..Με λίγα λόγια

Η μόνη συνεισφορά που θα κάνω στο θέμα αυτή τη στιγμή είναι τούτο εδώ:

1 Like

Αν λέμε για ΕΝΑ, ήταν οι Exploited, αν λέμε για δύο, ήταν και οι φίλοι σου :stuck_out_tongue:

Πολύ μεγάλη αλήθεια. Ένας δίσκος μπορεί να σε πιάσει οποτεδήποτε, οι “ιδανικές συνθήκες” για τον καθένα μπορεί να είναι εντελώς διαφορετικές. Το χαρακτηριστικό ενός πραγματικού αριστουργήματος πάντως είναι ότι τελικά το πιθανότερο είναι ότι θα σε αγγίξει κάποια στιγμή.

3 Likes

Συμφωνώ πάρα πολύ. Το Violator τους έβαλε στο MTV, αυτό έκανε. Το Music For The Masses είναι παρομοίως εκπληκτικό. Άλλωστε, στην περιοδεία του Music For The Masses έπαιξαν στο Rose Bowl στο Los Angeles, από όπου και έβγαλαν το 101 Live, μπροστά σε καμιά εκατοστή χιλιάδες κόσμο. Ήταν εντυπωσιακό το πώς έφτασαν από το underground στο stardom και μετά από αυτό, έβγαλαν και το Violator :joy:.

Να λες ΕΥΤΥΧΩΣ που δεν είχες προλάβει να μπεις τσάμπα, αλλά θα ήσουν ο αμέσως επόμενος που θα έμπαινε :stuck_out_tongue:

2 Likes

Ισχυει, μαζι με σενα, αλλα ευτυχως ακυρωθηκε κι ετσι φυγαμε με τη μια ζουμ ζουμ ζουμ με το αυτοκινητο πισω για σουβλακια και μπυρες οσο οι αλλοι ηταν ακομα στην κινηση 2 ωρες μετα

1 Like

Τουλαχιστον ισαξιες φορες με οσα ειναι τα τραγουδια των Nirvana στα οποια εχει παιξει drums

1 Like

Λοιπόν, είχαμε ξαναμιλήσει γι’ αυτό το, όχι ιδιαίτερα γνωστό, διαμάντι από τα early seventies, μιας και το ξαναθυμηθήκαμε όμως, λόγω κοινού τίτλου τραγουδιού με Helloween και παρόμοιας έναρξης του… ίδιου τραγουδιού με Led Zeppelin, ας πούμε λίγα παραπάνω λόγια!

Η γερμανική rock σκηνή, με αιχμή του δόρατος το krautrock κίνημα, βρισκόταν σε αναβρασμό στα late sixties. Τότε ήταν που οι Peter Hesslein (κιθάρα), Dieter Horns (μπάσο), Peter Hecht (keyboards, όργανο) και Joachim Rietenbach (drums) ένωσαν τις δυνάμεις τους με τον Άγγλο τραγουδιστή John Lawton και, αφού κυκλοφόρησαν ένα album με το όνομα Asterix, μετονομάστηκαν στο οπωσδήποτε πιο εντυπωσιακό, Lucifer’s Friend.

Στο ομώνυμο ντεμπούτο τους με το κάπως “άκυρο” εξώφυλλο, θα ακούσουμε heavy, δυναμικά τραγούδια – αυτό που αργότερα χαρακτηρίστηκε proto metal, ή πιο βαρύ psych/prog - με την κιθάρα του Hesslein να συναγωνίζεται το όργανο και τα keys του Hecht σε εκτεταμένα μέρη και solos, και ένα στιβαρό rhythm section (ειδικά το μπάσο του Horns πρωταγωνιστεί σε στιγμές).

Ο δίσκος ξεκινάει με την κατά μέτωπον επίθεση του “Ride the Sky”, το μοναδικό όπου τα keys περνάνε σε δεύτερο πλάνο, και δανείζεται το εναρκτήριο riff του “Immigrant Song” (ή μήπως συμβαίνει το αντίστροφο; Τα δυο τραγούδια κυκλοφόρησαν με λίγες εβδομάδες διαφορά, οι Zeps είναι αυτοί με το “βεβαρυμένο μητρώο”, για τη Ιστορία όμως το Led Zeppelin III προηγήθηκε!) για να καταλήξει στο ομώνυμο κομμάτι που αρχίζει κάπως αφηρημένα αλλά στη συνέχεια αναλαμβάνουν τα solos της κιθάρας και του οργάνου να κερδίσουν τις εντυπώσεις σε άλλη μια δυναμική προσθήκη. Στην πραγματικότητα, ούτε στο μεσοδιάστημα πέφτει η ένταση – δεν υπάρχουν αργά κομμάτια εδώ!

Ακούγοντας αυτό το album εύλογα δημιουργείται η απορία πως οι Lucifer’s Friend δεν συγκαταλέγονται στους πρωτοπόρους του συγκεκριμένου ήχου που τότε βρισκόταν ακόμη στα σπάργανα, πόσο μάλλον όταν το συγκρότημα δεν χάθηκε από το προσκήνιο, αλλά συνέχισε να δισκογραφεί και τα επόμενα χρόνια.

Οι ομοιότητες με το ύφος των Deep Purple και Uriah Heep πρωτίστως και των Sabbath δευτερευόντως, είναι προφανείς, τόσο που θα άγγιζαν τα όρια της αντιγραφής αν το εν λόγω LP δεν είχε κυκλοφορήσει στα τέλη του 1970, όταν η καριέρα όλων αυτών των σχημάτων ήταν ακόμη στο ξεκίνημα της! Καθόλου τυχαία μάλιστα, ο Lawton πήρε τη θέση του Byron στους Uriah Heep κάποια χρόνια μετά!
Επίσης, οι Lucifer’s Friend θα σας θυμίσουνε πολύ τους συμπατριώτες τους Scorpions στο υπέροχο “Lonesome Crow”… αλλά για μισό λεπτό…

2 Likes

Παιδιά, εξηγήστε μου κι εμένα γιατί το λέτε αυτό (δεν το λέω ειρωνικά), γιατί το “Songs for the deaf” το θεωρώ 10-άρι, από τους 3-4 καλύτερους rock δίσκους που έχω ακούσει και προσωπικά δε με χάλασε ποτέ κάτι στην παραγωγή.

2 Likes

http://dr.loudness-war.info/album/view/68347

Ναι, ΟΚ, έχω ξαναδεί τέτοια διαγράμματα, δεν αμφισβητώ την πληροφορία σαν πληροφορία, αυτό που ρωτάω είναι πρακτικά που ακούγεται αυτό στο album.

Για να φέρω ένα παράδειγμα, όταν πρωτάκουσα το “Death magnetic” (όπου για πρώτη φορά τότε πληροφορήθηκα όλα αυτά με το “loudness war”) κατευθείαν έπιανα τα ενοχλητικά “τσικ” στ’ αυτιά μου τις δυνατές στιγμές. Στο “Songs for the deaf” τόσα χρόνια δεν έχω αντιληφθεί κάτι παρόμοιο, γι’ αυτό και μου 'κανε εντύπωση αυτό που είπατε.

Αρκετα ταιριαστος τιτλος παντως για αυτο το αλμπουμ, ε μπορει μετα απο αυτο να κουφαθηκες

Οριακα ενοχλητικη η ακροαση του CD ρε.

καλώς το θεωρείς γιατί είναι :sunglasses:

στο enjoyment των συνθέσεων δεν αφαιρεί κάτι, προφανώς. Εγώ τις κυματομορφές δεν τις είχα δει αλλά καταλάβαινα από τα “δυνατά” σημεία του δίσκου (πχ στο πρώτο κομμάτι τα δευτερόλεπτα μετά τον στίχο “give me some more!” ή το outro στο Song for the Dead) το πόσο δυνατά κι ασφυκτικά είχαν κάνει τη μίξη που νιώθεις το ηχτικό τούβλο και την έλλειψη χώρου (breathing space που λέμε) που έχουν τα όργανα μεταξύ τους.

Αν έπρεπε να πω τον σημαντικότερο λόγο που με χαλάει σε αυτό, θα ήταν ότι ακόμα και οι mellow στιγμές των οργάνων (είτε κιθάρες είτε drums αλλά και φωνή) δε φαίνονται να έχουν ηπιότερες δυναμικές σε σχέση με τις δυνατές στιγμές παρά μάλλον μόνο μείωση στην ένταση της μίξης (αν καταλαβαίνεις τι εννοώ).

3 Likes

Θα το ξαναβάλω, ρε παιδιά, να δω.

Ανέφερα τα κακώς κείμενα του album με την περιγραφή μου στο Six Shooter πάντως :stuck_out_tongue:

Ρε τι σου έμελλε βραδιάτικα

2 Likes

Τα τύμπανα και δη τα πιατίνια δεν σε ενόχλησαν ποτέ;

Εγώ (πολύ) παλαιότερα πίστευα αφελώς πως ήταν τόσο πάνω στη μείξη και κατά αυτόν τον τρόπο γιατί συμμετέχει ο Grohl και έπρεπε να φανεί :stuck_out_tongue:

Όπως και να έχει, να πω ότι και με αυτή την παραγωγή, τα lead-άκια του Homme ηχούν εξαιρετικά.

Πορωνόμουνα κιόλας, πλάκα κάνεις;

Εντάξει, με το που μπαίνει το πρώτο κομμάτι θυμάμαι ότι όλα ήταν μπόμπα, αλλά δε θα το έλεγα ενοχλητικό. Θα το ξαναβάλω πάντως από περιέργεια.

1 Like

Καλά και εγώ, φταίει που όλα τα κομμάτια είναι τρομακτικά ρυθμικά. Αλλά δεν έπαυα να νιώθω πως έχω τα τύμπανα μες την μούρη και η υπόλοιπη μπάντα ήταν κάπου πιο πίσω.

Πλέον, απλά έχω αποδεχθεί πως είναι αλάνθαστος δίσκος.

Kάπως το παραμελήσαμε αυτό το topic… κι επειδή βλέπω να γίνονται πολλές αναφορές στο doom τελευταία, ας δούμε και κάποιους από τους επιφανέστερους του είδους!

Καίτοι Αμερικανοί, οι Solitude Aeturnus υπήρξαν θιασώτες του επικού doom ήχου, σε βαθμό που να είναι αρεστοί περισσότερο στους οπαδούς των Candlemass παρά σε εκείνους των Saint Vitus π.χ. Με έμφαση στην βαρύτητα και τις δραματικές μελωδίες παρά στις χαμηλές ταχύτητες, ο τρίτος τους δίσκος συνεχίζει από εκεί που σταμάτησαν οι προηγούμενοι.

Ο John Perez με τον Edgar Rivera αποδεικνύονται μάστορες στα θηριώδη heavy riffs, ενώ αλληλοσυμπληρώνονται ιδανικά, προσφέροντας κάποια πανέμορφα solos με αυτό του “Pain” να είναι το καλύτερο εδώ. Οι εντυπώσεις όμως κερδίζονται οριστικά από τα μεγαλειώδη “οπερετικά” φωνητικά. Ωριμότερος και χωρίς να κάνει κατάχρηση των δεδομένων ικανοτήτων του, ο Rob Lowe επιτυγχάνει να μεταδώσει τη βαριά (από κάθε άποψη) διάθεση της μουσικής, σε κάνει να… “νοιώσεις τον πόνο” και αποτελεί το δυνατότερο “χαρτί” της μπάντας από το Texas. Η εξαίρετη ερμηνεία του αποτυπώνεται εμφανέστερα στο “Eternal Dreams”, όπου ακούγεται υποβλητικά υποτονικός στα κουπλέ πριν ξεσπάσει δυναμικά στο ρεφρέν.

Όλα τα τραγούδια στο “Through the Darkest Hour” είναι τουλάχιστον πολύ καλά, ενώ και οι διάρκειες δεν τραβάνε αναίτια σε μάκρος (κάποια κομμάτια μάλιστα κόβονται απότομα) - ακόμη και η μακροσκελής, γεμάτη από ακουστικά περάσματα, “μπαλάντα” Shattered My Spirit δεν χάνει το ενδιαφέρον της.
Ανώτερο όλων όμως είναι το “The 9th Day: Awakening”. Σε αυτό πειραματίζονται με ανατολίτικες μελωδίες κι έχουν ένα sitar να συνοδεύει την κιθάρα στο solo που ακολουθεί το καθηλωτικό chorus και το… εύγλωττο prechorus (no tomorrow…) πριν αυτή ξαναβυθιστεί στο βασικό riff.

Οι Solitude Aeturnus κατόρθωσαν με το “Through the Darkest Hour” να δημιουργήσουν έναν δίσκο συντριπτικά heavy αλλά και μελωδικό (συχνά τη ίδια στιγμή), που να ενδείκνυται όχι μόνο για τις… σκοτεινότερες των ωρών αλλά για κάθε στιγμή που προσφέρεται για οικειοθελή “κατάδυση” στα τρίσβαθα του ανθρώπινου ψυχισμού!

10 Likes

Nαι ναι και ναι!
Το κομμάτι ειναι φοβερό, το ρεφραιν απογειώνει!

Γενικά σε συγκριση με την προγενέστερη αλλά και την μεταγενέστερη (εξαιρουμένου του alone που δεν έχω ακούσει) δισκογραφία τους, θα έλεγα ότι είναι ο πιο απλός δίσκος τους όσων αφορά τα ριφφ, τα οποία τις περισσότερες φορές περιορίζονται σε 5ες. Γενικά μάλλον (ίσως μαζί με το downfall) ειναι οι πιό “μονολιθικοί” δίσκοι τους από αυτή την άποψη. Χωρίς να έχει τίποτα το εντυπωσιακό(είτε σε ήχο, είτε σε lead, είτε σε "πειραματισμό), τα σύνολα που φτιάχνουν εδώ σε τραβάνε και δεν σε αφήνουν και όταν τα ακούσεις μετά από καιρό, νιωθείς την ζεστασιά ενός παλιού αγαπημένου φίλου που είχες ξεχάσει πόσο γαμάτος είναι (καπου πρέπει να το έχω ξαναγράψει αυτό…).

Τους Solitude Aeturnus, τους είχα ανακαλύψει από ένα tribute των Iron Maiden που είχε δώσει το metal hammer (a call to irons?? δεν θυμαμαι), όπου είχαν το hallowed be thy name αυτοί και οι Opeth το Remember Tomorrow. Από εκεί γνωρισα τις 2 μπάντες και θυμάμαι πόσο πολύ μου είχε αρέσει η φωνή του Lowe. Μετά από αυτό φυσικά πήγα και αγορασα ότι βρήκα (αν δεν κάνω λαθος στο metropolis του πειραιά), το οποίο ήταν μια εκδοση της system shock (??ακόμα έχω απορία αν είναι νόμιμη έκδοση!) όπου είχε σε dgpack το through the darkest hour και το downfall, χωρίς βιβλιαράκι, χωρίς τίποτα. Αργοτερα λοιπόν ξαναγόρασα το through the darkest hour, για να εχω στίχους και ιστορίες, dgpack πάλι, ωραία λέω, μια χαρά θα είναι. Πάρε και άλλο ένα σκέτο dgpack χωρίς τίποτα, αλλά τουλάχιστον με το κανονικό εξώφυλλο. Ίσως το ψαξω να είναι ο πρώτος δίσκος που θα αγοράσω 3 φορές :rofl:

5 Likes

Επειδή έχω φτιαχτεί αγρίως με αυτό που ακούω, δεν κρατιέμαι από το να μοιραστώ τον ενθουσιασμό μου για το…

Είναι δύσκολο να το φανταστεί κανείς την σήμερον ημέρα, όμως υπήρξε μια εποχή που η Σουηδία δεν ήταν στο επίκεντρο της ευρωπαϊκής metal δραστηριότητας. Εκείνα τα άγουρα (για την metal σκηνή της σκανδιναβικής χώρας) χρόνια, οι Heavy Load διέγραφαν τη δική τους, σχετικά μοναχική, πορεία. Στον τρίτο τους δίσκο μάλιστα, εξελίσσονται αρκετά από το NWOBHM πλαίσιο που μοιραία τους είχε διαμορφώσει και παρουσιάζουν ένα πιο πολυδιάστατο πρόσωπο, πατώντας γερά, μεταξύ άλλων, στα “χωράφια” αυτού που θα ονομαζόταν αργότερα επικό metal.

Για αρχή έχουμε το “Run With The Devil”, ιδανικό για αυτή τη θέση, με ένα ασυγκράτητο riff, υπέροχη μελωδία στο chorus, και “πολυστρωματικά” φωνητικά, ένα αληθινό metal classic. Η συνέχεια ανήκει στο μεγαλείο που αναδύει το mid tempo “The King” ενώ το “Singing Swords” εμπεριέχει όλη την ουσία του epic (μαζί με τα στρατιωτικού τύπου τύμπανα στην αρχή και στο τέλος του). Η άψογη πρώτη πλευρά κλείνει με το μελωδικό “Dreaming”, όπου πάλι επιτυγχάνεται ένας μικρός θρίαμβος.

Μιλώντας για θριάμβους, το ομώνυμο κομμάτι διακονεί επίσης την επική πλευρά των Σουηδών και εντυπωσιάζει. Αλλά κι εκεί που έρχονται στην επιφάνεια οι hard rock καταβολές των Heavy Load, (“Free” – με την συμμετοχή του Phil Lynott στο μπάσο αυτό, και “Saturday Night”) το αποτέλεσμα δεν απογοητεύει. Τέλος, το “Roar Of The North” είναι ένα “θρηνητικό” doom έπος που διαθέτει όλη την απαραίτητη σε αυτές τις περιπτώσεις, υποβλητικότητα.

Στα θετικά του δίσκου και το… ημιεπαγγελματικό εξώφυλλο!
Και τώρα ήρθε η ώρα για τα cliché… είναι τέτοια η αίσθηση που αβίαστα δημιουργούν οι Heavy Load με αυτόν τον δίσκο, ώστε κάθε φορά που τον ακούω, ψάχνω… το σπαθί μου ή τον πέλεκυ προκειμένου να βγω και να αντιμετωπίσω τους βαρβάρους εισβολείς!

11 Likes