Πίσω στο ‘78 μ’ έστειλε ο @Clairvoyant για να συναντηθώ με τον “Φλου” του Σιδηρόπουλου. Για τα δεδομένα της εποχής και της παγκόσμιας προσέγγισης στον ήχο της σκληρής κι εναλλακτικής μουσικής από τα ήδη καταξιωμένα έτερα μουσικά ήδη, αυτός ο δίσκος πρέπει να μνημονεύεται για την παραγωγή του.
Δε μπορώ να πω ότι τα τραγούδια με συνεπήραν όλα στο σύνολό τους, δεν έχω άλλωστε και κάποια ιδιαίτερη σχέση τόσο με την τότε Ελληνική σκηνή όσο και με τον συγκεκριμένο μουσικό. Σε αντίθεση όμως με αυτό, ο ήχος είναι εξαιρετικός και αυτό φαίνεται όταν μέσα σ’ ένα τραγούδι μπαίνουν χαμηλοκουρδισμένες ηλεκτρικές κιθάρες, το μπάσο και το πιάνο σε πρώτη γραμμή. Τέτοιοι ήχοι δεν σε κάνουν να δικαιολογείς την παρελθοντολαγνεία, αλλά να διερωτάσαι γιατί σήμερα πρέπει όλα να είναι τέρμα καλογυαλισμένα.
Ο δίσκος προφανώς και πραγματεύεται με τα βιώματα του ΣΙδηρόπουλου, είναι καθόλα προσωπικός, οπότε όποιος είναι κοντά σε αυτά ταυτίζεται και αρέσκεται ακόμη περισσότερο στη μουσική συντροφιά ασχέτως των μουσικών του προτιμήσεων (όσο περίεργο κι αν ακούγεται, συμβαίνει ως φαινόμενο). Ξεκάθαρα και ειλικρινά, αν δεν παιχτεί κάπου όπου θα βρίσκομαι κι έχει βάλει κάποιος άλλος το χεράκι του σε αυτό, δε νομίζω ότι θα τον ξανακούσω.
Αυτό είναι και το τελευταίο μου κείμενο για κάμποσο διάστημα σε αυτό το thread. Καλή συνέχεια στους εναπομείναντες.
Προαίσθημα: Η πρόταση του @Giasonas θα με έπιανε. Δεν είναι πως συμφωνούμε συχνά στην οπτική μας πάνω σε ευρύτερα ηχητικά παρακλάδια που μπορεί να επικαλύπτουν τα γούστα μας, αλλά υπάρχει αυτή η αισθητική κοινή συνιστώσα, θαρρώ. Κοινώς, είχα προετοιμαστεί για κάτι το λιγότερο καλό, για τα μέτρα μου. Δεν είναι πως καθάρισα τα αυτιά μου και περίμενα την απόλυτη δισκάρα. Περίμενα όμως κάτι που θα έχει συναισθηματική φόρτιση, και θα απαιτεί παρουσία, πνευματική και φυσική.
Με το ιδίωμα (screamo ντε), δεν έχω την καλύτερη σχέση. Έχουν υπάρξει αρκετές περιπτώσεις ανά τα χρόνια όπου με βρήκα να λιώνω με δίσκους, μπάντες, να μένω εκεί γιατί έβρισκα αυτό το κάτι πίσω από τον ήχο. Εδώ όμως το ζητούμενο για μένα ήταν να παίζει ρόλο και το κόνσεπτ και όχι απλά να είναι καλός ο δίσκος. Κοινώς, η ιταλική γλώσσα, ή γενικά η μη-αγγλική, να προσέδιδε ένα στοιχείο. Δευτερεύον, και ίσως παραείμαι αυστηρός, αλλά τι να κάνω. Σε κάθε περίπτωση, η γλώσσα δεν κάνει τη διαφορά ελέω εκφοράς φωνητικών. Οι Ojne σε 37 λεπτά ηχούν αρχετυπικοί. Δεν παίζουν by the book, δεν είναι αδιάφορα τέλειοι, τα τραγούδια τους όμως είναι τόσο εύστοχα, εύστροφα και ενδιαφέροντα, ώστε να δύνανται να αποτελούν την πρώτη σκέψη όταν κάποιος σε ρωτάει, τι να ακούσω πρόσφατο και μοντέρνο, από αυτόν τον χώρο;
Εδώ αξίζει να σημειωθεί πως το ιδίωμα, δεν έχει και πολλές δεκαετίες ιστορίας. Έχει όμως αρκετές για να έχει δύο και τρία ρεύματα. Ως γνήσιο punk ιδίωμα βέβαια, είχε ξεσπάσματα και τοπικές σκηνές παγκοσμίως. Η αντιμετώπιση ορισμένων καταστάσεων δεν αλλάζει ανάλογα τα σύνορα και τη γλώσσα. Οι Ιταλοί Οjne, είναι γέννημα θρέμμα του τρίτου κύματος, που αν και έπιασε κορυφή, στα τουριστικά μου μάτια στο πρώτο μισό των ‘10s, αυτοί, αργοπορημένα ελαφρώς, έβγαλαν δίσκο το ’17. Περιμένω διόρθωση Ιάσονα εδώ, ή γενικότερο μηδενισμό
Η παραγωγή είναι άψογη. Τα φωνητικά είναι μια κατηγορία μόνα τους και ευτυχώς το bandcamp έχει και αγγλική βερσιόν στους στίχους, κάτι που μου επέτρεψε να συνδεθώ. Το μεγάλο όπλο όμως είναι οι κιθάρες. Μανία στο εναρκτήριο “Tredici”, μελωδία στο “Epilogo”, την πιο μακροσκελή, οκτάλεπτη γαρ, σύνθεση του άλμπουμ (θα επανέλθω), post-hardcore ξεσπάσματα στο “Nel Migliore Dei Mondi Possibili”. Υπάρχουν στιγμές που τα ευφάνταστα μουσικά θέματα, η αντίληψη περί μελωδίας δηλαδή, με έπιασε απροετοίμαστο. Αυτό το ρημάδι τo “Epilogo” είναι τεράστιο. Από όλες τις απόψεις:
“And I am sure, if I am what I am today, deep down, it’s also because of you / but if every morning I keep forgetting the things I’ve done and the people I’ve loved, am I still the first person – the protagonist of my stories? Or am I a new character, with the same old anger?”
Ο δίσκος στιχουργικά περιγράφει, με τρόπο παραστατικό, μια συναισθηματική απώλεια, η οποία ανάγεται ανά σημεία, εξαιτίας του βάθους του τραύματος, σε φυσική και υπαρξιακή, ως διαδικασία ωρίμανσης. Ενώ μουσικά, δεν έβρισκα κάποια χτυπητή αδυναμία στο άλμπουμ, πέραν της πρωτοτυπίας, ή για να το πω αλλιώς, της υπερβολικής οικειότητας, ήταν οι στίχοι που με έκαναν να το εκτιμήσω ως συνολική αισθητική. Στο μυαλό μου, όσο συναίσθημα ή “μουσικότητα” και να εκλύει ένα άλμπουμ, όση βαρύτητα και να έχουν οι νότες από την απόσταση από όπου παρατηρούνται και αποδομούνται, μερικά πράγματα αναδεικνύουν την πραγματική τους δυναμική, όταν συνδεθούν βιωματικά.
Η στιχουργική αφήγηση, στο δεύτερο πρόσωπο, όσο αφηρημένα ή αφοπλιστικά ερμηνεύεται μερικές φορές, δεν παύει να σκηνοθετεί καταστάσεις. Αυτή η επίθεση στο θυμικό, που σαν να με κοιτά κατάματα με αδρανοποιεί και με αναγκάζει να προσέξω τα λεγόμενα, που όσο και αν απορροφηθώ από τις μελωδίες ή το νεύρο δεν θα πάρω το βλέμμα μου από το ζητούμενο, είναι που μετατρέπει έναν απλά καλό δίσκο σε κάτι σπουδαιότερο. Και κάπου εκεί, ανάμεσα στις κραυγές και τις μελωδίες, ανάμεσα στις παύσεις και τα κενά αέρος, ανάμεσα στην θλίψη και την οργή, καταλήγει κανείς να ψάχνει ένα σημείο να πιαστεί. Οι Ojne, που αν θέλει ο Ιάσονας θα εκτιμούσα να πει δύο λόγια για το ποιόν τους, τραβάνε γραμμή στο χρώμα εξαρχής, δίνοντας το στίγμα:
“There’s a knife in my pocket and I’m coming back, I’m not using it against myself this year. I’m just waiting for the right time to cut the thread of a spider web that goes all the way to the mirror, to an image of myself that I rarely manage to stare at”.
Το στάυρωμά μου με @eviL, επειδή έχω παρακολουθήσει τα μουσικά του ακούσματα, ήξερα ότι θα μου δώσει σίγουρα κάτι ενδιαφέρον και για τα δικά μου γούστα.
Αναμενόμενα λοιπόν οι Oranssi Pazuzu δεν ήταν περίπτωση άγνωστη σε μένα. Αρχικά να πω ότι η πρότασή του μου θύμισε λίγο την φάση στο master chef που έχουν ένα κεντρικό υλικό που πρέπει να βγαίνει στο πιάτο και του λένε γαμάτο πιάτο, δημιοργικό αλλά το main υλικό δεν είναι ο “πρωταγωνιστής”. Έτσι και εδώ, το θέμα ήταν γλώσσα διαφορετική πλην αγγλικών και ενώ στην θεωρία έχουμε φιλανδικά εγώ δεν κατάλαβα τίποτα
Οι Oranssi Pazuzu πέφτουν για μένα αυτό που λέμε “δύσκολο άκουσμα”. Αυτό το υβρίδιο της post, ατμοσφαιρικής, avant - garde που συνορεύει με το black metal έχει για μένα ένα πολύ βαθύ μουσικό ενδιαφέρον και μία ξεχωριστή ατμόσφαιρα που άλλες φορές είναι παράξενα όμορφη και άλλες έως και ενοχλητική. Αυτό είναι που με έχει κάνει να έχω ακούσματα από Sunn 0))) π.χ. μέχρι το collaboration του Waste of Space Orchestra αλλά να μην θεωρώ ότι είναι δικά μου αγαπημένα, ότι με κέρδισαν.
Στα του album. Είναι όπως το περίμενα και όπως πάνω κάτω περιέγραψα και πριν. Ένα ατμοσφαιρικό μουσικό χάος, με πολύ μουσική από πίσω και μοναδική ατμόσφαιρα. Ναι σε σημεία με ξένισε, ναι δεν μπορώ να πω εύκολα ότι γυρνάω ξανά και ξανά στο album αλλά θεωρώ ότι έγινε ένα πρώτο σημαντικό βήμα να εισβάλλουν αυτές οι φόρμες στο μουσικό comfort zone μου και να γίνουν πιο οικείο άκουσμα. Ναι υπάρχουν συστατικά σε αυτό το μείγμα που χτυπάνε κατευθείαν στην καρδιά (π.χ. το ομότιτλο, το μεσαίο part στο 17λεπτο vasemman…, το φοβερό κλείσιμο του δίσκου με το Valveavaruus), ώρα ίσως να αγκαλιάσω και όλο το μείγμα.
Το περσινό παίζει να είναι και ακόμα καλύτερο από το Värähtelijä?
@eviL ευχαριστώ πολύ! Μου άρεσε πολύ και η κριτική σου στο Exquirla! Ακριβώς έτσι θα τα έγραφα και εγώ και ναι το Un Hombre είναι ύμνος!
Νομίζω το ζευγάρωμα μου με τον @Clairvoyant είναι ήδη καταδικασμένο σε αποτυχία. Εγώ δεν έχω καμία επαφή με trip hop και ο clairvoyant είμαι σίγουρος ότι δεν θα του αρέσει η Lacey Sturm.
Τελοσπάντων θα κάνω κριτική μάλλον μέσα στο Σαββατοκύριακο.
Σε αυτό το ταίριασμα βρεθήκαμε σε παρόμοιο power metal mood με τον @osfp7 , ανταλλάσοντας δίσκους που ξεχώρισαν εντός του συγκεκριμένου ιδιώματος για τη δεκαετία που μας πέρασε, ο καθένας για τους δικούς του λόγους.
Powerwolf, λοιπόν, μια μπάντα που απολαμβάνει τεράστια δημοφιλία εντός των heavy metal τειχών, όντας το αντίπαλο δέος των Sabaton, αλλά, όπως και στην περίπτωση των Σουηδών, πολλοί «λατρεύουν να μισούν». Δικαίως ή αδίκως, όλα είναι θέμα συγκυριών και γούστου τελικά, με την απάντηση να εξαρτάται σε ποια μεριά από τις προαναφερθείσες τάσσεται ο καθένας. Να, για παράδειγμα ο πολύ καλός φίλος @apostolisza8 θεωρεί το “Carolus Rex” ό,τι καλύτερο συνέβη στο power metal τα τελευταία δέκα χρόνια, τί μπορεί κανείς να του πει που του αρέσουν οι Europe και η πολεμική ιστορία;
Το “Blood Of The Saints” είναι το τέταρτο άλμπουμ των Γερμανών, αλλά είτε ήταν το τρίτο, είτε το πέμπτο, είτε το έβδομο, λίγες έως ελάχιστες διαφορές θα υπήρχαν. Έχοντας βρει το προσωπικό τους ύφος ήδη από το δεύτερο τους άλμπουμ, το πολύ καλό “Lupus Dei”, κατόπιν θα τελειοποιούσαν αυτό το πομπώδες, πληκτράτο, ατμοσφαιρικό, μα πάντοτε ανατατικό στυλ, επαναλαμβάνοντας αυτήν την επιτυχημένη μανιέρα από δίσκο σε δίσκο. Κάτι που παραδέχονται και οι ίδιοι, προς τιμήν τους και χωρίς αναστολές.
Γιατί, άλλωστε, να το κρύψουν; Ούτε οι πρώτοι, ούτε οι τελευταίοι είναι που ακολουθούν ένα συγκεκριμένο δημιουργικό μοτίβο, το οποίο όσο τους χαρίζει επιτυχημένα και διασκεδαστικά άλμπουμ, δεν υπάρχει λόγος να αλλάξουν. Κατά τα άλλα, η μπάντα έχει την τύχη να διαθέτει έναν ικανότατο frontman με κλασικές σπουδές στο τραγούδι και αναγνωρίσιμη, στεντόρεια φωνή, γεγονός που τους δίνει σημαντικότατο πλεονέκτημα στον εμπορικό στίβο του είδους τους.
Το ομολογώ, δεν μπορώ να πω ότι είμαι ο μεγαλύτερος οπαδός των Powerwolf, αλλά μου αρέσουν και έχω ακολουθήσει τη δισκογραφία τους από την έναρξη της, όντας πιτσιρικάς όταν ντεμπούταραν το 2005. Το “Lupus Dei”, δε, το θεωρώ πολύ ωραίο heavy/power άλμπουμ, μπορεί και από τα καλύτερα της εποχής που κυκλοφόρησε (βλέπε mid – late ‘00s), συνδυάζοντας πολύ επιτυχημένα στοχεία από Helloween, Accept και λοιπές σημαντικές και προγενέστερες τους μπάντες. Το γεγονός, πάλι, ότι κατάφεραν να ξεχωρίσουν της power γενιάς τους είναι αξιοθαύμαστο, αφού υπήρχαν σχήματα που έμοιαζαν να έχουν μεγαλύτερο potential από εκείνους τότε, αλλά είτε χάθηκαν από προσώπου γης, είτε παρέμειναν στάσιμα/έκαναν βήματα προς τα πίσω (βλέπε Dream Evil, Bloodbound και φυσικά Lost Horizon).
Τελικά, η άποψη μου για τη μπάντα θα παρέμενε σε ένα επίπεδο «ναι μεν, αλλά», μα βλέποντας τους ζωντανά κατέληξα πως αξίζουν στο έπακρο την επιτυχία που απολαμβάνουν, ανεξαρτήτως γούστου και διαφωνιών που σίγουρα έχω για το μουσικό τους ποιόν. Διασκεδαστικότατοι, απόλυτα επιτηδευμένοι σε σημείο να φαίνονται ανεπιτήδευτοι, χαβαλέδες αλλά με συγκεκριμένη, ξεκάθαρη και προσβάσιμη στον καθένα μουσική άποψη στην οποία δεν κάνουν εκπτώσεις: αυτοί είναι οι Powerwolf και σε όποιον αρέσουν.
Το παιχνίδι μου έδωσε power metal την φορά που έδωσα και εγώ power metal πόσες ήταν οι πιθανότητες;; . Πέρα απo την πλακα το power metal είναι από τα αγαπημένα μου υποείδη του metal. Γουστάρω τα πάντα λίγο πολύ από Helloween-Blind Guardian έως τους μοντέρνους εκπρόσωπους του είδους Sabaton-Powerwolf κλπ.
Το άλμπουμ δεν θα το έλεγα καινοτόμο αλλά δεν το λέω για αρνητικό. Είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθεί αυτό στο Power metal και δεν νομίζω να το επιδίωξε και η μπάντα. Βέβαια για να τα λέμε όλα έδωσαν μια φρέσκια πνοή σε έναν παλιό ήχο και πρόσθεσαν και στοιχεία από άλλα είδη όπως neoclasical, speed και ολίγον prog metal.
Τα drums είναι μονίμως σε Rapid fire, τα φωνητικά δεν με εντυπωσίασαν αλλά κάνουν την δουλειά τους ενώ και το μπάσο είναι αρκετά στιβαρό. Όλα τα λεφτά όμως είναι οι κιθάρα. Μελωδίες στα πρότυπα του speed metal κ αρκετά κοινές με dradonforce, δυνατά ριφ και πολύ καλά σόλο. Για τα σόλο θα έλεγα πως είναι ένα κλικ πιο τεχνικά από πολλές άλλες μπάντες του είδους.
Οι στοίχοι είναι πιο power metal πεθαίνεις με αναφορές σε ιστορίες μυθικών πολεμιστών και επικές μάχες. Τα επικά διπλά φωνητικά σε κάνουν να νοιώθεις στην 1η γραμμή του πολέμου ενώ τα περισσότερα τραγούδια σηκώνουν sing along.
Προσωπικά άκουσα καλό κλασικό power και πέρασα μια χαρά. Τα 50 περίπου λεπτα περνάνε νεράκι και αν σας αρέσει το είδος έχει όλα τα must στοιχεία
PS Τώρα που το διαβάζω 2η φορά βλέπω πως έγραψα το power metal 100 φορές συγχωράτε με
Κρίμα που δεν σου άρεσε ο τραγουδιστής, ο τύπος έχει συμμετάσχει και σε ένα από τα καλύτερα δισκάκια βραζιλιάνικου power metal που έχουν κυκλοφορήσει, αυτό.
Bacamarte - Depois Do Fim (1983)
(πρόταση album από @Spyros_Koukas
Μην έχοντας την παραμικρή ιδέα για την ύπαρξη της μπάντας και του ήχου της, εγκυκλοπαιδικά εντελώς έψαξα αρχικά τι σημαίνει το όνομά της και ο τίτλος του δίσκου και βρήκα τα παρακάτω:
Bacamarte: είδος όπλου με πλατιά κάνη
Depois Do Fim: Μετά το τέλος
Μπορεί βέβαια η μετάφραση να είναι και παντελώς λανθασμένη, γιατί βασίστηκα κυρίως στο google translate.
Πληροφοριακά λοιπόν, έχουμε να κάνουμε με μια κυκλοφορία από το (μακρινό;) 1983, που κινείται στα μονοπάτια του progressive rock, καταγόμενο από τη (μακρινή;) Βραζιλία. Να τονίσω ότι λόγω της ελαχιστότατης τριβής μου με την πορτογαλική γλώσσα, γενικά μου φαίνεται πολύ “αστεία” η προφορά της, πρόβλημα ξεκάθαρα δικό μου και όχι δικό τους. Παρολαυτά, ευτυχώς για 'μένα ο δίσκος είναι πολύ περισσότερο instrumental παρά βασίζεται στις φωνές, οι οποίες μάλιστα εκεί που υπάρχουν δεν έκαναν την ακρόαση καθόλου άβολη. Δε θα κρυφτώ πίσω από το δάχτυλό μου, είμαι ο τύπος που από Βραζιλία θα επιλέξει καφέ και SEPULTURA (της ορθόδοξης εποχής). Είμαι όμως και ο τύπος που από σύγχρονη Αγγλία, εκτός των πολλών άλλων μουσικών της, θα επιλέξει τάχιστα και τον Steven Wilson εποχής “The Raven that Refused to Sing”. Το “Depois Do Fim” σε πολλά σημεία μου έδωσε την εντύπωση ότι είναι από τους δίσκους που επηρέασαν μουσικές όπως αυτές που ακούμε στο “Raven…”, και αυτό μου άρεσε πάρα πολύ ακούγοντάς το. Σε περίπτωση που δε γνωρίζει για το album ο Steven, του προτείνω να ρίξει μια ακρόαση.
Στα μουσικά, πάνω από όλα πρόκειται για κιθαριστικό δίσκο-όργιο, νέτα σκέτα πρωταγωνιστής είναι ο κιθαρίστας της μπάντας Mario Neto, με την υπόλοιπη κομπανία να ακολουθεί εξαιρετικά τις εμπνεύσεις του. Το πολύ ευχάριστο της υπόθεσης είναι ότι το album κυλάει νεράκι αν σου αρέσουν αυτές οι μουσικές. Δεν είναι εύπεπτο - από την άποψη ότι δεν είναι δίσκος με hits (ευτυχώς αν με ρωτάτε, δε θα άντεχα hits με refrains στα πορτογαλικά) - αλλά δεν είναι και δύσκολο, περιέχοντας αρκετές πολύ όμορφες μελωδίες. Ακόμα και στα σημεία που ξεφεύγουν και παίζουν πολύπλοκα με περίεργα μετρήματα, το κάνουν μετρημένα (see what i did there?) και δε με κούρασαν.
Δεν είναι ο δίσκος που θα επιστρέψω πολλές φορές, αλλά δε νομίζω να είχα την ευκαιρία να τον ακούσω αν δεν είχε προταθεί εδώ μέσα. Ωραία πρόταση, πέρασα πολύ ευχάριστα και που τον άκουσα, αλλά κυρίως που τον ανακάλυψα!
Με τους Baroness ειχα ασχοληθει ξανα πριν πολλα χρόνια, ειχα ακουσει καποιον απο τους δισκους τους (δεν θυμαμαι καν ποιος ηταν) και ειχα αποφασισει πως μαλλον δεν ειναι για μενα. Οχι επειδη κατι δεν μου αρεσε ή επειδη ηταν εκτος του μουσικου ευρους μου, απλα δεν μου ειχαν κανει ιδιαιτερο κλικ ωστε να ασχοληθω περισσοτερο.
Το Purple (2015) ειναι ο πρωτος δίσκος της μπαντας μετα το τροχαίο του 2012 και τις αλλαγες μελων που ακολουθησαν. Ενω στις πρωτες ακροασεις δεν με ενθουσιασε, δινοντας του περισσοτερο χρονο αρχισα να βρισκω στοιχεια που μου αρεσουν.
Μουσικα στα αυτια μου η μπαντα εχει ενα περιεργο συνδυασμο συγχρονου alternative rock/metal με μια δοση sludge, αλλη μια stoner και καποια σημεια που θυμιζει αρκετα παλιο rock/hard rock. Με εναν ηχο που αφενως μπορει να φανταζει υπερβολικα γνωριμος σε ολους μας θεωρω (ισως και αυτο το υπερβολικα οικειο ηταν που με εκανε να μην τους ψαξω περισσοτερο την πρωτη φορα που ασχοληθηκα) αλλα αφετερου προσεχοντας περισσοτερο τις λεπτομερειες δεν ειναι καθολου κοινοτυπος. Το purple ειναι ενα πολυ ευχαριστο ακουσμα που συνδιαζει τον πικρο στιχο με μια πιο αλλεγκρα προσεγγιση μουσικα. Οχι τοσο αλλεγκρα ωστε να μπορεις να την πεις χαρουμενη, αλλα ουτε και τοσο βαρια συναισθηματικα οσο το νοημα των στιχων.
Ενα συντομο track by track:
Morningstar: Αν εξαιρεσουμε τη φωνη, ολο το υπολοιπο κομματι θα μπορουσε ανετα να ειναι κομματι των Mastodon των τελευταιων δισκων. Ωραιο κομματι, παρα το ακομψο της μεγαλης ομοιοτητας. Ευτυχως ειναι 2-3 μονο τα κομματια που θυμιζουν τοσο εντονα mastodon.
Try to disappear: Εδω οι mastodon επιρροες επιστρεφουν παλι στο προσκηνιο, ειδικα στους ρυθμους και τα γεμισματα στα τυμπανα αλλα και καποια απο τα riff. Παρολο που σε στιγμες αισθανομαι ακριβως σαν να ακουω να παιζει o (μεγιστος) Brann Dailor, και παλι το να ακους ολα αυτα τα γεμισματα κανει το κομματι πολυ πιο ενδιαφερον.
Kerosene: Η πρωτη κομματαρα του δισκου, φοβερα leads, το καλυτερο prechοrus “You’ll take your time, I’ll take mine. And I’ll wait so…patiently” και γενικως μια ομορφια.
Fugue: ενα ωραιο μελωδικο ορχηστρικο αναμεσα σε δυο απο τα καλυτερα κομματια του δισκου
Chlorine and wine: Μιλαει για καποιον που ειναι στο νοσοκομειο γεματος φαρμακα και σε δυσκολη κατασταση. Διαβασα πως σχετιζεται με την αποθεραπεια των μελων μετα το αυτοκινητιστικο που ειχαν το 2012. Σε καθε περιπτωση ειναι μεγαλη κομματαρα.
Iron bell: Για δυσκολες σκεψεις βαρεμαρας και καταθλιψης μιλαει ο στιχος, upbeat και ροκαδικος ο ρυθμος και το μεσαιο ορχηστρικο τμημα ειναι απολαυστικοτατο. Εκει που ακους ωραια riff να διαδεχονται leads ακους και τα γεμισματα στα τυμπανα και θυμασαι πως και ο ντραμερ ειναι γαματος σε αυτη τη μπαντα. Εξαιρετικο.
If I have to wake up: Μια πονεμενη, ακουστικη και ενδιαφερουσα συνθεση.
Το Purple λοιπον ηταν ενας δισκος που δεν περιμενα πως θα μου αρεσει τοσο οταν ξεκινησα να τον ακουω. Λογικα θα επιστρεψω σε αυτον στο μελλον. Θενκς @Tylerdurden για τη δευτερη στη σειρα πολυ ενδιαφερουσα προταση !
ΝΕΓΕΙΑΣΑΣ, είδατε, πιστή στις δηλώσεις μου! Τετάρτη και δύο μέρες ;p σήμερα, τι κι αν πέρασε μία εβδομάδα από τότε που εννοούσα, καμία σημασία δεν έχει! Όχι οκ, πέρα από την πλάκα, συγγνώμη αγαπημένοι @JTN και @Ktn (χα, πόσο ταιριαστά), το γάμησα έτσι λίγο δα… Απλώς να, το μεγάλο μου πρόβλημα με αυτόν τον δίσκο, ήταν το μουντ μου. Σοβαρά, δεν το βρήκα καθόλου, περνάω φάση που ανακαλύπτω πώς το ελληνικό κραστοπανκ ντύνει υπέροχα την οργή μου και έτσι όσες φορές μέχρι σήμερα έχω ακούσει τον δίσκο (και δεν είναι και λίγες), αμφιταλαντεύτηκα μεταξύ του να με πάρει ο ύπνος και του να μην μου μείνει νότα. Και δεν είναι το θέμα του να γράψω το τέλειο κείμενο που συνετέλεσε σε αυτήν την καθυστέρηση ή κάτι παρεμφερές, ούτε καν, είναι πιο πολύ η ανησυχία του ότι κάτι είναι κρίμα να περάσει και να μην ακουμπήσει, ακόμα και αρνητικά, όταν κάποιος στο έχει προτείνει για κάποιον λόγο.
Α, εντωμεταξύ έπαθα και το άλλο, περιττό να πω. Βρήκα ευκαιρία να ακούσω το περσινό τους που με συνεπήρε τόσο πολύ και μετά κόλλησα κάπου εκεί πέρα. ;p Αλλά ας το αφήσουμε για άλλο επεισόδιο αυτό ή έστω για τον @Aldebaran, η κριτική του οποίου ανακάλυψα πως είναι εξαιρετική. <3
Anyways, το θέμα είναι ότι έστω και αργά ήρθε η ώρα, έβαλα το τζιν τονικ μου και είπα ή τώρα ή ποτέ και να ‘μαι. SigurRos στο δεύτερό τους πόνημα το λοιπόν, Ágætis byrjun aka «μια καλή αρχή»*. Ταιριαστό με το εξώφυλλο, σκέφτηκα, και το περίεργο αυτό φτερωτό και φωτεινό βρέφος. Και, τω όντι, καλή είναι και η αρχή του, αλλά και τα υπόλοιπα. Ο δίσκος ξεκινάει με ένα περίεγο, απόκοσμο μικρό ιντρο και συνεχίζει/αρχίζει να χτίζεται με το Svefn-g-englar, μια δεκάλεπτη σύνθεση που μεγαλώνει, δυναμώνει, επαναλαμβάνεται και κυκλώνει, με πανέμορφα, ανδρόγυνα φωνητικά και με πλήκτρα τοποθετημένα εδώ και εκεί, με τρόπο από αυτούς που συντονίζουν τον εγκέφαλό μου. Νηφαλιότητα, αλλά και κίνηση, με έντονο το υγρό στοιχείο, σαν αίσθηση. Mε ταξιδιάρικη διάθεση επίσης, χωρίς περιπέτεια όμως μα με απόλυτη ηρεμία, σχεδόν σα να σχετίζεται το κομμάτι με το εξώφυλλο και πάλι, με την γένεση, με την μήτρα και το ταξίδι/την κίνηση προς την ζωή. Προς επίρρωση αυτού του συνειρμού, το κομμάτι καταλήγει σε ένα πέρασμα που μοιάζει με επιταχυνόμενο καρδιοχτύπι, το οποίο κιόλας σκάει τόσο… άκυρα, σα να είναι άλλο ιντρο ή η αρχή από το επόμενο. Το οποίο επόμενο, Starálfur, μπαίνει με φουλ contemporary classic διάθεση, πιανάκι και κυρίως (πασίγλυκα) έγχορδα, που συνέχουν ολόκληρη την σύνθεση και έχουν τόσο εμφατική παρουσία και δυναμική, ώστε να στέκονται και δίπλα στα φωνητικά, στην ίδια ένταση. Προς το τέλος και πάλι, το κομμάτι αλλάζει, κόβεται, και μια παραμορφωμένη κιθάρα κάνει το τοπίο πιο χαώδες και σκοτεινό, πιο υπόγειο και σπηλαιώδες. Το Flugufrelsarinn ακολουθεί σαν φυσική συνέχεια, με παρόμοια μουσικά μοτίβα, αλλά ακόμα πιο εμπλουτισμένο στην ενορχήστρωση και, στα δικά μου αυτιά, με διάσπαρτες φλοϋδικές αναφορές. Κάπως… ξεφούσκωτα, ξεκούρδιστα το έργο προχωράει στο Ný batterí και στα πνευστά/χάλκινά του, που ξεκινούν ασθμαίνοντας, ξαποσταίνουν και ανασαίνουν σε μια πολύ ιδιαίτερη σύνθεση στην οποία προστίθεται μια καταπληκτική μπασογραμμή, πλήκτρα και μετέπειτα ένας πολύ ασυνήθιστος ήχος κυμβάλου**, στοιχεία που ενώνονται όλα μαζί σε ένα «ηλεκτροφόρο» ηχητικό τοπίο. Βέβαια όλα αυτά όσο όμορφα κι αν ακούγονται κι όσο ενδιαφέρον κι αν προκαλούν, για μένα σβήνουν με τις πρώτες νότες του Hjartað hamast (bamm bamm bamm) , κομμάτι το οποίο κάθε μα κάθε φορά που άκουγα τον δίσκο τραβούσε εξ ολοκλήρου την προσοχή μου. Πολύ λογικό βέβαια, καθώς μπαίνει με hammond, harmonica και φουλ classic/70’s rock πνοή, ήρθε κι έδεσε. Πανεύκολα η αγαπημένη μου στιγμή στον δίσκο, Doors kind of classic with a super futuristic twist όμως. H σύνθεση παρ’όλο που βασίζεται στις κλασικές αυτές δομές, ξεφεύγει, απλώνει και χάνεται, παίρνει μυστηριώδεις διαστάσεις με eerie & απόμακρα φωνητικά και ξεσπάσματα, ντύνεται με έγχορδα και πιάνο και εκρήγνυται, κυριολεκτικά, στο κλείσιμο, όπου πια μένει ζωντανό μόνο το προαναφερθέν πιάνο να παίζει για την αποφώνηση. Αλλά και για την συνέχεια. Στο Vidrar Vel Til Loftárasa το κλασικό πιάνο παίρνει πια τον χώρο του σε μια σύνθεση κάργα φλοϋδική πια, με references στο The Wall, στην αισθητική, στον ήχο του πληκτροφόρου έγχορδου, στα slides της κιθάρας και στην νοσταλγική ματιά του. Ίσως η πιο soundtackική στιγμή μέχρι στιγμής ;p, σε έναν γενικά φουλ soundtrackικό δίσκο. Το Olsenolsen ξεκινάει διακριτικά και νωχελικά, με μια κιθάρα που συναντάει ένα πανέμορφο φλάουτο που στην πορεία χάνονται σε μια ανατατική σύνθεση κλασικής ορχήστρας, εμπλουτισμένη με χορωδιακά φωνητικά και με το, απαραίτητο πλέον, πιανάκι να επιδίδεται σε χαρούμενες, χορευτικές τρίλιες (ιδιαίτερη μνεία τζαστ κοζ, έχω θέμα με το πιάνο, θεματάρα με τις τρίλιες από το πουθενά, αυτά ;p). Προχωράμε στο προτελευταίο και ομώνυμο άσμα, το Ágætis byrjun και δεν ξέρω τι ξεχωριστό μπορώ να πω πια, η ποιότητα και το αισθητικό επίπεδο παραμένουν υψηλά, ενώ κάπου σκάει και μια υφέρπουσα μελαγχολία, μέσω των μαγευτικών φωνητικών. To Αvalon μένει πια για να κυκλώσει ο δίσκος, ως μια πιο μεγαλεπίβολη δήλωση, με στόφα soundtrack και πάλι μα με μικρή διάρκεια, που κλείνει όμως την πόρτα ιδανικά (σε ό,τι κι αν ήταν τελικά αυτό που άκουσα)…
…Post rock, contemporary classic, ambient, dream pop, trip hop, απόλα έχει μέσα τούτη η συνταγή αυτή και μαζί με την γλυκιά της ηρεμία, που δεν υποδηλώνει σε καμία περίπτωση στασιμότητα μα αέναη και βέβαιη κίνηση και θεωρώ πως έπιασε. Εν τέλει, αυτή η ακρόαση του δίσκου, η ήσυχη και συντονισμένη με τα ακουστικά, είχε πολλά να μου δώσει. Πολλές οι όμορφες στιγμές και ευχαριστώ γι αυτό @Ktn, αν και δεν ξέρω εάν ρεαλιστικά θα επιστρέψω σε αυτό άμεσα. Όχι ότι έχει κάτι να λέει αυτό απαραίτητα, θεωρώ ότι αν κάτι το πιάσεις και (νομίζεις πως έφτασες κοντά στο να) το ξεκλειδώσεις, σου μένει και κάπως σε περιμένει καρτερικά εκεί.
*και…μέχρι εκεί έφτασε η όποια μου επαφή με μετάφραση και το τι σημαίνει το οτιδήποτε. Μισή δουλειά ίσως, αλλά και η αίσθηση του άγνωστου ταυτόχρονα…
**από wiki “The cymbal used in “Ný batterí” was found on a street in downtown Reykjavík. The instrument was bent and had apparently been driven over. However, they liked the way it sounded and wrote the song from there”, μαι ρησπεκτς
Ps : Ευτυχώς από το London Calling για το ματσάρισμα με τον @anhydriis κάτι σκαμπάζω, οπότε ευελπιστώ να είμαι συνεπέστερη.
@bostonflesh τελικα το παρακατω, αν και δεν ειναι στα ακουσματα μου, μου αρεσε. Θα το χαρακτηριζα ευπεπτο ροκ - χωρις να του δινω αρνητικη χροια- με την τυπισα να εχει εξαιρετικη φωνη. Δεν μπορω να πω με τι μοιαζει γιατι δεν ακουω τετοιου ειδους μουσικη.
Μπορει να μην το ακουω συχνα απο εδω και περα αλλα σιγουρα δεν θα το σβησω απο την λιστα μου στο spotify.
Thanks
Δεν εχω ιδιαιτερη (βασικα καμια) σχεση με το desert rock οποτε δεν εχω να πω και πολλα πανω στο συγκεκριμενο μουσικο ιδιωμα, παρόλα αυτα εντοπισα αρκετα alternative rock στοιχεια και γενικα υφος που μου φανηκε εντονη η παρουσια του στο συνολο. Βγαζει φυσικα και μια εντονη ροκια οποτε ειναι μια μιξη των δυο ηχων υποθετω, και συμφωνα με τις δικες μου προτιμησεις και ακουσματα απολαυσα πολυ περισσοτερο την alternative πλευρα και στιγμες του δισκου.
Περιμενα πως θα ακουγα κατι παρομοιο με Nightstalker η Monster Magnet, άλλα τελικα συνειδητοποιησα πως δεν μοιραζονται και πολλα κοινα στοιχεια με τη stoner σκηνη, αν και σιγουρα εχουν δομικα στοιχεια και μουσικες φρασεις που παραπεμπουν αβιαστα εκει, και ανετα θα ακουγες σε καποια συγκροτηματα του ειδους. Οι Deaf Radio εχουν ταχυτερα tempo χωρις να λειπουν και οι χαλαρες στιγμες, και δεν ηχουν οσο heavy ειναι οι παραπανω μπαντες, στα δικα μου αυτια τουλαχιστον. Δεν κανω τη συγκριση αρνητικα για καμια μπαντα (αν και Nightstalker παρακολουθω σταθερα με ενδιαφερον πολλα χρονια, εξαιρετικη μπαντα), μιλαω καθαρα για τα ειδη της stoner και της desert rock και οποιες μουσικες διαφορες εντοπισα στη μικρη μου ενασχολιση και επαφη που εχω μαζι τους.
Μου θυμισαν παντως τους επισης συμπατριωτες Semen of the Sun, των οποιων το αλμπουμ Radio Adult: Slow Songs, Cheese & Wine μου αρεσει πολυ.
Ευχαριστος δισκος, ευπεπτος, αμεσος και πιασαρικος με ωραιες μελωδιες, κυλισε ευχαριστα το 40λεπτο διαρκειας του. Απο την αλλη βεβαια δεν μου εκανε εντονη εντυπωση ωστε να πω πως θα ψαχτω περισσοτερο με τον ηχο που πρεσβευουν καθως δεν μου κανει αισθηση, ως συνολο μαλλον δεν θα τον ακουγα ξανα. Ομως επιλεκτικα καποια κομματια τα ακουγα συχνα αυτο το χρονικο διαστημα, και θα συνεχισω να τα ακουω οταν ειμαι στο καταλληλο mood και μελλοντικα νομιζω, οπως το παρακατω που θα παραθεσω και ως δειγμα:
Ευχαριστω τον @eviL για την καλη προταση, (που φαινεται πως του αρεσουν και οι Converge αν κρινω απο την εικονα του, οι οποιοι ειναι μια πολυ μεγαλη μου μουσικη αγαπη.)
Μετά από 2 γύρους που προτείνω Amenra και Oranssi Pazuzu, είπα αυτή τη φορά να δώσω κάτι πιο εύπεπτο και easy listening για το ευρύτερο φάσμα των χρηστών Από το review σου νομίζω πέτυχα το σκοπό μου σχετικά, αλλά πιστεύω θα εκτιμούσες άλλες μου προτάσεις καλυτέρα χαχα.
Οι Deaf Radio είναι αυτό ακριβώς: πιασαρικοι, ευκολοακουστοι και ροκεντρολ. Ευκολά παίζει για εμένα στο πακγκραουντ ενός roadtrip μιας και όπως ανεφερα μου θυμιζουν τελειως τους QOTSA/Them Crooked Vultures/Royal Blood.
Ευχάριστη πασα από @Death.Eternal με το 5772 των Sleepwalker.
Δεν τη γνώριζα τη μπάντα, και ήταν μια ευχάριστη έκπληξη μιας και παίζουν πολύπλοκες μουσικές που μου είναι γνώριμες και γουστάρω
Οι Sleepwalker λοιπόν, ένα αμάλγαμα Japanese-Russian-American μελών και μουσικών ειδών που κυμαίνονται κατά βάση σε μια προέκταση του Avant Garde και ψυχεδελικού Black metal από το 2015.
Το 3 μελες σχήμα αφού γνωρίστηκε διαδικτυακά και αρχισαν να μοιράζονται μουσικές μέχρι να αποφασίσουν να συναντηθούν και να ηχογραφήσουν.
Το αποτέλεσμα είναι ένα πολυδιάστατος δίσκος με πολλές καλλιτεχνικές επιρροές από improv jazz, extreme black metal, noise, psych rock – κάπου είδα ότι έχουν και τον Keiji Haino σαν έμπνευση οπότε ανέβηκαν παραπάνω στα αυτιά κ μάτια μου.
Το άλμπουμ – αν δε ξέρεις τι να περιμένεις – είναι ψαρωτικο: ούτε το εξώφυλλο, όνομα, η διάρκεια (είναι μόλις 20 λεπτά) σε προϊδεάζει για αυτό που θα ακούσεις.
Από το πρώτο δευτερόλεπτο, σε αρπάζει από τα αυτά μια αιθέρια παράνοια και σε τραβάει σιγά σιγά στο βούρκο Όλη η αισθητική του άλμπουμ βασίζεται επίσης και σε έναν κάπως μπουκωμένο ήχο, ο οποίος αποτι διάβασα οφείλεται και στο ότι ηχογραφήθηκε live ,αλλά δουλεύει σε αυτό που θέλει η μπάντα να δημιουργήσει και το κάνει ακόμα πιο ατμοσφαιρικό.
Τα φωνητικά απόκοσμα, κιθάρες ψυχεδελικές, αλλά ο μεγαλύτερος πρωταγωνιστής είναι τα τρομερά drums που δίνουν πόνο.
Ωραία πρόταση και σίγουρα τη προτείνω σε όποιον θέλει να ψαχτεί περισσότερο με τη progressive / πειραματική μουσική η σου αρέσουν οι Pazuzu / Dark Buddha Rising / Furia / Terra Tenebrosa.
Aς δώσουμε λίγη αγάπη στους Coroner είπε ο @RiderToUtopia και ποιός είμαι εγώ να πω όχι?
Να πω, πως η πρώτη μου επαφή με τους Coroner δεν ήταν ιδανική: ακουσα το Grin πρώτο πρώτο, το οποίο την περίοδο της ακροασης δεν μου είπε σχεδόν τίποτα. Ήταν μια μικρή απογοήτευση το ότι δεν μου είπε τίποτα, καθώς ήθελα να μου πεί κάτι.
Fast Forward κάμποσο καιρό αργότερο, δεν θυμάμαι με ποιά αφορμή, αλλά για κάποιον λόγο βάζω να ακούσω το Panishment For Decadence. Με τις πιθανότητες να είναι είναι συντριπτικά κατά του (ειδικά αφού είμαι και “λάτρης” πιο σύγχρονου και ογκώδη ήχου), γίνεται το απίστευτο. Μένω με το σαγόνι ανοιχτό. Δίσκος από τους λίγους. Δεν θα πω όμως για αυτόν τον δίσκο, καθώς ο φίλτατος ΠΑΡΓΑΛΑΤΣΟΣ, μου είπε να ακούσω άλλον δίσκο.
Mετά φυσικά το σοκ μου με το Penishment(το χέρι έκανε λάθος, αλήθεια, αλλά το κράτησα), προχώρησα και στο επόμενο, το οποίο είναι και αυτό που μου έτυχε:
Αν και θα αγαπώ για πάντα περισσότερο το Panishment, εδώ τα πράγματα πάνε ένα βήμα παραπάνω. Σίγουρα όπως για παράδειγμα η καλύτερα παραγωγή.
Μουσικά δεν ξέρω πως να τους περιγράψω ακριβώς. Μιλάμε για έναν συνδυασμό τεχνικού thrash, το οποίο μέσα του έχει εξαιρετική μελωδικότητα, χωρίς όμως να καταφεύγει σε blues μονοπάτια, με ολίγον από speed.
Το riffing τους είναι one of a kind (κάτι σαν τους Voivod ένα πράγμα) φτιάχνοντας φοβερές ατμόσφαιρες (παράδοξο για thrash μπάντα).
Πραγματικά δεν ξέρω τι άλλο να πω για αυτόν τον δίσκο(αν και έχω πεί πραγματικά ελάχιστα πράγματα): Αν θες να ακούσεις τεχνικό και πιο πειραγμένο thrash, εδώ θα βρείς τα πάντα. Aν και έχει κυκλοφορήσει σε έτος πολύ δύσκολο για μια μπάντα να μπορεί να ξεχωρίσει - μην πάμε γενικά, αλλά μόνο στο thrash να βάλεις south of heaven και justice , o δίσκος θα έπρεπε να μνημονεύεται εκεί ψηλά με αυτούς τους 2, χωρίς να έχει κανένα κομπλεξ να τους κοιτάξει στα μάτια. Έχω την εντύπωση ότι o Loomis πρέπει να είχε ακούσει πολύ Coroner.