Λοιπόν, ήρθε αυτή η ώρα μέσα στη χρονιά, μέσα σε κάποια μέρα του Δεκέμβρη που κάθε και σκέφτεσαι “ας βάλω 10-12 δίσκους που με άρεσαν και συνεχίζουν να με συντροφεύουν με τη μουσική τους”. Χωρίς προκαθορισμένη σειρά ή αξία. Έτσι, όπως βγει.
1. Psychotic Waltz - “The God - Shaped Void”: Η προσμονή γι’ αυτό τον δίσκο ήταν μεγάλη, αλλά και με αρκετή υπομονή. Δε θέλω να πω ότι δικαιώθηκα με την έλευσή του, δεν ταιριάζει αυτή η λέξη. Νομίζω ότι η μόνη λέξη που ταιριάζει για τη συγκεκριμένη μπάντα είναι η “επιστροφή”. Επέστρεψαν με κάτι αντάξιο της κλάσης τους, της δυναμικής τους και του προσωπικού τους οράματος που απλά συνεχίστηκε με αυτό τον δίσκο. Για τα χρόνια τους και τη συνθετική του απραξία (σχετική κουβέντα) είναι ένας υπέροχος δίσκος. Είναι Psychotic Waltz. Έχει αρχή, μέση και τέλος. Δε μιλάμε ούτε για progressive metal, ούτε για “ναρκωτικά”, ούτε για τίποτα. Το τίποτα και το πάντα τα παίρνουν οι Psychotic Waltz και τα κάνουν ό,τι θέλουν.
2. Caspian - “On Circles”: Ιδιαίτερη περίπτωση οι Caspian. Το πρώτο τους single δεν ήταν κάτι καινοτόμο και ούτε σκόπευαν να πάρουν φόρα για ν’ ανάψουν νέες φωτιές. Μικρή σημασία, διότι ενώ στην αρχή ο δίσκος φαινόταν άνισος, τώρα είναι ό,τι πρέπει. Το υλικό του ζυμώθηκε στ’ αυτιά μου και απλά, επαναλαμβάνω ότι ο δίσκος στο φινάλε του κάνει μία ιδανική απογείωση για ό,τι είναι και μπορεί να είναι το post rock.
3. Fates Warning - “Long Day Good Night”: Όση προσμονή υπήρχε για τους Psychotic Waltz, άλλη τόση και για τους Fates. Θέλω να πω, όμως, κάτι για να είμαι ειλικρινής. Αυτές οι δηλώσεις πριν την κυκλοφορία ενός δίσκου πρέπει να σταματήσουν. Ο δίσκος πρέπει να βγαίνει στα “κρυφά”. Από αυτά που έλεγε ο Ray υποπτευόμουν άλλα, αλλά… αλλιώς σκέπτεται ο Jim. Τέρμα μεταλλικός δίσκος, γεμάτος από τα πάντα που είναι οι Fates παρουσιαζόμενοι στο σήμερα και όχι ως κυνηγοί του παρελθόντος. Ποτέ δεν ήταν έτσι άλλωστε. Και θα το ξαναπώ, το “The Longest Shadow of the Day” είναι από τα ωραιότερα άσματα που έχουν γράψει.
4. Nalyssa Green - “Ταξίδι Αστρικό”: Ποίηση είναι δημιουργείς κάτι που κάνει τον άλλον να χαίρεται (όχι χαζά, α-νόητα κι εμπορικά, αλλά με την καρδιά του - ν’ ανθίζει κάτι μέσα του) με το δημιούργημα και με τον δημιουργό του. Η Nalyssa με το νέο της δίσκο προχώρησε, πήγε αλλού τη μουσική της. Δεν κάθισε ν’ αναπαράγει. Βούτηξε στην ιστορία της Ελληνικής μουσικής που λειτουργεί και “ζωοποιεί” νέους κι έφερε αυτό το δημιούργημα, το οποίο και παρέδωσε στα χέρια του Ντοκάκη, ώστε εκείνος με τη σειρά του να το εκτοξεύσει. Όταν ακούς τον δίσκο της και δε σε νοιάζει αν θα έχει μέσα ένα νέο “Τα Μαλλιά της”, τότε αφήνεσαι στη θάλασσα των άφθονων synths να σε ταξιδέψουν.
5. Yovel - “Forthcoming Humanity”: Δε θέλω ν’ αναφερθώ στο αν το black metal είναι επανάσταση και πως μπορεί να είναι πραγματικά. Δε θέλω να μιλήσω για πρόοδο στη μουσική. Θέλω να μιλήσω γι’ αυτό τον δίσκο, έτσι όπως τον έφτιαξαν τα παιδιά. Μία σκέψη υλοποίησης που με παραπέμπει στους Primordial, δημιουργικώ τω τρόπω, αλλά και όσον αφορά αρκετά μουσικά σημεία. Κι έρχεται ο Λειβαδίτης. Και για μένα, δε μιλάει ακριβώς για επίθεση, ούτε για αντίσταση. Μιλάει για το κυνήγι του ανθρώπου προς το αμέθεκτο. Το οποίο κυνήγι περνάει μέσα από τον άλλον άνθρωπο. Και περνάει, όταν πρώτα σ’ εσένα κι έπειτα στον άλλον πας με την ειρήνη μέσα σου. Μήπως μίλησα τελικά για επανάσταση; Μουσική και στίχοι έγιναν μια γροθιά καρδιάς.
6. Ulver - “Flowers of Evil”: Η πρόοδος γίνεται με βάση το ρυθμό του κάθε ανθρώπου, χωρίς βία. Δεν υπάρχει αντικειμενικά ούτε γρήγορη, ούτε αργή. Αν έχεις την διάκριση να καταλάβεις από που φυσάει ο άνεμος, τότε θα ξέρεις κι εσύ προς τα που θέλεις να πας. Και αυτό κάνουν οι Ulver, χωρίς να ενδιαφέρονται να ρωτήσουν κανέναν απολύτως. Θέλουν electronic pop και αυτό κάνουν. Μόνο που στην περίπτωσή τους, η μουσική τους είναι ίσως το πιο εσωτερικό βίωμά τους - συνεχίζουν ν’ αναζητούν το “ρόδον το ευμετάβλητο”. We are wolves under the moon, this is our song, we have loved and we have lost, we’re ready to go, one last dance in this burning church.
7. Hail Spirit Noir - “Eden in Reverse”: Αυτή η υπέροχη μπάντα κάνει την πτήση της ζωής της, όπως ο Ιωνάθαν ο γλάρος. Αρνείται να ενδώσει σ’ επιταγές του πως πρέπει να κινείται ως “προοδευτική” μπάντα και κάνει αυτό που την τρέφει και την πληρεί. Μπαίνει σε άλλη δεκαετία μουσικά, γράφει υπό άλλους όρους, αλλά δεν αλλάζει προσωπικότητα. Δεν τη νοιάζει το black metal, τη νοιάζει η μουσική που έχει στο προσωπικό της όραμα και κλείνει αυτό τον δίσκο με το ανεπανάληπτο “Automata1980”. Ένας μουσικός κόσμος σε δέκα λεπτά.
8. Thy Catafalque - “Naiv”: Με κέρδισε το εξώφυλλο αρχικά. Νομίζω είναι από τα πιο ωραία που έχω δει. Θα μπορούσε να είναι και εξώφυλλο βιβλίου. Τώρα… ο καθένας έχει το δικαίωμα να ακούει ό,τι θέλει μέσα σ’ ένα δίσκο. Άσχετα από το τι λέει συμβολικά ο συνθέτης. Οπότε, αν πω ότι ακούω ψήγματα από Thorns μέσα σ’ αυτό τον δίσκο, πιθανώς να λάβω ένα “είσαι κολλημένος μάλλον. Λίγο”. Ναι, αλλά το θέμα είναι ότι ο Λιθουανός (που στην πραγματικότητα είναι Ούγγρος, αλλά εμένα με είχε καθίσει το “Λιθουανός” στο μυαλό) φίλος μας προσφέρει τον avant δίσκο της χρονιάς με μία τουμπανιασμένη παραγωγή που θα μπορούσε να κάνει ακόμα και τους Rammstein να τη ζηλέψουν για τον τελευταίο τους δίσκο.
9. Lumiere - “Phases”: Ο Φάνης είναι ένα παιδί που δεν διστάζει να παίξει αυτήν τη μουσική. Ειλικρινά δε μπορώ να την προσδιορίσω και είναι μάταιος κόπος από την άλλη μεριά. Ας πούμε ότι μία σταγόνα από Μάνο Χατζιδάκι ρίχνεται μέσα σε μία χύτρα όπου το ενορχηστρωτικό μοτίβο είναι το ζητούμενο. Όχι απλά για να το ακούς, ίσως και για να περπατάς με όρεξη μέσα στην πόλη σου, όποια κι αν είναι αυτή. Πολύ πιάνο και πολλές ιδέες που έρχονται η μία μετά την άλλη. Ναι, αυτός ο δίσκος είναι μία επική συνέχεια του ντεμπούτου που προηγήθηκε το '16. Και το “Lupus” είναι μια πανδαισία με τον Καβάφη να σε δίνει θάρρος ευγενικά ακουμπώντας σε στον ώμο.
10. Pallbearer - “Forgotten Days”: Μετά το αγαπημένο μου ντεμπούτο τους περίμενα έναν τέτοιο δίσκο. Οι προηγούμενοι δε με προ(σ)καλούσαν να τους ξανακούσω, κι έτσι επέστρεφα ξανά στο “Sorrow and Extiction”. Όχι από συνήθεια, αλλά επειδή όντως είναι θεαματικός δίσκος. Να, όμως, που το “Forgotten Days” έρχεται και κάνει τους Pallbearer ν’ ανοίγονται με έναν πολύ όμορφο τρόπο σε αυτό το doom. Δεν έχει πλέον σημασία να συνεχίσουν την πορεία του πρώτου τους, αλλά εδώ γίνονται για μένα ξανά πολύ οικείοι. Δεν είναι ο θρήνος που ακούγεται στις κιθάρες τους, αλλά το σκουριασμένο πλοίο που αντικρίζει τον ήλιο, είναι η ελπίδα του και ξέρει ότι θα ξαναβγεί στ’ ανοιχτά. Έστω κι αν είναι το τελευταίο του ταξίδι πριν τον συναντήσει.