Τυπικά, μπήκαμε στην Άνοιξη. Υπό κανονικές συνθήκες, η συζήτηση θα είχε ήδη «ανάψει» για τα καλά, αναφορικά με τα festival του καλοκαιριού και τις συναυλίες της επόμενης περιόδου. Η διάθεση θα ανέβαινε σιγά-σιγά -συνεπεία και της βελτίωσης του καιρού- και τα «βαριά», χειμωνιάτικα ακούσματα θα άρχιζαν να παραχωρούν τη θέση τους σε πιο «εύπεπτους» ήχους. Όλα τα προαναφερομένα, υπό την αίρεση ότι θα ήμασταν σε μία κατάσταση κανονικότητας…
Κάπου στα τέλη του 2011, είχα αγοράσει εισιτήριο για τη συναυλία που έμελλε να αποτελέσει την πιο μελιστάλαχτη και γούτσου-γούτσου κατάσταση που έχω βιώσει έως και σήμερα (ή ορθότερα μέχρι και πριν έναν χρόνο και). Όπως και να ‘χει, «φτωχή», πλην τίμια, μπάντα οι Ιταλοί (από τότε τους έχω παρακολουθήσει εντελώς αποσπασματικά, κατά καιρούς), χωρίς να προσφέρουν κάτι ιδιαίτερο, περνάει ευχάριστα η ώρα (όπως πέρασε κι εκείνο το βράδυ). Ωστόσο, προσωπικά, απήλαυσα πολύ περισσότερο το support group σε εκείνη τη συναυλία, παρά τους headliners.
Είναι πολλές φορές που σκέφτομαι τα “What if…?” ορισμένων album από ελληνικές μπάντες, συγκριτικά με παρόμοιες ηχητικά, αντίστοιχες κυκλοφορίες μπαντών, που προέρχονται από χώρες με μεγαλύτερες αγορές. Υφίσταται ανταγωνισμός επί ίσοις όροις, υπάρχει προκατάληψη βάσει της καταγωγής ενός συγκροτήματος, είναι ζήτημα προώθησης το να κάνεις το breakthrough ή μεμψιμοιρούμε άνευ λόγου και αιτίας, σ’ έναν κόσμο που η αμεσότητα και η καθολική προσβασιμότητα του διαδικτύου αναιρoύν τον προβληματισμό και αναδεικνύουν, απλά, ότι το όλο ζήτημα επαφίεται μόνο στη διάθεση για «ψάξιμο» κι εντέλει στην ποιοτική σύγκριση;
Επιγραμματικά, «εύπεπτος» ήχος και δυνατό support από τους Elysion και μεγάλο “ What if…?” για το:
Προσωπικά, δεν θα κατέτασσα a priori τον ήχο στο φάσμα του goth-metal/rock, εκτός αν κατηγοριοποιούμε αποκλειστικά βάσει του look της μπάντας. Κατ’ εμέ, εδώ έχουμε να κάνουμε μ’ ένα album πιο κοντά σε AOR προσεγγίσεις (υπό την έννοια του «φιλικού» ακούσματος), με εμφανείς επιρροές από Evanescence και λοιπούς συναφείς ήχους. Το album είναι εντελώς εθιστικό, με ρεφραίν που «κολλάνε» στο μυαλό σου, υπέροχες μελωδίες, καίρια solo, παραγωγή «κρύσταλλο» και δίχως ένα filler (ενδεχόμενο πολύ πιθανό ιδίως για τον συγκεκριμένο ήχο, όσο κι εν γένει για έναν δίσκο που περιέχει 11 κομμάτια). Η εναρκτήρια τριάδα κομματιών, απλά, ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ. Προσωπική αδυναμία το “Bleeding”, ωστόσο και όλα τα υπόλοιπα ακολουθούν από κοντά, όντας «καρφωτά» δεκάρια. Ζωντανά, δε, τα κομμάτια ακούγονται ακόμα πιο ευχάριστα και πωρωτικά. Σε κάποια προχωρημένη σκέψη μου, κάπου στα early με mid ‘00s, οι Elysion είναι τόσο μεγάλοι όσο οι Evanescence, παίζουν σε αρένες και το “SILENT SCR3AM” πουλάει σαν «ζεστό ψωμί», λαμβάνοντας ισάξια αναγνώριση με την αντίστοιχη του “Fallen”.
Όσοι δεν έχετε ακούσει τον δίσκο ετοιμαστείτε για περίπου 45 λεπτά που θα παραμείνουν τόσο κολλημένα στο μυαλό σας, όσο και οι τσίχλες που κολλούσαμε παλιά κάτω από τα θρανία του σχολείου. Αυτά στα οποία έγραφε τα «μοιραία» τσιτάτα του/της ο/η goth τύπος/τύπισσα που κοροϊδεύαμε με την παρέα, αλλά στην πραγματικότητα γουστάραμε κάργα. Και ναι, ρε… ακόμη και ο «σκληρός» ήχος χρειάζεται το «μέλι» του και το εύκολό του άκουσμα, το οποίο απολαμβάνουμε απενοχοποιημένα (ή ενοχικά και στα κρυφά), τραγουδώντας πλάι στην/-ον emo looking γκόμενά/-ό μας, ονόματι Vampfairy_95 / Vlad_Blood.