Αχ, οι αναμνήσεις…
Προϊόντος του χρόνου, η μνήμη δεν φαίνεται να λειτουργεί το ίδιο (ιδιαίτερα η βραχυπρόθεσμη), ωστόσο, κάποια πράγματα από το παρελθόν (λεπτομέρειες οι οποίες φαινομενικά είναι ασήμαντες) «ανασύρονται» με χαρακτηριστική ευκολία από τα «τρίσβαθα» του εγκεφάλου. Φαίνεται ότι τα βιώματα και οι εικόνες της παιδικής/εφηβικής ηλικίας και της αντίστοιχης πρώιμης ενήλικης δύσκολα διαγράφονται.
Κάπου στις αρχές του αιώνα, ένας φίλος μού είχε βάλει το ντεμπούτο των System of a Down (SoaD). Θες λίγο το ότι ήδη λάτρευα τους Faith No More, θες λίγο το ότι είχα ήδη λάβει την γενναία απόφαση να διευρύνω τα ακούσματά μου, ξεφεύγοντας από τα «κλασσικά-ηχογραφημένα», το ομώνυμο album μού φάνηκε εξαιρετικό και πραγματικά με απώθησε ιδιαίτερα όταν έμαθα τι συνέβη στο διαβόητο support τους στους Slayer.
Λίγα χρόνια μετά, έφτασε στα χέρια μου η αντιγραμμένη κασέτα του “Toxicity”. Εξαιρώντας Maiden, Metallica και Manowar, αυτή είναι η επόμενη κασέτα μπάντας που έχω ακούσει περισσότερες φορές από οποιαδήποτε άλλη (ακολούθησε και σε τριήμερη και πενθήμερη, με συμμαθήτριες να μας ζητάν στο πούλμαν να χαμηλώσουμε την ένταση του ήχου, ώστε να μπορούν να ακούσουν κι αυτές τα δικά τους).
Για το περί ου ο λόγος album έγινε, τις τελευταίες ημέρες, μεγάλη κουβέντα στο topic του MH vs. RH, μεταξύ συζητήσεων επί του ορισμού του «αμφιλεγόμενος», μετρημάτων καρδιών, βιολογικών διαδικασιών, ενθύμησης του ιστορικού γράμματος του Nick the Dick προς το Metal Hammer και δημοσίευσης ενός απολαυστικά «άρρωστου» post του @QuintomScenario.
Κάπου παραπάνω, σ’ ένα κείμενό μου για το “The Real Thing” των Faith No More γράφω ότι:
«Οι Faith No More πηγαίνουν στην βάση, διαλύουν και ανασυνθέτουν όλον τον σκληρό ήχο της προηγούμενης εικοσαετίας, τον «μπολιάζουν» με νέα, φαινομενικά παράταιρα, στοιχεία και προσφέρουν απλόχερα το στίγμα της κατεύθυνσης του ήχου εν συνόλω (και όχι σε επίπεδο επιμέρους ιδιωμάτων) για τα επόμενα 20 και πλέον χρόνια. Αν κάποιος πιστεύει ότι το nu, οι SoaD, η progressive κατεύθυνση των ‘90s ή μετέπειτα το djent και τα κάθε τύπου core δεν σχετίζονται άμεσα με αυτή καθαυτή την ύπαρξη των Faith No More και τον παραπάνω δίσκο εν προκειμένω, ας μου προσάψει υπερβολικές ή/και άστοχες απόψεις».
Κατ’ ουσίαν, και τα υπόλοιπα που γράφω για τον δίσκο των Καλιφορνέζων ισχύουν ομοίως για το “Toxicity” των Αμερικανοαρμενίων. Η μόνη διαφορά έγκειται στο ότι μετατοπιζόμαστε χρονικά μία δεκαετία και κάτι πιο μπροστά.
Αναντίρρητα, ο κάθε ακροατής διατηρεί το δικαίωμα να μην «πιάσει» το album στην εποχή του και να το εκτιμήσει αρκετά αργότερα. Επίσης, διατηρεί το δικαίωμα να μην εκτιμήσει καθόλου, ούτε τον συγκεκριμένο δίσκο εν προκειμένω, ούτε την μπάντα εν γένει. Αν θέλουμε να είμαστε εντελώς ειλικρινείς, έκαστος εξ ημών έχει μία ευρέως αποδεκτή μπάντα ή/και έναν ευρέως αποδεκτό δίσκο, που δεν του λέει/λένε απολύτως τίποτα. Κάτι παρόμοιο συνέβη και με την περιβόητη, αρνητική κριτική στο εν λόγω album από τον συντάκτη του ΜΗ. Επί αυτού, εδόθη συνέχεια από τον γράφοντα, μία δεκαετία αργότερα, στο forum του περιοδικού, όπου και υπενθύμισα σε κάποιους που έλεγαν ότι το περιοδικό είχε «αποθεώσει» το “Toxicity” όταν κυκλοφόρησε, ότι υφίστατο και το «θάψιμο» παραπλεύρως. Ο ίδιος ο συντάκτης είχε παρέμβει στη συζήτηση που ακολούθησε, λέγοντας ότι ήταν υπερβολικός στην κριτική και στον βαθμό του, ισχυριζόμενος, ωστόσο, ότι η μουσική της μπάντας εξακολουθούσε να μην του «λέει» κάτι. Αυτά, βέβαια, τα έχουμε θυμηθεί και αναφέρει από κοινού με τον @Ian_Metalhead στο topic των SoaD πριν κάνα χρόνο περίπου (βλ. εδώ κι εδώ).
Μετά την παραπάνω παραφιλολογία/παπαρολογία (επιλέγετε και παίρνετε), ας πούμε ότι ο δίσκος τα «σπάει» από την αρχή έως το τέλος του. Το να ξεχωρίσεις στιγμές είναι εξαιρετικά δύσκολο, αλλά προσωπικά μου αγαπημένα ήταν, είναι και θα είναι τα (προφανή και κλασσικά) “Chop Suey!” και “Aerials”, καθώς και τα “Forest” (μεγάλη «ζημιά»), “ATWA”, “Science”, “Toxicity” και “Psycho” (μεγάλο «κόλλημα», ειδικά η αλλαγή από το «τρελό» σημείο στο «άρρωστο» αργό σημείο, με τα καταπληκτικά φωνητικά «γυρίσματα»). Βασικά, ο μισός δίσκος είναι καθαρό 11άρι, ενώ ο υπόλοιπος «καρφωτό» δεκάρι. Μη αναζητείτε έτερους σχολιασμούς. Όπως προανέφερα, κάντε copy/paste το post για το “The Real Thing”, έτσι ώστε να συνειδητοποιήσουμε όλοι μαζί τον λόγο που το “Toxicity” παραμένει (20 χρόνια μετά την κυκλοφορία του) στο top-10 των σπουδαίων δίσκων που έχουν βγει τη νέα χιλιετία, έχοντας πιθανότατα αποτελέσει ταυτοχρόνως την (κρυφο)έμπνευση για τα υπόλοιπα 9.
Τα ανωτέρω (αμφι)λεγόμενα αντιπροσωπεύουν υποκειμενικές απόψεις και θύμησες, οι οποίες δεν (; ) εμπίπτουν στο Νόμο των Μεγάλων Αριθμών και προφανώς δεν ικανοποιούν τις βασικές απαιτήσεις της ορθής Δειγματοληψίας. Κόντρα στο «ρεύμα», το επόμενο post μου θα έπρεπε να είναι για το “Forever Black” των Cirith Ungol, αλλά με πρόλαβε ο @Ian_Metalhead…