τα μόριά σου (και καλά επιστήμονας φάση, για να καταλήξεις του χρόνου να τα ξύνεις σε μία φοιτητούπολη ή ακόμα και στο σπίτι των γονιών σου)
- μια ευκαιρία να τα ξύσεις για άλλη μια χρονιά στο σχολείο (το τι θα κάνεις μετά δεν το ξέρει κανείς, μπορεί να πιάσεις το Τζόκερ, μπορεί να γίνεις υπερεπιτυχημένος υδραυλικός, πάντως το να καταπιαστείς με επιστήμη λίγο δύσκολο, εκτός αν είσαι μεγαλοφυία οπότε ΟΚ)
(Τελικά πλατείασα) Εν κατακλείδι, τα πάντα έχουν υπέρ και κατά, δεν υπάρχει άσπρο - μαύρο. Εσύ αποφασίζεις ανάλογα με το ποιος είσαι, τι δυνατότητες θεωρείς ό,τι έχεις ή τι δυνατότητες θέλεις να θεωρείς ό,τι έχεις, και εδώ ακριβώς είναι ακριβώς είναι που εμφανίζεται το μέτρο της οξυδέρκειας, και αναλαμβάνεις μετά να υποστείς τις συνέπειες των επιλογών σου, αν υπάρξουν.
Και επειδή θα σκάσω αν δεν το πω, αν και δεν συνδέεται άμεσα με το μέτρο επιτυχίας - ευτυχίας (= πού καταλήγει τελικά ο καθένας) κάποιου στη ζωή (για την ακρίβεια, είναι εντελώς άσχετο), η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων δεν έχει την παραμικρή αντικειμενική αντίληψη για το μέχρι πού παίρνει το παιδί τους να πάει με τα εφόδια που έχει. Όσο για τα ίδια τα παιδιά, ενώ μεγαλώνουν σε μία εποχή που (τα περισσότερα από αυτά τουλάχιστον) έχουν τα πάντα, όλο και ευνουχίζονται ως προς την συνείδησή τους για το ποιοι είναι, τι μπορούν να κάνουν στη ζωή τους, τι θα ΠΡΕΠΕΙ να κάνουν αύριο - μεθαύριο για να επιβιώσουν και τα λοιπά. Και δεν θεωρώ ότι όλοι οι άλλοι λαοί είναι ανώτεροι ως προς αυτό ή κάτι παρόμοιο ούτε μου δίνω το αλάθητο αλλά, διάολε, όταν θέλουν να μου κάνουν τους πάντες όλους επιστήμονες σε μία χώρα όπου τα ιδρύματα και το σύστημα αυτό καθ’ αυτό είναι σάπια όσο δεν πάει, τι να θεωρήσω;
Μετρήστε πόσους γνωστούς και φίλους με την επωνυμία “φοιτητής” ξέρετε που τα ξύνουν για μέρες - μήνες - χρόνια στην τριτοβάθμια χωρίς να μπαίνουν καν στον κόπο να κάνουν μια δουλειά “του ποδαριού” (ως προς τα λεφτά γιατί καμία τίμια δουλειά δεν είναι ντροπή, μην παρεξηγηθούμε), έστω για να μην τα τρώνε απ’ τους γονείς τους, και θα καταλάβετε. Μπορεί να τα φέρει τούμπα η τύχη και αυτοί αύριο να τρώνε με χρυσά κουτάλια αλλά πόσο πιθανό είναι να συμβεί αυτό; Και αν συμβεί, τι αξία θα έχει;