Καταλαβα
Τεράστια καρδούλα σε @pantelis79 ,κερνάω μπύρα με την πρώτη ευκαιρία :))))))
Ο μικρός ενθουσιάστηκε με Sabaton - είδε βεγγαλικά και του γύρισε το μάτι (φύγαμε μετά από 5 κομμάτια)
Τι ζημια μας εκανες ρε @Dr.Feelgood κι εσυ κι οι αλλοι, εχω 5 μερες που ακουω κατα 70% Blind Guardian και νιωθω ξανα εφηβος, ασε που ζηλευω που τους ειδατε live
Πραγματικα, θα μπορουσα ανετα να γραψω 30 σελιδες για αυτον τον δισκο, αλλα μη φοβαστε, δε θα το κανω. Ας ξεκινησω απο την αρχη, δηλαδη απο το εξωφυλλο. Αν και τα χρωματα της επανεκδοσης απο το 2007 αλλα και απο το 2018 ειναι καλυτερα, η γραμματοσειρα της αρχικης εκδοσης ειναι πιο ταιριαστη μιας και ολοκληρος ο δισκος μιλαει κυριως για τα παθη των ξωτικων στο Silmarillion. Παρολο που στην εκδοση του 2007 η γραμματοσειρα εχει διατηρηθει, το καφε πλαισιο γυρω γυρω ειναι ενοχλητικο, οποτε κατασταλαξαμε με τον χορο της Λουθιεν μπροστα απο τον @morgoth σε λιγο πιο σκοτεινες μπλε αποχρωσεις.
Ειμαστε στις αρχες του 1998, και η Β’ Λυκειου μας εχει τσακισει τα νευρα, αφου η εβδομαδιαια ρουτινα ειναι σχολειο καθε μερα, Δευτερα - Τεταρτη - Παρασκευη φροντιστηριο προετοιμασιας για Δεσμες 16:00 με 20:00, Πεμπτη βραδυ 3 ωρες Γερμανικα, και Τριτες ελευθερες για να μπορω να δω κι εγω Μπεβερλι Χιλς 90210 με την ησυχια μου και να ερωτευτω λιγο παραπανω την Κελι. Ή την Κλαιρ. Ή την Βαλερι, δεν εχει σημασια. Η σχεση μου με τους Blind Guardian σε εκεινη την φαση ειναι μια σχεση αβεβαιου φλερτ απο αποσταση, αφου ουσιαστικα το μονο που ξερω ειναι το Bright Eyes που παιζει συχνα στο MAD ή στο MTV σε μεταλ εκπομπες μια στο τοσο, και καποια τραγουδια του Forgotten Tales. Ο φιλος μου ο Βασιλης ομως μου δανειζει τα Battalions of Fear (μου αρεσε), Follow The Blind (δε μου αρεσε), The Forgotten Tales (λατρεψα), Somewhere Far Beyond (ξετρελαθηκα) και Imaginations From The Other Side (δεν καταλαβα και πολλα αλλα μου αρεσε), τα οποια και γραφω σε CD, βγαζοντας φωτοτυπια και τα εξωφυλλα, και εχω γινει.
Πριν προλαβω ομως να εντρυφησω στο οτιδηποτε, και πριν μαθω καλα καλα τι τραγουδι βρισκεται σε τι δισκο και πως πανε εστω και τα βασικα, βρισκω στο JukeBox στο Μαρουσι ενα single με γαματο εξωφυλλο και λεω “αντε θα το παρω, δεν ξερω καν τι ειναι, αλλα ωραιο φαινεται”. Ετσι λοιπον αγοραζω το Mirror, Mirror και καθομαι και το λιωνω επι μηνες, εναλλαξ με το SFB, ενω παραταω τα αλλα στην ακρη. Μετα απο κανα μηνα ξερω απ’έξω λοιπον το Mirror, Mirror διχως να ξερω οτι προκειται για τραγουδι απο επερχομενο δισκο, οπως επισης και τα Imaginations και Story Ends σε live εκδοση αλλα και την διασκευη στο Beyond The Realms Of Death απο Judas Priest.
Ας παμε ομως στο ζουμι. Καποια στιγμη λοιπον κυκλοφορει το Nightfall In Middle-Earth και αφου πλεον το εχω παρει πρεφα, το αγοραζω αμεσα και αποτελει το soundtrack ολοκληρης της ανοιξης μου αναμεσα στις απειρες ωρες μαθηματων, φροντιστηριων και γερμανικων και τα τηλεφωνα με την Ναταλια με το γλυκο χαμογελο, που οπως πολλα αλλα πραγματα στην ζωη δεν οδηγησε απολυτως πουθενα.
Ο 17χρονος εαυτος μου παθαινει πλακα αμεσα με τον δισκο, και καταληγει να τον ακουει στο repeat στο δωματιο στο CD player μαρκας JVC με την κουλ μωβ μουρη και τις σεξι καμπυλες, πιο σεξι κι απο την αφισα της Cameron Diaz στον διπλανο τοιχο. Μετα τις πρωτες αναγνωριστικες και εξερευνητικες ακροασεις, εφτιαξα μαλιστα μια εκδοση του δισκου χωρις τα διαφορα ιντερλουδια και τις εισαγωγες στα τραγουδια, η οποια ηταν καπως ετσι:
- Into The Storm
- Nightfall
- The Curse Of Feanor
- Blood Tears
- Mirror, Mirror
- Noldor (Dead Winter Reigns)
- Time Stands Still (At The Iron Hill)
- Thorn
- The Eldar
- When Sorrow Sang
- A Dark Passage
Την εκδοση αυτην λοιπον την προτεινω ανεπιφυλακτα, αφου κανει την ακροαση πιο ευχαριστη και για μενα εχει καλυτερη ροη. Θα μπορουσα να κανω παρα πολλα επιμερους σχολια για τα τραγουδια αλλα τι σημασια εχει? Υπαρχει τραγουδι στον δισκο που να μην ειναι 11 στα 10? Η απαντηση ειναι φυσικα οχι, και ντροπη για οποιον το διαβασε και κοντοσταθηκε μεχρι να απαντησει. Και για οσους μεχρι και σημερα αναρωτιουνται 24 χρονια μετα αν το NIME ειναι τελικα καλυτερο απο το IFTOS, μπορω μια χαρα να λυσω αυτην την απορια. Στην απορια αυτη λοιπον, δεν υπαρχει σωστη απαντηση. Οπως δεν υπαρχει και λανθασμενη απαντηση. Μιλαμε για δυο δισκους που χαρακτηριζονται απο τελειοτητα καθ’ολη την διαρκεια τους, και που για μενα ανεβαζουν τους Blind Guardian πολλα επιπεδα πανω απο οποιαδηποτε μπαντα με παρομοιο ηχο. Παρτε και το πιο καθαρο εξωφυλλο του 2018, μιας και μιλαμε για εναλλακτικες προτασεις στον δισκο, ειτε μουσικες ειτε εικαστικες:
Στο Nightfall In Middle-Earth οι Blind Guardian εχουν καταφερει παντως πολλα πραγματα, τα οποια και εκ φυσεως καταδεικνυουν την εξελιξη της μπαντας σε σχεση με το Imaginations. Ας ξεκινησουμε απο τα προφανη. Στις στιγμες του δισκου που εχουν υψηλες ταχυτητες, η μπαντα εχει καταφερει να δωσει μια καταπληκτικη ποικιλια, ουτως ωστε καθε ενα απο τα γρηγορα τραγουδια να εχει παντελως δικο του χαρακτηρα. H δυναμικη εισοδος του Into The Storm και η αγωνια για τα Silmarils (τα πετραδια του λυκοφωτος) το κανουν ενα εξαιρετικο opener, και του δινουν τον χαρακτηρα του κλασικου επους απο το πρωτο ακουσμα. Αντιθετα, το Curse Of Feanor που αποτελει και ιδιαιτερη αδυναμια μου, εχει εναν απιστευτο οπερετικο χαρακτηρα με το ανεβοκατεβασμα ταχυτητας και φανταστικη δραματικη αισθηση στο ρεφρεν. Για το Mirror, Mirror δε θα πω κατι περαν του οτι προκειται αδιαμφισβητητα για τοπ 5 τραγουδιων στην δισκογραφια της μπαντας. Και οτι προκειται σιγουρα για το τραγουδι με το οποιο εχω κανει το περισσοτερο headbanging μονος μου στο δωματιο στην ζωη μου, οταν ημουν 16-17 προφανως. Το Time Stands Still προκειται για αγαπημενο του κοινου, και ισως θα μπορουσε να ανοιγει καθε συναυλια της μπαντας. Εχει κι αυτο εναν μερικως οπερετικο χαρακτηρα, αλλα ειναι ισως το τραγουδι του NIME που θυμιζει λιγο περισσοτερο τους προηγουμενους δισκους απο οτι τα υπολοιπα. Η πενταδα των πιο γρηγορων τραγουδιων κλεινει με το When Sorrow Sang, που ειναι και το πιο παιχνιδιαρικο απο ολα, με ρεφρεν που λατρευω.
Η μαγεια του δισκου ομως δεν βρισκεται στις κλασικες γρηγορες στιγμες των Blind Guardian αποκλειστικα, αλλα και στα τραγουδια που πλαισιωνουν αυτο το συνολο. Το Nightfall ειναι πλεον μνημειωδες τραγουδι και ακομα θυμαμαι πολυ εντονα την μοναδικη φορα που το ειδα ζωντανα και πω το τραγουδουσε ολο το κοινο. Το Blood Tears ειναι η πιο σκοτεινη και πιο μελαγχολικη απαντηση στο Bright Eyes, και εν τελει ισως και απλα καλυτερο (ναι, το ειπα). Βεβαια θα μου πειτε πως γινεται ενα τελειο τραγουδι να ειναι καλυτερο απο ενα αλλο τελειο τραγουδι? Οποτε ας συμβιβαστουμε με την ισοπαλια. Τα δακρυα των ξωτικων για την μοιρα του Μαεδρος, του Φεανορ και των Νολντορ συνεχιζονται στο Noldor, το οποιο ειναι κατι που δεν ειχαμε ξανακουσει απο τους Blind Guardian προηγουμενως, αλλα ουτε και εκτοτε. Ισως οτι πιο κοντινο σε κλασικη χαρντ ροκ power μπαλαντα (λεμε τωρα), στην οποια ο Hansi Kursch δινει μια απο τις καλυτερες ερμηνειες του. Το διδυμο των Thorn και Eldar δειχνει ακομα περισσοτερο την πολυποικιλοτητα του δισκου, με το πρωτο να θυμιζει Queen, και το δευτερο να μας κανει να απορουμε γιατι δεν εχουμε σε καθε δισκο των Guardian κανα 2-3 τραγουδια με τον Hansi να τραγουδαει πανω σε πιανο, και δεν εννοω οπως η Michelle Pfeiffer στο The Fabulous Baker Boys (αν και γιατι οχι?). Ουτε τριχα καθιστη οταν ουρλιαζει I SAY FAREWEEEEELL λεμε. Και τελειωνουμε με το A Dark Passage, το οποιο ειναι οτι πιο κοντινο εχουν παιξει ποτε οι Guardian σε progressive, με το αποτελεσμα να τους δικαιωνει. Για μενα το πιο grower τραγουδι του δισκου, πλεον απλα το λατρευω, το βαζω απο μονο του να το ακουσω σε εντελως ασχετες στιγμες. Rise Or Fall, A Dark Tale Ends, αδειασε και το Βαλινορ. Still they’re marching on…
Εν κατακλειδι, οι Blind Guardian με το NIME χρησιμοποιησαν τα συμφωνικα και χορωδιακα στοιχεια στην μουσικη τους καλυτερα απο ποτε, εφυηραν ενα νεο ειδος μουσικης ουσιαστικα (ναι, ενταξει, μαζι με τους Therion), αγγιξαν τις πιο ευαισθητες χορδες μας με τις μελωδιες τους, και κυκλοφορησαν εναν δισκο που τους ανεβασε ως μπαντα ακομα μερικα επιπεδα, μετα το καταπληκτικο Imaginations. Ολα καλα τελικα και για τους BG και για μενα, μιας και στις εξετασεις Δεσμων τα πηγα περιφημα εναμιση χρονο μετα, στα Γερμανικα πηρα το δευτερο διπλωμα αν και δεν μπορω να πολυκαταλαβω αυτα που λεει ο Hansi στους Γερμανους στα live, και η Ναταλια ασχημυνε αρκετα στην Γ΄ Λυκειου οποτε καλυτερα που δεν βρηκα ποτε το θαρρος να της πω οτι μου αρεσει. Αν ειχε παντρευτει και τον Brandon η Kelly τελικα και δεν ειχαν κοτεψει κι οι δυο, θα ειχαμε happy ending σε ολα τα μετωπα…
ΥΓ1. Εξαιρετικα και τα Harvest Of Sorrow, Doom, Tides Of War που δεν μπηκαν ποτε στον δισκο.
ΥΓ2. Ακομα δεν μπορω να εξηγησω γιατι δεν πηγα να τους δω στην περιοδεια για το ΝΙΜΕ
ΥΓ3. Αυτονοητο, αλλα Hansi, Andre, Thomen, Marcus ολοι 11 στα 10 στον δισκο επισης
ΥΓ4. Πολλα εγραψα παλι.
ΥΓ5. Το Σιλμαριλλιον το διάβασα 2 χρόνια μετά τελικά.
ΥΓ6. Οταν τελικα εκατσα και ακουσα σοβαρα το IFTOS, ειχα ξενερωσει στο Story Ends που εχει χορωδιακα και δεν ειναι οπως στο live απο το single του Mirror, Mirror (πλεον ομως το αγαπω περισσοτερο με τα χορωδιακα)
ΝΑ ΡΕ !
Αν και με δυσκολεύουν τα κείμενα που γράφουν για κάθε τραγούδι του εκάστοτε δίσκου, το δικό σου μόνο δροσερή λεμονάδα που δε με πρόσφερε.
Υ.Γ. Μόλις βρω το χρόνο από τις διορθώσεις της διατριβής μου (ίσως και σήμερα), θ’ ακολουθήσει κείμενο επί αγαπημένου δίσκου της γερμανικής σχολής.
Είχα αποφασίσει να μην γράψω για κάθε τραγούδι ξεχωριστά, αλλά τελικά έγραψα μια δύο αραδες, χωρίς να πλατιασω σε αυτά. Μιας και πλατιασα σε όλα τα άλλα
μαλακία του Μπιλ που δε σου έδωσε το καλύτερο άλμπουμ τους, το tales from the twillight world
Εξαιρετικό το κείμενο!!!
Mολις 6 σελίδες (στις εργασίες, πιάνουν και οι εικόνες).
Κατά το βράδάκι, αν βρω χρόνο, θα πω τις ενστάσεις μου, αλλά τεράστια καρδούλα
Δεν το είχε αγοράσει ακόμα! Δεκαρακια τα πρώτα 7 τους, με το TFTW κάπου 5ο στο ranking
Τι ενστάσεις μπορείς να έχεις δηλαδή, εγώ απλά την αντικειμενική αλήθεια έγραψα (!)
Κ τι λεγατε δηλαδή στο τηλέφωνο;
Προφανώς καρδούλα για το κείμενο αλλά τεράστια καρδούλα που κάποιος επιτέλους ανέφερε ότι το συγκεκριμένο δισκοπωλείο στο Μαρούσι λεγόταν JukeBox!! Προσπαθούσα να θυμηθώ το όνομα του για παρα πολύ καιρό αλλά τζίφος… Όχι τίποτα άλλο, είχα πληρώσει τουλάχιστον τα (πολλά) σποτάκια που είχε με το σεβαστό κονδύλι που άφηνα εκεί σε εβδομαδιαία βάση απλά επειδή βαριόμουν να κατέβω για αγορές στο κέντρο. Και επειδή τα περισσότερα περίεργα που έψαχνα δεν τα είχε, τα έκανε παραγγελία αφού έψαχνε σε ενα τεράστιο τόμο με κυκλοφορίες δίσκων στο μέγεθος τηλεφωνικού καταλόγου Α έως και Π
Και στην γωνία στον πεζόδρομο στα 20 μέτρα από τοJukeBox υπήρχε η τρύπα στον τοίχο με το όνομα Βινύλιο… Είχα πάρει το Cunning Stunts με 6000 δρχ. απο εκεί. Από αυτούς τους δύο αγόραζα όλα τα εισιτήρια για συναυλίες επίσης.
Ρε πούστη Quintom, σε κάθε δισκοκριτική σου αραδιάζεις 15 ονόματα κοριτσιών-συμμαθητών, άλλα τόσα από δισκοπωλεία ή φαγάδικα που (υποθέτω) έχουν κλείσει, λεπτομέρειες από το πώς περνούσες στην 5-ήμερη και σήμερα μας λες το πρόγραμμα των φροντιστηρίων που είχες.
Εγώ δε θυμάμαι αν τάισα τα παιδιά το μεσημέρι, ρε μαλάκα.
And here we are again… σωτήριο έτος 1991. Η ιστορία έχει γραφτεί και πολλά έχουν ειπωθεί (δικαίως ή αδίκως [αναφερόμενος σε σκέψεις του Kai γι’ αυτό το δίσκο]), αλλά κάτι πάντα μένει που δε λέγεται. Δεν σκοπεύω να κάνω τη διαφορά και να εκτινάξω τον ενδιαφέρον διά της συγγραφικής οδού ή να ξεπεράσω τον @QuintomScenario. Όμως, πριν απ’ όλα πρέπει να γράψω τρία ονόματα εδώ πέρα: Uwe Wessel, Uli Kusch και Piet Sielck.
Να ξεκαθαρίσω τη θέση μου. Αγαπώ αυτόν το δίσκο. Σε τέτοιο σημείο, που τον έχω ακούσει περισσότερο από το “Land of the Free” και που ως ολότητα, τον έχω ανώτερό του. Επίσης, κανείς δεν μπορεί να μου ανατρέψει τη σκέψη, ότι ο Ralf αποδίδει τις καλύτερες ερμηνείες εδώ μέσα σε όλη του την καριέρα ως τραγουδιστής. Ειδικά, αυτά που κάνει στο “Father and Son” (το οποίο άνετα μπορούμε να ισχυριστούμε, πως υπέροχα έχει λάβει δάνεια από το “Out in the Streets” των Savatage), δεν είχαν προηγούμενο, ούτε και επόμενο.
Ας επιστρέψουμε, όμως, στα τρία ονόματα. Ο Kai, λοιπόν, αποφασίζει να προχωρήσει σε επόμενο μουσικό βήμα μετά τη βόμβα του ντεμπούτου και, όπως έχει ισχυριστεί ο ίδιος, αποφασίζει να πειραματιστεί. Πραγματικά, αν όλοι οι πειραματισμοί στο power metal είχαν κυοφορούμενη τέτοια έμπνευση και τέτοιο ηχητικό αποτέλεσμα, θα έπρεπε οι δισκοθήκες μας να μίλαγαν από μόνες τους για μια ιστορία αειθαλή σαν τη ρίζα και τον κορμό ενός γεροπλατάνου. Έχει δίπλα του τον Uwe, ο οποίος στα ωραιότερα άσματα του δίσκου δηλώνει παρών. Ιδιαίτερα, στο απόλυτα ροκάδικο “(We Won’t) Stop the War” με αυτές τις κιθάρες ν’ αδημονούν ν’ ακουστούν για να κραυγάσουν. Κάπως έτσι κυλάει η σκέψη και για τα “One with the World” και το Rush-ικό “The Spirit”.
Ο δεύτερος κύριος: Uli Kusch. Αν ο Thomen βαράει αλύπητα και ταχύτατα, ετούτος εδώ κοπανάει με τέτοια όρεξη και πάθος, που δεν στέκει απλά σ’ ένα “τάπα τούπα”. Τα έχουμε πει ουκ ολίγες φορές για τον συγκεκριμένο. Το ότι μετά από αυτόν το δίσκο, τον πήραν οι Helloween για να ξεσαλώσει στο υπέρτατο “Better than Raw”, δείχνει ότι υπολογιζόταν πολύ στη σκηνή, εκτός φυσικά από τους Guardian που είχαν τον πρώτο όλων και εκείνη την εποχή ήταν πρώτοι μεταξύ ίσων (σχεδόν).
Και ο δεύτερος φαλακρούλης και κρυφός “παίχτης”. Και μεγάλος παίχτης, όχι αστεία. Το ότι βρισκόταν στο στούντιο και πότε ξέδινε στους Rays, και πότε στους Guardian, μέχρι να φτάσει η κατάλληλη ώρα για το εξίσου μπομπάτο ντεμπούτο των Iron Savior (θα έρθει και η ώρα του, θα δείτε, θα σας δείξω εγώ), υποδεικνύει ένα και μόνο πράγμα: Πως, όταν οι φανεροί “μεγάλοι” τα έβρισκαν λίγο σκούρα, ο Piet ήταν εκεί κι έλεγε “άσ’ το Kai, φτιάξε φράντζα και δες πως γίνεται…”. Μπορεί, βέβαια, κι εκείνος να επαναπαύθηκε στην κληρονομιά των Priest σε μεταγενέστερους καιρούς, αλλά θα είναι πάντα ο αφανής ήρωας του γερμανικού power metal (σαν ένας άλλος Snorre - ουδέν σχόλιο παρακαλώ για το κοινό της φαλακρίτσας - και το γράφω με κάθε επίγνωση των σκέψεών μου).
Γενικά, πάντως, ο συγκεκριμένος δίσκος - αυτός ο “πειραματικός” - έχει μέσα του τέτοια πυγμή και ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα, που δεν μπορούμε απλά να μιλάμε για power metal. Μπορούμε να χρησιμοποιούμε τον όρο “power” για να δηλώσουμε το ηχητικό του μεγαλείο. Η καρδιά που βγαίνει στα “Rich and Famous” και “Start Running” φανερώνουν και την ανεμελιά της ηλικίας των μουσικών.
Αυτό το “Changes” δε, δε θα σταματήσει ποτέ να προκαλεί τον ενθουσιασμό των πυροτεχνημάτων που εμφανίζονται μέσα μου, όταν φτάνει στο σημείο προ του τέλους. Τελειώνοντας, να ξαναπώ, ότι το ντεμπούτο, αυτό εδώ και το “Insanity and Genius” είναι η ασύγκριτη τριάς προς ό,τι ακολούθησε. Να ξέρουμε και τι γράφουμε, δηλαδή.
Εγώ συμφωνώ στα πάντα, συμφωνώ πως οι καλύτεροι δύο δίσκοι των BG είναι τα imaginations και nightfall, έχω μια παντοτινή αδυναμία στο πρώτο, με συγκινει και μουσικά αλλα και στιχουργικά πάρα πολύ (αυτό το δίπολο φαντασίας και πραγματικότητας μέσα από τα παιδικά μάτια), με πορωνει ακόμα περισσότερο από το nightfall , αλλά ναι μιλάμε για δύο αριστουργηματα οπότε δεν έχει και νόημα η σύγκριση. Το iftos υπερέχει σε δυναμισμό το nime σε προοδευτικοτητα και μελωδικότητα, 11αρια έκαστο.
Το μόνο που μου έλειπε από την παρουσίαση ήταν οι Queen, οπότε το ξαναγράφω, ώστε κατά μέσο όρο στην παρουσίαση και σε αυτό το ποστ να υπάρχει μια φορά η λέξη
Queen.
Αξία ανεκτίμητη και που είδαμε βαρδους την προηγούμενη βδομάδα, γαμω τον κοβιντ και τις πρωτεϊνες του.
Ανεβασες τον μεσο ορο στο 1.5 Queen ανα ποστ μαλλον
^
Κοίτα να δεις που για κάποιο λόγο ενώ το είχα διαβάσει το μεσημέρι το σκαναρα τώρα το βράδυ και δεν τους είδα τους τρισμέγιστους.
Τα σέβη μου λοιπόν φιλτατε δεν λείπει τίποτα.
Να δούμε τώρα ποιος θα γράψει ένα φουλ οπαδικο και διθυραμβικο ποστ τυπου @Ixnay και για το imaginations
Ακομα περιμενουμε το υπολοιπο Smash
Απο το οποιο καλυψε τα πρωτα 5 τραγουδια και αλλα 2 πηδωντας και μερικα, απλα κλαιω
Παει περασε η στιγμη, ειναι ωρα για λιγο ευρωπαϊκο παουερ
Ή, μήπως είναι ώρα, ακόμη καλύτερα, για λίγο περισσότερο USPM;
Λαβών αφορμή από ένα πρόσφατο post του @38aris νομίζω ότι αξίζει να επεκταθούμε λιγάκι γι΄αυτή τη δισκάρα…
Μπορεί οι Death Dealer να άλλαξαν το όνομα τους στο… λιγότερο απειλητικό Deaf Dealer (για πρώτη, αλλά οπωσδήποτε όχι τελευταία φορά!), όμως το “Keeper of the Flame” ντεμπούτο LP τους δεν κατάφερε να ξεχωρίσει μέσα στο κυκεώνα των κορυφαίων κυκλοφοριών του 1986. Έτσι, την επόμενη χρονιά το συγκρότημα από την Jonquière του Quebec (πατρίδα και των Voivod, Messiah Force ως γνωστόν) απομονώθηκε αρχικά προκειμένου να γράψει μουσική για έναν δεύτερο δίσκο και κατόπιν, για τις ανάγκες της ηχογράφησης, μπήκε σε ένα από τα μεγαλύτερα studio του Toronto με τους Dan Johnson και Jim Morris στο ρόλο των παραγωγών.
Παρά τις θετικές αυτές συγκυρίες και την αφοσίωση που έδειξε η μπάντα στο γράψιμο και τις πρόβες του νέου υλικού, το αποτέλεσμα δυστυχώς εκρίθη ασύμφορο και αντιεμπορικό από την εταιρεία τους και τα master tapes μπήκαν επ’ αόριστον στο συρτάρι των Morrisound studios όπου έγινε η μίξη. Το υλικό διέρρευσε λίγο αργότερα και απέκτησε διαστάσεις θρύλου λόγω της ποιότητας του, μέχρι που η ελληνική Cult Metal Classics μετά από επίπονες προσπάθειες, το κυκλοφόρησε 27 ολόκληρα χρόνια μετά την ηχογράφηση του, κάνοντας το προσβάσιμο σε ένα μεγαλύτερο κοινό!
Στο εν λόγω “Journey into Fear” λοιπόν, οι Deaf Dealer μας παρουσιάζονται πιο κοντά στο USPM, έχοντας βέβαια και κάποιες αδρές speed/thrash “πινελιές” (“Mind Games”, “East End Terror”). Η βασική, προφανέστατη επιρροή παραμένουν οι Maiden στο πιο power, κάτι που καθίσταται σαφές τόσο από τις σε αφθονία ευρισκόμενες κιθαριστικές αρμονίες και τις κολλητικές μελωδίες των Marc Brassard και Yves Pedneault, όσο κι από το γεγονός ότι τα τραγούδια, όπως ξεκαθάρισαν οι ίδιοι, είναι χτισμένα πάνω στις μπασογραμμές του Jean Pierre Fortin. Εννοείται ότι κι ο Michel Lalonde δεν υστερεί καθόλου, ούτε σαν ερμηνευτής, ούτε σαν… θιασώτης της Maiden-ικής παράδοσης!
Η ουσία είναι ότι το “Journey into Fear” κατάφερε να ανταποκριθεί τον μύθο που το περιέβαλε και δίκαια συγκαταλέγεται στα λιγότερο γνωστά μεν, διαμάντια δε, του USPM, καίτοι δημιουργημένο από Καναδούς!