Παραδόξως, η προσωπική μου γνώμη είναι πως, αντιθέτως, θα έπρεπε να υπάρχει σκληρότερη διαδικασία αδειοδότησης και μάλιστα διπλή!
Φαίνεται να αγνοούμε ότι εν προκειμένω πρόκειται για δύο είδη επαγγελματιών: πρόκειται για τους οδηγούς αφενός και για τους ιδιοκτήτες αυτοκινήτων αφετέρου. Φυσικά οι δύο ιδιότητες πολύ συχνά μπορεί να συμπίπτουν στο ίδιο πρόσωπο, αλλά το θέμα μας στην πραγματικότητα θα έπρεπε να είναι τι απαιτήσεις έχουμε από τον καθένα, για να δικαιολογηθεί η παρέμβαση του κράτους.
Με πρόχειρη σκέψη μπορεί να θέλουμε φερ ειπείν:
-
Οι οδηγοί να ομιλούν την ελληνική και τη αγγλική, να ξέρουν να οδηγούν καλύτερα από τον μέσο οδηγό και να γνωρίζουν καλά τις διαδρομές της περιοχής στην οποία δραστηριοποιούνται. Συνεπώς, η άδειά τους θα πρέπει να συνοδεύεται με έλεγχο και πιστοποίηση αυτών των στοιχείων και το κόστος της να περιορίζεται στην κάλυψη των δαπανών που απαιτούνται για την πιστοποίηση και τη λειτουργία του σχετικού οργανισμού.
-
Οι ιδιοκτήτες που δεν είναι οδηγοί (κοινώς είναι απλώς επενδυτές) να αγοράζουν νόμιμα τα αυτοκίνητα, να αποδίδουν τον σχετικό φόρο, να ελέγχουν την πιστοποίηση των οδηγών τους, να ελέγχουν την ασφάλεια των αυτοκινήτων, να αποδίδουν πιθανό φόρο λόγω ρύπανσης και να λογοδοτούν στο κράτος και στους πελάτες για τις εν ώρα εργασίας πράξεις των οδηγών. Συνεπώς, η άδειά τους θα πρέπει να συνοδεύεται από κάποια διοικητική δομή που θα επιτρέπει την εξασφάλιση αυτών των απαιτήσεων και το κόστος της να περιορίζεται στα απαραίτητα για την ίδια την λειτουργία αυτής της δομής.
Το παρόν σύστημα όχι μόνο δεν παρέχει κάποια ουσιαστική μέριμνα για την ποιότητα των υπηρεσιών, αλλά επιπλέον αποτελεί έναν αποκλειστικά εισπρακτικό μηχανισμό που δημιούργησε μια βαρύτατη φούσκα αξίας.
Από φιλελεύθερης άποψης, λοιπόν, φίλτατε Mule:
Α. Η ελευθερία της αγοράς και ο νόμος προσφοράς-ζήτησης δεν φαίνεται αρκούν για να βελτιώσουν την ποιότητα της υπηρεσίας, γιατί το ταξί είναι ένα όχημα το οποίο ο χρήστης επιλέγει τυχαία και δεν μπορεί να «τιμωρήσει» στοχευμένα την κακή παροχή υπηρεσιών, αποφεύγοντάς τη. Συνεπώς, η άδεια, αν φέρει τα στοιχεία του θεμιτού ελέγχου, είναι επιθυμητή. Στην περίπτωση των ταξί, το στοιχείο της «πληροφόρησης» δεν είναι αρκετά δυνατό ώστε να επιτευχθεί ο θεμιτός ανταγωνισμός.
Β. Αντιθέτως, στα περί ελέγχου του αριθμού των ταξί ανά αριθμό κατοίκων, η αγορά μπορεί θεωρητικώς να αυτορυθμιστεί, γιατί όταν δεν υπάρχει κερδοφορία θα έπρεπε αυτομάτως να περιορίζεται ο αριθμός των ταξί. Τι εμποδίζει αυτή την υγιή λειτουργία; Μα προφανώς οι τιμές των αδειών, που αποτελούν εμπόδιο στην ελεύθερη είσοδο/έξοδο από την αγορά!
Για να συνοψίσω, θεωρώ ευκταίο να υπάρχει ο θεσμός των αδειών, αρκεί να μην αποτελεί αφορμή για την δημιουργία πλαστών αξιών και μέθοδο άνωθεν ελέγχου του αριθμού των συμμετεχόντων στην αγορά. Οι άδειες θα έχουν λόγο ύπαρξης, αν αποκτήσουν… λόγο ύπαρξης!