..Με λίγα λόγια

Πάντα απορούσα σχετικά με το λόγο που η συγκεκριμένη μπάντα δεν «έπιασε» στην Ελλάδα. Γι’ αυτό, άλλωστε, φτάσαμε να την δούμε live στα στερνά της και όχι την εποχή που βρισκόταν στο απόγειό της. Αναφέρομαι στους Magnum, τους οποίους παρακολουθήσαμε για πρώτη φορά ζωντανά μόλις το 2018, όταν οι ίδιοι «κουβαλούσαν» ήδη σχεδόν μισό αιώνα καριέρας.

Συγκρότημα ταυτισμένο με την παρουσία των κ.κ. Tony Clarkin και Bob Catley, οι -στην «μεταλλομάνα» του Birmingham σχηματισθέντες- Magnum μετρούν 21 δίσκους, οι οποίοι έχουν ως κύριο χαρακτηριστικό τόσο την καλλιτεχνική και συνθετική ποιότητά τους (τα εύσημα στον Clarkin), όσο και την ιδιαίτερη και «ζεστή» φωνή του Catley (ο οποίος ανέκαθεν λογιζόταν από μέρους μου ως η hard rock μετενσάρκωση του Dio). Μετά από ένα διάλλειμα μεταξύ 1995 και 2000, η μπάντα επανενώθηκε το 2001 και διάγει από τότε μία «δεύτερη νιότη», γνωρίζοντας μάλιστα και αξιοσημείωτη εμπορική επιτυχία σε συγκεκριμένες χώρες της Ευρώπης.

Το αξιοσημείωτο με τους Magnum και ιδιαίτερα τιμητικό γι’ αυτούς είναι το εξής: η πρώτη περίοδός τους τούς οδήγησε στην εμπορική επιτυχία, δίνοντάς τους την ευκαιρία να κάνουν και μία απόπειρα να «πιάσουν» στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού. Ομολογουμένως, η προσπάθεια που έκαναν για καταξίωση στις Η.Π.Α. δεν πέτυχε. Ωστόσο, αυτή η προσπάθεια έγινε χωρίς «έκπτωση» στο καλλιτεχνικό τους όραμα και χωρίς να «μπασταρδέψουν» τις συνθέσεις τους (π.χ. περίπτωση Saxon), γεγονός το οποίο είναι προς τιμήν τους, ιδιαίτερα δε αν συνυπολογίσουμε ποιο ήταν το διακύβευμα του να επιτύχεις εμπορικά στις Η.Π.Α. στα mid και late ‘80s.

Στην τομή της πρώτης περιόδου και της ανωτέρω απόπειρας στέκει υπέρλαμπρο και αιώνιο το αριστουργηματικά αριστουργηματικό:

image

Με ένα καταπληκτικό εξώφυλλο από τον Rodney Matthews, το “On a Storyteller’s Night” αποτελεί τον καλύτερο δίσκο του συγκροτήματος. Υπέροχες συνθέσεις, άρτια δουλειά στην παραγωγή και καίριος ρόλος των πλήκτρων (Mark Stanway). Το ότι τα “Just Like an Arrow”, “Before First Light” (ένα από τα αγαπημένα μου κομμάτια όλων των εποχών) και “Endless Love” δεν έγιναν mega hits παγκοσμίως αποδεικνύει ότι κάτι δεν λειτουργεί σωστά σε τούτον τον πλανήτη. Ίσως να έφταιγε ότι τα προαναφερόμενα πλαισιώνονταν από τα “How Far Jerusalem”, “On a Storyteller’s Night”, “Les Morts Dansants” και “All England’s Eyes” και ο κόσμος δεν μπορούσε να αντέξει τόση ποιότητα. Από την άλλη, μπορεί να κρίθηκε ότι το ΖΖ Top look του Clarkin την εποχή εκείνη ή η elf φιγούρα του Catley δεν ήταν αρκετά eye-friendly για το hairspray κοινό του L.A. Ας είναι… Οι Magnum «καληνύχτισαν» την εν λόγω πόλη λίγα χρόνια αργότερα και συνέχισαν την τίμια και ειλικρινή τους μουσική πορεία.

8 Likes

Πόσες και πόσες συζητήσεις έχουν γίνει γύρω από την έννοια του true στο metal; Τι στα κομμάτια είναι true, πότε είσαι true, πότε παύεις να είσαι true, ποιος βρίσκεται υψηλότερα στο «true-όμετρο» (sic); Αηδίες…

Πραγματικά αυθεντικός είσαι όταν δεν έχεις το άγχος να κατοχυρωθείς ως true, όταν γράφεις πηγαία και δεν προσπαθείς να εκμαιεύσεις με φθηνό τρόπο συναισθήματα. Οι πραγματικά «αληθινές» μπάντες δεν νοιάζονται εάν είναι true και μάλλον καταλαβαίνουν ότι κάτι πάει λάθος όταν αρχίσει να τους αποδίδεται ο όρος.

Μία από τις χαρακτηριστικότερες περιπτώσεις της ανωτέρω διαπίστωσης αποτελούν οι Primordial, συγκρότημα του οποίου η μουσική θα μπορούσε άνετα να αποτελέσει το soundtrack για χώρες με ταραχώδη/τραγική ιστορία, όπως η αντίστοιχη καταγωγής τους ή η δική μας.

Μπάντα δίχως κακό (ούτε καν μέτριο, για fan, όπως εγώ) album, συνεπώς, κρίνεται δύσκολη η επιλογή. Προσωπικό «κόλλημα» και «αρρώστια» το ακόλουθο:

image

Γκρι, μαύρο, μουντάδα, πουλιά να συγκεντρώνονται πάνω από την απεραντοσύνη και η μπάντα σε κατάσταση «φωτιάς». Folk, black, atmospheric ήχοι σε απόλυτη ισορροπία κρατούν την τρίχα «κάγκελο» καθ’ όλη την ακρόαση. Από την άλλη, ο Alan δίνει «λυσσασμένες» ερμηνείες, πότε «κατακεραυνώνοντας» την εξέλιξη του σύγχρονου κόσμου, ο οποίος δεν διδάσκεται τίποτα από τα μαθήματα της ιστορίας, και πότε μοιρολογώντας για τραγικά γεγονότα του παρελθόντος. Πολλά έχουν γραφεί για τον -love or hate- ήχο του δίσκου, όπως αυτός καθοδηγήθηκε από τον Billy Anderson. Προσωπικά, λατρεύω την «σκατένια», «λασπωμένη» και χαοτική ηχητική προσέγγιση (που προσιδιάζει σε παλιό βινύλιο), διότι θεωρώ ότι ταιριάζει με την γενικότερα απαισιόδοξη φιλοσοφία του album και προσθέτει πολύ. But, that’s just me…

Χωρίς τα υπόλοιπα τραγούδια να υστερούν κατά πολύ, δεν μπορεί να μην γίνει ιδιαίτερη μνεία στα δύο πιο επικά και αριστουργηματικά κομμάτια του δίσκου. Το ομώνυμο και το “The Coffin Ships”. Το μεν πρώτο αποτελεί το αγαπημένο μου κομμάτι από την έως τώρα δισκογραφία τους (ο ανταγωνισμός δείχνει και το μέγεθος του πόσο τέλειο είναι), θεωρώντας το μάλιστα και αρκετά παραγνωρισμένο. Το δε δεύτερο είναι μία ελεγεία που «κουβαλάει» τεράστιο συναισθηματικό «φορτίο» και -δικαίως- αναγνωρίζεται ως ορόσημο στη δισκογραφία τους.

Ως κατακλείδα, θα αναφέρω ότι η εμφάνιση των εν λόγω στο An το 2012 συγκαταλέγεται στο προσωπικό μου top-5* των συναυλιών που έχω παρακολουθήσει σε εσωτερικό χώρο. Όσοι ήταν εκεί, θεωρώ ότι θα επικυρώσουν αυτήν μου την επιλογή.

*Οι υπόλοιπες είναι: Anathema@Ρόδον, 2002 / Accept@Gagarin, 2011 / Saxon@Gagarin, 2003 / Rotting Christ@Piraeus 117, 2017

8 Likes

Ο @The_Black_League έπιασε αγαπημένο δίσκο και συγκρότημα, οπότε δεν μπορώ να αντισταθώ από το να συμπληρώσω ότι:

primordial

O Alan Averill έχει επανειλημμένως ισχυριστεί ότι οι στίχοι του είναι στην πραγματικότητα “οικουμενικού” ενδιαφέροντος, παρά την συνήθη ιρλανδική θεματολογία τους, η οποία χρησιμεύει – πάντα κατά τον ίδιο – σαν σημείο αναφοράς για να περάσει το γενικότερο μήνυμα/συμπέρασμα.

Τα παραπάνω, όσο ειλικρινή κι αν είναι, δεν εμπεριέχουν την Αλήθεια ότι το “The Coffin Ships” είναι αδύνατον να το έχει δημιουργήσει κάποιος που δεν είναι Ιρλανδός. Αυτός ο αγέρωχος, αντρίκιος θρήνος για τον Μεγάλο Λιμό που ξεκλήρισε μεγάλο μέρος του πληθυσμού του νησιού κατά τα μέσα του 19ου αιώνα, θα μπορούσε να προέρχεται μόνο από ανθρώπους που έχουν νοιώσει τον αντίκτυπο αυτού του ορόσημου στην Ιστορία της Ιρλανδίας μέσα από τις ακόμη ζωντανές μνήμες 150 χρόνια αργότερα.
Γι’ αυτό το “The Coffin Ships” είναι ένα από τα 2-3 αληθινά κορυφαία τραγούδια που μπορεί να ελπίζει να γράψει κάποιος κατά τη διάρκεια της καριέρας του – αν είναι πραγματικά ικανός, εννοείται.

Ο υπόλοιπος δίσκος – που αναπόφευκτα δεν γίνεται να στέκεται στο ίδιο επίπεδο – βρίσκει τους Primordial, στο ντεμπούτο τους σε μεγάλη εταιρεία, να συνεχίζουν την αργή μετάλλαξη τους σε κάτι πιο επικό και doom. Χαρακτηριστικότατα παραδείγματα τα πρώτα κομμάτια, το “The Golden Spiral”, και το επιβλητικό ομώνυμο, με την σπαρακτική κιθάρα – σήμα κατατεθέν, και την αντισυμβατική δομή (επίσης trademark του συγκροτήματος, όπως και οι μεγάλες διάρκειες). Το μόνο εξ ολοκλήρου γρήγορο κομμάτι που θα βρούμε εδώ είναι το “Tragedy’s Birth”.

Ας σημειωθεί ότι οι Primordial έχουν καταφέρει αυτό που αποτελεί διακαή πόθο και άπιαστο όνειρο τόσων πολλών: να δημιουργήσουν το δικό τους, άμεσα αναγνωρίσιμο ήχο, την ίδια στιγμή μάλιστα που οι επιρροές τους παραμένουν διακριτές.
Κατά τα λοιπά, το “End of All Times” ξεχωρίζει επίσης, τόσο για τους εμπνευσμένους στίχους του, όσο και για την παθιασμένη ερμηνεία του “Nemtheanga” που βγάζει ανυπόκριτη οργή και πίκρα εδώ. Αυτά τα εκφραστικότατα, ανεπιτήδευτα φωνητικά, είναι μάλλον το μεγαλύτερο ατού του συγκροτήματος από το Δουβλίνο, αλλά και του “The Gathering Wilderness” ειδικότερα.

Οι Primordial ανέκαθεν υπήρξαν ένα συγκρότημα που είχε κάτι να πει, κάτι που θα επαλήθευαν κατ’ επανάληψη και αργότερα

6 Likes

Με ψησατε ρε αλάνια να το ακούσω, με την πρώτη ακρόαση μου φάνηκε εξαιρετικό, θα ακολουθήσουν κι αλλες

3 Likes

Alan-ια. Αποτυχημένο, αλλά δεν κρατήθηκα!

1 Like

Καιρός να αναφερθούμε και σε κανένα live album, μπας και επαναφέρουμε στη μνήμη μας τι σημαίνει metal συναυλία, διότι τείνουμε να το λησμονήσουμε εντελώς την εποχή του κορωνοϊού.

Μπορεί να ακουστεί υπερβολικό, αλλά το συγκεκριμένο live album αποτελεί το δεύτερο αγαπημένο μου όλων των εποχών, μετά το προφανές (“Live After Death”), έχοντας αφήσει πίσω Judas Priest, Iced Earth, Queensrÿche κ.ά.

Fun, πώρωση, διάθεση, μπόλικος ιδρώτας, η μπάντα στο peak της καριέρας της, καταπληκτικό setlist, πολύ καλή απόδοση, full επαφή με το κοινό… τι άλλο να ζητήσει, δηλαδή, κάποιος από μία ζωντανή εμφάνιση ή τι παραπάνω χρειάζεται για να χαρακτηριστεί αυτή μνημειώδης;

Αναφέρομαι στο:

image

«Τρελο»-περίπτωση οι Twisted Sister, μ’ έναν εξαιρετικά χαρισματικό κι επικοινωνιακό frontman (Dee Snider), πλαισιωμένο από ωραίους παίκτες. Κατ’ εμέ, μπορούσαν να πετύχουν ακόμη περισσότερα στην καριέρα τους, αλλά για τους Χ , Υ λόγους αυτό δεν επετεύχθη. Στη συλλογική μνήμη, η μπάντα συνδέεται, εν πολλοίς, με α) το «πετσόκομμα» του Snider στην PMRC στις ακροάσεις των mid-80s, β) το «μπάσιμο» του metal σε αναρίθμητες οικίες ανά τον πλανήτη μέσω των οθονών (βλ. “We’re Not Gonna Take It” και “I Wanna Rock”) και γ) το image τους, στο οποίο χρεώνεται και η λανθασμένη κατηγοριοποίησή τους από πολλούς στο glam.

Πέρα από τα παραπάνω, η μπάντα έχει γράψει μουσικάρες κι αυτό αποτυπώνεται περίτρανα στο περί ου ο λόγος album, το οποίο «στάζει» τεστοστερόνη από μίλια μακριά. Πολύ απλά, δεν υφίσταται περιττή νότα, αλλά εάν επέλεγα κάποιες εντελώς εκρηκτικές και «διεστραμμένες» στιγμές, αυτές σίγουρα θα περιελάμβαναν τα “What You Don’t Know (Sure Can Hurt You)”, “Destroyer”, “Under the Blade”, “Burn in Hell” (έπος) και “S.M.F.”. Οι Αμερικανοί κερδίζουν άνετα το ευρωπαϊκό στοίχημα με την εμφάνισή τους, θέτοντας τους δικούς τους όρους μέσα σ’ ένα ιστορικό venue κι ενώπιον ενός «διαφορετικού» κοινού. Επισημαίνεται ότι το εν λόγω κυκλοφόρησε σε ανενεργή περίοδο της μπάντας, 10 χρόνια μετά την ηχογράφησή του, περιλαμβάνοντας και δύο ζωντανά ηχογραφημένες διασκευές των “Jailhouse Rock” και “Train Kept a-Rollin’” από το 1979.

Υ.Γ.: Καθώς έγραφα τα παραπάνω, θυμήθηκα μία σκηνή από ταινία των ‘80s (μπορεί να ήταν κάποιο από τα “Police Academy”, αλλά δεν είμαι σίγουρος) όπου σ’ ένα πάρτι ρωτάει κάποιος μεταλλάς έναν φλώρο εάν υπάρχει καμία κασσέτα Twisted Sister για ν’ ακούσουν (“Do you have any t(T)wisted s(S)ister?” ή κάτι παρόμοιο). Ο φλώρος κοιτάζει απορημένος και απαντάει κάτι σαν: “No, but I have a cousin that is a little weird!”!!!

Αν κάποιος/-α θυμάται την ταινία και μπορεί να βρει την σκηνή, θα του/της ήμουν εξαιρετικά ευγνώμων.

8 Likes

Ειναι σπουδαια μπαντα και τηρουμενων των αναλογιων αδικημενη θεωρω.

Τους ακουγα κι εγω απο μικρός, ειχα ολη τη δισκογραφια τους (σιγα τη μεγαλη θα μου πεις!) αλλα οταν πηγα το 2011 στην Ιερα οδο να τους δω κραταγα μικρο καλαθι επειδη πιστευα πως δεν ηταν πια στα πολυ πανω τους (ετσι νομιζα!)

Δεν ηταν το καλυτερο live που εχω δει (μπαινει ομως στο τοπ-10), αλλα ηταν το live με τη μεγαλυτερη διαφορα expectation vs reality που εχω δει, με το reality να κερδιζει κατα κρατος!

Οι τυποι (και ειδικα ο Dee) ειναι παρα πολυ true, αληθινοι ροκαδες (οχι με την στερεοτυπικη εννοια του ορου, αλλα ρε φιλε, ζουσαν την καθε στιγμη στο 100% και συνεπηραν τους παντες ακομα και αυτους που πηγαν γιατι δεν ειχαν κατι καλυτερο να κανουν εκεινη τη βραδια). Ηταν μια καταπληκτικη βραδια, τελειως απο το πουθενα (για μενα που δεν τους ειχα ξαναδει)

Bρηκα και την ανταποκριση του rocking απο τοτε

https://www.rocking.gr/live/Twisted_Sister_Outloud__Iera_Odos_130711/10337

5 Likes

μ’ έκαψες, αλλά νομίζω το θυμήθηκα. πρέπει να ναι αυτό:

εντιτ, στο βρήκα:

2 Likes

Εντάξει, είσαι απλά θεός. Προσκυνώ ταπεινά…

“Έσπαγα” το κεφάλι μου να το θυμηθώ, αλλά δεν… Εν τω μεταξύ, υπέθετα το “Police Academy”, διότι αυτή που λέει τελικά την ατάκα είναι η τύπισσα που γούσταρε τον Zed! Mind playing tricks on me.

Πώς σου δίνω χίλιες καρδιές είπαμε;

1 Like

:smiling_face_with_three_hearts:

1 Like

Πάμε και σε κάτι λιγότερο προβεβλημένο…

Όταν οι δύο παλιόφιλοι Rob Bendelow (κιθάρα) και Richard Lowe (keyboards) έφτιαχναν τους Lammergier στα mid 70s, οι επιρροές τους ερχόταν κυρίως από pomp rock σχήματα με ολίγη από progressive. Μαζί τους ήταν και ο μπασίστας Barry Yates, ενώ με την προσχώρηση των Steve Bettney (φωνητικά) και John Thorne (drums) σταθεροποιήθηκε το lineup και άλλαξε το όνομα του συγκροτήματος σε Saracen λίγο πριν τις ηχογραφήσεις για το ντεμπούτο LP.

Το ημερολόγιο όμως έδειχνε ήδη 1981 και η hard rock/metal σκηνή στην Βρετανία βρισκόταν σε δημιουργικό αναβρασμό, με το NWOBHM να αποτελεί την αιχμή του δόρατος. Οι Saracen λοιπόν, παρόλο που εντάσσονται, όχι αδικαιολόγητα, σε αυτή την γενιά και σκηνή, διέθεταν στοιχεία που τους έκαναν να ξεχωρίζουν από τους συγχρόνους τους.

Στο πρώτο δίσκο τους διαγράφονται ανάγλυφα τα παραπάνω. Εξ ολοκλήρου γραμμένο από τον Bendelow, αλλά έχοντας σε συμπρωταγωνιστικό ρόλο τα πλήκτρα του Lowe, το υλικό “φωνάζει” ότι έρχεται από διαφορετικές περιόδους της μπάντας. Υπάρχουν δηλαδή τα κομμάτια που υπακούν στο κυρίαρχο hard rock πνεύμα του έτους κυκλοφορίας, όπως το “Rock of Ages” (“συμβατική υποχρέωση” τότε, να έχεις τραγούδι με το rock στον τίτλο!) ή το, ακόμη πιο ενδιαφέρον και περιπετειώδες, “Ready to Fly” όπου ο Bettney αποπειράται να ανέλθει σε Halford- ικά… ύψη, ενώ κι ο Bendelow αφήνεται επιτέλους να σολάρει κατά βούληση σε μεγάλο μέρος από τα 8 λεπτά της διάρκειάς του!

Μιλώντας για μακροσκελή τραγούδια, πρόκειται για το πεδίο όπου οι Saracen τα κατάφερναν καλύτερα. Έχοντας αφηγηματικό χαρακτήρα και μεσαιωνικές μελωδίες να τα κολακεύουν, κομμάτια όπως το doomy “Horsemen of the Apocalypse”, το σπουδαίο ομώνυμο και το ονειρικό instrumental “Dolphin Ride”, αποδεικνύουν περίτρανα τον παραπάνω ισχυρισμό.

Δυστυχώς, μια άλλη “σύμβαση” της εποχής επέβαλλε στα συγκροτήματα να συμπεριλάβουν και ένα απροκάλυπτα εμπορικό κομμάτι στον δίσκο τους, σαν κράχτη για υψηλότερες πωλήσεις. Στην περίπτωση των εν λόγω ήταν το “Nο More Lonely Nights”, ένα απροκάλυπτα pop metal τραγούδι της σειράς, με στίχους ανάλογα φτηνής θεματολογίας, χωρίς… ήρωες, αγίους και τα συναφή!

Η συνέχεια για τους Saracen επεφύλασσε ένα ακόμη single (“We Have Arrived”) ενώ ο δεύτερος δίσκος ήταν σε διαφορετικό ύφος με τον Bendelow να έχει αποχωρήσει πριν έλθει νομοτελειακά η διάλυση και η αφάνεια για αρκετά μεγάλο διάστημα.

Το “Heroes, Saints & Fools” όμως, παρά αυτή την μικρή έλλειψη συνοχής του υλικού, είναι ένα σπουδαίο ντεμπούτο album και δίκαια συγκαταλέγεται στα κρυμμένα διαμάντια του NWOBHM!

7 Likes

Μου ξεχνάς το καλύτερο τους κομμάτι όμως…end of all times

1 Like

Όχι, δεν το ξεχνάω καθόλου, απλά δεν το αναφέρω.

Σπαρακτική κομματάρα ολκής, η οποία, για τα δικά μου γούστα, είναι κατώτερη από το “The Gathering Wilderness” και το “The Coffin Ships”.

Πολύ δύσκολο, πάντως, να επιλέξει κανείς το αγαπημένο του κομμάτι από την μπαντάρα. Αν αρχίσουμε και αραδιάζουμε, δεν τελειώνουμε ούτε αύριο την κουβέντα!

2 Likes

23 Σεπτεμβριου 1997

Λοιπον ειμαι κουρασμενος αλλα θελω να γραψω κατι για το ατοφιο δεκαρακι αυτο. Κι ετσι θα ειμαι συντομος και περιεκτικος. Μαλλον. Ή και οχι.

1ον, ο ηχος που εχει ο Portnoy στα τυμπανα του και συγκεκριμενα στα τομς και στο ταμπουρο θα επρεπε να διδασκεται σε οποιοδηποτε σεμιναριο για καλο ηχο σε τυμπανα. Το οποιο γινεται ακομα πιο εντυπωσιακο αν σκεφτει κανεις την ακριβεια και το θρασος με το οποιο παιζει ο Portnoy και γενικα, αλλα και ειδικα σε αυτον τον δισκο.

2ον, Αν και αναγνωριζω ποσο σκληρος ειναι ο ανταγωνισμος για κατι τετοιο, το Falling Into Infinity ειναι ο δισκος με τα καλυτερα solo απο τον Petrucci. Ακουγοντας το σολο στο Peruvian Skies, το μονο που σκεφτομαι ειναι πως δε θα μπορουσα με τιποτα να εμπιστευτω καποιον που θα μου πει οτι ακουει αυτο το σολο και δεν φτανει σε οργασμο. Για το Lines In The Sand τα πολλα λογια ειναι περιττα, ειναι περιφημο ως ενα απο τα καλυτερα του σολο. Το σολο στο Take Away My Pain ειναι απο τα πιο υποτιμημενα του εβερ, μπορει μεχρι κι ο @Leviathan να συμφωνησει με την σωστη χρηση της λεξης, καθοτι μιλαμε για 100 στα 100 σε αξια. Βαλε μετα και τα σολος στα Hollow Years, Trial Of Tears και τον προγκ οργασμο στο New Millenium, και δενει το γλυκο.

3ον, εχει Derek Sherinian. Αν και το ελεγα απο τοτε (εγω και οι φιλοι μου!), πλεον 23 χρονια μετα ειναι μια αρκετα πιο διαδεδομενη αποψη το οτι δεν επρεπε να εχει φυγει ποτε απο τους Dream Theater. Ο τυπος τους εδινε μια φοβερη ροκ αισθητικη κι εναν ροκ ηχο, ειχε καταπληκτικες ιδεες συνθετικα, και μπορουσε να παιξει σε ολα τα στυλ εξισου καλα, ειτε μιλαμε για πιανακι, ειτε για fusion ειτε για προγκ σολαρισμα.

4ον, εχει το καλυτερο εξωφυλλο τους οσον αφορα τον συμβολικο του χαρακτηρα, την πιο Pink Floyd ατμοσφαιρα και μουσικα και αισθητικα, και ενα loose concept που ειναι ακομα και σημερα συγχρονο (και τοτε πολυ μπροστα για την εποχη του). Επισης, ο Λαμπρι επαιζε ντεφι στα λαηβ.

Αυτα οσον αφορα τα γενικα. Οσον αφορα τα επιμερους, σε εντελως τυχαια σειρα:

  • A New Millenium - 11/10 τραγουδι , οτι πιο τζαζ εχουν γραψει ποτε, αεναα στην τοπ δεκαδα μου
  • Peruvian Skies - Pink Floyd meets Metallica και αρα 12/10, μπορω να το ακουω 24 ωρες σερι
  • Hollow Years - Η αδερφη μου μπηκε με αυτο στον γαμο της, απορω τι σκεφτοταν, ξερει αγγλικα
  • Hell’s Kitchen - απο τις αγαπημενες μου γειτονιες, και το καλυτερο τους instrumental
  • Raise The Knife - τεραστιο κριμα που δεν μπηκε στον δισκο, υπηρχαν σκεψεις για 2πλο CD
  • The Way It Used To Be - U2 meets Dream Theater, πανεμορφο, solo στο τελος = επος
  • Lines In The Sand - ιντρο για Οσκαρ, σολο για Εμμυ, στιχοι για Πουλιτζερ, συνολο για Νομπελ
  • Take Away My Pain - σαξοφωνακι, σολαρα, ρεφρεναρα, συνθεσαρα, μοναδικο
  • Where Are You Now? - Συναισθημα και στιχοι στο over 9000, τι γλυκο τραγουδι (οξω πστρλ)
  • You Not Me - Το τελειο χιτακι για τετοια μπαντα, απλα το λατρευω κι εχει τελειο outro
  • Speak To Me - η μπαλαντα που επρεπε να μπει στον δισκο, απλα κομματαρα
  • Anna Lee - Βγαλμενο απο δισκο Queen, και αρα ποτε και για κανεναν λογο filler
  • Burning My Soul - Οχι το καλυτερο στον δισκο, οχι το μη χειροτερο. Και παλι, μια χαρα
  • Just Let Me Breathe - η δισολια σβηνει ενστασεις για radio friendly χαρακτηρα
  • Cover My Eyes - ροκ εν ρολ τριλεπτο χιτακι που ειναι οσο πιο 90ς γινεται και αρα τελειο
  • Trial Of Tears - it’s raining on the streets of NYC, it’s raining deep in heaven και αντε γεια ρε που θα τολμησει οποιοσδηποτε να πει οτι ειναι οτιδηποτε λιγοτερο απο 10/10, screw your democracy

Μακραν ο πιο diverse δισκος τους, με τα περισσοτερα στυλ μουσικης και πιθανοτατα και ο πιο μελωδικος τους. Ενας δισκος που ομολογω οτι θα ηθελα παρα πολυ να εχει αποτελεσει βαση για μια διαφορετικη καριερα, αφου για μενα η προσληψη του Jordan Rudess τους εβαλε σε εναν μονοδρομο συνθετικα, πανω που ειχαν αρχισει να εξερευνουν πολλα μονοπατια.

Η αληθεια παραμενει πως μετα το Scenes From A Memory - το οποιο ειχε γραφτει κατα το 50% ηδη απο το 1995-1996 και εμεινε απεξω απο το Falling Into Infinity επισης, για να κυκλοφορησει επιτηδες πιο μετα ως ολοκληρος δισκος αντι ως 30λεπτο τραγουδι Metropolis pt.2 - η μπαντα μπηκε σε ενα τελμα κατα καποιον τροπο, αφου οποιοσδηποτε δισκος τους απο το 2000 και μετα θυμιζει ειτε παλιοτερους δισκους τους ή μιγμα με επιρροες απο αλλες μπαντες.

Και για να τελειωνουμε με τα παραμυθια και τις εμμονες του κατα τα αλλα υπερλατρεμενου Portnoy, ο οποιος πηρε την αλλαγη του You Or Me σε You Not Me με την συμμετοχη του Desmond Child και την μετετρεψε σε κατι εντελως διαφορετικο και τεραστιο στο μυαλο του:

In contrast to Portnoy’s comments, John Petrucci has spoken fondly of the album, and in a 2014 interview stated, “Maybe I could set the records straight: I think that’s a really big misunderstanding. The label didn’t have an influence on the album. We wrote the kind of album we wanted to write.”

Δεν θελει πολυ μυαλο για να καταλαβει κανεις οτι το FII ειναι ακριβως το αλμπουμ που ηθελαν να βγαλουν, αν εχει ακουσει τις προηγουμενες δουλειες τους. Ειναι η απολυτη φυσικη εξελιξη μετα το Awake και το Change Of Seasons. Το μονο κριμα, που ειναι οντως λογω της Elektra, ειναι πως δεν τους αφησαν να βαλουν και τα αλλα 5 τραγουδια και να το κανουν διπλο αλμπουμ. Πιστευω πως αν ο δισκος ειχε κυκλοφορησει και με τα 16 τραγουδια που εγραψαν, θα ειχε πολυ μεγαλυτερη αποδοχη στους δυσκολους προγκρεσιβαδες και ντρημθηατεραδες, ως κατι αρκετα πιο grande. Για μενα ειναι ουτως ή αλλως αψεγαδιαστος.

Αυτα τα λιγα. Δισκος που με συντροφευει απο τα 16 μου, και λογικα μεχρι να πεθανω. Σιγουρα θα μπορουσα να πω πολλα περισσοτερα, αλλα ας σταματησω εδω.

7 Likes

image

Ωφειλα να επανέλθω. Πόσο γαμάτος δίσκος! Τον ακούω 2 και 3 φορές κάθε μέρα. Πρότεινετε και κάνα άλλο των primordial τώρα που γυρίζει

4 Likes

Τα δύο επόμενα :slight_smile:

2 Likes

redemption at the puritan’s hand

1 Like

Ας ρίξουμε μια… αυτιά λοιπόν στον καλύτερο δίσκο τους…

Folk με black metal λέει η “ετικέτα” των Primordial και παρ’ όλο που και οι δύο αυτοί χαρακτηρισμοί είναι ακριβείς, δεν λένε την πλήρη αλήθεια για το τι πρεσβεύει τελικά ο ήχος αυτών εδώ των Ιρλανδών.

Folk είναι σίγουρα, υπάρχουν πολλά ρυθμικά περάσματα και μελωδίες από αυτές που αποκαλούνται κέλτικες, με το “Heathen Tribes” να μπορεί να χαρακτηριστεί κυρίως – όχι όμως αμιγώς – folk metal.

Όσο για το black metal, κι αυτό ανιχνεύεται σε σημεία όσο και στο “Traitors Gate” ειδικότερα, αλλά και στις διάσπαρτες (όμως σπάνιες πια) στιγμές όπου ο Alan Averill καταφεύγει σε black φωνητικά. Στο συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του δίσκου ερμηνεύει “απλώς” τόσο ψυχωμένα που θα ανάγκαζε και τον τελευταίο βολεμένο μικροαστό γιάπη να αδράξει το σπαθί του!

Γιατί το κυρίαρχο στοιχείο στη μουσική των Ιρλανδών, το συναίσθημα αυτό που πρωτίστως σου μεταδίδει και το πρώτο που θα διάλεγες για να τους περιγράψεις, είναι το επικό. Εδώ ο ταλαιπωρημένος από την υπερχρήση όρος βρίσκει την δικαίωση του. Επικοί με την Bathor-ική έννοια, οι Primordial μας προσφέρουν πολεμικούς παιάνες μάλλον, παρά τραγούδια, το soundtrack μιας μάχης που δόθηκε, μιας πάλης που έπεται, ενός αγώνα από τον οποίο δεν μπορεί να λείψει κανείς – σίγουρα όχι εκείνοι που θα ακούσουν αυτό το κάλεσμα στα όπλα.

Δεν υπάρχει καμία σκοπιμότητα να αναφερθεί κάποιος σε κάθε τραγούδι ξεχωριστά από όσα απαρτίζουν αυτό το αριστούργημα. Ποιο το νόημα να πούμε ότι το “Empire Falls” π.χ. είναι βασανιστικά τέλειο, όταν τα υπόλοιπα ελάχιστα υστερούν; Αυτός ο δίσκος αξίζει να ακουστεί από την αρχή έως το τέλος.

Αναφορικά με τους στίχους, αυτοί χρήζουν ξεχωριστής αναφοράς, ειδικά σε ένα είδος όπως το metal όπου η στιχουργική, σε μεγάλο μέρος του, είναι από τα αδύνατα σημεία του ιδιώματος. Αυτό δεν ισχύει στους Primordial. Πιθανόν επειδή έχουν σαν μητρική τους τα αγγλικά, πιθανότερα όμως διότι ο στιχουργός (και τραγουδιστής) τους δεν ικανοποιείται με το να τραγουδάει τα χιλιοειπωμένα κλισέ αλλά προτιμά να εκφράζει τις σκέψεις του που, απ’ ότι φαίνεται, φτάνουν πιο βαθιά από την επιφανειακή θεώρηση που αποτολμούν οι περισσότεροι.

Έτσι, πέρα από την λογοτεχνική τους αξία, σπάνια συναντάμε στίχους τόσο ταιριαστούς με την μουσική που επενδύουν. Να αφηγούνται συγκρούσεις από αυτές που δεν διεξάγονται απαραίτητα με όπλα, μάχες που χάθηκαν, μάχες επερχόμενες καταδικασμένες σε ήττα, στις οποίες όμως θα λάβεις μέρος για να υπερασπιστείς πρωτίστως την αξιοπρέπεια σου. Ηρωισμός αλλά και μελαγχολική διάθεση, επίγνωση της ματαιότητας και μια υποδόρια ηττοπάθεια, απόρροια ίσως της καταγωγής τους. Αλήθεια, ποιος άλλος θα πραγματευόταν το θέμα του “Heathen Tribes” χωρίς να καταντήσει “φτηνός” και γλυκερός;

13 Likes

Το είχα περίπου έτοιμο από χθες για να συμπέσει με τη 17η επέτειο, αλλά δεν έκατσε, και σήμερα καλό είναι. Επίσης ίσως δεν ταιριάζει με την κατεύθυνση του τόπικ, αλλά δεν ( με ) πειράζει.

17 χρόνια λοιπόν από την κυκλοφορία του Absolution.

download (1)

Προσωπικά είναι το αγαπημένο μου album τους αν και δεν πιστεύω ότι είναι το καλύτερο τους, με τη θέση αυτή να την κατέχει το Black Holes. Αγαπημένο album ( και ) γιατί είναι album φθινοπώρου, το φθινόπωρο στην Αθήνα το λατρεύω και η απόγνωση που βγάζει όλος ο δίσκος είναι το καλύτερο χαλί.

Κάποιες λεπτομέρειες πριν βγάλω όλη μου την αγάπη γι’αυτό:

Μετά το Origin of Symmetry και οι Muse κάνουν το βήμα παραπάνω. Το Absolution είναι ένα album πολύ πιο προσωπικό από τα δύο πρώτα τους. Πιο “σκοτεινό” και με ροή που εναλλάσσεται μεταξύ γρήγορων και αργών τραγουδιών. Περιέχει κάποιες απ’τις καλύτερες συνθέσεις τους, και ούτε ένα τραγούδι δεν υστερεί*.

Η ηχογράφηση έγινε στην Ιρλανδία και στο Λονδίνο στα Grouse Lodge Studios και AIR Studios αντίστοιχα. Όπως πάντα στις κυκλοφορίες τους περιείχε διάφορα περίεργα, όπως τα τύμπανα στο Apocalypse Please που ηχογραφήθηκαν μέσα σε πισίνα, η γάτα που ακούγεται στο The Small Print ή το ανεπιβεβαίωτο ανάποδο refrain “You can’t see me, we sneak off. I lost to love. Please … save the night wind and high above, I lost to love. Sing, save” του Stockholm Syndrome. Στα τραγούδια έχει υπάρξει πολύ μεγάλη επεξεργασία και πολλά όργανα ταυτόχρονα, κάνοντας το πιο πλήρες από τη μία, αλλά πιο δύσκολο στην πιστή εκτέλεση τους ζωντανά από την άλλη.

Το album ακολούθησε μια τεράστια περιοδεία που τους εκτόξευσε και καταγράφηκε στο Absolution Tour ( live ) dvd, με τα περισσότερα κομμάτια που εμπεριέχονται να είναι από τη συναυλία τους στο Glastonbury το 2004. Σε αυτήν την περιοδεία, ο Matt απέκτησε το “ρεκόρ” των περισσοτέρων σπασμένων κιθάρων με 140. Ήταν η τελευταία περίοδος του group επίσης, πριν έρθει το 4ο μέλος του, Morgan.

Το Absolution λοιπόν, είναι το σήμα κατατεθέν στην απόγνωση. Γενικά εμένα δε μου αρέσει να εστιάζω στους στίχους, το νοήμα δηλαδή, αλλά το πως η απόδοση των στίχων σε συνδυασμό με τη μουσική σου φέρνει τα όποια συναισθήματα. Εδώ λοιπόν η Muse πιάνουν κορυφή. Η φωνή του Bellamy έχει σχεδόν καθοριστεί και έχει πλήρη έλεγχο της σε αυτό που θέλει να περάσει, κάθε ερμηνεία του είναι και μια σφαλιάρα σε αυτούς που βλέπανε ένα κακέκτυπο των Radiohead, και αν το OoS τους κούνησε λίγο από τη θέση τους, το Absolution σε κάνει έρμαιο των ορέξεων του φανταστικού αυτού συνθέτη.

Apocalypse Please: Ο ορισμός του intro κομματιού. Απ’την εισαγωγή που χτυπάνε ό,τι είχαν πρόχειρο στο studio, μέχρι από τις πρώτες νότες στο πιάνο, και από την ένταση του drumming μέχρι τα χαλιά που παίζουν από πίσω με την κιθάρα, το κομμάτι αυτό γράφτηκε για την απελπισία, την απόγνωση και για όλους τους απανταχού νιχιλιστικούς φίλους. Με έχει συνοδεύσει άπειρες φορές στις βραδινές βόλτες στο κέντρο προσπαθώντας να βγάλω νόημα. “This is the eeeeeeeeeeeend of the woooooooooooooooorld”. Ο χρήστης nnnkkk νιώθει ευλογημένος στην τοποθεσία Ρώμη που το άκουσε live το 2015.

Time Is Running Out: Ένα all time classic, με μία από τις πιο τσαχπίνικες μπασογραμμές που έχουν υπάρξει. Όποιος δεν το έχει αφιερώσει ποτέ σε κοπέλα, απλά λέει ψέμματα, αν και το νόημα των στίχων είναι ανοιχτό σε ερμηνείες, όπως και η πλειοψηφία των κομματιών τους βέβαια. Ένα τραγούδι που ακούγεται fun και γεμάτο ζωή αλλά η φωνή του Bellamy σε κρατάει πίσω απ’το να το χαρείς και προσφέρει αυτή την ισσοροπία όπου νομίζεις θα ηρεμήσεις λίγο αλλά δεν ξεφεύγει απ’το concept του album.

Sing For Absolution: Δε θα πω ψέμματα, είναι το λιγότερο αγαπημένο μου τραγούδι στο album, γιατί το Absolution είναι κατασκευασμένο για να ακούγεται ολόκληρο, και βρίσκεται ανάμεσα σε τραγούδια που αποκτούν ένταση ( Apocalypse Please, Tiro, Stockholm ) και αυτό είναι κάπως anticlimactic. Ενώ κάνει ξεπέταγμα στο τέλος, έχει ένα πολύ ωραίο solo, η ερμηνεία του Bellamy είναι φανταστική και ταιριάζει απόλυτα στο ύφους του album, δε μου έκανε ποτέ φοβερό κλικ.

Stockholm Syndrome: Τραγούδι που το βάζεις τέρμα ενώ οδηγάς στην παραλιακή, τραγούδι που κάνεις ανελέητο headbanging, τραγούδι που προσπαθείς να τραγουδήσεις σαν το Matt, να ντουμπλάρεις όπως ο Chris, να κάνεις air drum σαν τον Dom και στο τέλος να διαλύσεις ό,τι υπάρχει γύρω σου. Το κόψιμο στη μέση του riff πριν το 2ο verse πάντα μου φαινόταν ως ένδειξη μεγαλοφυίας. Δεν υπάρχουν πολλά λόγια για ένα αριστούργημα πέρα απ’το να το ακούς ξανά και ξανά και να το αφήνεις να σε πάει όπου θέλει. Αυτή η εναλλαγή από το Sing For Absolution στο SS είναι κατανοητή πια και οι Muse σου λένε “Φίλε μην το ψάχνεις, εδώ σε κάνουμε ό,τι θέλουμε εμείς, απλά απόλαυσέ το”

Falling Away With You: Από τα πολύ πολύ αγαπημένα μου κομμάτια, το κρυμμένο διαμάντι του δίσκου. Η ηρεμία μετά την καταιγίδα του Stockholm Syndrome. Ένα τραγούδι που είναι όμορφο, η αρμονία σε ό,τι υπάρχει σε αυτό το είναι αξεπέραστη. Ανάλογα το πως θα σε πετύχει να το ακούσεις, μπορεί να νιώσεις είτε γαλήνη, είτε μελαγχολία, είτε νοσταλγία, είτε ελπίδα, είτε θλίψη, είτε χαρά. Είναι σαν τα παιχνίδια που είχες σε μικρή ηλικία και ήταν τα αγαπημένα σου χωρίς κάποιον προφανή λόγο, δεν ήταν τα καλύτερα ή τα πιο γαμάτα, αλλά ήταν δικά σου και τα αγαπούσες.

Hysteria: Οκ σε αυτό το σημείο έχουμε καταλάβει τη σειρά “Χαλάρωσε - Χαστούκι”. Άλλο ένα υπερhit που δικαιωματικά παίζεται σε κάθε συναυλία. Δεν είναι rock, δεν είναι metal, δε μας νοιάζει τι είναι, απλά είναι ένα κομμάτι ύμνος. Ο Chris με τον Dom δίνουν ρέστα, με ένα riff που έγινε μπασογραμμή και ένα rhythm section που με έκανε να πιάσω ξανά ένα ένα τα κομμάτια των Muse και να διαπιστώσω πως ένα τεράστιο ποσοστό του heaviness έρχεται από αυτά που κάνουν αυτοί οι δύο, ενώ ο Matt κάνει τα δικά του.

Blackout: Δε θα πω πολλά, απλά το βάζω σχεδόν κάθε βράδυ πριν κοιμηθώ μαζί με το Endlessly. Έχω πει πολλές φορές τη λέξη ηρεμία αλλά εδώ έχουμε να κάνουμε με τον textbook ορισμό.

Butterflies and Hurricanes: Προσπάθησα με δυσκολία να μη χρησιμοποιήσω τη λέξη επικό, γιατί ήθελα να τη χρησιμοποιήσω εδώ. Ένα από τα δύο μεγάλα τραγούδια των Muse. Ένα απίστευτο έπος, ένα τραγούδι που έχει τα πάντα γαμώ την τρέλα μου. Όποιος ήταν στο Eject ή το πέτυχε αλλού, αυτό το “Beeeeeeeeeeeeeest” είναι σαν οργασμός. Δεν υπάρχουν πολλά κομμάτια τόσο πλήρη όσο το Butterflies and Hurricanes.

The Small Print: 3.5 λεπτά καύλας και του απόλυτου D tuning. Ένα riff τόσο απλό που ακούγεται σαν να στροβιλίζεται και χωρίς πολλά λόγια απλά πέρασε καλά και βγάλε την οργή από μέσα σου. Το είχα πει και στο τόπικ των Muse, μπράβο στον Chris και Dom που ψήφισαν υπέρ αυτού και όχι του Fury να μπει στο δίσκο. Δεν ξέρω γιατί μ’αρέσει τόσο πολύ, απλά θ’αφήσω την παρακάτω φωτογραφία να μιλήσει από μόνη της γι’αυτό, από ένα live στο Βερολίνο λίγες μέρες πριν τη συναυλία στην Αθήνα.

Endlessly: Δε θα πω πολλά, απλά το βάζω σχεδόν κάθε βράδυ πριν κοιμηθώ μαζί με το Blackout. Έχω πει πολλές φορές τη λέξη ηρεμία αλλά εδώ έχουμε να κάνουμε με τον textbook ορισμό.

Thoughts of A Dying Atheist: Και φτάσαμε στο αγαπημένο μου κομμάτι του δίσκου. Πάντα ήμουν fan των arrpegios και εδώ ο Matt το κάνει όπως δεν το έχει κάνει ξανά ποτέ. Ο ήχος στην κιθάρα, η φωνή του ταιριάζει με το eerie που λέει και στους στίχους, όλα συμπυκνώνουν το feeling του δίσκου, να σε κάνει να νιώθεις αντιφατικά συναισθήματα και εν τέλει να σου προκαλούν απόγνωση.

*Ruled by Secrecy: Ένας δίσκος δεκάρι δεν μπορεί να μην έχει ένα τραγούδι που δε σου αρέσει αλλά κάνεις τα πάντα για να βρεις κάτι να πεις ώστε να δικαιολογήσει το δεκάρι που του βάζεις. Δεν έχω τέτοια κολλήματα, skip και φιλάκια, έχω φτάσει στο τέλος του δίσκου και είμαι υπερπλήρεις από αυτά που έχω ακούσει.

Fury: Japanese bonus track, δεν είναι κομμάτι του δίσκου εντελώς, αλλά θα μπορούσε προφανώς να είναι. Θα αφήσω μια φράση ενός πολύ καλού μου φίλου να περιγράψει το τραγούδι " Το Fury ακούγεται σαν τραγούδι που γράψανε οι μηχανές για να περιγράψουν τη σχέση τους με τους ανθρώπους ". Δε με νοιάζει αν είναι accurate ή όχι, μου άρεσε πάρα πολύ και τη χρησιμοποιώ.

Αυτά τα ολίγα, ένα album που δε με σημάδεψε, ένα album που δεν ήμουν εκεί όταν βγήκε, ένα album που δε μου άλλαξε τον τρόπο ζωής, αλλά ένα album που μπορείς να το ακούς από τα 15 μέχρι να πεθάνεις και να βρίσκεις νόημα όπου και να βρίσκεσαι στη ζωή σου. Απλά το αγαπώ.

11 Likes

Δεν υπάρχει δίσκος που να μην ταιριάζει :heart:

3 Likes