..Με λίγα λόγια

Η περίοδος που οι AC/DC είχαν βρει τη συνταγή της επιτυχίας και, ευτυχώς για εμάς, την ξετίναξαν δίνοντάς μας τη μια δισκάρα μετά την άλλη.

Ας το βάλω κι εδώ, να μείνει και κάτι. Ο αγαπημένος μου δίσκος από AC/DC. Η τετράδα Let There Be Rock, Powerage, Highway To Hell και Back In Black είναι πραγματικά μυθική κι αν κάποιος δίσκος ξεχωρίζει σε κάποιου το προσωπικό γούστο, πιστεύω είναι με βραχεία κεφαλή. Εδώ οι Αυστραλοί (γελάμε λίγο :stuck_out_tongue:) έχουν βρει την τέλεια σύνθεση, με αυτό να είναι το πρώτο τους album μετά την προσθήκη του (Άγγλου) Cliff Williams στο μπάσο και στα τόσο σημαντικά δεύτερα φωνητικά. Ταυτόχρονα, είναι και το τελευταίο τους album με το μαγικό δίδυμο Harry Vanda και George Young (ο τρίτος αδερφός) πίσω από την κονσόλα να συνεχίζει την επιτομή του '70ς ήχου της μπάντας που είχε τελειοποιηθεί στον προηγούμενο δίσκο, Let There Be Rock. Όχι ότι μετά κακόπεσαν, απίστευτες και οι παραγωγές των Highway To Hell και Back In Black από τον John “Mutt” Lange.

Όλα τα τραγούδια εδώ είναι ένα κι ένα.Σαράντα σκάρτα λεπτά που περνάνε πραγματικά μονορούφι. Η απλότητα των riffs είναι σχεδόν συγκλονιστική. Δες Sin City, δες Riff Raff, δες Up To My Neck. Οι ρυθμικές κιθάρες του τεράστιου Malcolm Young σε κάνουν να θέλεις να σπάσεις τις αέρινες χορδές σου. Το drumming του Phil Rudd είναι σεμιναριακό και ενδεικτικό του ότι η πολυπλοκότητα δε χρειάζεται ούτε κατά διάνοια να είναι αυτοσκοπός. Οι μπασογραμμές του Williams πάνε στον δικό τους δρόμο, όπως ας πούμε στο Gimme A Bullet ή στο Riff Raff. Ο μικρός σε δέμας και ηλικία star Angus Young είναι το αξιοθέατο της μπάντας, όπως άλλωστε φαίνεται και εδώ, στο συναυλιακό τους ίσως απώγειο, μέσα στο ίδιο τους το σπίτι, που αποτυπώνεται στο υπέροχο live album If You Want Blood, You’ve Got It. Rock ‘n’ roll σολαρίσματα που πάνε και κουμπώνουν τέλεια πάνω στον ρυθμικό οδοστρωτήρα που οδηγούν οι υπόλοιποι. Και βέβαια, πίσω από το μικρόφωνο ο μεγαλύτερος αλήτης που έχει βρεθεί ποτέ πίσω από μικρόφωνο.

Στο Powerage δε βρίσκω ούτε ένα ψεγάδι, με το ζόρι θα ξεχωρίσω το What’s Next To The Moon λίγο από τα υπόλοιπα, είναι ένας δίσκος που όταν τον βάλω να παίξει ξέρω ότι για τα επόμενα 40 λεπτά θα είμαι φουλ απασχολημένος.

Ή για τα επόμενα 80.

21 Likes

πολύ ωραίος, αλλά δεν παίρνεις καρδούλα γιατί άφησες το dirty deeds στην απ’ έξω

4 Likes

Είναι μισό κλικ πιο κάτω για μένα. Εννοείται ότι είναι αριστούργημα :stuck_out_tongue:

3 Likes

Είδα ότι επανακυκλοφόρησε το Insomniac από τους Green Day πρόσφατα και έιπα ας γράψω λίγα λόγια για τον πιο αγαπημένο μου δίσκο τους.

Είχα γράψει παλιότερα για το Frogstomp των Silverchair αν θυμάμαι καλά, πως σήμερα δεν έχει καμία μουσική αξία στα αυτιά μου, παρά μόνο όμορφες αναμνήσεις, εικόνες, χρώματα και αρώματα από το τότε. Στην τελική ποιος την χέζει την μουσική αξία όταν ένας δίσκος σου ξυπνάει όλα τα παραπάνω.

Σε αυτήν την κατηγορία ανήκει και το Insomniac, όπου μπορεί να μην τον ακούω πολύ συχνά πια, αλλά όταν το κάνω, πάντα μου έρχονται εικόνες από το γυμνάσιο, την τότε παρέα στα διαλείμματα να μιλάμε για την πρώτη κυκλοφορία που ζήσαμε των Green Day ως μουσικοί ''οπαδοί" (ενώ είχε προηγηθεί το κατάλληλο λιώσιμο στο Dookie), ανάμεσα στο πρώτο (κρυφό) τσιγάρο, στην πρώτη μπύρα και στα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα κλπ. Ανάμεσα σε όλα αυτά λοιπόν κυριαρχούσε και η συζήτηση για τον δίσκο, που αν δεν κάνω λάθος ήταν ο πρώτος που τον ζήσαμε από την πρώτη μέρα, χωρίς να μας περιμένει ήδη όταν αρχίσαμε να δίνουμε σημασία στην μουσική. Από μπάντες που ήδη αγαπούσαμε δηλαδή, όπως Nirvana, GnR, Metallica και Offspring.

Ο δίσκος είχε την ατυχία να διαδεχτεί το Dookie και όλο τον ''κακό" χαμό που δημιούργησε γύρω από το όνομα τους. Η παρέα του Bilie Joe σκλήρυνε λίγο τον ήχο, μείωσε και τις χαρακτηριστικές μελωδίες που είχανε στο Dookie. Οι στίχοι ακολούθησαν και αυτοί τον ίδιο δρόμο, γίνανε πιο σκληροί και πιο σκοτεινοί και αρκετά εξομολογητικοί (όχι όμως στον βαθμό που είχε κάνει ο Cobain στο In Utero π.χ). Φυσικα όλα αυτά μέσα από ένα εφηβικό πρίσμα. Είναι και πιο συμπαγής και πιο ενιαίος, χωρίς να ξεχωρίζουν κάποια τραγούδια από το σύνολο. Το μεγαλύτερο airpaly πάντως, είχανε τα Brain Stew και Jaded.

Τους ακολουθούσα μέχρι και το American Idiot, μετά άρχισα να χάνω το ενδιαφέρον μου. Πάντως προσπαθώ να θυμηθώ άλλη μπάντα, που μετά από μια 10ετια από πρώτο τους εμπορικό "μπαμ’’, το Dookie δηλαδή, που ήταν μεγάλο και με μια μικρή καθίζηση ενδιάμεσα, να μπορέσουν να βγάλουν το American Idiot. Ένα άλμπουμ που έκανε μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία και να είναι πρώτο όνομα σε πολλά μεγάλα φεστιβάλς. Τους το δίνω αυτό γιατί είναι πολύ δύσκολο.

11 Likes

Αυτο ηταν οντως μεγαλο επιτευγμα, τους εκατσε καλα. Εκαναν δυο πολυ μεγαλες επιτυχιες με 10 χρονια διαφορα. Μου αρεσει και το Nimrod ως δισκος (σιγουρα περισσοτερο απο το Insomniac)!

1 Like

Αγαπημένος δίσκος!
Ήταν στα 2 πρώτα cd που αγόρασα ποτέ, οπότε έχει τεράστια συναισθηματική αξία για μένα.

Παρόλο λοιπόν το εφηβικό δέσιμο που έχω με τον δίσκο, έχω να πω ότι αν και δεν είναι κάτι το εντυπωσιακό σαν μουσική πρόταση, ακόμα και τώρα μου φάινεται φρέσκος. Ο ήχος συμπαγής, οι συνθέσεις to the point, ίσως να μου άρεσε περισσότερο λόγω της σκληράδας στον ήχο, αλλά ακόμα και σήμερα τον ακούω πολύ ευχάριστα. Ναι μεν αναμνήσεις κλπ, αλλά ακόμα μου αρέσει.
Ενώ λοιπόν είχα ακούσει τα 3 γνωστά χιτ του MTV τότε, δεν είχα ακούσει ποτέ όλο το Dookie (το οποία αγοράστηκε αργότερα από το Insomniac) και λόγω του λιωσίματος που είχε πέσει τότε, μου αρέσει ακόμα και σήμερα περισσότερο από το Dookie.

1 Like

Σπάω το κεφάλι μου και δεν μπορώ να βρω ανάλογο παράδειγμα μπάντας!

@Sevek πάρα πολύ καλά τα λες! Δεν έχει χάσει την φρεσκάδα του καθόλου.

Να συμπληρώσω πως έχει και το πιο ενδιαφέρον εξώφυλλο (για μένα) από όλους τους δίσκους τους.

Διαβάζω σε πρόσφατη συνέντευξη του Åkerfeldt, ότι πριν 20 και πλέον χρόνια, ο ίδιος ζούσε υπό δύσκολες συνθήκες οικονομικά, γεμάτος πικρία για το γεγονός ότι δεν είχε ακόμα επιτύχει στην μουσική του καριέρα (εμπορικά περισσότερο, παρά καλλιτεχνικά, θα τονίσω εγώ). Παρατηρώντας με μίσος από το παράθυρό του τους ανθρώπους που πηγαινοέρχονταν στην εργασία τους, έγραψε στίχους γεμάτους «δηλητήριο», καταφερόμενος εναντίον της κοινωνίας εν γένει. Λίαν ειρωνικώς (όπως σημειώνει και ο ίδιος), οι στίχοι αυτοί συμπεριελήφθησαν στον δίσκο που θα επέτρεπε στους Opeth να πραγματοποιήσουν το breakthrough τους και να γίνουν διάσημοι στην «τρισκατάρατη κοινωνία». Έτσι, παρά την μεγάλη επιτυχία και τις θετικές εξελίξεις, εμφανίστηκαν και τριβές μεταξύ των μελών της μπάντας, ως αποτέλεσμα της απότομης έκθεσης στην «επαγγελματική» πτυχή της ενασχόλησης με τη μουσική, ήτοι της μετατροπής της σε μία κανονική δουλειά, όπως η αντίστοιχη στην οποία μετέβαιναν οι άνθρωποι που παρατηρούσε έμπλεος μίσους ο Åkerfeldt. Οξύμωρες εμπειρίες, άμεσα συνδεδεμένες με την κυκλοφορία του album-«σταθμού», του μεγαλειώδους:

Blackwaterpark

«Εικονοπλαστικά» ο δίσκος (μουσική και artwork) βρίσκεται κάπου στο τελείωμα του χειμώνα, λίγο πριν μπει η άνοιξη. Αυτή η αίσθηση ενδεχομένως να συνδέεται και με την «άνοιξη» που ήρθε για την μπάντα, μετά την κυκλοφορία του δίσκου, όπως αυτή περιγράφηκε ανωτέρω. Ως μεγάλο κεφάλαιο καλλιτεχνικά, ο Åkerfeldt παραμερίζει ακόμα περισσότερο τα μονόπλευρα στεγανά κι επιτρέπει, εντελώς απενοχοποιημένα, στο τεράστιο εύρος των επιρροών του να «λάμψουν», δημιουργώντας ένα εθιστικό αμάλγμαμα death, prog και και και… Όχι ότι αυτό δεν είχε ξανασυμβεί στο παρελθόν (να θυμίσουμε ότι το “Blackwater Park” διαδέχεται το καταπληκτικό “Still Life”, αχ Melinda…), αλλά εδώ έλαβε αποθεωτικές διαστάσεις (και θα τολμήσω να πω τις πιο ισορροπημένες, επιτυχημένες και καίριες, συγκρίνοντας με τις μετέπειτα κυκλοφορίες). Αναντίρρητα, μέγιστη συμβολή στην όλη διαδικασία είχε και το «μαγικό» χέρι του πολύ Stephen Wilson.

Προσωπικά αγαπημένα ήταν, είναι και θα είναι τα “Bleak” (ενδεχομένως το χαρακτηριστικότερο και πιο αντιπροσωπευτικό Opeth κομμάτι της συνολικής δισκογραφίας του συγκροτήματος), “The Drapery Falls” (σπαράξαμε), “Dirge for November” (ελεγεία) και το -εκτός σχολιασμού και συναγωνισμού- ομώνυμο.

15 Likes

Δισκος μνημειο, αριστουργημα. Στο προσωπικο μου top-20 δισκων ανετα και σιγουρα το καλυτερο των Opeth (με τα θεικα Still life και Deliverance να ακολουθουν κατα ποδας). Ειναι απο τους δισκους που οταν πατας το play ειναι σαν να μεταφερεσαι σε μια αλλη διασταση απο την οποια βγαινεις περιπου 66 λεπτα αργοτερα.

Απο κομματια, τα θεωρω ολα ακατεβατα 10αρια. Αν επρεπε να διαλεξω τεσσερα θα ηταν τα drapery falls, dirge for november, funeral portrait και το ανυπερβλητο ομωνυμο. Και μειναν απεξω leper affinity, bleak και harvest που ειναι κομματαρες και τα τρια!

2 Likes

Τους έκανε ανθρώπους ο Wilson :stuck_out_tongue:

2 Likes

Still Life, ξεκάθαρο ν.1 για μένα, ούτε 2η σκέψη, τα υπολοιπα ακουλουθουν ποικιλοτρόπως.
Κάποια στιγμή ίσως και να γράψω για αυτό.

1 Like

Ακριβωσ αυτο

Ακριβώς αυτό, με τη διαφορά ότι εγώ το βάζω στο προσωπικό μου top-10. The Drapery Falls μάλλον το αγαπημένο μου κομμάτι.

Άσχετο αλλά για τους συλλέκτες βινυλίων έχει βγει μία πολύ ωραία έκδοση του Blackwater Park από τη Music on Vinyl με φοβερό, ανανεωμένο artwork/εξώφυλλο κι audiophile ήχο σε λογική τιμή.

Υπάρχει και ένα σπάνιο reissue της Peaceville για το Still Life αλλά τσιγκουνεύτηκα τα λεφτά και πήρα μια πιο απλή έκδοση. Το βινύλιο για το οποίο κοπανάω το κεφάλι μου όμως, είναι το διπλό Deliverance/Damnation με το άσπρο εξώφυλλο, το οποίο το έβλεπα για μήνες στα δισκάδικα αλλά δεν το πήρα και τώρα κάνει 150 ευρώ.

3 Likes

Τριπλο ειναι :wink:

EDIT: το βινυλιο ε

Ναι αλλά περιέχει 2 albums :stuck_out_tongue:

Γενικά τα βινύλια των Opeth είναι φοβερή επένδυση. Για παράδειγμα το βινύλιο του Deliverance έχει πάνω από 100 ευρώ. Το αυθεντικό Damnation, 200 αν θυμάμαι καλά.

Μπα, πιο λιγο παει νομιζω. Δεκαρικο το εδινε το Rock City καποτε…

Αφού πιάσαμε πάλι την κουβέντα για τους Opeth, ας κλείσει ο κύκλος…

Μόλις ένα χρόνο μετά το “Blackwater Park” που έτυχε ενθουσιώδους υποδοχής και διέδωσε το όνομα των Opeth σε ένα μεγαλύτερο ακροατήριο, καθιερώνοντας ταυτόχρονα το ύφος τους ως Σχολή, ο Mikael Åkerfeldt, παρακινούμενος από τον φίλο του Jonas Renkse των Katatonia, ξεκίνησε να γράφει μουσική όχι για ένα, αλλά για δύο νέα LP.

Το πρώτο εξ αυτών κυκλοφόρησε τον Νοέμβριο του 2002 υπό τον τίτλο “Deliverance” και περιείχε κυρίως heavy υλικό - για την ακρίβεια ήταν ίσως ο πιο heavy δίσκος των Σουηδών από την εποχή του “My Arms…”.
Αυτό καθίσταται εμφανές όταν το πρώτο κομμάτι “Wreath” εκκινεί με ένα ανελέητα βαρύ ρυθμό, δαιμονισμένο drumming και έναν βρυχηθμό του Μιχάλη. Καμία σταδιακή συσσώρευση έντασης, εδώ το ξέσπασμα συμβαίνει με το “καλημέρα”. Αυτό που είναι επίσης πρόδηλο όμως, είναι ότι ο progressive χαρακτήρας όχι απλώς εξακολουθεί να υφίσταται, ενισχύεται κιόλας! Όλα σχεδόν τα κομμάτια υπερβαίνουν το δεκάλεπτο και ο τρόπος που γίνεται η μετάβαση ανάμεσα στα διάφορα μέρη που τα απαρτίζουν και το πώς αυτά αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, είναι θαυμαστός και συνιστά σπουδαίο επίτευγμα.

Το ομώνυμο έχει επίσης να επιδείξει τις παραπάνω αρετές, όντας πιο πολύπλοκο και ισορροπώντας αρμονικά ανάμεσα σε έντονες και ηπιότερες στιγμές. Για το κλείσιμο επιφυλάσσει ένα θέμα με γοητευτικά παράξενο χρονισμό όπου, αφού απολαύσει διαδοχικά την συνοδεία των υπολοίπων, ο Martin Lopez μένει στο τέλος να ακούγεται μόνος του, πρωταγωνιστής του αδιαμφισβήτητου highlight του δίσκου.
Το “A Fair Judgement” είναι εντελώς διαφορετικό από τα προηγούμενα, εξίσου μαγευτικό όμως! Είναι το μοναδικό με αποκλειστικά καθαρά φωνητικά, ακουστικό ως επί το πλείστον, με πιάνο στην εισαγωγή, με ένα καθηλωτικά υπέροχο solo και έναν πανέμορφο επίλογο που μας φέρνει στο ήρεμο ιντερλούδιο “For Absent Friends” (όχι αυτό των Genesis!)

Το “Master’s Apprentices” (άλλη μια παραπομπή από αυτές που τόσο αγαπά ο Åkerfeldt!) που ακολουθεί έχει ένα εθιστικό, θηριώδες riff και καταφέρνει να μεταδώσει ένα αίσθημα επικείμενου κακού χωρίς καν να χρειαστεί κάποιος να διαβάσει τους στίχους, ενώ δεν παραλείπει να συμπεριλάβει και ένα ήπιο μέρος στο μέσον του! Το τελευταίο “By The Pain I See In Others” είναι αρκετά πειραματικό αλλά μάλλον κατώτερο των υπολοίπων.

Πολύπλοκο, σκοτεινό, άγριο, έχοντας παράλληλα σημαντικό συναισθηματικό απόβαρο, το “Deliverance” πετυχαίνει μια ιδανική ισορροπία των συστατικών του ήχου των Opeth. Δεν είναι ευχάριστο άκουσμα, ούτε εύληπτο, όμως από πότε αυτό έγινε κατακριτέο;

9 Likes

Μια χαρά ευχάριστο άκουσμα είναι!

Στα της κουβέντας, το Blackwater Park για 'μένα είναι ένας από αυτούς τους σπάνιους δίσκους που ούτε ένα δευτερόλεπτο δεν ειναι περιττό και η χρονική διάρκεια του συγκεκριμένου μόνο μικρή δεν είναι! Ευτυχώς!

Αξεπέραστο album με εκπληκτικά στοιχειωτικό εξώφυλλο, το οποίο ΔΕΝ ΤΟ ΑΛΛΑΖΕΙΣ, ούτε προσπαθείς να το κάνεις πιο “εύκολο” για τους χαζούς (για την επανέκδοση πάει αυτό).

1 Like

Aκριβώς αυτό, δεν μπορώ να καταλάβω γιατί άλλαξαν το ΑΨΟΓΟ εξώφυλλο στην επανέκδοση.

Θυμάμαι πως όταν είχα πάει να δω πρώτη φορά Opeth (ΡΌΔΟΝ το 2005 μάλλον, αυτό με το εισιτήριο με ροζ χρώμα), δεν είχα αγοράσει ακόμα το Deliverance και ψιλοσκεφτόμουν αν έχει νόημα να πάω
(???whaaaaat???

).
Ευτυχώς οι μαλακισμένες σκέψεις μείναν στην άρκη, η συναυλία ήταν φοβερή (τότε είχα καταφέρει καλό μου φίλο να ρθει παρόλο που δεν του άρεσαν τα brutal φωνητικά και σε αντάλλαγμα, πήγα Porcupine Tree μαζί του λίγο καιρό μετά ενώ είχα ακούσει ελάχιστα).
Αυτά που μου είχαν κάνει φοβερή εντύπωση ήταν τα Fair Judgement (εκτός αν ήταν στην επόμενη συναυλία με γαμάτο εισιτήριο) και κυρίως το Deliverance. Εκτός από το ότι ήταν φοβερά τραγούδια και τα 2, τα άκουγα για πρώτη φορά και εκτός από μου είχαν κολλήσει και όταν αγόρασα τον δίσκο τα θυμώμουν, το θέμα ήταν ότι το παίζανε τόσο καλά και είχαν αναλογικά για ΡΟΔΟΝ πολύ καλό ήχο, που καταλαβαινες τα πάντα.
Ααααααχχχχ, τι ωραίες εποχές :hugs:

3 Likes

Αν είχες δει Porcupine Tree λίγο μετά, το 2002 μάλλον!

1 Like